Βιβλιο

Δημήτρης Δημητριάδης: Το χθες είναι ακόμα τώρα

Με το «Πεθαίνω σαν χώρα» τα είπε όλα... Κι όμως, ο σημαντικός διανοούμενος συγγραφέας έχει ακόμα κάτι να μας πει

4754-202316.jpeg
Στέφανος Τσιτσόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 415
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
30577-68836.jpg

Συνέντευξη με τον Δημήτρη Δημητριάδη.

Κάποιοι φίλοι μου, που πίνουν νερό στο όνομά σας, λένε ότι με το «Πεθαίνω σαν χώρα» τα έχετε πει όλα. Είναι ένα τραγικά επίκαιρο βιβλίο, το οποίο γράφτηκε τον περασμένο αιώνα. Μου θυμίσατε χαρτορίχτρα, σαν έναν αιώνα πριν να ρίξατε τα ταρό και να προβλέψατε την πτώση. Σας δικαιώνει αυτό και έναντι ποιων;

Δεν είναι σωστό αυτό, δεν αισθάνομαι δικαιωμένος, δεν επιζητώ τη δικαίωση, πόσο μάλλον όταν μιλάμε για ένα κείμενο που κηρύσσει ή αποκαλύπτει ένα τέλος ή, τέλος πάντων, μια κατάσταση όπου τα πράγματα δεν είναι ή δεν εμφανίζονται ευχάριστα. Παρ’ όλα αυτά, για μένα πρόκειται για ένα κείμενο λιγότερο αποκαλυπτικό με την καταστροφική έννοια του όρου και περισσότερο για ένα ευαγγελικό κείμενο, με την έννοια ότι ευαγγελίζεται κάτι καλό. Πιστεύω ότι λέει κάτι θετικό με το τέλος του. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι το τέλος είναι κάτι θετικό, όποια έννοια κι αν έχει, ίσως ποτέ ευχάριστη γιατί στο τέλος υπάρχει και ο θάνατος, μια βιολογική εξαφάνιση που όμως είναι μια νομοτέλεια. Δεν μπορεί να υπάρξει αρχή, αν δεν υπάρξει ένα τέλος. Πρέπει να το δεχτούμε αυτό, πόσο μάλλον όταν διατηρούμε το τέλος διά της βίας και το παρατείνουμε λόγω συνηθειών, συμφερόντων, βολέματος. Και μιλάω είτε για ένα κόμμα είτε για μια κατάσταση συνολικότερης ιστορικής σημασίας. Αυτή η εμπλοκή με το «τέλος» είναι, για μένα, η βαθύτερη αιτία αυτού που ονομάζουμε σήμερα «κρίση».

Μερικές λέξεις που χαρακτήριζαν το έργο σας κατά το παρελθόν: ιδιώτευση, πόνος, πόλη, λύκοι, ψυχική κατάθλιψη, μαύρα φεγγάρια, ακρωτηριασμός, προσωπεία, εθνική ξεφτίλα. Και μερικές ρήσεις σας: «Δεν με ενδιαφέρει να εκσυγχρονιστούμε, αλλά να συγχρονιστούμε», «αλλοπρόσαλλα πλήθη ενδεδυμένα με ονόματα όπως λαός», «έρωτες που κατασπαράσσουν το σώμα», «μάσκες που εναλλάσσονται», «αλήθειες που αποκρύπτονται βιαίως αλλά επιμελημένα». Εμμένετε σε όλα αυτά και σήμερα, καθώς όλα γύρω μας καταρρέουν;

Κάποια πράγματα που έχω πει έχουν διαμορφωθεί πλέον μέσα μου αλλιώς. Για παράδειγμα, αυτή η έκφραση περί «εκσυγχρονισμού και συγχρονισμού» δεν έχει την ίδια άξια πια για μένα. Τα πράγματα έχουν προχωρήσει με μεγάλη ταχύτητα, έχουν σχεδόν μεταστοιχειωθεί τα τελευταία χρόνια. Να συγχρονιστείς με τι πια; Ο συγχρονισμός είναι μια κατάσταση που επιβάλλεται έτσι κι αλλιώς, αφού ζούμε τα ίδια πράγματα, ένα είδος ταυτοχρονίας. Πρόσφατα έγραψα ένα κείμενο στα γαλλικά με τίτλο «Ιστορική συνείδηση» και αφορά ακριβώς αυτό. Η λέξη που έχει για μένα τη μεγαλύτερη σημασία από όλες είναι η λέξη «τώρα», η λέξη «σήμερα», αυτό που βιώνουμε ως παρόν, «ο παρών άνθρωπος», δηλαδή η ανθρώπινη παρουσία και το παρόν. Συνδέω το «τώρα» με αυτό που ονομάζω «ιστορικούς κύκλους». Σχηματικά, αλλά για μένα και ουσιαστικά, ανοίγουν και κλείνουν κύκλοι ιστορικοί. Τα ίδια πράγματα που κάποτε είχαν ανθίσει και καρποφορήσει έρχεται μια στιγμή που δεν αποδίδουν πια. Αυτό μπορούμε να το συνειδητοποιήσουμε ως κατάσταση; Ότι δηλαδή έχει επέλθει ένα τέλος;  Ή η συνήθεια –ο εθισμός στις αξίες–, άλλος ένας παράγων που παίζει τεράστιο ρόλο, μας παραλύει και μας ακινητοποιεί; Μπορούμε να καταλάβουμε ποιο είναι το παρόν μας; Έτσι ορίζω τη φράση «ιστορική συνείδηση». Τι ζούμε σήμερα; Ποιο είναι το χαρακτηριστικό τού σήμερα; Μπορούμε να το καταλάβουμε; Εγώ πιστεύω ότι δεν μπορούμε.

Δεν μπορούμε ως Έλληνες ή γενικότερα ως άνθρωποι;

Και ως  Έλληνες, γιατί η κατάσταση που ζούμε είναι επιθετικά περίπλοκη, σχεδόν έχει κάτι το άμορφο, συνεχώς διαμορφώνεται κάτι το οποίο δεν παίρνει μια συγκεκριμένη μορφή. Το παρόν είναι μια έννοια που πρέπει να συνδυαστεί με μια ιστορική διάσταση, ώστε να γίνει κατανοητό σε κάποιο βαθμό. Πρέπει να συνδεθεί με κάποια πράγματα, αυτό που ονομάζεται «ιστορική πορεία», «ιστορικός κύκλος».

Το έθνος θρηνεί, μπήκε στη διαδικασία του πένθους, την ίδια ώρα είναι ανήμπορο να δει το τέλος για το οποίο μιλάτε. Στο κείμενο «Ιστορική συνείδηση» θέτω ένα ερώτημα: Αν υποθέσουμε ότι τελειώνουν όλα αυτά και αποκαθίσταται η δικαιοσύνη, η κοινωνική, η οικονομική και τα λοιπά, τι μετά;

Φοβάμαι πως οι περισσότεροι θέλουν να γυρίσουν πάλι πίσω, στην επανάληψη, την επαναφορά του ίδιου πράγματος. Είπατε πολύ σωστά τη λέξη «πένθος», όμως δεν πενθούμε αρκετά, ή μάλλον δεν πενθούμε ακόμα. Πρέπει να πενθήσουμε πραγματικά, γιατί το πραγματικό πένθος θα φέρει την έξοδο από το θάνατο. Πρέπει να πενθήσουμε το νεκρό εαυτό μας, τη νεκρή ζωή μας, τη νεκρή κατάστασή μας, τις νεκρές σχέσεις μας.

Το νεκρό χθες μας, αν μου επιτρέπετε…

Είναι όμως ένα «χθες» το οποίο βιώνουμε ως «τώρα», παρατείνεται ως σήμερα το χθες. Αυτό είναι το λάθος. Θα μου πείτε, πώς μπορεί να γίνει αυτή η υπέρβαση όταν οι περισσότεροι άνθρωποι, αν όχι όλοι με ελάχιστες εξαιρέσεις, θέλουν την επαναφορά σε κάτι που ξέρουν και που τους βολεύει; Αλλά πώς μπορείς να ζητήσεις από τόσους ανθρώπους μια μεταστροφή, αυτή την περίφημη «περιαγωγή» που λέει ο Πλάτωνας; Είναι τόσο μεγάλη η δύναμη του βιοπορισμού και οι βιολογικές ανάγκες! Ωστόσο, παρ’ όλη την επίγνωση των περιορισμένων ανθρώπινων ορίων, δεχόμαστε ένα μήνυμα από την κατάσταση που ζούμε: δεν μπορεί να συνεχιστεί το χθες, όπως υπήρχε και εκεί που έφτασε.


Info: Αυτή την εποχή παίζονται τα έργα: «Λήθη» (Πορεία, Αθήνα) και στη Θεσσαλονίκη «Διαδικασίες διακανονισμού διαφορών» (Studio Vis Motrix) και «Πεθαίνω σαν χώρα» (Στρατοπέδο Κόδρα- Studio Κοιτώνες)

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ