- CITY GUIDE
- PODCAST
-
15°
Βιωματικά ποστ και αυτομυθοπλασία
Όψεις της πόλης, αναμνήσεις, πράγματα που συνέβησαν παλιά, και πράγματα που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας
Ημερολογιακές καταχωρίσεις για κάθε χρήση
Η αυτομυθοπλασία, το autofiction, είναι μια υβριδική λογοτεχνική μορφή που σκόπιμα —κάποιες φορές, μάλιστα, με παιγνιώδη διάθεση— θολώνει τα παραδοσιακά όρια μεταξύ αυτοβιογραφίας και μυθοπλασίας. Επιτρέπει στους συγγραφείς να αντλούν στοιχεία απευθείας από τις προσωπικές τους εμπειρίες, τις αναμνήσεις τους και την ίδια τους την ταυτότητα, ενώ την ίδια στιγμή χρησιμοποιεί αφηγηματικές τεχνικές και δομικές ελευθερίες που παραδοσιακά συνδέονται με τη μυθοπλαστική αφήγηση. Έτσι, τα επαληθεύσιμα γεγονότα, το αυθεντικό, συμπλέκονται σκοπίμως με την αφηγηματική επινόηση, την καλλιτεχνική ελευθερία. Με άλλα λόγια, ο συγγραφέας τού autofiction γράφει μεν για τις βιωμένες του εμπειρίες, τις οποίες αναπαριστά λεπτομερώς, αλλά χωρίς να δεσμεύεται αυστηρά από την ακρίβεια των πραγμάτων: εδώ, πραγματικό και φανταστικό περπατούν χέρι-χέρι, και κανείς δεν είναι σίγουρος για το ποιο είναι τι.
Συχνά, αν όχι σχεδόν πάντα, το autofiction είναι γραμμένο σε πρώτο πρόσωπο, ενώ συγγραφέας και αφηγητής μοιράζονται το ίδιο όνομα: ο συγγραφέας είναι ο ίδιος πρωταγωνιστής στο βιβλίο που γράφει. Συνήθως, έτσι, μοιράζονται και το ίδιο επάγγελμα: είναι —τι άλλο— συγγραφείς. Έχουμε με άλλα λόγια ένα πανηγύρι αυτοαναφορικότητας εδώ, καθώς η πράξη της γραφής γίνεται μέρος της αφήγησης — και αντιστρόφως. Τι είναι δημιουργική διαδικασία; Ποιο είναι το δημιουργημένο έργο; Έχουμε άραγε να κάνουμε με ένα είδος αυτο-ψυχανάλυσης; Μια μορφή «κάθαρσης» μέσω της μνήμης όπως περνά μέσα από την κρησάρα (ή τον μύλο) της τέχνης; Η συζήτηση είναι πολύ μεγάλη, και εμάς μάς ξεπερνά.
To autofiction, τώρα, θυμίζει βέβαια την αυτοβιογραφία (την αναδιήγηση ολόκληρης της ζωής ενός ατόμου) και τα απομνημονεύματα (την περιορισμένη σε ένα συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο περιγραφή της ζωής ενός ατόμου). Αναφορικά με την πρώτη, και παρά τις μεγάλες ομοιότητες (πρώτο πρόσωπο, πραγματικά γεγονότα κλπ.), η διαφορά είναι σαφής: η αυτομυθοπλασία καταρρίπτει την προσδοκία για πραγματική πιστότητα, για απόλυτη «αλήθεια». Το ίδιο ακριβώς ισχύει και αναφορικά με τα απομνημονεύματα, που, σε αντίθεση με τις αυτοβιογραφίες, εμβαθύνουν στις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις αντιδράσεις του συγγραφέα τους (όπως δηλαδή κάνει και το autofiction). Η αυτομυθοπλασία δίνει προτεραιότητα στην πνευματική και ψυχολογική εξερεύνηση και όχι στην αυστηρή διερεύνηση πραγματικών περιστατικών.
Ν.Β.: Μολονότι οι αναγνώστες της παραδοσιακής μυθοπλασίας γνωρίζουν ότι τα αφηγούμενα δεν είναι πραγματικά, η αυτομυθοπλασία παρουσιάζεται μεν σαν μυθιστόρημα, καθώς καθετί «πρέπει» να διαβάζεται έτσι. Κάθε αφήγηση είναι κατασκευασμένη, μας λένε οι συγγραφείς τού autofiction. Όλα είναι μυθιστόρημα, λογοτεχνία, επινόηση.
Είναι κάπως παράξενο, αλλά υπήρξαν έργα αυτομυθοπλασίας πριν από την εισαγωγή του όρου το 1977 από τον Serge Doubrovsky για το βιβλίο του «Fils». Για την ακρίβεια, λέγεται ότι ο όρος «αυτομυθοπλασία» χάρισε μια ετικέτα σε μια λογοτεχνική πρακτική που αναπτυσσόταν επί αιώνες. Αίφνης, ο Προυστ με το «Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο» (μετάφραση Παύλος Α. Ζάννας, Εστία) θεωρείται μια πρώιμη εκδοχή αυτομυθοπλασίας, καθώς περιέχει πολλές λεπτομέρειες και χαρακτήρες από τη ζωή του ίδιου του συγγραφέα, ανακατεμένα όμως με μυθοπλαστικές παρεκβάσεις. Ίσως το πιο φημισμένο σύγχρονο έργο αυτομυθοπλασίας είναι το εξάτομο «Ο αγώνας μου» του Καρλ Ούβε Κνάουσγκορντ (μετάφραση Σωτήρης Σουλιώτης, Καστανιώτης), μια «αδιαμεσολάβητη απεικόνιση της πραγματικότητας». H τριλογία της Rachel Cusk («Περίγραμμα», «Μετάβαση», «Κύδος», μετάφραση Αθηνά Δημητριάδου, Gutenberg) είναι άλλο ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού τού δυναμικά εξελισσόμενου λογοτεχνικού υβριδίου.
Διαβάζουμε πως με την αυτομυθοπλασία οι συγγραφείς μπορούν να επεξεργαστούν προσωπικά τραύματα ή σύνθετα συναισθήματα μετατρέποντάς τα σε αφηγηματική μορφή, ενώ το είδος μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για την αφήγηση ιστορικών περιστατικών που αφορούν την κοινότητα κάποιου, λειτουργώντας έτσι σαν ένα ισχυρό εργαλείο για την εξερεύνηση της συλλογικής μνήμης, του ιστορικού τραύματος και των κοινωνικοπολιτικών ζητημάτων υπό το πρίσμα της ατομικής εμπειρίας.
Πράγμα που μας οδηγεί σε μια άλλη σκέψη: το Facebook (και οι άλλες πλατφόρμες, αλλά κυρίως το Facebook) είναι το μεγάλο βιβλίο συλλογικής αυτομυθοπλασίας.
Αρκεί να αναλογιστούμε όλα αυτά τα «βιωματικά ποστ». Αυτή τη μάστιγα.
* * *
ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΜΕ ΤΗΝ Ψ
Η κλινική ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια και ομαδική αναλύτρια Σουζάνα Παπαφάγου κάθε εβδομάδα μιλά στο Ημερολόγιο για έναν φόβο μας, ένα πρόβλημα, κάτι που μας τρώει και μας ταλαιπωρεί — και πώς μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε. Σήμερα: η ανάγκη για αυθεντικότητα.
Το ακούω όλο και πιο συχνά τελευταία: «Δεν θέλω να φαίνομαι αδύναμος», «Προσπαθώ να μην επηρεάζομαι», «Κρατάω τα συναισθήματά μου για μένα». Πολλοί ενήλικες, συχνά επιτυχημένοι, ευφυείς, με χιούμορ, μου μιλούν για μια κούραση που δεν φαίνεται: την εξάντληση του να φαίνεσαι cool.
Δεν πρόκειται για μια φάση τύπου: «Δες το χαλαρά», πρόκειται για μια προσπάθεια να μη σε διαβάσουν. Να μη δουν πού πονάς, τι χρειάζεσαι, τι φοβάσαι. Μια ψευδαίσθηση αυτάρκειας που μοιάζει εντυπωσιακή, αλλά εσωτερικά δημιουργεί αποσύνδεση — πρώτα από τον εαυτό μας, μετά από τους άλλους.
Η απάθεια, όταν γίνεται μόνιμη στάση ζωής, λειτουργεί σαν συναισθηματική πανοπλία. Μπορεί να σε προστατέψει από την έκθεση, από την απόρριψη, από την απογοήτευση. Ταυτόχρονα, όμως, εμποδίζει τη σύνδεση, την αυθεντικότητα, την εγγύτητα. Γιατί, δυστυχώς, δεν μπορείς να επιλέξεις ποια συναισθήματα θα νιώσεις και ποια όχι. Όταν μπλοκάρεις τα «αρνητικά», μπλοκάρεις και τα «θετικά».
Το τίμημα; Μια σιωπηλή εσωτερική απομόνωση. Οι σχέσεις γίνονται πιο επιφανειακές. Οι στιγμές λιγότερο ζωντανές. Ο εαυτός μας πιο μακρινός.
Δεν γράφω για να πείσω κανέναν να «γίνει ευάλωτος» εν μια νυκτί. Αλλά ίσως αξίζει να ρωτήσουμε τον εαυτό μας: Μήπως το «δεν με νοιάζει» είναι απλώς ο τρόπος μου να προστατεύσω κάτι που στην πραγματικότητα με νοιάζει πάρα πολύ; Και μήπως, αν κουράστηκα να φαίνομαι cool, είναι γιατί ήρθε η ώρα να αντέξω να είμαι αυθεντικός;
* * *
ΣΥΜΒΟΛΗ ΙΑΤΡΟΥ
Ο Στέλιος Ιατρού, ιστορικός από τη Θεσσαλονίκη, γράφει στο Ημερολόγιο για να βρίσκει αφορμές να χρονοτριβεί και ν’ αναβάλλει την παράδοση των εργασιών του. Σήμερα: Πόλεμος με κάθε αφορμή (όσο γελοία κι αν είναι).
Καρπούζια απ’ το Κρεμλίνο
Η συζήτηση που διακινήθηκε για μερικά εικοσιτετράωρα στα σόσιαλ περί δήθεν ουκρανικής βαθμολογικής αχαριστίας έναντι της πατρίδας μας στην πρόσφατη Eurovision θα ήταν από πρώτη και πολλοστή όψη ευτράπελη και άξια απόρριψης οποιασδήποτε σκέψης για περαιτέρω πραγμάτευση.
Μια τέτοια αντιμετώπιση θα ήταν βλαβερή, αν ακούσουμε τους πολιτικούς επιστήμονες, τους κοινωνικούς, και τους σχετικούς με την επικοινωνία, διότι το πράγμα αυτό, η διακινούμενη δηλαδή συζήτηση, εκδηλώθηκε, υπήρξε, κατέγραψε πορεία που για λίγο γέμισε έναν χώρο, γνώρισε τέλος πάντων διάδοση ανάμεσα στα ανθρώπινα δίκτυα, και κάθε πράγμα που περνάει μέσα στη δημόσια συζήτηση κάτι προσθέτει μαζί με άλλα όμοια και παρόμοια, ώστε ακόμα κι όταν το ίδιο παρέλθει μεμονωμένα, αφήνει πίσω του αποτελέσματα που δεν παρέρχονται, γιατί εκείνα διαρκώς οικοδομούνται σε σύνολο σαν τουβλάκια LEGO, και ενισχύονται από την ακολουθία των παρόμοιων πραγμάτων που διαδέχονται το ένα το άλλο, κατατείνοντας όλα τους διαχρονικά στην εξυπηρέτηση κάποιας προτεραιότητας με αξία για μια κοινότητα ανθρώπων που μοιράζεται ένα συγκεκριμένο φρόνημα και μια συγκεκριμένη τοποθέτηση απέναντι στα πράγματα.
Does this sound too hard to unpack? I think not.
Η εκδήλωση του ειδάλλως ευτράπελου αυτού πράγματος αμέσως φανερώνει τη ζωηρή ύπαρξη όχι μονάχα μιας ήδη γνωστής από άλλες αφορμές κοινότητας προσώπων που καθημερινά ψάχνουν ευκαιρίες να δηλητηριάσουν τον δημόσιο λόγο με κατακρίσεις για τον ουκρανικό λαό και αγώνα, όσο ελάχιστη κι αν είναι η αφορμή που κάθε φορά παρέχεται —ή συχνότερα πλάθεται απ’ το μηδέν—, και όσο σαθρός κι αν είναι ο συλλογισμός που ορθώνεται.
Δεν μας απασχολεί πια να διαπιστώσουμε εάν υπάρχει αυτή η κοινότητα ή όχι, η δε εξέταση των συναφών ερωτημάτων δεν ωφελεί να εξαντλείται στη διαπίστωση της ύπαρξής της και στην απόρριψη των δράσεών της ως ανάξιων λόγου.
Όταν κάτι υπάρχει οφείλουμε να το εξετάζουμε με όλα τα ερωτήματα. Είναι ολωσδιόλου άξιο λόγου.
Διότι επιπλέον της ύπαρξής της και κρισιμότερα, το πράγμα τούτο μάς φανερώνει πως αυτή η κοινότητα δοκιμάζει διαρκώς και ακάματα τα όρια του εμβαδού που κατέχει μέσα στον δημόσιο λόγο, διεκδικώντας να καταστεί νόρμα ή, ακόμη ακριβέστερα, κυρίαρχη νόρμα ανάμεσα στις ανταγωνιστικές της μα λιγότερο θορυβώδεις, ή να παραμείνει τέτοια κρατούσα νόρμα εντός του πλαισίου τού διαδικτυακά διακινούμενου λόγου και προβληματισμού.
Κάτι ακόμα που οφείλουμε να κατανοήσουμε για τους υβριδικούς πολέμους: ένα μέρος των δράσεών τους αποσκοπεί στη διάπλαση φρονήματος ή στη λεηλασία του φρονήματος ενός ειδάλλως ανοχύρωτου πληθυσμού —για να θυμηθώ εδώ μια φράση του αείμνηστου δασκάλου μου, Γιάννη Κολιόπουλου— διότι ακόμα κι όταν ένας πληθυσμός αγνοεί πως συγκροτεί κοινότητα που οφείλει να διαλέξει πλευρά έναντι των μεγάλων διλημμάτων του καιρού της, ο εχθρός με τη δολία πρόθεση ήδη τον βλέπει σαν κοινότητα προσφερόμενη για τους δικούς του σκοπούς, τοσούτον μάλιστα προσφορότερη ακριβώς γιατί δεν βλέπει τον εαυτό της ως τέτοια, και δεν δίνει αξία στην προστασία κάποιου άυλου περιουσιακού στοιχείου που αγνοεί πως κατέχει ή πως έχει εγγενώς αξία: το φρόνημά της, τον κόσμο των ιδεών της που ορίζουν μέρος της ταυτότητάς της.
Ακόμα κι όταν νομίζουμε πως κάτι που διαθέτουμε έχει χαμηλή αξία ή και καθόλου, ώστε να μην ασχοληθούμε εμείς με την καλλιέργεια και προστασία του, ωφελεί να κατανοήσουμε πως αντιθέτως διαθέτει τη μείζονα αξία ενός απαραίτητου εργαλείου στο πλαίσιο των σχεδίων κάποιου άλλου, από τη στιγμή που αυτός ο κάποιος ανταγωνιστής ή εχθρός διακρίνει σε αυτό τόση αξία ώστε να ασχοληθεί μαζί του, εν προκειμένω να διαμορφώσει τον κόσμο των αντιλήψεών μας απέναντι στους Ουκρανούς μετερχόμενος το λεξιλόγιο που γνωρίζει πως θα πατήσει όλα τα κουμπιά τού αυτάρεσκα ανασφαλούς, εθνικού ναρκισσισμού μας ουρλιάζοντας περί αχαριστίας.
Και μολονότι μία ψηφίδα κωμικού θορύβου τριών ημερών από μόνη της δεν παρέχει με ευκρίνεια τη μεγάλη εικόνα, ωφελεί να γίνει κατανοητό πως ως ψηφίδα αυτομάτως παραπέμπει με τον μικροσκοπικό της και ασήμαντο τρόπο στη μεγάλη εικόνα που συνθέτουν πολλές άλλες ψηφίδες σαν κι αυτήν, μεμονωμένα ασήμαντες, που συνολικά όμως αποκτούν σημασία για κείνον που καταγίνεται να τη συνθέσει χρόνια τώρα.
Κάτι ακόμα: κωμικού θορύβου για ποιον; Διότι για την κοινότητα που ζει και αναπνέει με τέτοιες αντιλήψεις μια τέτοια συζήτηση δεν είναι καθόλου κωμική. Έρχεται στην ώρα της, μπαίνει στην τακτική ακολουθία πίσω από άλλες, και επιβεβαιώνει όσα ήδη γνωρίζει η κοινότητα ως αναντίρρητες αλήθειες που εξηγούν την πραγματικότητα έγκυρα για κείνην και μοναδικά.
Όταν μιλάμε για κοινότητες φρονήματος, συναισθήματος ή πάθους, κοσμοθεώρησης, πίστης, συνείδησης έθνους, κ.τ.ό., δύο διεργασίες συμβαίνουν ταυτόχρονα: η εσωτερικά συνεκτική συγκρότησή τους τις περιχαρακώνει την ίδια στιγμή από άλλες γύρω τους, με όρια που αποσκοπούν στην ελαχιστοποίηση μιας ώσμωσης που θα τις διέλυε, ή μιας αλληλοπεριχώρησης με άλλες που θα ανέτρεπε τη συγκρότηση της κοινότητας, παρεκτός εάν θα την ενίσχυε, αν οι αλληλοπεριχωρούμενες κοινότητες μοιράζονταν συνεργικές αντιλήψεις.
Επιπλέον, όταν συγκροτείται ένα σύνολο, βλ. εδώ κοινότητα, κληρονομεί την κατάρα κάθε συνόλου: την εντροπία, που είναι η εγγενής τάση κάθε συνόλου να οδηγηθεί στο αναπόδραστο θερμικό του τέλος εάν μια επιστασία δεν αναλάβει το έργο να τροφοδοτεί διαρκώς το σύνολο αυτό με ενέργεια και να διορθώνει τις εσωτερικές βλάβες που προκύπτουν, παρατείνοντας την εύρυθμη λειτουργία του, παναπεί τη λειτουργία που εξυπηρετεί τις προθέσεις πίσω από τη συγκρότησή του.
Επομένως, κάτι άλλο που διαπιστώνουμε είναι πως και με αυτήν τη φαινομενικά ασήμαντη [καθότι κωμική] τροφοδοσία που παρέσχε η ολιγοήμερη περί ουκρανικής αχαριστίας σοσιαλμιντιακή συζήτηση αχνοφάνηκε το ειδάλλως αόρατο χέρι της επιστασίας που μοχθεί προκειμένου η εγχώρια κοινότητα των τέτοιων αντιλήψεων να παραμείνει ζωηρή και συγκροτημένη και με τις ίδιες αντιλήψεις, που θα ατονούσαν διαλυτικά με τον χρόνο, εάν αφήνονταν δίχως καθοδήγηση και επιβεβαιωτική τροφοδοσία.
Με άλλα λόγια, όταν βλέπουμε ένα καρπούζι, δεν είναι απλά ένα καρπούζι. Είναι ένα τεκμήριο που μαρτυρεί για έναν εύφορο αγρό κάπου εκεί έξω, που τον καλλιεργεί επιμελώς για το κέρδος του ένας αγρότης, προκειμένου να παράξει ένα αγαθό κάποιας αξίας, που θα το προσφέρει σε ένα αγοραστικό κοινό, ικανοποιώντας μία ζήτηση που υπάρχει για τέτοια προϊόντα.
Περιγράφω μιαν οικονομία σχέσεων, την οποία μπορούμε να ανιχνεύσουμε σχετικά εύκολα παρακολουθώντας το είδος, τον όγκο, και την ποιότητα των αγαθών που μια κοινότητα διψάει να παραλάβει με τακτική συχνότητα μέσα από διαύλους και μεταπράτες που εμπιστεύεται.
Και τότε τίθεται η δέσμη ερωτημάτων: ένα τέτοιο εμπόριο ιδεών, αντιλήψεων, ρητορικής, τίνος άραγε τις προτεραιότητες εξυπηρετεί, ποιον ωφελεί, σε ποιον είναι απαραίτητο, σε ποιο ευρύτερο πλαίσιο εγγράφεται, τι λογής αποτελέσματα επιτρέπει, διευκολύνει και εξασφαλίζει η διακίνησή του, και τι άλλο, ανταγωνιστικό, εκείνο επιχειρεί να εκτοπίσει, όταν διεκδικεί να επικρατήσει μέσα στο τοπίο των δημόσιων λειτουργιών και σκέψεων.
Όχι, τίποτα που υπάρχει δεν είναι τόσο ασήμαντο ώστε να αφορίζεται έξω από τα περιθώρια της εξέτασής μας, επειδή συγκριτικά με άλλα, σπουδαία και θεαματικά, αυτό το δόλιο χωράει μέσα σε ένα τρυβλίο Πέτρι. Ο Αλέξανδρος Φλέμινγκ θα είχε κάτι να πει γι’ αυτό.
* * *
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
Caleb Azumah Nelson, «Μικροί κόσμοι» (μετάφραση Αλέξης Καλοφωλιάς, Εκδόσεις Μεταίχμιο)
Πολύ ωραίο, ξεχωριστό βιβλίο. Κουβαλάει έναν αέρα φρεσκάδας και πρωτοτυπίας. Ο συγγραφέας έρχεται από την Γκάνα και, μιλώντας για την οικογένεια, τη συμπόνια και τη χαρά, σαρώνει τα λογοτεχνικά βραβεία. Μια ιστορία ενηλικίωσης και συμφιλίωσης με το παρελθόν. Δύσκολα θέματα, που όμως βρίσκουν τρόπους να σε αγγίξουν βαθιά. Όσοι αγαπούν τη μουσική θα απολαύσουν ακόμη περισσότερο αυτό το μυθιστόρημα. Έξοχο γράψιμο, συγκίνηση, και ένα ταλέντο που ξεχωρίζει και λάμπει χωρίς να το κραυγάζει.
- Διαβάστε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από το βιβλίο:
«Πλιάτσικο! Μιλάνε για πλιάτσικο! Κανείς δεν κλέβει ρύζι αν δεν πεινάει». Άλλη μια γουλιά, αυτή την απολαμβάνει. «Αυτά τα παιδιά τα στοιχειώνει η ιστορία, έτσι βγαίνουν έξω στους δρόμους, για να στοιχειώσουν με τη σειρά τους την πόλη. Είμαστε όλοι στοιχειωμένοι με κάποιον τρόπο. Όλες οι χορευτικές κινήσεις μου είναι των πατεράδων μου. Ξέρω πως κάθε φορά που παίζεις τρομπέτα, κάθε νότα κουβαλάει μαζί της όλες όσες έχουν παιχτεί. Καταλαβαίνεις τι συμβαίνει, παρακολουθούμε αυτό που συμβαίνει όταν ένα σόλο σωπαίνει. Η μελωδία φουσκώνει και βγαίνει μπροστά. Έχω ξαναβρεθεί εδώ». Μετράει με τα δάχτυλά του. «Μπρίξτον, το ’81 και το ’85 και το ’95, όταν ο πατέρας σου κι εγώ ήμασταν στη γύρα». Εκπλήσσομαι που το ακούω αυτό, κι έπειτα νιώθω ένοχος που δεν έχω πει στον θείο Τ ότι έφυγα απ’ το σπίτι. «Το άκουσα. Δεν σε κρίνω. Μερικές φορές πρέπει να χαράξεις τον δικό σου δρόμο». Ένα θλιμμένο χαμόγελο στο πρόσωπό του. «Συνήθως, μετά από κάτι τέτοιο, προσπαθούν να μας εξαφανίσουν, ως διά μαγείας. Μας κλειδώνουν πίσω από πόρτες που ανοίγουν μόνο προς τα μέσα. Όμως, βλέπεις πώς νιώθεις τώρα; Δεν πρέπει να το αφήσεις να φύγει, με ακούς;
- Νά και το οπισθόφυλλο:
Το μόνο πράγμα που μπορεί να λύσει τα προβλήματα του Στίβεν είναι ο χορός. Χορεύει με την καλύτερή του φίλη Ντελ στο σαλόνι, σιγοτραγουδάνε χαρούμενα, τόσο κοντά που τα κεφάλια τους σχεδόν ακουμπάνε. Χορεύει μόνος του στο σπίτι, με τους δίσκους του πατέρα του, ανακαλύπτοντας τα θραύσματα ενός ανθρώπου που δεν γνώρισε ποτέ πραγματικά. Ο Στίβεν ξέρει ποιος είναι πραγματικά μόνο μέσα από τη μουσική. Τι γίνεται όμως όταν ο ήχος της αρχίζει να χαμηλώνει και να χάνεται; Όταν ο πατέρας του μιλάει για ντροπή και θυσίες, όταν το σπίτι του δεν είναι πια δικό του; Πώς θα βρει χώρο για τον εαυτό του, ένα μέρος όπου θα νιώσει όμορφος, ένα μέρος όπου ίσως καταφέρει να νιώσει ελεύθερος; Τρία καλοκαίρια στη ζωή του Στίβεν. Από το Λονδίνο στην Γκάνα, και πάλι πίσω. Ένα συναρπαστικό και συγκινητικό μυθιστόρημα για τους κόσμους που χτίζουμε για τον εαυτό μας, τους μικρούς κόσμους μέσα στους οποίους ζούμε, χορεύουμε και αγαπάμε.
- Και ένα μικρό βιογραφικό του συγγραφέα:
Ο Caleb Azumah Nelson (Κάλεμπ Αζουμά Νέλσον, γ. 1993) είναι Βρετανο-γκανέζος συγγραφέας και φωτογράφος. Ζει στο Λονδίνο. Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στο Litro, ενώ ήταν στη βραχεία λίστα για το BBC National Short Story Award 2020 με το διήγημα «Pray» και επελέγη ως ένας από τους 10 καλύτερους πρωτοεμφανιζόμενους μυθιστοριογράφους του 2021 από τον Observer. Για την «Ανοιχτή θάλασσα» κέρδισε το βραβείο Costa 2021, το βραβείο Dylan Thomas και ήταν υποψήφιος για το National Book Award. Το μυθιστόρημα «Μικροί κόσμοι» βρέθηκε στη βραχεία λίστα του Orwell Prize for Political Fiction 2023.
Βρείτε το στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς σας, ή όπου αλλού σάς αρέσει να προμηθεύεστε τα βιβλία σας.
* * *
Το Ημερολόγιο κυκλοφορεί τρεις φορές την εβδομάδα: κάθε Σάββατο, κάθε Κυριακή, και κάθε Τετάρτη. Στείλτε μας μέιλ αν θέλετε να μας πείτε ή να μας ρωτήσετε κάτι — οτιδήποτε. Σας ευχαριστούμε πολύ.
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Όσα είπαμε με έναν από τους πιο επιδραστικούς στοχαστές της εποχής μας
Ο τόμος προς τιμήν του σε επιμέλεια των πανεπιστημιακών καθηγητών Burkhard Fehr και Παναγιώτη Ροϊλού
Ποτέ δεν με απογοήτευσε αυτός ο Εβραίος συγγραφέας από την Πολωνία, που το 1978 πήρε το Νόμπελ Λογοτεχνίας
Δεν πρόκειται για μια αυστηρή πραγματεία, αλλά για ένα βιβλίο που μετατρέπει τη σύνθετη διαδικασία της αγοράς κατοικίας σε ανθρώπινη κουβέντα.
Από τις Εκδόσεις Βακχικόν, σε μετάφραση Σωτήρη Μηνά
Ένα μυθιστόρημα για όλους όσοι ζουν «σημαδεμένοι» — από την εμφάνιση, από το παρελθόν, από τις συνθήκες
Το Βιβλίο της Ημέρας, από τις Εκδόσεις Gutenberg
Με αφορμή το βιβλίο «Με τη δική σου ματιά μονάχα», η συγγραφέας μιλά αποκλειστικά στην Athens Voice για την πρόκληση να μετατρέψει την κρυφή ζωή της Μάιερ σε μια δυνατή μυθοπλαστική αφήγηση
Το δοκίμιο της συγγραφέα και ιστορικού που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη
Το Βιβλίο της Ημέρας, από τις Εκδόσεις Bell
H συλλογή διηγημάτων «Ουμπίκικους» του Γιώργου Τσακνιά (192 σελίδες, Εκδόσεις Κίχλη), κυκλοφορεί στις 5 Δεκεμβρίου
Η τιμητική εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί την Τρίτη, 9 Δεκεμβρίου 2025
Η συλλογή διηγημάτων «Οι Αόρατοι της Γης» είναι το αποτέλεσμα του δημιουργικού διαλόγου των συγγραφέων με ένα έργο της ομότιτλης έκθεσης της Σμαρώς Τζενανίδου
Ο συγγραφέας και μεταφραστής μιλά για το νέο του μεταφραστικό έργο, τη συλλογή του Γεωργιανού συγγραφέα Έρλομ Αχβλεντιάνι «Ο άντρας που έχασε τα λογικά του», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν.
Το «Last Rites» είναι το βιβλίο που έγραψε ο Όζι λίγο πριν φύγει από τη ζωή
Από ένα δάνειο 70.000 λιρών σε πέντε Νόμπελ Λογοτεχνίας
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.