Πολιτικη & Οικονομια

Ας μιλήσουμε για τις γυναικοκτονίες

Δεν είναι ένα ζήτημα που αφορά τις φεμινιστικές οργανώσεις και τις γυναίκες μόνο. Μας αφορά όλους.

akis-skertsos.jpg
Άκης Σκέρτσος
ΤΕΥΧΟΣ 799
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Βία κατά των γυναικών

Ο υπουργός Επικρατείας Άκης Σκέρτσος γράφει στην Athens Voice για τις γυναικοκτονίες, την ενδοοικογενειακή βία και για τις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης.

Τους τελευταίους μήνες μια σειρά άγριων φόνων γυναικών από άνδρες μάς έχουν συγκλονίσει όλους και όλες, πρωτίστως τις οικογένειες των άτυχων αυτών γυναικών, αλλά και κάθε ελληνική οικογένεια που βλέπει στα πρόσωπα των θυμάτων τα βλέμματα των παιδιών της. Όπως είθισται, η έντονη κοινωνική συζήτηση -που θα έπρεπε να έχει ανοίξει εδώ και πολλά χρόνια- γύρω από το φαινόμενο αυτό γίνεται άναρχα, χωρίς νηφαλιότητα και με μικροπολιτικές σκοπιμότητες.

Υπάρχει πράγματι «πανδημία γυναικοκτονιών»; Είναι κάποια εθνική ιδιαιτερότητα ή συμβαίνει και αλλού στον κόσμο; Αντιμετωπίζεται με περισσότερη καταστολή ή με πολιτικές ενδυνάμωσης των γυναικών και εκπαίδευσης και των δύο φύλων σε νέα πιο υγιή πρότυπα σχέσεων; Πώς εξηγείται σε ένα κράτος δικαίου το χάσμα που υπάρχει ακόμη μεταξύ του νόμου για την ισότητα των φύλων και όσων συμβαίνουν στην πράξη;

Ας μιλήσουμε, λοιπόν, για τις γυναικοκτονίες αλλά με νηφαλιότητα, γνώση των δεδομένων και έμφαση σε πραγματικές λύσεις αντί για κραυγές. Δεν είναι άλλωστε ένα ζήτημα που αφορά τις φεμινιστικές οργανώσεις και τις γυναίκες μόνο. Μας αφορά όλους. Για αυτό είναι σημαντικό να κάνουμε αυτή τη συζήτηση. Έχουμε άλλωστε αργήσει πολύ.

Οι αριθμοί για την παγκόσμια έκταση του προβλήματος των γυναικοκτονιών είναι αρνητικά συγκλονιστικοί. Κάθε μέρα στον κόσμο, 137 γυναίκες σκοτώνονται από κάποιο μέλος της οικογένειάς τους. Το 58% των 87.000 γυναικών που σκοτώθηκαν παγκοσμίως το 2017 (η τελευταία χρονιά που έχουμε πλήρως επεξεργασμένα στοιχεία παγκοσμίως) δολοφονήθηκαν από άμεσους συνεργάτες, συντρόφους ή μέλη της οικογένειάς τους. Περισσότερες από το 1/3 αυτών δολοφονήθηκαν από τον τωρινό ή τον πρώην σύντροφό τους. Σύμφωνα με τα στοιχεία της EUROSTAT, η Ελλάδα, σε αντιστοιχία γυναικοκτονιών ανά 100.000 κατοίκων, βρίσκεται αρκετά κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσον όρο. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν έχουμε πρόβλημα με πολλές περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας που δεν βγαίνουν ποτέ έξω από τα στενά όρια της οικίας.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία των αρμόδιων υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, από το 2010 μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 2021, 108 γυναίκες δολοφονήθηκαν από άνδρες στο ενδοοικογενειακό πλαίσιο. Κάτι που οδηγεί σε έναν μέσον όρο περίπου 10 γυναικοκτονιών στο οικογενειακό πλαίσιο κάθε χρόνο. Ο αριθμός των γυναικών που σκοτώθηκαν από άνδρες εντός και εκτός οικογενειακού πλαισίου αυτά τα έντεκα χρόνια είναι ακόμη μεγαλύτερος, 247. Την ίδια περίοδο, έγιναν 70 ανθρωποκτονίες με θύμα άνδρα και θύτη γυναίκα, οι 30 από αυτές στο ενδοοικογενειακό πλαίσιο.

Από τη σύγκριση των στοιχείων προκύπτει πως η αναλογία ανθρωποκτονιών ανδρών από γυναίκες συγκριτικά με τις ανθρωποκτονίες γυναικών από άνδρες είναι 1 προς 3. Κάτι που αναδεικνύει πως οι φόνοι στο ενδοοικογενειακό πλαίσιο έχουν κυρίως θύτες άνδρες και θύματα γυναίκες. Αντίστοιχη είναι η εικόνα που προκύπτει και από την ενδοοικογενειακή βία γενικότερα.

Το πρώτο βασικό συμπέρασμα είναι, λοιπόν, πως οι γυναικοκτονίες δεν είναι ούτε ζήτημα ελληνικού εξαιρετισμού, είναι άλλωστε χαρακτηριστικό πως ο Πρόεδρος Μακρόν τις έχει αποκαλέσει ντροπή της Γαλλίας, ούτε όμως και «πανδημία των τελευταίων ετών», όπως ορισμένοι, υποτιμώντας και εργαλειοποιώντας το ζήτημα, θέλουν να τις παρουσιάσουν. Δυστυχώς, είναι ένα διαχρονικό πρόβλημα που δεν έχει τύχει της αντιμετώπισης που χρειάζεται από τις κυβερνήσεις.

Οι γυναικοκτονίες και η ενδοοικογενειακή βία ήταν εδώ, ίσως και σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι δείχνουν τα στοιχεία της τελευταίας δεκαετίας, αλλά δεν είχαν έρθει στην επιφάνεια. Η πανδημία και τα περιοριστικά μέτρα για την αντιμετώπισή της έφεραν την ενδοοικογενειακή βία στο επίκεντρο του δημοσίου διαλόγου. Για αυτόν τον λόγο και η Κυβέρνηση και η Γενική Γραμματεία Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων, μέσα στο πρώτο κύμα της πανδημίας, ξεκίνησαν μια εκστρατεία ευαισθητοποίησης με τίτλο «Μένουμε σπίτι δεν σημαίνει υπομένουμε τη βία».

Δεν ήταν όμως αυτή η πρώτη πρωτοβουλία της Κυβέρνησης. Η αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας είναι στρατηγική προτεραιότητά μας. Στο επίκεντρο αυτής της πολιτικής ήταν η ενθάρρυνση και η υποστήριξη των γυναικών να καταγγείλουν τη βία. Το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και η Γενική Γραμματεία Οικογενειακής Κατάστασης και Ισότητας των Φύλων ενίσχυσαν το πλέγμα προστασίας των γυναικών θυμάτων. Αντίστοιχα, το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και η Ελληνική Αστυνομία λειτούργησαν νέες, εξειδικευμένες υπηρεσίες με εκπαιδευμένο προσωπικό για τη διαχείριση των καταγγελιών και την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας. Σε λίγες μέρες θα αρχίσουν να λειτουργούν και τα έξι Πιλοτικά Γραφεία σε Αστυνομικά Τμήματα για την ενδοοικογενειακή βία, μία καινοτομία στη διαδικασία της ανταπόκρισης.

Δώσαμε έμφαση και στην πρόληψη και στην αντιμετώπιση της σεξουαλικής παρενόχλησης με την πρωτοβουλία για το #MeToo. Αλλαγές πραγματοποιήσαμε και για την προστασία της γενετήσιας ελευθερίας στον εργασιακό χώρο, τόσο με τις προβλέψεις του νέου νόμου για τις εργασιακές σχέσεις, όσο και στον τομέα της δικαιοσύνης, με την πρόβλεψη στον Ποινικό Κώδικα για αυτεπάγγελτη δίωξη για την προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας στον εργασιακό χώρο και την αυστηροποίηση των ποινών για την αφαίρεση ζωής.

 Δεν αρκεί όμως μόνο η καταστολή. Τα ζητήματα βίας που έχουν έντονες κοινωνικές αναφορές (έμφυλη και ενδοοικογενειακή βία, ρατσιστική βία, βίαιος εξτρεμισμός, βία ανηλίκων) δεν αντιμετωπίζονται στη ρίζα τους, στα βαθύτερα αίτια, με καταστολή, αλλά με πρόληψη και ενδυνάμωση του ευάλωτου. Για αυτό και στο ζήτημα των γυναικοκτονιών δεν χρειάζεται ειδική ποινική μεταχείριση και διάκριση ποινών. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα όπου η ειδική ποινική μεταχείριση δεν λειτούργησε τελικά αποτρεπτικά.

Πρέπει να μας ανησυχεί το γεγονός ότι παρά την τυπική θεσμική κατοχύρωση των δικαιωμάτων των γυναικών εδώ και δεκαετίες, αλλά και τη θέσπιση νομικών προβλέψεων για την ενδοοικογενειακή βία (Νόμος 3500/2006), το πρόβλημα μεταφέρεται στις νεότερες γενιές με εγκλήματα που διαπράττονται από πολύ νέους ανθρώπους. Νέους που φαίνεται να επηρεάζονται πολύ περισσότερο ακόμη από τις κοινωνικές νόρμες, αλλά και από τη γενικότερη κουλτούρα της βίας, που έχει δυστυχώς αναπτυχθεί στις σύγχρονες κοινωνίες, παρά από το γράμμα του νόμου περί ισότητας των φύλων, που σημαίνει ότι οι νόμοι δεν έχουν αποκτήσει ακόμη βαθιές ρίζες στην κοινωνία.

Ο σκοπός μας είναι να λειτουργεί το κράτος προληπτικά, ώστε να μην έχουμε άλλες γυναικοκτονίες. Αυτό είναι το πλαίσιο της προστασίας κάθε ανθρώπου, που αποτελεί συστατικό στοιχείο του νέου Κοινωνικού Συμβολαίου για την ασφάλεια και αναδείχθηκε με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο την περίοδο της πανδημίας.

Οι γυναικοκτονίες, αλλά και γενικότερα η έμφυλη και η ενδοοικογενειακή βία, είναι πρωτίστως ζήτημα κουλτούρας και οικονομικών ευκαιριών προς τον γυναικείο πληθυσμό της χώρας.

Αυτή η μορφή της βίας γίνεται ανεκτή ακόμη, επιβιώνει μέσα στον χρόνο παρά τις σημαντικές μετεξελίξεις των κοινωνιών, την ενίσχυση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τη διεύρυνση των πολιτικών προστασίας, λόγω των στερεοτύπων που περνάνε από γενιά σε γενιά και της καχεκτικής θέσης που έχουν οι γυναίκες στην οικονομική ζωή της χώρας.

Για αυτό λοιπόν, το δεύτερο βασικό συμπέρασμα είναι πως χρειαζόμαστε μία ολιστική προσέγγιση και μία πολιτική που να αναπτυχθεί σε διαφορετικά επίπεδα και με βασικούς άξονες την ενδυνάμωση των γυναικών σε όλους τους χώρους εργασίας, εκπαίδευσης, πολιτικής και κοινωνικής ζωής. Αυτός ο συντονισμός θα γίνει μέσα από το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Ισότητα των Φύλων 2021- 2025, το οποίο θα παρουσιαστεί σε λίγο καιρό. 

Η αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα της κυβέρνησης, καθώς η Ελλάδα, υπολείπεται σχεδόν 20 μονάδες στην εργασία των γυναικών σε σχέση με την υπόλοιπη ΕΕ. Περισσότερες εργαζόμενες γυναίκες σημαίνει πιο οικονομικά αυτοδύναμες γυναίκες που μπορούν να σταθούν όρθιες απέναντι σε κακοποιητικές συμπεριφορές ή σχέσεις και να αποχωρήσουν χωρίς να τις υπομένουν επειδή δεν έχουν άλλη διέξοδο. Το ίδιο σημαντικές είναι και οι επιπτώσεις που έχει η μητρότητα στην απασχόληση των γυναικών. Και αυτό με τη σειρά του προϋποθέτει μια ριζική αναθεώρηση της πολιτικής στήριξης της οικογένειας ώστε να μπορεί μια νέα μαμά να αναζητήσει δουλειά χωρίς να ανησυχεί για το πού θα αφήσει τα παιδιά της.

Ισότητα των φύλων χωρίς οικονομική και κοινωνική ενδυνάμωση των γυναικών δεν μπορεί να υπάρξει. Τα στερεότυπα για την ισορροπία των σχέσεων μεταξύ των φύλων δεν θα αλλάξουν χωρίς συστηματική διαπαιδαγώγηση των παιδιών σε όρους ισότητας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα μαθήματα σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης που έχουν εισαχθεί στα σχολεία και έχουν σαν στόχο να εκπαιδεύσουν τα παιδιά μας σε υγιή πρότυπα σχέσεων που στηρίζονται στον σεβασμό και την ισοτιμία των φύλων.

Η πρόληψη των γυναικοκτονιών περνά μέσα από την αλλαγή κουλτούρας και σε αυτή την κατεύθυνση κινούνται οι επερχόμενες πρωτοβουλίες της Κυβέρνησης.

Είναι θετικό ότι αυτή η συζήτηση πλέον έχει ανοίξει. Δεν αρκεί όμως μόνο να μιλάμε για τις γυναικοκτονίες. Το ζητούμενο είναι να εφαρμόζουμε πολιτικές που αλλάζουν το παραγωγικό υπόδειγμα της χώρας και εντάσσουν στην οικονομική ζωή όσους και όσες είναι διαχρονικά αποκλεισμένοι από αυτήν. Αυτός είναι ο μόνος δρόμος προς την ελευθερία, την ασφάλεια, την άρση των ανισοτήτων και εν τέλει την ανάπτυξη για όλους και όλες. Και αυτόν τον δρόμο ακολουθεί η κυβερνητική πολιτική. 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ