More in Culture

Τι μας διδάσκουν τα επιτραπέζια παιχνίδια και γιατί έχουν γίνει και πάλι δημοφιλή;

Ποιος είναι ο ρόλος της τύχης και πώς το παιχνίδι γίνεται εργαλείο μάθησης;

eleni_helioti_1.jpg
Ελένη Χελιώτη
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Τι μας διδάσκουν τα επιτραπέζια παιχνίδια και γιατί έχουν γίνει και πάλι δημοφιλή;
© Aedrian Salazar / Unsplash

Επιτραπέζια Παιχνίδια: Τι μας διδάσκουν και γιατί έχουν γίνει και πάλι δημοφιλή; Μια ιστορική αναδρομή

Νομίζω πως οι περισσότεροι από εμάς έχουμε παιδικές αναμνήσεις με επιτραπέζια παιχνίδια. Εγώ συγκεκριμένα θυμάμαι να είμαι 6-7 χρονών και να παίζουμε με τους γονείς μου και την αδερφή μου ένα παιχνίδι γνώσεων (σαν το Trivial Pursuit) που λεγόταν «Ποιος, Που, Πότε, Γιατί» στα τέλη της δεκαετίας του 1980. Θυμάμαι επίσης να κερδίζω μια φορά, κάτι το οποίο κατάλαβα χρόνια μετά ότι ήταν αδύνατο, αλλά να μην με ενοχλεί στο ελάχιστο, γιατί είχε υπάρξει μια τόσο ωραία ανάμνηση.

Και αν ο εγκέφαλός μου δεν με προδίδει με ψευδείς αναμνήσεις ― κάτι το οποίο μπορώ να επιβεβαιώσω με τους γονείς μου αλλά ίσως να μην θέλω ― παίξαμε εκείνη την νικητήρια για μένα παρτίδα στο δωμάτιο των γονιών μου στο σπίτι μας στην Ιταλία, το οποίο είχε ένα μικρό επιπλέον χώρο για ένα τραπεζάκι.

Πριν λίγες μέρες, είχα πάει στο σπίτι της μικρής μου αδερφής ― εκείνη δεν ήταν στην Ιταλία γιατί δεν είχε γεννηθεί ακόμα ― και έπαιξα Scrabble μαζί της και με τον γαμπρό μου: δύο παρτίδες στα αγγλικά και μία στα ελληνικά. Η αλλαγή από τη μία γλώσσα στην άλλη ήταν αστεία και ενδιαφέρουσα, αλλά ακόμα περισσότερο ενδιαφέρον είχε να βλέπω πως ένας άνθρωπος τον οποίον γνωρίζω σχετικά καλά (τον γαμπρό μου), και ένας τον οποίο κρατούσα στα χέρια μου ώρες αφού γεννήθηκε, διαχειρίζονται τη δυναμική ενός παιχνιδιού.

Τι εννοώ; Ποιος δεν έχει τσακωθεί τουλάχιστον μια φορά κατά τη διάρκεια ενός παιχνιδιού; Είτε γιατί κάποιος κλέβει, ή είναι υπέρμετρα ανταγωνιστικός, ή αντιθέτως «καλούλης» και δεν φαίνεται να παίρνει το παιχνίδι σοβαρά, ή γιατί υπερηφανεύεται υπερβολικά όταν κερδίζει και γκρινιάζει ασύλληπτα όταν χάνει; Είναι πολλές οι πλευρές της προσωπικότητάς μας που αναδύονται όταν παίζουμε. Αυτό όμως, όπως προφανώς και το στοιχείο της διασκέδασης που κερδίζουμε, δεν φαίνεται να είναι τα μόνα οφέλη των επιτραπέζιων παιχνιδιών.

Τα επιτραπέζια παιχνίδια, των οποίων οι ρίζες βρίσκονται στις απαρχές του ανθρώπινου πολιτισμού, έχουν κάνει ένα μεγάλο comeback τα τελευταία χρόνια. Και ενώ είναι δημοφιλή εδώ και αιώνες, αυτά που δημιουργήθηκαν τον 20ο αιώνα - όπως το Risk, το Trivial Pursuit και το Monopoly - είναι τα πιο γνωστά.

Τι είναι όμως αυτό που κάνει ένα επιτραπέζιο παιχνίδι σύγχρονο; Η απάντηση βρίσκεται στην Ευρώπη, συγκεκριμένα στη Γερμανία, από όπου τα Eurogames ή επιτραπέζια παιχνίδια «ευρωπαϊκού στιλ» προήλθαν στα τέλη του 20ού αιώνα, και το παιχνίδι «Οι Άποικοι του Κατάν» (The Settlers of Catan) του 1995 ήταν η πρώτη μεγάλη επιτυχία αυτού του είδους.

Σε αντίθεση με παλαιότερα παιχνίδια, τα οποία συνήθως είχαν έναν μοναδικό στόχο, οι παίκτες κερδίζουν παιχνίδια ευρωπαϊκού στιλ συνδυάζοντας διάφορους μηχανισμούς και δεν αποκλείονται από το παιχνίδι, ούτε έχουν μηδενικές πιθανότητες να κερδίσουν. Τα Eurogames τείνουν επίσης να ελαχιστοποιούν ή να εξαλείφουν το στοιχείο της τύχης, καθότι ο ο παίκτης που παίρνει τις καλύτερες αποφάσεις είναι ο νικητής, και όχι αυτός που είναι ο πιο τυχερός.

Ο φιλόσοφος Γιόχαν Χουιζίνγκα (Johan Huizinga) στο βιβλίο του «Homo ludens» εξηγεί ότι παιχνίδια ξεπερνούν κατά πολύ την απλή ψυχαγωγία και αγγίζουν ένα πολύ σημαντικό μέρος του εγκεφάλου μας. Σύμφωνα με τον Χουιζίνγκα, το ενδιαφέρον για το παιχνίδι είναι αυτό που ορίζει την ανθρώπινη ύπαρξη ―κάθε πολιτισμός πηγάζει από αυτό το ενδιαφέρον, και αυτό έρχεται να συνδυαστεί με το γεγονός ότι η μάθηση είναι θεμελιώδης για το ανθρώπινο είδος και ο πιο αποτελεσματικός τρόπος μάθησης είναι μέσω του παιχνιδιού.

Τι μας διδάσκουν τα επιτραπέζια παιχνίδια και γιατί έχουν γίνει και πάλι δημοφιλή;
© Karthik Balakrishnan / Unsplash

Κάθε παιχνίδι μπορεί να θεωρηθεί ένα πιθανό εργαλείο μάθησης, καθώς για να κερδίσουμε ένα παιχνίδι πρέπει πρώτα να μάθουμε τους μηχανισμούς που διέπουν αυτό το παιχνίδι και τους στόχους που πρέπει να επιτύχουμε για να κερδίσουμε και στη συνέχεια να εφαρμόσουμε αυτή τη γνώση για να διαμορφώσουμε τις αποφάσεις και τη στρατηγική μας.

Το Monopoly που γνωρίζουμε σήμερα εκδόθηκε από τους Parker Brothers τη δεκαετία του 1930 και ήταν έντονα εμπνευσμένο από το "The Landlord’s Game", ένα επιτραπέζιο παιχνίδι που σχεδιάστηκε από τη φεμινίστρια συγγραφέα Ελίζαμπεθ Μάγκι στις αρχές του 20ού αιώνα. Η πρόθεσή της ήταν κυρίως εκπαιδευτική, και το παιχνίδι ήταν ένα εργαλείο για την κατανόηση των σοβαρών προβλημάτων που προκαλούνται από τη συγκέντρωση περιουσίας σε λίγους ανθρώπους, η οποία απαιτούσε κρατική παρέμβαση για τη ρύθμιση της αγοράς ακινήτων. Στο παιχνίδι Monopoly, ωστόσο, το οποίο ψυχαγωγεί ανθρώπους όλων των ηλικιών εδώ και δεκαετίες, οι παίκτες προσπαθούν να πλουτίσουν αγοράζοντας ακίνητα με κερδοσκοπικό τρόπο, και είναι περισσότερο η τύχη, παρά η δεξιότητα στα οικονομικά, που καθορίζει τον νικητή.

Στο Κατάν η σημασία της γεωγραφίας είναι καίρια, καθώς οι αρχικές θέσεις καθορίζουν ποιοι πόροι θα είναι άφθονοι και ποιοι παίκτες θα έχουν άμεση πρόσβαση σε αυτούς. Δεδομένου ότι κανείς δεν ελέγχει όλους τους πόρους, δημιουργείται μια ελεύθερη αγορά όπου οι παίκτες μπορούν να αγοράσουν τους πόρους που τους λείπουν. Η διαθεσιμότητα των πόρων κυμαίνεται με βάση την προσφορά (που ελέγχεται από τη γεωγραφία και την τύχη) και τη ζήτηση (τις ανάγκες των παικτών).

Όπως κάθε πολιτιστικό προϊόν, παιχνίδια όπως το Monopoly και Οι Άποικοι του Κατάν αντικατοπτρίζουν την κοινωνία που τα γέννησε, και το καθένα, με τον δικό του τρόπο, μας διδάσκει ποιες στρατηγικές οδηγούν στην επιτυχία, τουλάχιστον εντός των ορίων του παιχνιδιού. Ενώ, όμως, τα παιχνίδια μπορούν να είναι διασκεδαστικά, υπάρχει επίσης το ερώτημα αν το να τα παίζουμε μπορεί πραγματικά να μας βοηθήσει να ξεπεράσουμε τις προκλήσεις του πραγματικού κόσμου, όπως η κερδοσκοπία σε ακίνητα, η κοινωνική ανισότητα και η κλιματική κρίση.

Προφανώς η απάντηση σε αυτό το ερώτημα δεν είναι απλή, καθώς τα παιχνίδια έχουν τη δύναμη να μεταμορφώνουν την άποψή μας για τον κόσμο, αλλά δεν έχουν τη δύναμη να διδάσκουν πάντα χρήσιμα ή έγκυρα πράγματα. Για να είναι τα παιχνίδια χρήσιμα εργαλεία μάθησης, χρειαζόμαστε, πάνω απ' όλα, την κριτική ικανότητα να μπορέσουμε να μεταφέρουμε την εμπειρία του παιχνιδιού σε βιώσιμες λύσεις στον πραγματικό κόσμο.

Τα οφέλη όμως της διάθεσης για παιχνίδι μπορούν να αξιοποιηθούν τόσο στην παιδική ηλικία όσο και στην ενήλικη ζωή, και με τον ίδιο τρόπο που μπορεί κανείς να συμμετέχει σε διαλογισμό ή άσκηση, η συμμετοχή και η διάθεση για παιχνίδι θα πρέπει να θεωρείται ως μια δεξιότητα που μπορεί να αναπτυχθεί, να αξιοποιηθεί και να χρησιμοποιηθεί για την ευσυνειδησία και την ενσυναίσθηση.

Ενώ οι άνθρωποι που δεν ασχολούνται με παιχνίδια ― με την ευρύτερη έννοια ― δυσκολεύονται στον ελεύθερο χρόνο τους να χαλαρώσουν και συχνά αισθάνονται βαριεστημένοι όταν το μυαλό τους δεν είναι απασχολημένο, όσοι είναι πιο «παιχνιδιάρικοι» είναι πιο ανοιχτοί σε νέες ευκαιρίες και εμπειρίες, και στο να δοκιμάσουν μια ευρύτερη ποικιλία δραστηριοτήτων.

Στο τέλος της ημέρας, ωστόσο, είτε παίζουμε για να γεμίσουμε τον χρόνο μας, είτε το κάνουμε για να περάσουμε καλά με την οικογένεια ή τους φίλους μας, το ότι κάτι θα διδαχτούμε ―για τον κόσμο ή για τους συμπαίκτες μας―, συνήθως εν αγνοία μας ή ασυνείδητα, είναι το μόνο σίγουρο, και, χωρίς αυτό να πρέπει επ’ ουδενί να γίνει αυτοσκοπός, έχει μεγάλη αξία από μόνο του.

* Με στοιχεία από The Conversation

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.

// EMPTY