Βιβλιο

Μια συζήτηση με τον συγγραφέα Γιάννη Μακριδάκη

Πώς ένας αυτοδίδακτος που γράφει για να μην πάθει κατάθλιψη μπορεί να περιγράψει τόσο ολοκληρωμένα έναν ήρωα-μοναχό;

41889-94342.jpg
Ελεάννα Βλαστού
ΤΕΥΧΟΣ 260
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
11541-26404.jpg

Η Ελεάννα Βλαστού συζητά με τον συγγραφέα Γιάννη Μακριδάκη με αφορμή τη νέα του νουβέλα «Η δεξιά τσέπη του ράσου» (εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας)

Τη νύχτα που πέθανε ο αρχιεπίσκοπος όλη η Ελλάδα πενθεί. Το ίδιο βράδυ, σε κάποιο μοναστήρι της Ελλάδας, ένας μοναχός με το όνομα Βικέντιος βιώνει ένα πιο προσωπικό πένθος. Η Σίσσυ πεθαίνει πάνω στη γέννα τριών κουταβιών. Αυτή είναι η ιστορία της νουβέλας του Γιάννη Μακριδάκη «Η δεξιά τσέπη του ράσου». Ο συγγραφέας έκανε την έκπληξη με το πρώτο του βιβλίο «Ανάμισης ντενεκές» (κυκλοφορούν και τα δύο από τις εκδόσεις Εστία), που μεταφράστηκε ήδη στα τούρκικα και μπήκε στη λίστα των πρωτοεμφανιζόμενων του περιοδικού «Διαβάζω». Σπούδασε μαθηματικά για να ξαναγυρίσει στον τόπο του, τη Χίο, ιδρύοντας το Κέντρο Χιακών Μελετών, με σκοπό την έρευνα, τη μελέτη και τη διάδοση των τεκμηρίων της Χίου. Είναι εκδότης του περιοδικού «Πελινναίου» και, το κυριότερο, πολύ νέος για να γράφει με τον τρόπο που γράφει. Υπάρχουν δύο πράγματα που εντυπωσιάζουν: α) Σε μια εποχή αστικών μυθιστορημάτων στήνει την πλοκή σ’ έναν έρημο παράδεισο και καταπιάνεται με θέματα οικουμενικά, όπως η μοναξιά, το πένθος και η ελπίδα β) Ο τρόπος που γράφει. Αν και αυτοδίδακτος, συνδυάζει ντοπιολαλιά με γλώσσα έντεχνη. Έχει διαβάσει Πρεβελάκη και Καζαντζάκη, αλλά αυτό δεν εξηγεί πώς ένας αυτοδίδακτος που γράφει για να μην πάθει κατάθλιψη μπορεί να περιγράψει τόσο ολοκληρωμένα έναν ήρωα-μοναχό και ένα τόσο μεστό τοπίο σε τόσο ωραία ελληνικά. Ο ίδιος χαρακτηρίζει τον τρόπο γραφής του ανθρώπινο και ο Παύλος Μάτεσις τον εκθειάζει.

Ποια ήταν η αρχική ιδέα για τη δεξιά τσέπη του ράσου (που όπως έμαθα λέγεται και αντερί);
Η νουβέλα προέκυψε πρώτα από τον τόπο, το φυσικό τοπίο είναι υπαρκτό, βρίσκεται στη Χίο και υπάρχει κι ένα μοναστήρι εκεί. Αλλά δεν το κατονομάζω, γιατί ο καθένας έχει ένα τέτοιο τοπίο στο μυαλό του. Η ιδέα ήρθε την ημέρα της κηδείας του Χριστόδουλου, μέρα που ο καθένας έζησε διαφορετικά. Ήθελα να αναδείξω τη μικρή ιστορία μέσα από μια μεγάλη.

Τα βιβλία σου είναι συμφιλιωμένα με την ελληνική λογοτεχνική παράδοση, μου θυμίζουν Παπαδιαμάντη, κάτι σπάνιο για ένα συγγραφέα της γενιάς σου.
Ζω στη Χίο, η λογοτεχνία ακόμα «μιλιέται» γύρω μας, με αυτή την έννοια υπάρχουν πολλοί λογοτέχνες που δεν είναι συγγραφείς. Θα έπρεπε αυτοί που γράφουν να μάθουν ν’ ακούν τις ιστορίες τους. Σου θύμισε Παπαδιαμάντη γιατί βγάζω συναίσθημα και λόγο από τις ίδιες πηγές που έβγαζε κι εκείνος.

Στη σημερινή κοινωνία γιατί είναι σημαντικός ένας απομονωμένος ήρωας;
Ο καθένας είναι απομονωμένος σ’ αυτή την κοινωνία. Ο καθένας από εμάς θα μπορούσε να είναι αυτός ο ήρωας. Η μοναξιά, η απώλεια και οι φόβοι, ακόμα και ο φόβος της αναπαραγωγής ή της μη αναπαραγωγής, μας απασχολούν όλους.

Ποια είναι η διαφορά συλλογικού και προσωπικού πένθους;
Μέσα από το συλλογικό πένθος βιώνουμε το προσωπικό, γι’ αυτό βλέπεις στον επιτάφιο ανθρώπους να κλαίνε, θυμούνται τις δικές τους απώλειες. Το ίδιο συμβαίνει και με την ελπίδα. Το 2004 υπήρχε ελπίδα ότι κάτι αλλάζει. Τελικά αυτή η ελπίδα ήταν τζούφια.

Μετά από το πένθος έρχεται η ελπίδα;
Πάντα.

Η νουβέλα τελειώνει αισιόδοξα με 2 λέξεις, «όμορφα πράγματα». Κατονόμασε 2 όμορφα πράγματα της καθημερινότητάς σου.
Να ξυπνάω και να μην πονάω – ούτε σωματικά, ούτε ψυχικά. Να ξυπνάω και να βλέπω την ανατολή από το παράθυρό μου στα παράλια της Τουρκίας.

Ποιος είναι ο ιδανικός αναγνώστης;
Σήμερα στο μετρό μια κοπέλα διάβαζε και γύρναγε με νεύρο τις σελίδες. Σηκώθηκε να βγει αργά γιατί τελείωνε την παράγραφο. Αλλάξαμε τρένο και συνέχισε να διαβάζει. Εάν αυτό το βιβλίο που κρατούσε ήταν το δικό μου, θα ήμουν πολύ ευτυχής.

Λες να διαβάσει ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος το βιβλίο σου;
Είμαι πολύ περίεργος να δω πώς θα το έπαιρνε.

Το καλοκαίρι θα γράφεις;
Το καλοκαίρι θα κάνω διακοπές.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ