Βιβλιο

Καλωσορίσατε στο νέο μυθιστόρημα του Γιάννη Ξανθούλη

«Εγώ, ο Σίμος Σιμεών» (εκδ. Διόπτρα)

4754-202316.jpeg
Στέφανος Τσιτσόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 638
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Καλωσορίσατε στο νέο μυθιστόρημα του Γιάννη Ξανθούλη
Και το όνομα αυτής Χαλκόπολη. Μια επαρχιακή θλιβερή κωμόπολη, περικυκλωμένη από Σέρρες, Καβάλα, Ξάνθη και Παγγαίον όρος· όνομα ήρωα Σίμος Σιμεών, υιός της αυτοδίδακτης αστρολόγου Αναστασίας, γκαστρωθείσας από νεαρό αξιωματικό του ελληνικού στρατού, που μετά το «πήδημα» την έκανε για Θεσσαλονίκη με… ελαφρά πηδηματάκια. Ντεμί κατάσταση ο Σίμος: αναγνωρισμένος με ίντριγκα εκ του πατρός, μα και ολίγον μπάσταρδος, μιας και κατά την προσφιλή επαρχιακή μέθοδο του κουκουλώματος, όλοι τον θεωρούν απλώς… παιδί της μάνας του. 
 
Όσοι εξ επαρχίας, θεωρώ, θα μπείτε στο κλίμα του βιβλίου αναγνωρίζοντας αμέσως αυτό το σύμπαν, μείγμα υποκρισίας και «σώπατις». Στα Εβρίτικα, μιας και εξ Αλεξανδρουπόλεως ο συγγραφέας, «σώπατις» ή και «μούλωνε» πάει να πει «σιωπή», «μυστικό», «σκάστε»!
 
Καλωσορίσατε στο νέο μυθιστόρημα του Γιάννη Ξανθούλη. Η χρονιά που συντελούνται κοσμογονικά πράγματα στην Ελλάδα όπως και στη Χαλκόπολη και τη ζωή του Σίμου Σιμεών, που παιδί της είναι και της μοιάζει, είναι το 1964. Κάτι χαράζει ελπιδοφόρα στο βαλτωμένο τόπο και το μεταπολεμικό ορίζοντα, κάτι νέο προσπαθεί να αναδυθεί, σαν τα τραγούδια του Μίκη και του Μάνου. Οι σκοποί και οι στίχοι και τα όνειρα ντύνουν μουσικά τις επιθυμίες του Σίμου να φύγει μακριά από την πόλη-λασπουριά. Να βρει τους δρόμους και τους ήρωες άλλων γεωγραφικών συντεταγμένων και προορισμών, που είναι γραμμένοι στις σελίδες της εγκυκλοπαίδειας του «Ελευθερουδάκη», που μελετά ευλαβικά. Γιατί ο Σίμος έχει διαίσθηση, εξυπνάδα, διαφέρει από τα άλλα παιδιά-συμμαθητές του, δεν του φτάνει η ληθαργική μικρόπολη που ζει. Κι ας τον λατρεύουν οι θείες του, όλες με ονόματα μαγικού επαρχιακού ρεαλισμού, Τούλα, Νίτσα, Λίτσα και Βαβούλα, εξπέρ στην παρασκευή ντολμαδακίων γιαλαντζί, κουτσομπολιών, δοξασιών, μπακαλιάρου σκορδαλιάς και… μελαγχολίας. Μελαγχολίας που παύει προσωρινώς, όταν η Χαλκόπολη γιορτάζει Πάσχα, επετείους, γυμναστικές επιδείξεις ή την προβολή της ταινίας «Τα κόκκινα φανάρια», μα δεν υπάρχει φάρμακο για να εξαφανιστεί. Εκτός κι αν ο Σίμος εξαφανιστεί από τη Χαλκόπολη. Γιατί ο μικρός Σιμεών αυτό βάζει για στόχο: να διακτινιστεί σε μια άλλη διάσταση, πεπεισμένος πως η ζωή του τελεί υπό τη συνεχή παρακολούθηση της πένας ενός αγνώστου συγγραφέα, που γράφει το σενάριό της. 
 
Γλαφυρός, προζάτος, ακατάπαυστα χιουμοριστικός, μα με την κλασική «ξανθούλεια» συνταγή, κοινώς υποδόρια, ανατρεπτικά, ο Ξανθούλης καταβυθίζεται μέσω της υπαρξιακής αγωνίας του ήρωά του, να ζήσει σαν Χάκλμπερι Φιν και ουχί ως Βασιλάκης Καΐλας, στην ελληνική επαρχία. Εκεί που παπάδες, δάσκαλοι, σαρδανάπαλοι ελαιοχρωματιστές, κομματάρχες, ξάδελφοι, αληταράδες συμμαθητές-βασανιστές, σκαφτιάδες τάφων στα νεκροταφεία, περιπλανώμενοι αρκουδιάρηδες-διασκεδαστές κι ένα τσούρμο ακόμα φελινικών, θαρρείς, χαρακτήρων, φιλοτεχνούν το τσίρκο της. 
 
Μόνο που, είπαμε, η «παράσταση» δεν αρέσει στον Σίμο Σιμεών. Και μεθοδικά, σταθερά, προσηλωμένα, παλεύει να κάνει το επόμενο βήμα. Στη Θεσσαλονίκη βρίσκει επιτέλους τον πατέρα του, αυτός ο βουνίσιος μαθαίνει να τρώει ψάρι, έρχεται σε επαφή με κοσμηματοπώλες και λαϊκές τραγουδίστριες ονόματι Σαχάρα, το μέλλον σαν να αφήνει ένα φως-σινιάλο να τρυπώσει μέσα από την υποφωτισμένη γρύλια του παρόντος. 
 
Ξεκαρδιστικός καθώς αποδομεί την εποχή εκείνη και τους χαρακτήρες της, σε πολιτικοκοινωνικό μα και σε καθαρά οικογενειακό επίπεδο, ο Ξανθούλης, μέσα από τη διήγηση του Σίμου, ξέρει πως «…έτσι κι αλλιώς η ιστορία που διηγούμαστε για τη ζωή μας στους άλλους στόχο έχει μόνο τον εαυτό μας. Που αποζητά να την ακούει ξανά και ξανά, ώσπου η λίγη αλήθεια που κρύβει η φωνή μας να κατοχυρώσει την ψευτιά και τα στολίδια του παραμυθιού που υπερασπιζόμαστε». Και καταφέρνει να γράψει ένα ανάλαφρο, βαθύ, στοχαστικό μα και σαν επιθεώρηση βιβλίο-καθρέπτη μιας φανταστικής μεν πόλης σε μια χώρα που ακόμα κάποια πράγματα παραμένουν απολύτως συγκεκριμένα. Όπως το «όπου φύγει φύγει», καθώς Χαλκοπόλεις υπάρχουν ακόμα απαράλλαχτες με εκείνες του 1964. Είσαι «Σίμος» επομένως; Τότε, ναι, διάβασέ το και γίνε μέλος! 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ