- CITY GUIDE
- PODCAST
-
13°
Η γυναίκα που έλειπε (για πάντα)
Όψεις της πόλης, αναμνήσεις, πράγματα που συνέβησαν παλιά, και πράγματα που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας
Ημερολογιακές καταχωρίσεις για κάθε χρήση
Όταν γυρίζω το πρωί από την προπόνηση, όλοι στη γειτονιά κάνουν πάντα τα ίδια πράγματα: τα ίδια πράγματα κάνουν στον φούρνο που είναι και ζαχαροπλαστείο, τα ίδια πάντα στο καφενείο που είναι και ταβέρνα, και στο περίπτερο, στο φαρμακείο, στην τράπεζα, στο παραδίπλα ζαχαροπλαστείο, στην ψησταριά με τα σουτζουκάκια κ.ο.κ.: σκουπίζουν, πλένουν τον δρόμο, στρώνουν τα τραπέζια, γεμίζουν τα ψυγεία, παραλαμβάνουν τις παραγγελίες, ανοίγουν, αερίζουν, κλπ. κλπ. Και σε ένα συγκεκριμένο μαγαζί εδώ κοντά, από αυτά που θέλουν κάθε μέρα καλό πλύσιμο, έχουν ανοίξει με τα κλειδιά τους οι δύο καθαρίστριες, η σκούρα μελαχρινή και η ξανθιά, έχουν κάνει καφέ, και κάθονται, πάντα, στο ίδιο τραπέζι έξω στο πεζοδρόμιο, ό,τι καιρό και να κάνει, και τον πίνουν καπνίζοντας και λέγοντας τα δικά τους, με ένταση και ενδιαφέρον, πριν πιάσουν τη δουλειά.
Τις έβλεπα κάθε μέρα τις δυο τους, επί μήνες. Πάντα στο ίδιο τραπέζι, πάντα να συζητούν και να ενημερώνουν η μία την άλλη — για τα οικογενειακά τους, υποθέτω. Κοντά στα πενήντα και οι δυο τους, γερές γυναίκες, δυνατές.
Πριν από δεκαπέντε μέρες, η μία, η ξανθιά, έλειπε. Η άλλη κυρία καθόταν μόνη, στο ίδιο τραπέζι, κάπνιζε και κοιτούσε προς την άδεια καρέκλα μπροστά της, και έδειχνε ταραγμένη. Την επόμενη ημέρα, πάλι τα ίδια. Και τη μεθεπόμενη. Σκέφτηκα πως η ξανθιά καθαρίστρια είχε πάρει άδεια, ίσως για να πάει στην πατρίδα της, ή απλώς για διακοπές, και πως η δουλειά θα έβγαινε με μία γυναίκα μέχρι να γυρίσει, πράγμα τρομερά δύσκολο και κουραστικό.
Χθες το πρωί, ήταν πάλι δύο οι γυναίκες στο μαγαζί. Τη δεύτερη, την καινούργια, δεν την είχα ξαναδεί. Ήταν νεότερη, και δεν κάπνιζε. Άκουγε τη μελαχρινή, και είχε τα μάτια της ανοιχτά, και θολωμένα με δάκρυα, όπως είσαι πάντα όταν ακούς για ένα χαμό, κι ας μην ήξερες αυτόν που χάθηκε, κι ας μην είχε τύχει ποτέ σου να συναντήσεις εκείνη την άλλη καθαρίστρια, που δεν ξέρεις καν το όνομά της, την ξανθιά. Ακόμα κι αν σου πουν πως την έλεγαν Μαρία, πριν να περάσει πολλή ώρα θα το ξεχάσεις.
* * *
Distraction freak
Στις μέρες μας τα παιδιά δεν μπορούν να συγκεντρωθούν σε ένα κείμενο για πάνω από μερικά δευτερόλεπτα, διαβάζω δεξιά κι αριστερά — και είναι αλήθεια. Με τη διαφορά ότι σε παλαιότερες ημέρες, φέρ’ ειπείν στην εποχή μου, πολλά παιδιά δεν ήξεραν να διαβάσουν καθόλου. Δεν είχαν διάσπαση προσοχής: δεν ξέραν γράμματα, period. Η ΕΣΣΟ μου, ξέρω γω, έβγαλε ένα 10% ελαφρώς έως επαρκώς γραμματισμένους μαθητές και ένα 90% άσ’ τα να πάνε. Μια τραγωδία. Ποια διάσπαση προσοχής και ποια ξέρω γω. Και καναδυό γενιές ακόμη πιο πριν, στην αβυσσαλέα προπολεμική Ελλάδα, να διαβάζουν ήξεραν κάτι μετρημένα άτομα. Οι υπόλοιποι χρησιμοποιούσαν την όσφρηση για να συνεννοηθούν.
Θέλω να πω, υπάρχουν πράγματι τρεις λόγοι για να αγαπάμε το παρελθόν, οι εξής δύο (α, καλό ε): το ότι ήμασταν νεότεροι. Κατά τα άλλα, ήταν άσ’ τα να πάνε. Όπως και κάθε παρελθόν.
* * *
ΚΑΜΙΑ Α.Ι., ΘΑ ΤΗ ΝΙΚΗΣΟΥΝ ΟΙ ΠΡΩΤΟΕΜΦΑΝΙΖΟΜΕΝΟΙ
Τον περασμένο Νοέμβριο, στο πλαίσιο μιας προ-εορταστικής σύναξης σε ένα κόζι βιβλιοπωλείο στην Αθήνα, κάποιος νεαρός συγγραφέας πήρε τον λόγο και είπε στους παρευρισκόμενους, αλά Μπίλι δε Κιντ που μασάει τσίχλα και ανοίγοντας όσο μπορούσε τα πόδια του σε ένα manspreading για κλοτσιές (μεταφορικά το λέω, δεν υιοθετούμε τη βία), ότι δεν τον φοβίζει καθόλου η Α.Ι. γιατί η Α.Ι. δεν θα μπορέσει ποτέ να καταλάβει τον κόσμο όπως αυτός, που σαν άνθρωπος έχει αισθήσεις, μυρίζει, ακουμπάει, και έχει και πόνο, και άσχημες μνήμες, και ζήλιες κ.ο.κ. Drop pic, χειροκροτήματα, «Πες τα», «Καμία Α.Ι.» κλπ.
Έριξα μια ματιά στο βιβλιαράκι του μόλις απελευθερώθηκα από τη μέγγενη του πάνελ. Έριξα ακόμη μία, για να σιγουρευτώ. Θε μου μεγαλοδύναμε. Γλυκέ Ιησού.
Το πιο beta προγραμματάκι τεχνητής νοημοσύνης θα αρνιόταν να υπογράψει κάτι τέτοιο. Θα ντρεπόταν. Θα αυτοκτονούσε. Μιλάμε για τερατούργημα — σε έναν πιο δίκαιο κόσμο θα σε βάζαν φυλακή αν έγραφες τόσο κακά. Και θα πετάγαν το κλειδί.
Α.Ι., σώσε μας.
ΥΓ. Στο μεταξύ, πραγματικά είναι να σου φεύγει το καφάσι, που λέγαμε και μεις στο π.Χ., ακούγοντας τον κάθε πικραμένο να μιλάει για τις δυνατότητες της Τ.Ν. ωσάν να είναι (α΄) κάτι πολύ συγκεκριμένο, (β΄) κάτι που έπαψε να εξελίσσεται, που «έδωσε ό,τι ήταν να δώσει», και (γ΄) κάτι που γνωρίζουν σαν την τσέπη τους. Θα ήταν ευχής έργον να είχαμε κι εδώ ποινές: «Α, μιλάει όντας ντιπ ανίδεος; Στο μπαλαούρο». Το επ’ εμοί: ό,τι είναι να γίνει με την Α.Ι., θα γίνει. Και είναι να γίνουν τα πάντα.
* * *
ΑΥΤΟΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΗ
Η μεταφράστρια και επιμελήτρια κειμένων Χρύσα Φραγκιαδάκη προτείνει στους αναγνώστες του Ημερολογίου πράγματα που έμαθε, είδε, διάβασε, και της τράβηξαν την προσοχή. Την ευχαριστούμε!
Κάτι από τα παλιά
Τις προάλλες, ψάχνοντας για κάτι στις «πίσω μου σελίδες» του Facebook, μου εμφανίστηκε η παρακάτω ανάρτηση, που είχα κάνει το 2020 για μια σειρά που μου είχε αρέσει πολύ — και διαπιστώνω ότι υπάρχει ακόμα στο Netflix. Παρότι όταν την είδα εγώ ήταν ήδη παλιά, ίσως είχε παιχτεί και σε κάποιο κανάλι πριν καν υπάρξει η πλατφόρμα, σκέφτηκα ότι ίσως κάποιος δεν έτυχε να την έχει δει μέχρι τώρα και τον ενδιαφέρει — ή θελήσει να διαβάσει δυο λόγια ενημερωτικά, για τον φόβο τού missing out (αστειεύομαι). Βάζω, λοιπόν, να ξανακούσω το στοιχειωτικά ατμοσφαιρικό τραγούδι των τίτλων, από τους Book of Fears, και μεταγράφω:
Πρόκειται για το «Εξ αίματος» («Bloodline», 2015-2017), ένα οικογενειακό δράμα, που δεν είναι μόνο οικογενειακό και δεν είναι σκέτο «δράμα», αλλά ψυχόδραμα με ψιλοκεντημένες τις ψυχικές διεργασίες που διαλύουν και ισοπεδώνουν τους κεντρικούς χαρακτήρες, καθώς οι πιο μύχιες ενοχές για πράξεις και στάσεις του παρελθόντος κονταροχτυπιούνται με το στοιχειωδέστερο ένστικτο επιβίωσης, που για τον σύγχρονο δυτικό άνθρωπο είναι η διατήρηση των, όποιων και όπως, κεκτημένων της ζωής του.
Με πολύ καλό σενάριο, που παραπέμπει σε θρίλερ αλλά ξεκινά με την αποκάλυψη του βασικού μυστικού, για να αρχίσει μετά το γαϊτανάκι των επιμέρους μυστικών με την απειλή της ανατροπής να υφέρπει κάθε στιγμή.
Με πολύ λειτουργικά flashback και flash forward, και voice over αφήγηση του ενός από τους δύο κεντρικούς χαρακτήρες, του Κάιλ Τσάντλερ, που σε οδηγεί βήμα-βήμα, σαν ιχνηλάτης, στην κρυφή ζούγκλα των σκοτεινών συναισθημάτων και των ακατονόμαστων πράξεων. Because we are good people, but we did a bad thing.
Με πολύ καλοδουλεμένους χαρακτήρες, με εξαιρετικές ερμηνείες (στον ρόλο του μαύρου —πλην αδικημένου— πρόβατου της οικογένειας, ο Μπεν Μέντελσον κλέβει τη σειρά, με τη λιπόσαρκη, χαραγμένη, σκοτεινή, αμφιλεγόμενη φιγούρα του και την υπόκωφη, υπαινικτική φωνή του που εκστομίζει τις αλήθειες του υπό μορφή απειλής). Η δουλειά στο καστ είναι επίσης εξαιρετικά προσεγμένη (εντυπωσιακό μού φάνηκε ότι για τους δύο βασικούς ενήλικες χαρακτήρες σε flashback χρησιμοποιήθηκαν δύο έφηβοι με εκπληκτική ομοιότητα, αντιστοίχως, ως προς τον σωματότυπο, τα χαρακτηριστικά, αλλά και την ερμηνεία). Και παίζει και ο Σαμ Σέπαρντ, που του έχω αδυναμία, ζευγάρι με τη Σίσι Σπέισεκ.
Θετικά λειτουργεί ακόμη και το στοιχείο εκείνο που θα μπορούσε να φέρνει σε σαπουνόπερα, το ότι η ιστορία εκτυλίσσεται σε ένα θέρετρο (όχι πολυτελείας, πάντως) στα νησιά Florida Keys, έναν τόπο από αυτούς όπου the living is easy αλλά όχι πάντα, καθώς οι τροπικές μπόρες συνοδεύουν και υπογραμμίζουν τις συνεχείς ανατροπές στην εξωτερικά ειδυλλιακή ζωή των χαρακτήρων.
* * *
ΕΝΑΣ ΕΦΙΑΛΤΗΣ
Όταν έγινε ένας μεγάλος πόλεμος και όλοι έφυγαν από την πόλη από τον φόβο του μαχαιριού, έμειναν πίσω μόνοι τους οι σκύλοι και οι γάτες, γιατί κανείς δεν είχε χώρο ή μυαλό γι’ αυτούς —όλοι έφυγαν γρήγορα, βιαστικά, νύχτα, από τη θάλασσα—, και για καιρό τα ήμερα εκείνα ζώα περίμεναν τον κόσμο να γυρίσει και κοιτούσαν όλο προς τη μεριά που είχαν φύγει όλοι τους με τα καράβια, και σουλατσάριζαν στην προκυμαία πάνω-κάτω, πάνω-κάτω, και έτρωγαν από τα σκουπίδια.
Αλλά ο κόσμος δεν γύρισε, και τα σκυλιά και οι γάτες το πήραν κάποια φορά απόφαση ότι θα έμεναν μόνοι, και τα μάτια τους εκείνη τη στιγμή στοίχειωσαν και λόξεψαν, κι άρχισαν από την ίδια κιόλας νύχτα να κουμαντάρουν την πόλη, οι μεν από δω, οι δε από κει, κι όποτε κάποιος περνούσε από λάθος ή για να κυνηγήσει κρυφά στη μεριά των άλλων, τον έπιανε ο εχθρός, και τον έπνιγαν και του ξερίζωναν την καρδιά και παλούκωναν το κεφάλι του σε ένα ψηλό σημείο να φαίνεται από μακριά και να δίνει το παράδειγμα.
Βέβαια αυτά λίγο τρόμαζαν οποιονδήποτε, έγιναν συνήθεια, και συνέχεια υπήρχαν αυτοί που αψηφούσαν τα σύνορα και τις περιπόλους για να περάσουν απέναντι, στον εχθρό, όχι για κυνήγι πια ή από λάθος αλλά για τη χαρά του κινδύνου, μέχρι που κι αυτή η συνήθεια γενικεύτηκε, και οι τομείς καταργήθηκαν ολωσδιόλου, και ένας μεγάλος πόλεμος ξέσπασε ανάμεσα στα δύο είδη, και τα αφάνισε.
Κι έπειτα μια μέρα, ένα πρωί, οι άνθρωποι γύρισαν, αλλαγμένοι, αλλιώτικοι, αμίλητοι, λειψοί, και μπήκαν πάλι στα σπίτια τους που είχαν ρημάξει και άνοιγαν τις καινούργιες τους βαλίτσες για να τακτοποιηθούν, και τότε πια υπήρχε μόνο ένα ζευγάρι που πάλευε έξω, σε μια ανασκαμμένη από τις βόμβες αλάνα, ένας σκύλος, ο τελευταίος, και μια γάτα, η τελευταία κι αυτή, και ένα παιδί τα είδε που πολεμούσαν με τόση λύσσα και φώναξε, και ήρθαν οι μεγάλοι για να τα χωρίσουν, και πράγματι τα χώρισαν κάποια στιγμή, με πολλή δυσκολία, μα εκεί που κοιτούσαν τις πληγές και τις γρατζουνιές στα χέρια τους, ο σκύλος και η γάτα τούς ξέφυγαν πάλι, και πιάστηκαν στόμα με στόμα και δαγκώθηκαν πολύ, και πέθαναν εκεί στην αλάνα, γιατί κάτι τούς έλεγε πως ο πόλεμος θα ξανάρθει, και πως θα έμεναν πάλι μόνοι, να περιμένουν τον κόσμο να γυρίσει από τη θάλασσα, μάταια βέβαια.
* * *
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
Camilla Pang, «Ερμηνεύοντας τους ανθρώπους» (μετάφραση Δέσποινα Αλεξανδρή, Εκδόσεις Παπαδόπουλος)
Συνήθως ασχολούμαστε με πεζογραφία σ’ αυτή τη στήλη, αλλά σήμερα είναι από τις λίγες φορές που θα κάνουμε μία εξαίρεση. Το «Ερμηνεύοντας τους ανθρώπους» είναι ένα από τα πιο ιδιαίτερα, και πιο αναπάντεχα, non fiction βιβλία που διαβάσαμε τα τελευταία χρόνια — θα το διαπιστώσετε και εσείς αν το διαβάσετε.
Η συγγραφέας του, δρ Καμίλα Πανγκ, είναι αυτιστική: διαγνώστηκε στα 8 της χρόνια. Στα 26 της, έμαθε ότι έχει και ΔΕΠΥ. Όμως είχε ήδη αρχίσει από τα 10 της να ψάχνει τους ανθρώπους και τη φυσιολογία τους για να δει γιατί έχουν εκείνες τις συμπεριφορές και αντιδράσεις και όχι άλλες — αναφορικά με τον άνθρωπο, πολύ απλά ήθελε να μάθει Πώς Λειτουργεί. Έτσι, έγινε βιοχημικός και, στη συνέχεια, ερευνήτρια στη μεταφραστική πληροφορική. Και δεν σταμάτησε ποτέ να ψάχνει.
Το βιβλίο αυτό είναι ο καρπός των ερευνών της. Είναι γεμάτο πληροφορίες, γεμάτο επιστήμη, γεμάτο γνώσεις από εκείνες που σε χαροποιούν όταν τις μαθαίνεις, και, ναι, γεμάτο απαντήσεις. Διαβάζεται χωρίς πρόβλημα: δεν χρειάζεται να είναι κανείς βιολόγος ή χημικός για να προσπελάσει τους όρους και τα θέματα που θίγονται εδώ. Είναι επίσης γραμμένο με χιούμορ, και με την καλύτερη δυνατή διάθεση. Και μέσα του πάρα πολλοί αναγνώστες (ενδεχομένως και όλοι) θα δουν κομμάτια από τον εαυτό τους.
Εννοείται πως είναι ιδανικό ανάγνωσμα για όλους τους ανθρώπους με νευροδιαφορετικότητα, αλλά και για κάθε νευροτυπικό που θέλει επίσης να μάθει… Πώς Λειτουργεί. Η δρ Πανγκ απευθύνεται στον καθένα, αλλά και σε όλους εμάς που δεν καταλαβαίνουμε πάντα τις κοινωνικές καταστάσεις, που δεν είμαστε πάντα σίγουροι γιατί οι άνθρωποι ενεργούν με συγκεκριμένους τρόπους και όχι άλλους σε αυτά ή εκείνα τα ερεθίσματα. Και όλα αυτά χρησιμοποιώντας επιστημονικές αρχές και εφαρμόζοντάς τες στους ανθρώπους γύρω της.
Μπορεί άραγε η ανθρώπινη κοινωνική συμπεριφορά να επηρεάζεται από το πώς συμπεριφέρονται οι πρωτεΐνες στα κύτταρά μας; Λοιπόν, ναι: μπορεί!
- Διαβάστε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από το βιβλίο:
Η ενσυναίσθηση πρέπει να είναι μια εξισορροπητική ενέργεια, επειδή, αν δώσουμε πάρα πολλά, κινδυνεύουμε να θυσιάσουμε τα δικά μας εγχειρήματα στον βωμό των αναγκών των άλλων. Μερικοί άνθρωποι θέλουν να σας κάνουν να αισθανθείτε ότι είστε εγωιστές, ενώ εσείς απλώς προσπαθείτε να προστατέψετε τον δικό σας χρόνο και τις προτεραιότητες. Μπορεί να θέλω να χτίσω μια γέφυρα από το νησί μου, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μπορώ να τα βγάλω πέρα με όλους όσοι τη διασχίζουν κάθε φορά που τους κάνει κέφι. Πάντως, από τότε που άρχισα να έχω ενσυναίσθηση, έχει γίνει σχεδόν σαν ναρκωτικό για μένα — κάτι στο οποίο δεν είχα πρόσβαση για πάρα πολύ καιρό, και που τώρα το αρπάζω με κάθε ευκαιρία, σαν κάποιον που έχει χρόνια να δει φως ή να φάει. Επί χρόνια λαχταρούσα την ανθρώπινη επαφή, να δείξω ότι είμαι φτιαγμένη από αγάπη, και ότι όσοι είναι σαν εμένα —οι οποίοι από μερικούς θεωρούνται τρελοί ή αφύσικοι— στην πραγματικότητα είναι από τους καλύτερους, λιγότερο επικριτικούς ανθρώπους που θα γνωρίσετε. Σκέφτομαι την ενσυναίσθηση σαν μια επώδυνη ευφορία, επειδή ενίοτε πονάει τρομερά, αλλά είναι επίσης κάτι που κανένα άλλο συναίσθημα ή εμπειρία δεν μπορεί να την αντιγράψει. Επομένως, όταν χτυπάει το τηλέφωνο στις 10.55 μ.μ., την ώρα που συνήθως βρίσκομαι στο κρεβάτι βάζοντας τους δαίμονές μου για ύπνο και επανεξετάζοντας τις προσδοκίες μου για τη μέρα που έρχεται, τινάζομαι για να το απαντήσω. Βγαίνω από την πιο γαλήνια στιγμή μου επειδή ξέρω ότι καταρρέει ο κόσμος κάποιας φίλης και μπορώ να τη βοηθήσω σαν να ’μαι κάποια που έχει περάσει πολλές φορές την ίδια εμπειρία με εκείνη. Και μέσα στις επόμενες δύο τρεις ώρες, ακούω τη φωτεινή χροιά να επανέρχεται στη φωνή της· που για μένα είναι το σημαντικότερο συναίσθημα στον κόσμο. Τότε, κάθε επώδυνη εμπειρία που έζησα ποτέ γίνεται πολύτιμος θησαυρός — ένα μέσο ενσυναίσθησης, που με συνδέει με άλλους ανθρώπους οι οποίοι χρειάζονται όσα έχω μάθει. Αυτά που κάποτε θεωρούσα ότι είναι ανυπέρβλητες διαφορές με τους ανθρώπους τώρα γίνονται ο τρόπος για να γεφυρώσω την απόσταση μεταξύ του δικού μου και του δικού τους νησιού.
- Νά και το οπισθόφυλλο:
Σε αυτό το πρωτοποριακό βιβλίο, η βραβευμένη Dr Camilla Pang συνδυάζει επιστήμη και προσωπική εμπειρία για να φωτίσει τη μυστηριώδη φύση της ανθρώπινης συμπεριφοράς: Τι κοινό έχουν οι άνθρωποι με τα πολυμερή; Πώς μπορεί η θεωρία των πιθανοτήτων να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε τις κοινωνικές σχέσεις; Ως επιστήμονας με διάγνωση στο φάσμα του αυτισμού και ΔΕΠΥ, η Dr Pang μοιράζεται τη μοναδική της οπτική, χρησιμοποιώντας έννοιες από τη βιολογία, τη χημεία, τη φυσική και την επιστήμη δεδομένων για να δημιουργήσει έναν «οδηγό χρήσης» για τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις, τις σχέσεις και την ίδια τη ζωή. Αστείο, στοχαστικό και γεμάτο σοφία, το «Ερμηνεύοντας τους ανθρώπους» μάς καλεί να επανεξετάσουμε όσα θεωρούμε δεδομένα για τον κόσμο γύρω μας — και για εμάς τους ίδιους. Είναι ένα βιβλίο που εμπνέει, εκπαιδεύει και ανοίγει νέους δρόμους κατανόησης και μας βοηθάει να ανακαλύψουμε πώς η επιστήμη μπορεί να γίνει ο πιο πιστός μας σύμμαχος στην τέχνη της ζωής.
- Και ένα μικρό βιογραφικό της συγγραφέως:
Η Dr Camilla Pang είναι κάτοχος διδακτορικού διπλώματος στη Βιοχημεία από το University College του Λονδίνου και μεταδιδακτορική ερευνήτρια με ειδίκευση στη μεταφραστική βιοπληροφορική. Σε ηλικία οκτώ ετών, η Camilla διαγνώστηκε με Διαταραχή Αυτιστικού Φάσματος (ΔΑΦ) και με ∆ ΔΕΠΥ σε ηλικία 26 ετών. Η καριέρα και οι σπουδές της έχουν επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από τη διάγνωσή της και οδηγείται από το πάθος της για την κατανόηση των ανθρώπων, των συμπεριφορών μας και του τρόπου με τον οποίο λειτουργούμε.
Βρείτε το στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς σας, ή όπου αλλού σάς αρέσει να προμηθεύεστε τα βιβλία σας.
* * *
Το Ημερολόγιο κυκλοφορεί τρεις φορές την εβδομάδα: κάθε Σάββατο, κάθε Κυριακή, και κάθε Τετάρτη. Στείλτε μας μέιλ αν θέλετε να μας πείτε ή να μας ρωτήσετε κάτι — οτιδήποτε. Σας ευχαριστούμε πολύ.
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Για τους πολλούς είναι ένα μπαρ, για κάποιους μια ιδέα
Τιμή και δόξα στον άνθρωπο που πέρασε τη Θεσσαλονίκη στην επόμενη φάση της
Εναλλακτικός τίτλος: Έχω ένα πρόβλημα για κάθε σας λύση
Από το Big Ben στο Λονδίνο μέχρι τον αστρονομικό πύργο της Πράγας, αυτά τα ρολόγια δεν δείχνουν απλώς την ώρα, είναι τοπόσημα
«Οι αργόσχολοι μαζεύτηκαν και κοίταζαν τα αυγά, με κέλυφος βέβαια, να ρίχνονται στο σκάμμα»
Ένα μήνυμα προστασίας για τη νανόχηνα και τα μεταναστευτικά πουλιά
Ποια σενάρια διακινούνται για την τύχη του
«Ξυπνάτε από τα μνήματα αδικοσκοτωμένοι / Να δήτε την πατρίδαν σας απελευθερωμένη. / Ξυπνάτε από τα μνήματα, δεν είσθε πια ραγιάδες / Ξυπνάτε κι ήρθ’ η λευθεριά, έφυγαν οι αγάδες»
Ο ναός του Αγίου Δημητρίου είναι σαν χρονοκαψούλα, μέσα του συνυπάρχουν, αλληλεπιδρούν και νοηματοδοτούν η μια την άλλη οι μεγάλες ιστορικές στιγμές που σημάδεψαν τη Θεσσαλονίκη
Αισιόδοξο το παρόν, λαμπερό το μέλλον. Στοίχημα;
Τι χρωστάει η Θεσσαλονίκη στη δόκιμη καλόγρια Λουίζα Σανκιόνι;
Φρέσκα πράγματα, καινούργια στέκια, ωραίες φάσεις
Επόμενη στάση: μητροπολιτικό πάρκο
Ιστορίες από τον αφρό των ημερών
Οι φυλές που τις προτιμούν, τα έργα που ετοιμάζονται
Και το χρωστάει στους επισκέπτες της
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.