Βιβλιο

Ξενοφών Μπρουντζάκης, «Το λευκό κουστούμι»

Ένα μυθιστόρημα ενηλικίωσης και μνήμης, που μόλις κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Καστανιώτη

kyriakos_1.jpg
Κυριάκος Αθανασιάδης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ξενοφών Μπρουντζάκης, «Το λευκό κουστούμι», εδόσεις Καστανιώτη

Ξενοφών Μπρουντζάκης, «Το λευκό κουστούμι», εδόσεις Καστανιώτη: Η Τήνος, ο Εμφύλιος, οι φωνές και οι αντηχήσεις του προγονικού αίματος… και τα Εξάρχεια

Το «Λευκό κουστούμι» είναι πολλά βιβλία σε ένα, όπως όλα τα αυθεντικά, ειλικρινή μυθιστορήματα μνήμης, εκείνα τα γραπτά που χρειάζεται να ξεκοκαλίσεις καλά τις αναμνήσεις σου, όχι μόνο για να ανασύρεις τα περιστατικά και τους ανθρώπους που συνέβαλαν στη διάπλασή σου, αλλά και εκείνα τα άλλα, πράγματα συχνά δεν θέλεις να θυμάσαι. Στο βιβλίο ακολουθούμε τον συγγραφέα από την προκυμαία της Τήνου, γενέθλιου τόπου με πραγματική αλλά και συμβολική σημασία —καθώς βέβαια οριοθετείται από το απροσπέλαστο για ένα παιδί νερό—, ώς τον τόπο προορισμού της πρώτης ανδρικής ηλικίας, στα πολύχρωμα Εξάρχεια της δεκαετίας τού ’80, όπως ξεδίπλωναν τη σιγουριά τους για τα πάντα κάτω από τον λόφο του Στρέφη. Και τον ακολουθούμε με μεγάλο ενδιαφέρον και γνοιάξιμο, γιατί όλες οι αυθεντικές, ειλικρινείς εξομολογήσεις είναι κοινές. Με κάποιον μαγικό τρόπο, συμβαίνει η αυτοβιογραφία κάποιου να γίνεται και δική μας.

Ο αναγνώστης θα βρεθεί προ απροόπτου αρκετές φορές, καθώς ο ήρωας εδώ —ο ίδιος ο συγγραφέας… αλλά μέχρι ποίου σημείου ο αυτοβιογραφούμενος εξακολουθεί να είναι ένα υπαρκτό πρόσωπο;— δεν ασφυκτιά μόνο στο νησί, ούτε περιστοιχίζεται μόνο από ανθρώπους που τον δεσμεύουν, ούτε αυτοί οι άνθρωποι είναι παράξενοι, φύσει δύστροποι και φορείς μιας αισθητικής, δηλαδή μιας ηθικής, που ο μικρός ήρωας θα βρίσκει διαρκώς βαριά και εξουθενωτική. Όχι, στην πραγματικότητα ο ίδιος είναι ο «παρείσακτος» εδώ, ο ίδιος νιώθει ξένος και αλλόκοτος, ο ίδιος θέλει από παιδί σχεδόν να αποτινάξει το βάρος του χρόνου από τις πλάτες του και να αποδράσει.

Οι μνήμες και τα βιώματα των γονέων, των παππούδων, των δύο μεγάλων οικογενειών που έρχονται από μακριά για να καταλήξουν στην Τήνο και να γεννήσουν τον πρωταγωνιστή του βιβλίου, είναι μαύρες σαν σκιές πουλιών με μεγάλα φτερά, αλλά με βάρος ενός μνημείου πεσόντων. Δεν έχουν γίνει όλα καλά πίσω στο χθες, κάθε άλλο, κι αυτό όχι γιατί το επέλεξαν οι άνθρωποι —αυτοί είναι οι τελευταίοι που ερωτώνται—, αλλά γιατί έτσι το θέλησε η ιστορία. Από αυτήν, δεν ξεφεύγεις. Εξ ου και οι αφιερωμένες στον Εμφύλιο σελίδες είναι σπαρακτικές και σου σηκώνουν την πέτσα. Ενώ άλλες «ηρωικές» πράξεις καθημερινότητας —μια μετανάστευση που έμεινε στη μέση, για παράδειγμα— απλώς κατατίθενται στις σελίδες του «Κουστουμιού» χωρίς περισσότερη ανάλυση, σαν σπαράγματα από βίους αγίων.

Ξενοφών Μπρουντζάκης, «Το λευκό κουστούμι», εδόσεις Καστανιώτη

Αλλά δεν είναι μόνο αυτά. Στο νησί, το παιδί που θέλει να φύγει θα γνωρίζει διαρκώς πολλά και πολλούς, πράγματα της ζωής, πράγματα αναπόφευκτα. Και μ’ αυτά θα πορευτεί. Μέχρι που θα πέσει και πάνω στον άντρα με τα παράταιρα ρούχα, τον ξένο με το λευκό κουστούμι, αυτή την παραφωνία στην αυστηρότητα της επαρχιακής νόρμας. Και τότε θα καταλάβει τι θέλει και ο ίδιος: να γίνει ο εαυτός του, και να πορευτεί στη ζωή χωρίς να τον βαρύνει η έγνοια τού χτες. Είναι μεγάλο πράγμα αυτό βέβαια, και δύσκολο, δεν είναι παίξε-γέλασε ή μια κουβέντα που την πετάς εύκολα. Θα τον παρακολουθήσουμε όντως να το επιχειρεί, ανάμεσα από ταξίδια, γυναίκες, βιβλία και φίλους. Και θανάτους. Ειδικά, μάλιστα, τον έναν από αυτούς, έναν θάνατο συνδεδεμένο με τη γλύκα της ζάχαρης που λιώνει πάνω στη γλώσσα, ο πρωταγωνιστής θα τον αισθανθεί ίσα μέσα στην ψυχή του, ακριβώς τη στιγμή που θα συμβαίνει. Κι ας είναι μια θάλασσα μακριά.

Οι αναγνώστες που γνωρίζουν έστω και ελάχιστα από την ανθρωπογεωγραφία των Εξαρχείων και της Καλλιδρομίου θα απολαύσουν ειδικά τις (πολλές) σελίδες που είναι αφιερωμένες στον λογοτεχνικό, και γενικότερα καλλιτεχνικό, μικρόκοσμο της εποχής, στα μπαρ της, στα τσιγάρα της, στα θερινά σινεμά της πλατείας. Είναι πρόσωπα και πράγματα και καταστάσεις που σημάδεψαν πολλούς ανθρώπους, που τους καθόρισαν και τους άλλαξαν. Ίσως μια τελευταία γνησίως αφελής εποχή, τότε που τα γράμματα, μαζί με το αλκοόλ, έπαιζαν κεντρικό ρόλο στο κέντρο του κόσμου που ήταν τότε αυτή η ονειρική γειτονιά (που δεν υπάρχει πια ούτε στους χάρτες).

Πολύ όμορφο μυθιστόρημα, αρχοντικά γραμμένο, με προσεκτικά διατυπωμένο και κεντημένο λόγο, που σου αφήνει μια γλυκιά επίγευση όταν το τελειώσεις — από εκείνη τη ζάχαρη στη γλώσσα που λέγαμε.

* * *

Ο Ξενοφών Α. Μπρουντζάκης γεννήθηκε στην Τήνο το 1959. Όλο του το πεζογραφικό έργο κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Καστανιώτη (εκτός από το μυθιστόρημα «Ο παράξενος ταξιδιώτης της Μπολιβάριας» που κυκλοφόρησε ως ένθετο στην εφημερίδα Ο Φιλελεύθερος το 2020). Συνεργάστηκε τακτικά ή έκτακτα με διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά, όπως Το Δέντρο, Πολιορκία, Γράμματα και Τέχνες, Διαβάζω, Εντευκτήριο, Poetix και (δε)κατα, ενώ άρθρα του έχουν δημοσιευτεί κατά καιρούς στον Τύπο. Έχει συνεργαστεί με διάφορους εκδοτικούς οίκους ως διευθυντής σειρών και επιμελητής εκδόσεων, όπως και ως σεναριογράφος σε κινηματογραφικές και τηλεοπτικές παραγωγές και ως στιχουργός σε δισκογραφικές εκδόσεις. Από το 2005 εργάζεται ως συντάκτης στην εφημερίδα Το Ποντίκι, όπου διατηρεί τη σελίδα βιβλίου, ενώ είναι υπεύθυνος των ομώνυμων εκδόσεων της εφημερίδας έχοντας επιμεληθεί και εκδώσει περί τους διακόσιους τίτλους βιβλίων. Ταυτόχρονα αρθρογραφεί στην ηλεκτρονική έκδοση Το Ποντίκι Web.

Ξενοφών Α. Μπρουντζάκης

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ