- CITY GUIDE
- PODCAST
-
14°
«Διαβάζουμε πολύ στο σπίτι, αλλά το παιδί μου τίποτα. Γιατί;»
Όψεις της πόλης, αναμνήσεις, πράγματα που συνέβησαν παλιά, και πράγματα που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας
Ημερολογιακές καταχωρίσεις για κάθε χρήση
ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΟ ΚΕΝΟ
Συμβαίνει κάτι παράδοξο —εκ πρώτης όψεως— με τα παιδικά βιβλία στην Ελλάδα. Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας «διαβάζουν» πολλά βιβλία. Είναι ένα δώρο που θα τους πάρουν εύκολα οι γονείς τους, οι συγγενείς και οι οικογενειακοί φίλοι, και θα τους συντροφεύσει στο κρεβάτι, πριν τον ύπνο, ή και μέσα στην ημέρα. Εδώ και δεκαετίες, ο αριθμός των τίτλων και το τιράζ έχουν συνεχή αύξηση σε αυτή την ηλικιακή κατηγορία. Παράλληλα, διαρκώς ιδρύονται μικροί εκδοτικοί αφιερωμένοι στο παιδικό βιβλίο καθώς και εξειδικευμένα βιβλιοπωλεία, ενώ οι μεσαίοι και μεγάλοι εκδοτικοί έχουν ξεχωριστά τμήματα που απασχολούνται αποκλειστικά με το παιδικό βιβλίο. Το δε επίπεδο των ελληνικών παιδικών βιβλίων στη χώρα μας —χωρίς απολύτως καμία διάθεση υπερβολής, και με μία μάλλον καλή γνώση του χώρου— είναι από τα υψηλότερα παγκοσμίως. Χαίρεσαι να τα βλέπεις, χαίρεσαι να τα ξεφυλλίζεις. Και δεν χρειάζεται να είσαι ή να έχεις παιδί για να το κάνεις αυτό.
Παρά ταύτα, μολονότι και στη λεγόμενη πρωτοσχολική ηλικία οι τίτλοι είναι άφθονοι και ευπώλητοι, αρχίζουν να μειώνονται όσο τα παιδιά μεγαλώνουν. Να μειώνονται δραστικά. Ήδη στην ηλικία των 12+, οι διαθέσιμοι τίτλοι είναι ένα μικρό ποσοστό (κάτω τού 10%...) των τίτλων που είχαν στη διάθεσή τους τα παιδιά μέχρι να βγάλουν το δημοτικό. Κάνουν κάποιο λάθος στον σχεδιασμό τους οι εκδοτικοί οίκοι; Όχι. Κανένα. Απλώς τα παιδιά στην Ελλάδα σταματούν να διαβάζουν κάπου στην αρχή της εφηβείας τους. Μετά τα 14-15, το συντριπτικό ποσοστό τους δεν θα έχει πια απολύτως καμία σχέση με το εξωσχολικό βιβλίο γενικώς. Ακόμη χειρότερα: μόνο ένα μικρό ποσοστό από αυτά θα επιστρέψει στο βιβλίο κάπου στα 20-22, προς το τέλος δηλαδή των σπουδών τους.
Απλώς τα παιδιά στην Ελλάδα σταματούν να διαβάζουν κάπου στην αρχή της εφηβείας τους. Μετά τα 14-15, το συντριπτικό ποσοστό τους δεν θα έχει πια απολύτως καμία σχέση με το εξωσχολικό βιβλίο γενικώς
Πολλοί πιστεύουν ότι το παιδικό βιβλίο «γεννά αναγνώστες». Δεν ισχύει. Το παιδικό βιβλίο είναι απαραίτητο για να φτιάξει καλούς χαρακτήρες στα παιδιά, για να τα διασκεδάσει, για να τα εισαγάγει στον κόσμο της αφήγησης, για να τους μάθει πόσο όμορφα σύνθετος είναι ο κόσμος μας, και πόσο ευχάριστο και εποικοδομητικό είναι να ανακαλύπτεις την παλέτα των συναισθημάτων σου. Το παιδικό βιβλίο είναι απαραίτητο στο παιδί σαν το παιχνίδι, το φαγητό, το οξυγόνο, και την αγάπη. Αλλά δεν σε κάνει να αγαπάς το βιβλίο, όπως ακριβώς και οι πλαστελίνες και οι μαρκαδόροι δεν σε κάνουν λάτρη των εικαστικών τεχνών.
Αυτό που γεννά αναγνώστες είναι το εφηβικό βιβλίο, και μόνο αυτό.
Στην Ελλάδα, παρά ταύτα, ελάχιστοι είναι οι έφηβοι που διαβάζουν, ή που προλαβαίνουν να διαβάσουν, ή που έχουν διάθεση να διαβάσουν. Γι’ αυτό και καταλήγουμε να έχουμε ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά ενηλίκων αναγνωστών σε όλη την Ευρώπη: όπως μάθαμε από την τελευταία σχετική έρευνα του ΟΣΔΕΛ για το βιβλίο και το κοινό του στην Ελλάδα (που συχνά τη θυμίζουμε εδώ, και έχουμε τους λόγους μας να το κάνουμε), ένας στους πέντε Έλληνες δεν διαβάζει κανένα βιβλίο στη ζωή του, ένας στους τρεις διαβάζει από 1 μέχρι 4 βιβλία τον χρόνο, ενώ ο μέσος συστηματικός αναγνώστης αγοράζει το πολύ 6 βιβλία τον χρόνο. Αντιθέτως, σε πολλές χώρες του εξωτερικού η κατηγορία Young Adult βιβλίων είναι η πρώτη σε κυκλοφορία — πάνω από τα ρομάντζα και τα αστυνομικά, αίφνης, και πλέον μόνο κάτω από τα Romantasy. (Που όμως είναι επίσης Young Adult πολλά από αυτά — αλλά προσοχή: όχι όλα! Κάποια είναι «Αυστηρώς Ακατάλληλα»).
Ένα μεγάλο ποσοστό των βιβλίων για εφήβους που κυκλοφορούν στη χώρα μας είναι φαντασίας: τίτλοι επιλεγμένοι με μεγάλη προσοχή από τους χιλιάδες σχετικούς που εκδίδονται κάθε χρόνο στο εξωτερικό — βιβλία που αγαπάμε πολύ (και διαβάζουμε μανιωδώς) και εμείς. Οι υπόλοιποι είναι σύγχρονα ή ιστορικά κοινωνικά μυθιστορήματα, διαφόρων ειδών. Αλλά, ξαναλέμε, στο σύνολό τους δεν είναι πολλά. Και δεν είναι καν αντιπροσωπευτικά του θεματολογικού εύρους της κατηγορίας. Παρατηρείται ένα μεγάλο κενό εδώ. Ένα κενό αναγνωστών. Αυτό το κενό είναι που μας έχει φάει.
Παρατηρείται ένα μεγάλο κενό εδώ. Ένα κενό αναγνωστών. Αυτό το κενό είναι που μας έχει φάει
«ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΩ ΜΕ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ ΠΟΥ ΔΕΝ ΔΙΑΒΑΖΕΙ;»
Για να μάθει να διαβάζει ένα παιδί —όχι να συλλαβίζει: για να αγαπήσει το διάβασμα— δύο πράγματα χρειάζονται:
(1) Να βλέπει τους γονείς του να διαβάζουν.
(2) Να υπάρχουν βιβλία γύρω του, διαθέσιμα 24/7.
Αν δεν ισχύει έστω και το ένα από τα δύο, το παιδί δεν θα μάθει να διαβάζει ποτέ. (Κάποιοι θα πουν, «Στο σπίτι μου κανένας δεν διάβαζε και δεν υπήρχε ούτε εφημερίδα διαθέσιμη, αλλά εγώ έγινα μανιώδης αναγνώστης». Συγχαρητήρια).
Είναι όμως σίγουρο αυτό; Ότι αν ένα παιδί μεγαλώσει σε ένα περιβάλλον φιλαναγνωσίας, θα αγαπήσει το διάβασμα; ΟΧΙ ΒΕΒΑΙΑ. Φυσικά και δεν είναι. Οι δύο όροι που θέσαμε είναι μεν αδιαπραγμάτευτοι —αν δεν ισχύουν, ξαναλέμε, το παιδί ΔΕΝ θα μάθει να διαβάζει—, αλλά δεν σημαίνουν τίποτε αν το παιδί για χίλιους δυο λόγους αποφασίσει εντέλει πως ΔΕΝ του πάει το διάβασμα. Έτσι, πολλοί γονείς που λατρεύουν τα βιβλία βρίσκονται στη δυσάρεστη θέση να αναρωτιούνται πώς γίνεται και το παιδί τους, το «αίμα τους», δεν στρέφει το βλέμμα του στη λογοτεχνία, δεν βρίσκει στα μυθιστορήματα τη διέξοδο ή την πνευματική τροφή που οι ίδιοι ανακάλυψαν και τους άλλαξε, που τους καθόρισε τη ζωή. Αυτή η ανησυχία πηγάζει από την εδραιωμένη πεποίθηση ότι η λογοτεχνία είναι ο κύριος, αν όχι ο μοναδικός, δρόμος για την καλλιέργεια της ενσυναίσθησης, της γνώσης και της μελλοντικής επιτυχίας. Ωστόσο, όπως αποκαλύπτει η εμπειρία πολλών γονέων, η σχέση ενός παιδιού με την ανάγνωση είναι συχνά απρόβλεπτη και δεν αντικατοπτρίζει πάντα τις γονεϊκές προσδοκίες. Μάλιστα, μάλλον τις αντικατοπτρίζει σπάνια.
Έτσι, πολλοί γονείς που λατρεύουν τα βιβλία βρίσκονται στη δυσάρεστη θέση να αναρωτιούνται πώς γίνεται και το παιδί τους, το «αίμα τους», δεν στρέφει το βλέμμα του στη λογοτεχνία, δεν βρίσκει στα μυθιστορήματα τη διέξοδο ή την πνευματική τροφή που οι ίδιοι ανακάλυψαν και τους άλλαξε, που τους καθόρισε τη ζωή
Πόσο κακό, όμως, είναι να μη διαβάζει βιβλία ένα παιδί; Η σύντομη απάντηση είναι «Πολύ κακό», αλλά αυτή είναι μία λάθος απάντηση. Θα λέγαμε ότι υπάρχουν σαφείς ενδείξεις για το πότε η έλλειψη ενδιαφέροντος για τη μυθοπλασία δεν πρέπει να μας προβληματίζει και πότε, αντίθετα, πρέπει να μας αφυπνίσει και να μας χτυπήσει ένα δυνατό καμπανάκι ΜΕΣΑ στο αυτί μας.
Επί παραδείγματι, δεν χρειάζεται να ανησυχούμε όταν μια εκπεφρασμένη άρνηση προς τα μυθιστορήματα —και τα λεγόμενα εξωσχολικά βιβλία γενικώς— δεν συνεπάγεται έλλειψη περιέργειας ή πνευματικής δράσης. Ας πούμε, ένα παιδί μπορεί να θεωρεί τα μυθιστορήματα «χάσιμο χρόνου», και να προτιμά να μελετά τους αστερισμούς με ένα ελαφρύ τηλεσκόπιο που αγόρασε με τις οικονομίες του, ή παρακολουθώντας μανιωδώς τις συνήθειες των καπιμπάρα στη φύση, ή παίζοντας σκάκι με τις ώρες και όλα του τα Σαββατοκύριακα. Αυτό το παιδί δεν είναι απλώς ένας παρατηρητής, αλλά ένας «αναγνώστης του κόσμου», ένας αναγνώστης του φυσικού περιβάλλοντος, ένας αναλυτής δεδομένων: κάποιος που χρησιμοποιεί τις απαιτούμενες για την ανάγνωση δεξιότητες —την ικανότητα εντοπισμού των δομικών στοιχείων της αφήγησης, την παρακολούθηση της συνέχειας των γεγονότων, την ενεργό νοητική συμμετοχή, την εξάσκηση της επαγωγικής σκέψης, την κριτική ανάλυση, την προσοχή στη λεπτομέρεια, τη συναισθηματική νοημοσύνη, την ενσυναίσθηση, τη συγκέντρωση και την υπομονή—, εφαρμόζοντάς τες στο (δικό του) πραγματικό περιβάλλον.
Σε αυτή την περίπτωση, η εγγραμματισμός και η αγάπη προς την αφήγηση έχουν επεκταθεί πέρα από την έντυπη σελίδα, αγκαλιάζοντας τις οθόνες, τα ποικίλα οπτικά μέσα, τα παιχνίδια αφήγησης, την προφορική ιστορία, τα μαθηματικά και τις πιθανότητες — και την ίδια τη φύση, τον ίδιο τον πλανήτη. Η ιστορία των παιδιών αναδεικνύεται μέσα από τη δράση, μέσα από την εξερεύνηση των μυστηρίων, και η αξία τους δεν μετριέται στις πόσες σελίδες διάβασαν σήμερα, αλλά στο σφρίγος της περιέργειάς του και στο βάθος της ενασχόλησής του με τον κόσμο και τα πράγματα.
Όπως είναι γνωστό, η γονεϊκή αποστολή δεν είναι η δημιουργία αντιγράφων μας, στην περίπτωσή μας «βιβλιοφιλικών αντιγράφων» μας, αλλά η διαρκής και άοκνη προσπάθεια να αναδειχθούν αυτόνομοι άνθρωποι με τα δικά τους ενδιαφέροντα. Ωστόσο, η ανησυχία ενός γονιού που ξέρει πολύ καλά να αποτιμά την αξία της ανάγνωσης είναι 100% δικαιολογημένη όταν η απουσία ενδιαφέροντος για τη λογοτεχνία δεν αντικαθίσταται από κανένα άλλο είδος βαθιάς ενασχόλησης. Αν το παιδί δεν επιδεικνύει ούτε περιέργεια για τον κόσμο, ούτε δέσμευση σε κάποια δραστηριότητα —είτε αυτή είναι η επιστήμη, είτε οι τέχνες, είτε τα αθλήματα, είτε τα επιτραπέζια παιχνίδια σκέψης, είτε τα βαμπίρ στη λαογραφία, είτε κάτι άλλο—, αν απουσιάζει από μέσα του το πνεύμα της εξερεύνησης και μια —οπωσδήποτε έμφυτη— ικανότητα να βυθίζεται σε κρίσιμες πηγές πληροφορίας ή αφήγησης (σε οποιαδήποτε μορφή: ψηφιακή, έντυπη, οπτικοακουστική), τότε, ναι: αυτό είναι ένα καμπανάκι. Αν το παιδί εμ δεν διαβάζει εμ δεν έχει κανένα άλλο ενδιαφέρον από (συμπαθάτε με) ηλιθιότητες στο TikTok, ή (μόνο) viral βιντεάκια, ή (μόνο) τις Καρντάσιαν, ή (μόνο) την K-Pop, ή (μόνο) τη βαριά σεξιστική τραπ, ή (μόνο) την ομάδα του, ή (μόνο) την τηλεόραση σαν να ’ναι μπάρμπας στα 90s — τότε πιθανότατα χρειάζεται κάποιου είδους παρέμβαση. Και βασικά όχι σήμερα: χθες.
Ωστόσο, η ανησυχία ενός γονιού που ξέρει πολύ καλά να αποτιμά την αξία της ανάγνωσης είναι 100% δικαιολογημένη όταν η απουσία ενδιαφέροντος για τη λογοτεχνία δεν αντικαθίσταται από κανένα άλλο είδος βαθιάς ενασχόλησης
(Εδώ να σημειώσουμε πως αυτό το πρόβλημα —γιατί ΕΙΝΑΙ πρόβλημα, και δη μείζον— δεν το αντιλαμβάνεται πάνω από ένα 25% των γονιών, βαριά-βαριά. Οι υπόλοιποι είτε δεν έχουν ιδέα τι συμβαίνει, είτε δεν μπορούν να καταλάβουν, είτε βαριούνται να ασχοληθούν, είτε χαίρονται κιόλας: δεν ξέρουμε ποιοι είναι οι πιο ακατάλληλοι, αλλά ξέρουμε πως τα παιδιά αυτά δεν θα έχουν και τα πιο δυνατά εφόδια για την ενήλικη ζωή τους. Εν πολλοίς, μάλλον θα πάνε χαράμι).
Η κρίσιμη διαχωριστική γραμμή δεν βρίσκεται στην επιλογή του μέσου ή του είδους ανάγνωσης (μυθιστόρημα, κόμικς ή τεχνικό εγχειρίδιο), αλλά στην παρουσία (ή στην απουσία…) μιας κάποιας πνευματικής ζωτικότητας. Όταν το παιδί δεν διαβάζει ούτε βιβλία αλλά δεν «διαβάζει» ούτε και τον κόσμο, όταν δεν αναζητά απαντήσεις ούτε δημιουργεί τις δικές του αφηγήσεις μέσα από μικρές, δικές του δράσεις, όταν δεν κατακλύζεται από απορία και ερωτηματικά, τότε ναι: η απουσία της πνευματικής φλόγας οφείλει να αποτελέσει αντικείμενο προβληματισμού για τον γονιό.
Δεν πρέπει —επαναλαμβάνουμε και ας κουράζουμε— να προβάλλουμε τις δικές μας φιλοδοξίες στα παιδιά μας: αυτό το λένε άπαντες κοντά μισό αιώνα τώρα, και το ξέρουμε καλά. Και παράλληλα οφείλουμε να γνωρίζουμε ότι το παιδί μας θα επιλέξει εντέλει μόνο τον δρόμο του. Αλλά αυτό το «μόνο» δεν σημαίνει παραίτηση από τα γονεϊκά καθήκοντα. Αλίμονο! Αρκεί να ξέρει κανείς ποια είναι αυτά. Και ότι δεν περιορίζονται στο να του παρέχουμε στέγη, τροφή και ασφάλεια.
Καταλήγοντας: η έλλειψη επαφής με τη λογοτεχνία μπορεί όντως να υποδηλώνει ένα βαθύτερο κενό — αν το παιδί μας δείχνει γενική άρνηση προς όλες τις μορφές αφήγησης, αν δεν θέλει να ακούει ιστορίες, αν δεν θέλει να παρακολουθεί ταινίες, αν δεν θέλει να βλέπει το Buffy the Vampire Slayer, αν δεν θέλει —ή δεν μπορεί— να μιλά για αυτά που του συμβαίνουν.
Και δεν εννοούμε εδώ ότι υπάρχει κίνδυνος να χάσει τα εργαλεία έκφρασης και φαντασίας που δίνουν φτερά σε έναν άνθρωπο, ή ότι θα πορευτεί με μείζονες δυσκολίες κατανόησης κειμένου, περιορισμένο λεξιλόγιο και αδύναμο κριτικό νου, ή ότι σε κρίσιμες στιγμές της ζωής του θα έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση και θα αισθάνεται ότι υστερεί — αυτά εξυπακούονται. Εννοούμε ότι κάπως έτσι μεγαλώνει χωρίς να μεγαλώνει ένας άνθρωπος: όπως μεγάλωναν χωρίς να μεγαλώνουν τα πόδια εκείνων των κοριτσιών που τους φόραγαν ξύλινα τσόκαρα από παιδάκια. Και τους τα έβρεχαν κι από πάνω, για να σφίξουν.
* * *
Το Ημερολόγιο κυκλοφορεί τρεις φορές την εβδομάδα: κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή. Τις Κυριακές, η στήλη μεταμορφώνεται στο Βιβλίο της Εβδομάδας. Στείλτε μας μέιλ αν θέλετε να μας πείτε ή να μας ρωτήσετε κάτι — οτιδήποτε. Σας ευχαριστούμε πολύ.
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Όσα είπαμε με έναν από τους πιο επιδραστικούς στοχαστές της εποχής μας
Ο τόμος προς τιμήν του σε επιμέλεια των πανεπιστημιακών καθηγητών Burkhard Fehr και Παναγιώτη Ροϊλού
Ποτέ δεν με απογοήτευσε αυτός ο Εβραίος συγγραφέας από την Πολωνία, που το 1978 πήρε το Νόμπελ Λογοτεχνίας
Δεν πρόκειται για μια αυστηρή πραγματεία, αλλά για ένα βιβλίο που μετατρέπει τη σύνθετη διαδικασία της αγοράς κατοικίας σε ανθρώπινη κουβέντα.
Από τις Εκδόσεις Βακχικόν, σε μετάφραση Σωτήρη Μηνά
Ένα μυθιστόρημα για όλους όσοι ζουν «σημαδεμένοι» — από την εμφάνιση, από το παρελθόν, από τις συνθήκες
Το Βιβλίο της Ημέρας, από τις Εκδόσεις Gutenberg
Με αφορμή το βιβλίο «Με τη δική σου ματιά μονάχα», η συγγραφέας μιλά αποκλειστικά στην Athens Voice για την πρόκληση να μετατρέψει την κρυφή ζωή της Μάιερ σε μια δυνατή μυθοπλαστική αφήγηση
Το δοκίμιο της συγγραφέα και ιστορικού που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη
Το Βιβλίο της Ημέρας, από τις Εκδόσεις Bell
H συλλογή διηγημάτων «Ουμπίκικους» του Γιώργου Τσακνιά (192 σελίδες, Εκδόσεις Κίχλη), κυκλοφορεί στις 5 Δεκεμβρίου
Η τιμητική εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί την Τρίτη, 9 Δεκεμβρίου 2025
Η συλλογή διηγημάτων «Οι Αόρατοι της Γης» είναι το αποτέλεσμα του δημιουργικού διαλόγου των συγγραφέων με ένα έργο της ομότιτλης έκθεσης της Σμαρώς Τζενανίδου
Ο συγγραφέας και μεταφραστής μιλά για το νέο του μεταφραστικό έργο, τη συλλογή του Γεωργιανού συγγραφέα Έρλομ Αχβλεντιάνι «Ο άντρας που έχασε τα λογικά του», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν.
Το «Last Rites» είναι το βιβλίο που έγραψε ο Όζι λίγο πριν φύγει από τη ζωή
Από ένα δάνειο 70.000 λιρών σε πέντε Νόμπελ Λογοτεχνίας
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.