- CITY GUIDE
- PODCAST
-
11°
Είμαι η Άρτεμις Γρύμπλα
Μιλήσαμε με την ηθοποιό, σκηνοθέτιδα και σεναριογράφο της σειράς «Είμαι η Τζο» και πρωταγωνίστρια στο queer παραμύθι «Δάφνη»
Άρτεμις Γρύμπλα: Συνέντευξη με αφορμή το queer παραμύθι «Δάφνη» στο θέατρο ΕΛΕΡ της οδού Φρυνίχου και τη σειρά «Είμαι η Τζο» στο Ελληνικό Netflix
Το ημερολόγιο γράφει 2025 κι εμείς ακόμα συζητάμε για τη θέση και τον ρόλο της σύγχρονης γυναίκας, το στοίχημα της ισότητας των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων και τα πολυάριθμα, παντός είδους στερεότυπα που επιμένουν να ταλαιπωρούν κάθε παρούσα και επόμενη ελληνική γενιά, με τον αγώνα εναντίον τους να μοιάζει ενίοτε ακόμα στα σπάργανα. Σε αυτή τη συνθήκη μια (ελληνική) τηλεόραση που μιμείται την (ελληνική) ζωή αναζητά απεγνωσμένα τις νέες αφηγήσεις, που θα συλλάβουν το momentum της ελληνικής κοινωνίας, θα βγουν από το κουτί της και θα αναπαραγάγουν τα στερεότυπα με έναν εναλλακτικό τρόπο, που ουσιαστικά θα ισούται με μια προσπάθεια καυτηριασμού ή και θραύσης τους, αν είναι απαραίτητο. Μια τέτοιου είδους ενδιαφέρουσα προσπάθεια είναι και το «Είμαι η Τζο», η τηλεοπτική σειρά, σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Πιλάβιου, που πρωτοείδαμε στο ANT1+, με την Ιωάννα Ασημακοπούλου (στην οποία πιστώνεται και η ιδέα της σειράς) στον πρωταγωνιστικό ρόλο, η οποία τρεντάρει ξανά, αυτή το φορά στο ελληνικό Netflix.
Το ταξίδι μιας 37χρονης γυναίκας στην τρελή κούρσα της Ελλάδας του σήμερα, σε αναζήτηση της προσωπικής της ταυτότητας, σε μια εγχώρια Μπρίτζετ Τζόουνς εκδοχή και οπωσδήποτε έξω από τα στερεοτυπικά κουτιά που μυρίζουν ναφθαλίνη. Για τη σεναριογράφο της σειράς, ηθοποιό και δραματουργό Άρτεμη Γρύμπλα, που «κρατάει» και τον ρόλο της αδελφής της Τζο, Αγγελικής, η ελληνική τηλεόραση οδεύει εξελικτικά προς την πολυπόθητη απελευθέρωση της έμφυλης αφήγησης από τις πεπατημένες δεκαετιών, ωστόσο με αρκετό δρόμο ακόμα μπροστά της. Για την ίδια άλλωστε, ως ένα από τα ενδιαφέροντα, φρέσκα πρόσωπα του ελληνικού θεάτρου, οι νέες αυτές και απαραίτητες αφηγήσεις βρίσκονται στον πυρήνα των καλλιτεχνικών projects με τα οποία καταπιάνεται.
Ένα τέτοιο project απολαμβάνουμε τώρα στη σκηνή του θεάτρου ΕΛΕΡ της οδού Φρυνίχου, με την Άρτεμη Γρύμπλα να συνσκηνοθετεί με τον Κωνσταντίνο Μπιμπή και να συμπρωταγωνιστεί με τη Λίλα Μπακλέση στο queer παραμύθι «Δάφνη», το ολόφρεσκο, σύγχρονο αστικό θρίλερ της Ραφαέλα Μάρκους, που συνδιαλέγεται με τον αρχαιοελληνικό μύθο της Δάφνης και του Απόλλωνα και πραγματεύεται, με χιούμορ και ευαισθησία, τον δύσκολο και μοναχικό δρόμο της αποδοχής του εαυτού μας, έχοντας ήδη αποσπάσει βραβεία και περγαμηνές επιτυχίας από την απαιτητική θεατρική σκηνή της Μεγάλης Βρετανίας.
Γι’ αυτό το νέας γενιάς storytelling, τόσο στο θέατρο όσο και στην τηλεόραση, το case study του «Είμαι η Τζο» και το παραμύθι της «Δάφνης», μιλάει η Άρτεμις Γρύμπλα στην ATHENS VOICE κι εμείς ακούμε με μεγάλο ενδιαφέρον.
Η Άρτεμις Γρύμπλα μιλάει για το Δάφνη, το Είμαι η Τζο, το θέατρο και τη ζωή της
― Θα ήθελες να μοιραστείς πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σου με το θέατρο; Ήταν κάτι που έτυχε, κάτι που ήξερες από πάντα ότι θα κάνεις; Μονόδρομος, επιλογή ή τύχη;
Δεν είμαι σίγουρη για το πώς ακριβώς ξεκίνησε αυτή η αγάπη. Ίσως να είναι το ότι έβλεπα για χρόνια, από πολύ μικρή, παραστάσεις και ταινίες και μετά φορούσα το μακρύ ροζ νυχτικό της γιαγιάς μου κι έπαιζα όλους τους ρόλους. Ίσως το ότι άκουγα, με απόλυτη προσήλωση, τις ιστορίες (αλήθεια ή φαντασία, δεν έμαθα ποτέ) που μου έλεγε ο παππούς μου, γεμάτες κοσμοπολίτικα λιμάνια και περιπέτειες με ναυάγια και κροκόδειλους, ιστορίες που άνοιγαν το ταβάνι του διαμερίσματος στην Καλλιθέα και μας μετέφεραν εκεί, ή που στα παιχνίδια μου κυριαρχούσε η φαντασία, ελλείψει συνομήλικης παρέας. Ίσως το ότι απλώς έψαχνα για χρόνια την προσοχή. Μονόδρομος κι επιλογή οι ιστορίες, λοιπόν. Τύχη; Δεν νομίζω, πιο πολύ γλυκό βάσανο και ατυχία.
― Αυτή την περίοδο σε βλέπουμε στη «Δάφνη», μια παράσταση που μιλάει για την αποδοχή και την ανάγκη να αγαπηθούμε για όσα δεν είναι αυτονόητα. Πιστεύεις ότι η κοινωνία έχει μεγαλύτερη δυσκολία να αποδεχτεί αυτό που είναι αμφίσημο ή αυτό που είναι ριζικά διαφορετικό;
Πιστεύω ότι η κοινωνία συχνά βρίσκει δυσκολία και στα δύο. Ωστόσο, ενώ το ριζικά διαφορετικό προκαλεί μεγαλύτερες ανησυχίες, καθώς ανακινεί θεμελιώδεις αντιλήψεις και προκαταλήψεις που δεν συμβαδίζουν με την καθημερινή εμπειρία των περισσοτέρων, το αμφίσημο έχει την τάση να μας μπερδεύει εντελώς, αφού δεν εξυπηρετεί τον τρόπο θεώρησης του κόσμου που έχουμε φτιάξει ως κοινωνίες, το «εμείς» και οι «άλλοι».
― Η «Δάφνη» χαρακτηρίζεται ως «κουίρ παραμύθι». Το παραμύθι ως φόρμα προϋποθέτει έναν συμβολισμό που μιλάει στο συλλογικό μας υποσυνείδητο. Υπάρχει κάποιος συμβολισμός στη Δάφνη που νιώθεις πως αναπόφευκτα σε ακολουθεί και εκτός σκηνής;
Η Δάφνη μεταμορφώνεται σε δέντρο προκειμένου να ξεφύγει από την πραγματικότητα που τη συνθλίβει, δίνοντας μια μυθική διάσταση σε μια ρεαλιστική ιστορία κακοποίησης, απόρριψης και ρατσισμού, εξυψώνοντάς την στην πραγματικότητα, από μια συγκεκριμένη και προσωπική ιστορία ενός ατόμου, σε μια ιστορία διαχρονική και οικουμενική. Λειτουργεί σαν μια υπενθύμιση πως η κακοποίηση μπορεί να συμβεί σε οποιονδήποτε, οπουδήποτε. Και πάντα ο κακοποιητής, ανεξαρτήτως φύλου, θέσης ή σχέσης με το θύμα, νιώθει ένας πανίσχυρος θεός. Αυτή η αίσθηση της τυχαιότητας που μου αφήνει με ανατριχιάζει.
― Είναι ένα έργο που έχει ήδη κάνει σημαντική πορεία στο εξωτερικό. Πόσο διαφορετικά διαβάζουν το κοινό της Αθήνας και το κοινό του Fringe Festival ή του Soho Theatre το ίδιο θεατρικό κείμενο;
Σίγουρα ο κάθε θεατής, ανεξάρτητα από το αν βρίσκεται στην Αθήνα, την Πάτρα ή τη Θεσσαλονίκη, στο Fringe Festival του Εδιμβούργου ή στο Soho Theatre του Λονδίνου, φέρνει τις δικές του προσλαμβάνουσες και πολιτιστικές αναφορές. Στην Αγγλία, όπου πρωτοπαρουσιάστηκε το έργο, η κοινωνία είναι πολύ πιο ανοιχτή και η νομοθεσία έχει αλλάξει εδώ και χρόνια ώστε να είναι ανοιχτή και προστατευτική με τα άτομα της LGBT+ κοινότητας, χωρίς φυσικά αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν περιστατικά βίας και κακοποίησης. Υπάρχει και πολύ καλύτερη παιδεία σε σχέση με τη διαχείριση αυτών των περιστατικών βέβαια – δομές και μηχανισμοί στήριξης. Θέματα όμως όπως αυτό της Δάφνης, και στο κομμάτι της σεξουαλικότητας αλλά και στο κομμάτι της κακοποίησης, συζητούνται ανοιχτά, άρα το κοινό έχει μια μεγαλύτερη εξοικείωση.
Εδώ κάποιες φορές μετά την παράσταση ακούμε: «Έλα μωρέ κι αυτή η Δάφνη, μήπως ήταν λίγο υπερβολική; Γιατί δεν έφευγε πιο νωρίς;», ακόμα κι από γυναίκες. Αυτό υποδηλώνει μια προσπάθεια να καθησυχάσουν τους εαυτούς τους, πιστεύοντας ότι δεν θα βρεθούν ποτέ σε τέτοιες καταστάσεις, επειδή δεν θεωρούν τους εαυτούς τους παρόμοιους με τη Δάφνη. Γιατί έχουμε μεγαλώσει σε μια κοινωνία που για χρόνια κατηγορούσε τα θύματα. Και τώρα αυτό έχει σταματήσει, αλλά μόνο σε θεωρητικό επίπεδο. Νομίζω ότι θα μας πάρει καιρό να απαλλαγούμε από όλον αυτόν τον εσωτερικευμένο μισογυνισμό. Σας θυμίζω πως, λίγες μέρες πριν, ένα θύμα βιασμού, που κατήγγειλε τον πατέρα της ότι τη βίαζε συστηματικά από 11 χρονών, αποκάλυψε ότι στο αστυνομικό τμήμα δέχτηκε την ερώτηση «τι φορούσες;», για να απαντήσει «Ήμουν 11 χρονών, φορούσα τις πιτζάμες μου».
― Σκηνοθετείς και πρωταγωνιστείς. Όταν βρίσκεσαι στη σκηνή, παραμένεις σε διάλογο με τη σκηνοθετική σου ματιά ή αφήνεσαι εντελώς στη στιγμή του ρόλου;
Στην πραγματικότητα, είναι η πρώτη φορά που το κάνω ταυτοχρόνως. Την πρώτη πρώτη φορά, σε μια παράσταση για το Φεστιβάλ Αθηνών στην Ιχθυόσκαλα Κερατσινίου, δεν τη μετράω, γιατί το υποκριτικό κομμάτι ήταν περιορισμένο στην αρχή της δράσης κι έτσι δεν κατάφερνα να βγω απ’ τη σκοπιά της σκηνοθεσίας ποτέ. Τώρα στη «Δάφνη», όταν είμαι στη σκηνή, αφήνομαι εντελώς στη στιγμή του ρόλου και στη συμπαίκτριά μου. Δεν ξέρω πώς κατάφερα να το κάνω αυτό – κανονικά είμαι freak. Νομίζω από εμπιστοσύνη στη Λίλα Μπακλέση και τον Κωνσταντίνο Μπιμπή, που δουλέψαμε παρέα.
― Υπάρχει όμως και η τηλεόραση και φέτος συναντάμε το όνομά σου στις οθόνες του ελληνικού Netflix, στα credits της πολύ δημοφιλούς σειράς «Είμαι η Τζο». Θες να μας μιλήσεις για αυτή τη δουλειά και τη συνεργασία με τον Κωνσταντίνο Πιλάβιο και την Ιωάννα Ασημακοπούλου;
Η «Τζο» ήταν μια μοναδική εμπειρία και είμαι πραγματικά ευτυχής που αυτή η ιστορία αγαπιέται απ’ τον κόσμο τώρα στο Netflix. Με την Ιωάννα, τον Κωνσταντίνο και τον Παναγιώτη Χριστόπουλο χτίσαμε τον κόσμο της Τζο κάπου ανάμεσα στην κωμωδία και το δράμα, με στόχο να μιλήσουμε για όσα συζητάμε στις παρέες για τις γυναίκες, για τις σχέσεις, για τις κοινωνικές και ατομικές προσδοκίες και τις δυσκολίες να τις διαχωρίσει ο καθένας μας, να βρει πού είναι ο εαυτός και πού η κοινωνική κατασκευή. Στο γύρισμα με τον Κωνσταντίνο και την υπόλοιπη δημιουργική ομάδα, οι συνθήκες ήταν ιδανικές, δεν θύμιζαν και πολύ γύρισμα ελληνικής σειράς. Η ευγένεια, η ευαισθησία, η αφοσίωση και το ήθος όλων των συνεργατών για την πραγματοποίηση της «Τζο» ήταν συγκινητικά.
― Πολλές φορές οι χαρακτήρες γίνονται φορείς μιας ευρύτερης κοινωνικής πραγματικότητας. Η Τζο είναι ένας άνθρωπος ή ένα σύμπτωμα της εποχής της;
Νομίζω πως η Τζο είναι ολόκληρη η ελληνική κοινωνία αυτή τη στιγμή. Βρίσκεται ανάμεσα σε έναν κόσμο όπου απ’ τη μία υπάρχει ο σύγχρονος φεμινισμός και η πρόοδος κι από την άλλη τα βαθιά ριζωμένα πατριαρχικά κατάλοιπα, από τα οποία η ελληνική κοινωνία είναι γεμάτη. Μέσα σε όλο αυτό, η Τζο ψάχνει την καλύτερη εκδοχή του εαυτού της. Είναι ακριβώς ανάμεσα στο πριν και στο μετά, όπως ολόκληρη η γενιά των Millenials. Προσπαθεί να ισορροπήσει και να βρει τι απ’ όλα τελικά είναι εκείνη και τι θα την κάνει ευτυχισμένη. Η Τζο είναι πέρα για πέρα ανθρώπινη και ατελής, αλλά είναι φυσικά και ένα σύμπτωμα της εποχής της. Αναπαριστά τις προκλήσεις και τις αλλαγές που βίωσε η κοινωνία μας, προσφέροντας μια βαθιά ματιά στις μεταβαλλόμενες αντιλήψεις και τάσεις.
― Και η σειρά έχει σαφώς έμφυλες κοινωνικοπολιτικές προεκτάσεις. Πιστεύεις ότι το queer και το φεμινιστικό storytelling στην Ελλάδα βρίσκονται σε μια νέα εποχή ή ακόμα διστάζει να βγει από τις «αυτονόητες» θεματικές του; Πόσο εύκολο είναι να κάνεις κωμωδία, ένα είδος που πατάει πολλές φορές στην υπερβολή και στις στερεοτυπικές εικόνες, μιλώντας ουσιαστικά για τη θέση και τα δικαιώματα της σύγχρονης γυναίκας, θέλοντας να κάνεις ένα αποτελεσματικό σχόλιο;
Το queer και το φεμινιστικό storytelling στην Ελλάδα φαίνεται να βρίσκονται σε μια εξελικτική φάση. Ενώ υπάρχουν ακόμα δυσκολίες στην πλήρη απελευθέρωση από τις παραδοσιακές θεματικές, παρατηρούμε μια εντεινόμενη προσπάθεια να εξερευνηθούν πιο πρωτότυπα και τολμηρά θέματα. Νομίζω πως οι «Σέρρες» του Καπουτζίδη ήταν η πρώτη σειρά ελληνικής μυθοπλασίας που ένας γκέι χαρακτήρας ήταν πρωταγωνιστής και όχι ο φίλος, αδερφός, κολλητός του πρωταγωνιστή. Έκανε τεράστια επιτυχία, χάρη στο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα αλλά και στο έργο του Καπουτζίδη γενικά. Το «Είμαι η Τζο» είναι απ’ τις πρώτες σειρές που καταπιάνονται τόσο ανοιχτά με φεμινιστική θεματολογία. Δεν νομίζω πως είναι τυχαίο το γεγονός ότι και οι δύο σειρές δημιουργήθηκαν για πλατφόρμα, απαλλαγμένες δηλαδή, με έναν τρόπο, από την υποχρέωση της «τηλεθέασης» όπως μετριέται παραδοσιακά και μετά σχολιάζεται από τις μεσημεριανές εκπομπές. Δεν πιστεύω ότι θα έδιναν σε τέτοιες σειρές θέση στην prime time ζώνη, από φόβο. Ο κόσμος όμως έδειξε ότι τις αγάπησε και ότι μάλλον τις χρειαζόταν. Όσο για την κωμωδία, είναι πράγματι αληθινή πρόκληση να χρησιμοποιηθεί ως μέσο για σοβαρό σχολιασμό, χωρίς να πέσει στην παγίδα των υπερβολικών ή στερεοτυπικών αναπαραστάσεων. Είναι δύσκολο αλλά όχι ακατόρθωτο: απαιτεί προσεκτική ισορροπία και κατανόηση των ζητημάτων, ώστε να μπορεί να γεφυρώσει το κενό μεταξύ γέλιου και ουσιαστικού κοινωνικού διαλόγου προσφέροντας ταυτόχρονα κριτική ματιά, ας πούμε, στη θέση και στα δικαιώματα της σύγχρονης γυναίκας. Χρειάζεται να μιλάς ειλικρινά, με κατανόηση και ενσυναίσθηση.
― Η ανάπτυξη του streaming και της αγοράς των τηλεοπτικών σειρών αποδεικνύει συνεχώς τη σημασία του σεναρίου στην τηλεοπτική αφήγηση. Τι ήταν αυτό που σε γοήτευσε περισσότερο στη διαδικασία της γραφής της σειράς, ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετώπισες και πώς την ξεπέρασες;
Με γοήτευσε η δυνατότητα να αφηγηθώ ιστορίες που συνδυάζουν χιούμορ και βάθος, σύγχρονες και πέρα για πέρα αληθινές σε σχέση με το γυναικείο βίωμα. Η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν να βρεθεί η ισορροπία μεταξύ της κωμωδίας και του θυμού που προκαλούν όλες αυτές οι καταστάσεις τις οποίες εξερευνήσαμε, αλλά και να φτιαχτεί ένας κόσμος που είναι αληθινός. Συζητούσαμε πολύ για καταστάσεις που μας έμοιαζαν υπερβολικές ή στερεοτυπικές, και μετά κάποιος έλεγε: «Μα το έχω ζήσει» ή «Μα ήμουν μπροστά, το έζησε η φίλη μου ακριβώς έτσι». Και τότε καταλαβαίναμε πως πράγματα που εμείς, λόγω του κύκλου μας, μπορεί να θεωρούμε ξεπερασμένα, δεν είναι καθόλου, είναι αληθινά και ελληνικά.
― Μέχρι πρόσφατα υπήρχε αυτό το άτυπο ασυμβίβαστο μεταξύ τηλεόρασης και θεάτρου για τους Έλληνες ηθοποιούς, που τα τελευταία χρόνια έχει αρθεί. Πού πιστεύεις ότι οφειλόταν αυτός ο ακήρυχτος πόλεμος και πώς βλέπεις τις καινούργιες προσμείξεις που φέρνουν οι νέες συνθήκες.
Ήταν σαν να είναι ένα κατάλοιπο μιας πολύ παλιάς φιλοσοφίας διαχωρισμού ανάμεσα σε «ποιοτικό» και «ελαφρύ» ή «εμπορικό». Μας το καλλιεργούσαν απ’ τις σχολές ακόμα, λες κι ήταν αμαρτία. Τι να πω, μάλλον είμαστε εθισμένοι στον διχασμό, κι όπου δεν υπάρχει, πρέπει να τον εφεύρουμε. Τελείωσε αυτό όταν οι οικονομικές συνθήκες του θεάτρου εξαθλιώθηκαν εντελώς και πολλοί «θεατρικοί» ηθοποιοί βρήκαν στέγη σε σειρές. Ο κόσμος τούς αγάπησε γιατί προσέφεραν πολύ καλές ερμηνείες, και οι παραγωγοί επίσης, γιατί στις πρώτες εμφανίσεις έπαιρναν πολύ λιγότερα χρήματα από τους «τηλεοπτικούς». Τώρα ο διαχωρισμός δεν υπάρχει, όλοι εύχονται για μια καλή δουλειά στην τηλεόραση, που θα τους φέρει αναγνωρισιμότητα και άρα περισσότερες θεατρικές δουλειές, «εμπορικές» και μη.
― Έχεις περάσει από διαφορετικά αφηγηματικά μέσα – το θέατρο, την τηλεόραση, τον κινηματογράφο. Σε ποιο από αυτά έχεις νιώσει μεγαλύτερη αίσθηση ελευθερίας και γιατί;
Η αίσθηση ελευθερίας έρχεται από τη συνθήκη, όχι από το μέσο. Για μένα τουλάχιστον. Νιώθω ελεύθερη και δημιουργική σε υγιείς και δημιουργικές συνεργασίες, με ανθρώπους που εκτιμώ, θαυμάζω και αγαπώ να συζητώ, να συνδημιουργώ και να συνυπάρχω γύρω από ένα τραπέζι, ένα γύρισμα, σε μια πρόβα ή επί σκηνής. Νιώθω ελεύθερη, δυνατή και δημιουργική χάρη στους συνεργάτες μου.
―Υπάρχει μια φράση, ένα έργο ή μια εμπειρία που έχει λειτουργήσει σαν προσωπική σου πυξίδα σε ό,τι δημιουργείς; Ποιο είναι το ποιο μεγάλο δημιουργικό σου όνειρο αυτή τη στιγμή;
Υπάρχει μια φράση του Λειβαδίτη που κρατάω σαν φυλαχτό: «Η ποίηση είναι σα ν’ ανεβαίνεις μια φανταστική σκάλα για να κόψεις ένα ρόδο αληθινό» – και όπου ποίηση, βάλτε όλες τις τέχνες. Εγώ μέσα απ' αυτό κρατάω το ρόδο το αληθινό. Ψάχνω την αλήθεια σ’ όποιο ψέμα κι αν φτιάχνω. Βάζω ένα κομμάτι από μένα και προσπαθώ να προχωρώ. Γι’ αυτό και μου κοστίζουν τόσο προσωπικά όλα τα πρότζεκτ (τι να κάνω; θα μεγαλώσω κάποια στιγμή). Ονειρεύομαι να μπορώ να συνεχίσω να δημιουργώ ανάμεσα σε ανθρώπους που θαυμάζω, που μου δίνουν τη δυνατότητα να εξελίσσομαι και να μαθαίνω. Να μπορούν οι δουλειές μας να ταξιδεύουν και εκτός συνόρων. Να φτιάχνουμε πρότζεκτ που θα έχουν τη δύναμη, μέσα απ’ το χιούμορ και την ευαισθησία, να εμπνέουν ουσιαστικές κοινωνικές αλλαγές.
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Η καλλιτέχνιδα μιλά για τα έργα «Καρυοθραύστης» και το «Ο Μίκυ και η παρέα του σώζουν τα Χριστούγεννα» στο Θεάτρο Αυλαία στον Πειραιά
Αποκαλύψεις και μυστικά σε μια πολυκατοικία
Μιλήσαμε με τους δύο πρωταγωνιστές της παιδικής παράστασης «In motion» στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά
Μια συζήτηση για το έργο «Ολική Άμεση Συλλογική Επικείμενη Επίγεια Σωτηρία», τις υπαρξιακές και κοινωνικές αφετηρίες που τροφοδοτούν το καλλιτεχνικό του όραμα, το θέατρο και την κοινωνία
Μιλήσαμε με τον στοχαστή της σύγχρονης σκηνής, με αφορμή την παράσταση «Ολική Άμεση Συλλογική Επικείμενη Επίγεια Σωτηρία» στο Θέατρο ΦΙΑΤ
Στιγμές από την πορεία της μεγάλης ντίβας που έμειναν ανεξίτηλες στον χρόνο
Είδαμε την παράσταση στο Hood Art Space και μιλήσαμε με τους συντελεστές για την επαφή μας με το χαμένο συναίσθημα
Εκατό χιλιάδες ευρώ τώρα ή ένα εκατομμύριο σε δέκα χρόνια; Εσύ τι θα επέλεγες; Πόσο κοστίζουν οι αρχές μας; Μπορεί μια απλή ερώτηση να διαλύσει μια σχέση;
Είδαμε την πρεμιέρα της παράστασης «Τα άνθη του κακού» στον Κάτω Χώρο του Θεάτρου του Νέου Κόσμου και μιλήσαμε στον συγγραφέα και σκηνοθέτη του έργου
Ζωντανός διάλογος στις 7 Δεκεμβρίου με τίτλο «Θέατρο Σήμερα» - Οι ώρες και οι ημέρες της παράστασης «Μνήμη | Λήθη»
Ένα έργο λόγου και εσωτερικής έντασης, μια υπαρξιακή μονομαχία για το τι αξίζει να κρατήσει έναν άνθρωπο στη ζωή
Η μεγάλη παραγωγή κάνει πρεμιέρα στις 18 Δεκεμβρίου
Οι παρουσιάσεις θα πραγματοποιηθούν από τις 15 Απριλίου έως τις 31 Μαΐου 2026
Μία πτήση. Μία έκρηξη. Μία δίκη. Οι θεατές στον ρόλο των ενόρκων.
Το αλληγορικό παραμύθι του βραβευμένου Γιάννη Ξανθούλη είναι ένας ύμνος για την αγάπη, την ισότητα, την ελευθερία, τη διαφορετικότητα και τον σεβασμό στο περιβάλλον.
Ένα αναλόγιο-μαραθώνιος για τα δικαστικά έξοδα επιζωσών έμφυλης βίας
Η νέα σατιρική κωμωδία των Θανάση Παπαθανασίου και Μιχάλη Ρέππα για την παράνοια της καθημερινότητας
Η Νικολέτα Βλαβιανού ερμηνεύει δυο μονολόγους επί σκηνής, το «Μια γυναίκα μόνη» του Ντάριο Φο και το «Η Μαμά-Φρικιό» της Φράνκα Ράμε
Μια παραβολή για τα γηρατειά, μια κωμωδία που εγείρει μια ολόκληρη σειρά προβληματισμών για τη συχνά σκληρή μοίρα των ηλικιωμένων στην κοινωνία μας
Μια μουσική κωμωδία για τα «κακώς κείμενα» του ελληνικού θεάτρου
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.