Βιβλιο

Ο Λευτέρης Καντζίνος ρίχνει φως στη σκοτεινή Αθήνα του Μεσαίωνα

«Στην Ελλάδα ούτε έχουμε διδαχθεί, αλλά ούτε έχουμε υπολείμματα αρχαιολογικά του Μεσαίωνα, επομένως είμαστε εντελώς ξένοι με αυτή την περίοδο»

eleni_helioti_1.jpg
Ελένη Χελιώτη
10’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Συνέντευξη του Λευτέρη Καντζίνου στην ATHENS VOICE για την Αθήνα του Μεσαίωνα με αφορμή το βιβλίο του «Αθήνα 1204-1456: Τα Άγνωστα Χρόνια» (εκδ. Μεταίχμιο)
Η περιοχή του Θησείου και του Ψυρρή. Δεξιά διακρίνεται ο ναός των Αγίων Αναργύρων και αριστερά στο βάθος το Ηφαίστειο (Θησείο), (Λιθογραφία, Panorama von Athen, Mόναχο 1841, Μουσείο Μπενάκη).

Συνέντευξη με τον Λευτέρη Καντζίνο για την Αθήνα του Μεσαίωνα με αφορμή το βιβλίο του «Αθήνα 1204-1456: Τα Άγνωστα Χρόνια» (εκδ. Μεταίχμιο)

Είναι Πέμπτη πρωί και κάθομαι σε καφέ της στη Βαλαωρίτου με τον κύριο Λευτέρη Καντζίνο, συγγραφέα του βιβλίου «Αθήνα 1204-1456: Τα Άγνωστα Χρόνια» από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Οι καφέδες μας έχουν έρθει και τους συνοδεύουμε με ένα, δύο, τρία τσιγάρα κάνοντας λίγη ψιλή κουβεντούλα και παρατηρώντας τον κόσμο γύρω μας πριν ξεκινήσω να τον ρωτάω για το τελευταίο δημιούργημά του. «Πού είναι το μαγνητοφωνάκι;» μου λέει κάποια στιγμή. Του δείχνω το κινητό μου. Αθήνα του 2020.

Στις 25 Φεβρουαρίου είχα παρευρεθεί στην παρουσίαση του βιβλίου στον Πολυχώρο Μεταίχμιο στην Ιπποκράτους, ο οποίος είχε γεμίσει από ανθρώπους που είχαν έρθει να ακούσουν και να ρωτήσουν για αυτό.

Το πρώτο πράγμα που θέλησα να μάθω ήταν πώς ξεκίνησε όλη αυτή η περιήγηση σε αυτό το σκοτεινό κομμάτι της ιστορίας της Αθήνας.

Λευτέρης Καντζίνος
Λευτέρης Καντζίνος

«Αυτό όλο ξεκίνησε το 2009, όταν ξεκίνησα να ψάχνω για το γενεαλογικό δέντρο της γιαγιάς μου, με αρχεία του Δήμου Αθηναίων, και έφτασα μέχρι αρχές 19ου αιώνα, 1810-1811. Σε αυτό το ψάξιμο έπεσα πάνω σε φωτογραφίες σαν και αυτή του εξωφύλλου (Ενετικός Πύργος). Αυτές οι εικόνες μού κίνησαν την περιέργεια και θέλησα να ψάξω να δω τι είναι αυτά τα μνημεία και εάν υπάρχουν ακόμα. Έτσι ξεκίνησα με μια απλή βόλτα στο ιστορικό κέντρο να δω τι υπάρχει από τη Φραγκοκρατία. Δεν υπήρχε τίποτα. Τα μοναδικά που βρήκα ήταν στον Υμηττό και στο Μαρκόπουλο. Η μεγάλη έκπληξη ήταν στη Μονή Δαφνίου. Εκεί είναι η γοτθική Πύλη. Είναι ένα Βυζαντινό μνημείο, κλασσικό, αλλά η πύλη του ήταν γοτθική, που σημαίνει ότι κάποιοι την άλλαξαν και έχτισαν κάτι στα μεταβυζαντινά χρόνια. Όταν μπαίνεις μέσα στην αυλή του μοναστηριού βλέπεις τοποθετημένες τις μαρμάρινες σαρκοφάγους που έχουν ιπποτικά σύμβολα. Ήταν το νεκροταφείο των Δουκών των Αθηνών. Εκεί ήταν θαμμένοι όλοι οι Δούκες. Και έτσι ξεκίνησε το ψάξιμο…»

Γιατί γνωρίζουμε τόσο λίγα πράγματα για εκείνη την περίοδο της Ελληνικής ιστορίας;
Οι Ευρωπαίοι είναι περισσότερο εξοικειωμένοι γιατί και μνημεία έχουν, αλλά και στην εκπαίδευσή τους περιλαμβάνονται Μεσαιωνικά έργα, ιστορία (στρατιωτική και πολιτική), όπως επίσης και λογοτεχνία. Εμείς στην Ελλάδα ούτε έχουμε διδαχθεί, αλλά ούτε έχουμε υπολείμματα αρχαιολογικά, επομένως είμαστε εντελώς ξένοι με αυτή την περίοδο. Και για αυτόν τον λόγο το συγκεκριμένο βιβλίο είναι καινούργιο, και στην ελληνική βιβλιογραφία και στην παγκόσμια. Δεν υπάρχει κάτι εξειδικευμένο για την εποχή εκείνη για την Αθήνα.

Λευτέρης Καντζίνος «Αθήνα 1204-1456: Τα Άγνωστα Χρόνια» (εκδ. Μεταίχμιο)
Καλύπτετε μια περίοδο 252 ετών, από το 1204 έως το 1456. Πείτε μου δυο τρία πράγματα που σας εξέπληξαν ή σας έκαναν εντύπωση.
Όλα είναι ξεχωριστά γιατί ήταν άγνωστα, οπότε κάθε μικρή λεπτομέρεια που ανακάλυπτα φάνταζε καινούργια και ξεχωριστή. Μια μικρή λεπτομέρεια είναι ότι στην Αθήνα υπήρχαν καταπληκτικοί ίπποι των Ατζαϊώλι. Ιπποστάσιο για την ακρίβεια. Ήταν εκτροφείς αλόγων και είχαν εκπληκτικά άλογα σε όλη την Ευρώπη, όχι μόνο στην Αθήνα, τα οποία φύλαγαν σαν κόρη οφθαλμού. Και το δεύτερο είναι ότι δεν έχουμε κανένα φωτογραφικό στοιχείο πέραν του Φράγκικου Πύργου, αλλά υπάρχουν περιγραφές για το πώς είχε οχυρωθεί μεσαιωνικά η Αθήνα. Από τις περιγραφές αυτές και μόνο πρέπει να ήταν κάτι που προκαλούσε δέος. Ήταν συνδυασμός της κλασσικής αρχαιότητας με τη μνημειακή γοτθική οχυρωματική τέχνη.

Πόσο δύσκολο ήταν να βρείτε στοιχεία και να κάνετε την έρευνά σας για αυτή την περίοδο;
Εάν ξεκινούσα 20 χρόνια νωρίτερα, όταν δεν είχε αναπτυχθεί τόσο η ψηφιακή τεχνολογία, θα ήταν πάρα πολύ δύσκολο. Ο λόγος είναι ότι οι περισσότερες πηγές είναι έγγραφα της εποχής εκείνης. Ελάχιστα, δυσεύρετα, και πλέον εκτίθενται σε μουσειακές προθήκες ή πρέπει να πάρεις ξεχωριστή άδεια για να τα ερευνήσεις.
Σήμερα όμως, και εδώ και μία δεκαετία, οι περισσότερες μεγάλες ξένες βιβλιοθήκες Μεδίκων, του Βατικανού, των Αρχαίων της Σικελίας της Νάπολης έχουν ψηφιοποιήσει αρκετά τέτοια αρχεία. Επομένως, με σχετική έρευνα, κάποια απαραίτητη και δικαιολογημένη γραφειοκρατία, μπορεί κάποιος να έχει πιο εύκολη πρόσβαση από το να πάει και να ανατρέξει ο ίδιος αυτοπροσώπως.
Για παράδειγμα, υπάρχει ένα έγγραφο του 1210 στο μουσείο του Βατικανού όπου υπάρχουν συγκεντρωτικά όλοι οι αφορισμοί που έκαναν διάφοροι καθολικοί ιεράρχες σε αξιωματούχους των Φράγκικων κρατιδίων.

Τώρα θα ήθελα να ανατρέξω σε κάποια πράγματα που εμένα μου έκαναν εντύπωση. Λέτε σχετικά στην αρχή, υπό την κυριαρχία των Γάλλων, ότι δεν διαφοροποιήθηκε η καθημερινή ζωή των Αθηναίων σημαντικά και, αντιθέτως, ένιωθαν περισσότερο ασφαλείς, αφού το κέντρο εξουσίας βρισκόταν εντός των τειχών της πόλης και όχι στην απομακρυσμένη Κωνσταντινούπολη. Πείτε μου για αυτό.
Πριν αλωθεί η Κωνσταντινούπολη από τους Σταυροφόρους, και λίγες δεκαετίες πριν έρθουν οι Φράγκοι στην Αθήνα, η Βυζαντινή αυτοκρατορία σπαραζόταν από εμφύλιους πολέμους, επαναστάτες, και κυρίως αξιωματούχους Βυζαντινούς που αυθαιρετούσαν εις βάρος των κατοίκων των επαρχιών. Στα τέλη του 1190 πάρα πολλοί στρατιωτικοί Βυζαντινοί ή ναύαρχοι έμπαιναν στην Αθήνα παράνομα και πλιατσικολογούσαν, έκλεβαν το δημόσιο ταμείο, και αυθαιρετούσαν εις βάρος των απλών υπηκόων.
Συνάμα πειρατές λυμαίνονταν τα παράλια όλης της Αττικο-Βοιωτίας. Οπότε οποιοδήποτε πρόβλημα συναντούσαν οι Αθηναίοι, η διοίκηση της Αθήνας έπρεπε να επικοινωνήσει με την Κωνσταντινούπολη για να ζητήσει βοήθεια. Υπό εκείνες τις συνθήκες και με τα τότε μέσα ήταν σχεδόν αδύνατο να ανταποκριθεί άμεσα η Κωνσταντινούπολη. Σε ορισμένες δε περιπτώσεις, εσκεμμένα, λόγω των διαφόρων κλικών που υπήρχαν, δεν έφτανε ποτέ η αλληλογραφία των διοικητών της Αθήνας στην Κωνσταντινούπολη. Επομένως οι Αθηναίοι ήταν μονίμως απροστάτευτοι στα πάντα.

Κάτι άλλο που με εξέπληξε ήταν ότι σε πολιτισμικό επίπεδο η επιρροή της γαλλικής κουλτούρας ήταν πάρα πολύ μικρή. Και αντιθέτως οι ίδιοι οι Γάλλοι αναγκάστηκαν να μάθουν στοιχειωδώς την ελληνική γλώσσα για να μπορούν να συνεννοηθούν. Επίσης ότι οι Φράγκοι δημιουργοί επηρεάστηκαν από τις τοπικές ιστορίες και τους μύθους. Αυτό είναι σύνηθες;
Όχι. Και αυτό δεν ισχύει μόνο για τους Γάλλους, αλλά και για όλους του επόμενους κυρίαρχους που είχαν. Συνήθως ο ντόπιος πολιτισμός επηρεάζεται από τους ξένους που έρχονται, όπως για παράδειγμα έγινε στην Κρήτη όπου επηρεάστηκαν ονόματα, ποίηση, λογοτεχνία και η ντόπια διάλεκτος. Στην Αθήνα δεν συνέβη αυτό. Ήταν μια πολύ κλειστή κοινωνία. Και όταν ήρθαν οι ξένοι δεν μπορούσαν να συνεννοηθούν στην καθημερινότητά τους γιατί κανείς Αθηναίος δεν ήταν διατεθειμένος να μάθει την ξένη γλώσσα. Μάλιστα έγινε και το αντίθετο, γιατί οι Ντε λα Ρος, οι Βουργουνδοί Δούκες, έφεραν στην Αθήνα κάποιους ζογκλέρ, τραγουδιστές και τροβαδούρους που ήταν οι διασκεδαστές των ηγεμονικών αυλών της Ευρώπης. Τα τραγούδια τους λοιπόν είχαν ρίζες από τη Μεσαιωνική ιστορία και, ερχόμενοι στην Αθήνα, άκουσαν διάφορες παραδόσεις και θρύλους με χαρακτηριστικό παράδειγμα κάποια τραγούδια που συνδύασαν Γάλλους ή Ισπανούς ιππότες να συνταξιδεύουν με τον Ιάσωνα και να κάνουν εκστρατείες στην Κολχίδα. Ορισμένοι δε 2ης και 3ης γενιάς Δούκες Γάλλοι έμαθαν άπταιστα ελληνικά και δημιούργησαν μεγάλες βιβλιοθήκες στο Δυτικό Μέγαρο, στα προπύλαια δηλαδή, στην κατοικία τους, με κείμενα της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας.
Η μαγιά για αυτή τη βιβλιοθήκη τους ήταν η βιβλιοθήκη του Ακομινάτου, του παλαιού Μητροπολίτη Αθηνών. Βάσει αυτής της βιβλιοθήκης έφτιαξαν μια μεγαλύτερη, έμαθαν ελληνικά, και κάποιοι αξιωματούχοι του κράτους που συνήθιζαν να βάζουν στις εισόδους των σπιτιών οικόσημα ή διάφορες επιγραφές, δεν τα έβαζαν στα Λατινικά, αλλά στα Ελληνικά. Και γι’ αυτόν τον λόγο ό,τι έχει σωθεί από εκείνη την περίοδο είναι ανορθόγραφο, γιατί δεν ήξεραν καλή ορθογραφία.
Οι Αθηναίοι λοιπόν ήταν μια πολύ κλειστή κοινωνία και δεν ήθελαν να έρθουν σε επιγαμίες με καμία άλλη πληθυσμιακή ομάδα, ούτε μετέπειτα με τους Αλβανούς (οι οποίοι εξελληνιστήκαν και ενσωματώθηκαν πλήρως υπό την κυριαρχία των Καταλανών). Ένα άλλο παράδειγμα είναι ότι δεν άφησαν να εγκατασταθεί η Εβραϊκή κοινότητα στην Αθήνα. Για αυτό τον λόγο υπάρχουν έγγραφα και από τη Βυζαντινή εποχή και από τη Φράγκικη περίοδο ότι η Αθήνα είχε τις περισσότερες γεροντοκόρες. Δεν ήθελαν, όχι μόνο να μην έρχονται σε επιγαμίες με ξένους, αλλά ούτε και με γαμπρούς και με νύφες διαφορετικής κοινωνικής τάξης.

Συνέντευξη του Λευτέρη Καντζίνου στην ATHENS VOICE για την Αθήνα του Μεσαίωνα με αφορμή το βιβλίο του «Αθήνα 1204-1456: Τα Άγνωστα Χρόνια» (εκδ. Μεταίχμιο)

Άποψη των Αθηνών (χαλκογραφία, Vincenzo Maria Coronelli, Memoire istoriografiche de’ regni della Morea, Negreponte e littoral fin’ a Salonichi, Βενετία, 1686). Αποτελεί αναπαραγωγή του χαρακτικού του Γάλλου ιστοριοδίφη Ζακόμπ Σπον (1676), χωρίς όμως τοπωνυμικό υλικό

 

Πείτε μου για τον Φράγκικο Πύργο των Αθηνών.
Υπήρχαν δύο πύργοι. Όσοι ασχολούνται με την Αθήνα και με την ιστορία έχουν υπόψη τους τον έναν στα προπύλαια. Υπήρχε και ένας δεύτερος Πύργος, στην ανατολική πλευρά της Ακρόπολης, εκεί που σήμερα είναι το σημαιοστάσιο, ο Πύργος Μπελβεντέρε. Αυτός γκρεμίστηκε λίγο μετά τη συγκρότηση του Ελληνικού βασιλείου.

Γιατί γκρεμίστηκε;
Υπήρχε μια μανία, δικαιολογημένη εν μέρει…

Τη θεωρείτε δικαιολογημένη;
Με τα σύγχρονα δεδομένα, με τη σύγχρονη γνώση που έχουμε, με την ιδεολογία μας και τον πολιτισμό μας, δεν θα το κάναμε. Αλλά εκείνη την περίοδο προσπαθούσε το ελληνικό κράτος να πατήσει σε ένα ιστορικό υπόβαθρο. Προσπαθούσε να γίνει μία σύνδεση αρχαίου Βυζαντινού και μεταβυζαντινού και σύγχρονου κράτους. Να δημιουργηθεί μία συνέχεια στο ελληνικό έθνος. Το σημείο μηδέν για αυτό το αρχαιοελληνικό κάλλος ήταν τα κλασσικά μνημεία της Ακρόπολης, επομένως οτιδήποτε επάνω στην Ακρόπολη βρισκόταν μη κλασσικό, γκρεμίστηκε για να αναδειχθεί το αρχαίο ελληνικό κάλλος.

Με σημερινό σκεπτικό, κάτι τέτοιο θα ήταν αδιανόητο…
Με τα σύγχρονα δεδομένα, ναι. Σήμερα θεωρούμε δεδομένο ότι υπάρχει ελληνικό έθνος. Η ελληνική συνείδηση και η εθνική συνείδηση είναι διαμορφωμένη. Το 1830 όμως, και το 1840, άρχισε να δημιουργείται εθνική συνείδηση.

Έτσι σβήστηκαν κομμάτια της ιστορίας όμως… και δεν μιλάω μόνο για τα κτίρια τα ίδια, αλλά όλα αυτά που περάσαμε εδώ, όλους αυτούς τους αιώνες. Και αυτά δεν έχουν συμβάλει στην εθνική συνείδηση;
Έγιναν πολύ μεγάλες καταστροφές και από εμάς τους ίδιους, από τους πρώιμους αρχαιολόγους, ιστορικούς και αρχιτέκτονες της εποχής για να αναδείξουμε το αρχαίο ελληνικό κράτος. Από τις σημαντικότερες πηγές της ιστορίας είναι τα λεγόμενα Πέτρινα Χρονικά. Τι είναι αυτά; Μέχρι σήμερα συνηθίζουμε να σκαλίζουμε πάνω σε δέντρα και σε πέτρες κάποια πραγματάκια που εμάς τους απλούς πολίτες μας ενδιαφέρουν και τα θεωρούμε σημαντικά.
Έτσι λοιπόν και από την αρχαιότητα αλλά και μεσαιωνικά σκάλιζαν πάνω σε αρχαίες κολόνες κάποια γεγονότα που συντάραξαν την ελληνική κοινωνία. Η εκτέλεση κάποιων μαρτύρων την περίοδο της Τουρκοκρατίας, κάποιοι μεγάλοι σεισμοί ή λοιμοί, προτάσεις όπως «η αγαπημένη μου μητέρα πέθανε το 1250 από μία επιδημία».
Με τη σύσταση του Ελληνικού κράτους όλοι όσοι ασχολήθηκαν με τη συντήρηση των μνημείων της Ακρόπολης έγδαραν και λείαναν αυτές τις επιφάνειες και έτσι σβήστηκαν όλες αυτές οι αναφορές, τα οποία είναι μια ζωντανή ιστορία χαραγμένη επάνω στην πέτρα. Έτσι χάσαμε ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της καθημερινότητας των Αθηναίων της εποχής εκείνης.
Ο Φράγκικος Πύργος, λοιπόν, μάλλον χτίστηκε κατά πάσα πιθανότητα στις αρχές του 13ου αιώνα, την περίοδο που μετατράπηκε το ιερό της Ακρόπολης στο Κάστρο. Γιατί όλοι οι ξένοι στα κείμενα τους το αποκαλούσαν κάστρο.

Το Ωδείο Ηρώδου του Αττικού (Watts R., 1813)
Το Ωδείο Ηρώδου του Αττικού (Watts R., 1813)

Αναφέρετε αρκετές φορές ότι ο πληθυσμός της Αθήνας ήταν μικρός…
Όποτε συνέβαινε κάποιο σπουδαίο πολεμικό γεγονός πολλοί Αθηναίοι έφευγαν από την πόλη και αναζητούσαν ασφάλεια ή στα νησιά του Αργοσαρωνικού ή στην Εύβοια, στη Χαλκίδα κυρίως. Σε γενικές γραμμές όμως η Αθήνα δεν ήταν ούτε έρημη, αλλά ούτε και μικρή πόλη. Ήταν μεγάλη πόλη. Λίγα χρόνια μετά την έλευση των Οθωμανών, το 1458 που έγινε η πρώτη απογραφή των Οθωμανών, που σημαίνει ότι οι Αθηναίοι είχαν περάσει πολέμους, επιδημίες, σεισμούς, λοιμούς και απίστευτες διενέξεις, και ανάμεσα στους Φράγκους, και Φράγκοι εναντίον Οθωμανών, ο πληθυσμός είχε μικρύνει πάρα πολύ. Ωστόσο, αν λάβουμε υπόψη την απογραφή, η Αθήνα ήταν η τρίτη μεγαλύτερη πόλη των Βαλκανίων, μετά την Ανδριανούπολη, την πρωτεύουσα των Οθωμανών, και τη Θεσσαλονίκη. Με πληθυσμό μεταξύ 15.000-20.000.

Υπήρχαν τάξεις τότε;
Βεβαίως και υπήρχαν τάξεις. Το λεγόμενο αρχοντολογιό πάντα υπήρχε και διαδραμάτιζε και σπουδαίο ρόλο. Το αρχοντολογιό ναι μεν δρούσε ενίοτε για το συμφέρον του, αλλά ήταν και ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στον απλό υπήκοο και την κεντρική διοίκηση. Ήταν κυματοθραύστης κατά κάποιο τρόπο.

Αυτοί είχαν επαφή με τους Δούκες;
Καθημερινή επαφή, αλλά ήταν συνδετικός κρίκος περισσότερο, δεν είχαν επιρροή. Οι Φράγκοι ενδιαφέρονταν για την στρατιωτική κυριαρχία. Τους Οθωμανούς το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν η πληρωμή των φόρων. Και τους δύο δεν τους ενδιέφερε τι έκανε ο απλός λαός. Οι Καταλανοί πάλι ήταν εντελώς διαφορετικοί. Οι Γάλλοι, που σχεδόν 100 χρόνια διοίκησαν, ήταν ευγενικής καταγωγής, ήταν αριστοκράτες, και είχαν γνώση της πολιτικής και της διπλωματίας. Οι Καταλανοί ήταν μισθοφόροι και δεν είχαν πολιτική εμπειρία, και για αυτό το λόγο ζήτησαν τη βοήθεια του Βασιλιά της Σικελίας. Δεν είχαν συνδεθεί ούτε συναισθηματικά με την πόλη, ούτε είχαν κάνει επιγαμίες ή δημιουργήσει οικογένειες, ενώ οι Γάλλοι είχαν φέρει τις οικογένειές τους. Και εκτός από τους ξένους αξιωματούχους, είχαν έρθει και άλλοι Φράγκοι οικειοθελώς και παρέμειναν εδώ μέχρι τη σύγχρονη εποχή.

Καθ' όλη τη διάρκεια της έρευνάς σας, τι ανακαλύψατε για εκείνη την εποχή το οποίο υπάρχει ακόμα; Γιατί είμαστε έτσι τώρα;
Δεν αλλάζουμε. Και εδώ ισχύει το ρητό «η ιστορία επαναλαμβάνεται». Και μάλιστα με μαθηματική ακρίβεια. Μέσα σε αυτά τα 250 χρόνια που πραγματεύεται το βιβλίο, επαναλήφθηκαν δυο και τρεις φορές ίδια γεγονότα. 
Εκείνη την εποχή λοιπόν που υπήρχαν διαμάχες στην παρακμή των Βυζαντινών χρόνων, υπήρχε οικονομική και ηθική κατάπτωση, ήρθαν οι ξένοι, μετά υπερχρεώθηκε το κράτος (το Δουκάτο των Αθηνών), και πτώχευσε∙ και ήρθαν οι τραπεζίτες. Οι τραπεζίτες έκαναν ότι ήθελαν. Μας θυμίζει κάτι;
Οι Αθηναίοι, αντί να κοιτούν να ανταπεξέλθουν στις δυσκολίες της εποχής, μοιράστηκαν οι μεν να υποστηρίζουν τους Ενετούς για να έρθουν να μας σώσουν, και οι δε υποστήριζαν να έρθουν οι Οθωμανοί. Δικαιολογημένοι εν μέρει και από τις δύο μεριές. Οι μεν υποστηρικτές της Δύσης έλεγαν ότι είναι Χριστιανοί και πιο πολιτισμένοι οι Eυρωπαίοι, ενώ οι αντίπαλοι έλεγαν ότι οι Ευρωπαίοι μάς αφαίρεσαν τον συνδετικό κρίκο που είχαμε, τον ορθόδοξο κλήρο, επομένως καλύτερα να φέρουμε τους Οθωμανούς γιατί εκείνοι θα μας επαναφέρουν τους μητροπολίτες, καθότι το μόνο που τους νοιάζει είναι η φορολογία.
Δεν είναι μόνο ελληνικό ιδίωμα όμως, είναι όλων των ανθρώπων όλης της υφηλίου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι όταν η Οθωμανική αυτοκρατορία εδραιωνόταν, αντί όλοι οι δυτικοί, από την Ισπανία μέχρι τη Βιέννη, να ενωθούν και να πολεμήσουν τους Οθωμανούς, πολεμούσαν μεταξύ τους. Ήταν όλοι εναντίων όλων.

Πρόπλασμα των Προπυλαίων της Ακρόπολης των Αθηνών όπως αυτά είχαν μετατραπεί σε Δουκικό Μέγαρο, στα τέλη του 14ου αιώνα.
Πρόπλασμα των Προπυλαίων της Ακρόπολης των Αθηνών όπως αυτά είχαν μετατραπεί σε Δουκικό Μέγαρο, στα τέλη του 14ου αιώνα.

Σε σχέση με την υπόλοιπη Ελλάδα, θεωρείτε ότι η Αθήνα είχε διαφορές;
Το κίνημα του περιηγητισμού τότε δεν υπήρχε ακόμα, καθότι δημιουργήθηκε 17ο με 18ο αιώνα. Ωστόσο, υπήρχαν ταξιδιώτες από το 1100 και 1200 που ξεκινούσαν από το απώτατο άκρο της Ευρώπης για να πάνε στη μέση Ανατολή να προσκυνήσουν τους Άγιους τόπους. Αυτοί διέσχιζαν πόλεις και πόλεις… την Αθήνα όμως ανέφεραν ως κορυφαίο τόπο επίσκεψης και θαυμασμού. Ισλανδός ταξιδιώτης ανέφερε και έκανε διάσημη την Αθήνα στην Ισλανδία και στις Σκανδιναβικές χώρες το 1100.
Επίσης, όλοι οι Άραβες, από την εποχή που ήταν ακόμα ειδωλολάτρες, 7ος-8ος αιώνας, αλλά και μετά με το Ισλάμ, όταν ήθελαν να αποκαλέσουν κάποιον σοφό, ανεξαρτήτου θρησκεύματος ή εθνικότητας, τον αποκαλούσαν Αθηναίο.

Σαν επόμενο πρότζεκτ έχετε κάτι στα σκαριά;
Αρκετά πράγματα, αλλά τίποτα ανακοινώσιμο ακόμα. Σίγουρα όμως θα είναι κάτι πρωτότυπο.

Μετά από δύο καφέδες, πολλά τσιγάρα και πολλή περιήγηση στη Μεσαιωνική Αθήνα, κλείσαμε την κουβέντα μας και επιστρέψαμε στο σήμερα της ηλιόλουστης, πυκνοκατοικημένης, θορυβώδης, οικείας και σύγχρονης Αθήνα μας.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ