Περιβαλλον

Η αλήθεια και το «εταιρικό πράσινο ξέπλυμα»

Οι εταιρείες πρέπει να υποστούν μια ολοένα και αυξανόμενη πίεση ώστε να συμμετάσχουν στη λύση για το κλίμα, αντί να συνεχίσουν να αποτελούν μέρος του προβλήματος.

Contributor Athens Voice
clima21 team
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Η αλήθεια και το «εταιρικό πράσινο ξέπλυμα»

«Εταιρικό πράσινο ξέπλυμα»: Τι δείχνει η φετινή (2023) Έκθεση Εταιρική Υπευθυνότητας για το Κλίμα

Πολλές από τις εταιρείες που προβάλλουν ισχυρισμούς περί «ουδέτερου ανθρακικού αποτυπώματος» βασίζονται σε αμφίβολες συναλλαγές αντιστάθμισης και όχι σε πραγματικές περικοπές.

Το λεγόμενο «πράσινο λίφτινγκ» προκύπτει  αγοράζοντας προγράμματα αντιστάθμισης, όπως η αποφυγή της αποψίλωσης των δασών, τα οποία μπορούν να τους προμηθεύσουν χώρες που διαθέτουν σχετικά δικαιώματα. Πολλά όμως απ’ αυτά τα προγράμματα βασίζονται σε αμφιλεγόμενους υπολογισμούς και σε λογιστικές αλχημείες (βλ. και συνέντευξη του Niklas Kaskeala στο clima21).  Εάν λοιπόν θέλουμε να επιτύχουμε τον στόχο που ορίζεται στη Συμφωνία του Παρισιού για περιορισμό της παγκόσμιας θέρμανσης σε μέγιστο 1,5°C  πάνω από την προβιομηχανική εποχή, δεν μπορούμε να αντέξουμε άλλα λάθη. Η κοινωνία πρέπει να αντιμετωπίσει συλλογικά την κλιματική κρίση με τη δέουσα σημασία, μεταβαίνοντας σε μια πράσινη οικονομία πρώτα και κύρια με την απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές στην παραγωγή και στην κατανάλωση.

Μια τέτοια ριζική μετατόπιση από το παλιό καθεστώς απαιτεί την πλήρη συμμετοχή κάθε τμήματος της κοινωνίας, συμπεριλαμβανομένων των κυβερνήσεων, των πολιτών και των εταιρειών. Οι εταιρείες τώρα πρέπει να υποστούν μια ολοένα και αυξανόμενη πίεση ώστε να συμμετάσχουν στη λύση για το κλίμα, αντί να συνεχίσουν να αποτελούν μέρος του προβλήματος.

Αναβρασμός για το «πράσινο ξέπλυμα»

Πολλές επιχειρήσεις ανταποκρίθηκαν πρόσφατα στις εκκλήσεις να συνεργαστούν, βάζοντας όμως στο τραπέζι διφορούμενες υποσχέσεις για το «καθαρό μηδέν» και ασαφείς στρατηγικές για το κλίμα. Έτσι, αντί για το «πρασίνισμα» των επιχειρηματικών πρακτικών, είχαμε ως αποτέλεσμα μια έκρηξη στο «εταιρικό πράσινο ξέπλυμα». Αυτό ήταν το γενικό συμπέρασμα (και πάλι) της φετινής (2023) Έκθεσης Εταιρικής Υπευθυνότητας για το Κλίμα που συντάσσεται από το New Climate Institute, σε συνεργασία με το Carbon Market Watch.

Για τις εταιρείες αυτές, στις οποίες περιλαμβάνονται και μεγάλα γνωστά ονόματα, η έκθεση διαπιστώνει ότι η πλειονότητα των ισχυρισμών περί κλιματικής ουδετερότητας ή για  μελλοντικούς μηδενικούς στόχους είναι παραπλανητικοί, υπερβολικοί ή και ψευδείς.

Αμφίβολες πρακτικές

Αντί λοιπόν οι επιχειρήσεις που μπήκαν τώρα στο στόχαστρο να δεσμευτούν ότι θα σταματήσουν ουσιαστικά τις ανθρακούχες εκπομπές τους προτείνοντας αξιόπιστες τεχνολογικές και παραγωγικές λύσεις,  επιλέγουν να «εξουδετερώσουν» την ευθύνη τους μέσω της αγοράς πιστώσεων άνθρακα στην εθελοντική αγορά (αντιστάθμιση) ή, ακόμη πιο αμφισβητήσιμο, εντός της εσωτερικής τους αλυσίδας (το λεγόμενο «insetting»).

Αυτές οι αμφίβολες πρακτικές δεν κάνουν τίποτα για να μειώσουν τις τρέχουσες εκπομπές των επιχειρήσεων και η υπερβολική εξάρτησή τους από την αντιστάθμιση ή το insetting σημαίνει ότι οι 22 εταιρείες που αναλύθηκαν στο σύνολό τους δεν έχουν καταφέρει να δεσμευτούν για μείωση του αποτυπώματος άνθρακα πάνω από το ισχνό 15-20% αντί για «καθαρό μηδέν» το οποίο ισχυρίζονται. Για να συνεισφέρουν όμως το μερίδιο τους στους παγκόσμιους κλιματικούς στόχους, θα πρέπει να μειώσουν τις πραγματικές εκπομπές τους κατά τουλάχιστον 43-48% μέχρι τα μέσα του αιώνα.

Ο ισχυρισμός για αντιστάθμιση εκπομπών και «ακύρωση» όλων των σχετικών κλιματικών ζημιών στα οικοσυστήματα και το περιβάλλον  είναι μια καινοτόμος μεν, πλην όμως εξαιρετικά προβληματική εταιρική πρακτική, που συχνά βασίζεται σε πιστώσεις άνθρακα κακής ποιότητας και σε κακή επιστήμη. Για παράδειγμα, οι πιστώσεις για την αποφυγή της αποψίλωσης των δασών  – από τις πιο ευρέως χρησιμοποιούμενες στην αγορά – δεν διαθέτουν ένα από τα πιο σημαντικά συστατικά μιας πίστωσης άνθρακα: τη μονιμότητα.

Τα δέντρα και άλλες βιολογικές «καταβόθρες άνθρακα» είναι ευαίσθητα σε φυσικές καταστροφές, όπως οι πυρκαγιές, οι οποίες μπορούν γρήγορα να καταστρέψουν ένα δάσος και να απελευθερώσουν όλο το αποθηκευμένο διοξείδιο του άνθρακα στην ατμόσφαιρα. Στις περιπτώσεις αυτές, οποιοσδήποτε ισχυρισμός ουδετερότητας άνθρακα που έκανε μια εταιρεία με βάση την αγορά τέτοιων πιστώσεων δεν θα ισχύει πλέον. Επιπλέον, μπορούν να χρησιμοποιήσουν μια αμφισβητήσιμη μορφή ασφάλισης, τη λεγόμενη «buffer pool», με βάση την οποία, αν και ορισμένες πιστώσεις σε δασικά οικοσυστήματα έγιναν καπνός, συνεχίζουν να μετράνε στο λογιστικό ισοζύγιο.

Ανακριβής λογιστική

Πολλοί αναλυτές ισχυρίζονται ότι  οι πιστώσεις άνθρακα και οι μετρήσεις του αποτυπώματος ενέχουν τεράστια αβεβαιότητα, που μπορεί να οδηγήσει σε ανακριβή και παραπειστικά συμπεράσματα. Για παράδειγμα, μια πίστωση άνθρακα υποτίθεται ότι ισούται με έναν τόνο CO2 που εκπέμπεται, αλλά αυτό δεν μπορεί να ποσοτικοποιηθεί με τη βεβαιότητα που απαιτείται για να πιστοποιήσουμε κάτι τόσο απόλυτο όπως η «ουδετερότητα άνθρακα» μιας εταιρείας για την οποία δεν γίνονται μετρήσεις.

Εκτός απ’  αυτό, ο ρόλος των δασών έχει διαπιστωθεί ότι είναι υπερβολικά υπερτιμημένος, οδηγώντας αντιστοίχως  σε υψηλότερες προσδοκίες για την αποτελεσματικότητα των δασικών έργων. Αυτό φαίνεται, για παράδειγμα,  σε πρόσφατη έρευνα του Verra, κορυφαίου πρότυπου υπολογισμού των δασικών εκπομπών και κατακρατήσεων του άνθρακα, για τον Guardian.

Μπερδεμένοι καταναλωτές

Οι εταιρικοί ισχυρισμοί μηδενικού αποτυπώματος και ουδετερότητας άνθρακα τείνουν να είναι παραπλανητικοί, επειδή μπορεί να είναι ασαφείς ή διαστρεβλωμένοι και η βάση τους να μην είναι ορατή. Αυτό τους καθιστά δυσνόητους για τους μη ειδικούς, αλλά ακόμη και για τους ειδικούς ασαφείς στην ουσία τους.

Το κλιματικό μάρκετινγκ συχνά στοχεύει καταναλωτές, οι οποίοι, σύμφωνα με μελέτες, δεν κατανοούν τι πραγματικά συνεπάγονται τέτοιοι ισχυρισμοί. Εάν μπερδευτούν ή παραπλανηθούν σχετικά με τον πραγματικό αντίκτυπο των αγορών τους στο κλίμα, μπορεί να μην βλέπουν κανένα λόγο να αλλάξουν τη συμπεριφορά τους ή μπορεί, αντιθέτως, ακόμη και να ανταμείψουν τις εταιρείες που κάνουν περίεργους ισχυρισμούς. Γιατί να αγοράσει κανείς τοπικά προϊόντα, όταν ξέρει ότι οι μεσάζοντες προσφέρουν επιλογές «ουδέτερου άνθρακα» στο εξωτερικό;

Πρέπει λοιπόν να δοθεί η ευκαιρία και στους καταναλωτές να ενστερνιστούν τον ρόλο τους ως κινητήρια δύναμη πίσω από μια κοινωνική στροφή προς μια πράσινη οικονομία, να διασφαλιστεί ότι τους παρέχονται σαφείς και αξιόπιστες πληροφορίες, ώστε να μπορούν να κάνουν πιο υπεύθυνες επιλογές.

Μοναδική ευκαιρία

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει αυτή τη διάχυτη πράσινη παραπλάνηση, καθώς οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής βρίσκονται στο κέντρο τόσο της ενημέρωσης όσο και της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών. Θα πρέπει λοιπόν να απαγορεύσει όλες οι προκλητικές και παραπλανητικές αξιώσεις περί ουδετερότητας που στόχο έχουν περισσότερο το μάρκετινγκ παρά την ουσία.

Η ΕΕ πρέπει επίσης να περιορίσει τη δυνατότητα των εταιρειών να προβάλλουν ισχυρισμούς σχετικά με τις μελλοντικές περιβαλλοντικές επιδόσεις τους, όπως «καθαρό μηδέν έως το 2050». Ειδικότερα, τέτοιο ισχυρισμοί θα πρέπει να απαγορεύονται όταν περιλαμβάνουν αντιστάθμιση, «insetting» ή οποιαδήποτε άλλη μέθοδο που υποτίθεται ότι «εξουδετερώνει» ή αντισταθμίζει τις εκπομπές, αντί να τις περικόπτει.

Αντί να διακινούν ψευδείς και απατηλούς ισχυρισμούς περί ουδετερότητας άνθρακα, οι εταιρείες πρέπει να πειστούν να επικοινωνούν με υπευθυνότητα τις δραστηριότητές τους και τις επιπτώσεις τους στο κλίμα. Θα πρέπει π.χ. να ενθαρρύνονται να διαφημίζουν τις δωρεές που έχουν κάνει, αλλά αυτό δεν θα τις απαλλάσσει από το να δαπανούν κονδύλια για να περιορίσουν τις επιπτώσεις τους με πραγματικά περιβαλλοντικά οφέλη. Σε κάθε περίπτωση, η παραπλάνηση του κοινού είναι χειρότερη κι από την ίδια την αποφυγή της οποιασδήποτε δράσης. Από κει και πέρα, θα μπορούσαν ορισμένες υποθέσεις αυτού του τύπου να οδηγηθούν ακόμα και στη δικαιοσύνη. Στη Σουηδία το δικαστήριο απαγόρευσε στη εταιρεία γαλακτοκομικών Arla Foods να προβάλλει παραπλανητικούς ισχυρισμούς σχετικά με το κλίμα, οι οποίοι υπονοούσαν ότι οι δραστηριότητές της δεν είχαν επιβλαβείς κλιματικές επιπτώσεις, ή ότι αυτές οι επιπτώσεις είχαν εξουδετερωθεί ή αντισταθμιστεί.

Η κλιματική κρίση επιταχύνεται ραγδαία και δεν μπορούμε να περιμένουμε άλλο για να αναλάβουμε δράση. Ως δευτερογενείς παραγωγοί ρύπων, και οι εταιρείες (και όχι μόνο οι παραγωγοί ενέργειας) πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη τους και να αντιμετωπίσουν την κρίση σοβαρά. Το ίδιο και οι κυβερνήσεις:  πρέπει να καταλάβουν ότι δεν μπορούν να ξεπεράσουν αυτή την υποχρέωση χωρίς να βρέξουν τα πόδια τους.

Πηγή: Social Europe. Της Lindsay Otis, ειδικής στις παγκόσμιες αγορές άνθρακα στην Carbon Market Watch

Δείτε περισσότερα άρθρα σχετικά με την κλιματική αλλαγή στο www.clima21.gr

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ