Μια Θεσσαλονικιά ποιήτρια του Μεσοπολέμου έρχεται πάλι στο προσκήνιο
Το ασπρόμαυρο σύμπαν του Κώστα Μασσέρα
«Η φωτογραφία είναι ο τρόπος για να φέρω την πραγματικότητα στα δικά μου μέτρα» λέει ο Κώστας Μασσέρας και συμπληρώνει: «Αν δεν μπορώ να την αλλάξω, μπορώ να την μεταμορφώσω: Το σημαντικό γίνεται ασήμαντο και το ασήμαντο σημαντικό, το άσχημο γίνεται όμορφο και το αποκρουστικό ενδιαφέρον, οι αντιθέσεις άλλοτε ισορροπούν και άλλοτε οξύνονται συνθέτοντας έναν διαφορετικό κόσμο. Έτσι μπορώ να βάλω μία τάξη στο χάος που υπάρχει γύρω μου και εντός μου. Σαν συλλέκτης εικόνων της καθημερινότητας έμαθα να βλέπω φωτογραφίες, εκεί που άλλοτε θα προσπερνούσα αδιάφορος, επιβραδύνοντας τον χρόνο μέσα από την φωτογραφική διαδικασία, και ανακαλύπτοντας έναν παράλληλο κρυφό σύμπαν τόσο κοινό αλλά και τόσο εσωτερικό συγχρόνως. Οι φωτογραφίες μπορεί να απεικονίζουν άλλους ανθρώπους αλλά ταυτόχρονα δηλώνουν την αισθητική άποψη και την κοσμοθεωρία του δημιουργού τους. Οι φωτογραφίες μου είναι το καλύτερο βιογραφικό μου».
Αν ισχύει αυτό που δηλώνει ο φωτογράφος τότε πράγματι ο Κώστας Μασσέρας έχει ένα πλούσιο βιογραφικό γεμάτο τρυφερότητα, ποίηση και συγκίνηση. Αυτά είναι τα πρώτα (και άρα τα πιο αληθινά) αυθόρμητα συναισθήματα που νοιώθει κάποιος όταν κοιτάζει τις εικόνες που έχει τραβήξει όλα αυτά τα χρόνια σε θάλασσες και σε βουνά, σε δρόμους και ερημιές, σε πόλεις και χωριά, στο φως ή στο σκοτάδι. Κοιτάζοντας τα ασπρόμαυρα ενσταντανέ του σκέφτομαι πως λίγους φωτογράφους έχω συναντήσει που να απεικονίζουν με τόσο υπέροχο τρόπο τη ραστώνη του ελληνικού καλοκαιριού. Σταματώ στη φωτογραφία με τις κυρίες που φωτογραφίζουν νύχτα δίπλα σε αρχαίες κολώνες τι άραγε; Τη βουτιά στην άκρη του βράχου με φόντο τα πλοία του Σκαραμαγκά, το καρουζέλ των ποδηλάτων με τις κρεμασμένες ρόδες, το φιλί των εραστών εκεί που σκάει το κύμα … εικόνες ανθρώπων, τοπίων, στιγμών και διαθέσεων που σε κάνουν να αναρωτιέσαι αν όλο αυτό το σύμπαν που στήνει μπροστά στον φακό του ο Μασσέρας υπήρξε όντως σαν στιγμή ή το έπλασε στη φαντασία του.
Απ όλες αυτές τις ονειρικές εικόνες ο Μασσέρας διάλεξε μια ενότητα και τις εξέδωσε σε ένα μικρό καλαίσθητο βιβλιαράκι με τίτλο «Exotic Summer». Με την ευκαιρία αυτής της αυτοέκδοσης του ζήτησα να μας δώσει περισσότερες λεπτομέρειες.
Τι βλέπει ο αναγνώστης στις σελίδες του βιβλίου σας «Εxotic summer»;
Μικρές αλμυρές ιστορίες για την εποχή που μας φαγουρίζει πιο πολύ.Το καλοκαιράκι.Eίναι μία επιλογή από φωτογραφίες των τριών τελευταίων δεκαετιών.
Πως προέκυψαν οι φωτογραφίες του βιβλίου;
Είναι κυρίως οι φωτογραφίες των διακοπών μου, μαζεύτηκαν με το χρόνο. Δεν βάζω χρονοδιάγραμμα περάτωσης ενός έργου. Όταν καταλάβω ότι έχει ολοκληρωθεί μία εργασία την εκθέτω. Αυτή η διαδικασία μπορεί να διαρκέσει μήνες ή χρόνια, στην πορεία μπορεί να αναθεωρήσω τις απόψεις μου, να ασχοληθώ με κάτι άλλο, ότι όμως με κρατάει, το κρατάω και έτσι μετά από μία αυστηρή επιλογή καταλήγω σε ένα σώμα δουλειάς. Καταλαβαίνω ότι αυτό δεν συμβαδίζει με την εποχή που θέλει το μεγαλύτερο σκορ στο λιγότερο δυνατό χρόνο, για μία γρήγορη επιτυχία. Αλλά δεν υπάρχει εύκολος δρόμος.
Γιατί αποφασίσατε να εκδώσετε τις φωτογραφίες σας σε βιβλίο;
Οι παλιές φωτογραφίες είναι ένα «βάρος» σε καθηλώνουν σε ένα βάλτο αυταρέσκειας,σε τεμπελιάζουν, έπρεπε να “απαλλαγώ” από αυτές για να συνεχίσω να φωτογραφίζω.
Ποιες είναι οι πηγές της έμπνευσής σας;
Η καθημερινότητα.Το ασήμαντο και η πρόκληση να γίνει ένα φευγαλέο οπτικό ερέθισμα μία χειροπιαστή;;; απόδειξη, ότι υπάρχει.
Γιατί προτιμήσατε να δημοσιεύσετε μόνο ασπρόμαυρα;
Ήθελα οι φωτογραφίες να είναι άχρονες, το χρώμα θα πρόδινε την ηλικίας τους, δεν ήθελα σε μία μονογραφία να υπάρχει ένα συνονθύλευμα από έγχρωμες και ασπρόμαυρες μαζί.
Διαλέξτε την πιο αγαπημένη σας και πείτε μας την ιστορία της με λίγες λέξεις
Είναι μια μυστική γωνιά, ένα μέρος για να κρυφτείς από την οχλαγωγία της φασαριόζικης διπλανής παραλίας. Στην σπηλιά αυτή κρυβόμασταν παιδιά έχω ακόμα στην μνήμη μου την έντονη μυρωδιά της συκιάς που αγκαλιάζει τον χώρο. Μοιάζει με βυθό έτσι όπως έχει φωτογραφηθεί. Την ονόμασα ΒΥΘΟΣ.
Γιατί προτιμάτε τα τοπία από τα πρόσωπα (πορτραίτα);
Στην πραγματικότητα τα τελευταία χρόνια φωτογραφίζω περισσότερο πορτραίτα από τοπία, και τα δύο είναι από τα δυσκολότερα είδη φωτογραφίας ,ειδικά στο τοπίο πρέπει ένα κομμάτι γης ,θάλασσας και ουρανού να τα μεταμορφώσεις σε ένα προσωπικό τοπίο το οποίο θα ξεφεύγει από την παγίδα του καρτ ποσταλ , θα υποδηλώνει την ύπαρξη ενός φωτογράφου σε ότι αφορά την φόρμα και ενός παρατηρητή σε ότι αφορά το περιέχομενο. Είναι δύσκολο και για αυτό ενδιαφέρον.
Θα φωτογραφίζατε ποτέ σε στούντιο;
Θα φωτογράφιζα οπουδήποτε, όλος ό κόσμος άλλωστε είναι ένα τεράστιο στούντιο.
Είναι η γειτονιά σας πηγή φωτογραφικής έμπνευσης; Η Αθήνα;
Η φωτογραφία ακολουθεί την καθημερινότητα μου, ζω στην Αθήνα, δεν θα μπορούσε παρά να μου δίνει συνεχώς ερεθίσματα για φωτογράφιση, η Αθήνα είναι ένα οπτικό χάος που σε προκαλεί να το βάλεις σε μία τάξη.
Τι πιστεύετε κάνει μια φωτογραφία αξέχαστη;
Η μνήμη. Η σύνδεση της υποσυνείδητα με τις αναμνήσεις μας και τις εικόνες που κουβαλάμε και μας στοιχειώνουν.
Ασχολείστε και με κάτι άλλο εκτός από τη φωτογραφία;
Με την διδασκαλία της φωτογραφίας σε προσωπικό επίπεδο, είμαι σε μία ομάδα τους SHASHIN LOVERS που αγαπάμε το μέσο, ανταλλάσουμε απόψεις ,κρίνουμε και κρινόμαστε πάντα φωτογραφικά.
Ποια συμβουλή θα δίνατε σε έναν νέο φωτογράφο;
Να χρησιμοποιεί την φαντασία του. Σε μία τέχνη που το υλικό της είναι η πραγματικότητα ,η φαντασία είναι κάτι περισσότερο από απαραίτητη. Να έχει εμμονές ,οι φωτογραφίες που έχει φανταστεί να γίνουν οι εμμονές του, να τις κυνηγάει. Να μην υποκύπτει σε ευκολίες, ευρήματα, δηθενιές, να είναι ο εαυτός του.
Η φωτογραφία ακολουθεί την καθημερινότητα μου, ζω στην Αθήνα, δεν θα μπορούσε παρά να μου δίνει συνεχώς ερεθίσματα για φωτογράφιση, η Αθήνα είναι ένα οπτικό χάος που σε προκαλεί να το βάλεις σε μία τάξη.
Διαβάστε παρακάτω δύο προσωπικά κείμενα του φωτογράφου που υπάρχουν στο βιβλίο του:
Eξωτικό καλοκαίρι
«Άφησα την εφημερίδα πάνω στο τραπέζι. Δεν είχε νόημα, δεν έβλεπα να διαβάσω. Περίεργη ασθένεια της μέσης ηλικίας η πρεσβυωπία. Σε βρίσκει τότε ακριβώς που χρειάζεται να βλέπεις καλύτερα τα κοντινά παρά τα μακρινά. Κρατώντας την καρέκλα μου στο ένα χέρι, στο άλλο ένα ποτήρι ούζο, διέσχισα την παραλία και την κάρφωσα εκεί που σκάει το κύμα. Το νερό εισέβαλε μέσα στα παπούτσια παγώνοντας τα πόδια μου.Την κοίταζα.
Eπτά χρονών είχα φάει ξύλο για να βγω από την θάλασσα και να παρατήσω το παιχνίδι. Τα χείλη μου είχανε μελανιάσει, το ίδιο και τα ακροδάχτυλα μου, αλλά επέμενα να σπάσω το ρεκόρ μου κάτω από το νερό. Ύστερα τρέχαμε και παλεύοντας κυλιόμασταν στην καυτή άμμο, ανοίγαμε μεγάλους λάκκους βάζοντας μέχρι την μέση αγκάθια, τους σκεπάζαμε με ένα κομμάτι από πλαστική σακούλα ,και από πάνω με άμμο. Κάναμε χάζι τους μεγάλους που βούλιαζαν μέσα σε κείνες τις παιδικές παγίδες. Τα απογεύματα ψαρεύαμε στα βράχια ή ξεφλουδίζαμε ο ένας τον άλλο αποτελειώνοντας το έργο του ήλιου. Άλλες πάλι φορές, παίρναμε σβάρνα τις ρούγες σπέρνοντας τον πανικό με τα ξεφωνητά και τις τρεχάλες στις θείες που μας τρατάρανε ευχαρίστως υποβρύχιο ή λουκούμι, αρκεί να καθόμασταν ήσυχοι. Και μια φορά, είχαν βγάλει οι ψαράδες ένα μεγάλο ψάρι. Το είπανε σκύλο. Είχε μακριά μυτερά δόντια σαν τα δάχτυλα μου, ένα στρογγυλό σκοτεινό μάτι ετοιμοθάνατο. Κουνούσε πού και πού την ουρά του. Το «συμπάθησα» πολύ αργότερα, όταν κατάλαβα τον μεγάλο του τρόμο να βρίσκεται έξω από το νερό.
Αυτά τα λίγα θυμάμαι από εκείνα τα καλοκαίρια. Είναι τόσο μακρινά που μοιάζουν εξωτικά. Μου φωνάζουν να μη βρέχομαι γιατί θα κρυώσω. Τέλος Μαΐου, τέλος εποχής. Σε λίγες μέρες άλλο ένα καλοκαίρι...
Η βουτιά
Παίζουν ρακέτες, πίνουν μπύρεs, μαυρίζουν και φλερτάρουν. Σπάνια μπαίνουν στη θάλασσα για ένα ξέβγαλμα από την άμμο, για να δροσιστούν ή να ξεμεθύσουν. Πάνω σε τραπέζια ή κάτω από αυτά, μέσα σε εκκωφαντική μουσική που επιβάλλει σιωπή ή ουρλιαχτά, και διαρκή κίνηση. Στην νεολαιίστικη παραλία η διασκέδαση δεν σταματάει ποτέ.
Σε μια άλλη πιο ήσυχη, πηγαίνουν ηλικιωμένοι. Όταν φθάσουν, μπαίνουν κατευθείαν για μπάνιο. Αφού μουλιάσουν αρκετά, βγαίνουν, ντύνονται και φεύγουν. Γι’ αυτούς η παραλία είναι η απαραίτητη απόσταση που πρέπει να διασχίσουν μέχρι τη θάλασσα.
Σε μια βοτσαλωτή παραλία, τριγυρισμένη από βράχια με ένα μικρό μονοπάτι να την ενώνει με τον δρόμο, κολυμπάμε μόνο τρείς: εγώ, εκείνη κι εκείνος. Δεν γνωρίζω τα ονόματά τους, δεν μιλάμε παρά μόνο από ανάγκη, όταν βρεθούμε πρόσωπο με πρόσωπο. Τότε, λέμε «καλημέρα». Εκείνη ξαπλώνει στη μέση της παραλίας. Φοράει μια φούξια καπελαδούρα. Κάθε φορά βάζει μισό μπουκάλι λάδι, έτσι που το δέρμα της γυαλίζει πιο πολύ από το μπλε-λαγκούν ολόσωμο μαγιό της. Εκείνος, στην δεξιά άκρη, ψηλός ,τριχωτός και μυώδης. Φοράει ένα μαύρο μαγιό που είναι σαν να μη το φοράει, γιατί χάνεται μέσα στο μαυριδερό γεμάτο τρίχες σώμα του. Πρώτα σηκώνεται εκείνη –είναι μία ευγενική παραχώρηση μεταξύ κυρίων;– και μπαίνει στη θάλασσα. Κάθεται ακίνητη μέσα στο νερό ατενίζοντας τον ορίζοντα. Φοράει πάντα το καπέλο της. Ξαπλώνει απαστράπτουσα στην ψάθα της. Ύστερα, σηκώνεται ο ψηλός. Περπατάει γέρνοντας λίγο μπροστά και πέφτει με θόρυβο στο νερό. Κολυμπάει γρήγορα για δέκα λεπτά και μετά ξεκουράζεται ανάσκελα αφήνοντας έναν πίδακα νερού να βγαίνει από το στόμα του.
Χαμογελάω. Ξέρω ότι έχουν γυρίσει τα κεφάλια τους και ρίχνουν κλεφτές ματιές σε μένα. Είναι η σειρά μου. Ξαπλώνω στο νερό και σκέφτομαι. Για άλλους, το μπάνιο είναι ένα βάπτισμα. Βγαίνοντας, νιώθουν νέοι άνθρωποι αφήνοντας πίσω ένα κομμάτι του παλιού τους εαυτού. Οι ψυχολόγοι μιλάνε για επιστροφή στη μήτρα. Κοιτάζω κατευθείαν τον ήλιο, ένα λευκό φως με τυφλώνει. Δεν ακούω πάρα μόνο παφλασμούς. Το αλάτι στο στόμα έχει νεκρώσει τους γευστικούς κάλυκες. Στο κορμί μου, η υγρή αίσθηση της απομόνωσης από τον κόσμο, σαν να είμαι μέσα σε ένα μπουκάλι όπου το μήνυμα είμαι εγώ ο ίδιος. Δεν νιώθω τίποτα. Ολική αναισθησία. Κι αυτό είναι ευτυχία και την ευτυχία την καταναλώνεις σε μικρές δόσεις μοιράζοντάς την με τους άλλους.
Κολυμπάω προς την ακτή. Οι «σύντροφοί» μου ανυπομονούν.
Το λεύκωμα «Exotic Summer» του Κώστα Μασσέρα τυπώθηκε σε περιορισμένα αντίτυπα σαν αυτοέκδοση. Μπορείτε να το προμηθευτείτε στο 6947712004 ή στο cmasseras@gmail.com ή με μήνυμα στο Facebook Costas Masseras
Δειτε περισσοτερα
Η Ρεβέκκα Καμχή γράφει για τη γνωριμία της με τον καλλιτέχνη Κωνσταντίνο Κακανιά και για την αναδρομική του έκθεση στην γκαλερί της
«Η αρχιτεκτονική είναι η τέχνη της διάρκειας»
Η Kovacs μιλάει στην Athens Voice λίγες μέρες πριν τη συναυλία της στην Αθήνα
Οι ταινίες, οι αριθμοί, οι αλλαγές, οι διαμάχες
Ένα φαινόμενο που η παρουσία του μεταξύ ψηφιακού κόσμου και αληθινών γειτονιών καταργεί τα όρια μεταξύ κατασκευασμένου και υπαρκτού