- CITY GUIDE
- PODCAST
-
24°
Μάλιστα κύριε Ζαμπέτα: Μπήκαμε στις πρόβες της παράστασης λίγο πριν από την πρεμιέρα
Η μουσική και η ψυχή του Γιώργου Ζαμπέτα στο θέατρο Άλσος


Ο Πέτρος Ζούλιας ανεβάζει ξανά το «Μάλιστα κύριε Ζαμπέτα», ένα έργο βασισμένο στη ζωή του μεγάλου λαϊκού συνθέτη
O Γιώργος Ζαμπέτας δεν έγραφε κείμενα, αλλά είχε τη συνήθεια να καταγράφει τις σκέψεις του σε ένα κασετοφωνάκι. Κι έτσι υπάρχουν καμιά 60αριά ώρες ηχογραφημένο υλικό όπου ο συνθέτης μονολογεί και μιλάει για τα πάντα: για τους συγγενείς, τους φίλους του, για άλλους καλλιτέχνες της εποχής και τη σχέση του μαζί τους, για τα πολιτικά, για τις απόψεις του γενικότερα. Αυτό είναι το υλικό πάνω στο οποίο δούλεψε ο Πέτρος Ζούλιας για να φτιάξει μια παράσταση για τον Γιώργο Ζαμπέτα. Εδώ ο μεγάλος θρύλος του μπουζουκιού δεν είναι παρών, δεν υπάρχει κάποιος ηθοποιός που να τον ενσαρκώνει. Αλλά η παρουσία του είναι έντονη συνεχώς πάνω στη σκηνή, καθώς ακούμε τη φωνή του ή τον βλέπουμε να μιλά σε γιγαντοοθόνη. Οπότε, αν και απών σκηνικά, είναι πολύ περισσότερο και πιο αληθινά παρών.
Η παράσταση «Μάλιστα κύριε Ζαμπέτα» (2017-18) προέκυψε έπειτα από την επεξεργασία αυτού του τεράστιου υλικού και με τη βοήθεια της Κατερίνας Ζαμπέτα, της κόρης του, η οποία μάλιστα έχει εκδόσει και ένα βιβλίο για τον πατέρα της. Άλλωστε η ίδια είναι εκείνη που έχει κατορθώσει να τον κρατήσει ζωντανό όλα αυτά τα χρόνια, έχοντας οργανώσει και ψηφιοποιήσει τόσο τις ηχογραφήσεις όσο και αποσπάσματα από συνεντεύξεις, ταινίες, τηλεοπτικές εμφανίσεις του.
Φέτος το καλοκαίρι, με αφορμή τα 100 χρόνια από τη γέννηση του θρύλου αυτού της ελληνικής μουσικής, η παράσταση επιστρέφει, όχι στο θέατρο Αλίκη, όπου πρωτοανέβηκε, αλλά στο Θέατρο Άλσος, έναν ανοιχτό χώρο, όπου ο κόσμος μπορεί να παρακολουθήσει το έργο καθισμένος στο τραπέζι του, πίνοντας το ποτό του και να «συνομιλήσει» και ο ίδιος με τον Γιώργο Ζαμπέτα, που ακούγεται καθ' όλη τη διάρκεια του έργου να μιλά με τους ηθοποιούς. Καθίστε αναπαυτικά και ετοιμαστείτε για έναν δικό σας «διάλογο» με τον κύριο Ζαμπέτα.

Μάλιστα Κύριε Ζαμπέτα: Τρεις πρωταγωνιστές μάς μιλούν για τους ρόλους τους
Βρέθηκα σε μια από τις τελευταίες πρόβες της παράστασης και την παρακολούθησα λίγο πριν από την επίσημη πρεμιέρα της. Παράλληλα, συνάντησα κάποιους από τους πρωταγωνιστές και μίλησα μαζί τους τόσο για τον ρόλο τους στην παράσταση, όσο και για αυτή την ειδική συνθήκη, το ότι κάνουν διάλογο με τα ηχογραφημένα ή βιντεοσκοπημένα στιγμιότυπα της ζωής του Γιώργου Ζαμπέτα.
Βίκυ Σταυροπούλου: η σύζυγος του Γιώργου, Αργυρώ Ζαμπέτα
Η Βίκυ Σταυροπούλου υποδύεται τη σύζυγο του Γιώργου Ζαμπέτα, όπως και στο πρώτο ανέβασμα της παράστασης, στο θέατρο Αλίκη. «Η Αργυρώ, η Ρούλα, ήταν καψούρα με τον Ζαμπέτα. Ήταν μαζί του από πιτσιρίκα μέχρι το τέλος του. Μεγάλωσε σωστά τα παιδιά του, τον θαύμαζε απίστευτα, ενώ σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους και της καριέρας του, το ζούσε σαν να συνέβαινε στην ίδια. Μάλιστα, στην επιτυχία αυτή "άρπαζε" περισσότερο από τον ίδιο τον Ζαμπέτα».
Αυτό είναι και το ενδιαφέρον και στην παράσταση αλλά και στη ζωή. Το πώς ένα τραγούδι που το έχεις αγαπήσει, όταν αποκτάς διαφορετικές βιωματικές διαφορετικές εμπειρίες, το ξανακούς από μια τελείως άλλη οπτική γωνία και με μια τελείως διαφορετική συναισθηματική φόρτιση
Ποιες είναι οι αλλαγές σε σχέση με το πρώτο ανέβασμα στο θέατρο Αλίκη;
Έχουμε κρατήσει τους βασικούς ρόλους σχεδόν ίδιους, όπως τότε στο Αλίκη. Αλλά η παράσταση ξαναχτίστηκε από την αρχή, με τις καινούριες προσθήκες συντελεστών αλλά και σε έναν εντελώς διαφορετικό χώρο. Μάλιστα θεωρώ ότι το Άλσος, που είναι ουσιαστικά μια τεράστια αυλή, είναι ο φυσικός χώρος της συγκεκριμένης παράστασης. Είναι σαν μια προέκταση της αυλής του Ζαμπέτα στο Αιγάλεω, όπου και διαδραματίζεται το μεγαλύτερο μέρος της παράστασης. Όσο για τον ρόλο μου, είναι ίδιος, δεν έχουν γίνει αλλαγές στο κείμενο. Η δική μου αντιμετώπιση δεν ξέρω αν θα είναι η ίδια, γιατί έχουν μεσολαβήσει 7-8 χρόνια από τότε, οπότε καταλαβαίνεις ότι αυτό προσθέτει, εκτός από κιλά, εμπειρία. Σε διαβεβαιώνω όμως ότι η διάθεσή μου, η όρεξή μου και η αγάπη μου για τη δουλειά με κάνουν να τον αντιμετωπίζω σαν να τον πρωτοσυναντώ.
Πώς αισθάνεσαι που συνομιλείς με τον Γιώργο Ζαμπέτα επί σκηνής; Και μάλιστα ως σύζυγός του;
Το ότι απευθύνομαι στον Ζαμπέτα είναι πολύ συγκινητικό. Μάλιστα, υπάρχουν δυο τρεις στιγμές στην παράσταση που παθαίνω «κράμπα» στην καρδιά από τη συγκίνηση. Τώρα που έχει μεγαλώσει και η μανούλα μου και ακούω το «Μόνο για μένανε καράβι δεν έχει πια να ταξιδέψω», με πιάνει τρομερή συγκίνηση. Έτσι και αλλιώς πάντα με συγκινούσαν τα τραγούδια του Ζαμπέτα. Δεν γίνεται να μη συγκινηθείς με τα «Δειλινά», το «Πού ’σαι, Θανάση», το «Πού ήσουν, φίλε, κι άργησες, τα χρόνια έχουν φύγει». Κι επειδή έχουν μεσολαβήσει αυτά τα οχτώ χρόνια από το πρώτο ανέβασμα, κάποια πράγματα στην προσωπική μου ζωή έχουν αλλάξει. Δηλαδή έχω απώλειες, έχει συμβεί ένας θάνατος δικού μου ανθρώπου... Επομένως ακούω αυτά τα τραγούδια και τα λόγια του Ζαμπέτα με μια τελείως άλλη ψυχοσύνθεση. Κι αυτό τελικά είναι και το ενδιαφέρον και στην παράσταση αλλά και στη ζωή. Το πώς ένα τραγούδι που το έχεις αγαπήσει, όταν αποκτάς διαφορετικές βιωματικές διαφορετικές εμπειρίες, το ξανακούς από μια τελείως άλλη οπτική γωνία και με μια τελείως διαφορετική συναισθηματική φόρτιση. Εγώ αυτό που απολαμβάνω σε αυτή την παράσταση είναι μια γλυκιά νοσταλγία για προηγούμενες εποχές που ο κόσμος ήταν πιο έξω καρδιά και πιο δεμένος μεταξύ του.

Υπήρχε μια εντελώς διαφορετική νοοτροπία τις δεκαετίες του 1960-70 στην καθημερινότητα του Έλληνα. Μπορείς να μας μεταφέρεις λίγο σε αυτή τη γειτονιά στο Αιγάλεω, στην αυλή, που κυριαρχεί στο μεγαλύτερο μέρος της παράστασης;
Αυτή η γειτονιά ήταν μια μεγάλη αγκαλιά. Η επαφή των ανθρώπων στα εύκολα και στα δύσκολα ήταν ουσιαστική, γιατί δεν υπήρχε αυτή η απομόνωση και το κλείσιμο στο μικρόκοσμό μας που έχει επιφέρει όλη αυτή η φούντωση των social media, όλων αυτών των ειδών οι εκπομπές-κλειδαρότρυπες. Όλο αυτό το πέρασμα που κάποιοι το θεωρούν εξέλιξη –που δεν την αμφισβητώ–, αλλά θεωρώ ότι είναι σαν το φάρμακο. Αν το πάρεις στη σωστή δόση, θα σε θεραπεύσει. Αν το πάρεις σε μεγαλύτερη, μπορεί και να σε θανατώσει. Εγώ αυτό που απολαμβάνω σε αυτή την παράσταση είναι μια γλυκιά νοσταλγία για προηγούμενες εποχές που ο κόσμος ήταν πιο έξω καρδιά και πιο δεμένος.
Η παράσταση έχει κέφι, χορό, τραγούδι. Περιμένετε να τραγουδήσει ο κόσμος, το επιζητάτε;
Πιστεύω ότι αν ήμουν εγώ θεατής σε αυτή την παράσταση, θα συμμετείχα. Βέβαια, δεν είμαι και το μέτρο, γιατί είμαι γλεντζού από φύση. Αλλά πιστεύω ότι θα τους γεννηθεί η ανάγκη να σιγοτραγουδήσουν. Εγώ θέλω να περάσει ο κόσμος καλά, με όποιον τρόπο μπορεί. Αν τον πάρει και θέλει να πει ένα ρεφρέν, να το πει. Δεν είναι εις βάρος της παράστασης. Εμείς την παράσταση δεν την κάνουμε για να αρέσει σ’ εμάς, αλλά για να κάνουμε κοινωνούς στους θεατές. Να γίνουμε όλοι μαζί μια παρέα. Χαίρομαι γιατί εδώ δίνουμε την ευκαιρία να δούνε μια μουσικο-θεατρική παράσταση με ταυτότητα, χαρακτήρα και με ένα κοκτέιλ συναισθημάτων. Και αληθινά κοκτέιλ. Επιτρέπονται τα κοκτέιλ στην παράσταση. Φυσικά. Αληθινά κοκτέιλ, λοιπόν, για τον κόσμο και κοκτέιλ συναισθημάτων στη σκηνή, που ελπίζουμε να τα πιούν και οι θεατές μαζί μας.
Βλέπουμε μέσα από τη δική σας παράσταση το πώς ήταν η θέση της γυναίκας στην Ελλάδα και πώς εξελίχθηκε με το πέρασμα του χρόνου;
Ναι, υπάρχουν κάποιες σκηνές όπου μπορούμε να δούμε πράγματα, γιατί αυτή η παράσταση έχει και την ιδιαιτερότητα να περνάνε οι δεκαετίες και να βλέπεις άλλες κυβερνήσεις. Όταν λοιπόν βγήκε το ΠΑΣΟΚ, η Ρούλα είπε: «Τώρα ο λαός στην εξουσία! Eπανάσταση εδώ και τώρα. Δεν θα είμαι μια ζωή στην κουζίνα!». Οπότε ουσιαστικά βλέπουμε και την εξέλιξη στη θέση της γυναίκας αλλά και την ηλικιακή της εξέλιξη. Εγώ πρώτα εμφανίζομαι στη σκηνή στα 15 μου, που ήταν φανταράκι αυτός και ήταν το «σουξεδάκι» μου. Και καταλήγω μεγάλη πια, που είμαστε στην εντατική στο Νοσοκομείο Σωτηρία με το οξυγόνο...
Τι θα ήθελες να πεις κλείνοντας;
Ευχαριστώ τον Πέτρο Ζούλια, γιατί έχει κάνει μια φοβερή δουλειά. Είχε την ευφυέστατη ιδέα να μην ενσαρκώσει κάποιος ηθοποιός τον Γιώργο Ζαμπέτα, αλλά να βλέπουμε την παράσταση σαν να είναι και εκείνος παρών, μέσα από το οπτικοακουστικό υλικό που προβάλλεται. Η συνεργασία μας ήταν άψογη, συνεννοηθήκαμε υπέροχα και το κλίμα μεταξύ μας με όλους τους συντελεστές ήταν υπέροχο. Επίσης, έχουμε φοβερά κοστούμια από την Παπανικολάου και χορογραφίες από τον Διαμαντόπουλο, με μουσική διδασκαλία του Άκη Δείξιμου. Όλοι έδωσαν τον καλύτερό τους εαυτό για να βγει κάτι πολύ όμορφο. Κλείνοντας, θα ήθελα να πω ότι έχω μια γλυκιά αγωνία να έρθει ο κόσμος και να μοιραστούμε μαζί αυτές τις μουσικές, αυτές τις στιγμές, τη χαρά, τις στενοχώριες. Να περάσουμε ένα δροσερό, όμως, και ανάλαφρο καλοκαίρι.

Κώστας Κόκλας: ο πατέρας του Γιώργου Ζαμπέτα, Μιχάλης
Εγώ είμαι ο πατέρας του Γιώργου, ο Μιχάλης Ζαμπέτας, κι έχω κουρείο στη Λένορμαν. Η Χριστίνα Τσάφου είναι η μητέρα του Γιώργου, η γυναίκα μου, η Ελένη Καρακάση η κόρη μας και η Βίκυ Σταυροπούλου η νυφούλα μου.
Ο πατέρας του Ζαμπέτα έπαιζε και εκείνος μπουζούκι, έτσι δεν είναι;
Η κρυφή αγάπη μου είναι το μπουζούκι και παίζω ερασιτεχνικά με τους φίλους μου. Αλλά με κανέναν τρόπο δεν θα ήθελα ο γιος μου να ασχοληθεί με το μπουζούκι. Θέλω να σπουδάσει. Άλλωστε εκείνη την εποχή ήταν ένα όργανο απαγορευμένο, με το οποίο ασχολούνταν μόνο άνθρωποι με παραβατική συμπεριφορά. Βέβαια, στη ζωή δεν αποφασίζει κάποιος αυτό που θέλουν οι γονείς του… Ευτυχώς παίρνει τις δικές του αποφάσεις, ανεξάρτητα.

Στο έργο πρωταγωνιστής είναι ο ίδιος ο Ζαμπέτας, που καταλαμβάνει τουλάχιστον το 30% της παράστασης με τα λόγια του. Μιλάει συνεχώς. Κι εμείς μιλάμε μαζί του, παίζουμε πάνω στα λόγια του. Φαίνεται πολύ ιδιαίτερο το ότι συνομιλούμε μ’ αυτόν τον θρύλο, ο οποίος παράλληλα είναι πολύ απλός και πολύ δικός μας άνθρωπος. Νιώθουμε μεν ένα δέος αλλά και μια φοβερή οικειότητα ταυτόχρονα. Κι αυτό είναι μοναδικό.
Πόσον καιρό δουλεύετε την παράσταση;
Εγώ δουλεύω λίγο, περίπου έναν μήνα πάνω στην παράσταση. Είμαι σχετικά τυχερός, διότι βρήκα μια έτοιμη παράσταση και εντάχθηκα σ’ αυτήν. Όπως γνωρίζετε, δεν συμμετείχα στο πρώτο ανέβασμα στο θέατρο Αλίκη, όπως οι περισσότεροι από τους βασικούς συντελεστές.
Πώς αισθάνεστε που υποδύεστε τον πατέρα του Ζαμπέτα και συνομιλείτε μαζί του;
Ο Πέτρος Ζούλιας είχε την φοβερά ευφυή ιδέα να πάρει το υλικό που ηχογραφούσε ο ίδιος ο Ζαμπέτας και από τις 50-60 ηχογραφημένες ώρες να βγάλει μια παράσταση 3-4 ωρών. Οπότε στο έργο πρωταγωνιστής είναι ο ίδιος ο Ζαμπέτας, που καταλαμβάνει τουλάχιστον το 30% της παράστασης με τα λόγια του. Μιλάει συνεχώς. Κι εμείς μιλάμε μαζί του, παίζουμε πάνω στα λόγια του. Φαίνεται πολύ ιδιαίτερο το ότι συνομιλούμε μ’ αυτόν τον θρύλο, ο οποίος παράλληλα είναι πολύ απλός και πολύ δικός μας άνθρωπος. Νιώθουμε μεν ένα δέος αλλά και μια φοβερή οικειότητα ταυτόχρονα. Κι αυτό είναι μοναδικό. Εγώ είμαι ο πατέρας του. Και νιώθω στο έργο σαν πατέρας του. Τον γεννάω με τη συμπεριφορά μου και τη στάση μου. Σαν Έλληνας, κάθε μέρα. Άλλωστε εκείνος μας έδωσε κάποια στάνταρ για την αυθεντικότητα. Και την καλώς εννοούμενη μαγκιά. Πράγματα που μας καθόρισαν ως λαό.
Οι μουσικές του Ζαμπέτα μιλάνε σε όλους μας. Είναι συνδεδεμένες με τα παιδικά μας χρόνια. Εγώ, όταν ακούω τις πρώτες νότες από τα τραγούδια του, θυμάμαι τα θερινά τα σινεμά. Γιατί πάντα στα θερινά σινεμά ακούγαμε Ζαμπέτα. Θεωρω ότι είναι στο DNA του Έλληνα. Δεν υπάρχει κανείς που να μην ακούσει κάποιους στίχους από τα τραγούδια του και να μην ανατριχιάσει, να σηκωθεί να χορέψει, να τραγουδήσει.
Πόσα τραγούδια του Ζαμπέτα ακούμε περίπου στο έργο; Πώς μιλούν σ’ εσάς αυτά τα τραγούδια;
Καθ' όλη τη διάρκεια της παράστασης, ακούμε στο σύνολο 27-30 τραγούδια. Ολοι τραγουδάμε. Σαν ηθοποιοί, βέβαια, δεν είμαστε τραγουδιστές. Και υπάρχει και ζωντανή ορχήστρα. Οι μουσικές του Ζαμπέτα μιλάνε σε όλους μας. Είναι συνδεδεμένες με τα παιδικά μας χρόνια. Εγώ, όταν ακούω τις πρώτες νότες από τα τραγούδια του, θυμάμαι τα θερινά τα σινεμά. Γιατί πάντα στα θερινά σινεμά ακούγαμε Ζαμπέτα. Θεωρω ότι είναι στο DNA του Έλληνα. Δεν υπάρχει κανείς που να μην ακούσει κάποιους στίχους από τα τραγούδια του και να μην ανατριχιάσει, να σηκωθεί να χορέψει, να τραγουδήσει.

Δανάη Μπάρκα: Η Αννούλα, τραγουδίστρια και κορίτσι του Θόδωρα, του φίλου του Γιώργου Ζαμπέτα
Η Δανάη Μπάρκα είναι από τους πιο μικρούς σε ηλικία που συμμετέχουν στη συγκεκριμένη παράσταση. Η ίδια πριν από 8 χρόνια δεν συμμετείχε μεν στην παλιότερη παραγωγή, αλλά την είχε παρακολουθήσει από πολύ κοντά, ήταν παρούσα σε πολλές πρόβες, οπότε είχε εικόνα και εκ των έσω. Τώρα είναι στους βασικούς πρωταγωνιστές. Είναι η Αννούλα, η κοπέλα του Θόδωρου, του φίλου του Γιώργου Ζαμπέτα.
Στην παράσταση αυτή ακούς τον Ζαμπέτα, βλέπεις τον Ζαμπέτα και μαθαίνεις από τον Ζαμπέτα. Μαθαίνεις τι είναι ζωή, μαθαίνεις τι αξίζει. Ο Ζαμπέτας είναι η Ελλάδα τού τότε. Δηλαδή, η αγκαλιά, η αυλή, η συμπόνια, η ενσυναίσθηση... Είναι η Ελλάδα που βλέπουμε στις ταινίες. Οπότε το να ακούς τη φωνή του και να περιγράφεις μαζί με άλλους ηθοποιούς τα συναισθήματα που εσύ έχεις λάβει είναι μαγικό.
Ας δούμε πώς βλέπει την παράσταση ως μία από τους νεότερους συντελεστές του θιάσου:
Το να είσαι τόσο μικρός και να συμμετέχεις σε τόσο μεγάλες παραγωγές αλλά και εμπειρίες ζωής είναι, νομίζω, ο δρόμος που σου ανοίγει αυτό που λέμε βίωμα, γιατί έπειτα από χρόνια θα το θυμάσαι όλο αυτό και ήδη έχει γράψει μέσα μας. Γενικά το θέατρο σ’ το κάνει αυτό: το ότι σε ενώνει με ανθρώπους που δεν γνωριζόσασταν και όλοι μαζί έχετε έναν κοινό στόχο, με κοινή προσπάθεια, κοινό όραμα και κοινά άγχη σε κάνει αμέσως οικογένεια με τον κόσμο γύρω σου. Και νομίζω ότι αυτή είναι και η μαγεία του θεάτρου: το ότι γινόμαστε μετά ένα με τους ανθρώπους που έρχονται. Όταν βρισκόμαστε σε μια όαση στο κέντρο της Αθήνας, ανάμεσα στα δέντρα, που τραγουδάμε, συγκινούμαστε, θυμόμαστε την παλιά Αθήνα και ξεκλέβουμε πράγματα από τη ζωή ενός σπουδαίου Έλληνα μουσικοσυνθέτη, νομίζω ότι είναι μια εμπειρία που θα έχω να τη λέω μέχρι τα βαθιά γεράματα. Οπότε είναι ωραίο, είναι πολύ τιμητικό να είσαι ανάμεσα και από μεγαθήρια του θεάτρου αλλά και από όλα τα παιδιά, γιατί δεν μαθαίνεις μόνο από τους μεγάλους, μαθαίνεις απ’ όλους. Και νομίζω ότι είναι ευλογία να ξυπνάς και να λες ότι έχω να πάω στη δουλειά μου και να χαμογελάς. Και το εύχομαι σε όλους αυτό, να βρουν τι τους κάνει χαρούμενους και να το ακολουθήσουν, ό,τι και να είναι αυτό, αν το κάνεις επειδή το αγαπάς, το κάνεις καλά.
Και εσύ τώρα πώς αισθάνεσαι που συνομιλείς με τον Γιώργο Ζαμπέτα;
Στην παράσταση αυτή ακούς τον Ζαμπέτα, βλέπεις τον Ζαμπέτα και μαθαίνεις από τον Ζαμπέτα. Μαθαίνεις τι είναι ζωή, μαθαίνεις τι αξίζει, τι έχει νόημα. Μαθαίνεις τι σημαίνει να δίνεις το χέρι σου στους διπλανούς σου σε μια αυλή και να μην ξεχωρίζεις ποιος είναι αυτός που μιλάς, αν είναι πλούσιος, αν είναι φτωχός, αν είναι από άλλη γειτονιά. Ο Ζαμπέτας είναι η Ελλάδα τού τότε. Δηλαδή, η αγκαλιά, η αυλή, η συμπόνια, η ενσυναίσθηση... Είναι η Ελλάδα που βλέπουμε στις ταινίες. Οπότε το να ακούς τη φωνή του και να περιγράφεις μαζί με άλλους ηθοποιούς τα συναισθήματα που εσύ έχεις λάβει είναι μαγικό. Υπάρχουν στιγμές στην παράσταση που στο τέλος των προβών κοιταζόμαστε μεταξύ μας και λέμε: «κοίτα τι είπε, κοίτα τι έζησε, κοίτα πώς το ’ζησε». Και είναι σοκαριστικό να βλέπεις μέσα από την κλειδαρότρυπα τη ζωή του ανθρώπου που δημιούργησε το μπουζούκι. Είναι ένας από τους δημιουργούς του και, όπως λέει κι ο ίδιος στην παράσταση, η Ελλάδα είναι γνωστή για τον ήλιο της και το μπουζούκι της. Οπότε είναι σπουδαίο, είναι μάθημα και για τους θεατές και για εμάς που το βιώνουμε όλο αυτό δημιουργώντας το.

Πώς βλέπεις εσύ την εποχή που εξετάζει το έργο;
Τη ζηλεύω. Νομίζω πως ανήκω στην τελευταία φουρνιά ανθρώπων που μεγάλωσαν χωρίς κινητό. Στα παιδιά δηλαδή που γεννήθηκαν μέχρι το 1992, που πήραν κινητό στο λύκειο ή πιο μετά. Οπότε είμαστε οι τελευταίοι που έχουμε ράμματα στα γόνατά μας, απ’ τα παιχνίδια στις γειτονιές, τις πλατείες... Εγώ προσωπικά μεγάλωσα και σε μια πολύ λαϊκή γειτονιά, στο Περιστέρι, με τη γιαγιά μου και τον παππού μου. Οπότε στο έργο υπάρχουν στοιχεία που θυμίζουν τις δικές μου μνήμες. Μεγάλωσα με μια γιαγιά που η εξώπορτα του σπιτιού της έχει αυτόματα stop για να μην κλείνει, έτσι ώστε όποιος περνάει απέξω να μπαίνει μέσα στο σπίτι. Και είναι πραγματικά σαν να βλέπω τη γιαγιά μου και τον παππού μου στην παράσταση. Θεωρώ ότι είναι τρομερά ενδιαφέρον το να αναβιώνουμε το 2025 ζωή, λέξεις και συναισθήματα του ’50, του ’60, του ’70. Αν καταφέρναμε να κλέψουμε την ανοιχτωσιά, τη λαϊκότητα και τη συμπόνια που είχαν αυτοί οι άνθρωποι, νομίζω θα γινόμασταν πολύ καλύτεροι.
Εσύ είσαι η Αννούλα. Πώς θα περιέγραφες τον ρόλο σου;
Είμαι το κορίτσι του Θόδωρα, του μπουζουξή του Ζαμπέτα, μια τραγουδίστρια της εποχής, πολύ τσαχπίνα και λίγο παραπάνω τσαούσα από το κανονικό, δηλαδή, όταν όλα τα αγόρια τής λένε «κάτω», αυτή σηκώνεται και χορεύει. Είναι ένα κορίτσι που παλεύει για το όνειρό της, ένα κορίτσι που είναι ερωτευμένο και που τραγουδάει πολύ σε όλη την παράσταση, τραγούδια τα οποία νομίζω ότι, ακόμα κι αν δεν τα γνωρίζεις, ακούς τους στίχους και σε αγγίζουν, σου χτυπάνε μια χορδή.
Είσαι επομένως μια γυναίκα αντιπροσωπευτική εκείνης της εποχής; Βλέπουμε και τη θέση της γυναίκας μέσα από τον ρόλο σου;
Βλέπουμε σίγουρα κάποια στοιχεία της εποχής πάνω της, αλλά η Αννούλα πατάει πόδι. Γιατί τότε οι γυναίκες δεν θα σηκώνονταν εύκολα να χορέψουν και να τραγουδήσουν, ενώ εκείνη το κάνει. Αισθάνομαι λοιπόν και λίγο κοντά της, για πολλούς λόγους. Επειδή σε αυτή την παράσταση βλέπουμε πάρα πολλές δεκαετίες, είναι σαν να βλέπουμε την Ελλάδα του ’50 μέχρι και τις αρχές του ’90. Οπότε ακούγεται –από τη γυναίκα του Ζαμπέτα, όχι από μένα– το «φεμινισμός», το «πάμε να κάνουμε τη δική μας επανάσταση». Βλέπουμε την ανάγκη της γυναίκας να αισθανθεί ότι ζει για τον εαυτό της.

ΙNFO
Θέατρο Άλσος
13 Ιουνίου έως 3 Αυγούστου
Δείτε περισσότερα για την παράσταση στο city guide της Athens Voice
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Όσα πρέπει να ξέρετε για τη διανομή των δωρεάν εισιτηρίων, τη μέρα και την ώρα
Ένα ξενοδοχείο ημιδιαμονής γίνεται σκηνή για έρωτες χωρίς φίλτρο
Το «Πριν ανοίξουμε φτερά» του Φλοριάν Ζελέρ στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης
Από τον Οκτώβριο το Nomsferatu θα παίζεται στο θέατρο 104 για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων
Ένα meta-πανηγύρι, ένα θεατρικό στον Θόλο και προβολές στο Ξέφωτο
Ο σκηνοθέτης μετέφερε στη σκηνή τρεις ραψωδίες από την Οδύσσεια, τη στιγμή που ο ήρωας βρίσκεται στο νησί των Φαιάκων
Ενώ η Αθήνα ταραζόταν από τα «Ιουλιανά», η Λυρική Σκηνή βρισκόταν στις δόξες της
Το Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου κλείνει 70 χρόνια φέτος με ένα επετειακό πρόγραμμα
Μιλήσαμε με τη γνωστή ηθοποιό με αφορμή τον ρόλο της στην «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, σε σκηνοθεσία Θέμη Μουμουλίδη
Το έργο του Γιώργου Διαλεγμένου έρχεται αυτό το καλοκαίρι στο Κέντρο Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος»
Όσα είπε η σπουδαία ηθοποιός στο podcast Συναντήσεις στα Εξάρχεια της Athens Voice
Μια συζήτηση για τη ζωή της στη Γαλλία, τη θεσμική μνήμη, το θέατρο ως πράξη ευθύνης, για τον ρόλο του ηθοποιού στην κοινωνία αλλά και για τον Θεόδωρο Τερζόπουλο και την «Ορέστεια»
Το έργο «Τίμιες Πόρνες» της Λένας Τερκεσίδου ανεβαίνει τον Οκτώβριο στο Θέατρο της Ημέρας
Τη διασκευή και τη σκηνοθεσία υπογράφει ο Θάνος Παπακωνσταντίνου
Ο γνωστός σκηνοθέτης επισκέπτεται τρεις ραψωδίες της «Οδύσσειας» του Ομήρου
Η παράσταση συνεχίζει με μία ευρεία περιοδεία σε όλη την Ελλάδα
Ο Μιχαήλ Μαρμαρινός επιστρέφει στις ρίζες σκηνοθετώντας το ομηρικό έπος
Όταν η Ντίβα αποχαιρέτησε το κοινό της όπερας
Ο σκηνοθέτης της παράστασης «ζ- η- θ, ο Ξένος» μάς μίλησε για την «Οδύσσεια», την έννοια του «ξένου», αλλά και το δικό του ταξίδι στο θέατρο
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.