Κοινωνια

Ο πληθυντικός αγενείας, και γιατί πρέπει να κοπεί μαχαίρι

Όψεις της πόλης, αναμνήσεις, πράγματα που συνέβησαν παλιά, και πράγματα που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας

kyriakos_1.jpg
Κυριάκος Αθανασιάδης
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ο πληθυντικός αγενείας, και γιατί πρέπει να κοπεί μαχαίρι
Η εικόνα είναι φτιαγμένη με το πρόγραμμα Sora.

Ημερολογιακές καταχωρίσεις για κάθε χρήση

ΑΓΕΝΕΙΑ ΠΑΝΤΟΥ ΚΑΙ ΠΑΝΤΑ

Είναι ωραίο που ζούμε στην πιο γρήγορη εποχή της ιστορίας μας — πιο γρήγορη μέχρι την επόμενη, τέλος πάντων. Και είναι επίσης ωραίο που ζούμε σε μια εποχή που επιτρέπει την ανωνυμία: μπορείς να διαβάσεις, να δεις, να ακούσεις, να κρυφακούσεις τα πάντα — έστω, αφήνοντας μόνο κάποια διαδικτυακά ίχνη και την ψηφιακή σου ταυτότητα, που τροφοδοτεί τον «αλγόριθμο». Άλλο αυτό. Και είναι τέλειο που ζούμε στην εποχή της υπερπληροφόρησης. Κάποτε οι γνώσεις των ανθρώπων έφταναν μέχρι τις ημερομηνίες της σποράς και του θερισμού, ήξεραν λιγότερα από όσα ξέρει σήμερα η γάτα μου.

Μόνο που σ’ αυτήν ακριβώς την εποχή, και λόγω αυτών ακριβώς των χαρακτηριστικών —της ταχύτητας, της ανωνυμίας και της υπερπληροφόρησης—, ευδοκιμεί όσο ίσως ποτέ άλλοτε η αγένεια. Και η αγένεια προσωπικά με διαολίζει. Είναι ένας από τους βασικότερους λόγους που θα μπορούσα να μείνω στο σπίτι μου για χρόνια, αρκεί να είχα νερό, φαΐ και ίντερνετ (το οποίο ρυθμίζω έτσι που να μη βλέπω ποτέ καμία αντιπαράθεση).

Ο πληθυντικός αγενείας, και γιατί πρέπει να κοπεί μαχαίρι

Η αγένεια, φυσικά, δεν έχει διογκωθεί σήμερα· δεν αλλάζουν τα χαρακτηριστικά των ανθρώπων, παρά μόνο με το πέρασμα χιλιετιών. Αλλά μοιάζει να έχει αναδειχθεί σε εξόχως διαδεδομένο κοινωνικό φαινόμενο, διαβρώνοντας τις διαπροσωπικές σχέσεις και επηρεάζοντας βαθιά την ψυχική υγεία και την κοινωνική συνοχή, ακριβώς γιατί οι άνθρωποι εκπαιδεύονται καθημερινά σ’ αυτήν βουτηγμένοι καθώς είναι στο διαδίκτυο. Για να το πούμε αλλιώς: η διάχυτη κουλτούρα της αγένειας δεν περιορίζεται μόνο στην άμεση, πρόσωπο με πρόσωπο επαφή —όπως πάντα συνέβαινε—, αλλά ενισχύεται και πολλαπλασιάζεται μέσα στο ψηφιακό περιβάλλον, όπου διευκολύνεται (αν δεν επιβραβεύεται κιόλας) η εκδήλωση επιθετικών και εχθρικών συμπεριφορών. Και, όπως στα αθλήματα η προπόνηση είναι που κάνει τη διαφορά, έτσι και εδώ: η εμβάπτιση σε αγενή συμπεριφορά, είτε σε κάνει κι εσένα αγενή, ακόμα κι αν δεν το θέλεις, είτε σε κάνει να μην αντιδράς ως ή όσο θα όφειλες απέναντί της: τη συνηθίζεις.

Για να το πούμε αλλιώς: η διάχυτη κουλτούρα της αγένειας δεν περιορίζεται μόνο στην άμεση, πρόσωπο με πρόσωπο επαφή —όπως πάντα συνέβαινε—, αλλά ενισχύεται και πολλαπλασιάζεται μέσα στο ψηφιακό περιβάλλον, όπου διευκολύνεται (αν δεν επιβραβεύεται κιόλας) η εκδήλωση επιθετικών και εχθρικών συμπεριφορών

Η αγένεια δεν είναι ένδειξη «κακού χαρακτήρα» —είναι βέβαια και αυτό—, αλλά κυρίως συνιστά αποτέλεσμα μιας σειράς παραγόντων, όπως το αυξημένο στρες, η κούραση, η απογοήτευση, η αίσθηση αδικίας, η έλλειψη χρόνου και η διαρκής πίεση των προθεσμιών: όλα αυτά ευνοούν έναν εγωκεντρικό τρόπο σκέψης (και πάλι το ίντερνετ μας έχει κάνει να πιστεύουμε πως είμαστε ειδικοί στα πάντα), αμβλύνοντας την ικανότητά μας για ενσυναίσθηση (το #1 χαρακτηριστικό πολιτισμού: όλα τα άλλα είναι αστεία μπροστά του) και για αυτό που θα μπορούσαμε να πούμε «γενναιοδωρία του χρόνου». Υπ’ αυτό το πρίσμα, η αγένεια μετατρέπεται σε μια κοινωνική παθολογία, έναν δείκτη αδιαφορίας και αναισθησίας απέναντι στον συμπολίτη. Δεν έχω στοιχεία γι’ αυτό, αλλά το γεγονός ότι ο μετρ τού μοδάτου καφέ εδώ στη γειτονιά που μιλά στο κινητό πηγαίνοντας πάνω-κάτω και λέει «ρε μαλάκα» στον συνομιλητή του εις επήκοον όλων είναι θύμα του «σύγχρονου κόσμου», όχι απλώς βλαξ. Βέβαια, τον απέλυσαν.

Διαβάζω ότι υπάρχει η Αρχή της Αμοιβαιότητας της Αγένειας: κάθε αγενής πράξη προκαλεί μια ανάλογη αντίδραση, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο αρνητικότητας. Λογικό το βρίσκω, και το βλέπω κάθε μέρα στον εαυτό μου. Ούτως ή άλλως, η διαχείριση της αγένειας απαιτεί συνειδητή προσπάθεια: το να υιοθετήσουμε μια πιο ήρεμη προσέγγιση στο πράγματα, το να αρνηθούμε να πάρουμε προσωπικά τη συμπεριφορά του άλλου, ή το να προσπαθήσουμε να δούμε την κατάσταση από τη δική του οπτική γωνία, δεν είναι εύκολα πράγματα. Πόσο δε μάλλον να νιώσουμε συμπόνια προς ένα αγενές άτομο — αυτό δα έλειπε.

Νομίζω πως η αγένεια δεν είναι απλώς έλλειψη τρόπων· είναι κυρίως έλλειμμα προσοχής. Για να είσαι ευγενικός, πρέπει πρώτα να βλέπεις τον άλλον. Να του αναγνωρίζεις υπόσταση, να μετράς τον κόπο του, να νιώθεις πως (και εκείνος) έχει ευαισθησίες, και εγωισμό. Ο αγενής, προφανώς, δεν βλέπει τίποτε από όλα αυτά. Ο κόσμος του είναι στενός, φτιαγμένος μόνο για τον εαυτό του. Οτιδήποτε περισσεύει, θεωρείται εμπόδιο ή ενόχληση. Η αγένεια, έτσι, γίνεται μία μορφή αμυντικού εγωισμού· η πανοπλία που φοράμε για να μη χρειάζεται να συμμετέχουμε αληθινά στον κοινό χώρο.

Για να είσαι ευγενικός, πρέπει πρώτα να βλέπεις τον άλλον. Να του αναγνωρίζεις υπόσταση, να μετράς τον κόπο του, να νιώθεις πως (και εκείνος) έχει ευαισθησίες, και εγωισμό

Από την άλλη, υπάρχει και η αγένεια που γεννιέται από κόπωση ή από παραίτηση. Από ανθρώπους που ενδεχομένως προσπάθησαν στο παρελθόν να είναι ευγενικοί, αλλά είδαν πως κανείς δεν το εκτίμησε: μια αγένεια που δεν κρύβει έπαρση από πίσω της, αλλά απογοήτευση. Είναι η αγένεια του ταμία που δεν χαμογελά πια, του δασκάλου που δεν αντέχει άλλο στην τάξη, του φίλου που έπαψε να στέλνει ευχές στα γενέθλιά μας καθώς εμείς δεν του τις ανταποδώσαμε πέρυσι.

Ο πληθυντικός αγενείας, και γιατί πρέπει να κοπεί μαχαίρι

Νά μερικοί κλασικοί τρόποι με τους οποίους εκδηλώνουμε την αγένειά μας, καθημερινά — ένα κλάσμα, μόνο, της επινοητικότητάς μας βέβαια, καθώς υπάρχουν άπειροι ακόμα:

  • Όταν ασχολούμαστε συνεχώς με το κινητό μας ενώ είμαστε με παρέα.
  • Όταν διακόπτουμε συστηματικά αυτόν που μιλάει.
  • Όταν προσπερνάμε την ουρά στο σούπερ.
  • Όταν δείχνουμε με μορφασμούς ή με τη στάση σώματος ότι δεν αντέχουμε την παρουσία των άλλων δίπλα μας.
  • Όταν μιλάμε δυνατά σε κλειστούς δημόσιους χώρους, όπως τα μέσα μαζικής μεταφοράς ή τα εστιατόρια.
  • Όταν δεν λέμε ευχαριστώ ή παρακαλώ.
  • Όταν δεν απαντάμε σε μηνύματα ή σχόλια.
  • Όταν παραμελούμε βασικούς κανόνες υγιεινής.
  • Όταν δεν ζητάμε συγγνώμη.
  • Όταν καθυστερούμε στο ραντεβού μας χωρίς να μας έχει πατήσει αμάξι.
  • Όταν υποτιμούμε τη δουλειά ή τα ενδιαφέροντα κάποιου επειδή δεν μας φαίνονται σπουδαία.
  • Όταν δεν κρατάμε την πόρτα ανοιχτή για το άτομο που ακολουθεί αμέσως πίσω μας.
  • Όταν μιλάμε με κάποιον, ενώ φοράμε ακουστικά.
  • Όταν σχολιάζουμε αρνητικά την εμφάνιση ή τις επιλογές ζωής των άλλων, χωρίς να έχει ζητηθεί η γνώμη μας.
  • Όταν πετάμε σκουπίδια στον δρόμο ή όταν τα αφήνουμε στα παγκάκια, θεωρώντας ότι ο «σκουπιδιάρης» θα χαρεί πολύ να τα μαζέψει.
  • Όταν αποφεύγουμε την οπτική επαφή κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης, δίνοντας την εντύπωση ότι βαριόμαστε ή ότι δεν ακούμε.
  • Όταν χρησιμοποιούμε χυδαία γλώσσα σε ακατάλληλα περιβάλλοντα ή μπροστά σε άτομα που μπορεί να προσβληθούν.
  • Όταν παρκάρουμε με τρόπο που εμποδίζει την κυκλοφορία.
  • Όταν δίνουμε ανεπιθύμητες συμβουλές ή προσπαθούμε να «διορθώσουμε» κάποιον δημόσια.
  • Όταν απαντάμε ειρωνικά σε μια απλή ερώτηση.
  • Όταν δεν σεβόμαστε τον προσωπικό χώρο των άλλων.
  • Όταν μιλάμε άσχημα σε υπαλλήλους ή σερβιτόρους.
  • Όταν παριστάνουμε ότι δεν βλέπουμε τον ηλικιωμένο, τον έγκυο ή τον ανάπηρο που χρειάζεται τη θέση μας.
  • Όταν δανειζόμαστε κάτι και δεν το επιστρέφουμε έγκαιρα και στην κατάσταση που μας δόθηκε.
  • Όταν μασάμε με ανοιχτό στόμα ή κάνουμε θόρυβο ενώ τρώμε.
    Όταν μιλάμε στο τηλέφωνο και μας ακούει έστω και ένας ακόμη πλην τού συνομιλητή μας.
  • Όταν δεν λέμε καλημέρα και καλό βράδυ σε γνωστούς ή γείτονες.
  • Όταν προχωράμε στο πεζοδρόμιο εμποδίζοντας την κυκλοφορία σαν διπλωμένη νταλίκα.
  • Όταν μιλάμε συνεχώς για τον εαυτό μας χωρίς να δείχνουμε ενδιαφέρον για τους άλλους.
  • Όταν δεν ακούμε χαμηλά μουσική ή τηλεόραση, όντας βέβαιοι πως ζούμε μόνοι στον κόσμο.
  • Όταν δεν τηρούμε τις ώρες κοινής ησυχίας.
  • Όταν μπαίνουμε σε έναν χώρο χωρίς να χαιρετήσουμε.
  • Όταν δεν τηρούμε τις υποσχέσεις ή τις δεσμεύσεις μας χωρίς να ενημερώσουμε.
  • Όταν αφήνουμε το κατοικίδιό μας να ενοχλεί τους άλλους (π.χ. να γαβγίζει συνεχώς ή να λερώνει δημόσιους χώρους).
  • Όταν δεν προσέχουμε τα παιδιά μας σε δημόσιους χώρους, αφήνοντάς τα να ενοχλούν ή να κινδυνεύουν.
  • Όταν μπαίνουμε σε ΜΜΜ ή στο ασανσέρ χωρίς να αφήσουμε πρώτα τους άλλους να βγουν.
  • Όταν χρησιμοποιούμε έντονα αρώματα σε δημόσιους χώρους.
  • Όταν κοιτάμε επίμονα ή σχολιάζουμε αδιάκριτα ανθρώπους που είναι διαφορετικοί από εμάς.

ΚΑΙ ΤΩΡΑ Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ #drumroll

Και ιδού λοιπόν ο πραγματικός λόγος που τα γράφω όλα αυτά — αυτό τον μάλλον βαρετό πρόλογο. Θέλω να πω καιρό τώρα —και απορώ πώς δεν το έχω ήδη κάνει— πως η συνειδητή χρήση του πληθυντικού ευγενείας (αυτής της μάστιγας) μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις (το λέω μετριοπαθώς…) να εκληφθεί σαν αγένεια, σαν απρόσωπη αντιμετώπιση, ή ακόμα και σαν ειρωνεία, ανάλογα με το συγκείμενο, τη σχέση μεταξύ των συνομιλητών, ή και τον τόνο της φωνής. Για παράδειγμα, η επιμονή στη χρήση του πληθυντικού σε καταστάσεις που απαιτούν οικειότητα είναι κάτι που μπορεί να κάνει και τον πιο πράο άνθρωπο να βγει από τα ρούχα του. Αν ο άλλος σού έχει πει να περάσετε στο «εσύ», σ’ το έχει προτείνει ρητά, σ’ το έχει ζητήσει, σ’ έχει θερμοπαρακαλέσει, το μόνο που κάνει ο πληθυντικός είναι να απορρίπτει έργω αυτή την τόσο απλή πρόταση για οικειότητα, να δημιουργεί τεχνητή απόσταση, να γεννά δυσαρέσκεια. Ενίοτε, δε, και πίκρα.

Για παράδειγμα, η επιμονή στη χρήση του πληθυντικού σε καταστάσεις που απαιτούν οικειότητα είναι κάτι που μπορεί να κάνει και τον πιο πράο άνθρωπο να βγει από τα ρούχα του

Μεταξύ φίλων, συναδέλφων, συγγενών, ο πληθυντικός είναι σχεδόν πάντα αδόκιμος και απαράδεκτος. (Λέμε «σχεδόν», γιατί οι εξαιρέσεις —η αρχιλογίστρια στην εταιρία, μια συγκεκριμένη θεία κλπ. κλπ.— κάνουν πάντα μπαμ, δεν μιλάμε γι’ αυτές). Η χρήση του σε αυτές τις περιπτώσεις εκλαμβάνεται σαν τεχνητή απόσταση, υπονοώντας είτε ότι δεν επιθυμείτε να έχετε φιλική σχέση με τον συγκεκριμένο τύπο, είτε ότι υπάρχει κάποιο κρυφό πρόβλημα ή διαφωνία μεταξύ σας.

Το ίδιο ισχύει και σε διόλου συγγενικές σχέσεις όμως: σε ένα καφέ, π.χ., η επιμονή στον πληθυντικό προς το άτομο που μας εξυπηρετεί, στις περισσότερες περιπτώσεις γίνεται για να φανεί πως, τη δεδομένη στιγμή, εμείς στεκόμαστε ένα σκαλί πιο ψηλά από τον ταπεινό υπηρέτη μας. Για να πούμε και κάτι σε παγκόσμια πρώτη: ο πληθυντικός στον σερβιτόρο είναι ο άμεσος απόγονος του ενικού στο καφενείο του χωριού τον περασμένο αιώνα· εντέλει, είναι το ίδιο πράγμα.

Για να πούμε και κάτι σε παγκόσμια πρώτη: ο πληθυντικός στον σερβιτόρο είναι ο άμεσος απόγονος του ενικού στο καφενείο του χωριού τον περασμένο αιώνα· εντέλει, είναι το ίδιο πράγμα

Σε ορισμένες περιπτώσεις, ο πληθυντικός λειτουργεί σαν ρητορικό σχήμα για να υπονομεύσει τον συνομιλητή. Ειδικά δε όταν συνοδεύεται με έναν υποδόριο συγκαταβατικό, ειρωνικό ή χλευαστικό τόνο, μπορεί να υποδηλώσει ότι, τουναντίον, αυτός που μιλά δεν σέβεται καθόλου τον συνομιλητή του. Του φέρεται με τυπικό σεβασμό, αν και στην πραγματικότητα ο περί ου δεν τον αξίζει.

Γενικά, η χρήση του πληθυντικού είναι αγενής όταν αντιβαίνει στη δυναμική της σχέσης, ήτοι όταν επιβάλλει μία απόσταση εκεί όπου έχει ήδη συμφωνηθεί ή αναμένεται οικειότητα, όταν χρησιμοποιείται ως μέσο ψυχρής επίπληξης, ή όταν συνοδεύεται από μια νότα σαρκασμού.

Και (ξανά #drumroll) όταν υπονοεί μεγάλη ηλικία: τέτοια που απέναντί της οφείλουμε τάχα να είμαστε σεβαστικοί. Ναι, πράγματι το οφείλουμε. Αλλά μέχρι να ενηλικιωθούμε. Άπαξ και τελειώσαμε το σχολείο, κομμένος ο πληθυντικός. Δεν είστε ανήλικα. Ήμαρτον.

Ο πληθυντικός αγενείας, και γιατί πρέπει να κοπεί μαχαίρι

* * *

Το Ημερολόγιο κυκλοφορεί τρεις φορές την εβδομάδα: κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή. Τις Κυριακές, η στήλη μεταμορφώνεται στο Βιβλίο της Εβδομάδας. Στείλτε μας μέιλ αν θέλετε να μας πείτε ή να μας ρωτήσετε κάτι — οτιδήποτε. Σας ευχαριστούμε πολύ.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.

// EMPTY