- CITY GUIDE
- PODCAST
-
15°
Λάθη, λάθη, και ακόμη περισσότερα λάθη
Όψεις της πόλης, αναμνήσεις, πράγματα που συνέβησαν παλιά, και πράγματα που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας
Ημερολογιακές καταχωρίσεις για κάθε χρήση
Ο ΝΕΚΡΟΣ
Είχα δουλέψει σε αρκετές ακόμα δουλειές εδώ κι εκεί μέχρι τότε, χειρωνακτικές οι περισσότερες, αλλά στα βιβλία σαν διορθωτής πρωτοδούλεψα στον Παρατηρητή και στις ΑΣΕ αρχές των 80s. Πολύ αρχές. Συνολικά δούλεψα στη διόρθωση —κι ας έκανα πια και όλα τα άλλα στις εκδόσεις, κι ας μη με λέγανε πια «διορθωτή»— τριάντα γεμάτα χρόνια, έχοντας επιμεληθεί περί τα 500 βιβλία συνολικά όταν τα παράτησα, καμιά εκατοστή από τα οποία δύσκολα και απαιτητικά (και κάμποσα σε μονοτυπία, με σπασμένα γράμματα και λάθος διάστιχα που έπρεπε να τα εντοπίσω κλπ.). Και νομίζω πως είναι το μόνο πράγμα που μπορώ να πω με σιγουριά και χωρίς ψευτομετριοφροσύνες πως είμαι καλός. Τώρα που το σκέφτομαι, κακά τα ψέματα, δεν βρίσκω κάτι άλλο. Επίσης είμαι ο μόνος στη γλώσσα μας (τώρα θα το μάθουν, και κυρίως θα το καταλάβουν, και καναδυό ακόμα) που ξέρει πως τα άρθρα στη γενική (του/της), όταν είναι στο τέλος μονής σελίδας, πρέπει να τονίζονται (τού/τής): γιατί η τυπογραφία είναι φτιαγμένη πρωτίστως για να βοηθάει τον αναγνώστη, και μετά όλα τ’ άλλα.
Φυσικά, η δουλειά του διορθωτή είναι ένας ατέλειωτος καημός, ένα αχ, ένα ντουέντε — όχι ασφαλώς γιατί κανείς δεν την αναγνωρίζει (είναι σαν τον γύψο σε ένα κάταγμα, όπως είχε γράψει προσφυώς ο Παντελής Μπουκάλας: απαραίτητος όσο είναι σπασμένο το πόδι, μα που κανείς δεν θέλει να τον θυμάται μετά), αλλά γιατί δεν μπορείς να την κάνεις όσο καλά πρέπει, δεν μπορείς να την κάνεις τέλεια. Επειδή ο σατανάς που έχει τη μονιά του μέσα στις τυπωμένες σελίδες θα σου κρύψει εκείνο το ένα λάθος που σου ξέφυγε, και δεν θα το δεις παρά μονάχα όταν τυπωθεί και δεθεί το βιβλίο, και μάλιστα αμέσως μόλις το πάρεις στα χέρια σου και το ανοίξεις. Ρωτήστε όποιον θέλετε, έτσι συμβαίνει πάντα: μπορεί να έχεις ρίξει ξενύχτια και ξενύχτια πάνω στα δοκίμια, να τα έχεις ξετινάξει, να έχεις δώσει με την ψυχή στο στόμα το τυπωθήτω, αλλά όταν σού έρθει το βιβλίο και το ανοίξεις, KA-POW, το λάθος θα σκάσει στα μούτρα σου.
Ρωτήστε όποιον θέλετε, έτσι συμβαίνει πάντα: μπορεί να έχεις ρίξει ξενύχτια και ξενύχτια πάνω στα δοκίμια, να τα έχεις ξετινάξει, να έχεις δώσει με την ψυχή στο στόμα το τυπωθήτω, αλλά όταν σού έρθει το βιβλίο και το ανοίξεις, KA-POW, το λάθος θα σκάσει στα μούτρα σου
Ένα παράδειγμα: Το 1996 ξεκινήσαμε να δουλεύουμε το βιβλίο του Τζον Τσάντγουικ, «Ο Μυκηναϊκός Κόσμος» (μετάφραση Κώστας Πετρόπουλος, Εκδόσεις Gutenberg 1997). Τώρα, ο Τσάντγουικ (1920-1998), επιφανής Άγγλος καθηγητής κλασικής φιλολογίας, ήταν στενότατος φίλος και ο βασικός συνεργάτης του Μάικλ Βέντρις (1922-1956) στην αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β. Οι δυο τους μαζί διάβασαν —για πρώτη φορά μετά από κάτι χιλιάδες χρόνια— μια γλώσσα ακατανόητη, ξένη, εξωγήινη. Κι εμείς βγάζαμε το βιβλίο του τώρα. Οπότε πέσαμε δυο νοματαίοι επάνω του να το κάνουμε τζιτζί, μην τυχόν και γίνουμε ρεζίλι στον άνθρωπο, που δεν ήξερε απλώς εκατό φορές καλύτερα ελληνικά από εμάς, αλλά ήταν και Άγγλος, ήταν τζέντλεμαν, είχε γράψει το μισό Κλασικό Λεξικό της Οξφόρδης (στην οποία και δίδασκε), ήταν κομάντο στον ΒΠΠ με πολλές άκρως απόρρητες αποστολές — τέλος πάντων, ήταν μεγάλη μορφή. Ήταν ένας από αυτούς που αλλάξανε τον κόσμο. Ικανοποιημένοι, με τα πολλά, από τη δουλειά μας, ταχυδρομήσαμε μια κόπια δοκίμια στο Λονδίνο, σαλιώνοντας καλά-καλά τα γραμματόσημα και βαρώντας τα με τη γροθιά μας μην ξεκολλήσουν από τον φάκελο.
Δυο βδομάδες μετά μάς ήρθε μια επιστολή, που μοσχομύριζε ουίσκι —απ’ αυτά που δεν μπορείς να προφέρεις τη μάρκα τους, από κάτι νησάκια— και καπνό. Μας έκανε πολλούς επαίνους ο καθηγητής, να ’ναι καλά, χαρούμενος που το βιβλίο του έβγαινε και στην Ελλάδα, αλλά κατέληγε κάπως αινιγματικά: «…μολονότι αυτή η υπερφυσική νότα στην αρχή του τόμου δίνει στο έργο μια διάσταση που το κοινό θα δυσκολευτεί, ορισμένως, να κατανοήσει».
Κοιταζόμαστε. «Τι λέει, ρε συ, αυτός;» Ιδέα δεν είχαμε. Μέχρι που, μια μέρα μετά, το είδαμε. Όχι απλώς είχε, βέβαια, λάθος το βιβλίο (αν και όχι στα αλαμπουρνέζικα της Γραμμικής Β, εκείνα τα κάναμε τέλεια), αλλά το είχε στην ΠΡΩΤΗ του λέξη. Το κείμενο ξεκινούσε έτσι: «Νεαρός φοιτητής, είχα ταξιδέψει» κλπ. κλπ. Αλλά δεν έλεγε «νεαρός» στα δοκίμια. Έλεγε «νεκρός».
Κοιταζόμαστε. «Τι λέει, ρε συ, αυτός;» Ιδέα δεν είχαμε
Μια «υπερφυσική νότα». Ένας σατανάς έχει τη μονιά του μέσα στα βιβλία.
ERRATA
Στον χώρο των φιλολογικών εκδόσεων του 19ου αιώνα, υπήρχε μια ωραία πρακτική. Στα μεγάλα πανεπιστημιακά κέντρα της Γερμανίας (Λειψία, Γκέτινγκεν, Βερολίνο), αλλά και αλλού στην Ευρώπη, οι εκδότες αρχαίων κειμένων συνήθιζαν να αναρτούν ή να διανέμουν τυπογραφικά δοκίμια —τα τυπωμένα φύλλα πριν την εκτύπωση και την οριστική έκδοση— σε φοιτητές, λογίους και καθηγητές, για να εντοπίσουν τυχόν τυπογραφικά ή και φιλολογικά λάθη· ίσως και για να γίνουν προτάσεις για βελτιώσεις στον σχολιασμό, από κάποια τολμηρά μειράκια. Κάποιοι μάλιστα τοιχοκολλούσαν τα δοκίμια στους τοίχους των ιδρυμάτων, δίκην κομματικών αφισών τής σήμερον.
Αυτή η πρακτική ήταν κάπως «θεσμοθετημένη» σε ορισμένες περιπτώσεις. Στη Λειψία, λ.χ., όπου άνθησε η φιλολογία κατά τον 19ο αιώνα, τα τυπογραφεία και οι εκδότες (π.χ. ο Teubner #σεβασμός) συνεργάζονταν στενά με τα πανεπιστήμια. Υπήρχε σχεδόν μια συλλογική λογική στον έλεγχο: οι φοιτητές έβλεπαν τα δοκίμια και εντόπιζαν παραδρομές και πρότειναν διορθώσεις, πράγμα που λειτουργούσε σαν μέρος της εκπαίδευσής τους αλλά και σαν «προ-δημοσίευση» του κειμένου. Το έλεγαν öffentliche Korrektur (public proof-reading), μια πρακτική συνδεδεμένη με την κλασική παράδοση που ήθελε την έκδοση αρχαίων κειμένων να είναι ένα συλλογικό, ένα «ακαδημαϊκά δημόσιο» έργο.
Μάλιστα, στα τέλη του 19ου αιώνα αυτό θεωρούνταν και στοιχείο κύρους: το γεγονός δηλαδή ότι η κριτική έκδοση δεν ήταν προϊόν ενός μόνο φιλολόγου, ή τέλος πάντων μιας ομάδας φιλολόγων, αλλά είχε περάσει από το οξύ, γερακίσιο βλέμμα μιας ολόκληρης κοινότητας. Κάπως έτσι φτιάχτηκε η σειρά Bibliotheca Teubneriana, που ξεκίνησε το 1849, με τις στερεότυπες εκδόσεις των κλασικών κειμένων της αρχαιότητας: Bibliotheca Scriptorum Graecorum et Romanorum Teubneriana ο πλήρης τίτλος. Εκείνα τα βιβλία με τα περίφημα κριτικά υπομνήματα, προϊόντα του μόχθου τόσων και τόσων επαϊόντων, χρησιμοποιήθηκαν από ολόκληρη την ευρωπαϊκή φιλολογική επιστήμη. Η σειρά είχε δύο τύπους εκδόσεων: τις editiones maiores, με πλήρες φιλολογικό υπόμνημα (critical apparatus) και σχολιασμό, και τις editiones minores, που ήταν πιο απλοποιημένες, με μικρότερο παράρτημα, ή και χωρίς καν υπομνηματισμό: σκέτο το κείμενο. Οι editiones minores ήταν βέβαια πολύ πιο προσιτές οικονομικά, ήταν για όλο τον κόσμο. (Από εκεί δανειστήκαμε κι εμείς το Editio minor για τη σειρά κλασικής πεζογραφίας Orbis Literae που φτιάξαμε στον Gutenberg).
Εκείνα τα βιβλία με τα περίφημα κριτικά υπομνήματα, προϊόντα του μόχθου τόσων και τόσων επαϊόντων, χρησιμοποιήθηκαν από ολόκληρη την ευρωπαϊκή φιλολογική επιστήμη
Περίπου έτσι δούλευε και ο άλλος… συνάδελφος, ο πολύ παλαιότερος Έρασμος (Desiderius Erasmus, 1466-1536), τα πολλά χρόνια της συνεργασίας του στη Βασιλεία με τον εκδότη Johann Froben (και αργότερα με τον γιο του Hieronymus Froben), που έβγαζε κλασικούς (αλλά και την πρώτη τυπωμένη έκδοση της Καινής Διαθήκης στα ελληνικά: Novum Instrumentum omne, 1516). Λέγεται μάλιστα πως ήταν πελωρίας ολκής διορθωτής, γνωστός για την ταχύτητα και την ακρίβειά του, αν και τόσο ψείρας, που μπορούσε να βρει λάθη ακόμη και σε τυπωμένα φύλλα και να διατάξει εκτύπωση από την αρχή, φέρνοντας σε απόγνωση τους μαστόρους.
Στου Froben βγήκαν κάπου 200 τίτλοι, ο ένας πιο δύσκολος και πιο ζόρικος από τον άλλο. Το τυπογραφείο προσέλκυε ουμανιστές και μελετητές από όλη την Ευρώπη, που κάθονταν όλη μέρα και διόρθωναν. Και δεν ήταν διορθωτές όπως εμείς. Ήταν ελληνιστές με πολλά-πολλά γράμματα, αδιανόητοι φιλόλογοι, scholars μπαρουτοκαπνισμένοι και παρασημοφορημένοι. Λέγεται μάλιστα πως ο Έρασμος είχε συγκεντρώσει στη Βασιλεία τους καλύτερους διορθωτές στον πλανήτη — τους φιλοξενούσε, δε, όλους στο σπίτι του, δωρεάν. (Το Πρόγραμμα Erasmus δεν λέγεται τυχαία Πρόγραμμα Erasmus). Μάλιστα, τους μοίραζε και εξειδικεύσεις: δεν κάναν όλοι την ίδια δουλειά. Κάποιοι, π.χ., ασχολούνταν μόνο με την κατάρτιση καταλόγων με λάθη που, παρ’ όλα αυτά, κατάφεραν να παραμείνουν στο τυπωμένο κείμενο: τα γνωστά Παροράματα, τα Errata, ή Ημαρτημένα.
Ήταν ελληνιστές με πολλά-πολλά γράμματα, αδιανόητοι φιλόλογοι, scholars μπαρουτοκαπνισμένοι και παρασημοφορημένοι
Ο ΤΥΠΟΣ
Δελτίο παροραμάτων είχαν, το πάλαι ποτέ, οι ανατυπώσεις κάποιων σοβαρών εκδόσεων: ένα κλισέ που τυπωνόταν στην πρώτη λευκή σελίδα στο τέλος του βιβλίου. Αλλά κάποιοι ίσως θα θυμάστε ότι και οι εφημερίδες είχαν συχνά μια στήλη με διορθώσεις του χθεσινού φύλλου. Μπορεί μεν να ήταν τυπωμένη με ψιλά γράμματα και, συνήθως, στριμωγμένη ανάμεσα σε διάφορα ειδησάρια, αλλά δεν έπαυε να είναι μια από τις πιο ιερές παραδόσεις του Τύπου. Τι έκανε; Το πιο απλό πράγμα του κόσμου: αποκαθιστούσε ένα ή περισσότερα λάθη — μια λανθασμένη ημερομηνία, ένα παραποιημένο όνομα, μια παρερμηνεία γεγονότος.
Οι διορθώσεις δεν φτιάχνουν πρωτοσέλιδα, ούτε πουλάνε φύλλα. Όμως η αξία τους είναι δυσανάλογα μεγαλύτερη από την ταπεινή τους θέση στη σελίδα. Είναι το σιωπηλό συμβόλαιο του Τύπου με τον αναγνώστη. Λέει πως η εφημερίδα δεν είναι αλάθητη και πως το γνωρίζει. Και είναι ακριβώς αυτή η αδυναμία που γεννά εμπιστοσύνη. Σήμερα, στην εποχή που οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης κατακλύζονται από ψεύτικες ειδήσεις, από παραπλανητικούς τίτλους και από σκόπιμη παραπληροφόρηση, η ταπεινή στήλη των διορθώσεων —αν το σκεφτεί κανείς— αποκτά ηθική βαρύτητα. Όταν το ψέμα κυκλοφορεί αστραπιαία και διογκώνεται από πειραγμένους αλγορίθμους, η δημόσια παραδοχή ενός λάθους μετατρέπεται σε πράξη αντίστασης. Είναι ένα μήνυμα πως υπάρχουν ακόμη κανόνες. Δεν πρόκειται μόνο για τυπική υποχρέωση αλλά για ένα ανάχωμα απέναντι στην αδιαφάνεια. Κάθε διόρθωση λέει στον αναγνώστη: «Σε υπολογίζουμε αρκετά ώστε να σου πούμε ότι κάναμε λάθος». Η διόρθωση του λάθους δεν είναι μια τυπική διαδικασία: αποκαθιστά την αξιοπιστία του εντύπου, προστατεύει την ακεραιότητα της ενημέρωσης, καταπολεμά την παραπληροφόρηση. Όταν ένα μέσο παραδέχεται δημόσια ότι έκανε λάθος, δεν αποδυναμώνεται — αντιθέτως, ενισχύεται. Δείχνει ότι δεν φοβάται την αυτοκριτική, ότι δεν αντιμετωπίζει την ενημέρωση σαν μονόδρομο εξουσίας, αλλά σαν ζωντανή διαδικασία διαλόγου με την κοινωνία.
Δεν ξέρω αν τηρείται πια, και ειδικά στην Ελλάδα. Πιθανόν όχι. Ίσως τα (μεγάλα) λάθη να διορθώνονται απλώς στην ηλεκτρονική έκδοση των εφημερίδων, και τα μικρά… τα μικρά μάλλον δεν τα βλέπει κανείς. Αλλά ξέρω ένα περιοδικό που κρατά ευλαβικά τον τυπογραφικό αυτό νόμο, το The Books’ Journal του Ηλία Κανέλλη. Δεν θα κρύψω μάλιστα πως συγκινούμαι όποτε διαβάζω αυτή τη στήλη, καθώς δεν γράφεται στεγνά, σελίδα τάδε αυτό, σελίδα τάδε εκείνο, αλλά σαν κανονικό κείμενο. Ο Ηλίας Κανέλλης είναι πολλά χρόνια τώρα φίλος μου, αν και εγώ τον ήξερα και τον ακολουθούσα από πολύ παλιότερα. Έχουμε πολλά κοινά, πολλά κοινά γούστα και αγάπες επίσης (τα κόμικς και το σινεμά, αίφνης: ο Η.Κ. ξεκίνησε σαν κριτικός κινηματογράφου), αν και εκείνος κάνει πολύ περισσότερα πράγματα, και σε πολύ υψηλό επίπεδο όλα τους· και είναι φίρμα.
Του ζήτησα να μου γράψει κάτι για το σημερινό θέμα, και είπε αμέσως ναι. Τον ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου. Νά τι μάς λέει:
* * *
ΠΡΟΣΛΑΒΕΤΕ ΔΙΟΡΘΩΤΕΣ
Του Ηλία Κανέλλη
Όλο και περισσότερο απελπίζομαι όταν διαβάζω ειδήσεις ή και αναλύσεις στα περισσότερα από τα μεγάλα ελληνικά σάιτ. Επειδή δεν διαβάζω κανονικά ελληνικά αλλά μια γλώσσα φτωχή, στραμπουληγμένη, γεμάτη λάθη. Όχι τόσο ορθογραφικά λάθη, επειδή πλέον αυτά τα πιάνει ο αυτόματος διορθωτής (σπανίως πια βλέπω τους νόμιμους αναγραμματισμούς, κάποια άτονη λέξη ή μια χοντρή ανορθογραφία). Όμως πολύ συχνά δεν υπάρχει ειρμός, πολλά κείμενα είναι πρόχειρο κόπι+πάστε από δελτία Τύπου (συχνά κι αυτά προβληματικά), δεν υπάρχει νόημα σε ό,τι διαβάζεις (ιδίως σε κείμενα που έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά μέσω μηχανών μετάφρασης ή της τεχνητής νοημοσύνης και οι συντάκτες βαριούνται ή δεν είναι σε θέση να ελέγξουν), ενώ περνάνε παιδαριώδη πραγματολογικά λάθη. Η άγνοια των ελληνικών επιτρέπει πολύ συχνά, επίσης, τη χρήση ομόηχων λέξεων με πολύ μακρινό νόημα, σε ένα νοηματικό άλλα αντ’ άλλων. Κι η ανάγκη πολλών να δείξουν ότι επικοινωνούν με την αρχαιότητα, φτιάχνει τέρατα που θα τα ζήλευε η Μαντάμ Σουσού: ο μακαρίτης Γιάννης Χάρης υπεδείκνυε συχνά τις γενικές των αρχαιοπρεπών ονομάτων κι όσων τούς μοιάζουν, της Κλειούς, της Δηούς, της Σωσούς και πάει λέγοντας.
Τα πιο σοβαρά λάθη γραμματικής γίνονται με τις κλήσεις των ουσιαστικών και των ρημάτων. Πολύ συχνά, από άγνοια, πολλές λέξεις, ιδίως τις δύσκολες, δεν τις κλίνουν. Γράφουν, ας πούμε: «Πήγαμε με τη Θέμις», επειδή δεν ξέρουν ότι η Θέμις στην αιτιατική είναι Θέμιδα. Με τον ίδιο τρόπο δεν κλίνουν τίτλους εφημερίδων, βιβλίων ή και τις ονομασίες εταιρειών: Γράφουν: «δημοσίευμα της Εφημερίδα των Συντακτών» (χωρίς το -ς της γενικής), «διάβασα στους “Δαιμονισμένοι” του Ντοστογιέφσκι», «πήγαμε στην Τεχνόπολις, στη συναυλία» κλπ. Η Τεχνόπολις του Δήμου Αθηναίων, μάλιστα, έχει καταστατικά υιοθετήσει αυτό το λάθος από την αρχή, όπως ανάλογα έχουν κάνει και άλλοι μεγάλοι οργανισμοί, π.χ. η διαΝΕΟσις, επινοημένη λέξη μεν, την οποία οι ίδιοι οι άνθρωποι που την επινόησαν την αναφέρουν ως άκλιτο: η διαΝΕΟσις, της διαΝΕΟσις, τη διαΝΕΟσις… Για όσους επισημαίνουν το οξύμωρο, επινοήθηκε ένα λογότυπο και στα ξένα, οπότε εκεί νο πρόμπλεμ, δεν χαλάει η αίγλη της μπράντας.
Με τον ίδιο τρόπο δεν κλίνουν τίτλους εφημερίδων, βιβλίων ή και τις ονομασίες εταιρειών: Γράφουν: «δημοσίευμα της Εφημερίδα των Συντακτών» (χωρίς το -ς της γενικής), «διάβασα στους “Δαιμονισμένοι” του Ντοστογιέφσκι», «πήγαμε στην Τεχνόπολις, στη συναυλία» κλπ.
Η μεγάλη πανωλεθρία στα γραπτά κείμενα γίνεται με τα τελικά νι. Πότε μπαίνουν καταχρηστικά, πότε δεν μπαίνουν κι ας χρειάζονται. Δεν μπαίνουν συχνά, π.χ., πριν από διπλά σύμφωνα, πράγμα αδιανόητο: την μπάλα, π.χ., και όχι τη μπάλα. Δεν μπαίνουν συχνά, επίσης, μπροστά από τον επιθετικό προσδιορισμό αρσενικού: γράφεται, π.χ., το νέο μαθητή, αντί για τον νέο μαθητή. Και πολλά άλλα.
Γιατί τα αναφέρω όλα αυτά; Επειδή όλο και περισσότερο, τα κείμενα τα διευθετούν, αν τα διευθετούν, οι μηχανές, και συχνά δεν υπάρχουν καθόλου διορθωτές στην αλυσίδα της παραγωγής στα διάφορα σάιτ του διαδικτύου (αλλά και στα τηλεοπτικά κανάλια, όπου γράφονται συνεχώς τέρατα). Τι είναι οι διορθωτές; Είναι εκείνοι που διαβάζουν (ή θα έπρεπε να διαβάζουν) τα κείμενα που προορίζονται να δημοσιευτούν (ή, όπως λέμε για τα σάιτ, να αναρτηθούν). Σοβαροί επαγγελματίες που εργάζονταν από καταβολής του έντυπου Τύπου. Σήμερα τα ΜΜΕ που νιώθουν την ανάγκη τους προσλαμβάνουν, συνήθως, φιλολόγους, για να διορθώνουν κανένα ορθογραφικό λάθος ή να βάζουν σωστά τα σημεία στίξεως. Παλιότερα, διορθωτές ήταν φιλόλογοι, αλλά ήταν και πολλά πράγματα ακόμα, επειδή έπρεπε να ξέρουν πολλά απέξω: τίτλους βιβλίων, την ορθή γραφή του ονόματος ξένων κυρίως συγγραφέων, πολιτική και κουλτούρα, ορθογραφία και γραμματική, τους κανόνες, και ασφαλώς ξένες γλώσσες. Να μην έχουν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους, παρότι είναι πολύ σημαντικοί, και να καταφεύγουν συχνά στα λεξικά. Αλλά κυρίως έπρεπε να έχουν τον νου τους όχι μόνο στα γραμματικά και τα λεγόμενα τυπογραφικά λάθη αλλά, πρωτίστως, στα πραγματολογικά λάθη. Τα λάθη, π.χ., από παραδρομή. Να ξέρουν ότι ο γράφων, π.χ., έχει ένα πρόβλημα με τους αριθμούς και έτσι, όταν γράφει ότι η ελληνική Επανάσταση κηρύχτηκε το 2021, να μην το αφήσουν να περάσει. Ή να διορθώσουν την πρόσφατη πατάτα μου, η Αντιγόνη του Αισχύλου, αντί του Σοφοκλέους. Και τα τοιαύτα.
Παλιότερα, διορθωτές ήταν φιλόλογοι, αλλά ήταν και πολλά πράγματα ακόμα, επειδή έπρεπε να ξέρουν πολλά απέξω: τίτλους βιβλίων, την ορθή γραφή του ονόματος ξένων κυρίως συγγραφέων, πολιτική και κουλτούρα, ορθογραφία και γραμματική, τους κανόνες, και ασφαλώς ξένες γλώσσες
Εν πάση περιπτώσει, οι διορθωτές είναι απαραίτητοι όπου δημοσιεύονται γραπτά κείμενα. Ιδίως οι καλοί διορθωτές. Επειδή είναι τα πρόσωπα που πρέπει να είναι στην τσίτα για να πιάνουν τα λάθη και να τα διορθώνουν πριν δημοσιευτούν. Ορθογραφικά, τυπογραφικά, πραγματολογικά, αβλεψίες, παραλείψεις, παρερμηνείες, κλίσεις, γένη, όλα τα λάθη, για να ρέουν τα κείμενα, τα ελληνικά κείμενα, και οι αναγνώστες να διαβάζουν με ευχαρίστηση πλούσια και καθαρή την ελληνική γλώσσα, τη γλώσσα στην οποία έμαθαν να επικοινωνούν τα νοήματά τους.
Είναι το πιο απαραίτητο επάγγελμα, και οι ιδιοκτήτες των σάιτ και των εφημερίδων πρέπει να αφήσουν τις τσιγγουνιές και να προσλάβουν, αν δεν έχουν, διορθωτές πλήρους απασχόλησης, για να φτιάχνουν τα κείμενα. Το έχουν ανάγκη τα Μέσα για να αποκτήσουν εγκυρότητα, το έχουν ανάγκη οι συντάκτες για να μην έχουν άγχος για το λάθος που τους ξέφυγε από απροσεξία, κούραση, παρερμηνεία ή από το γήρας, το έχουν ανάγκη οι αναγνώστες για να διαβάζουν σωστά ελληνικά.
Βάλτε τη γλώσσα στο κέντρο της δημοσίευσης, ξαναδώστε της την πρωτοκαθεδρία. Αναθέστε την προστασία της σε καλούς διορθωτές.
ΥΓ. Δεν μιλάω θεωρητικά. Έβγαλα το ψωμί μου ως διορθωτής στις εφημερίδες τα πρώτα είκοσι χρόνια δουλειάς σε αυτό το επάγγελμα, και ακόμα κάνω διορθώσεις με επαγγγελματισμό και αφοσίωση, είτε για να βγάλω μερικά χρήματα παραπάνω που τα χρειάζομαι είτε γιατί δεν έχω να πληρώσω για να έχουμε τυπωμένα με σωστά ελληνικά τα έντυπά μας. Είμαι περήφανος γι’ αυτή τη δουλειά.
* * *
Το Ημερολόγιο κυκλοφορεί τρεις φορές την εβδομάδα: κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή. Τις Κυριακές, η στήλη μεταμορφώνεται στο Βιβλίο της Εβδομάδας. Στείλτε μας μέιλ αν θέλετε να μας πείτε ή να μας ρωτήσετε κάτι — οτιδήποτε. Σας ευχαριστούμε πολύ.
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Όσα είπαμε με έναν από τους πιο επιδραστικούς στοχαστές της εποχής μας
Ο τόμος προς τιμήν του σε επιμέλεια των πανεπιστημιακών καθηγητών Burkhard Fehr και Παναγιώτη Ροϊλού
Ποτέ δεν με απογοήτευσε αυτός ο Εβραίος συγγραφέας από την Πολωνία, που το 1978 πήρε το Νόμπελ Λογοτεχνίας
Δεν πρόκειται για μια αυστηρή πραγματεία, αλλά για ένα βιβλίο που μετατρέπει τη σύνθετη διαδικασία της αγοράς κατοικίας σε ανθρώπινη κουβέντα.
Από τις Εκδόσεις Βακχικόν, σε μετάφραση Σωτήρη Μηνά
Ένα μυθιστόρημα για όλους όσοι ζουν «σημαδεμένοι» — από την εμφάνιση, από το παρελθόν, από τις συνθήκες
Το Βιβλίο της Ημέρας, από τις Εκδόσεις Gutenberg
Με αφορμή το βιβλίο «Με τη δική σου ματιά μονάχα», η συγγραφέας μιλά αποκλειστικά στην Athens Voice για την πρόκληση να μετατρέψει την κρυφή ζωή της Μάιερ σε μια δυνατή μυθοπλαστική αφήγηση
Το δοκίμιο της συγγραφέα και ιστορικού που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη
Το Βιβλίο της Ημέρας, από τις Εκδόσεις Bell
H συλλογή διηγημάτων «Ουμπίκικους» του Γιώργου Τσακνιά (192 σελίδες, Εκδόσεις Κίχλη), κυκλοφορεί στις 5 Δεκεμβρίου
Η τιμητική εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί την Τρίτη, 9 Δεκεμβρίου 2025
Η συλλογή διηγημάτων «Οι Αόρατοι της Γης» είναι το αποτέλεσμα του δημιουργικού διαλόγου των συγγραφέων με ένα έργο της ομότιτλης έκθεσης της Σμαρώς Τζενανίδου
Ο συγγραφέας και μεταφραστής μιλά για το νέο του μεταφραστικό έργο, τη συλλογή του Γεωργιανού συγγραφέα Έρλομ Αχβλεντιάνι «Ο άντρας που έχασε τα λογικά του», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν.
Το «Last Rites» είναι το βιβλίο που έγραψε ο Όζι λίγο πριν φύγει από τη ζωή
Από ένα δάνειο 70.000 λιρών σε πέντε Νόμπελ Λογοτεχνίας
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.