Βιβλιο

Κωνσταντίνος Τζήκας

4741-35213.jpg
Δημήτρης Μαστρογιαννίτης
ΤΕΥΧΟΣ 587
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
327800-677590.jpg

Μια ηρωίδα ερωτεύεται κτίρια, άλλος ένα κομμένο χέρι κι ένας τρίτος εκτρέφει μια κουκκίδα. Αν εξαιτίας τους οι κριτικοί εντάξουν το βιβλίο του Κωνσταντίνου Τζήκα «Κομμένα» (εκδ. Νεφέλη) σε κάποιον από τους -ισμούς (σουρεαλισμός κ.λπ.), δικό τους θέμα. Εμείς κρατάμε ότι στα διηγήματά του βρήκαμε έμπνευση, ευρηματικές ιστορίες εκτός της πληκτικής πεπατημένης, λόγους-χαστούκια για να δεις την πραγματικότητα με άλλο μάτι. Γι’ αυτό θελήσαμε και μάθαμε την ιστορία ή την επιρροή που κρύβει κάθε διήγημα.  

Κομμένα (τίτλος) 

«Το ρήμα “κόβω” χαρακτηρίζεται από πολυσημία, ειδικά στην παθητική φωνή. “Κόβομαι” σημαίνει “τραυματίζομαι”, σημαίνει “διαιρούμαι”, σημαίνει “σταματάω απότομα, διακόπτω” (π.χ. “μου κόπηκε ο βήχας”), σημαίνει “αποκόπτομαι”. Σημαίνει όμως και “επιθυμώ ερωτικά κάποιον” (“κόβομαι για πάρτη σου”), όπως και “νοιάζομαι υπερβολικά για κάτι”. Όλα τα παραπάνω χαρακτηρίζουν πολλούς από τους ήρωες των διηγημάτων της συλλογής. Ο τίτλος του βιβλίου, λοιπόν, επιδέχεται πολλαπλών ερμηνειών: μήπως τελικά πρόκειται για μια κραυγή αγανάκτησης, όπως στη φράση “κομμένα τα αστεία”; Μερικοί αναγνώστες νομίζουν μάλιστα ότι η λέξη αναφέρεται στην τεχνική κολλάζ του Ουίλιαμ Μπάροουζ! Απολαμβάνω το γεγονός ότι ο καθένας βλέπει κάτι δικό του στον τίτλο».

Πό-λε-με 

«Πριν χρόνια διάβαζα την “Κυρία Νταλογουέι” της Βιρτζίνια Γουλφ στο τρένο Αθήνα-Θεσσαλονίκη και κατέληξα να δακρύζω για τον Σέπτιμους, το νεαρό που γυρνάει από τον πόλεμο με τιμές ήρωα αλλά βλέπει το νεκρό διοικητή του σε παραισθήσεις, ενώ  η γυναίκα του αρνείται να κατανοήσει τι συμβαίνει. Το διήγημα αυτό είναι κάτι σαν ερωτικό ραβασάκι στο βιβλίο της Γουλφ».

Η γυναίκα που αγαπούσε τα κτίρια

«Είναι γνωστές οι περιπτώσεις της  Έρικα Άιφελ και της  Έιχα Μπερλίνερ-Μάουερ, που “παντρεύτηκαν” τον Πύργο του Άιφελ και το Τείχος του Βερολίνου αντίστοιχα. Αυτή η σεξουαλική κλίση προς τα άψυχα αντικείμενα συνιστά, βεβαίως, παραφιλία. Γοητεύτηκα όμως από τις ιστορίες τους και τις βρήκα υλικό προς ποιητική καταγραφή. Έτσι προέκυψε αυτό το διήγημα, που έχει κάτι από την απλοϊκή δομή του παραμυθιού».

Ο ξεφούσκωτος άνθρωπος 

«Ποιος δεν έχει δει κάποια στιγμή έναν συνάδελφό του στο γραφείο να γίνεται αποδιοπομπαίος τράγος; Ο ήρωας με το όνομα Κ. και η απρόσωπη δομή του γραφείου παραπέμπουν στον “Πύργο” του Κάφκα».

Καρκινικά ειδύλλια 1: Η καφετιά παγόδα 

« Έγραψα τούτο το διήγημα πολύ αργά κάποιο βράδυ, με εξαιρετικά παράξενη διάθεση, σχεδόν σε κατάσταση ύπνωσης. Τι γίνεται όταν κάποιος αντιμετωπίζει την ασθένειά του όχι ως ταμπού αλλά ως προνόμιο;» 

Σακατεμένη Ωχροχέρα 

«Εντελώς σουρεάλ ιστορία, με έναν τύπο που βρίσκει ένα κομμένο χέρι και το ερωτεύεται. Είναι και φόρος τιμής σε ένα σατιρικό διήγημα του πατέρα μου, Παύλου Τζήκα, με ήρωα έναν άντρα που βρίσκει ένα ξέμπαρκο χέρι και το πάει στην υπηρεσία απολεσθέντων (από την πρώτη συλλογή του, “Προσοχή εύθραυστο”, εκδ. Πύλη, 1977). Και μόνο γι’ αυτό άξιζε να του αφιερώσω το βιβλίο».

Κάντυ 

«Μία φωτογραφία που ταξιδεύει και ανακυκλώνεται, ξανά και ξανά. Το τελευταίο διήγημα που δούλεψα για τη συλλογή και αυτό που αντανακλά καλύτερα την εξέλιξη στο ύφος μου».

Καρκινικά ειδύλλια 2: Τρώγοντας ανοίγει...

«Ο καρκίνος παραμένει μια καλή μεταφορά για τις κοινωνικές παθογένειες και τα ρήγματα στις ανθρώπινες σχέσεις. Γενικώς έχω εμμονή με το θέμα της αρρώστιας, τόσο στις κυριολεκτικές όσο και στις μεταφορικές της διαστάσεις. Όπως έχει γράψει η Σούζαν Σόνταγκ: “Καθένας μας γεννιέται κατέχοντας διπλή υπηκοότητα, μία στο βασίλειο των υγιών και μία στο βασίλειο των αρρώστων”».

Μια υποδειγματική αυτοβιογραφία 

«Ξεκίνησε σαν μια προσωπική άσκηση αυτόματης γραφής… και εξελίχθηκε σχεδόν ερήμην μου. Ο αυτοβιογραφούμενος εδώ είναι ο ορισμός του “αναξιόπιστου αφηγητή”: πρόκειται για το παραλήρημα ενός τρελού ή μήπως έχουμε να κάνουμε με τα απομνημονεύματα ενός έλλογου αεροπλάνου; Κάθε αφήγηση του εαυτού μας είναι, τελικά, και μια “υποδειγματική” κατασκευή με γερή δόση επινόησης». 

Εκτροφή κουκκίδας 

«Το 2008 άκουγα το ατμοσφαιρικό “Third” των Portishead όταν σκάρωσα στα γρήγορα ένα ποιηματάκι με έναν τύπο που αγοράζει και εκτρέφει μια κουκκίδα. Αργότερα το ποιηματάκι έγινε διήγημα».

Το αγόρι και ο χαρταετός 

«Το πιο παλιό διήγημα τη συλλογής, το οποίο μάλιστα γράφτηκε και δημοσιεύτηκε αρχικά στα αγγλικά. 2008 επίσης, είμαι στο Λαύριο μαζί με φίλους και προσπαθούμε να πετάξουμε ένα σκισμένο χαρταετό. Προδικασμένο το αποτέλεσμα. Το τραβήξαμε με κάμερα. Στο μυαλό μου όμως το φιλμάκι είχε ήδη μετασχηματιστεί σε τούτο το διήγημα με ήρωα ένα αγόρι που πιστεύει ότι είναι χαρταετός». 

Αυτό που εκκρίνεται 

«Γράφτηκε, όπως και μερικά από τα άλλα διηγήματα, στα πλαίσια του εργαστηρίου δημιουργικής γραφής του Δημήτρη Τανούδη». 

Συμφοροφιλικοί, είστε όντα θαυμάσια 

«Δεν είμαι, φυσικά, ο πρώτος συγγραφέας που θίγει τη συλλογική μας “συμφοροφιλία”, τον εθισμό μας στις εικόνες μαζικής καταστροφής. Το είχε κάνει, πολύ πιο πετυχημένα από εμένα, ο Τζέιμς Μπάλαρντ, με βιβλία όπως το “Crash” και η “Έκθεση ωμοτήτων”».

Τι αγαπάς; Τι μισείς; 

«Το έγραψα για ένα διαγωνισμό, το υπέβαλα, απέτυχε, μια φίλη ποιήτρια εντόπισε εκλεκτικές συγγένειες με την “Ιστορία του ματιού” του Μπατάιγ, και κατέληξε να έχει τον πλέον άχαρο ρόλο: να πρέπει, μέσα στην ησυχία του, να κλείσει ένα εκκωφαντικό βιβλίο. Το κακόμοιρο».  

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ

«Από μικρό κοριτσάκι η Δήμητρα δεν είχε κοιτάξει ποτέ της κανένα αγοράκι όπως είχε κοιτάξει το κτίριο του Ταχυδρομείου. Τετράγωνο, αυστηρό, γρανιτένιο, με απότομες γωνίες, με θεληματικό περβάζι, με καλοσχηματισμένες σταλαμίδες, με επιμελώς ατημέλητο χτένισμα σκεπής σε ζωηρό κόκκινο χρώμα»

[Η γυναίκα που αγαπούσε τα κτίρια]

« “Θέλω τον καρκίνο” μούγκρισε μια μέρα, αντιλαμβανόμενος το δώρο που είχε η αδελφή του, τη θεϊκή σφραγίδα που είχε αποτυπωθεί πάνω της και την είχε χρίσει ιερό πρόσωπο. “Ας προσέχουμε τη Φωτεινή”, “Μη σκοτίζεις τη Φωτεινή”, “Είναι κουρασμένη η Φωτεινή”, «Τι θα φάει η Φωτεινή;”, “Ν’ αγαπάς την αδελφή σου, είναι ξεχωριστή”».

[Καρκινικά ειδύλλια 1: Η καφετιά παγόδα]

«Παράξενο που το ανθρώπινο είδος τόσο γρήγορα ξεχνά τις πολιτισμικές επιταγές όταν συεσπειρώνεται, όταν ο ένας γίνεται πολλοί, όταν το μοναχικό είδωλο στον καθρέπτη ξαφνικά πολλαπλασιάζεται. Μεμιάς ο άνθρωπος γίνεται θηρίο, προσφεύγει στο πρωτογενές υλικό του, στους αρχέγονες εφιάλτες, στα στοιχεία απ’ τα οποία προέρχεται: ζώο, ένστικτο, αγριάδα».

[Σακατεμένη Ωχροχέρα]

«Ο Άκης γυρίζει σπίτι, κλείνεται στο δωμάτιό του και στρώνεται στη δουλειά. Στη σελίδα 37 συναντά μια ολόσωμη φωτογραφία με τη λεζάντα: “Κάντυ, το σέξι κορίτσι από την Ολλανδία”. O Άκης χαζεύει τους αυτοκινητόδρομους του κορμιού της. […] Η εικοσιδυάχρονη Κάντυ απ’ το Άμστερνταμ καταβρέχεται. Μουλιάζει με μια ελαφρά αίσθηση δροσιάς (σαν το νοτισμένο χορτάρι το πρωί), κάθε φορά που ένας θαυμαστής της χύνει πάνω στη σελίδα της. Η σελίδα παραμορφώνεται, κυρτώνει – “κριτσανίζει”, όπως θα έλεγε και η μητέρα του Άκη. Παραμορφώνεται και παίρνει νέες, απρόσμενες στάσεις, όπως ήταν αυτές που ο φωτογράφος παρότρυνε την Κάντυ να πάρει. Άλλα σημεία της ανατομίας της Κάντυ διαστέλλονται και φουσκώνουν, άλλα μαραίνονται και ζαρώνουν, σ’ άλλα δημιουργούνται νέες τρύπες, πρωτόφαντες ερωτογενείς οπές που χάσκουν. Η ιλουστρασιόν Κάντυ σφαδάζει. Οι παραμορφώσεις στη σελίδα απ’ το σπέρμα του Άκη είναι τυχαίες, απρόβλεπτες, δε μεγεθύνονται και δε ζαρώνουν πάντα τα σωστά μέρη του σώματος. Δεν υπερτονίζονται ούτε αποσιωπώνται σε σκιές τα πλέον κατάλληλα. Οι ριπές του σπέρματος είναι αμείλικτες στην τυχαιότητά τους. Το σπέρμα καταβρέχει όπου, όποτε, όσο θέλει. Ο Άκης ντροπιασμένος σκίζει τη μελανιασμένη –αλλά και ασπρισμένη απ’ το σπέρμα του– σελίδα και τη πετάει κρυφά στα σκουπίδια, σ’ έναν κάδο δεκατέσσερα τετράγωνα απ’ ρο σπίτι του».

[Κάντυ]

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ