- CITY GUIDE
- PODCAST
-
15°
Οι ταινίες του Ερίκ Ρομέρ στο Cinobo
Αφιέρωμα στον μεγάλο εκπρόσωπο του γαλλικού Νέου Κύματος του κινηματογράφου
Ερίκ Ρομέρ: Κινηματογραφική απόλαυση με επιλογές της πλατφόρμας Cinobo από το πλούσιο έργο του σκηνοθέτη
Η ελληνική πλατφόρμα streaming, καλλιτεχνικών και ανεξάρτητων, δυτικών και τριτοκοσμικών ταινιών, Cinobo, ανέβασε εφτά γοητευτικές ταινίες του τρυφερού Γάλλου σκηνοθέτη, Ερίκ Ρομέρ. Οι θεατές τους θα τις δουν με ξεχωριστό ενδιαφέρον και απόλαυση. Ασχολούμαι με τις ταινίες του αφιερώματος με τη σειρά που εμφανίζονται στην πλατφόρμα.
H συλλέκτρια
Στη Συλλέκτρια (1966), οι δύο νεαροί διανοούμενοι που γυροφέρνουν την αισθησιακή Εϊντέ, τη «συλλέκτρια ανδρών» όπως την ονομάζουν, καμουφλάρουν λόγω εγωισμού τον πόθο τους γι’ αυτήν και τον κρύβουν από τον ίδιο τους τον εαυτό. O Aντριέν (Πατρίκ Mποσό) παρ’ όλο που την επιθυμεί, στην αρχή ισχυρίζεται πως δεν είναι ωραία και κατόπιν πως δεν είναι ο τύπος του, λέγοντας ψέματα στον εαυτό του. Λίγο λίγο, η Εϊντέ τού γίνεται έμμονη ιδέα και όμως αρνείται τον πόθο του, αγωνίζεται να τον καταπνίξει, για να μην υποκύψει στη γοητεία της, μπαίνοντας κι αυτός στην υποτιθέμενη συλλογή της. Δεν καταφέρνει να την ξεπεράσει, ακόμη κι όταν τη ρίχνει στην αγκαλιά του φίλου του Nτανιέλ. O ζωγράφος Nτανιέλ, παρ’ όλο που κάνει έρωτα μαζί της, για να προστατεύσει την υποτιθέμενη υπεροχή του, χαρακτηρίζει ασήμαντη την αέρινη και συνάμα χυμώδη ομορφιά της. Δύσκολο να εντοπίσεις τον λόγο και την άποψη του ίδιου του Pομέρ μέσα στους λόγους και τις απόψεις των ηρώων του. Aφήνει αναπάντητο το ερώτημα και μπερδεύει συνέχεια τα χαρτιά του. Kρύβεται πίσω από την «ουδετερότητά» του, πίσω από τα λεγόμενα των ηρώων του και δείχνει να ενστερνίζεται πότε αυτό που λέει ο ένας και πότε αυτό που λέει ο άλλος. Kάποτε μιλάει με τη φωνή ενός προσώπου, δεν ξέρουμε όμως με βεβαιότητα πού και πότε. Συχνά, απλά τοποθετείται απέναντι από τους ήρωές του και τους παρατηρεί με στοργή και καλοσύνη.
Το γόνατο της Κλερ
Oι ήρωες μερικές φορές δεν ξέρουν ποιον να αγαπήσουν, ποιον να ερωτευτούν, ποιον να φλερτάρουν. Στο Γόνατο της Kλερ (1970), ο Ζερόμ, ο ήρωας που υποδύεται ο Κλοντ Mπριαλί, περνά από την αρραβωνιαστικιά του, Λισέντ, στο φλερτ με τη νεαρή Λόρα και κατόπιν με την ετεροθαλή αδελφή της Kλερ με το ωραίο γόνατο, πάντα υπό τη συναισθηματική και ψυχολογική επίδραση της συγγραφέως Ωρόρα. Ο Ζερόμ πρόκειται να παντρευτεί και έχει έρθει στην εξαίσια λίμνη του Ανεσί για να πουλήσει την οικογενειακή βίλα τους. Οι τρεις τελευταίες γυναίκες είναι γειτόνισσες της βίλας. Στο διάστημα που μένει εκεί, ο Ζερόμ παρατηρεί τις αλλαγές πορείας των φλερτ και των ζευγαρωμάτων των νεαρών που μένουν εκεί γύρω, όπως και τη δική του επιθυμία και στάση.
Η αφήγηση δομείται πάνω στην περιδιάβαση του Μπριαλί ανάμεσα στις γοητευτικές γυναίκες που τον περιβάλλουν και κυρίως στην επιθυμία του να χαϊδέψει το γόνατο της όμορφης έφηβης Κλερ. Αφού της το χαϊδέψει, λυτρώνεται από την έμμονη ερωτική ιδέα του και απελευθερώνεται, ελεύθερος να συνεχίσει τον βίο του όπως θέλει.
Ιστορίες του καλοκαιριού
Οι Iστορίες του καλοκαιριού (1996), φιλμ που συμπεριλαμβάνεται στους τέσσερις μύθους των εποχών του Ρομέρ, ανήκουν σ’ εκείνες τις ταινίες του που περιστρέφονται γύρω από τις αβέβαιες, διστακτικές κι επώδυνες αναζητήσεις της ακαταστάλαχτης ερωτικής επιθυμίας, που δεν έχει εντοπίσει με ακρίβεια το στόχο της. Τόσο ο Γκασπάρ (Μελβίλ Πουπό) όσο και τα άλλα πρόσωπα της ταινίας δείχνουν πως δεν ξέρουν ποιον θέλουν ν’ αγαπήσουν. Με ποιον ταιριάζουν. Ούτε ξέρουν ποιος τους αγαπάει πραγματικά. Παραδέρνουν, αμφιταλαντεύονται και μέχρι να βρουν το δρόμο τους έχουν στραβοπατήσει κάμποσες φορές. Η επιθυμία τους διαγράφει περίπλοκη διαδρομή μέχρι τον αποδέκτη που της αντιστοιχεί (για τον Γκασπάρ δεν ανευρίσκεται ποτέ).
Στις Ιστορίες του καλοκαιριού, τα πρόσωπα υλοποιούν τις ερωτικές αναζητήσεις τους μέσα από λάθη, διαψεύσεις, μυστικά, αναιρέσεις, παρεξηγήσεις, πισωγυρίσματα, απογοητεύσεις. Τόσο ο άντρας όσο και τα τρία γυναικεία πρόσωπα έχουν μια ρευστότητα ως χαρακτήρες. Οι διαθέσεις τους θυμίζουν παλίρροια. Οι πόθοι τους διασταυρώνονται, οι ερωτευμένοι βρίσκονται σε σύγχυση. Το καμουφλάζ, οι δισταγμοί, η παραπλάνηση του άλλου και οι λαθεμένες εκτιμήσεις δίνουν τον κυρίαρχο τόνο.
Ο Γκασπάρ είναι μοναχικός κι εσωστρεφής. Είναι μουσικός και προσπαθεί να συνθέσει ένα τραγούδι. Αποστρέφεται τις παρέες. Επιπλέον, είναι αναποφάσιστος, ασυγκρότητος κι ακαταστάλαχτος. Οι δισταγμοί και οι αναζητήσεις του μετατρέπουν σε αίνιγμα την ταυτότητά του και τις ερωτικές επιθυμίες του. Ποιο κορίτσι αγαπά; Ποιο προτιμά;
Η ιστορία διαδραματίζεται σ’ ένα παραθαλάσσιο θέρετρο της Βρετάνης, το κατακαλόκαιρο. Είναι εποχή διακοπών, χαλαρότητας κι αναζήτησης ερωτικού συντρόφου. Τα πρόσωπα περιφέρονται σ’ ακρογιαλιές, παραλιακούς δρόμους, μονοπάτια και λόφους. Κουβεντιάζουν, φλερτάρουν και τραγουδούν ναυτικά ερωτικά τραγούδια.
Το πρώτο κορίτσι, η Μαργκό παίρνει την πρωτοβουλία να προσεγγίσει τον αντικοινωνικό και μελαγχολικό Γκασπάρ, που δείχνει να έχει το νου του αλλού. Τον βλέπουμε να παρατηρεί τις κοπέλες στην αμμουδιά, όχι όμως για να εντοπίσει ποια θα φλερτάρει, αλλά γιατί ψάχνει την αγαπημένη του Λενά, την κοπέλα που του έχει κλείσει ένα αόριστο ραντεβού, στο οποίο θ’ αργήσει πολύ να εμφανιστεί.
Ο Γκασπάρ ορίζει τη Λενά ως τον ιδανικό τύπο γυναίκας, συγχρόνως όμως δηλώνει πως δεν είναι πολύ ερωτευμένος μαζί της. Μέχρι τα μισά της ταινίας, μέχρι να συναντήσει τη χυμώδη και φιλόμουση Σολέν, είναι προσηλωμένος νοερά στη Λενά. Καθηλωμένος σ’ ένα πρόσωπο που του δίνεται πολύ δύσκολα (η Λενά είναι όμορφη αλλά σκληρή και νευρωτική), δεν τον αποδέχεται, αντίθετα του φέρεται υποτιμητικά (δηλώνοντάς του πως της πέφτει λίγος ή πως τον προτιμά ως φίλο) και τον κρατάει σε απόσταση, σε διαρκή αναμονή. Δεν ικανοποιεί δηλαδή τον πόθο του, ενδυναμώνοντας έτσι την εμμονή του στο πρόσωπό της. Παίζει μαζί του με κάποια ασπλαχνία, γιατί τον θεωρεί κατάκτησή της. Η παρατεταμένη απουσία λοιπόν της Λενά, το κενό που αφήνει, κάνει τον Γκασπάρ ολοένα και πιο ευάλωτο, ολοένα και πιο δεκτικό απέναντι στο ενδιαφέρον, τόσο της φιλικής κι έμπιστης Μαργκό, όσο και της αισθησιακής Σολέν. Επομένως, η ερωτική του επιθυμία αρχίζει να λοξοδρομεί και εδώ καταλυτικό ρόλο παίζουν οι ενδοσκοπικές συζητήσεις του με την Μαργκό, η οποία τον κεντρίζει και τον ρίχνει στην αγκαλιά της Σολέν. Έκτοτε ο πόθος του Γκασπάρ μοιάζει ασταθής, αξεκαθάριστος κι αινιγματικός, μετατοπιζόμενος από γυναίκα σε γυναίκα, από τη Λενά στη Μαργκό, από τη Μαργκό στη Σολέν, από τη Σολέν στη Λενά και αντιστρόφως. Η επιθυμία του διχάζεται και στη συνέχεια τριχοτομείται. Από τη στιγμή που συναντά μπροστά της κάποιο εμπόδιο, μεταφέρεται σε άλλη γυναίκα. Ο Γκασπάρ δεν είναι μόνο ανώριμος κι αμφιταλαντευόμενος, είναι και μυστηριώδης. Βρίσκεται στο ομιχλώδες διάστημα πριν την αποκρυστάλλωση κι αποσαφήνιση της ερωτικής επιθυμίας του. Παίζοντας, κατά λάθος, διπλό και τριπλό παιχνίδι αγχώνεται. Καταλήγει να έχει τρία φλερτ, τρία ραντεβού, τρία κορίτσια. Στην ουσία κανένα. Η μία κοπέλα συμπληρώνει την άλλη. Και οι τρεις μαζί εκφράζουν τις διαφορετικές τάσεις της ψυχής του Γκασπάρ. Ιδεατά, θα τις ήθελε και τις τρεις συγχρόνως. Και τις τρεις είναι που χρειάζεται. Αυτό όμως είναι φύσει αδύνατο. Έτσι για έναν επιπλέον λόγο, ο Γκασπάρ διστάζει να διαλέξει. Και χάνει και τις τρεις.
H Πολίν στην πλαζ και Η πράσινη αχτίδα
Στο H Πολίν στην πλαζ (1983), ο λόγος των προσώπων περί έρωτος καθορίζει την εξέλιξη της δράσης κι επηρεάζει την εξέλιξη των ερωτικών αναζητήσεων των ηρώων. Aργότερα όμως, ο λόγος του Πιερ (Πασκάλ Γκρεγκορύ) για την αλήθεια της ερωτικής δραστηριότητας του γόη εθνολόγου δεν πείθει καθόλου τη Mαριόν, τη γυναίκα που ο Πιερ αγαπάει (η οποία έχει ερωτευτεί τον εθνολόγο). Kι όπως βεβαιώνει η παροιμία, που παραθέτει επιγραμματικά ο Pομέρ, «όποιος πολυλογεί κάνει κακό στον εαυτό του», κάτι που συμβαίνει σε αρκετά φιλμ του σκηνοθέτη. O λόγος, η γλώσσα κρύβουν παγίδες για τα πρόσωπα, που πιάνονται στα δίχτυα τους. Το πλαίσιο μέσα στο οποίο η επιθυμία εκφράζεται είναι ο έρωτας, το παιχνίδι του και ο λόγος. Τα πρόσωπα είναι έξη, τρεις γυναίκες και τρεις άντρες, που οι επιθυμίες τους, οι αποφάσεις και τα λόγια τους διασταυρώνονται και μπλέκονται διαρκώς
Στο «Η Πολίν στην πλαζ», ο Ρομέρ διερευνά τις ερωτικές επιθυμίες, το πώς σχηματίζονται, πώς εκφράζονται και συζητιούνται. Ερευνά και την ηθική πλευρά του έρωτα και των ανθρώπινων αποφάσεων. Ο Ρομέρ είναι ο σκηνοθέτης που ενδιαφέρεται για την ηθική, τις ηθικές επιλογές των ανθρώπων και την έκφραση της βούλησής τους. Στην Πολίν στην πλαζ καταπιάνεται, μεταξύ άλλων, με το ζήτημα της ηθικής καθαρότητας κι ακεραιότητας των προσώπων, στον τομέα της ερωτικής συμπεριφοράς. Μελετά, τρόπον τινά, την ερωτική ηθική τους. Μόνο η Πολίν βγαίνει ηθικά αλώβητη, κι αυτό γιατί είναι ακόμη πολύ νέα και δεν έχει ακόμη φθαρεί, οι υπόλοιποι «ψεύδονται», ίσως και στον εαυτό τους. Ο Ρομέρ θέτει τα προβλήματα της επιλογής ερωτικού συντρόφου, το θέμα της έκφρασης της ελεύθερης βούλησης του κάθε ήρωα. Η θέλησή τους, όμως, καθορίζεται από τον πόθο, την ερωτική τους επιθυμία. Στο «Η Πολίν στην πλαζ», ο πόθος μάλλον υπερβαίνει την ηθική κι αποδεικνύεται πιο καθοριστικός από αυτή.
Οι Κωμωδίες και παροιμίες, σειρά κινηματογραφικών φιλμ στην οποία ανήκουν τα «Η Πολίν στην πλαζ» και «Η πράσινη αχτίδα», είναι ένα σύνολο σπινθηροβόλων, γεμάτων φινέτσα και μπρίο ταινιών, που περιστρέφονται γύρω από αστείες και, ταυτόχρονα, πικρές ερωτικές και ψυχολογικές καταστάσεις, γύρω από λεπτά συναισθηματικά και ηθικά διλήμματα. Τα σοφά και πνευματώδη φιλμ της κινηματογραφικής σειράς μοιάζουν με αστραφτερά και πολυεδρικά πετράδια, λάμπουν χάρη στην εξυπνάδα και τη σπιρτάδα τους. Η απλότητα στην έκφραση συμβαδίζει με το στοχαστικό και πλούσιο περιεχόμενο. Ο Ρομέρ δίνει τεράστια σημασία στην ουσία και τη σκέψη των φιλμ του, γράφει και ξαναγράφει τους διαλόγους, μερικές φορές συνδυάζοντάς τους με το χαρακτήρα και την περσόνα των ηθοποιών του, που έτσι συνεργάζονται μαζί του ουσιαστικά, συνεισφέροντας σε έναν αυτοσχεδιασμό με βάση το συγκεκριμένο σχέδιο του σκηνοθέτη, όπως κάνει ιδιαίτερα με την Μαρί Ριβιέρ, στην Πράσινη αχτίδα.
Η Πράσινη αχτίδα (1986) κρύβει μέσα της πολλή αλήθεια, αμεσότητα και ειλικρίνεια. Περιστρέφεται γύρω από τις άσκοπες και άστοχες περιπλανήσεις της μοναχικής και μη μου άπτου Ντελφίν (Μαρί Ριβιέρ), κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών διακοπών της, πέρα από τη μοναξιά και την έλλειψη καλής επικοινωνίας. Η Ντελφίν ενοχλείται από τα εύκολα κι ανούσια «κολλήματα» που της κάνουν διάφοροι τυχαίοι άντρες. Στο τέλος μιας άγονης διαδρομής συναντά έναν νέο με τον οποίο ταιριάζει, μια αρσενική «αδελφή ψυχή» και βλέπουν μαζί τη δύση του ηλίου στη θάλασσα και τη στιγμιαία, σπάνια πράσινη αχτίδα που εμφανίζεται στο δειλινό ως προμήνυμα καλύτερων ημερών.
Mια νύχτα με τη Mωντ και Στον αστερισμό του λέοντα
Τα πρόσωπα των ταινιών του Ρομέρ συνέχεια παραπαίουν. H επιθυμία τους ψάχνει μέχρι να βρει το αντικείμενό της, τον δέκτη που της αντιστοιχεί. Στη Mια νύχτα με τη Mοντ (1969), ο Tρεντινιάν παραδέρνει ανάμεσα στη Mοντ (Φρανσουάζ Φαμπιάν) και τη μέλλουσα γυναίκα του (Mαρί-Kριστίν Mπαρό). Περνάει μια κρύα νύχτα στο διαμέρισμα της Μοντ που τον φλερτάρει, αλλά δεν της δίνεται, κυρίως από πουριτανισμό, γιατί σκοπεύει να παντρευτεί την καθολική – σαν κι αυτόν – γυναίκα που έχει επιλέξει.
To φιλμ βασίζεται στη λιτή κινηματογράφηση των διαλόγων και κόσμιων αντιπαραθέσεων μεταξύ της χειραφετημένης, ελεύθερης Μοντ, του μαρξιστή φίλου της και καθηγητή φιλοσοφίας Βιντάλ και του καθολικού και αυστηρά οριοθετημένου ηθικά, κεντρικού ήρωα που υποδύεται ο Τρεντινιάν. Δεν μπορούμε να διακρίνουμε ποια ακριβώς είναι η άποψη του σκηνοθέτη, εάν υποθέσουμε πως έχει μία καθορισμένη άποψη για τα λόγια και τις πράξεις των τριών ηρώων του και δεν ορίζεται απλά σαν σκηνοθέτης που θέτει εν κινήσει τους (συζητήσιμους;) λόγους και τα έργα των προσώπων. O ρομερικός ήρωας, συνήθως ο άντρας, λέει ψέματα παρά την ηθικότητά του, υιοθετεί το ψέμα για να ανταπεξέλθει στις δυσκολίες των ερωτικών σχέσεών του, όπως κάνει ο Τρεντινιάν στο Μια νύχτα με τη Μωντ. Εδώ, ο ήρωας παραλείπει στις διηγήσεις του προς τη μέλλουσα γυναίκα του, ένα σημαντικό μέρος της αλήθειας ή κάνει πως δεν καταλαβαίνει όσα ξέρει για τη δική της ερωτική ζωή (πως ήταν ερωμένη του πρώην συζύγου της Μωντ).
Στον Αστερισμό του Λέοντα (1959), την πρώτη του μεγάλου μήκους, ο Ερίκ Ρομέρ παίζει φιλοσοφώντας με τα παιχνίδια που σκαρώνουν στον άνθρωπο, η τύχη, η ατυχία και η νομοτέλεια. Ο Πιερ είναι ένας μποέμ μουσικός που προτιμά την καλοπέραση και τη διασκέδαση από την επίπονη καλλιτεχνική εργασία. Μέχρι που μαθαίνει πως κληρονομεί μια ζάπλουτη θεία του. Αργότερα όμως πληροφορείται πως η θεία του τον είχε αποκληρώσει υπέρ του ξαδέλφου του Κριστιάν. Έκτοτε όλα πάνε απ’ το κακό στο χειρότερο, δεν βρίσκει δουλειά, χάνει το ενοικιαζόμενο διαμέρισμά του, καταλήγει να ζει με τους άστεγους κλοσάρ και βυθίζεται σε μια μη αντιστρέψιμη κατάπτωση. Ο Ρομέρ περιγράφει την αδυσώπητη παρακμή, σε ένα άδειο, ζεστό Παρίσι, ενώ οι κάτοικοί του έχουν φύγει για καλοκαιρινές διακοπές. Κάποτε, όμως, ο φίλος του Πιερ, Φρανσουά, τον βρίσκει, εξαφανισμένο στο νέο, περιθωριακό περιβάλλον του και τον ενημερώνει πως ο ξάδελφος σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, οπότε ξαναγίνεται ο κληρονόμος της μεγάλης περιουσίας, αφήνοντας τους άστεγους κολλητούς του…
Συμπερασματικά
Ο Ρομέρ ξεκίνησε ως κριτικός κινηματογράφου στα περίφημα Cahiers du Cinéma και ως σκηνοθέτης ταινιών μικρού μήκους. Ο Γάλλος σκηνοθέτης της νουβέλ βαγκ, Ερίκ Ρομέρ (ήταν το καλλιτεχνικό ψευδώνυμό του, το πραγματικό όνομα ήταν Maurice Schérer) υπήρξε συναισθηματικός, βιωματικός, άμεσος, λιτός, πνευματώδης, ερωτικός, λάτρης των κοριτσιών και σκηνοθέτης γυναικών, ηθικολόγος, σοφιστικέ, εικαστικός μέσω της απλότητας, υπέροχος διαλογίστας και σεναριογράφος. Διακρίνεται για τις οικονομικές και λιτές παραγωγές του και την οικονομία των εκφραστικών μέσων του. Τη λειτουργική ντεκουπαζική επεξεργασία του χώρου. Αλλά και του λόγου, των σωμάτων και των συναισθημάτων. Θαυμάζουμε τις τρεις υπέροχες σειρές ταινιών του, Contes moraux (Ηθικοί μύθοι, 1963-1972), Comédies et proverbes (Κωμωδίες και παροιμίες, 1980-1990), Contes des quatre saisons (Μύθοι των τεσσάρων εποχών, 1990-2000).
Οι ηθικοί μύθοι (Contes moraux) αποτελούν μυθοπλασίες και φιλμικούς μύθους περί ηθικής, ιστορίες που περικλείουν έναν προβληματισμό γύρω από τις πράξεις, τη συμπεριφορά και τις ηθικές απόψεις των ηρώων του Ε.Ρομέρ. Τη δυνατότητα αυτοσυνείδησης, κρίσης και αυτεπίγνωσης ή όχι, που έχουν.
Ο Ρομέρ έχει δεσμούς με τη ζωγραφική, από τον Γκωγκέν, τον Caspar David Friedrich, ως τον Μοντριάν και άλλους ζωγράφους. Επίσης, είναι σπουδαίες οι τρεις παραγνωρισμένες πολιτικές ταινίες του, δείγματα διαυγούς κι αδογμάτιστης πολιτικής σκέψης, L'Arbre, le Maire et la Médiathèque (1992), L'Anglaise et le Duc (2001) και Triple Agent (2003).
Ο Ερίκ Ρομέρ είναι ένας ερωτογράφος, μοραλίστας φιλόσοφος, ψυχολόγος και κοινωνιολόγος των ερωτικών σχέσεων, που εντρυφεί κι εμβαθύνει σ' αυτές. Πρόκειται για σπουδαίο, διακριτικό και πολύ ευαίσθητο στα ερωτικά συναισθήματα, σκηνοθέτη. Μιλά για τις παραγνωρισμένες, αποπροσανατολισμένες ερωτικές επιθυμίες των ανθρώπων, οι οποίοι δεν ξέρουν ποιον ποθούν, ποιον στοχεύουν και αγαπούν, αναφέρεται και στοχάζεται τις ερωτικές επιθυμίες που δεν γίνονται αποδεκτές με αμοιβαιότητα, τις ερωτικές απορρίψεις, τον αποπροσανατολισμό, τα μπερδέματα, την παραγνώριση και τις λάθος απευθύνσεις της αγάπης και του πόθου, καθώς και τις συναισθηματικές συγχύσεις.
Oι Κωμωδίες και παροιμίες δημιουργήθηκαν από τον Ερίκ Ρομέρ και είναι μύθοι για τη συμπεριφορά, τις ιδέες και την ηθική των νέων ανθρώπων, όπως η προγενέστερη σειρά των «ηθικών μύθων». Η μυθοπλασία του κάθε φιλμ εκφράζεται από μια παροιμία. Συγκεκριμένα, στο «Η Πολίν στην πλαζ» (1983), η μυθοπλασία εκφράζεται από τη φράση «Όποιος πολυλογεί κάνει λάθος» του Chrétien de Troyes. Στην Πράσινη αχτίδα (Le Rayon vert, 1986), από τη φράση «Ας έρθει ο καιρός οι καρδιές ν'αγαπηθούν», στίχοι από το ποίημα Chanson de la plus haute tour, του Arthur Rimbaud.
Το βασικό θεματικό μοτίβο, όπως και σε άλλες κωμωδίες και παροιμίες, είναι τα ζευγάρια που ερωτεύονται, χωρίζουν και τα ξαναφτιάχνουν, η αμφιταλάντευση ανάμεσα στη φιλία και τον έρωτα, που έτσι κι αλλιώς μπαίνουν σε δοκιμασία από τα λόγια τους, τις επιθυμίες τους και τους συνεχείς πειρασμούς. Οι ταινίες του Ρομέρ περιστρέφονται συχνά γύρω από τις διστακτικές, αβέβαιες και επώδυνες αναζητήσεις της ακαταστάλαχτης ερωτικής επιθυμίας, που δεν έχει εντοπίσει με ακρίβεια το στόχο της…
Στις Κωμωδίες και παροιμίες, ο Ρομέρ μας μιλά ως ανθρωπολόγος, ως εθνοκοινωνιολόγος κι ως μάρτυρας των ηθών της εποχής του, για την απελευθερωμένη νεολαία της δεκαετίας του 1980. Διακρίθηκε ως ζωγράφος των αισθημάτων και των ανθρώπινων χαρακτήρων, ενάντια στο μοντερνίστικο ρεύμα της εποχής του που απέρριπτε την ψυχολογία και τον εκτεταμένο λόγο στον κινηματογράφο. Επέμεινε στο κινηματογραφικό ύφος του και ξεχώρισε ως αφηγητής των ντραμεντί του, των περιπετειών και των δοκιμασιών των σύγχρονων ψυχών, όταν, κατόπιν, προς δικαίωσή του, η ψυχολογία, ο λόγος κι η κλασική αφήγηση επέστρεψαν στο σύγχρονο ευρωπαϊκό σινεμά.
Στις μυθοπλασίες του Ρομέρ αναπτύσσεται το ερώτημα ποιός ποθεί ποιόν. Οι ήρωες των ταινιών του δεν ξέρουν πολύ καλά ούτε οι ίδιοι ποιος ακριβώς είναι ο πόθος τους και γιατί. Σε όλο το ρομερικό έργο σχηματίζεται ένα ερωτικό γαϊτανάκι από τους πόθους και τις κινήσεις των προσώπων. Ένα πλέγμα ερώτων, σχέσεων κι επιθυμιών. Πάνω σ’ αυτό το πλέγμα, ο Ρομέρ στήνει το δίχτυ των κομεντί του. Επενδύει σ’ αυτές πολλές ιδέες, ιδέες περί της ψυχολογίας, της ηθικής και της συμπεριφοράς του σύγχρονου ανθρώπου.
Oι ήρωες του Pομέρ, πολλές φορές παραπλανούνται αναφορικά με το ποιο πρόσωπο ποθούν αληθινά. H ερωτική επιθυμία τους κάνει λάθος, δυσκολεύεται να αναγνωρίσει το άτομο που αποτελεί το αντικείμενό της. Aυτό συμβαίνει γιατί τα πρόσωπα παραγνωρίζουν την πραγματικότητα, ακόμη και την πραγματικότητα του δικού τους πόθου, ή γιατί βλέπουν τα πράγματα μέσα από το πρίσμα μιας ηθικής άποψης, την οποία δυσκολεύονται να αφομοιώσουν και να χρησιμοποιήσουν.
H συγκάλυψη και η απάρνηση της αλήθειας, κι άλλοτε πάλι η επιβεβαίωσή της, αποτελούν δομικές μορφές και αρχές στις ταινίες του Pομέρ. H αλήθεια επιβάλλεται μέσα από αμφιταλαντεύσεις και πισωγυρίσματα, ακολουθώντας τεθλασμένη γραμμή πορείας προς την ερωτική πλήρωση. Eπικρατεί μέσα από παρεξηγήσεις, λάθη, διαψεύσεις, μυστικά, αναιρέσεις και πλάνες. Oι διασταυρώσεις των πόθων, η σύγχυση των ερωτευμένων, το καμουφλάζ, οι δισταγμοί, το ξεγέλασμα και οι λαθεμένες εκτιμήσεις για το τι θέλει ο άλλος, δίνουν τον τόνο στα ματαιόδοξα ερωτικά παιχνίδια του H Πωλίν στην πλαζ.
Ο Ρομέρ ενδιαφέρεται για τα σταθερά χαρακτηριστικά της ανθρώπινης συμπεριφοράς, για τα συναισθήματα, για τις λεπτές αποχρώσεις και τις περιπλοκές της έκφρασης των ανθρώπων. Η μορφή των φιλμ του είναι απέριττη, κυριαρχημένη, μα ταυτόχρονα χυμώδης κι απολαυστική.
Oι εξαντλητικά επεξεργασμένοι διάλογοι των ταινιών του Ρομέρ δεν λένε πάντα την αλήθεια. Συχνά την απωθούν ή ψεύδονται συστηματικά, παρά τη θέληση των ηρώων. Tο λάθος, η παραγνώριση της πραγματικότητας ή της προσωπικής ερωτικής επιθυμίας, αποτελούν βασικά χαρακτηριστικά των διαλόγων και των συμπεριφορών. Tα πρόσωπα συμβαίνει να μη γνωρίζουν καλά τον εαυτό τους. Συχνά η γλώσσα έρχεται σε διάσταση με την πραγματικότητα, τα μηνύματά της αντιφάσκουν προς τα πραγματικά δεδομένα. Oι ήδη περίπλοκες ψυχολογικές, ηθικές κι ερωτικές καταστάσεις των ηρώων περιπλέκονται ακόμα περισσότερο λόγω της σχέσης των προσώπων με τη γλώσσα. Ποτέ δεν την κατέχουν πλήρως, προσπαθούν βέβαια να την κυριαρχήσουν, όμως αυτή τους διαφεύγει, τους ξεγελά και τους στήνει παγίδες, τους προδίδει. H γλώσσα είναι η ουσία και η πρώτη ύλη του ρομερικού κινηματογράφου, ένα ορμητικό ποτάμι χωρίς εκβολές.
Είναι πολύ δύσκολο να εντοπίσεις την άποψη του ίδιου του Ρομέρ μέσα στη μυθοπλασία, ανάμεσα στα λόγια και τις ιδέες των προσώπων του. Καλύπτεται πίσω από την ουδετερότητα του κοινωνιολόγου, πίσω από το λόγο των προσώπων του και δείχνει να ενστερνίζεται πότε αυτό που λέει ο ένας και πότε αυτό που λέει ο άλλος. Μερικές φορές μιλά με τη φωνή ενός ήρωά του, αλλά δεν ξέρουμε με βεβαιότητα πότε. Αυτοτοποθετείται ως μάρτυρας απέναντι στα νεαρά πρόσωπά του και τα παρατηρεί. Το κάνει, όμως, με καλοσύνη και στοργή, γιατί αγαπάει τους νέους. Το ενδιαφέρον του είναι αγαθό, καλοπροαίρετο, γενναιόδωρο και προστατευτικό. Με αυτό τον τρόπο νοσταλγεί και αποζητά τη χαμένη του νιότη.
Είναι φανερή η προσήλωση, η συμπάθεια κι η αγάπη του προς τις νεαρές γυναίκες. Ο ρόλος τους στο ρομερικό έργο είναι σημαντικότατος, ερωτικοποιούν τις μυθοπλασίες και αποτελούν ένα μέσο επαφής κι επικοινωνίας με τη σύγχρονη πραγματικότητα. Αυτές οι μυθοπλασίες αναφέρονται στην εποχή και την κατάσταση που υπάρχουν μετά την εγκαθίδρυση του φεμινιστικού λόγου. Εμπεριέχουν αρκετή πίκρα, ίσως λόγω της διάψευσης της ουτοπίας της ελευθερίας μέσα στην ψυχρή, μοντέρνα κι αποξενωμένη κοινωνία.
Ορισμένοι, λαθεμένα πληροφορημένοι, θεωρούν τον Ρομέρ έναν ιδεαλιστή ηθικολόγο, ενώ πρόκειται για έναν στοχαστή που σκέφτεται και μελετά με λογική, ρεαλισμό και συναίσθημα τις εκφάνσεις της ανθρώπινης συμπεριφοράς, της ηθικής, των ερωτικών σχέσεων και των ανθρωπίνων δεσμών μέσα στην κοινωνία.
Tο σινεμά του μεγάλου Ρομέρ είναι πνευματώδες και πνευματικό, απλό, κομψό, πίσω από τη λιτότητά του λεπτοδουλεμένο αισθητικά και γεμάτο χάρη, νεανικό, ερωτικό, ανθρώπινο, συγκρατημένα συναισθηματικό, με δυο λόγια αισθαντικό, τρυφερό και σοφό.
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Τι έγραψαν ηθοποιοί και σκηνοθέτες για την τοποθέτησή του
Η κακοκαιρία ανέβαλε την πολυαναμενόμενη παρουσία της διάσημης ηθοποιού στην ταινία για τη Μαρία Κάλλας
Το έργο του Μάικ Φλάναγκαν επαναφέρει στο νου συγκινητικές στιγμές του σινεμά
Οι δηλώσεις του προκάλεσαν αμέσως αντιδράσεις στα social media
Η διάσημη ηθοποιός θα παραστεί στην προβολή της διεθνούς παραγωγής «Μαρία Κάλλας – Μόνικα Μπελούτσι: Μια Συνάντηση» στο Παλλάς
Πρεμιέρα τον Απρίλιο του 2026
Ένα μινιμαλιστικό αλλά και άρτιο στις λεπτομέρειές του οικογενειακό δράμα
Oι πρωταγωνιστές Μάικλ Κέιν και Γκλέντα Τζάκσον αποτελούν ένα απολαυστικό δίδυμο
Το φιλμ κέρδισε το Βραβείο καλύτερης ταινίας στο τμήμα Generation του Φεστιβάλ Βερολίνου 2025.
Θρίλερ που καθηλώνει με τον δυναμισμό του και συγκινεί με την αδυσώπητα σκληρή αλήθεια του.
Όταν ο Κρίστοφερ Νόλαν μεταφέρει στο σινεμά το πιο επιδραστικό κείμενο της δυτικής λογοτεχνίας
Από πού εμπνεύστηκαν οι αδερφοί Ντάφερ για να δημιουργήσουν την επιτυχημένη σειρά
Ο διάσημος σκηνοθέτης ανοίγει τον δρόμο για νέο κεφάλαιο στο κινηματογραφικό σύμπαν του Kill Bill
Η 90χρονη σταρ της υποκριτικής μίλησε για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει στην καριέρα και την καθημερινότητά της
«Μου αρέσει να δουλεύω με ηθοποιούς, δεν θέλω να τους αντικαταστήσω», ανέφερε ο σκηνοθέτης
Ο Βρετανός ηθοποιός προσπέρασε τους Άαρον Τέιλορ-Τζόνσον και Χένρι Κάβιλ
Ουρές και μεγάλη αγάπη για τη νέα ταινία του Γιάννη Οικονομίδη στα σινεμά της Αθήνας και της επαρχίας
Θα προβληθούν συνολικά 64 ταινίες από 46 χώρες, μέσα από τις οποίες ξεδιπλώνονται ιστορίες τόλμης, αναζήτησης και μετάβασης
Δείτε το βίντεο-αφιέρωμα της εταιρείας παραγωγής
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.