Αυτοκινηση

Grand Prix Μονακό: Ψευδαίσθηση αγώνα και αναληθή δεδομένα

Λάντο Νόρις, Σαρλ Λεκλέρ και Όσκαρ Πιάστρι, με τον Φερστάπεν στην 4η θέση μετά από ένα ρίσκο που δεν απέδωσε

antonis-pagkratis.jpg
Αντώνης Παγκράτης
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Max Verstappen
Max Verstappen © Mark Thompson/Getty Images

Ένα Grand Prix μιας «επιδιωκόμενης προγραμματισμένης έντασης» 

Ο όγδοος αγώνας της χρονιάς, ο χιλιοστός εκατοστός τριακοστός δεύτερος (1.132) σε απόλυτη αρίθμηση της Formula 1, διεξήχθη την Κυριακή 25 Μαΐου 2025 στην πίστα Circuit de Monaco, στo πριγκιπάτο της Κυανής Ακτής. Η διοργανώτρια αρχή της Formula 1 έφερε για πρώτη φορά τον κανόνα των δύο υποχρεωτικών pit stop, προκειμένου να δώσει επιπλέον ενδιαφέρον σε έναν αγώνα όπου, συνήθως, η κατάταξη της εκκινήσεως παραμένει αμετάβλητη στον τερματισμό. Ο πιο διάσημος αγώνας του ημερολογίου είναι συνήθως ο πιο βαρετός, αφού οι προσπεράσεις στην πίστα είναι σχεδόν αδύνατες και μπορεί ένα μονοθέσιο να διατηρεί με ευκολία τη θέση του, ακόμα και εάν είναι σημαντικά πιο αργό από αυτά που το ακολουθούν. Μόνον η συνθήκη της βροχής και το πιθανό λάθος του οδηγού μπορούν να φέρουν ανακατατάξεις. Έτσι, οι υπεύθυνοι των αγώνων σκαρφίστηκαν έναν τεχνικό τρόπο για να δώσουν ένταση στον αγώνα. Απέτυχαν. Οι ομάδες προσαρμόστηκαν με ευκολία στο νέο δεδομένο. Οι μεσαίες και κατώτερες εξ’ αυτών επιδόθηκαν σε μία τακτική συνεργασίας των δύο οδηγών τους, έτσι ώστε να παραχωρεί ο ένας στον άλλον τον αντίστοιχο χώρο στην πίστα, καθυστερώντας τους αντιπάλους και προετοιμάζοντας την είσοδο και την έξοδο από το pit lane. Στο τέλος του αγώνα, μπορούσαν να αλλάξουν τις θέσεις τους στην πίστα σε μια επίδειξη τακτικής συνεργασίας και αλληλεγγύης, τουλάχιστον με τον τρόπο που τον αντιλαμβάνονται οι ίδιοι και μόνο.

Οι τρεις πρώτες ομάδες, McLaren-Red Bull-Ferrari, είχαν ήδη από τον 23ο γύρο ξεφύγει κατά το χρόνο ενός pit stop (19 δευτερόλεπτα) από τους υπολοίπους. Δηλαδή μπορούσαν να μπουν και να βγουν από τα pits χωρίς καμιά αγωνία για πιθανή αλλαγή θέσεως εντός της πίστας. Βεβαίως το σημαντικό θέμα εξακολουθούσε να είναι οι πέντε πρώτοι. Ο Γιούκι Σουνόντα ήταν ήδη εκτός αγώνα. Για πολλοστή φορά ο Μαξ Φερστάπεν αγωνιζόταν χωρίς τη βοήθεια του ομοσταύλου του, άν και μάλλον απολαμβάνει μια τέτοια κατάσταση παρά δυσαρεστείται. Στη μέση του αγώνα είπε χαριτολογώντας στον μηχανικό του ότι οι «ταχύτητες» του νομίζουν ότι βρίσκονται σε αγώνα του 1972. Τότε που είχε τερματίσει πρώτος ο Ζαν-Πιερ Μπελτουάζ με BRM μετά από δυόμισι ώρες ενώ ο χρόνος του γύρου των προκριματικών ήταν 91 δευτερόλεπτα και είχε γίνει από τον Έμερσον Φιτιπάλντι. Φέτος, ο Λάντο Νόρις πέτυχε να κατέβει κάτω από τα 70 δευτερόλεπτα. Ο περιπαικτικός τρόπος που αντιμετώπισε την καταστατική αγωνιστική βραδύτητα μιας πίστας που είναι μέσα στους στενούς δρόμους μιας μικρής και πυκνής πόλης, δεν τον εμπόδισε να ακολουθήσει τις εντολές από την ομάδα του παραμένοντας -ως βραδύτερος όλων- επικεφαλής του αγώνα για 32 γύρους. Σαφώς περισσότερους από τον τελικό νικητή.

Καραδοκώντας, επιβραδυνόμενος, ένα ατύχημα και την πιθανή είσοδο του αυτοκινήτου ασφαλείας. Το ενδιαφέρον του πράγματος έγκειται στην αποδοχή που έχει μια τέτοια τακτική από τους θεατές αλλά κυρίως από τους σχολιαστές των αγώνων, οι οποίοι κατά τον ένα ή τον άλλο τρόπο είναι μέλη του αθλήματος. Παρασύρονται, δε, τόσο πολύ από τη γοητεία της ενέδρας που στήνουν οι υποδεέστεροι (αυτοί που δεν έχουν τον κατάλληλο ρυθμό ή θέση, όπως στην προκειμένη περίπτωση ο Φερστάπεν που ξεκίνησε τέταρτος και κατέληξε τέταρτος) ώστε να ακυρώνουν την πραγματική διάσταση μιας τέτοιας κατάστασης. Από τον 49/78 γύρο που γίνεται το δεύτερο pit stop για τους πρωτοπόρους, πλην του Φερστάπεν, αναφέρεται επανειλημμένα η εξήγηση της τακτικής του, ακόμα και από τον μηχανικό του Νόρις προς τον οδηγό του: «Ο Μαξ περιμένει έναν VSC (Virtual Safety Car) ή κάτι ακόμα πιο αποτελεσματικό».

Όμως, ακόμα και στην περίπτωση ενός ατυχήματος και τη συνακόλουθη μείωση της ταχύτητας και μιας «φτηνής» αλλαγής ελαστικών, δεν θα μπορούσε να παρακάμψει την υποχρέωση του κανόνα του διπλού pit stop. Οι υπόλοιποι δεν θα έμπαιναν για αλλαγή αφού ήδη την είχαν κάνει και δεν θα είχαν ανάγκη την αλλαγή αφού στο Grand Prix του Μονακό η υποβάθμιση των ελαστικών είναι ελάχιστη. Εξού και οι «ιδιοφυείς» διοργανωτές εφηύραν το νέο κανόνα για να «ανακατέψουν την τράπουλα».

Θεατές, σχολιαστές και οδηγοί αυτοϋποβλήθησαν σε μια ψευδή αίσθηση των πραγμάτων· σε ένταση βασισμένη σε αναληθή δεδομένα. Μόνον ο Λάντο Νόρις έζησε επί 28 γύρους την πίεση που δημιουργούσε ο άμεσος διώκτης του, ο Σαρλ Λεκλέρ, και ο επιβραδυντής του Μαξ Φερστάπεν. Τον είχαν βάλει στη μέση δημιουργώντας ψευδώς κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Αλλά ο Νόρις διατήρησε την ψυχραιμία του και πήρε τους 25 βαθμούς, μειώνοντας στους τρεις βαθμούς τη διαφορά από τον πρωτοπόρο στη βαθμολογία ομόσταυλό του Όσκαρ Πιάστρι, ο οποίος είχε μια μάλλον μέτρια απόδοση στον χθεσινό αγώνα.

Η εξέλιξη του αγώνα

Το παιχνίδι - όπως αποκάλυψε πρώτα η Racing Bulls, που στη συνέχεια προκάλεσε την αντίδραση της Williams και της Mercedes - ήταν να χρησιμοποιήσουν το δεύτερο μονοθέσιο για να κρατήσουν τα αυτοκίνητα πίσω του, δημιουργώντας ένα κενό για το ομόσταυλο μονοθέσιο που θα έμπαινε στα pits. Στη συνέχεια, θα χρησιμοποιούσαν το αυτοκίνητο που προηγείτo για να ανταποδώσουν τη χάρη, ώστε το δεύτερο αυτοκίνητο να μπει στα pits χωρίς να χάσει τη θέση του. Μετά, αν ήταν απαραίτητο, θα άλλαζαν θέσεις μεταξύ των δύο αυτοκινήτων. Τίποτα από όλα αυτά δεν απέδωσε περισσότερο από τις άλλες φορές που έλειπε ο κανόνας του υποχρεωτικού διπλού pit stop.

Παραλίγο να έχουμε το τυχαίο αυτοκίνητο ασφαλείας δύο φορές. Ο Γκαμπριέλ Μπορτολέτο χτύπησε τις μπάρες ασφαλείας στην πρώτη στροφή προσπαθώντας να αποφύγει την προσπέραση από τον Κίμι Αντονέλλι, αλλά συνέχισε τον αγώνα. Για αυτό το περιστατικό εμφανίστηκε η ένδειξη VSC. Ο Πιέρ Γκαζλί έσπασε την μπροστινή ανάρτηση του αυτοκινήτου του μετά από σύγκρουση με τον Γιούκι Σουνόντα, αλλά κατάφερε να επιστρέψει στα pit. Ο Αλόνσο κατάφερε να οδηγήσει το χαλασμένο Aston Martin σε ασφαλές σημείο στον 38ο από τους 78 γύρους.

Έτσι, χωρίς την τυχαία επιλογή, αυτό που είχαμε ήταν ένα σύστημα παιχνιδιού. Αλλά ούτε η McLaren ούτε η Ferrari δεσμεύτηκαν πραγματικά σε αυτό το παιχνίδι σε μεγάλο βαθμό. Έτσι, μόλις ο Νόρις κέρδισε την εκκίνηση από τον Λεκλέρ, με τον Πιάστρι να μπαίνει στην τρίτη θέση μετά από μάχη με τον Μαξ Φερστάπεν στην Ste Devote, η μάχη τους ήταν αρκετά συμβατική.

Ο Χάμιλτον δεν ήταν πραγματικά διαθέσιμος να βοηθήσει τον Λεκλέρ, καθώς είχε χάσει πολύ χρόνο πίσω από το πολύ πιο αργό αυτοκίνητο τού Αλόνσο στο πρώτο σκέλος. Αν και κατάφερε να προσπεράσει τον Αλόνσο και το Racing Bull του Χαντζάρ, ήταν πλέον αρκετά πίσω και υπέστη περαιτέρω καθυστερήσεις προσπαθώντας να περάσει από την κυκλοφοριακή συμφόρηση που προκάλεσε ο Λίαμ Λόουσον της Racing Bulls, ο οποίος έπαιζε το παιχνίδι της ομάδας: το παιχνίδι των καθυστερήσεων.

Παρόλο που φαίνεται υπερβολικό ως συμπέρασμα, αφού βασίζεται περισσότερο σε διαίσθηση παρά σε δεδομένα, οι αγώνες ολισθαίνουν προς την γελοιότητα, υπό την έννοια μιας προγραμματισμένης εντάσεως που επιδιώκεται. Η αίσθηση μιας τέτοιας καταστάσεως δεν εμφανίζεται μόνο στους αγώνες αλλά στο σύνολο της καθημερινότητας εκφρασμένη κατά κύριο λόγο σε μορφές συγκινήσεως που προβάλλονται εκβιαστικά σε όλες σχεδόν τις εκφάνσεις της ζωής. Προβολή διαφημίσεων, τηλεοπτικών σειρών και αθλητικών συναντήσεων κρατούν την πρωτοκαθεδρία αλλά ακόμα και η φραστική εκφορά των ειδήσεων οδηγεί σε ένα τέτοιο συμπέρασμα.

Την επόμενη εβδομάδα, ο περιοδεύων θίασος εμφανίζεται στην πίστα Circuit de Barcelona-Catalunya στην Ισπανία. Για πολλά χρόνια ήταν ο προτιμώμενος χώρος δοκιμών της Formula 1 πριν από την έναρξη της περιόδου. Η πίστα είναι ένας καλός συνδυασμός στροφών υψηλής και χαμηλής ταχύτητας, με την απαιτητική δεξιά στροφή 3 να προσφέρει μια εξαιρετική ευκαιρία για να αξιολογήσεις την ισορροπία του αυτοκινήτου που σου έχουν δώσει οι σχεδιαστές της ομάδας σου προκειμένου να αγωνιστείς όλη τη χρονιά.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.

// EMPTY