Βιβλιο

Χωρίς σύνορα

Ο Ηλίας και η Γιώτα Λιβάνη μας διηγούνται την ιστορία του γνωστού εκδοτικού οίκου

4741-35213.jpg
Δημήτρης Μαστρογιαννίτης
ΤΕΥΧΟΣ 504
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
81076-181313.jpg

Είναι οι συνεχιστές των ιστορικών εκδόσεων Νέα Σύνορα που ξεκίνησε ο πατέρας τους, Αντώνης Λιβάνης, συστήνοντας στο αναγνωστικό κοινό πολιτικά βιβλία και συγγραφείς όπως ο Χόρχε Αμάντο και ο Γκαρσία Μάρκες. Όλα ξεκίνησαν το 1972...

Νομίζω η πρώτη μεγάλη επιτυχία του εκδοτικού οίκου είναι τα «Εκατό χρόνια μοναξιάς» του Μάρκες. Είναι αστικός (εκδοτικός) μύθος πως στη συνάντηση του πατέρα σας με την ατζέντισσά του, Κάρμεν Μπάλσελς, είχε μαζί του τη Μελίνα Μερκούρη προκειμένου να την πείσει να του δώσει τα δικαιώματα;

Ηλίας Λιβάνης: Είναι γεγονός. Η Μελίνα γνώριζε την Μπάλσελς και καθώς ήταν φίλη με τον πατέρα μου την πήρε μαζί του προκειμένου να την πείσει να δώσει τα δικαιώματα των βιβλίων του σ’ εμάς.

Γιώτα Λιβάνη: Τα «Εκατό χρόνια μοναξιάς» εδραίωσαν και σίγουρα σημάδεψαν τη φήμη του εκδοτικού oίκου. Αλλά, νομίζω, αν θέλουμε να ήμαστε ιστορικά δίκαιοι, προηγήθηκε η έκδοση του βιβλίου της Οριάνα Φαλάτσι «Αν ο ήλιος πεθάνει», που έκανε γνωστό τον εκδοτικό οίκο. Ήταν και φίλη του πατέρα μας.

Η.Λ. Τότε μέναμε σ’ ένα σπίτι στη Λάμπρου Κατσώνη. Μαθητές εμείς βλέπαμε για πολλά βράδια τη Φαλάτσι και το σύντροφό της Αλέκο Παναγούλη με μερικούς άλλους, που τώρα δεν θυμάμαι ποιοι ήταν, να συζητάνε με τις ώρες... Είχαμε επίγνωση ποιοι ήταν, γιατί έτσι κι αλλιώς είχαμε πολιτικά ενηλικιωθεί πολύ απότομα με όλα τα γεγονότα της εποχής, με όσα τράβηξαν οι γονείς μας, αλλά δεν έχει νόημα να μείνουμε σε αυτά...

Τα πρώτα βιβλία του εκδοτικού οίκου;

Η.Λ. «CΙΑ, αόρατη κυβέρνηση», «Τα μυστικά του Φόρειν Όφις», «Οι δολοφόνοι» του Ελία Καζάν, το βιβλίο της Φαλάτσι. Πάντως ο πατέρας μας είχε καταλάβει τη δυναμική που έκρυβε η λατινοαμερικάνικη λογοτεχνία...

Γ.Λ. Πριν τον Μάρκες είχε ήδη εκδώσει 5 ή 6 βιβλία του Χόρχε Αμάντο. Φοβερός συγγραφέας, κομμουνιστής, βραβευμένος με το βραβείο Λένιν. Είχαν γνωρίσει επίσης μεγάλη επιτυχία, ήταν φίλος του πατέρα μας και είχε επιβάλει τα βιβλία του να τα μεταφράζει ο Γ.Δ. Ταμβίσκος, αδελφικός φίλος του.

Η.Λ. Οι περισσότεροι σημερινοί μεγάλοι εκδοτικοί οίκοι ξεκίνησαν τότε, λίγο πριν - λίγο μετά τη μεταπολίτευση – εξαιρώντας την Εστία, τον Κέδρο, τον Ίκαρο και ίσως κάποιοι άλλοι που μου διαφεύγουν. Τότε άρχισε το μεγάλο εκδοτικό μπουμ και το βιβλίο του Μάρκες εκτίναξε μπροστά τον εκδοτικό οίκο μας που η επωνυμία του τότε ήταν «Νέα Σύνορα - Εκδόσεις Λιβάνη». Βέβαια δεν μιλάμε για εκδοτικούς οίκους που τότε γνώριζαν το «επιχειρείν», αυτό ήρθε πολύ αργότερα.

Υπάρχουν βιβλία, ειδικά όταν γίνονται επιτυχία, που ταυτίζονται με τους εκδοτικούς οίκους στο μυαλό των αναγνωστών. Καθορίζουν και το ύφος τους, πολλές φορές. Η αρχή σας έγινε με πολιτικά βιβλία, με Αμάντο, με Μάρκες... πού θα βρούμε το στιλ;

Η.Λ. Έχετε δίκιο. Πιστεύω πως οι δύο άξονες στους οποίους κινούμαστε και μ’ αυτούς έχουμε καθιερωθεί είναι η ξένη λογοτεχνία και το πολιτικό βιβλίο. Όταν ξεκίνησε ο πατέρας μας είχε βγάλει εξειδικευμένες σειρές με υπεύθυνους πολύ σημαντικά ονόματα: τον Βασίλη Φίλια, τον Σπήλιο Παπασπηλιόπουλο, τον Σάκη Καράγιωργα, τον Παντελή Λαζαρίδη για την αρχιτεκτονική, παιδικά με ευθύνη του Περικλή Ροδάκη, όλοι φίλοι του...

Γ.Λ. Εκείνη την εποχή πρέπει να σημειώσουμε πως η λογοτεχνία δεν κατείχε τη μερίδα του λέοντος στο αναγνωστικό κοινό. Ίσως, γιατί υπήρχε δίψα να διαβάσει κανείς πολιτική ή για θέματα που τα είχαμε στερηθεί λόγο δικτατορίας.

Η.Λ. Οι εκδότες τότε εκτός από τη λόξα τους ήθελαν να περάσουν έξω και την ιδεολογία τους, να δώσουν προς τον κόσμο, που διψούσε ούτως ή άλλως, όσα τους στέρησε η περίοδος σκοταδισμού. Υπήρχε η έννοια της προσφοράς. Ήταν περισσότερο ιδεαλιστές και λιγότερο επιχειρηματίες.

Γ.Λ. Όλο αυτό δεν μάς άφησε εμάς αλώβητους. Το γεγονός πως έχουμε ζήσει και γνωρίσει από κοντά τόσο σπουδαίους ανθρώπους μάς έχει σημαδέψει και ως εκδότες. Το ότι ήταν φίλος ο πατέρας μας με τον Τίτο... Είχε ξεκινήσει να εκδώσει στα ελληνικά τη βιογραφία του, τελικά, νομίζω βγήκαν μόνο δύο τόμοι... (σ.σ. συζητούν μεταξύ τους πως ποτέ δεν τελείωσε η σειρά, ενώ η συζήτησή τους υπενθυμίζει τίτλους, που λόγω εποχής ίσως έπρεπε να ξανακυκλοφορήσουν)

Πώς ξεκίνησε ο εκδοτικός οίκος;

Γ.Λ. Ο πατέρας μας, αν και γεννήθηκε σε μια πολύ φτωχή οικογένεια που μετρούσε έξι αδέλφια, είχε πάθος με τα βιβλία. Τον ξεκίνησε μαζί με τον Γιάννη Χαραλαμπόπουλο και τον Γιάννη Καψή, το 1972, μέσα στη χούντα...

Η.Λ. Τότε είχε δώσει αμνηστία ο Παπαδόπουλος και βγήκαν και οι τρεις από τις φυλακές. Αποφάσισαν να δημιουργήσουν έναν επαγγελματικό χώρο που να δικαιολογεί τις συναντήσεις τους, μέσω των οποίων οργάνωναν αντιστασιακές πράξεις. Ταυτόχρονα μπορούσαν να εκδώσουν βιβλία με πολιτικό νόημα. Έβγαλαν το «CΙΑ, αόρατη κυβέρνηση», ενός πράκτορα που δούλευε στις μυστικές υπηρεσίες και έβγαλε στη φόρα όσα έκανε η CIA στη Λατινική Αμερική. Κυκλοφόρησε δύο ημέρες και μετά τα μάζεψε η χούντα και έκαψε όλα τα αντίτυπα.

Γ.Λ. Εξέδωσαν το βιβλίο του Γιάννη Καψή «Γεννηθήτω Δημοκρατία», ένα τεράστιο βιβλίο για τον Ελευθέριο Βενιζέλο· μια εξαιρετική έκδοση του «Ερωτόκριτου» με τα χειρόγραφα που είχαν βρεθεί στη Ρουμανία...

Το ’81 ο πατέρας σας περνάει στην πολιτική και αναλαμβάνετε τα ηνία. Έχετε διακριτούς ρόλους στον εκδοτικό οίκο;

Η.Λ. Όχι, δεν έχουμε. Από κοινού αποφασίζουμε, αλλά έχουμε συναποφασίσει επίσης πως αν ένας από τους δυο μας πιστεύει πολύ σ’ ένα βιβλίο, και ο άλλος δεν το ενστερνίζεται, να το προχωρήσει. Αυτό είναι μια καλή βάση συνεργασίας.

Γ.Λ. Ο Ηλίας ασχολείται περισσότερο με το πολιτικό και τα δοκίμια, εγώ περισσότερο με τη λογοτεχνία. Τα πήγαμε εξαιρετικά.

Ήρθατε ως αλεξιπτωτιστές εδώ;

Γ. Λ.Όχι, καθόλου. Έχουμε μεγαλώσει και δουλέψει εδώ. Η μητέρα μας κρατούσε το βιβλιοπωλείο. Ο Ηλίας κουβαλούσε κούτες... εγώ έκανα διορθώσεις... Με τις πολιτικές περιπέτειες του πατέρα μας είχαμε μάθει όλοι να δουλεύουμε... ήταν θέμα επιβίωσης. Δεν μπήκαμε ξαφνικά μέσα. Μάθαμε τη δουλειά από τα χαμηλά.

Νέα παιδιά τότε, φαντάζομαι φέρατε και νέες ιδέες...

Γ.Λ. Πρώτα απ’ όλα μαζί μας είχαμε και όλους τους ανθρώπους που ήδη γνωρίζαμε και δούλεψαν με τον πατέρα μας. Μία από τις πρώτες κινήσεις, και ήμασταν οι πρώτοι που το κάναμε, ήταν η μηχανοργάνωση... Το να πούμε πως φέραμε βιβλία που ταίριαζαν στην ηλικία μας μάλλον θα ακουστεί κοινότυπο. Η φιλοσοφία μας ήταν πως στον εκδοτικό οίκο μπορεί να βρει κάθε αναγνώστης το βιβλίο που του ταιριάζει. Βγήκαμε ψάχνοντας. Πήραμε «μαθήματα» από τους μεγάλους ξένους εκδοτικούς οίκους, γεγονός που μας ξεμπλόκαρε για να ανοιχτούμε προς κάθε κατεύθυνση. Από το ρομάντζο, που κακώς για μένα έχει τόσο κατακριθεί, γιατί υπάρχουν και εξαιρετικοί συγγραφείς ρομάντζων, μέχρι το πανεπιστημιακό βιβλίο.

Η.Λ. Εναρμονιστήκαμε στην εποχή. Προσπαθήσαμε να φέρουμε ό,τι πιο σύγχρονο κυκλοφορούσε στη διεθνή αγορά και ακολούθησαν μετά και οι άλλοι. Δεν σημαίνει πως οι επιλογές μας ήταν πάντοτε επιτυχημένες, αλλά μέσα στο παιχνίδι είναι κι αυτό.

Τα χρόνια της επιτυχημένης ανοδικής πορείας σάς έσπρωξαν σε πλουραλιστικές κινήσεις, για παράδειγμα με εκδόσεις πάρα πολλών τίτλων… όλα αυτά που στην πορεία οδήγησαν στην κρίση;

Η.Λ. Τη δεκαετία ’80-90 υπήρχε μεγάλο αναγνωστικό ενδιαφέρον. Από το ’90 όμως και μετά, συμβαίνει το εξής. Τόσο η ιδιωτική όσο και η κρατική τηλεόραση γυρίζει σίριαλ που στηρίζονται σε ελληνικά βιβλία. Για μένα είναι το σημαδιακό γεγονός που απενοχοποιεί το ευρύ κοινό απέναντι στο βιβλίο...

Γ.Λ. Μπορεί να ακούγεται παράξενο, αλλά τα πολλά χρόνια αναλφαβητισμού δημιούργησαν μια σχέση απώθησης για τα βιβλιοπωλεία στον πολύ κόσμο. Ντρεπόταν να μπει σ’ αυτά. Θεωρούσε πως απευθυνόντουσαν σε μια ελίτ. Τα σίριαλ τούς έβαλαν στα βιβλιοπωλεία. Και ιδιαίτερα τις γυναίκες.

Η.Λ. Μιλάμε για εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους. Από εκεί και μετά πλέον το αναγνωστικό κοινό είναι κυρίως γυναικείο. Εκείνη την εποχή έγινε η μεγάλη ανάκαμψη, άρχισαν να εκδίδονται σωρηδόν πια τίτλοι και καταλήξαμε εκεί που καταλήξαμε.

Διαβάζετε όλα τα χειρόγραφα που έρχονται;

Η.Λ. Με τίποτα. Προ κρίσης, θυμάμαι, κάθε χρόνο ερχόντουσαν στα γραφεία μας 2.500 χειρόγραφα το χρόνο! Εξαιρώντας όσα καταλάβαινες από τις πρώτες σελίδες πως δεν υπήρχε λόγος να συνεχίσεις, όλα τα υπόλοιπα διαβαζόντουσαν.

Όταν ξεκινήσατε, πόσος χρόνος αναλογούσε σε ένα βιβλίο για να χαρακτηρίζεται νέα κυκλοφορία και πόσος σήμερα;

Γ.Λ. Τότε και για δύο χρόνια. Σήμερα έξι μήνες, και αν.

Η.Λ. Νομίζω ξαναεπιστρέφουμε σε εκείνη την εποχή. Αυτή τη στιγμή το βιβλίο έχει να αντιμετωπίσει την κρίση που δημιουργεί η κατανάλωση χρόνου από πλευράς του αναγνώστη στο διαδίκτυο, την οικονομική και την κρίση αξιών. Νομίζω πως έχει συρρικνωθεί σχεδόν στο μισό το αναγνωστικό κοινό.

Και τι κάνετε για να περιορίσετε τη ζημία;

Η.Λ. Έχουμε γίνει πάρα πολύ αυστηροί στην επιλογή των τίτλων. Το βιβλίο που θα εκδώσουμε, ειδικά νέων συγγραφέων, θα το διαβάσουμε και 5 φορές πριν το εκδώσουμε. Ήμασταν οι πρώτοι που αποφασίσαμε να δώσουμε βιβλία μας και σε χώρους εκτός βιβλιοπωλείων, στα σούπερ μάρκετ. Γιατί πιστεύουμε πως αν φέρνεις το βιβλίο στην καθημερινότητά του θα το πάρει πιο εύκολα. Νομίζω πως αυτή η κίνηση καλό έκανε, παρόλο που κατηγορηθήκαμε...

Έκανε καλό σε ένα συγκεκριμένο είδος βιβλίου. Γιατί το λιγότερο που μπορώ να πω είναι πως ένα σούπερ μάρκετ δεν μπορεί να διαθέσει μεγάλο αριθμό τίτλων...

Η.Λ. Μα αυτό δεν απαγορεύει κάποιον να πάει μετά και σ’ ένα βιβλιοπωλείο. Γενικά ο ανταγωνισμός πιστεύω πως καλυτερεύει τα πράγματα. Το βιβλίο πρέπει να πλησιάζει τον πολύ κόσμο και όπως είπε και η Γιώτα εμείς θέλουμε να εκδίδουμε βιβλία που να απευθύνονται σε κάθε αναγνώστη.


3 πράγματαγια την επωνυμία/ λογότυπο

● Το ελάφι που κοσμεί το λογότυπο ήταν ιδέα του Ηλία Λιβάνη. Το επέλεξε γιατί συμβολίζει τη χάρη, την ευελιξία, την ταχύτητα.

● Η επωνυμία Α.Α. Λιβάνης κρύβει το όνομα Αικατερίνη Αντώνη Λιβάνη, σύζυγο του Αντώνη και μητέρα των παιδιών.

● Το «Νέα Σύνορα» αφαιρέθηκε τελικά γιατί ο Αντώνης Λιβάνης, αν και το χρησιμοποιούσε για χρόνια δεν το είχε κατοχυρώσει, με αποτέλεσμα να χάσει τα δικαιώματα μια και στο μεταξύ το κατοχύρωσε άλλος.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ