Κοσμος

Το 0,001% κατέχει τριπλάσιο πλούτο από το φτωχότερο μισό της ανθρωπότητας

60.000 άτομα ελέγχουν τριπλάσιο πλούτο από 4 δισ. ανθρώπους - Εντείνονται οι ανισότητες

62224-137655.jpg
Newsroom
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Έκθεση Παγκόσμιας Ανισότητας 2026: - Το 0,001% του παγκόσμιου πληθυσμού (περίπου 60.000 άτομα) κατέχει τριπλάσιο πλούτο από το φτωχότερο 50%
Το 0,001% κατέχει τριπλάσιο πλούτο από το φτωχότερο μισό της ανθρωπότητας, σύμφωνα με έκθεση © EPA/Tolga Akmen

Έκθεση Παγκόσμιας Ανισότητας 2026: - Το 0,001% του παγκόσμιου πληθυσμού (περίπου 60.000 άτομα) κατέχει τριπλάσιο πλούτο από το φτωχότερο 50%

Λιγότεροι από 60.000 άνθρωποι, δηλαδή το 0,001% του παγκόσμιου πληθυσμού, ελέγχουν τριπλάσιο πλούτο από το φτωχότερο μισό της ανθρωπότητας, σύμφωνα με έκθεση που υποστηρίζει ότι η παγκόσμια ανισότητα έχει φτάσει σε τέτοια ακραία επίπεδα ώστε η επείγουσα δράση είναι πλέον αναγκαία.

Η έγκυρη Έκθεση Παγκόσμιας Ανισότητας 2026, βασισμένη σε δεδομένα που συνέλεξαν 200 ερευνητές, διαπιστώνει επίσης ότι το πλουσιότερο 10% των εισοδηματιών κερδίζει περισσότερα από το υπόλοιπο 90% μαζί, ενώ το φτωχότερο μισό συγκεντρώνει λιγότερο από το 10% των συνολικών παγκόσμιων εισοδημάτων.

Ο πλούτος – η αξία των περιουσιακών στοιχείων – είναι ακόμη πιο συγκεντρωμένος από το εισόδημα, καθώς το πλουσιότερο 10% κατέχει το 75% του παγκόσμιου πλούτου, ενώ το φτωχότερο μισό μόλις το 2%. Σχεδόν σε κάθε περιοχή, το κορυφαίο 1% είναι πλουσιότερο από το υπόλοιπο 90% μαζί, με την ανισότητα να αυξάνεται ραγδαία.

«Το αποτέλεσμα είναι ένας κόσμος όπου μια μικροσκοπική μειοψηφία διαθέτει πρωτοφανή οικονομική ισχύ, ενώ δισεκατομμύρια άνθρωποι παραμένουν αποκλεισμένοι ακόμη και από στοιχειώδη οικονομική σταθερότητα», γράφουν οι συγγραφείς, με επικεφαλής τον Ρικάρντο Γκόμεθ-Καρέρα της Σχολής Οικονομικών του Παρισιού.

Το μερίδιο του παγκόσμιου πλούτου που κατέχει το 0,001% αυξήθηκε από σχεδόν 4% το 1995 σε πάνω από 6%, ενώ ο πλούτος των πολυεκατομμυριούχων αυξανόταν κατά περίπου 8% ετησίως από τη δεκαετία του 1990 – σχεδόν διπλάσιο ποσοστό από εκείνο του φτωχότερου 50%.

Μεταξύ των συγγραφέων βρίσκεται και ο επιδραστικός Γάλλος οικονομολόγος Τόμας Πικετί, ο οποίος σημειώνει ότι η ανισότητα «ήταν ανέκαθεν χαρακτηριστικό της παγκόσμιας οικονομίας», αλλά το 2025 «έφτασε σε επίπεδα που απαιτούν επείγουσα προσοχή». Η μείωση της ανισότητας «δεν αφορά μόνο τη δικαιοσύνη, αλλά είναι απαραίτητη για την ανθεκτικότητα των οικονομιών, τη σταθερότητα των δημοκρατιών και τη βιωσιμότητα του πλανήτη».

Η έκθεση, που εκπονείται κάθε τέσσερα χρόνια σε συνεργασία με το Πρόγραμμα Ανάπτυξης του ΟΗΕ, βασίζεται στη μεγαλύτερη ανοιχτή βάση δεδομένων για την παγκόσμια οικονομική ανισότητα και θεωρείται ότι επηρεάζει καθοριστικά τον διεθνή δημόσιο διάλογο.

Στον πρόλογο, ο νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς επαναλαμβάνει την έκκληση για μια διεθνή επιτροπή αντίστοιχη με την IPCC για την κλιματική αλλαγή, ώστε να «παρακολουθεί την ανισότητα παγκοσμίως και να παρέχει αντικειμενικές, τεκμηριωμένες συστάσεις».

Πέρα από την οικονομική ανισότητα, η έκθεση δείχνει ότι η ανισότητα ευκαιριών τροφοδοτεί την ανισότητα αποτελεσμάτων: οι δαπάνες εκπαίδευσης ανά παιδί στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική είναι πάνω από 40 φορές υψηλότερες από την Υποσαχάρια Αφρική – χάσμα τριπλάσιο του κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Μια παγκόσμια φορολογία 3% σε λιγότερους από 100.000 υπερπλούσιους θα απέφερε 750 δισ. δολάρια ετησίως – όσο ο προϋπολογισμός εκπαίδευσης των χωρών χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος.

Η ανισότητα τροφοδοτείται επίσης από το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, που είναι δομημένο υπέρ των πλούσιων χωρών. Οι ανεπτυγμένες οικονομίες δανείζονται φθηνά και επενδύουν στο εξωτερικό με υψηλές αποδόσεις, λειτουργώντας ως «χρηματοοικονομικοί εισοδηματίες». Περίπου 1% του παγκόσμιου ΑΕΠ μεταφέρεται κάθε χρόνο από φτωχότερες σε πλουσιότερες χώρες μέσω καθαρών εισοδηματικών ροών – σχεδόν τριπλάσιο από τη διεθνή αναπτυξιακή βοήθεια.

Σχετικά με την ανισότητα φύλου, η έκθεση αναφέρει ότι το χάσμα αμοιβών «επιμένει σε όλες τις περιοχές». Εξαιρώντας την απλήρωτη εργασία, οι γυναίκες κερδίζουν κατά μέσο όρο μόλις το 61% των ανδρών ανά ώρα εργασίας. Συμπεριλαμβάνοντας την απλήρωτη εργασία, το ποσοστό πέφτει στο 32%.

Η έκθεση υπογραμμίζει επίσης τον κρίσιμο ρόλο της ιδιοκτησίας κεφαλαίου στην ανισότητα των εκπομπών άνθρακα. «Οι πλούσιοι τροφοδοτούν την κλιματική κρίση μέσω των επενδύσεών τους ακόμη περισσότερο από την κατανάλωση και τον τρόπο ζωής τους», αναφέρει. Το φτωχότερο μισό του παγκόσμιου πληθυσμού ευθύνεται μόλις για το 3% των εκπομπών που σχετίζονται με ιδιωτικό κεφάλαιο, ενώ το πλουσιότερο 10% για περίπου 77%.

«Η ανισότητα αφορά την ευαλωτότητα», σημειώνει. «Όσοι εκπέμπουν λιγότερο – κυρίως πληθυσμοί χαμηλού εισοδήματος – είναι και οι πιο εκτεθειμένοι στις κλιματικές καταστροφές. Όσοι εκπέμπουν περισσότερο είναι πιο προστατευμένοι από τις επιπτώσεις».

Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι ανισότητες μπορούν να μειωθούν, ιδίως μέσω δημόσιων επενδύσεων στην εκπαίδευση και την υγεία και με αποτελεσματική φορολογία και αναδιανομή. Σε πολλές χώρες, οι υπερπλούσιοι αποφεύγουν τη φορολογία. «Οι πραγματικοί φορολογικοί συντελεστές αυξάνονται σταθερά για το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, αλλά πέφτουν απότομα για τους δισεκατομμυριούχους και τους υπερπλούσιους», αναφέρει η έκθεση. «Αναλογικά, αυτές οι ελίτ πληρώνουν λιγότερο από τα νοικοκυριά με πολύ χαμηλότερα εισοδήματα».

Η μείωση της ανισότητας είναι πολιτική επιλογή, δυσχερής λόγω «κατακερματισμένων εκλογικών σωμάτων, υποεκπροσώπησης των εργαζομένων και υπερβολικής επιρροής του πλούτου». «Τα εργαλεία υπάρχουν. Η πρόκληση είναι η πολιτική βούληση», καταλήγει η έκθεση.

(Με πληροφορίες Guardian)

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.

// EMPTY