Βιβλιο

Το Μεγάλο Ελληνικό Καλοκαίρι #21

Ένα διήγημα σε συνέχειες...

6971-132439.jpg
Ελένη Σταματούκου
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
24987-58509.jpg

Συνέχεια από το προηγούμενο


Ο Μηνάς, τα βράδια του τα περνάει στον Τζανέτο 7, ένα μικρό μπαρ στο κέντρο της Χαλκίδας που σερβίρει όλα τα είδη του τζιν. Σήμερα θα πιεί χέντρικς με αγγούρι. Μέσα από το μπαρ ο γαλανομάτης Γιώργος, ο ιδιοκτήτης τοποθετεί τα μπουκάλια και αδειάζει τα τασάκια από τα αποτσίγαρα. Πλησιάζει το Μηνά και του κάνει τράκα από τα μουράτι του. Οι κοπέλες με τα λουλούδια στα μαλλιά και τα μικροσκοπικά σορτς που αποκαλύπτουν τους φρουτένιους κώλους τους, πίνουν μπύρες και γαμπρίζουν κοιτάζοντας τα ξυρισμένα αγόρια με τις σαγιονάρες.

Ο Γιώργος του λέει για τον Αύγουστο στη Χιλιαδού και τη θάλασσα της. Όταν σηκώνει αέρα οι λουόμενοι κρύβονται στις ταβέρνες και η παραλία αδειάζει. Καμιά φορά ο Γιώργος εύχεται να έχει πάντα αέρα. Παίρνει και τρίτο ποτό, αλλά αυτή τη φορά προτιμά το μπλε μπουκάλι. Η Έλλα από τα ηχεία του μιλάει για ψάρια που αυτοκτονούν, για το βαμβάκι που γεμίζει τον αέρα και για ανθρώπους πλούσιους και όμορφους. Του αρέσει να κάθεται μόνος στα μπαρ και να παρατηρεί τους ανθρώπους γύρω του. Κάποιοι από αυτούς του πιάνουν την κουβέντα στο τέλος της βραδιάς.

Τη νύχτα οι άνθρωποι του φαίνονται κάπως αλαφροΐσκιωτοι, σχεδόν μουγκοί κοιτάζονται αφηρημένα και γελάνε εκκωφαντικά χωρίς να λένε αστεία. Παλιότερα, κοκκίνιζαν τα μάτια τους και μαζί και η καρδιά τους. Η ώρα είναι τρεις το πρωί, όλο το βράδυ κοιτούσε ένα κορίτσι που το ξεχώρισε από όλα τα άλλα. Φορούσε ένα άσπρο φόρεμα και είχε τα μαλλιά της λυτά. Το πρόσωπο της δεν το είδε καλά, αλλά είδε το σώμα της να φωτογραφίζεται σαν ακτινογραφία κάτω από τους φωσφορούχους λαμπτήρες του δρόμου.

Όταν αποφάσισε να πάει να της μιλήσει, εκείνη έφευγε με κάποιον άλλον, έναν μαυρισμένο φουσκωμένο τύπο με σαγιονάρες. Ποτέ του δεν τις προλαβαίνει τις γυναίκες των μπαρ, φταίει μάλλον που ήταν καιρό μαζί με την Πανδώρα. Μα τώρα πια είναι μόνος του. Η Πανδώρα του έστειλε μια καρποστάλ από την Ικαρία. Του γράφει ότι είναι στο Λαγκαδά, πίνει κρασί, χορεύει ικαριώτικο και κάνει μπάνιο γυμνή. Δε ξέρει πότε θα επιστρέψει. Ο Γιώργος τον κερνά ένα τελευταίο, το πίνει γρήγορα και τον καληνυχτίζει. Τώρα πια περπατά μόνος πάνω στην παραλία, κοιτά γύρω του σχεδόν κανείς. Η Χαλκίδα του μοιάζει πιο μόνη από ποτέ.

Συνεχίζεται...

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ