Βιβλιο

Γιατί λατρεύουμε τον Γκάτσμπυ;

Mια χαμένη πολυτέλεια στην εποχή μας: η αγάπη

27005-103933.jpg
Στέφανος Δάνδολος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
40123-87081.jpg

Όταν πέθανε ο Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ, το 1940, ο Υπέροχος Γκάτσμπυ είχε πουλήσει λιγότερα από τριάντα χιλιάδες αντίτυπα. Και μολονότι είχε εκθειαστεί από τους κριτικούς όταν κυκλοφόρησε, το 1925, είχε μολύνει τον δημιουργό του με το μικρόβιο της αποτυχίας, που θα τον συνόδευε μέχρι το πρόωρο τέλος του. Ως αυτοάμυνα, ο Φιτζέραλντ είχε βρει τον τρόπο να προσδίδει στην αποτυχία του ένα επικό μεγαλείο, μιαν αίσθηση λυρισμού που θα τον βύθιζε ακόμα πιο βαθιά στον ψυχισμό των χαμένων ευκαιριών της γενιάς του. Έγραψε το «Τρυφερή είναι η νύχτα», είδε την Ζέλντα να αποτρελαίνεται, ήπιε μέχρι τελικής πτώσεως. Πολλοί είπαν ότι τον ρούφηξε η εποχή.

Η αλήθεια είναι ωστόσο ότι τον ρούφηξε αυτό το είδος κακοδαιμονίας που καταλόγιζε ο ίδιος στον εαυτό του. Όσο ζούσε, δεν είδε κανένα έργο του να πουλάει, να γίνεται ταινία, να δεσπόζει ως λαμπρό σημείο αναφοράς. Και το πιο τραγικό; Όσοι τον επισκίαζαν τότε, οι συγγραφείς της κοινωνικής κριτικής τύπου Σίνκλαιρ Λιούις και οι αστέρες του «προλεταριακού» μυθιστορήματος με κύριο εκπρόσωπο τον Ρόμπερτ Κάντγουελ, σήμερα είναι ολότελα ξεχασμένοι. Η αποτυχία δεν ήταν λοιπόν του Φιτζέραλντ αλλά της εποχής του. Ο Γκάτσμπυ επέζησε στη θέση του δημιουργού του και μας ανοίγει πάντα ένα παράθυρο στην μοναξιά. Στην μοναξιά ενός κόσμου που τα απέκτησε όλα εκτός από την αγάπη.

Γιατί λοιπόν ο Τζέυ Γκάτσμπυ είναι «υπέροχος»; Επειδή θέλει την αγάπη της Νταίζυ και την διεκδικεί με τους δικούς του αγνούς όρους, εκεί όπου όλοι οι άλλοι μοιάζουν διεφθαρμένοι. Επειδή πιστεύει σε αυτό το χαμένο ιδανικό του έρωτα, εκεί όπου οι άλλοι δεν πιστεύουν σε τίποτα. Επειδή τα χρήματα δεν τον έχουν σκληρύνει, δεν τον έχουν αγγίξει καν, ενώ όλους τους άλλους τους ραντίζει ο καιροσκοπισμός, το συμφέρον. Ο Γκάτσμπυ είναι «υπέροχος» μέσα στην απατηλή πίστη του επειδή παραμένει κατά βάθος ένα παιδί, ένα αθώο, άσπιλο παιδί που βιώνει την έμμονη ιδέα του στα άκρα, χωρίς να φοβάται, χωρίς να υποπτεύεται τίποτα, όπως κάνουν τα παιδιά.

Στήνει τον πύργο του στη βόρεια ακτή του Λονγκ Άιλαντ, στο Γουέστ Εγκ, και περιμένει τη χαμένη του αγάπη να επιστρέψει. Και στο μεταξύ αφήνει τους πάντες να εκμεταλλεύονται τη μυθική φιλοξενία του, χωρίς να δίνει δεκάρα για όσα λέγονται πίσω από τη πλάτη του, ότι ήταν κατάσκοπος των Γερμανών, ότι κάποτε σκότωσε άνθρωπο, ότι κρύβει ένα παρελθόν φοβερό, χαμένο στο σκότος. Όχι, ο Τζέυ Γκάτσμπυ είναι «υπέροχος» επειδή σε αντίθεση με τον χυδαίο Μπιουκάναν, την άπληστη Νταίζη και τον άχρωμο αφηγητή Νικ Καραγουέυ, είναι ένας άνθρωπος χωρίς ρίζες και χωρίς ιστορία, που αναζητεί με πάθος εκείνη την ξέχωρη λάμψη που σημάδεψε κάποτε την καρδιά του και φτάνει να πληρώσει με τη ζωή του αυτό το πάθος. Δεν είναι ο άνθρωπος του εικοστού αιώνα, μα ο άνθρωπος που είχε ανάγκη ο εικοστός αιώνας για να αποφύγει όσα τον μάτωσαν.

Η προσωπική μου άποψη είναι ότι ο Σκοτ Φιτζέραλντ υπήρξε ένας από τους τρεις κορυφαίους στιλίστες του «μεγάλου μυθιστορήματος», μαζί με τον Ήβλυν Γουώ και τον Βλαντιμίρ Ναμπόκοβ, και ο Υπέροχος Γκάτσμπυ στέκεται σήμερα ως το σπουδαιότερο κλασικό αμερικανικό μυθιστόρημα των τελευταίων εκατό χρόνων. Οπότε το κινηματογραφικό ριμέικ του Μπαζ Λούρμαν, με τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο στον ρόλο του Γκάτσμπυ, δεσπόζει στη λίστα των προτεραιοτήτων μου. Θα είναι καλύτερο από το παλιό; Μακάρι.

Από την ταινία του Τζακ Κλέιτον είχα ξεχωρίσει φυσικά το σενάριο του Κόπολα και την έξοχη ερμηνεία του Ρόμπερτ Ρέντφορντ, μα σε γενικές γραμμές την είχα βρει κατώτερη των περιστάσεων. (σ.σ. Την βερσιόν του 1949 με τον Άλαν Λαντ και τη Μπέτι Φιλντ δεν την έχω δει). Φαίνεται όμως ότι και ο ίδιος ο Φιτζέραλντ θα ένιωθε έκπληξη εάν έβλεπε σήμερα το πόσο επίκαιρος είναι ο Γκάτσμπυ του. Γιατί και μεις ανήκουμε σε μια γενιά που τα θελήσαμε όλα και που τα κατακτήσαμε όλα πλην του βασικού συστατικού που παραμένει μια χαμένη πολυτέλεια στην εποχή μας: της αγάπης. Της αληθινής ανόθευτης αγάπης που έκανε έναν άνθρωπο σαν τον Γκάτσμπυ να ρισκάρει τα πάντα, και να τα χάσει.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ