Πολεις

Νά τι πράγματα λείπουν από την ντουλάπα μου

Όψεις της πόλης, αναμνήσεις, πράγματα που συνέβησαν παλιά, και πράγματα που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας

kyriakos_1.jpg
Κυριάκος Αθανασιάδης
9’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Νά τι πράγματα λείπουν από την ντουλάπα μου

Ημερολογιακές καταχωρίσεις για κάθε χρήση

Ο ΠΑΛΙΑΤΣΟΣ ΚΙ Ο ΛΗΣΤΗΣ

Να πούμε εδώ ότι ο Πούτιν διόρισε έναν κλόουν για Πρόεδρο στην Αμερική για να ξεχάσουμε πως αυτός και μόνο αυτός είναι ο #1 εχθρός του Δυτικού πολιτισμού.

* * *

ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΧΩ

Ακολουθεί ένας μικρός κατάλογος των πραγμάτων που δεν έχω:

  • Πουκάμισα (λευκά, μπλε, ριγέ, με μικρό print, flannel, ή ό,τι άλλο· ούτε καν κοντομάνικα, που θα τα φορούσα ά-νε-τα για να τη σπάσω σ’ αυτούς που κοροϊδεύουν όσους τα προτιμούν)
  • Παπούτσια δετά (Oxfords/Derby, πώς τα λένε, σκαρπίνια ξέρω γω, μοκασίνια, τέτοια πράγματα, «πέντε καφετούλια»)
  • Κοστούμι (αν και παντρεύτηκα κάμποσες φορές)
  • Γραβάτα (κι άμα είχα θα ήταν με ετοιματζίδικο κόμπο, γιατί εγώ δεν)
  • Τσίνος (δεν ξέρω και τι μέρος του λόγου είναι αυτά)
  • Μπλέιζερ (ούτε αυτά ξέρω τι είναι, αλλά το βάζω για να κάνω εντύπωση: μπλέιζερ, τα-ντάαα)
  • Παλτό (αλλά είμαι Άρης και ξέρω από παλτά)
  • Παρκά (ισχύει ό,τι και για τα μπλέιζερ)
  • Μοντγκόμερι (βέβαια, πλέον κανείς δεν έχει)
  • Μπλούζα πόλο (με ΓΙΑΚΑΔΑΚΙ, λολ)
  • Ζώνες (ούτε και τιράντες, αν και τιράντες φόραγα μικρός, ήμασταν διανοούμενοι τότε)
  • Φεντόρα (που όμως τα σπάει)
  • Μπερέ (παππουδέ καπέλο)
  • Πορτοφόλι (μόνο κινητό με κωδικό 1111)
  • Τσάντα (πρώτη και τελευταία μου ήταν μια στρατιωτική που πάνω είχα γράψει BLONDIE και την έχασα μέσα σε λίγες ώρες)
  • Άρωμα (δεν έχω βάλει ποτέ μου, τι ψώνιο)
  • Κολόνια (το αυτό)
  • Άφτερ-σέιβ (δεν χρησιμοποιώ, και εδώ που τα λέμε δεν χρησιμοποιώ καν αφρό ξυρίσματος, ξυρίζομαι μια στο τόσο στο ντους, όχι στον καθρέφτη, είμαι βαμπίρ)
  • Λοσιόν, κρέμες κ.τ.σ. (και, φευ, μου φαίνεται…)
  • Σπίτι (άπαξ και δεν το κληρονομήσεις, πώς διάολο να το πάρεις, ξέρει κανείς;…)
  • Εξοχικό (δόξα τω Θεώ, Παναγίτσα μου, γιατί δεν θα πήγαινα ποτέ)
  • Αμάξι (άσε που δεν ξέρω και να οδηγώ)
Νά τι πράγματα λείπουν από την ντουλάπα μου

ΣΚΟΥΠΙΔΙΑ ΠΕΤΑΜΕΝΑ ΣΑΝ ΣΚΟΥΠΙΔΙΑ

Το ξέρω πως υπάρχουν κι άλλα προβλήματα στον κόσμο, αλλά εμένα με νοιάζουν τα δευτεροτρίτα πράγματα, αυτά με πονάνε, τα μπας-κλας προβλήματα της βήτα εθνικής που μπορούν να ξεφτιλίσουν τη μέρα σου. Τα fucken σκουπίδια ας πούμε. Όταν έρθω στα πράγματα, ο κόσμος θα μάθει —με τον άσχημο τρόπο— να πετάει τα σκουπίδια του με σεβασμό, και όχι σαν σκουπίδια. Π.χ.:

  • Όλοι θα είναι υποχρεωμένοι να πετάνε ακόμα και μία λεμονόκουπα μέσα στις ειδικές πράσινες σακούλες σκουπιδιών που θα προμηθεύονται αποκλειστικά και μόνο από το Κράτος και θα βγαίνουν σε ένα και μόνο μέγεθος. Καμία άλλη σακούλα δεν θα επιτρέπεται, κανένα σκουπίδι δεν θα πετιέται ποτέ σε σακούλες από τον Μασούτη κλπ. Τύπου Κίνα, Όργουελ και τέτοια.
  • Οι εν λόγω σακούλες θα είναι ΜΕΣΑ στον κάδο. Όλες τους, ουδεμιάς εξαιρουμένης. Και ο κάδος θα είναι πάντα καλά κλειστός, όχι μισάνοιχτος. Αν δεν χωράει η σακούλα σου, θα την ξαναπάς πίσω στο σπίτι. Δεν πειράζει, θα μεγαλώσεις και θα γιάνει.
  • Όλοι θα πληρώνουν τέλος ανακύκλωσης, γιατί οι περισσότεροι δεν ανακυκλώνουν. Δεν πειράζει, χάσαμε. Ας πληρώσουμε. «Μα, και οι καλοί;» Ναι, λέμε, ποια λέξη δεν καταλαβαίνεις από το «όλοι»;
  • Καταστήματα που πετάνε άσπαστες χαρτόκουτες στους κάδους ανακύκλωσης θα σφραγίζονται για εύλογο χρονικό διάστημα (αναλογικά, όχι αυστηρά: μία χαρτόκουτα = μια βδομαδούλα κλειστά, δύο χαρτόκουτες = δυο βδομάδες, κ.ο.κ.).
  • Τα καλαθάκια θα είναι σούπερ σμαρτ, με κάμερες, αναγνώριση ίριδας κλπ. Έτσι και πετάξεις κάτι ανακυκλώσιμο μέσα, βεβαίωση προστίμου κατευθείαν στη ΔΟΥ τάδε. Έτσι και πετάξεις κάτι που θα το πάρει ο άνεμος γιατί το καλαθάκι είναι φουλ, «Περάστε από το τμήμα δι’ υπόθεσίν σας».

Αυτά για αρχή, και βλέπουμε.

ΥΓ. Κανένας Δήμος δεν φταίει για το χάλι με τα σκουπίδια στους δρόμους. «Φταίει το κράτος, φταίει το σύστημα, φταίει το ύφασμα». Γελοιότητες. Φταίει μόνο και αποκλειστικά ο Σοφός Λαός. #orse

* * *

Μ’ ΑΓΙΟΚΛΗΜΑ ΚΑΙ ΓΙΑΣΕΜΙΑ (ΛΕΜΕ ΤΩΡΑ)

Τι είναι χειρότερο από ένα κλειστό θερινό σινεμά;

TA-DA

Ένα ανοιχτό.

#sorry_not_sorry

* * *

ΑΥΤΟΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΗ

Η μεταφράστρια και επιμελήτρια κειμένων Χρύσα Φραγκιαδάκη προτείνει στους αναγνώστες του Ημερολογίου πράγματα που έμαθε, είδε, διάβασε, και της τράβηξαν την προσοχή. Την ευχαριστούμε! Σήμερα, κάτι εντελώς ξεχωριστό. Κάτι που μας θυμίζει (καμιά φορά το ξεχνάμε) γιατί διαβάζουμε:

Όταν η λογοτεχνία μάς κάνει συμμέτοχους στο συλλογικό, διαχρονικό και παγκόσμιο τραύμα κάθε καθεστωτικής βίας

Αυτές τις μέρες, με αφορμή τον θάνατο του Πάπα Φραγκίσκου, θυμηθήκαμε ξανά το θηριώδες καθεστώς (1976-1983) του Χόρχε Βιδέλα στην Αργεντινή. Μια δεύτερη αφορμή ήταν, επίσης, για τους αναγνώστες της στήλης του Κυριάκου, το κείμενό του για την αργεντίνικη μετα-αποκαλυπτική σειρά φαντασίας El Eternauta, του Netflix, βασισμένη στο ομώνυμο κλασικό και κορυφαίο κόμικς, ο δημιουργός του οποίου, Έκτορ Έστερχελντ, δολοφονήθηκε από τη χούντα, μαζί με τις κόρες του. Και, συνειρμό τον συνειρμό, θυμήθηκα κι εγώ το πρώτο βιβλίο μυθοπλασίας που είχα μεταφράσει, την «Πέρλα» της Καρολίνα Ντε Ρομπέρτις (Εκδόσεις Παπαδόπουλος, 2013, εξαντλημένο), η ιστορία του οποίου αναφερόταν στο συλλογικό τραύμα των desaparecidos, των «εξαφανισμένων» (αντιφρονούντων που συνελήφθησαν από το καθεστώς Βιδέλα, βασανίστηκαν και δολοφονήθηκαν χωρίς ποτέ να υπάρξουν πληροφορίες για την τύχη τους, ενώ τα παιδιά τους, όσων είχαν, δόθηκαν μυστικά σε επίλεκτα καθεστωτικά ζευγάρια). Οι επιχειρήσεις εξαφάνισης πραγματοποιούνταν κυρίως με τον τρόπο των λεγόμενων «πτήσεων θανάτου»: φόρτωναν τους άτυχους συλληφθέντες σε στρατιωτικά αεροπλάνα και τους πετούσαν, ζωντανούς και γυμνούς, στα νερά του ποταμόκολπου Ρίο δε λα Πλάτα (κάποια από τα πτώματα ξεβράστηκαν αργότερα στις ακτές της γειτονικής Ουρουγουάης, και έτσι έγινε γνωστή η φρίκη). Υπάρχουν σημεία μέσα στο βιβλίο που περιγράφουν με απίστευτη γλωσσική δύναμη και εικονοποιία, μέσω της ροής συνείδησης και ενός ευρήματος μαγικού ρεαλισμού, ό,τι μπορεί να βίωνε ένα ανθρώπινο πλάσμα στη διάρκεια αυτής της αδιανόητης διαδικασίας. Θυμάμαι ότι τα είχα προσεγγίσει με μεταφραστικό, αλλά κυρίως με ψυχικό και ηθικό, δέος — και θέλησα να τα μοιραστώ εδώ:

Θυμάται ότι, όταν ήταν στο νερό, το νερό τον έτρωγε, έτρωγε το σώμα του, και, με την αποσύνθεση του σώματός του, η συνείδησή του απελευθερωνόταν στη θάλασσα. Η συνείδηση —ο θάνατος του το έδειξε— είναι ένα ευλύγιστο, διάχυτο πράγμα που μπορεί να μαζεύεται και να σκορπίζεται, να τεντώνεται και να συρρικνώνεται, να είναι λεπτό ή παχύρρευστο, να στροβιλίζεται ή να παραμένει ακίνητο. Αν την αφήσεις λάσκα, γίνεται μια ελεύθερη άμορφη ομιχλώδης παρουσία. Ήταν λυτός, χαλαρός, δεν είχε στατικό όγκο ή πυκνότητα, απλώς υπήρχε αλληλοδιείσδυση ανάμεσα σ’ αυτόν και το νερό. Αντικείμενα με ζωή ή όγκο μπορούσαν να τον διαπεράσουν με ευκολία: ρεύματα, λάσπη, το κρύο στα βαθιά, οι αστερίες που χόρευαν, κοραλλένια δάχτυλα, πλοκάμια, πτερύγια που έκοβαν τον κόσμο τους σε λεπτές φέτες καθώς περνούσαν, τα τινάγματα του ήλιου, απαλά μαχαίρια του φεγγαρόφωτος, κόκαλα μέσα στην άμμο, πράγματα που δεν μπορούσε να τα ονομάσει, και δεν είχαν μείνει ονόματα, μόνο το βαρίδι και ο στρόβιλος και το φτερούγισμα το γλίστρημα η ροή το άνοιγμα το κλείσιμο της ύπαρξης.

Η θάλασσα, το ατέλειωτο εύρος της, συνεχές σπρώξιμο από ξεφτισμένα κύματα, η θάλασσα, σκοτεινή και υγρή και βρόμικη, δεν ήταν μόνος του εκεί, η θάλασσα ήταν γεμάτη παρουσία, μαζί και παρουσίες σαν τη δική του, γιατί το ζωντανό σώμα του δεν έπεσε μόνο του, ήρθαν και άλλα σώματα κατεστραμμένα μέσα στο νερό, άλλα σύννεφα συνείδησης γλίστρησαν, επίσης, και είναι αυταπάτη ότι είναι ένα και μοναδικό, ειδικά όταν το σώμα διαλύεται: τότε οι κοινές τους αλήθειες αποκαλύπτονται· συγχωνεύτηκε με τους άλλους και τι έντονη χαρά ν’ αναμειγνύεται μαζί τους, να ολοκληρώνει τη συγχώνευση που είχε αρχίσει το δέρμα τους κατά τη διάρκεια της πτήσης. Τώρα, χωρίς δέρμα, ήταν τόσο εύκολο, υπήρχαν αναμνήσεις στο νερό, το νερό ήταν υπέροχα κρύο, οι αναμνήσεις ήταν κουκκίδες φωτός που τους διαπερνούσε, διαπερνούσε τα κοπάδια των ψαριών που τους τρυπούσαν, διαπερνούσε το νερό τους, ιριδίζουσες αστραπές του συλλογικού τους παρελθόντος: κάποιος έτρεχε μέσα στα στάχυα με γυμνές πατούσες, κάποια άνοιγε τα γυμνά της πόδια πάνω στο τραπέζι της κουζίνας, κάποιου ο καρπός έβγαζε φουσκάλες κάτω από τις χειροπέδες, κάποια παρακολουθούσε λουκάνικα να βγάζουν φουσκάλες στη σχάρα, κάποιος τιναζόταν στον ύπνο του, κάποιος ξυπνούσε με το θρήνο ενός τανγκό από το πιάνο, κάποιος χόρευε σε ένα γεμάτο εξώστη, κάποιος κρυβόταν σε ένα άδειο υπόγειο, κάποιος μύριζε σκατά, κάποιος μύριζε φόβο, κάποιος μύριζε νυχτολούλουδο, κάποιος φιλούσε μια γυναίκα πίσω από ένα νυχτολούλουδο, κάποιος φιλούσε τα δαχτυλάκια ενός παιδιού, κάποιος ήταν παιδί, κάποιος φοβόταν το σκοτάδι, κάποιος προσευχόταν φορώντας βαμβακερό νυχτικό, κάποιος άκουγε ένα παραμύθι για να κοιμηθεί, κάποιος άκουγε ένα όπλο, κάποιος έκλαιγε, κάποιος τραγουδούσε, κάποιος άνοιγε άδειες παλάμες, και δεν υπήρχαν άλλοι κάποιοι, όλες οι αναμνήσεις είχαν ανταλλαγεί, καθένας θυμόταν ή μάλλον όχι τόσο θυμόταν όσο μοιραζόταν μία μοναδική συνείδηση διαποτισμένη από αναμνήσεις· οι αναμνήσεις τρεμόφεγγαν μέσα στο δίχτυ τους· το δίχτυ τους διαστελλόταν και συστελλόταν, σαν παλλόμενος υπόγειος πνεύμονας.

Έρχονταν κι άλλοι στην αρχή. Έπεφταν στο νερό με τον ίδιο, ακριβώς, τρόπο, σε συστάδες, σκάζοντας πάνω στη θάλασσα. Ο τεράστιος συλλογικός πνεύμονας τους εισέπνεε και τους βοηθούσε ν’ αποσυντεθούν, σσσσς, σσσσς, ορίστε, απεκδύσου τη σάρκα σου, απεκδύσου τον πόνο, ανοίξου στο νερό, άσε το σώμα σου να διαλυθεί, άσε μας ν’ απορροφήσουμε ό,τι απομένει από σένα, σαν οξυγόνο. Το νερό λικνίζεται κι αναπνέει, και μέσα στο νερό υπάρχουν πράγματα που ξυπνάνε. Μέσα στην υγρασία υπάρχουν πράγματα που βουλιάζουν και χάνονται. Και μετά είναι αυτό, η συγχώνευση των πραγμάτων, η διαπερατότητα της συνείδησης, μέσα από φωτεινές αστραπές της μνήμης που ανήκουν στα ρεύματα, η αναπνοή, τα φύκια και η λάσπη και οι καρχαρίες — και έτσι μέσα σ’ αυτή την υγρή ομίχλη όλα τα πράγματα ανήκουν το ένα στο άλλο, και τα φύκια ανήκουν στο φως που φωτίζει τα φύλλα τους, οι αναπνοές ανήκουν στην ίδια τη λάσπη, οι αναμνήσεις ανήκουν στους καρχαρίες που ανήκουν στο εσωτερικό του μουλιασμένου συλλογικού πνεύμονα.

…Και ο ήλιος, ο ήλιος παλλόταν μέσα απ’ όλα αυτά, αργός και χρυσός, χύνοντας τη ζέστη του στο νερό. Αμέτρητα χρόνια υποβρύχιου ήλιου. Το δίχτυ τους περιφερόταν στον αχανή ωκεανό, φιλούσε τις ρίζες ζεστών νησιών και κρύων παγόβουνων, αλλά εκείνοι επέστρεφαν. Έφταναν ξανά στην ακτή της δικής τους γης, επιπλέοντας στο πλατύ στόμα του ποταμού. Ο ποταμός χασμουριόταν για να τους καλωσορίσει. Έβγαζε έξω υγρά νύχια. Τους τραβούσε μέσα κι εκείνοι ίππευαν τα πλούσια νερά του, κατευθυνόμενοι αντίθετα στα ρεύματα, προς τον κόλπο ανάμεσα στις δύο χώρες που ξεχείλιζαν από ανθρώπινες ζωές. Τα νύχια του ποταμού τούς τραβούσαν, γαντζώνονταν πάνω τους, έμοιαζαν να τους ξέρουν και να τους θέλουν κοντά τους. Κι εκείνοι, από τη μεριά τους, εισχωρούσαν στον ποταμό με άνεση και χαρά. Ήταν σπίτι τους. Ήταν αρκετά κοντά στους τόπους των αγαπημένων τους, ώστε σχεδόν τούς γεύονταν —τον πρωινό τους μόσχο και το δριμύ ιδρώτα και την πικρή θλίψη— στους κόκκους του χώματος που χρωμάτιζαν καστανό το νερό. Η σχεδόν-γεύση των αγαπημένων τους τους κρατούσε στον υφάλμυρο κόλπο. Στο μεταξύ, οι δύο πόλεις στις αντίστοιχες όχθες βούιζαν, αγνοώντας την τρίτη πόλη, την υγρή πόλη, που κρεμόταν κάτω από το νερό κοντά τους, χλευάζοντας τη σταθερότητά τους, προκαλώντας την αλαζονεία του χαλκού και της πέτρας, Ψψψψψ είμαστε κι εμείς εδώ, κι εμείς πραγματικές, αναπνέοντας μέσα στον μεγάλο υγρό χώρο ανάμεσα στα δύο κράτη, ανάμεσα στο αλμυρό και το γλυκό νερό, στη θάλασσα και το ποτάμι, στην πραγματική ζωή και τον πραγματικό θάνατο.

Πρόσωπα

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ

Άλασνταιρ Μπέκετ-Κινγκ, «Μοντγκόμερυ Μπονμπόν: Φόνος στο μουσείο» (εικονογράφηση Κλαιρ Πάουελ, μετάφραση Άγγελος Αγγελίδης Άγγελος, Εκδόσεις Πατάκη)

Μοντγκόμερυ Μπονμπόν: Φόνος στο μουσείο

Αριστούργημα. Είναι για παιδιά (από 9 ετών και πάνω), αλλά εμείς το απολαύσαμε. Θα το απολαύσετε κι εσείς, αν σας αρέσουν τα αστυνομικά, και αν σας αρέσουν τα χιουμοριστικά βιβλία, το βρετανικό χιούμορ, και το σαρδόνιο χιούμορ. Και βέβαια αν αγαπάτε την Άγκαθα Κρίστι και τον Ηρακλή Πουαρό. Από τα πιο ευφυή, πραγματικά πανέξυπνα και φρέσκα βιβλία για παιδιά που έχουμε διαβάσει εδώ και καιρό. Ζηλέψαμε τον Μπέκετ-Κινγκ με όλη τη δύναμη της ψυχής μας. Αν σκοπεύετε να πάρετε ένα βιβλίο δώρο για κάποιο παιδί σ’ αυτές τις ηλικίες, μη διστάσετε — μας ευχαριστείτε μετά.

Εννοείται πως περιμένουμε τις επόμενες περιπέτειες της Μοντγκόμερυ Μπονμπόν. Το ίδιο θα κάνετε και εσείς.

  • Νά το οπισθόφυλλο:

Η Μπόννι Μοντγκόμερυ είναι ο σπουδιαότερος ντετέκτιβ του κόσμου. Όχι βέβαια πως την έχει ακουστά κανένας πέρα απ’ τον παππού Μπανκς… Αλλά μπορεί να έχουν ακουστά τον Μοντγκόμερυ Μπόνμπον, έναν τζέντλεμαν ντετέκτιβ που (αν εξαιρέσεις τον μπερέ του και το φουντωτό μουστάκι του) μοιάζει ύποπτα με δεκάχρονο κορίτσι. Η υπόθεσή τους: ένας μυστηριώδης θάνατος στο Μουσείο Χόρνβιλ.

  • Και ένα μικρό βιογραφικό του συγγραφέα:

Ο Άλασνταιρ Μπέκετ-Κινγκ είναι ένας πολυβραβευμένος κωμικός και συγγραφέας. Σπούδασε στη Σχολή Κινηματογράφου του Λονδίνου και ήταν υποψήφιος για τα Φοιτητικά Όσκαρ του 2012. Από τότε έχει παρουσιάσει παραστάσεις στο Fringe Festival του Εδιμβούργου που δέχτηκαν διθυραμβικές κριτικές, έχει γράψει για το ραδιόφωνο του BBC, έχει συνυπογράψει ένα βραβευμένο βιντεοπαιχνίδι και έχει δημιουργήσει άφθονα σκετσάκια που έγιναν διάσημα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, μεταξύ των οποίων και μια διαδραστική ιστορία μυστηρίου.

  • Νά και ένα σαλόνι από το εσωτερικό για να δείτε την εικονογράφηση:
    Κεφάλαιο Έξι: Η παρακολούθηση

Βρείτε το στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς σας, ή όπου αλλού σάς αρέσει να προμηθεύεστε τα βιβλία σας.

* * *

Το Ημερολόγιο κυκλοφορεί τρεις φορές την εβδομάδα: κάθε Σάββατο, κάθε Κυριακή, και κάθε Τετάρτη. Στείλτε μας μέιλ αν θέλετε να μας πείτε ή να μας ρωτήσετε κάτι — οτιδήποτε. Σας ευχαριστούμε πολύ.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Αμάτους Λουζιτάνους
Αμάτους Λουζιτάνους: Ένας Εβραίος σταρ της ιατρικής, στη Θεσσαλονίκη της πανώλης του 1568

«Ο νεκρός Αμάτους αγκαλιάζει αυτή τη γη. Η Λουζιτανία είναι η πατρίδα του, αλλά ο μοναχικός του τάφος είναι η Μακεδονική γη μακριά από την πατρίδα του»

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.