Βιβλιο

Mike Πούγουνας: Το «Μαύρο Χιόνι» και η στείρωση της φαντασίας

Ο frontman των Flowers Of Romance, των Nexus και των New Zero God μιλάει για τη μουσική αλλά και για το νέο του βιβλίο, το «Μαύρο Χιόνι», που κυκλοφόρησε πριν από λίγες μέρες

giorgos-florakis.jpg
Γιώργος Φλωράκης
10’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ο μουσικός και συγγραφέας Mike Pougounas τραγουδά μπροστά σε μικρόφωνο
© Πολυτίμη Χαράμη

Συνέντευξη: Ο μουσικός και συγγραφέας Mike Πούγουνας μιλάει για το νέο του βιβλίο «Μαύρο Χιόνι», τους Flowers Of Romance, Nexus και New Zero God.

Γνωριστήκαμε στις αρχές των nineties. Είχα ήδη το “Dorian Grey” και η μπάντα ετοιμαζόταν να κυκλοφορήσει τον δίσκο που για μένα αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά άλμπουμ της ελληνικής σκηνής, το “Pleasure And The Pain”. Ήταν η ατμόσφαιρα της εποχής, αυτή η συνεχής κίνηση που υπήρχε και μια γενιά μουσικών ιδιαίτερα ανήσυχη. Ο Mike Πούγουνας είναι από αυτούς που παραμένουν μέχρι σήμερα ανήσυχοι. Εξακολουθεί να παίζει μουσική αλλά γράφει και βιβλία, γυρίζει ντοκιμαντέρ, κάνει ραδιόφωνο. Μετά από πολλά χρόνια που είχαμε να μιλήσουμε δημόσια, το «Μαύρο Χιόνι», μας δίνει την ευκαιρία να πιάσουμε το νήμα από ‘κει που το είχαμε αφήσει.

Ο μουσικός και συγγραφέας Mike Pougounas τραγουδά μπροστά σε μικρόφωνο
© Ηλία Μωραΐτη

Ξεκίνησες με το να γράφεις ή με το να τραγουδάς;
Ξεκίνησα με το να ονειρεύομαι. Κι αυτό που επέτρεπε στα όνειρά μου να μη χάνουν την μαγική τους υπόσταση στον κόσμο μας, ήταν η μουσική. Από μικρός έκλεινα τα μάτια μου ξαπλωμένος στον καναπέ του σπιτιού μας, πλάι σε ένα ραδιόφωνο της Grundig και μετέφραζα τα τραγούδια που άκουγα σε όνειρα. Από εκεί και πέρα, οι βαθμοί στο σχολείο μου πήραν την κάτω βόλτα αλλά σύντομα άρχισα να τραγουδάω διασκευές σε μια μπάντα που αποτελούνταν κυρίως από συμμαθητές μου. Στην εφηβεία μου κατάφερα να αποτυπώνω τα όνειρα μου στο χαρτί, με αυτό που θεωρώ πως είναι το αίμα της φαντασίας: δηλαδή το μελάνι.

Πώς προέκυψε το πρώτο σου διήγημα σε σχέση με τον Robert Smith;
Μου ζήτησαν να γράψω μια μικρή ιστορία για την ανθολογία «Οι Κήποι των Κρεμασμένων» που είχε ως θέμα της τους Cure. Στην δεκαετία του 1990 δούλεψα με τον Steve Whitfield, τον ηχολήπτη που είχαν οι Cure στο άλμπουμ “Wish” αλλά και με τον Wayne Hussey, των Sisters of Mercy και των Mission, που είναι κολλητός του Smith. Μάλιστα μου είχαν πει να πάω στο πάρτι που έκανε ο Smith στο σπίτι του στο Bath τη μέρα που κυκλοφόρησε το single τους “The 13th” αλλά δεν πήγα. Έτσι βρισκόμουν σε έναν κοντινό κύκλο του συγκροτήματος, όμως γενικότερα δεν μου αρέσει να συναντώ καλλιτέχνες που αγάπησα κάποια στιγμή στη ζωή μου, για να μην γίνει κάτι και μου χαλάσει η εικόνα που είχα γι’ αυτούς.

Πώς σου κατέβηκε η ιδέα της ιστορίας;
Πέρα από το horror της περιγραφής, αυτό που ήθελα να επισημάνω με αυτή την ιστοριούλα, είναι ένα συγκεκριμένο πρόβλημα που δημιουργείται σε κάποια μεγάλα, συνήθως, συγκροτήματα και καλλιτέχνες: ενώ εκείνοι θέλουν να εξελιχθούν, να περάσουν σε ένα άλλο επίπεδο ή να «ψαχτούν» με ένα άλλο μουσικό ύφος, το ακροατήριό τους, (από το οποίο εξαρτώνται οικονομικά, φυσικά) τους υποχρεώνει να επαναλαμβάνονται καλλιτεχνικά και να μην εξελίσσονται όπως θα ήθελαν. Όσο και αν «το κοινό είναι οι καλύτεροι φίλοι του μουσικού» όπως έλεγε ο Joe Strummer, αυτό συμβαίνει συχνά. Ίσως φυσικά να είναι κάτι που δεν απασχολεί το ευρύ κοινό, αλλά είναι ένας προβληματισμός που εγώ, ως μουσικός, μπορώ να το καταλάβω και στεναχωριέμαι γι’ αυτούς. Όταν μου έκαναν την πρόταση να πάρω μέρος στην ανθολογία, μου δόθηκε η ευκαιρία να το πω χρησιμοποιώντας ως παράδειγμα τους Cure. Θα μπορούσαν να είναι οι Ramones στη θέση τους, οι οποίοι πήγαν να αλλάξουν ήχο με το άλμπουμ “End of the Century” σε παραγωγή Phil Spector, το οποίο μάλλον δεν πήγε και τόσο καλά εμπορικά και η εταιρία τους τους ανάγκασε να ξαναγυρίσουν στα τρία ακόρντα. Θα μπορούσαν να είναι πάρα πολλοί άλλοι. Μια άλλη περίπτωση είναι ο Chubby Checker, του οποίου η επιτυχία που έκανε με την διασκευή στο τραγούδι “The Twist” του Hank Ballard, τον καταδίκασε να παίζει ξανά και ξανά το “The Twist” ή τραγούδια σαν αυτό σε όλη του την καριέρα. Ο τύπος ήθελε απεγνωσμένα να ξεφύγει από αυτή την επανάληψη και έτσι, όταν το 1971 βρέθηκε στην Ολλανδία, ηχογράφησε μια ψυχεδελική soul funk αλμπουμάρα, το “Chequered!” για να ξεθυμάνει… Εμπορικά δεν έγινε κάτι βέβαια με αυτόν τον δίσκο. Το τραγούδι “Goodbye Victoria” πήγε να κινηθεί λίγο από εκεί, αλλά προφανώς του είπανε «αγόρι, εμείς “The Twist’ θέλουμε, άσε τις ψυχεδέλειες και παίξ’ το”. Αυτό είναι το κεντρικό νόημα εκείνης της μικρής ιστορίας που έγραψα με τίτλο “Why Can't I BeYou”, από το τραγούδι των Cure, φυσικά.

Τι είναι το «Κλειδί της Εύας»​ εκτός από το πρώτο σου βιβλίο;
Όταν μετά το “Why Can't I Be You” μου πρότειναν από την Ars Nocturna να μου εκδώσουν ένα δικό μου βιβλίο, τους πρότεινα να κάνω μια τριλογία. Το «Κλειδί της Εύας» είναι το πρώτο μέρος και ουσιαστικά είναι η είσοδος στον κόσμο της φαντασίας μου. Για να γίνω πιο συγκεκριμένος, αν υπάρχει λογοτεχνικό είδος που να λέγεται «ψυχεδελική φαντασία» τότε αυτό το βιβλίο κατατάσσεται εκεί. Ο ήρωας είναι ο ίδιος που ήταν στο “Why Can't I Be You” και έχει το δικό μου ονοματεπώνυμο. Η πλοκή εδώ έχει να κάνει με στίχους τραγουδιών που έχω κυκλοφορήσει με τους Flowers of Romance, τους Nexus και τους New Zero God, ενώ από την ιστορία περνούν γνωστοί φιλόσοφοι, συγγραφείς, ροκ αστέρες, ο Σατανάς ο ίδιος και άλλοι πολλοί. Φυσικά έχει αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία, χιούμορ, έρωτα, προδοσία, φιλία, θάνατο και ψυχεδέλεια, τα βασικά συστατικά δηλαδή της ζωής ενός ανθρώπου.

Συνέντευξη: Ο μουσικός και συγγραφέας Mike Πούγουνας μιλάει για το νέο του βιβλίο «Μαύρο Χιόνι», τους Flowers Of Romance, Nexus και New Zero God.

Το «Μαύρο Χιόνι» έχει επίσης μια έντονη αίσθηση Flowers Of Romance ή κάνω λάθος;
Το «Μαύρο Χιόνι» πήρε το όνομά του από το “Black Snow”. Ένα τραγούδι που έγραψα την βραδιά των 28ων γενεθλίων μου και που συμπεριέλαβα στο άλμπουμ “Brilliant Mistakes” των Flowers of Romance.

Με τι ασχολείσαι στο καινούργιο βιβλίο;
Μέσα από την ιστορία του «Μαύρου Χιονιού», αποτυπώνω τις πολιτικές, θρησκευτικές και φιλοσοφικές μου αντιλήψεις. Η συγγραφή ενός βιβλίου σου δίνει την δυνατότητα να αναπτύξεις τις απόψεις σου χωρίς να παρεμβαίνει κάποιος άλλος. Με το «Μαύρο Χιόνι» βρισκόμαστε στον κόσμο που μας έβαλε «Το Κλειδί της Εύας». Είναι η συνέχειά του δηλαδή. Το θέμα αυτού του βιβλίου, έχει να κάνει με την στείρωση της ανθρώπινης φαντασίας. Έχει να κάνει με την ηλίθια αντίληψη του σύγχρονου ανθρώπου πως αυτός, ως ον, δεν είναι μέρος της φύσης αλλά κάτι έξω και πάνω από αυτήν. Έχει να κάνει με την καταπίεση, την επιβολή βίας και την εκμετάλλευση. Φυσικά ούτε από εδώ θα μπορούσε να λείπει η μουσική. Παίζει βασικότατο ρόλο και συναντάμε και πάλι γνωστούς μουσικούς, επιστήμονες κλπ. Πάντως, μην περιμένει κανείς να βρει τον 50 Cent, ας πούμε, σε αυτές τις σελίδες, μιας και οι μουσικοί που αναφέρω είναι πιο κοντά σε αυτά που ακούω εγώ. Γράφοντας αυτό το βιβλίο, μου ήρθε η ιδέα να ονομάσω την τριλογία που ετοιμάζω, «Περιπλανώμενοι, Καλλιτέχνες και Παράνομοι» ενώ αποφάσισα να συνδυάσω βιβλία με μουσική κι έτσι έγραψα τόσο εγώ όσο και κάποιοι φίλοι μου, τραγούδια για συγκεκριμένες σκηνές των δύο βιβλίων, κάτι σαν soundtrack, τα οποία όποιος θέλει μπορεί να κατεβάσει δωρεάν από το Bandcamp.

Έχω μια εντύπωση ότι οι Flowers είναι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της ζωής σου. Είναι έτσι;
Μα φυσικά και ήταν! Τους δημιούργησα το 1981 όταν ήμουν 16 χρονών και κράτησαν 18 χρόνια. Το κεφάλαιο Flowers of Romance έκρυβε όλων των ειδών τα συναισθήματα που κάποιος θέλει και δεν θέλει να νιώσει στην ζωή του, καθώς και όλες τις εμπειρίες που μπορεί κάποιος να έχει με ένα συγκρότημα για τόσα χρόνια. Καλές και κακές. Ήταν μια περίεργη βόλτα της ζωής μου, με ένα ασανσέρ που με έπαιρνε από το υπόγειο για να με πάει στο ρετιρέ και όταν έφτανα κοβόντουσαν τα καλώδια. Κι εγώ από όποιον όροφο και αν κατάφερνα να σταματήσω, ξαναπατούσα το κουμπί για πάνω. Η μουσική είναι αυτό το τρενάκι του λούνα παρκ που πάει πάνω-κάτω, μόνο που αυτό συμβαίνει μέσα σου. Απλά όταν σταματήσει ο γύρος, πληρώνεις το αντίτιμο και ξαναπάς άλλη μια βόλτα πότε γελώντας και πότε ουρλιάζοντας από φόβο. Έτσι είναι η ζωή όμως. Αυτά σε κάνουν να νιώθεις ζωντανός. Και τα καλά και τα κακά.

Ποια είναι σήμερα η σχέση σου με το ιδίωμα που παίζατε ως Flowers;      
Βασικό ρόλο στη ζωή μου έπαιξε το punk rock. Από εκεί ξεκίνησαν οι Flowers of Romance και εξελίχθηκαν –γιατί όπως είπαμε ο μουσικός δεν μένει στάσιμος– στο να παίζουν Gothic rock. Προς το τέλος της μπάντας άρχισα να ενδιαφέρομαι για άλλα είδη. Την jazz, την electronica κλπ. Σήμερα, εάν θελήσω να ακούσω κάτι από τη σκοτεινή σκηνή του παρελθόντος, θα το κάνω με νοσταλγική διάθεση. Θα μου θυμίσουν πρόσωπα, στιγμές κλπ. Σήμερα, παίζοντας με τους New Zero God πλέον, μπορεί να χρησιμοποιήσω μια σκοτεινή ατμόσφαιρα, αλλά θα την μπλέξω και με κάτι άλλο. Δεν θέλω να κάνω μουσική με σκοπό να αναπαραγάγω το παρελθόν, θέλω να συνδέσω στοιχεία του παρελθόντος με σημερινά στοιχεία για να πλάσω μουσική του μέλλοντος. Αλλά σήμερα με ενδιαφέρει να γνωρίζω πολλές και διαφορετικές μουσικές. Οι ταμπέλες που βάζουμε στη μουσική, μου είναι αδιάφορες.

Θα μπορούσαν οι Flowers να συνεχίζουν να υπάρχουν μέχρι σήμερα;
Πιστεύω πως έκαναν τον κύκλο τους. Από εφηβικό παιχνίδι έφτασαν στην Αγγλία, στους Sisters of Mercy και τους Mission και κάπου εκεί, η μουσική βιομηχανία άρχισε να αλλάζει. Οι Flowers of Romance μπήκαν στο κουτάκι που τους αναλογεί και τοποθετήθηκαν σε ένα ράφι ψηλά στη ζωή μου. Έπρεπε να προχωρήσω και μετά από τρία στούντιο άλμπουμ, ήθελα να κάνω άλλα πράγματα με τη μουσική.

Στο πρώτο άλμπουμ με τους Nexus διάλεξες ελληνικό στίχο. Πώς νιώθεις ότι πήγε το πείραμα;
Οι Nexus ήταν καθ’ ολοκληρίαν ένα πείραμα. Από τα τέσσερα άλμπουμ που κυκλοφόρησα, το πρώτο ήταν με ελληνικό στίχο γιατί ήθελα να πειραματιστώ. Μπορούσα να τραγουδήσω ελληνικά; Όπως φαίνεται πάντως, μπορώ τουλάχιστον να τα μιλήσω. Μου φάνηκε περίεργο όταν το έκανα. Εντάξει, το μουσικό ύφος ήταν μια μίξη gothic με industrial, πράγμα που δεν είχε κάνει κανείς μέχρι τότε στα τέλη της δεκαετίας του 1990. Μετά το πρώτο single και το πρώτο άλμπουμ, αποφάσισα πως υπήρχαν άλλοι ροκ τραγουδιστές στη χώρα, που είναι καλύτεροι από εμένα στο να τραγουδούν ελληνικά, οπότε επέστρεψα στον αγγλικό στίχο. Τα τελευταία χρόνια, ένα σκωτσέζικο συγκρότημα, οι Savage Cut, μου ζήτησαν να γράψω ελληνικό στίχο και να τον τραγουδήσω. Έτσι έγραψα τους στίχους και τραγούδησα το τραγούδι «Εδώ», το οποίο υπάρχει στο άλμπουμ τους “A Ricochet Off The Moon” που κυκλοφόρησε το 2017. Τώρα πια δεν ακούγομαι αμήχανος όταν τραγουδάω στα ελληνικά.

Το συγκρότημα New Zero God
New Zero God © Ηλίας Μωραΐτης

Οι New Zero God υπάρχουν πολλά χρόνια, σχεδόν όσα υπήρξαν οι Flowers Of Romance, σωστά; Η μακροβιότητά τους έχει να κάνει με το ότι ο ήχος τους διαφοροποιείται από δίσκο σε δίσκο, ακόμη και από κομμάτι σε κομμάτι στον ίδιο δίσκο;
Οι New Zero God υπάρχουν από το 2006, άρα σε 3 χρονάκια, θα είναι συνομήλικοι των Flowers. Από εκεί και πέρα, για εμένα έχει περάσει προ πολλού το να περιορίζομαι ηχητικά κάτω από μια ταμπέλα. Όταν κυκλοφόρησε το πρώτο μας άλμπουμ, το “Fun Is A Four Letter Word”, το τραγούδι “Kiss the Witch” πήγε για δύο μήνες στα 10 πρώτα του gothic section του αγγλικού περιοδικού Terrorizer. Οι Άγγλοι έγραφαν πως η ιστορία μου ήταν κάτι σαν τον Χρυσό Οδηγό για τα μεγάλα ονόματα του Gothic Rock, πράγμα που μου φαινόταν αστείο και με έκανε πάντα να γελάω. Με κάλεσαν και συμμετείχα με Άγγλους, Αμερικάνους και Νοτιοαφρικάνους μουσικούς σε μια διασκευή του “Everyone Says Hi” του David Bowie με σκοπό να βοηθήσουμε το Sophie Lancaster Foundation, ένα ίδρυμα του Manchester κατά των εγκλημάτων μίσους και των πάσης φύσεως διακρίσεων. (Είναι μεγάλη η ιστορία σχετικά με τον φόνο της Sophie Lancaster και αξίζει να τον ψάξει κανείς). Υπήρχε ένα έντονο ενδιαφέρον από το αγγλικό gothic κοινό για τους New Zero God. Οι επόμενες δύο κυκλοφορίες μας έγιναν από την Secret Sin Records, μια ανεξάρτητη αγγλική δισκογραφική εταιρία. Αυτό όμως που κατόπιν θέλησα να κάνω, ήταν να προσθέσω μια θεατρικότητα στην μουσική μου. Δημιούργησα έναν χαρακτήρα για τις συναυλίες και για το άλμπουμ “MMXIII” του 2013, όπου φοράω ημίψηλο καπέλο και παλτό. Πράγμα που σταμάτησε το 2016 με την κυκλοφορία του “Short Tales & Tall Shadows” σε κάθε τραγούδι του οποίου, αφηγούμαι και κάποια ιστορία τρόμου. Δεν είμαστε φυσικά συγκρότημα – θίασος, δεν είναι αυτός ακριβώς ο σκοπός που «φτιάχνω» αυτούς τους χαρακτήρες, αν και το σκέφτομαι τώρα τελευταία. Το “Circus of Tortured Melodies” που κυκλοφορήσαμε το 2019, είναι εκείνο που βρίσκει τους New Zero God να παίζουν διαφορετικό μουσικό ύφος σε κάθε τραγούδι, γιατί ο δίσκος αναφέρεται στο τσίρκο της ζωής και η ζωή δεν έχει ένα μόνο πρόσωπο…

Πόσο εύκολο είναι να διαθέσει σήμερα μια μπάντα το υλικό της;
Το ίντερνετ τα έκανε όλα πολύ εύκολα πλέον και ο καθένας μπορεί να διαθέσει το υλικό του σε όλο τον πλανήτη. Το αν θα το αγοράσει κανείς, έχει να κάνει με την προώθηση που γίνεται στο υλικό, πρόβλημα όμως το οποίο υπήρχε και πριν το ίντερνετ. Άλλο η διάθεση και άλλο η διαφήμιση…

Ένας συγγραφέας το βιβλίο του;
Πιστεύω πως ισχύει το ίδιο για μουσική και βιβλία. Έναν δίσκο ή ένα βιβλίο, αν υπάρχει στο ίντερνετ, θα το βρεις και θα το παραγγείλεις. Το ζήτημα είναι να γνωρίζει ο ενδιαφερόμενος αναγνώστης ή ακροατής την ύπαρξη του βιβλίου ή του δίσκου…

Έχεις ξεκινήσει να γράφεις το τρίτο βιβλίο της τριλογίας που ξεκίνησε με το «Κλειδί της Εύας»;
Όχι, το σκέφτομαι ακόμα και μάλιστα έχω προβληματιστεί για το πώς θα καταφέρω η τριλογία να έχει παραπάνω από τρία βιβλία χαχαχά… Κάποιος μου είπε βέβαια πως αυτό το έκανε ήδη ο Douglas Adams με μεγάλη επιτυχία!

the_art_asylum.jpg

Έχεις σπουδάσει κινηματογράφο  και ταυτόχρονα αγαπάς πολύ τη γειτονιά σου, την Καλλιθέα. Τελευταία, κατάφερες να τα συνδυάσεις αυτά τα δύο. Με ποιον τρόπο;
Γενικά μου αρέσει να βγαίνω για περπάτημα τα πρωινά και μερικές φορές υπάρχουν και κάποιοι φίλοι που βρίσκουν την όρεξη και τον χρόνο να έρθουν μαζί μου. Έτσι, μια μέρα που περπατούσαμε με τον Σπύρο Κερκύρα στις Τζιτζιφιές, αρχίσαμε τα «θυμάσαι εδώ εκείνο το σινεμά;» και «θυμάσαι εκεί το άλλο σινεμά;» με αποτέλεσμα να αποφασίσουμε να κάνουμε ένα ντοκιμαντέρ σε δύο μέρη, σχετικά με τις κινηματογραφικές αίθουσες που υπήρξαν στην Καλλιθέα. Κάναμε το πρώτο, που καλύπτει τις Τζιτζιφιές και το ανεβάσαμε στο YouTube. 

Όταν η Καλλιθέα πήγαινε Cinema – Μέρος Α

Ανάμεσα σε όλα αυτά, κάνεις και ραδιόφωνο. Θα μας πεις μερικά πράγματα για τις εκπομπές σου;
Τo 2012 με πήρε τηλέφωνο μια αμερικανίδα φίλη για να μου προτείνει να κάνω μια ραδιοφωνική εκπομπή. Αυτή η εκπομπή, που ονομάζεται The Blackout Radio Show with Mike Pougounas, μεταδίδεται ακόμα, 9 χρόνια αργότερα, από τον ραδιοφωνικό σταθμό KOWS 92,5 FM από την επαρχία Sonoma της Καλιφόρνια κάθε Τρίτη βράδυ από τις 10 μέχρι τις 12 τα μεσάνυχτα. Παίζω νέες underground κυκλοφορίες και τακτικά έχω κάποιον καλεσμένο για συνέντευξη. Την υπόλοιπη εβδομάδα αναμεταδίδεται από διαδικτυακούς σταθμούς: Fasching Web Radio – Καναδάς, Mercury Radio – Ελλάδα, LemoniRadio.com –Κύπρος, Wicked Spins Radio – Αγγλία, Mad Wasp Radio – Αγγλία και Radio Gibbs FM –Αγγλία. Μερικοί από τους μουσικούς που έχουν έρθει ως καλεσμένοι για συνέντευξη στην εκπομπή είναι ο Brendan Perry (Dead Can Dance), o Kevin Haskins (Bauhaus, Tones on Tale, Love & Rockets, Poptone), o Jürgen Engler (Die Krupps), ο Ronny Moorings (Clan of Xymox), oι Danse Society, ο Raymond Watts (KMFDM, PIG), o Craig Dyer (The Underground Youth), ο Andi Sex Gang (Sex Gang Children), ο John Robb (The Membranes), ο Sam Rosenthal (Black Tape for a Blue Girl και ιδιοκτήτης της Projekt Records) και άλλοι.

Ποιος δίσκος, ταινία ή βιβλίο σ’ έχει εντυπωσιάσει τελευταία;
Διπλό βινύλιο, φρέσκου krautrock, το “Post Human” που κυκλοφόρησαν οι Trees Speak στη Soul Jazz Records. Από βιβλία, το “Black Like Me” του John Howard Griffin, που πρωτοεκδόθηκε το 1961 και έχει ως θέμα του τις φυλετικές διακρίσεις.

Πού θα βρούμε βιβλία και δίσκους σου;
Η κεντρική διάθεση των βιβλίων μου γίνεται από τον εκδοτικό οίκο Ars Nocturna με διεύθυνση Μαυρομιχάλη 18 στην Αθήνα. Τις κυκλοφορίες των New Zero God μπορεί να τις βρει όποιος ενδιαφέρεται στο bandcamp του συγκροτήματος, όπως αντίστοιχα και τις κυκλοφορίες των Nexus.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ