Πολεις

15 του μηνός: Αι Ειδοί του Μαρτίου

Όψεις της πόλης, αναμνήσεις, πράγματα που συνέβησαν παλιά, και πράγματα που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας

kyriakos_1.jpg
Κυριάκος Αθανασιάδης
15’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
15 του μηνός: Αι Ειδοί του Μαρτίου
Η εικόνα είναι φτιαγμένη με το πρόγραμμα Copilot.

Ημερολογιακές καταχωρίσεις για κάθε χρήση


ΤΟ ΥΛΙΚΟ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΦΤΙΑΓΜΕΝΑ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ

Η ανθρωπότητα ζει —γιατί δεν μπορεί να κάνει αλλιώς, γύρευε γιατί— εντός της μυθοπλασίας, εντός των αφηγηματικών τεχνών: μέσα στη λογοτεχνία από πολύ παλιά, και εδώ και έναν αιώνα και στον κινηματογράφο, τον δημόσιο και τον οικιακό. Προφανώς όλο αυτό συνέβαινε κυρίως (πολύ πιο έντονα: όλοι το ήξεραν τότε, και όλοι το αποδέχονταν) στις πρωτόγονες κοινωνίες, σαν αυτές που θα ήθελε να μπορούσε να μελετήσει από κοντά ο Φρέιζερ (άλλο ένα προϊόν του μύθου κι αυτός) όταν σκάλιζε τους παλιούς, σκονισμένους τόμους στη βιβλιοθήκη για να γράψει τον «Χρυσό Κλώνο». Αλλά και σε κάθε άλλη.

Μπορεί παλιά, τότε, στον πρωτόγονο, προϊστορικό, προπολιτικό κόσμο, κάθε κίνηση, κάθε σκέψη, κάθε πράξη να δήλωνε ή να εκπορευόταν από κάτι που είχε συμβεί στους θεούς —που τις ιστορίες τους ήξεραν να αφηγούνται οι μυημένοι, μα που μέσες-άκρες τις θυμούνταν κάπως όλοι οι ενήλικες— ή σε ένα άλλο σύμπαν, ένα υπερβατικό, αρχετυπικό πλαίσιο, όπου καθετί είχε συμβεί και καθετί είχε τις επιπτώσεις του στο σήμερα επειδή ακριβώς είχε ξανασυμβεί.

15 του μηνός: Αι Ειδοί του Μαρτίου

Είμαστε τα παιδιά των βιβλίων που διαβάζουμε και κυρίως των βιβλίων που διαβάστηκαν από άλλους και των ταινιών που είδανε άλλοι.

Όμως και τώρα συμβαίνει το ίδιο: τόσο με μας, που ζούμε ξανά και ξανά εκείνες τις ίδιες καταστάσεις που καταγράφηκαν στους μύθους, όσο και με αυτούς που μας τους αφηγούνται. Τη θέση της θρησκείας και της μαγείας κατέλαβαν κληρονομικώ δικαίω οι τέχνες, και όλα, όλα μα όλα, όλα όσα κάνουμε και θυμόμαστε, πηγάζουν ακριβώς από εκεί: είμαστε αναπληρωτές ηθοποιοί τού κυρίως έργου που κάπου είδαμε ή κάπου διαβάσαμε, τα φιλιά που δίνουμε και το πάθος ή η τρέλα που μας καίνε δεν συγκρίνονται με τα φιλιά και με το πάθος και με την τρέλα του άλλου, αλλά με του Άμλετ και της Ντέμπορα Κερ και του Μπαρτ Λάνκαστερ: είμαστε τα παιδιά των βιβλίων που διαβάζουμε και κυρίως των βιβλίων που διαβάστηκαν από άλλους και των ταινιών που είδανε άλλοι, τα παιδιά της σελίδας και του σελουλόιντ και της τηλεόρασης όλων όσων συνέθεσαν, διαβάζοντας και βλέποντας, αυτόν εδώ τον κόσμο: τα φιλιά που δώσαμε και θυμόμαστε δεν είναι ακριβώς δικά μας, ανήκουν εξίσου στην Ντέμπορα Κερ και στον Μπαρτ Λάνκαστερ.

Αστείο, ορισμένως. Σε μια εποχή ακραίου, τάχα, πραγματισμού, είμαστε γεννήματα μυθοπλασίας που μιμούνται την πρωτογενή μυθοπλασία. Και κατοικούμε σε ένα σύμπαν φτιαγμένο από λέξεις και καρέ. Εκεί μέσα ζούμε, εκεί μέσα πεθαίνουμε.

* * *

MESSAGE REQUESTS

Πράγματα που βρίσκει κανείς στα inbox του όταν πάει να καθαρίσει το κουτί με τα σπαμ:

«Αγαπητέ Κύριε Αθανασιάδη, καλημέρα, ονομάζομαι nnnnnnn nnnnnnnnnnn και είμαι δημοσιογράφος στο portal nnnnnn.gr. Θα σας ενδιέφερε να ανεβάσουμε το βιβλίο σας “nnnnn nnnnn nnnnnnnn” στην κατηγορία Βιβλία, και να το συμπεριλάβουμε στην ύλη του εβδομαδιαίου μας newsletter, που αποστέλλεται σε 27.000 παραλήπτες-μέλη του site, με κόστος εκ μέρους σας 50 ευρώ; Για οποιαδήποτε διευκρίνιση, είμαι στη διάθεσή σας».

Εντάξει, δεν συμβαίνει αυτό το πράγμα με όλα τα σάιτ του χώρου. Συμβαίνει όμως με κάμποσα, και ιδίως με κάτι περίεργα, που δεν τα λες ακριβώς και έγκριτα. Βοά το πράγμα, το καταλαβαίνεις από το όνομα, από το στήσιμο, από τη μηδενική ιστορία στον χώρο, από τον τρόπο παρουσίασης των βιβλίων, από τις διαφημίσεις, από τις πάμπολλες ιδίοις εξόδοις εκδόσεις κ.ο.κ. Ας πούμε ότι έτσι πάει με κάπου 4 στα 10. Με άλλα 4 στα 10, η προώθηση γίνεται παραδοσιακώ τω τρόπω: μέσω «κύκλων», φίλων, συμμαχιών, ομοϊδεατών, συντρόφων κλπ. κλπ. Old school καταστάσεις, καλά δοκιμασμένες στον χρόνο. Και μένει και ένα 20% να κάνει την κανονική δουλειά, με συνεργάτες που δεν θα γράψουν επειδή τούς είπαν να γράψουν ή επειδή «πρέπει» ή επειδή έγραψαν άλλοι για τους ίδιους, αλλά γι’ αυτό που θέλουν και με τον τρόπο που θέλουν. Στο μεταξύ, βέβαια, η αγορά έχει αλλοιωθεί από το προηγούμενο 80%. Αλλά και τι να κάνεις; Δεν μπορείς να κάνεις κάτι. Ποτέ δεν μπορούσες.

Αδιαφορούμε, και προχωράμε. It’s a peaceful life.

* * *

ΣΥΜΒΟΛΗ ΙΑΤΡΟΥ

Ο Στέλιος Ιατρού, ιστορικός από τη Θεσσαλονίκη, γράφει στο Ημερολόγιο για να βρίσκει αφορμές να χρονοτριβεί και ν’ αναβάλλει την παράδοση των εργασιών του. Σήμερα: Αι Ειδοί του Μαρτίου.

Τι χρειάζεται κανείς για να κατατροπώσει τη βασκανία; Στο ψηφιδωτό που συνοδεύει τη σημερινή συμβολή (Αντιόχεια, 2ος μ.Χ. αι.), παρατίθεται ένα «orgy of evidence» που μας έρχεται από τον κόσμο της ύστερης ρωμαϊκής αρχαιότητας με όλα τα εργαλεία της καλοτυχίας μαζί με τ’ αποτροπαϊκά.

Στέλιος Ιατρού

Ένας ρωμαϊκός gladius και μια τρίαινα καρφώνουν το κακό το μάτι, παραπέμποντας στον κόσμο της αρένας, των δημόσιων θεαμάτων της ευδαιμονίας, όταν έγινε ρωμαϊκή καλοπέραση, που σκορπούν την κατήφεια, μα παραπέμπουν και στην ανδρική ακμή που ρίχνεται στις μάχες και στις μονομαχίες περιγελώντας τον κίνδυνο. Με συμπαθητική μαγεία, το ξίφος και η τρίαινα βγάζουν το μάτι των φθονερών, φθοροποιών, και βάσκανων ανθρώπων.

Τη βασκανία νικά και η θάλασσα, που εκτός από την τρίαινα την υποδηλώνει ο κυματοειδής μαίανδρος γύρω-γύρω, με 33 ανοιχτόχρωμα και 33 σκουρόχρωμα κύματα, τα οποία θα σπάσουν κάθε ξόρκι και κατάρα.

Όμως το μάτιασμα είναι και γλωσσοφαγιά, είναι δηλαδή και ήχος

Ένα ιοβόλο φίδι σέρνεται για να δαγκώσει το μάτι, ένας σκορπιός ήδη το τσιμπά με τις δαγκάνες του και το απειλεί με το κεντρί στην ουρά του, ένας σκύλος τού χιμάει απ’ τη μια μεριά κι ένας παρδαλός γάτος απ’ την άλλη — όμως, γιατί παρδαλός; [Παρδαλός < πάρδος, θηρίο με στικτό τρίχωμα, πβλ. λεοπάρδαλη = λιοντάρι με στικτό τρίχωμα]. Το πιο ονομαστό θεριό της αρχαιότητας με βούλες στο τρίχωμά του ήταν ο «Κέρβερος», όνομα που κυριολεκτικά σημαίνει τον παρδαλό, και τι ήταν ο Κέρβερος αν όχι ένας αμείλικτος προστάτης και φρουρός;

Σαν να μην έφταναν αυτά, μια σαρανταποδαρούσα τσιμπά το μάτι από τη γη, κι από τον ουρανό κατέβηκε ένα κοράκι να το ραμφίσει. Ένας νάνος σάτυρος, φιγούρα των χθόνιων υπερβατικών δοξασιών, της οργιαστικής, ηδονικής διασκέδασης, του βακχικού κεφιού, μα και της δημώδους πλάκας και του γέλιου που καταλύει τον φόβο, γυρνά την πλάτη στο κακό, ενώ ο πελώριος, ασέβαστος φαλλός του στρέφεται προς τα πίσω, για να το αψηφήσει.

Όμως το μάτιασμα είναι και γλωσσοφαγιά, είναι δηλαδή και ήχος. Τη μαγική δύναμη αποτροπής ενισχύουν το ζωηρό γαύγισμα του σκύλου, η μουσική του γλεντιού που παίζει ο σάτυρος με τον αυλό του, ο παφλασμός των κυμάτων της θάλασσας, που καταπίνει τη γλωσσοφαγιά υπερκαλύπτοντάς την, και το άκουσμα της φράσης «και συ» [να πάθεις όσα κακά σκέφτεσαι και λες για μένα] που το κουβαλά αιωρούμενο ο αγέρας.

Όταν δεν σου βρίσκονται πρόχειρα τίποτα σπαθιά, τρίαινες, γάτες, σκύλοι, κύματα, κοράκια, φίδια, σκορπιοί, σαρανταποδαρούσες, ή σάτυροι αυλητές —όλο και κάτι θα ξέχασα—, κραύγασε ή έστω ψιθύρισε ένα «και συ!» για να εκσφενδονίσεις το κακό το μάτι πίσω στην πηγή του.

Κι ερχόμαστε, έτσι, στο διασημότερο «και συ» της Ιστορίας και της Τέχνης, το «και συ, τέκνον» που συνδέθηκε με τον Ιούλιο Καίσαρα, όταν τον φόνευσαν συνωμότες συγκλητικοί μ’ επικεφαλής τον Κάσσιο από την Πάρμα και τον διαβόητο πλέον Μάρκο Ιούνιο Βρούτο, μια μέρα σαν σήμερα, την 15η Μαρτίου 44 π.Χ., που οι Ρωμαίοι αποκαλούσαν Ειδούς του Μαρτίου [αι Ειδοί του Μαρτίου, Idus Martii ή Martiae].

Στα χαρτιά, η δολοφονία αποσκοπούσε στον τερματισμό της κυριαρχίας του Καίσαρα και στην επιστροφή της Ρώμης στην Πολιτεία, τη res publica. Αντιθέτως, επιτάχυνε τη διαδικασία μετάβασης προς το Principatus, δηλαδή προς την ενός ανδρός αρχή του Οκταβιανού, κατοπινού Αυγούστου, που έμοιαζε εξωτερικά με την Πολιτεία, κυβερνώμενη από τη Σύγκλητο και τους Υπάτους της, μα στην ουσία ήταν μονοκρατορία, και προλείανε το έδαφος για την επόμενη εποχή του ρωμαϊκού imperium που λέγεται Dominatus ή, απλούστερα, Αυτοκρατορία.

Σε οποιοδήποτε τηλεπαιχνίδι κι αν διεκδικήσετε τα €100.000, να επιλέξετε ανενδοίαστα την απάντηση πως ξεψυχώντας σε μια λίμνη του αίματός του στο δάπεδο της Ρωμαϊκής Συγκλήτου ο Ιούλιος Καίσαρας είπε αυτά τα λόγια. Άλλο τώρα που δεν λέμε να συμφωνήσουμε στην επιστήμη για το πώς ακριβώς είπε τι και εάν το είπε καν, ενώ συνηθέστατα τις τελευταίες τούτες λέξεις του οι παλαιότερες εποχές τις απέδιδαν σε έκπληξη ή πικρή απογοήτευση για τη συμμετοχή του Βρούτου.

Τούτο μάλλον οφείλεται στο ότι δεν σπανίζει στη γραμματεία του Δυτικού μας Κόσμου το αφηγηματικό μοτίβο ένας ηγεμόνας να εκφράζει έκπληκτος την απογοήτευσή του για την απροσδόκητη προδοσία που υπέστη στα χέρια ενός μέχρι πρότινος φίλου και πολιτικού συμμάχου. Έτσι, επιλέγουμε βολικά να εγγράψουμε τη φράση του Καίσαρα σ’ αυτό το μοτίβο, γιατί μας είναι τόσο οικείο, ώστε δεν κοντοστεκόμαστε ν’ αμφιβάλουμε για μια στιγμή.

Μεταξύ τους ήταν κι ο Ιούνιος Βρούτος, πολιτικός σύμμαχος και νεαρός protégé του Καίσαρα

Εκείνην την αποφράδα στο μέσον του Μαρτίου του 44 π.Χ., ο Ιούλιος Καίσαρας είχε λάβει μαντική προειδοποίηση για βαρύ κακό που του επέπρωτο [πβλ. «Beware the Ides of March!» (Ου. Σαίξπηρ, Ιούλιος Καίσαρ, Πράξη 1η, Σκηνή 2η)], αν επισκεπτόταν τη Σύγκλητο, την έδρα της αντιπολίτευσης — ο Καίσαρ ήταν «δικτάτωρ», είχε δηλαδή περιβληθεί ύπατες έκτακτες εξουσίες αλλά μ’ ενιαύσια θητεία, τις οποίες όμως δεν έλεγε να παραδώσει για πολλά έτη. Θριαμβευτής στρατηγός με πιστές σε κείνον λεγεώνες, λόγιος άνθρωπος των γραμμάτων με βιβλία που εξυμνούσαν τον ίδιο, και αδιαμφισβήτητος ρυθμιστής της ρωμαϊκής res publica, δέχθηκε συντονισμένη δολοφονική επίθεση από μερίδα Συγκλητικών που, όπως κατόπιν διακήρυξαν, το είχαν διαπράξει για καλό, από αγαθές και ανιδιοτελείς προθέσεις, επιθυμώντας να δώσουν τέλος στην τυραννίδα του, και να επαναφέρουν το πολίτευμα στην ομαλότητα.

Μεταξύ τους ήταν κι ο Ιούνιος Βρούτος, πολιτικός σύμμαχος και νεαρός protégé του Καίσαρα, μολονότι η συμμαχία δεν ήταν δίχως όφελος για τον ίδιο τον Γάιο Ιούλιο που αντλούσε πολιτικό πρεστίζ και απ’ αυτήν, διότι ο νεαρός ηγείτο των Ιουνίων, ενός γένους αρχαιότερου και αριστοκρατικότερου των Ιουλίων.

Αρχικά, ο Καίσαρας πιθανώς ν’ αντιστάθηκε και ν’ απώθησε δυναμικά ορισμένους μάλλον ακόμα περιδεείς και άτολμους Συγκλητικούς, όμως ίσως να ξαφνιάστηκε από την επίθεση του Βρούτου, και τότε ήταν που λέγεται πως είπε ή δεν είπε κάτι.

Ο Ρωμαίος ιστορικός Σουητώνιος, που αφηγείται το γεγονός ενάμιση αιώνα αργότερα, μας λέγει πως ο Καίσαρας δεν είπε τίποτα καθώς έπεφτε νεκρός, αλλά πως έτεροι παρέδιδαν ανεκδοτολογικά ότι οι τελευταίες του λέξεις ήσαν στα ελληνικά η φράση «καὶ σύ, τέκνον», που σημαίνει «κι εσύ, νεαρέ» ή «και συ, παιδί μου». [C. Suetonii Tranquilli, De Vita XII Caesarum, Liber I, Divus Iulius, LXXXII.ΙΙ (82.2): «Atque ita tribus et viginti plagis confossus est uno modo ad primum ictum gemitu sine voce edito; etsi tradiderunt quidam Marco Bruto irruenti dixisse “καὶ σύ, τέκνον”»].

Δεν το ’χω γι’ απίθανο, αλλά τόση αφοσίωση πια στο θεαθήναι μέχρις εσχάτων; Τι να πω; Μπράβο του!

Ο Πλούταρχος [ο αρχαίος, όχι ο σημερινός] επίσης παραδίδει πως ο κατακτητής της Γαλατίας κι έναν καιρό εραστής της Κλεοπάτρας Ζ΄ δεν είπε τίποτα, αλλά πως καθώς τον πλησίαζε ο Βρούτος θα συνειδητοποίησε πως κανείς δεν θα τον έσωζε, κι απλώς τράβηξε την τήβεννό του πάνω από το πρόσωπό του, ώστε να καλύψει τους μορφασμούς πόνου που αυθορμήτως θα έκανε το πρόσωπό του και θα συνιστούσαν ντροπιαστικό δημόσιο θέαμα για την υστεροφημία του, κατά τις αντιλήψεις του αρχαίου κόσμου [Πλουτάρχου Βίοι Παράλληλοι. Βίος Καίσαρος 69.9].

Τη σκηνή μεταφέρει ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ στην τραγωδία του Julius Caesar (1599), όμως η φράση αποδίδεται εκεί στα λατινικά και με ερωτηματικό ως «Et tu, Brute?» (Πράξη 3η, Σκηνή 1η) ακολουθώντας τη μορφή στην οποία βρισκόταν ήδη σε ευρεία κυκλοφορία στη μεσαιωνική και πρώιμη νεότερη ευρωπαϊκή λογιοσύνη, λογουχάρη στο μη σωζόμενο σήμερα έργο του Ρίτσαρντ Ίντεν Caesar Interfectus (1582) που όπως καταλάβατε από τον τίτλο της ήταν εξ ολοκλήρου γραμμένο στα λατινικά. Ο ίδιος ο Σαίξπηρ είχε χρησιμοποιήσει τη φράση στην τραγωδία του The True Tragedie of Richard Duke of Yorke, and the death of good King Henrie the Sixth (1595), που ήταν η παλαιότερη έντυπη έκδοση του Μέρους Γ΄ του Ερρίκου ΣΤ΄.

Σ’ αυτήν την νεότερη επεξεργασία από τον Βάρδο οφείλουμε ουσιαστικά τη διάχυτη σήμερα ερμηνεία πως ο Καίσαρας εκστόμισε τη φράση ως εκδήλωση έκπληξης κι απογοήτευσης για την προδοσία από το χέρι ενός φίλου. Μολονότι ήταν γνωστός (και δικαιολογημένα) για την έπαρσή του, και πως μεριμνούσε διαρκώς για τη δημόσια εικόνα του, εκτιμώ πως θα ’ταν κάπως προωθημένο εκ μέρους του να βρει βολική την ευκαιρία για να επιδείξει μια τελευταία φορά τη λογιότητά του εκφέροντας τις τελευταίες λέξεις του στη γλώσσα της ελίτ, που και τότε ήταν τ’ αρχαία ελληνικά. Δεν το ’χω γι’ απίθανο, αλλά τόση αφοσίωση πια στο θεαθήναι μέχρις εσχάτων; Τι να πω; Μπράβο του!

Τι τρέχει λοιπόν με το «κα σύ, τέκνον» που αποδόθηκε στον Καίσαρα;

Ο Φρέντερικ Μπρενκ¹ εξέτασε τη συχνή και πάντοτε εντός συγκεκριμένων συμφραζομένων εμφάνιση της φράσης «και συ» σ’ επιγραφές που βρίσκουμε σε πλήθος από στήλες των ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων, φράση που άλλοτε εύχεται τη συμμετοχή ενός προσώπου στην αγαθή τύχη κι άλλοτε του ρίχνει μια κατάρα, όπως συμβαίνει σ’ επιγραφικό υλικό προερχόμενο από την Αίγυπτο, όπου χρησιμοποιείται για να ρίξει σε κάποιον το Κακό Μάτι του Απέπ [ελλ. Απόφις], εκεί στη λάγνα κι εξωτική Αίγυπτο του ελληνιστικού κόσμου που έδυε, όπου ο Ιούλιος Καίσαρας είχε πέσει στην αγκαλιά της Κλεοπάτρας, και που οι μαγικές της μόδες έφταναν στην Ρώμη διαχεόμενες μέσω του συγκρητισμού των λατρειών σ’ όλον τον ελληνορωμαϊκό κόσμο. Αργότερα, ήταν διαβόητη η πολιτική προπαγάνδα του Οκταβιανού εναντίον του Μάρκου Αντωνίου, πως ο Ρωμαίος στρατηλάτης και τέως δεξί χέρι του Καίσαρα είχε κι εκείνος ολωσδιόλου παραδοθεί στις ανατολίτικες ακολασίες της βασίλισσας, και θα τις κουβαλούσε πίσω στη Ρώμη για ν’ αλλοιώσει τον πολιτισμό και τα ήθη της.

Με βάση την προσέγγιση του Μπρενκ, βρίσκω πειστικότερο πως οι έτεροι συγγραφείς που υπαινίσσεται ο Σουητώνιος απέδωσαν στον Καίσαρα αυτά τα λόγια όχι με τη δραματουργική πρόθεση του Σαίξπηρ, αλλά επειδή το μαγικό νόημα της φράσης δεν θα διαλάνθανε στους αναγνώστες του καιρού τους. Δεν ήταν, δηλαδή, πως ο Καίσαρας παραπονέθηκε έκπληκτος για την προδοσία από πλευράς του Βρούτου κι έπεσε απ’ τα σύννεφα, αλλά τον καταράστηκε: «θα πάθεις/να πάθεις κι εσύ τα ίδια, μικρέ», ενώ την ερμηνευτική πρόταση της κατάρας ή της προφητείας ενός μελλοθάνατου συναντάμε και στον Α. Τζ. Γούντμαν [βλ. A. J. Woodman, «Tiberius and the Taste of Power: The Year 33 in Tacitus», στο Classical Quarterly. 56.1 (2006), σσ. 175-189 — πβλ. και του ιδίου, «The Annals of Tacitus: Books 5-6», τ. 55 του Cambridge Classical Texts and Commentaries, Cambridge University Press, 2016].

Η ταπεινή μου μετριότητα θα συμπλήρωνε εξηγητικά πως ο Καίσαρας μάλλον επέλεξε να πει τη φράση στα ελληνικά πιθανότατα για να σεβαστεί τη μαγική αξία και λειτουργία της ως στερεότυπης επωδού στα μαγικά κείμενα της εποχής του, εποχής ανάμιξης των θρησκευμάτων της Ανατολικής Μεσογείου. Μ’ αυτό εννοώ πως μια αρά στον αρχαίο κόσμο δεν ήταν απλώς η συνάρτηση οποιωνδήποτε λέξεων σε μια φράση, αρκεί να βγαίνει κάποιο νόημα, αλλά των απολύτως σωστών λέξεων με τη σωστή σειρά και με τον σωστό ήχο, εκφερόμενα δηλαδή φωνητικά καταπώς έπρεπε, ώστε να τις ακούσουν και να τις αναγνωρίσουν ως κάτι πέραν του απλού καθημερινού λόγου οι χθόνιες και ουράνιες θεότητες, γεγονός που δεν ξενίζει ακόμα και στη σημερινή δημώδη μαγεία ή στη λόγια αποκρυφιστική παράδοση.

Επομένως, συμφωνώντας με τους ανωτέρω και μ’ άλλους ερευνητές που έχουν αποθέσει την ερμηνεία της έκπληξης, δοκεί μοι πως οι έτεροι συγγραφείς έβαλαν τον Καίσαρα να καταριέται με τη φράση του ή και να προφητεύει το βίαιο τέλος του Βρούτου στην κοφτερή λάμα του δικού του εγχειριδίου, στις 23 Οκτωβρίου του 42 π.Χ. Στην αρχαία γραμματεία συνηθιζόταν αυτός ο «κοινός τόπος», της κατάρας που έπιανε, όταν την εκστόμιζε κάποιος στο κατώφλι του θανάτου.

Δεν αποκλείω μάλιστα η ανεκδοτολογική προσθήκη πως ο Καίσαρας καταράστηκε ή προφήτεψε το τέλος του Βρούτου να έγινε σκοπίμως, ως ιστορική δικαίωση του δολοφονημένου ηγέτη κατόπιν της αυτοκτονίας του φονιά του, όσο και προκειμένου να εξυπηρετηθεί ακόμα μία, σπουδαιότερη σκοπιμότητα για την πολιτική καριέρα του Οκταβιανού: να δηλωθεί πως ο Ιούλιος Καίσαρας μετείχε έτι ζων της θείας φύσης, κι επομένως το ίδιο θα ίσχυε και για τον Οκταβιανό Αύγουστο. Βλέπετε, ο φονευθείς Γάιος Ιούλιος Καίσαρ είχε υιοθετήσει τον Γάιο Οκταβιανό Θουρίνο στη διαθήκη του· εκείνος τότε άλλαξε τ’ όνομά του, κι ονομάστηκε Γάιος Ιούλιος Καίσαρ, παίρνοντας ακριβώς το όνομα του θετού πατέρα του, κι ας τον έλεγε όλος ο κόσμος Οκταβιανό υπενθυμίζοντας την καταγωγή του από το ταπεινότερο γένος των Οκταβίων. Δύο χρόνια αργότερα, ο Οκταβιανός αποθέωσε τον θετό του πατέρα ως απόγονο της Αφροδίτης, κι έτσι ο ίδιος, που ονομάστηκε τότε Γάιος Ιούλιος Καίσαρ θεού υιός, Gaius Julius Caesar divi filius, προφανώς θα ήταν πλέον τουλάχιστον ημίθεος, όνομα που από το 38 π.Χ. μετατράπηκε σε Imperator Caesar divi filius, κι έπειτα από τη νίκη του στο Άκτιο το 31 π.Χ. επί της Κλεοπάτρας και του Μάρκου Αντωνίου άλλαξε και πάλι σε Imperator Caesar divi filius Augustus, Αυτοκράτωρ Καίσαρ θεού υιός Σεβαστός — μια απολύτως θεοπρεπής, δηλαδή, ονομασία.

Κι έτσι, βλέπει κανείς πως όχι μόνο οι συνωμότες δεν εξόντωσαν τον Καίσαρα, όπως ήταν η πρόθεσή τους, μα συνέβαλαν καταλυτικά στην αποθέωσή του και στη διαιώνιση του μύθου και της πολιτικής κληρονομιάς του. Οι δολοφονίες ηγετών σχεδόν πάντοτε ενέχουν αυτό το ρίσκο. Ενώ, άμα τους έδινες αρκετό χρόνο, θα τους διευκόλυνες ν’ απογοητεύσουν κάθε δημόσιο ακροατήριο, τσαλαβουτώντας από μόνοι τους σε κάθε ευκαιρία, ώσπου ν’ αποδείξουν τις ανεπάρκειες, τα ελλείμματα, και τη μασκαρεμένη τους φαυλότητα.


* * *

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ: Monica Wood, Πώς να διαβάσεις ένα βιβλίο

Monica Wood, «Πώς να διαβάσεις ένα βιβλίο» (μετάφραση Βάσια Τζανακάρη, Εκδόσεις Κλειδάριθμος)

Ένα μυθιστόρημα που μιλά για τη θεραπευτική εμπειρία της ανάγνωσης, αλλά πολύ διαφορετικό από τα περισσότερα αυτού του σύγχρονου, ωραίου υποείδους των feelgood βιβλίων φιλαναγνωσίας: τρεις διαφορετικοί χαρακτήρες, που έχουν περάσει πολλά και εξακολουθούν να είναι πληγωμένοι και αουτσάιντερ, θα συναντηθούν ξανά, μετά από ένα καπρίτσιο της τύχης, θα έρθουν αντιμέτωποι με το πένθος, την απώλεια, τη θλίψη και τη μοναξιά, μα θα βρεθούν και μπροστά στην ανάγκη της συγχώρεσης, της λύτρωσης και της καταλλαγής. Ένα βιβλίο που ξεχωρίζει και συγκινεί, αφήνοντάς σε στο τέλος με έναν κόμπο στον λαιμό αλλά και με ένα χαμόγελο στα χείλη. Ωραίο μυθιστόρημα, ξέχειλο από λογοτεχνικές αναφορές και ζεστή, τρυφερή αγάπη για όλες τις όμορφες, λοξές, δυναμικές, μελαγχολικές αφηγήσεις που μας γνέφουν μέσα από τα βιβλία: αυτό το παράλληλο σύμπαν που μας συνέχει και μας ενώνει.

  • Διαβάστε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από το βιβλίο:
Monica Wood, «Πώς να διαβάσεις ένα βιβλίο» (μετάφραση Βάσια Τζανακάρη, Εκδόσεις Κλειδάριθμος)

Σκέφτομαι ότι όλο αυτό το κλάμα μπορεί να μην είναι μόνο για τη μαμά αλλά και για ένα μικρό, ηλίθιο κομμάτι του εαυτού μου που πίστευε ότι ο Τρόι θα με περίμενε έξω από την πύλη. Παρότι δεν μου τηλεφώνησε ούτε ήρθε να με δει ποτέ. Παρότι τα έφτιαξε με την Μπέκα Φράι, την πρώην φίλη μου. Κάποιο ηλίθιο κύτταρό μου πίστευε ότι θα με περίμενε, λαμπερός μες στο φως. Επί τρεις μέρες, ίσως και πέντε, δεν ανοίγω καν την πόρτα. Πέρασα δύο χρόνια ανάμεσα σε πριμαντόνες, κλαψιάρες και ένοπλους άντρες, αλλά εδώ, σ’ αυτή την πόλη που δεν γνωρίζω, δεν νιώθω ασφαλής. Πίνω πολύ νερό, αφού είναι δωρεάν, και φοβάμαι μήπως μου τελειώσει ο χυμός πορτοκάλι. Έχω φούρνο μικροκυμάτων, μερικά έτοιμα γεύματα και δυο κιλά παγωτό σοκολάτα με μέντα στην κατάψυξη, μερικά λαχανικά, μήλα και μπανάνες, δέκα κονσέρβες κοτόσουπα, μακαρόνια και ρύζι και νουντλς για ράμεν. Θα μπορούσα να ζήσω κάμποσο καιρό σε αυτά τα τρία δωμάτια, αλλά μετά βίας αγγίζω το φαγητό. Το τηλέφωνο που μου άφησε η Βίκι είναι καρτοκινητό, που πληρώνεις με το λεπτό, και έχει προπληρώσει αρκετά. Πρώτα κοιτάζω τις επαφές: καμία. Ούτε καν η Βίκι. Είχα την ελπίδα ότι θα είχε ίσως τη θεία μου τη Λίντα, αλλά όχι. Σίγουρα όχι τη θεία Πάμι. Η μαμά πέθανε αργά και βασανιστικά, και το πένθος επηρεάζει παράξενα τους ανθρώπους. Το διαμέρισμα δεν έχει τηλεόραση. Ούτε ένα βιβλίο. Η Βίκι δεν διάβαζε ποτέ, πράγμα που στενοχωρούσε τη μαμά, η οποία μου διάβαζε τα βράδια μέχρι που μπήκα γυμνάσιο, ενώ η Βίκι —προ Μπίλι— ήταν έξω κάνοντας χαλασμό, όπως της άρεσε να λέει. Δύσκολο να το φανταστείς τώρα, με το μαλλί κομμωτηρίου και το πασχαλιάτικο μανικιούρ.

  • Νά και το οπισθόφυλλο:

Η εικοσιδυάχρονη Βάιολετ Πάουελ αποφυλακίζεται έχοντας εκτίσει ποινή φυλάκισης είκοσι δύο µηνών για οδήγηση υπό την επήρεια µέθης, που προκάλεσε ένα µοιραίο ατύχηµα µε θύµα µια νηπιαγωγό. Η Χάριετ Λάρσον, συνταξιούχος φιλόλογος και υπεύθυνη της λέσχης ανάγνωσης της φυλακής, σύντοµα θα κληθεί να αντιµετωπίσει τη δυσάρεστη προοπτική της άδειας φωλιάς, καθώς θα µείνει µόνη στο σπίτι της. Ο Φρανκ Ντέιγκλ, συνταξιούχος µηχανικός, ακόµα δεν έχει συµφιλιωθεί µε την περίπλοκη φύση του γάµου του µε τη γυναίκα που σκότωσε η Βάιολετ. Όταν οι τρεις τους συναντιούνται τυχαία ένα πρωί σε ένα βιβλιοπωλείο, οι ζωές τους περιπλέκονται µε έναν τρόπο που θα τους επηρεάσει βαθιά. Ένα µυθιστόρηµα που φωτίζει τη δύναµη της ποίησης και της λογοτεχνίας στη ζωή µας ενώ παράλληλα γεννά την ελπίδα, την αγάπη και τη συγχώρεση που λυτρώνει την καρδιά.

  • Και ένα μικρό βιογραφικό της συγγραφέως:

Η Μόνικα Γουντ είναι µυθιστοριογράφος, βιογράφος και συγγραφέας θεατρικών έργων. Έχει λάβει το Maine Humanities Council Carlson Prize για τη συνεισφορά της στις ανθρωπιστικές επιστήµες και το Maine Writers and Publishers Alliance Distinguished Achievement Award για τη συνεισφορά της στη λογοτεχνία. Ζει στο Πόρτλαντ του Μέιν, µε τον άντρα της, τον Νταν Άµποτ, και τη γάτα τους, τη Σούζι. Έχει γράψει τέσσερα µυθιστορήµατα. Ανάμεσά τους, το «Ένα αγόρι στο εκατοµµύριο» (Εκδόσεις Κλειδάριθµος) κέρδισε το Nautilus Award (Gold) το 2017 και το βραβείο πεζογραφίας της New England Society in the City of New York.

Βρείτε το στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς σας, ή όπου αλλού σάς αρέσει να προμηθεύεστε τα βιβλία σας.

* * *

Το Ημερολόγιο κυκλοφορεί τρεις φορές την εβδομάδα: κάθε Σάββατο, κάθε Κυριακή, και κάθε Τετάρτη. Στείλτε μας μέιλ αν θέλετε κάτι — οτιδήποτε. Σας ευχαριστούμε πολύ.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.