Βιβλιο

Τα φετινά- διαφορετικά- γενέθλια του Ναμπόκοφ

Τριανταέξι χρόνια μετά τον θάνατό του και ακόμα διχάζει

41889-94342.jpg
Ελεάννα Βλαστού
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
39594-84587.jpg

Ο Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ γεννήθηκε στην Αγία Πετρούπολη στις 23 Απριλίου 1899. Κατά την Οκτωβριανή Επανάσταση καταφεύγουν οικογενειακώς στη Γερμανία. Σπουδάζει φιλολογία στο Κέιμπριτζ, ζει στο Βερολίνο, το Παρίσι και μετακομίζει στην Αμερική (1940) όπου διδάσκει σε αμερικανικά πανεπιστήμια (Στάνφορντ, Ουέλσλεϊ, Κορνέλ, Χάρβαρντ). Παράλληλα ασχολείται με την συγγραφή μυθοπλασίας, θεάτρου, ποίησης, τη μετάφραση και την κριτική. Η τεράστια συγγραφική επιτυχία –που σημαίνει υψηλές πωλήσεις και παραχώρηση των δικαιωμάτων στον Κιούμπρικ για την κινηματογραφική μεταφορά– έρχεται με τη «Λολίτα», που του επιτρέπει να εγκαταλείψει τη διδασκαλία και να αφοσιωθεί στο γράψιμο.

Στο ανεπίσημο βιογραφικό του Ναμπόκοφ θα μπορούσαμε να προσθέσουμε τα εξής: υπήρξε τρίγλωσσος σε μια οικογένεια με μεγάλη βιβλιοθήκη, υπήρξε δεινός συλλέκτης πεταλούδων (κάποιες φέρουν το όνομά του) αφιερώνοντάς τους χρόνο και επιστημονικά άρθρα, εργάστηκε ως λεπιδοπτερολόγος στο Μουσείο Συγκριτικής Ζωολογίας του Χάρβαρντ, διατεινόταν ότι η μουσική του ήταν ανυπόφορη, παρέδιδε μαθήματα τένις, συνέθετε σταυρόλεξα για μια ρωσική καθημερινή εφημερίδα και σκακιστικά προβλήματα. Δύο σημαντικές ημερομηνίες της ζωή του υπήρξαν το 1922, που ο πατέρας του δολοφονείται από δεξιούς εξτρεμιστές, και το 1945 είναι η χρονιά που ο ίδιος παίρνει την αμερικανική υπηκοότητα και ο αδερφός του έγκλειστος με την κατηγορία του «Βρετανού κατασκόπου» πεθαίνει σε στρατόπεδο συγκέντρωσης.

Το δωδέκατο μυθιστόρημα

Το δωδέκατο μυθιστόρημά του Ναμπόκοφ, η «Λολίτα» (1955), είχε μια ενδιαφέρουσα εκδοτική πορεία. Τέσσερις εκδοτικοί οίκοι απορρίπτουν το χειρόγραφο, που τελικά βρίσκει στέγη στο γαλλικό εκδοτικό οίκο Olympia Press που εξέδιδε ερωτική λογοτεχνία και έργα αμφιλεγόμενα. Για έξι μήνες το βιβλίο περνάει απαρατήρητο από τη λογοτεχνική κριτική. Το 1956 ο Γκρέιαμ Γκριν το συστήνει ενθέρμως σαν ένα από τα καλύτερα αναγνώσματα της χρονιάς που πέρασε, προκαλώντας την οργή δημοσιογράφων και μια σειρά από άρθρα στις εφημερίδες. Το 1957 η «Λολίτα» είχε γίνει πλέον γνωστή, όχι απαραίτητα για τη λογοτεχνική της αξία, και εκδίδεται και στην Αμερική προκαλώντας –φυσικά– αντιδράσεις, ενώ σε άλλες χώρες απαγορεύεται η έκδοσή της.

Το μυθιστόρημα που ξεκινάει: «Λολίτα, φως της ζωής μου, φλόγα των λαγόνων μου. Αμαρτία μου, ψυχή μου», έχει μια πλοκή λίγο πολύ γνωστή. Πρόκειται για τον έρωτα του σαραντάχρονου Χάμπερτ Χάμπερτ με την κατά πολύ νεότερη του Λολίτα Χέιζ (Ντόλι στο σχολείο, Ντολόρες στο ληξιαρχείο). Δεν θα υπήρχε κανένα πρόβλημα με την ηλικιακή διαφορά, εάν το κορίτσι δεν ήταν δώδεκα. Ας σημειωθεί ότι όταν γίνεται δεκατέσσερα, ο πρωταγωνιστής αναφέρεται σε εκείνη ως μια «ερωμένη που γερνάει». Στο βιβλίο προσάπτουν ότι είναι ανιαρό, κακογραμμένο, εξεζητημένο και ανήθικο, ενώ η σχετική αντιπαράθεση ανήκει περισσότερο στην κοινωνική ιστορία και λιγότερο στην ιστορία της λογοτεχνίας. Το μυθιστόρημα εντάσσεται πλέον στην κλασική λογοτεχνία και ο Ναμπόκοφ μάς έχει χαρίσει δύο νέες λέξεις, το όνομα «Λολίτα» γίνεται επίθετο συνυφασμένο εδώ και εβδομήντα χρόνια με μια νέα ηλικιακά κοπέλα και η λέξη «νυμφίδιο» –πλέον– σημαίνει το κορίτσι που προκαλεί ερωτικά τους άντρες.

Τι άλλο δεν ξέρουμε; Ότι ο Ναμπόκοφ πριν ξεκινήσει τη συγγραφή έκανε έρευνα. Παρακολουθούσε κείμενα σε εφημερίδες και ιατρικές μελέτες σχετικά με την παιδοφιλία, επιβιβάστηκε σε σχολικά λεωφορεία για να ακούσει τον τρόπο ομιλίας των κοριτσιών, πήγε σε σχολεία με το πρόσχημα ότι ήθελε να εγγράψει την κόρη (που δεν είχε), πέρασε ακόμα και στη δράση ακουμπώντας το μπράτσο μιας κοπέλας και το γόνατο μιας άλλης.

Ταξίδεψε σε όλους τους δρόμους που ακολούθησαν ο Χάμπερτ και η Λολίτα στις 46 πολιτείες της Αμερικής και μπήκε σε δωμάτια διακοσίων μοτέλ. Καθώς μας δείχνει το αμερικανικό τοπίο, ο Ναμπόκοφ βρίσκει την ευκαιρία να σχολιάσει τα ήθη και τα έθιμα της Αμερικής και διά στόματος του Χάμπερτ σατιρίζει κάμποσες πτυχές της χώρας: τα τραγούδια, τις διαφημίσεις, τις ταινίες, τα περιοδικά, τις μάρκες, τα τουριστικά αξιοθέατα, τα ξενοδοχεία, τις θερινές κατασκηνώσεις και το σύνδρομο της καλής νοικοκυράς.

Κι όμως, η Λολίτα ακόμα διχάζει

Μια νύχτα του Φεβρουαρίου του 2013 που χιόνιζε, στην Αγία Πετρούπολη, η παράσταση «Λολίτα» ξαναπαίχτηκε σε ένα θέατρο κατάμεστο έχοντας αποκτήσει τον τίτλο του πιο σκανδαλώδους θεάματος της πόλης. Τον περασμένο Οκτώβριο η πρεμιέρα της θεατρικής μεταφοράς της «Λολίτας» είχε προγραμματιστεί να ανέβει στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Αγίας Πετρούπολης. Η παράσταση ανεβαίνει ακόμα κι όταν ο παραγωγός λαμβάνει ένα γράμμα που γράφει: «Ο κυνισμός του βιβλίου συνίσταται στο ότι ο συγγραφέας περιγράφει τη διαδικασία της αμαρτίας με κάθε λεπτομέρεια, το απολαμβάνει και δεν θέλει να εξιλεωθεί». Μερικές μέρες αργότερα τρία άτομα επιτίθενται στον παραγωγό φωνάζοντάς τον «παιδόφιλο» και η παράσταση διακόπτεται.

Στην ίδια πόλη γράφεται ξανά η ίδια λέξη με σπρέι, στον τοίχο του Μουσείου Ναμπόκοφ. Αυτή είναι η αρχή των βανδαλισμών τους οποίους θα υποστεί το σπίτι-μουσείο που στεγάζεται στον πρώτο όροφο ενός παλιού αρχοντικού χτισμένου στις αρχές του 19ου αιώνα σε μία από τις παλιότερες συνοικίες της πόλης. Εκεί γεννήθηκε ο συγγραφέας και έζησε μέχρι να φύγει οριστικά το 1917, για αυτόν ήταν το «μοναδικό του σπίτι».

Το μουσείο κατά τους τελευταίους μήνες έχει λάβει αμέτρητα (ανορθόγραφα) απειλητικά γράμματα και emails αποκαλώντας τον Ναμπόκοφ ανήθικο και τη «Λολίτα» έργο ενός αμαρτωλού. Κάποιες επιστολές εισηγούνται ότι το μουσείο πρέπει να μεταφερθεί έξω από τα όρια της πόλης, άλλες προτείνουν μια χώρα καθαρή και απαλλαγμένη από την κουλτούρα του σατανά, της διαφθοράς και της βίας.

Στις 9 Ιανουαρίου ένα άδειο μπουκάλι βότκας σπάει τα τζάμια του μουσείου. Συνοδευόταν από ένα εύγλωττο σημείωμα που προειδοποιούσε να προφυλαχτούν από την «οργή του Θεού». Συγκεκριμένα το σημείωμα έγραφε: «Πώς μπορείτε να μη φοβάστε την οργή του Θεού, προωθώντας την παιδοφιλία του Ναμπόκοφ;». Τους βανδαλισμούς ανέλαβε μια ομάδα υπερσυντηρητικών ηθικολόγων με το όνομα «Οι Κοζάκοι της Αγίας Πετρούπολης».

Τριανταέξι χρόνια μετά το θάνατό του και είκοσιδύο χρόνια μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης ο Ναμπόκοφ ακόμα διχάζει

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ