Βιβλιο

«Οι Μητέρες» κρύβουν ένα μυστικό που θεριεύει και απασφαλίζει με κρότο

Το συγγραφικό ντεμπούτο της Brit Bennett στοχεύει απευθείας στην καρδιά (εκδ. Πόλις)

69344622_10156942672578218_6480720064680034304_n.jpg
Κέλλη Κρητικού
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Brit Bennett «Οι Μητέρες», εκδόσεις Πόλις

«Οι Μητέρες» της Brit Bennett είναι μια ιστορία για έναν νεανικό έρωτα, μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη και ένα μυστικό που δεν κατάφερε να μείνει καλά κρυμμένο.

Η συγγραφέας Brit Bennett συμπεριλήφθηκε στον κατάλογο του National Book Foundation με τους πέντε καλύτερους μυθιστοριογράφους κάτω των τριάντα πέντε ετών με το συγγραφικό ντεμπούτο της «Οι Μητέρες». Ένα μυθιστόρημα που στοχεύει απευθείας στην καρδιά με λόγο λιτό εστιάζοντας στους χαρακτήρες και στις επιπτώσεις μιας βεβιασμένης απόφασης στη μετέπειτα ζωή τους. Με δωρικές περιγραφές, αληθοφανείς και ουσιαστικούς διαλόγους, εκπληκτική σκιαγράφηση χαρακτήρων και μια απλή πλοκή με ασύλληπτες όμως προεκτάσεις, η συγγραφέας δημιουργεί ένα πόνημα που κινείται στους άξονες της αρχαίας τραγωδίας και οδηγεί στην κάθαρση καθώς αναδεικνύει την ισοπεδωτική επίδραση των κοινωνικών στερεοτύπων και επιταγών.

Η ιστορία διαδραματίζεται σε μια μικρή πόλη της Νότιας Καλιφόρνιας. Η Νάντια Τέρνερ είναι όμορφη και έχει σχέδια για το μέλλον, όταν εντελώς αναπάντεχα και ανεξήγητα η μητέρα της αυτοκτονεί. Η δεκαεφτάχρονη Αφροαμερικανίδα παλεύει να ισορροπήσει ανάμεσα στον πόνο της, στη σιωπή του πατέρα της, στον οίκτο που βλέπει στα μάτια των άλλων και στην αέναη αναζήτηση του εαυτού της. Ερωτεύεται τον Λουκ, τον νεαρό γιο του πάστορα της τοπικής εκκλησίας. Ενώ οι μέρες κυλάνε όμορφα, μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη και η επικείμενη έκτρωση θα προκαλέσει μια σειρά γεγονότων που θα καθορίσουν το μέλλον τους, τις αποφάσεις τους, τη ζωή τους όλη. Κανείς τους δεν βρίσκει το θάρρος να ομολογήσει τα αισθήματά του για το αγέννητο μωρό και η Νάντια δεν μοιράζεται με κανέναν το δυσβάσταχτο αυτό μυστικό της. Και εκείνο δεν την αφήνει να ξεχάσει και βρίσκει πάντα τον τρόπο να την κατακλύσει με αμείλικτα ερωτήματα...

«Η θλίψη δεν ήταν μια ευθεία γραμμή που, ακολουθώντας την, απομακρυνόσουν όλο κι περισσότερο απ’ τον πόνο σου. Ποτέ δεν ήξερες πότε θα τιναζόσουν πίσω στις αρπάγες της».

Το τέχνασμα της εναλλαγής του προσώπου αφήγησης ανάμεσα σε τρίτο ενικό και πρώτο πληθυντικό λειτουργεί λυτρωτικά για τον αναγνώστη καθώς του προσφέρει τον χώρο και τον χρόνο να δει τα γεγονότα από μακριά, να αποφορτιστεί και να κατανοήσει τις συνθήκες που πυροδοτούν τις εξελίξεις. Οι Μητέρες, όπως ο Χορός στις αρχαίες τραγωδίες, αναλαμβάνουν τα ηνία όταν το κρίνουν σκόπιμο, αντιπροσωπεύοντας στην πραγματικότητα την κοινή γνώμη και τις παγιωμένες αντιλήψεις που επικρατούν στις μικρές κοινωνίες όπου η Εκκλησία γνωρίζει το σωστό και το πρέπον. Είναι ηλικιωμένες γυναίκες που λόγω της ηθικής τους ακεραιότητας έχουν το δικαίωμα να σχολιάζουν τα τεκταινόμενα, να νουθετούν τους ήρωες, να τους υποδεικνύουν το σωστό, ακόμα και αν εκείνοι δεν τις ακούν. Σε πρώτο πρόσωπο. Χωρίς περιστροφές. Οι Μητέρες γνωρίζουν τα πάντα, και αν όχι, καταφέρνουν να δουν πίσω από τις λέξεις και τα βλέμματα και να ανιχνεύσουν την αλήθεια. Γιατί ήταν κι εκείνες νέες. Ήταν και εκείνες κάποτε γυναίκες που ερωτεύτηκαν σφόδρα, που δούλεψαν σκληρά, που πληγώθηκαν, που απογοητεύτηκαν. Και ξέρουν. Μπορούν να νιώσουν, να συναισθανθούν, να κατανοήσουν. Και προσπαθούν απεγνωσμένα να διατηρήσουν ανέπαφους τους άγραφους νόμους με τους οποίους γαλουχήθηκαν.

Η ιστορία κινείται ανάμεσα στο δίπολο των σχέσεων πατέρα-κόρης και μητέρας-παιδιού. Οι συσχετισμοί προβάλλουν αναπάντεχα και θέτουν χωρίς οίκτο τους χαρακτήρες προ των ευθυνών τους. Η αυτοκτονία της μητέρας της Νάντιας που την αφήνει μόνη, ορφανή από τη μητρική αγκαλιά, ανίκανη να καταλάβει τους λόγους αυτής της απόφασης, και στοιχειωμένη από τη βεβαιότητα πως η δική της γέννηση διέλυσε τα όνειρα εκείνης και την έσπρωξε στο τραγικό αυτό τέλος. Από την άλλη, η ίδια η Νάντια αποφασίζει να μη φέρει στη ζωή το παιδί που κυοφορεί ώστε να μην αναγκαστεί να εγκαταλείψει τα σχέδιά της για σπουδές και να μείνει για πάντα εγκλωβισμένη στην ασφυκτικά μικρή πόλη. Μια απόφαση που τελικά την επηρεάζει βαθιά και αμετάκλητα. Με ασύλληπτες συνέπειες σε κάθε πτυχή της ζωής και της προσωπικότητάς της.

«Είναι συναρπαστικό ν’ αγαπάς κάποιον που ποτέ δεν θα μπορέσει να σ’ αγαπήσει το ίδιο».

Η σχέση της ηρωίδας με τον πατέρα της είναι επίσης πολυκύμαντη. Κινείται αρχικά σε παράλληλες τροχιές όπου κανένας από τους δύο δεν έχει την τόλμη να εκφράσει τα συναισθήματά του, να πει φωναχτά τις σκέψεις του, να αγγίξει τον άλλον, να μοιραστεί ενοχές και φόβους. Η οδύνη της απώλειας τούς έχει στοιχειώσει και έχει θρομβώσει την ατμόσφαιρα του σπιτιού τους. Η ψυχική απόσταση που τους χωρίζει γίνεται μεγαλύτερη καθώς αυξάνουν τα χιλιόμετρα ανάμεσά τους. Κι ύστερα, ένα απρόοπτο γεγονός αλλάζει τις ισορροπίες και τους υποχρεώνει να αναθεωρήσουν ό,τι τους ενώνει.

Brit Bennett «Οι Μητέρες», εκδόσεις Πόλις
Η Νάντια αντιπροσωπεύει τις γυναίκες που τολμούν να φύγουν, να σπουδάσουν, να ταξιδέψουν, να διαπρέψουν, να ξεφύγουν από τα στενά πλαίσια της κλειστής κοινωνίας των έγχρωμων που ζουν και να αποτινάξουν από επάνω τους τις δεσμεύσεις που τους επιβάλλει η καταγωγή τους. Πληγώνεται βαθιά, αιμορραγεί −σωματικά και ψυχικά−, ταπεινώνεται, βιώνει την εγκατάλειψη, καταφέρνει όμως να ξεπεράσει κάθε περιορισμό −ακόμα και του ίδιου της του εαυτού− και να γνωρίσει τη θεραπευτική δύναμη της φιλίας. Του δεσμού αυτού που έχει την ικανότητα να ελίσσεται, να περνάει διακυμάνσεις αλλά που, αν είναι ατόφιος και αληθινός, καταφέρνει να μετουσιωθεί και να βρει και πάλι τον τρόπο να ανθίσει στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται. Αγάπη, υπομονή, καρτερικότητα, κατανόηση, οργή, μίσος, θυμός, φροντίδα. Όλα κρυμμένα μέσα σε μια λέξη. Στη φιλία της Νάντιας και της Όμπρεϊ. Η μία δεν μιλάει για τη μητέρα της για να καταφέρει να διαφυλάξει την ανάμνησή της, για να την κρατήσει εξ ολοκλήρου για τον εαυτό της. Η Όμπρεϊ δεν μιλάει για τη δική της επειδή θέλει απλούστατα να ξεχάσει την ύπαρξή της. Και όμως βρίσκουν τον τρόπο να διαρρήξουν η μία το συναισθηματικό κουκούλι της άλλης και να δημιουργήσουν μια σχέση μοναδική.

«Ήταν παράξενο να μαθαίνεις το περίγραμμα της μοναξιάς του άλλου»

Η εξαιρετική μετάφραση της Άννας Μαραγκάκη και η άψογη επιμέλεια των εκδόσεων προσφέρουν στα χέρια του αναγνώστη αυτούσια την ομορφιά του κειμένου και του δίνουν τη δυνατότητα να απολαύσει τη λογοτεχνική του δύναμη.

«Οι Μητέρες» είναι μια ιστορία για έναν νεανικό έρωτα, μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη και ένα μυστικό. Ένα μεγάλο μυστικό που προσπάθησε να μείνει κρυφό κάτω από την ιδεατή επιφάνεια μιας κλειστής κοινωνίας και στο πέρασμα των χρόνων γιγαντώθηκε, θέριεψε και απασφάλισε με κρότο.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ