Life in Athens

Αθήνα υπό κατασκευή

Πώς θα ήταν η Αθήνα αν επικρατούσε ο τύπος της τούβλινης πολυκατοικίας χωρίς σοβάδες; Σίγουρα θα βλέπαμε μια άλλη εικόνα, πιο αυτόχθονη, παραδοσιακή ή χειροποίητη.

69976-649317.jpg
Κώστας Τσιαμπάος
ΤΕΥΧΟΣ city lives
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Αθήνα υπό κατασκευή
Η γέφυρα Καλατράβα στη λεωφόρο Κατεχάκη © ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΕΜΠΑΠΗΣ/ EUROKINISSI

Διαδρομή στην Αθήνα προς αναζήτηση κτιρίου που θυμίζει Δημήτρη Πικιώνη

Μα κάπου εδώ το είχα, στη δεξιά τσέπη. Α, να το! Ωπ, τι έγινε; Πού είναι το υπόλοιπο; Χμ, εδώ. Άλλα δύο κομματάκια στην αριστερή τσέπη. Μάλλον ο μικρός θα το έκανε, τέλος πάντων… Αθανασίου Διάκου, Αγία Παρασκευή. Εκεί βρίσκεται, λέει, μία ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής μονοκατοικία, που είναι ακόμα σε χρήση και αντιστέκεται στη λαίλαπα της σύγχρονης ανοικοδόμησης. Ένα σπίτι που θυμίζει Δημήτρη Πικιώνη –μπορεί και έργο του Πέτρου Πικιώνη–, αλλά πιθανότερα πρόκειται για πρώιμο έργο ενός αρχιτέκτονα έκπληξη, που τότε πέρναγε τη νεοπαραδοσιακή φάση του. Ας ξεκινήσω.

Το ζιγκ-ζαγκ της Μιχαλακοπούλου έχει πάντα την πλάκα του. Από το κουφάρι του Χίλτον (θα πρέπει να το συνηθίσουμε ως The Elysian τώρα;) και τη μισοκρυμμένη πλατεία Βραζιλίας, στο απολύτως αδιάφορο εκατέρωθεν. Ευτυχώς τη βαρετή διαδρομή διασκεδάζει η σκέψη ότι κάποιος πάει αντίθετα στη ροή του Ιλισού, λες κι ο δρόμος είναι σε μια πορεία πάνω στην ασφαλτωμένη κοίτη του ποταμού που έρεε κάποτε, έστω και ως φαντασίωση μιας μυθικής Αθήνας.

Γρήγορα βγαίνω στη Μεσογείων και η οπτική ανοίγει, το φως γίνεται έντονα διάχυτο. Η μεγάλη πινακίδα στο αντίθετο ρεύμα παρουσιάζει μια εικόνα από το μέλλον: το νέο κτίριο διοίκησης της ΔΕΗ, στο πρώην στρατόπεδο Πλέσσα κοντά στο Πεντάγωνο, θα μοιάζει με ένα τεράστιο Π που ξαπλώνει στο έδαφος με τα σκέλη του ανοιχτά στη λεωφόρο. OΚ... Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τέτοια έργα σύγχρονης αρχιτεκτονικής εμφανίζονται όλο και συχνότερα στην Αθήνα τα τελευταία χρόνια, με τις καμπύλες τους και τις περσίδες τους, τα ενεργειακά τους δώματα και τις πράσινες όψεις τους, εντυπωσιακά επιθετικά και ταυτόχρονα περιβαλλοντικά ευαίσθητα, εκπρόσωποι αυτού που ο Δανός σταρ αρχιτέκτονας Bjarke Ingels περιγράφει με τον όρο «ηδονιστική βιωσιμότητα».

Ενώ χαζεύω τη φωτορεαλιστική αναπαράσταση, νιώθω το αυτοκίνητο να επιβραδύνει από μόνο του. Ευτυχώς τα συστήματα ενεργητικής ασφάλειας δεν περίμεναν τη δική μου αντίδραση. Μπροστά μου ένα λευκό ηλεκτρικό ΙΧ (μα πού τα φορτίζουν όλα αυτά;) κινείται αργά, αθόρυβα, υπεροπτικά. Πίσω μου σέρνεται ένα φορτηγό ΔΧ, με μπλε μουσαμά, απομεινάρι της δεκαετίας του ’80, που βρυχώμενο βγάζει γκρίζους καπνούς. Αλλάζω σταθμό στο ραδιόφωνο. Κοιτάζω δεξιά. Ξανά μπροστά. Βλέπω από τον καθρέφτη τα πίσω παιδικά καθίσματα. Εμείς δεν είχαμε τέτοια ως παιδιά τη δεκαετία του ’80. Ούτε ζώνες δεν είχαμε καλά καλά. Καλύτερα τώρα, όχι; Όπως και να ’χει, έχουν γεμίσει τρίμματα από μπισκότα – να θυμηθώ να τα καθαρίσω.

Η Μεσογείων αρχίζει ξανά να τσουλάει και σε λίγο βρίσκομαι στο ύψος του Νομισματοκοπείου. Τρεις έφηβοι Ρομά διασχίζουν γρήγορα τον δρόμο, χωρίς να περιμένουν να πάρουν την άδεια από το φανάρι των πεζών. Είναι και αυτό ένα από τα επικίνδυνα παιχνίδια τους. Ο καταυλισμός, που μισοφαίνεται από τον δρόμο, με τα ξύλινα παραπήγματα και τα απλωμένα πολύχρωμα σεντόνια, είναι και δεν είναι μέρος της πόλης. Δεν περνάει κανείς από εκεί άλλωστε, αν δεν έχει λόγο. Γι’ αυτό και η περιοχή διατηρεί τη μεταιχμιακή της ταυτότητα, παρά τις υποκριτικές εξαγγελίες για εξευγενισμό και ενσωμάτωση. Ποιος είπε ότι ο πολεοδομικός καθωσπρεπισμός έχει σχέση με την ειλικρίνεια και τη συνέπεια; Μεγάλα λόγια που τσαλαβουτούν σε μια ρηχή και κοινότοπη ρητορική.

Μετά από λίγο διακρίνεται ο τρούλος της εκκλησίας και μπροστά της παιδάκια που χοροπηδούν πάνω κάτω μέσα σε ένα πολύχρωμο, φουσκωτό τραμπολίνο. Στρίβω δεξιά στην πλατεία, πιο πάνω αριστερά και μετά πάλι δεξιά για να πιάσω την Αγίου Ιωάννου. Οι σειρές από τα αστέρια με τις καμπύλες ουρές εκατέρωθεν του δρόμου θυμίζουν ότι είμαστε σε περίοδο γιορτών. Ή μήπως είναι φοίνικες με φύλλα σε σχήμα αστεριού; Μικρή σημασία έχει η μορφή. Πριν από λίγους μήνες δεκάδες φωτάκια σε σειρές υπόσχονταν Χριστούγεννα.

Σε λίγα λεπτά βρίσκομαι να στέκομαι απέναντι από τη διώροφη μονοκατοικία που είναι, δίχως αμφιβολία, μια πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση. Τη φωτογραφίζω από διαφορετικές γωνίες και ζουμάρω στις λεπτομέρειες. Με τον εμφανή σκελετό από σκυρόδεμα, την αργολιθοδομή στο ισόγειο, την προεξέχουσα πλάκα της στέγης, το έρκερ και τα ξύλινα κουφώματα, εντάσσεται πολύ καλά στο περιβάλλον της, χωρίς να αναφέρεται σε κάτι προϋπάρχον, που δεν υπήρχε άλλωστε στο πευκόδασος που ήταν κάποτε η περιοχή. Ιδιαίτερο σπίτι, πράγματι. Κάποια στιγμή θα μάθουμε και τον δημιουργό του.

Δεν είναι ίσως τυχαίο ότι στο ακριβώς διπλανό οικόπεδο βρίσκεται μια πολυκατοικία του Κυριάκου Κρόκου. Ένα από τα λιγότερο γνωστά έργα τού πρόωρα χαμένου αρχιτέκτονα, που αποτελεί ωστόσο χαρακτηριστικό δείγμα αυτού που ο ίδιος πρότεινε ως απάντηση στις τυπικές, μοντέρνες εργολαβικές οικοδομές. Και εδώ εμφανής σκελετός μπετόν αλλά και εμφανής τοιχοποιία από συμπαγή τούβλα. Σαν ένα τυπικό γιαπί, πριν τα σοβατίσματα, χτισμένο με ανώτερης ποιότητας υλικά. Κτιστά στηθαία, καμπύλοι τοίχοι από υαλότουβλα, πέργκολες στα δώματα και ξύλινα καφασωτά. Πώς θα ήταν η Αθήνα αν επικρατούσε αυτός ο τύπος της τούβλινης πολυκατοικίας χωρίς σοβάδες; Σίγουρα θα βλέπαμε μια άλλη εικόνα συνολικά, περισσότερο αυτόχθονη, παραδοσιακή ή χειροποίητη, μια πόλη χωρίς εξωτερικό δέρμα, που πιθανώς θα γερνούσε καλύτερα.

Αυτό όμως που πλέον επικρατεί παντού γύρω είναι ο νέος τύπος της μίνιμαλ λευκογκρίζας πολυκατοικίας. Μια αισθητική που δεν είναι και τόσο νέα, αφού πρακτικά ακολουθεί ένα στιλ που εμφανίστηκε πριν από είκοσι και βάλε χρόνια στις ακριβές συνοικίες των βορείων και νοτίων προαστίων. Αυτός ο early 2000s ευ ζην μινιμαλισμός, που εισήγαγαν καταξιωμένα γραφεία όπως οι ISV σε Φιλοθέη και Εκάλη, Βουλιαγμένη και αλλού, έρχεται σήμερα να γίνει το νέο στάνταρ της εργολαβικής κατασκευής. Σαν να μη μεσολάβησε τίποτα. Σαν η συγκεκριμένη αρχιτεκτονική και το πρότυπο ζωής που αυτή αντιπροσωπεύει να καθηλώθηκαν στην προ-ολυμπιακή Αθήνα και τις ναρκισσιστικές προβολές της. Να θεωρείς φρέσκο αυτό που άλλοι κατανάλωναν είκοσι χρόνια πριν! Τι να πεις... Κοιτάζω το ρολόι μου: 02:22 μ.μ., 64 παλμοί, 80% στρες. Ας φύγω.

Αποφασίζω να επιστρέψω στο κέντρο από την Περιφερειακή Υμηττού. Περνάω τα διόδια της οδού Γραβιάς και μετά το πρώτο τούνελ, η πανοραμική θέα της πόλης ανοίγεται στα δεξιά μου. Από εδώ ψηλά η Αθήνα γίνεται και πάλι Αθήνα: μια φωτεινή μέρα με καθαρή ατμόσφαιρα η θάλασσα από μικρά λευκά κουτάκια πλημμυρίζει το λεκανοπέδιο μέχρι την Πάρνηθα και την Πεντέλη, ενώ ο Λυκαβηττός και η Ακρόπολη ξεχωρίζουν και οδηγούν το βλέμμα προς την πραγματική θάλασσα. Ένα χιλιόμετρο παρακάτω το μάτι μου πιάνει τη γλυπτική επέμβαση της Νέλλας Γκόλαντα και της Ασπασίας Κουζούπη. Μια ευφυής και ευαίσθητη insitu σύνθεση από πέτρες, φυτά, χώμα, μπετονένιους κυβόλιθους και απομεινάρια σημάτων και μηχανημάτων του εργοταξίου. Μια δημόσια εικαστική δήλωση, την οποία δεν βλέπεις αν δεν αναζητήσεις να τη δεις. Από τα κουμπιά του τιμονιού αλλάζω συνέχεια ραδιοφωνικούς σταθμούς, χωρίς να βρίσκω κάτι που να μου αρέσει.

Η κατάβαση μέσα από το δάσος της Καισαριανής είναι μια σταθερή και γνώριμη εμπειρία. Σε αυτό το τοπίο τίποτα δεν έχει αλλάξει• όσα χρόνια το θυμάμαι παραμένει το ίδιο και απαράλλακτο. Σαν οι ρυθμοί και οι εναλλαγές της καθημερινότητας να χάνουν εδώ την ισχύ τους. Η μεγάλη μάντρα στα αριστερά μου, και κυρίως όσα είναι πίσω της, επιβάλλουν τη δική τους ιεραρχία, αφού τελικά «έξω του κόσμου το αποθανόν ου πίπτει». Πλησιάζω τη Near East με την εμβληματική είσοδο δωρικού ρυθμού. Ώρα για μια σύντομη στάση.

– Ένα διπλό εσπρέσο.
– Ζάχαρη;
– Λίγη καστανή.

Παντού στην πόλη τα καφέ αποτελούν, εδώ και χρόνια, τους κύριους τόπους της κοινωνικότητας. Και το συγκεκριμένο μικρό μαγαζάκι, αρκούντως πολύχρωμο και ποπ, στο ισόγειο ενός από τα εναπομείναντα προσφυγικά της Καισαριανής, είναι όσο οικείο, ζεστό και φροντιστικό χρειάζεται, όπως ήταν κάποτε τα κτίρια που το κοινωνικό κράτος έφτιαξε μαζικά για τους εκτοπισμένους της Μικράς Ασίας.

Στο τέρμα της Εθνικής Αντιστάσεως ένας τεράστιος γερανός δουλεύει για τη νέα στάση του μετρό. Μια στάση που μάλλον έγινε εύκολα αποδεκτή, σε αντίθεση με τον χαμό που έγινε για τη στάση του Κολωνακίου –όπου μέσα σε λίγες ημέρες «ξεριζώθηκε» η περίτεχνη δημιουργία της Σουζάνας και του Δημήτρη Αντωνακάκη, μαζί με τα δέντρα της πλατείας– και, ακόμα περισσότερο, για τη στάση της πλατείας Εξαρχείων, όπου η ψηλή περίφραξη και η συνεχής παρουσία της αστυνομίας γύρω της, μοιάζουν σαν να προσπαθούν να προστατέψουν την πόλη από κάποιο αγριεμένο θηρίο που πρέπει πάση θυσία να μείνει μαντρωμένο.

Παρκάρω το αυτοκίνητο στη Νηρηίδων, προσπερνάω το εργοτάξιο του μετρό κατά μήκος της Ναϊάδων, διασχίζω τη Βασιλέως Κωνσταντίνου, βαδίζω δίπλα στο Πολεμικό Μουσείο και πιάνω τη Βασιλίσσης Σοφίας με κατεύθυνση προς Σύνταγμα. Ο δυτικός ήλιος πέφτει πλάγια και φωτίζει το κίτρινο των πεσμένων φύλλων. Στο βρεγμένο πεζοδρόμιο τα μάρμαρα φαίνονται πιο στιλπνά και διάφανα, συνομιλώντας με τα μαρμάρινα μέλη των παρακείμενων νεοκλασικών μεγάρων του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα. Ασυναίσθητα βάζω το χέρι στην τσέπη. Πιάνω το σκισμένο χαρτάκι που είναι λίγο πιο ζεστό από το χέρι μου. Το περιεργάζομαι. Από πίσω έχει ζωγραφισμένη μια μπλε καρδούλα. Χαμογελάω και συνεχίζω τον δρόμο μου.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Great Visual Studio
Είναι τα συγκροτήματα κατοικιών τα σπίτια του μέλλοντος;

Σύγχρονα, πράσινα και έξυπνα, υπόσχονται να δώσουν νέα πνοή στις γειτονιές του κέντρου της Αθήνας. Οι αρχιτέκτονες πίσω από τέσσερα τέτοια έργα στην καρδιά της πρωτεύουσας μας μίλησαν γι’ αυτά.

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.