Κοσμος

Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος: Μια μεγάλη συζήτηση για την Ιστορία

Μια συζήτηση με τον νέο Πρόεδρο του Παρατηρητηρίου για τη Διδασκαλία της Ιστορίας στην Ευρώπη

kyriakos_1.jpg
Κυριάκος Αθανασιάδης
15’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος

Όψεις της πόλης, αναμνήσεις, πράγματα που συνέβησαν παλιά, και πράγματα που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας: Ημερολογιακές καταχωρίσεις για κάθε χρήση

Ο Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος είναι Καθηγητής Σύγχρονης Πολιτικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, Πρόεδρος του Παρατηρητηρίου για τη Διδασκαλία της Ιστορίας στο Συμβούλιο της Ευρώπης, Πρόεδρος της εφορείας των Γενικών Αρχείων του Κράτους, Γραμματέας Σύνταξης της «Νέας Εστίας», συγγραφέας και αρθρογράφος. Με αφορμή την ανάληψη των καθηκόντων του στο Παρατηρητήριο, συζητάμε σήμερα μαζί του —σε αυτό το κατ’ ανάγκην μονοθεματικό Ημερολόγιο— για θέματα που μας αφορούν όλους. Τον ευχαριστούμε θερμά για τον χρόνο του.

* * *

Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος: Μία μεγάλη συζήτηση για την Ιστορία
Η εικόνα είναι φτιαγμένη με το πρόγραμμα Copilot.

K.A.: Ποιος είναι ο κύριος σκοπός της διδασκαλίας της ιστορίας;
Δ.Σ.: Οι ιστορικοί έχουμε την τάση να λέμε (με ολίγον μπλαζέ ύφος, πάντα) ότι η επιστήμη της Ιστορίας δεν έχει σκοπό να διδάξει τίποτε. Ότι αποτελεί απλώς δροσερό νεράκι για να ξεδιψάμε από τα υπαρξιακά μας άγχη. Αν και πράγματι σκοπός της ιστοριογραφίας δεν είναι η κατήχηση (και ακόμη λιγότερο η εθνική κατήχηση), ωστόσο είναι δεδομένο ότι οι κοινωνίες δεν διαθέτουν πολλά άλλα εργαλεία προσανατολισμού στον κόσμο από το ιστορικό παρελθόν. Το μέλλον δεν μπορούμε προφανώς να το γνωρίζουμε, ενώ το παρόν είναι πάντοτε πολύ ρευστό και ευμετάβλητο. Με άλλα λόγια, το μόνο σταθερό έδαφος που διαθέτουμε για να κατανοήσουμε εν μέρει αυτό που ζούμε, και για να οργανώσουμε αυτό που έρχεται, είναι η εμπειρία μας από το παρελθόν. Φυσικά, όπως λέει ο Ηράκλειτος, δεν μπορούμε ποτέ να μπούμε στο ίδιο ποτάμι δύο φορές, και οι αναλογίες τού εκάστοτε παρόντος με το παρελθόν είναι πάντοτε περιορισμένες. Αλλά το παρελθόν μπορεί να μας παράσχει πρότυπα, μπορεί να μας δείξει πού διατηρούνται οι ιστορικές συνέχειες διαφόρων φαινομένων ή πού διακόπτονται από ασυνέχειες, και τέλος μπορεί να μας θυμίσει ότι είμαστε όλοι παιδιά της ιστορίας, παιδιά δηλαδή αποκλειστικά της δικής μας εποχής που όμως κάπως συνδέεται με τις προηγούμενες και κάτι θα αφήσει στις επόμενες.

Με άλλα λόγια, το μόνο σταθερό έδαφος που διαθέτουμε για να κατανοήσουμε εν μέρει αυτό που ζούμε, και για να οργανώσουμε αυτό που έρχεται, είναι η εμπειρία μας από το παρελθόν

Συνεπώς, αυτή η κατανόηση μας φέρνει αναγκαστικά ενώπιον των ευθυνών μας και μας δείχνει ότι είμαστε μέλη ενός πολύ μεγαλύτερου συνόλου που ονομάζεται “ανθρώπινη κοινότητα”. Η ιστορία εντέλει μας μαθαίνει την περιπλοκότητα και τη σχετικότητα των αιτιών, βοηθάει στη συνειδητοποίηση ότι βαδίζουμε μονίμως σε ένα τοπίο αβεβαιότητας καθώς δεν υπάρχει δυνατότητα ασφαλούς πρόβλεψης του μέλλοντος, και ότι οι ανθρώπινοι πολιτισμοί μοιράζονται ομοιότητες και διαφορές διότι ο άνθρωπος κρατά μεν απαράλλακτη τη βαθύτερη ουσία του, αλλά ταυτόχρονα εξελίσσει τις πρακτικές του και τα νοήματά του μέσα στον χρόνο. Είχα επισκεφθεί τις προάλλες ένα αρχαιολογικό μουσείο και θαύμαζα τα διασωθέντα εργαλεία καλλωπισμού που χρησιμοποιούσαν γυναίκες και άντρες χιλιάδες χρόνια πριν, τα οποία δεν έχουν αλλάξει ιδιαίτερα μέχρι σήμερα, όπως ούτε η ανάγκη τους να νιώθουν ωραίοι. Εκείνο που αλλάζει διαρκώς όμως ανά εποχή είναι η έννοια του Ωραίου, και αυτό είναι συναρπαστικό να το διαπιστώνει κανείς.

Είχα επισκεφθεί τις προάλλες ένα αρχαιολογικό μουσείο και θαύμαζα τα διασωθέντα εργαλεία καλλωπισμού που χρησιμοποιούσαν γυναίκες και άντρες χιλιάδες χρόνια πριν, τα οποία δεν έχουν αλλάξει ιδιαίτερα μέχρι σήμερα, όπως ούτε η ανάγκη τους να νιώθουν ωραίοι

K.A.: Μπορεί η διδασκαλία της ιστορίας να συμβάλει στην παγκόσμια ειρήνη; Γενικά είναι μάλλον σαφές ότι συμβαίνει το αντίθετο. Είναι έτσι τα πράγματα;
Δ.Σ.: Το έχει ήδη κάνει, αν μη τι άλλο, στην περίπτωση της Ευρώπης. Μετά από ένα απολύτως καταστροφικό πρώτο μισό του 20ού αιώνα, η ευρωπαϊκή ήπειρος πέτυχε να ζήσει σχεδόν 80 χρόνια χωρίς πόλεμο στο έδαφός της, αν εξαιρεθεί ο εμφύλιος στη Γιουγκοσλαβία και ο σύντομος πόλεμος στην Κύπρο το 1974. Το ότι ο Ψυχρός Πόλεμος δεν εξελίχθηκε ποτέ σε θερμό, τουλάχιστον στη δική της επικράτεια, είχε ακριβώς να κάνει και με τις αιματηρές μνήμες και τις πολύ σκληρές εμπειρίες των δύο παγκοσμίων πολέμων που υπήρξαν οι χειρότεροι στην ιστορία της ανθρωπότητας και άφησαν κατεστραμμένη τη Γηραιά Ήπειρο. Αυτός ήταν ο λόγος άλλωστε που η Ευρώπη δεν επιδίωξε συνειδητά να γίνει ξανά στρατιωτική υπερδύναμη και να επενδύσει σε ένα κυνήγι εξοπλισμών, αλλά αντιθέτως έριξε όλες τις δυνάμεις της στο ενωσιακό εγχείρημα που παρά τις δυσκολίες και τις καθυστερήσεις συνεχίζει να προχωρά διαμορφώνοντας έναν ενιαίο οικονομικό και πολιτικό χώρο, που θα έλεγα ότι αποτελεί το ποιοτικότερο, δημοκρατικότερο και ασφαλέστερο μέρος για να ζει κανείς στον πλανήτη. Η εισβολή ωστόσο της Ρωσίας στην Ουκρανία μάς θύμισε ότι ενίοτε για να προστατεύσεις την ειρήνη μπορεί να χρειάζεται να προετοιμάζεσαι για πόλεμο. Η πρόθεση των ευρωπαϊκών κρατών να επανεξοπλιστούν δεν εκκινεί από ιμπεριαλιστικές φαντασιώσεις όπως του Πούτιν, ούτε από επιδιώξεις παγκόσμιας ηγεμονίας όπως των ΗΠΑ κάποτε, αλλά από το γεγονός ότι η Ρωσία έχει ακριβώς ξεχάσει ποιες είναι οι σύγχρονες ευρωπαϊκές αξίες της δημοκρατίας, της ειρήνης και της ανεκτικότητας, απειλώντας τες ευθέως και απρόκλητα. Και πρέπει να την κάνουμε να κατανοήσει ότι αυτό δεν πρόκειται ποτέ να γίνει ανεκτό από την Ε.Ε.

Η εισβολή ωστόσο της Ρωσίας στην Ουκρανία μάς θύμισε ότι ενίοτε για να προστατεύσεις την ειρήνη μπορεί να χρειάζεται να προετοιμάζεσαι για πόλεμο

K.A.: Σε τι βαθμό μπορεί μία χώρα να διαστρεβλώσει την ιστορία διδάσκοντάς την;
Δ.Σ.: Σε απόλυτο, υπό ορισμένες συνθήκες! Αυτό είναι συνήθως χαρακτηριστικό των αυταρχικών καθεστώτων (όπως π.χ. της Ρωσίας, του Ιράν ή της Κίνας σήμερα) τα οποία αφενός επιδιώκουν πάντα τον έλεγχο των μυαλών των ανθρώπων, αφετέρου προσπαθούν να δίνουν μια εικόνα μεγαλείου για το εθνικό τους παρελθόν, με όχημα την πατριδοκαπηλία. Και έτσι η διδασκαλία της ιστορίας μετατρέπεται σε προνομιακό πεδίο πλύσης εγκεφάλου. Η ορθή διδασκαλία της Ιστορίας προϋποθέτει γενικώς την εμπέδωση των δημοκρατικών αρχών σε μια πολιτεία και στα σχολεία της. Μόνο σε ένα δημοκρατικό περιβάλλον θα μπορέσουν να βρουν χώρο οι ιστορίες και οι φωνές των αδύναμων, τα εθνικά λάθη, η συμπεριληπτικότητα στον τρόπο που αφηγούμαστε το παρελθόν ή ο σεβασμός στις ιστορίες των γειτονικών λαών.

K.A.: Είναι τα εγχειρίδια της ιστορίας εξ ορισμού επικεντρωμένα στη διδασκαλία ενός καθαρά εθνοκεντρικού αφηγήματος; Μπορεί να υπάρξει ιστορικό διδακτικό βιβλίο που να ασκεί κάποιου είδους κριτική σε παρελθούσες εκδοχές του κράτους και των επιλογών του; Ας πούμε, για την ελληνική περίπτωση: Άλωση, Μεγάλη Ιδέα, Κυπριακό.
Δ.Σ.: Είναι προφανώς αναμενόμενο ένα σχολικό εγχειρίδιο να έχει στο επίκεντρό του την πορεία του έθνους στον χρόνο. Είναι επίσης αναμενόμενο και θα έλεγα χρήσιμο να αναδεικνύει και τους εθνικούς θριάμβους και όλες εκείνες τις κοινές μνήμες που συνέβαλαν στην οικοδόμηση της εθνικής ταυτότητας. Αρκεί να μη γίνεται φυσικά με όρους άκριτης κατήχησης. Τα παιδιά πρέπει, πάντως, να αποκτούν συναίσθηση του ανήκειν σε κάτι ευρύτερο, που συγκροτήθηκε όπως συγκροτήθηκε, μέσα από τη διαδρομή της κοινότητας αυτής σε δεδομένο χρόνο και στον συγκεκριμένο τόπο. Από την άλλη, πρέπει επίσης να τους βοηθάμε να κατανοούν ότι αυτή η διαδρομή δεν ήταν ενιαία και παρόμοια για όλους, ότι υπήρχαν και μεγάλες συλλογικές αποτυχίες που οφείλονταν σε κάποιες συγκεκριμένες αιτίες, ότι υπήρχαν επίσης ομάδες του πληθυσμού που υφίσταντο αποκλεισμούς από το εθνικό σώμα για ποικίλους λόγους, ότι υπάρχουν και γειτονικοί λαοί που έχουν δικαίωμα όπως κι εμείς να διαμορφώνουν τις δικές τους ιστορικές αφηγήσεις και ότι συχνά άλλωστε το παρελθόν αυτό είναι σε πολλά κοινό, ιδίως πριν ανακύψουν τα εθνικά κράτη, έστω κι αν συμπεριλαμβάνει και τραυματικές κληρονομιές.

Στον 20ό αιώνα δυστυχώς έγιναν γενοκτονίες και εθνοκαθάρσεις τέτοιες έκτασης που δεν έχουν προηγούμενο στην ανθρώπινη ιστορία. Και αυτά δεν μπορεί να αποκρύπτονται.

K.A.: Αναφορικά με την Ευρώπη, πόση σημασία δίνεται στην ένταξη κάθε τόπου στον ευρωπαϊκό κορμό; Ποια χώρα είναι πρωταθλήτρια στη διδασκαλία περί εθνικής υπερηφάνειας, και σε ποια γίνεται περισσότερος λόγος και για την ευρωπαϊκή της ταυτότητα; Και πού βρίσκεται η Ελλάδα σε αυτό τον άξονα;
Δ.Σ.: Εξαιτίας, ορισμένες φορές, ενός υπερβάλλοντος εθνοκεντρισμού, δεν νομίζω ότι έχει αναδειχθεί επαρκώς στα σχολικά εγχειρίδια των εθνικών κρατών της ηπείρου η κοινή ευρωπαϊκή κληρονομιά και η διαδικασία συγκρότησης της σύγχρονης ευρωπαϊκής ταυτότητας. Η Γαλλία και η Γερμανία έχουν προσπαθήσει περισσότερο σε αυτή την ανάδειξη λόγω τού πολύ αιματηρού ανταγωνισμού τους τον 19ο και το πρώτο μισό του 20ού αιώνα αλλά και λόγω του βεβαρημένου παρελθόντος ιδίως της Γερμανίας. Οπότε και προσπάθησαν περισσότερο προκειμένου να βρουν τρόπους δημιουργικής συνομιλίας αναφορικά με το κοινό τους παρελθόν. Το γεγονός ότι σήμερα αποτελούν μαζί τούς δύο βασικούς πυλώνες του ενωσιακού εγχειρήματος δείχνει σε πόσα οφέλη, για όλες τις πλευρές, μπορεί να οδηγήσει η υπέρβαση των εθνικών εγωισμών. Θυμίζω ότι ο σπουδαίος Γάλλος ιστορικός Μαρκ Μπλοχ που εκτελέστηκε από τους Ναζί το 1944, πάλευε ήδη από τη δεκαετία του ’30 αλλά ακόμη και μέσα στο καμίνι του πολέμου να “συμφιλιώσει” τις δύο ιστοριογραφίες. Μόνο μεσσιανικές αντιλήψεις ισχυρίζονται ότι ένας λαός είναι “καλύτερος” από τους υπόλοιπους. Ακριβώς επειδή το ελληνικό κράτος και η εξέλιξή του τους τελευταίους δύο αιώνες αποτελεί μια ιστορία επιτυχίας συγκρινόμενο με τα υπόλοιπα της Βαλκανικής, δεν μας χρειάζονται τέτοια κόμπλεξ ανωτερότητας (ούτε και κατωτερότητας). Θέλω να πιστεύω ότι διαθέτουμε επαρκή εθνική αυτοπεποίθηση ώστε όταν κοιταζόμαστε στον καθρέφτη της ιστορίας να μπορούμε να διακρίνουμε και τις ατέλειές μας — που είναι και βασική προϋπόθεση για την αυτοβελτίωσή μας.

Μόνο μεσσιανικές αντιλήψεις ισχυρίζονται ότι ένας λαός είναι “καλύτερος” από τους υπόλοιπους

K.A.: Θα μπορούσε ποτέ να υπάρχει ένα ενιαίο εγχειρίδιο ή ένα ενιαίο πρόγραμμα διδασκαλίας της ιστορίας στις χώρες-μέλη τής ΕΕ; Ή έστω στις χώρες των Βαλκανίων;
Δ.Σ.: Τα κράτη ιδίως της Βαλκανικής επειδή ακριβώς προέκυψαν μέσα από την κοινή μήτρα της οθωμανικής αυτοκρατορίας, περιλαμβάνοντας συχνά μάλιστα πολλές μειονότητες, ήταν φυσικό να ερίζουν επάνω στο σαρκίο του “μεγάλου ασθενούς” όπως αποκαλούνταν τότε η παρακμάζουσα αυτοκρατορία. Οπότε, οι εθνικές τους ιστορίες ήταν έντονα επηρεασμένες από τον αλυτρωτισμό και τον μεγαλοϊδεατισμό. Τα καινούργια έθνη έχουν πάντα άλλωστε την υπαρξιακή ανάγκη να επενδύουν σε αφηγήματα που τονώνουν την εθνική ταυτότητα. Αλλά το πρόβλημα είναι ότι αυτό συνέβη σε μια μεγάλη γεωγραφική περιοχή όπως της Μακεδονίας, έντονης πληθυσμιακής ανομοιογένειας, με κοινότητες ανθρώπων διαφορετικών εθνοτικών καταγωγών, γλωσσών και θρησκειών. Δεν είναι τυχαίο ότι στη Γαλλία αποκαλούν “μακεδονική σαλάτα” το πιάτο εκείνο που έχει μπερδεμένα πολλά και διαφορετικά υλικά. Η κατάσταση περιπλέχθηκε ακόμη πιο πολύ μετά τη διάλυση της ενωμένης Γιουγκοσλαβίας, από όπου ξεπήδησαν νέα εθνικά κράτη με συχνά κοινές εδαφικές διεκδικήσεις και πολλές διασκορπισμένες μειονότητες. Συνεπώς, θα ήταν ουτοπικό να περιμένουμε σήμερα ένα κοινό εγχειρίδιο βαλκανικής ιστορίας.

Από την άλλη ωστόσο, βρισκόμαστε σε μια ιστορική συγκυρία που είναι πρώτιστη ανάγκη να ξαναδούμε όσα μάς ενώνουν ως Ευρωπαίους. Και μάλιστα, σε ένα πρόσφατο Ευρωβαρόμετρο, είδα με μεγάλη χαρά ότι αυτή τη στιγμή τα ποσοστά επένδυσης των Ευρωπαίων πολιτών στην ευρωπαϊκή ιδέα αγγίζουν τιμές-ρεκόρ! Η διαφαινόμενη απόσυρση του ενδιαφέροντος των ΗΠΑ από τις ευρωπαϊκές υποθέσεις και η επίθεση που δέχεται ο ευρωπαϊκός πολιτισμός από τις αυτοκρατορικές φαντασιώσεις του Πούτιν μάς υποχρεώνουν, λοιπόν, να εστιάσουμε πέραν του έθνους κράτους και σε όσα μάς έκαναν “Ευρωπαίους” μέσα στους αιώνες. Γι’ αυτό και εμείς στο Παρατηρητήριο για τη Διδασκαλία της Ιστορίας στην Ευρώπη (ΟΗΤΕ) που υπάγεται στο Συμβούλιο της Ευρώπης έχουμε σχεδιάσει ένα πρόγραμμα εκδηλώσεων και συζητήσεων την προσεχή διετία με επίκεντρο ακριβώς αυτό το ερώτημα: πώς τα σχολικά προγράμματα και εγχειρίδια θα μπορούσαν να συμβάλουν στην περαιτέρω ανάδειξη της “ευρωπαϊκής διάστασης”. Οι εκδηλώσεις θα κορυφωθούν μάλιστα σε μια μεγάλη ευρωπαϊκή συνάντηση που σχεδιάζουμε στην Αθήνα το 2026, στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, θέλοντας συμβολικά να τονίσουμε τη δημοκρατική κληρονομιά της αρχαίας Αθήνας που αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες της κοινής ευρωπαϊκής μας ταυτότητας.

Η διαφαινόμενη απόσυρση του ενδιαφέροντος των ΗΠΑ από τις ευρωπαϊκές υποθέσεις και η επίθεση που δέχεται ο ευρωπαϊκός πολιτισμός από τις αυτοκρατορικές φαντασιώσεις του Πούτιν μάς υποχρεώνουν, λοιπόν, να εστιάσουμε πέραν του έθνους κράτους και σε όσα μάς έκαναν “Ευρωπαίους” μέσα στους αιώνες

K.A.: Λόγω του πολέμου κυρίως, έτυχε να διαβάσω κάποια ουκρανικά μυθιστορήματα τα τελευταία χρόνια. Έχω την εντύπωση ότι, ακόμη και μετά την πτώση του καθεστώτος Πούτιν, ελάχιστοι Ρώσοι θα είχαν ποτέ την επιθυμία να τα διαβάσουν. Αλλά το ίδιο ισχύει και μεταξύ ημών και των γειτόνων Τούρκων. Μπορεί η λογοτεχνία να διδάξει ιστορία; Θα ήταν ποτέ δυνατόν η Ελλάδα, φέρ’ ειπείν, και η Τουρκία να «ανταλλάξουν» ιστορικά μυθιστορήματα ως τμήμα της διδακτέας ύλης, που θα παρουσίαζαν στους μαθητές την άποψη της «άλλης πλευράς»;
Δ.Σ.: Μας λείπει πράγματι η γνώση της άλλης πλευράς. Την αποφεύγουμε διότι έχουμε την τάση να βολευόμαστε στις βεβαιότητές μας. Με τις ίδιες παρωπίδες σκέπτονται και οι άλλοι βέβαια. Θα μαθαίναμε πολλά από το πώς μας βλέπουν οι άλλοι, σε κάθε περίπτωση. Εκείνο που π.χ. για εμάς μπορεί να θεωρείται θρίαμβος, είναι για τους απέναντι τραγωδία, και αντίστροφα. Η δική μας ιστοριογραφία πάντως τα τελευταία χρόνια, με αφορμή και τα 200χρονα από την Επανάσταση του 1821, έχει αρχίσει να μελετά την ελληνική ιστορία μέσα και από τις οθωμανικές πηγές, και αυτό έχει οδηγήσει σε πολλά καινούργια συμπεράσματα. Μακάρι να καταφέρουμε στο μέλλον να περάσουμε αυτή τη θέαση και στα σχολικά μας εγχειρίδια.

Η Ελλάδα είναι ευτυχώς μια προηγμένη δημοκρατία που προωθεί και πρέπει να προωθεί στην εκπαίδευσή της την κριτική σκέψη, την κουλτούρα της ανεκτικότητας και την αξία του πλουραλισμού και της ειρηνικής διαφωνίας, άσχετα με το τι κάνουν τα άλλα κράτη.

K.A.: Εντέλει, μαθαίνουν ιστορία τα παιδιά σήμερα; Έστω και με ελλείψεις, έστω και σε μια απολύτως εθνοκεντρική βάση. Ας μείνουμε στο παράδειγμα της Ελλάδας. Μολονότι τα σχολικά εγχειρίδια είναι ο βασικός κορμός διδασκαλίας της ιστορίας, έχω την εντύπωση πως οι ταινίες και οι ιστορικές σειρές θα ήταν πολύ πιο πρόσφορες για την προσέλκυση του ενδιαφέροντος των μαθητών. Προφανώς, από την άλλη, δεν πιστεύω πως θα μπορούσε ποτέ να γίνει μία συμπαραγωγή, π.χ., Ελλάδας-Τουρκίας για την Άλωση ή για τη Μικρασιατική Καταστροφή (που άλλωστε η Τουρκία την ονομάζει Απελευθέρωση της Σμύρνης από την ελληνική κατοχή).
Δ.Σ.: Υπάρχουν πολλά ζητήματα που πρέπει να λύσουμε. Για παράδειγμα, τα σχολικά εγχειρίδια χρειάζονται ανανέωση για να συμπεριλάβουν τις πιο πρόσφατες εξελίξεις στην έρευνα. Τα καλά νέα είναι ότι εκπονείται ήδη το πρόγραμμα του πολλαπλού βιβλίου και προετοιμάζονται τα νέα εγχειρίδια που θα ισχύουν σταδιακά από την προσεχή σχολική χρονιά. Ωστόσο, αποτελεί πρόβλημα που το μάθημα της Ιστορίας στο σχολείο το διδάσκουν συχνά άλλες ειδικότητες από τους ιστορικούς. Πέρα από τα εγχειρίδια όμως υπάρχουν και άλλοι τρόποι να κάνεις το μάθημα πιο θελκτικό. Οι διδάσκοντες θα μπορούσαν, για παράδειγμα, να οργανώνουν επισκέψεις σε κάποια από τα Γενικά Αρχεία του Κράτους ή στις δημόσιες βιβλιοθήκες που υπάρχουν ανά την επικράτεια και να παίρνουν μέρος σε εκπαιδευτικά προγράμματα ή να σχεδιάζουν τους δικούς τους ιστορικούς περιπάτους στις πόλεις τους. Θα καταφέρνανε έτσι να συνδεθούν και βιωματικά με γεγονότα και τόπους που μέχρι τότε τούς είχανε στο μυαλό τους εντελώς αφηρημένα. Με ανάλογο τρόπο θα μπορούσε να λειτουργήσει η προβολή μιας ιστορικής ταινίας στην τάξη και η συζήτηση αμέσως μετά, συνδέοντάς τη με κάποιο κεφάλαιο του μαθήματος. Ας αφήσουμε ορισμένες δυνατότητες στους εκπαιδευτικούς μας να διαμορφώσουν οι ίδιοι ένα μέρος του προγράμματος σπουδών ώστε να απελευθερώσουν τη δημιουργικότητά τους και να πιστέψουν περισσότερο στο λειτούργημά τους.

K.A.: Ιστορία, αν δεν κάνω πολύ μεγάλο λάθος, είναι μάλλον πρωτίστως η ιστορία των εθνών και της δημιουργίας τους, και ακολούθως οι σταθμοί της κρατικής τους εξέλιξης. Άλλου είδους «ιστορίες» διδάσκονται στα σχολεία; Από «μικροϊστορίες» μειονοτήτων, μέχρι άλλες, ας πούμε των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των φύλων, των διαφόρων μειονοτήτων, της οικονομίας, των ιδεών κ.ο.κ.
Δ.Σ.: Δυστυχώς όχι επαρκώς, και αυτό είναι ένα συμπέρασμα που έχουμε εντοπίσει λίγο-πολύ παντού στα σχολικά προγράμματα των κρατών-μελών του Παρατηρητηρίου, αν μη τι άλλο. Απουσιάζουν ή προσπερνώνται πολύ επιφανειακά τα θέματα αυτά που αναφέρετε, τα οποία ωστόσο ενδιαφέρουν σήμερα τη νέα γενιά περισσότερο από την πολιτική ή τη στρατιωτική ιστορία. Ενώ οι ιστοριογραφικές μελέτες γι’ αυτά τα θέματα έχουν πληθύνει τις τελευταίες δεκαετίες, τα σχολικά εγχειρίδια εμφανίζονται διστακτικά, παντού στην Ευρώπη, να ενσωματώσουν τις νέες αυτές οπτικές. Η χαρτογράφηση της διδασκαλίας του μαθήματος της Ιστορίας στα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη του που επιχείρησε την τελευταία διετία το Παρατηρητήριο μας επιτρέπει πλέον να έχουμε μια ακριβή συγκριτική εικόνα της κατάστασης. Να εντοπίσουμε τις κοινές μας ελλείψεις και να αντλήσουμε επιτυχημένα παραδείγματα και καλές πρακτικές από εκείνα τα σχολικά προγράμματα που έχουν τολμήσει κάποιες καινοτομίες. Και είναι η πρώτη φορά που διαθέτουμε ένα τέτοιο εργαλείο για το μάθημα της ιστορίας πανευρωπαϊκά.

Η χαρτογράφηση της διδασκαλίας του μαθήματος της Ιστορίας στα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη του που επιχείρησε την τελευταία διετία το Παρατηρητήριο μας επιτρέπει πλέον να έχουμε μια ακριβή συγκριτική εικόνα της κατάστασης

K.A.: Ποια είναι η σύνδεση της ιστορίας με τη γεωγραφία; Και το ρωτώ κυρίως με αφορμή τη 48ωρη επίσκεψη που κάνατε στο Κίεβο ως πρόεδρος του Παρατηρητηρίου.
Δ.Σ.: Προσωπικά έχω προτείνει και με άλλη αφορμή τα μαθήματα της Ιστορίας και της Γεωγραφίας να διδάσκονται μαζί, όπως στο γαλλικό σύστημα, διότι οι έννοιες του χρόνου και του χώρου είναι αδιαχώριστες. Γεγονός είναι ότι μόνο όταν επισκεφθείς επί τόπου έναν ιστορικό χώρο, μπορείς να αντιληφθείς καλύτερα το παρελθόν που συνδέεται με αυτόν. Η πρόσφατη επίσκεψή μας στο Κίεβο με το Παρατηρητήριο υπήρξε για μένα μια συγκλονιστική εμπειρία. Είχα την ευκαιρία να βρεθώ εκεί που γράφεται σήμερα ένα κρίσιμο κεφάλαιο της ιστορίας της Ευρώπης. Φθάνοντας στην ουκρανική πρωτεύουσα, με τον πόλεμο να κυριαρχεί παντού, και με τις σειρήνες να ηχούν διαρκώς στην πόλη, αντιλαμβάνεσαι ότι οι Ουκρανοί δεν πολεμούν μόνο για την εθνική τους ανεξαρτησία αλλά και για την υπεράσπιση των βασικών ευρωπαϊκών αξιών. Πολεμούν δηλαδή ώστε όλοι εμείς οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι να μπορούμε να ζούμε σε μια δημοκρατική ευρωπαϊκή ήπειρο. Αυτό θα τους το οφείλουμε αιωνίως. Βρίσκω άλλωστε πολλές αναλογίες του αγώνα της σημερινής Ουκρανίας με τον ελληνικό πόλεμο της ανεξαρτησίας το 1821 και ήταν κάτι που θέλησα να αναδείξω στις ομιλίες μου όταν βρέθηκα εκεί διότι αυτή η κατανόηση συμβάλλει ακριβώς στην κοινή ευρωπαϊκή μας ταυτότητα.

Φθάνοντας στην ουκρανική πρωτεύουσα, με τον πόλεμο να κυριαρχεί παντού, και με τις σειρήνες να ηχούν διαρκώς στην πόλη, αντιλαμβάνεσαι ότι οι Ουκρανοί δεν πολεμούν μόνο για την εθνική τους ανεξαρτησία αλλά και για την υπεράσπιση των βασικών ευρωπαϊκών αξιών

K.A.: Τα νέα ψηφιακά μέσα είναι ήδη μάλλον παλιά, ενώ η Τ.Ν. πιθανότατα θα μας δώσει νέα διδακτικά εργαλεία μέσα στα επόμενα λίγα χρόνια. Θα παραμείνουμε, πιστεύετε, πιστοί στο σχολικό εγχειρίδιο; Ή θα αλλάξει τελείως ο τρόπος διδασκαλίας της ιστορίας την επόμενη δεκαετία; Επίσης, μπορεί να αντέξει η ιστορία ως κατήχηση που κύριο μέλημά της έχει την «εθνική ανάταση», σε μια εποχή που προσφέρει δωρεάν σφαιρική γνώση για τα πάντα; Προφανώς κάθε στιγμή που ζούμε ανήκει σε μια αυριανή σελίδα ιστορίας, αλλά οι πολεμικές περίοδοι όπως η παρούσα στην Ευρώπη είναι πιο «ιστορικές» από άλλες, κατά μία άποψη. Ταυτόχρονα, το σήμερα εν πολλοίς συγκροτείται ή διαμορφώνεται από άπειρα fake news. Είναι η ιστορία μια προσπάθεια απάλειψης αυτών των ψευδών; Ή μάλλον, θα έπρεπε να είναι;
Δ.Σ.: Η επιστήμη της ιστορίας έχει απόλυτη υποχρέωση να αντιμάχεται τη διαστρέβλωση της ιστορικής αλήθειας από διάφορα επικίνδυνα κέντρα και από τους προπαγανδιστικούς τους μηχανισμούς. Μπορεί και πρέπει να το κάνουν οι επαγγελματίες ιστορικοί με δημόσιες παρεμβάσεις τους, αποκαθιστώντας με το κύρος τους την πραγματικότητα. Το Διαδίκτυο κατακλύζεται δυστυχώς από τέτοιες διαστρεβλώσεις και τα κοινωνικά δίκτυα παίζουν καταλυτικό ρόλο στη διάδοσή τους. Το ίδιο συμβαίνει και με την εργαλειοποίηση της ιστορίας για πολιτικούς σκοπούς, κάτι που γινόταν βέβαια πάντα αλλά σήμερα έχει την τεχνολογία σύμμαχό του για να φθάνει σε ακόμη μεγαλύτερα ακροατήρια. Γι’ αυτό χρειάζεται ο ψηφιακός εγγραμματισμός των μαθητών ώστε να μπορούν να αναπτύξουν ασφαλή κριτήρια για την αξιολόγηση των διαφόρων πηγών και μελετών που συμβουλεύονται κάθε φορά. Θα πρέπει να γίνει κτήμα τους ότι το Διαδίκτυο δεν προσφέρεται για ασφαλή έρευνα σε τέτοια ζητήματα, διότι οι πηγές δεν μπορούν να ελεγχθούν επαρκώς και τα στοιχεία είναι συχνά αυθαίρετα. Ασφαλέστερος οδηγός για την έρευνα παραμένουν οι βιβλιοθήκες και οι ειδικοί ερευνητές του κάθε θέματος. Σε αυτό παραμένω παραδοσιακός και το εφαρμόζω κι εγώ στους φοιτητές μου.

Τους ειδικούς είναι που πρέπει να αναζητούν και να συμβουλεύονται και όχι τι θα προκύψει τυχαία από μια πρόχειρη διαδικτυακή αναζήτηση. Ακόμη και οι μηχανές Τεχνητής Νοημοσύνης θα έχουν σύντομα πρόβλημα αξιοπιστίας διότι οι προπαγανδιστές κάθε τύπου επιδιώκουν να διαδίδουν με μαζικό τρόπο τα ψέματά τους μέσω του Διαδικτύου έτσι ώστε ακολούθως οι Μηχανές να μπερδεύονται να αναγνωρίσουν το αναξιόπιστο υλικό. Είμαστε ακόμη στην αρχή της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, αλλά θέλω να πιστεύω ότι η ανθρωπότητα θα καταφέρει και σε αυτή την περίπτωση να αναπτύξει άμυνες απέναντι σε τέτοια υπονομευτικά για την ίδια την υπόστασή της φαινόμενα, όπως το έκανε στο παρελθόν αντιμετωπίζοντας τότε άλλες τεχνολογικές απειλές. Οι Δημοκρατίες πρέπει να επιζητούν τους ρυθμιστικούς κανόνες, από τη στιγμή που οι ολιγάρχες της τεχνολογίας προωθούν την ασυδοσία προς όφελός τους.

Ακόμη και οι μηχανές Τεχνητής Νοημοσύνης θα έχουν σύντομα πρόβλημα αξιοπιστίας διότι οι προπαγανδιστές κάθε τύπου επιδιώκουν να διαδίδουν με μαζικό τρόπο τα ψέματά τους μέσω του Διαδικτύου έτσι ώστε ακολούθως οι Μηχανές να μπερδεύονται να αναγνωρίσουν το αναξιόπιστο υλικό

K.A.: Ποια πιστεύετε ότι θα είναι τα βασικότερα τεκμήρια του αυριανού ιστορικού για το γράψιμο της ιστορίας του πρώτου τετάρτου του 21ου αιώνα, που, το ξαναλέω, σημαδεύεται από την έκρηξη των fake news, είτε αυτά αφορούν την Ελλάδα, είτε την Ουκρανία, είτε το Ισραήλ, είτε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου;
Δ.Σ.: Στην εποχή μας, εκείνο που μας λείπει δεν είναι η πληροφορία — έχουμε περισσότερη από όση μπορούμε να καταναλώσουμε. Αντιθέτως, μας λείπουν τα νέα ερμηνευτικά σχήματα απέναντι σε έναν καινούργιο κόσμο τον οποίο ακόμη δεν μπορούμε να κατανοήσουμε επαρκώς. Επιμένουμε δηλαδή σε παλιά ερμηνευτικά εργαλεία (βλ. π.χ. το Αριστερά-Δεξιά ή τις μαρξιστικές ερμηνείες για τον καπιταλισμό) τα οποία έχουν ξεπεραστεί από την ίδια την πραγματικότητα. Αυτό είναι βέβαια αναμενόμενο διότι κάθε νέα βιομηχανική επανάσταση επιφέρει τέτοιες σαρωτικές αλλαγές που χρειάζεται χρόνος και νέες μορφές αναστοχασμού για την αφομοίωσή τους και την επεξεργασία τους. Για την ώρα, αισθάνομαι ότι απλώς τρέχουμε πίσω από τις εξελίξεις, ζαλισμένοι και πανικόβλητοι. Ακριβώς επειδή δεν μπορούμε να καταλάβουμε τι μας συμβαίνει, μιλάμε άλλωστε διαρκώς για “κρίση”. Πάντως, γνωρίζουμε από την ιστορία ότι κάθε κρίση γεννά ακολούθως και τα νέα μεγάλα ερμηνευτικά της σχήματα (βλ. τον μαρξισμό, τον φιλελευθερισμό, τον μεταμοντερνισμό κλπ.) τα οποία, όταν κατασταλάξουν, λειτουργούν ως πυξίδα προσανατολισμού για την ανθρωπότητα. Πρέπει συνεπώς να συνεχίσουμε να επιβιώνουμε στον ωκεανό της ασάφειας, όσο μπορούμε για την ώρα, μέχρι τη στιγμή που θα μπορέσουμε να εμπιστευθούμε συστήματα κατανόησης πιο επεξεργασμένα από τα παλιότερα που ακόμη χρησιμοποιούμε από απλή αδράνεια.

Πάντως, γνωρίζουμε από την ιστορία ότι κάθε κρίση γεννά ακολούθως και τα νέα μεγάλα ερμηνευτικά της σχήματα (βλ. τον μαρξισμό, τον φιλελευθερισμό, τον μεταμοντερνισμό κλπ.) τα οποία, όταν κατασταλάξουν, λειτουργούν ως πυξίδα προσανατολισμού για την ανθρωπότητα

K.A.: Και κάτι τελευταίο για να κλείσουμε: μπορεί μία χώρα να «αυτοεξαιρεθεί» από την ιστορία; Το ρωτώ έχοντας στο μυαλό μου μια κλεισμένη στον εαυτό της, δυστοπική Αμερική του μέλλοντος.
Δ.Σ.: Φαντάζομαι ότι εννοείτε να αυτοεξαιρεθεί από την Δύση. Φυσικά και θα μπορούσε, αν ακολουθούσε εφεξής μια πορεία απομονωτισμού και υπερσυντηρητισμού όπως μοιάζει να έχει δρομολογήσει η διακυβέρνηση Τραμπ. Ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ ισχυρίζεται ότι έτσι μόνο θα κάνει την Αμερική Μεγάλη Ξανά, αλλά στην πραγματικότητα η περιχαράκωση της Αμερικής στον εαυτό της αποτελεί ένδειξη αποδυνάμωσης και παρακμής. Αυτή η εσωτερική ρήξη του δυτικού κόσμου θα κάνει ασφαλώς κακό στον ίδιο, αλλά εξίσου προβληματική θα είναι μια τέτοια εξέλιξη και γι’ αυτή καθαυτή την Αμερική που μέχρι τώρα αποτελούσε τον φάρο της Δημοκρατίας για όλους τους φιλελεύθερους του πλανήτη. Διότι ο απομονωτισμός είναι πιθανόν να συνοδευτεί και από αποδυνάμωση των ομοσπονδιακών θεσμών και ενίσχυση των αυταρχικών και αντιδημοκρατικών τάσεων. Αν συμβεί αυτό, δεν θα μοιάζει καθόλου πλέον με την Αμερική που αγαπήσαμε και αντιγράψαμε σε πολλές περιπτώσεις από θαυμασμό στις συνταγματικές αρχές των Πατέρων του Έθνους κατά την Αμερικανική Επανάσταση αλλά και στα μετέπειτα επιτεύγματά της.

Κανείς στον δυτικό κόσμο δεν θα πρέπει να εύχεται την αποχώρηση των (φιλελεύθερων) ΗΠΑ από την ηγεσία του κόσμου, διότι μετά καιροφυλακτούν να τις αντικαταστήσουν οι μεγάλες απολυταρχίες που φαντασιώνονται έναν κόσμο στα δικά τους μέτρα. Και αυτός ο κόσμος θα είναι αφόρητος ιδίως για μικρά κράτη όπως το δικό μας.

K.A.: Σας ευχαριστώ πολύ!

* * *

Το Ημερολόγιο κυκλοφορεί τρεις φορές την εβδομάδα: κάθε Σάββατο, κάθε Κυριακή, και κάθε Τετάρτη. Στείλτε μας μέιλ αν θέλετε να μας πείτε ή να μας ρωτήσετε κάτι — οτιδήποτε. Σας ευχαριστούμε πολύ.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.

// EMPTY