Βιβλιο

Ο Βασίλης Βασιλικός διαβάζει το βιβλίο του Χρήστου Α. Σαρτζετάκη

68158-151454.jpg
Βασίλης Βασιλικός
ΤΕΥΧΟΣ 585
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
326498-674107.jpg

Θα αρχίσω από το τέλος του 2ου τόμου, από μια παράγραφο του «Επίμετρου: αριθμός 8» με τίτλο: «Πώς απεφάσισα να σπουδάσω νομικά για να γίνω δικαστής»: «Τότε είναι, στα πικρότατα εκείνα χρόνια της κατοχής, που απεφάσισα να σπουδάσω νομικά για να γίνω Δικαστής. Αισθανόμουν πάντα τον απέραντο σεβασμό που έτρεφεν ο πατέρας μου προς τους Δικαστικούς και Εισαγγελικούς λειτουργούς, κυρίως προς τους πρώτους. “Αυτοί είναι οι σωστοί άνθρωποι που ξέρουν να εφαρμόζουν τους Νόμους (εννοούσε με το ν κεφαλαίο) και διασφαλίζουν έτσι την κοινωνική ειρήνη. Και είναι ανεξάρτητοι, αρκεί να το θέλουν, δεν τους κουνάει κανείς!”, συνήθιζε να λέει. Ανεξάρτητοι. Τι ευλογημένη λέξις, όταν αρθρώνεται μέσα σε μια οικογένεια που τόσον εταλαιπωρήθη από τα  υπηρεσιακά δεινοπαθήματα του  πατέρα [...]

Έτσι όλες οι άλλες κρατικές υπηρεσίες ως πεδία επαγγελματικής σταδιοδρομίας κατ’ αρχήν απεκλείοντο! Επί τέλους, μόνον εάν γινόμουνα Δικαστής θα ήμουν ανεξάρτητος. Θα εφήρμοζα πιστώς τους νόμους της Πατρίδος μου χωρίς να φοβούμαι τίποτα, ούτε μεταθέσεις, ούτε απολύσεις[...] Θα ήμουν εις κάθε εκδικαζομένη υπόθεσιν νομοθέτης του αντικειμενικώς αγαθού, όπως θα το προσδιόριζαν οι νόμοι, χωρίς να ελέγχομαι, να απολογούμαι, χωρίς να δίνω λογαριασμό σε κανένα... Θα απέδιδα Δίκαιον εις αλληλοσπαρασσομένους συμπατριώτας μου απερίσπαστος.[...]. Θα κρατούσα τη ζυγαριά της Δικαιοσύνης, με χέρια στιβαρά. Και θα φορούσα διαρκώς το μαντήλι της εις τα μάτια μου, για να μη βλέπω τα κομματικά ή άλλα φρονήματα των δικαζομένων, αλλά μόνον τις άδικες πράξεις ή παραλείψεις των. Για να δικάζω σωστά “κατά νόμον, χωρίς φόβον και πάθος”».

Και πράγματι έτσι ξεκίνησε  ο Χρήστος Σαρτζετάκης τη δικαστική του καριέρα από το Αγρίνιο όπου υπηρέτησε για τρία χρόνια, αφήνοντας τις καλύτερες εντυπώσεις στην τοπική κοινωνία για το ήθος και το σθένος του. Ζήτησε μετάθεση στη γενέθλια πόλη, τη Θεσσαλονίκη, κι έφτασε εκεί ως πρωτοδίκης στις 11 Απριλίου του 1963. Τον Μάιο της ίδιας χρονιάς (22 του μηνός) δολοφονείται ο Γρηγόρης Λαμπράκης. Αναζητώντας Ανακριτή για να χειριστεί τη γεμάτη αγκάθια αυτή «υπόθεση», ο τότε Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνος Κόλλιας, πρότεινε τον αριστεύσαντα εις όλους τους διαγωνισμούς του Δικαστικού Σώματος ειρηνοδίκη και νυν πρωτοδίκη, του οποίου την ευφυΐα και την ακεραιότητα θαύμαζε, τον Χρήστο Σαρτζετάκη.

Και τότε σε λίγο αρχίζουν τα ζόρικα. Ο Κόλλιας ανησυχεί για την τροπή που παίρνουν οι ανακρίσεις. Πιέζει, κατ’ αρχήν ήπια, αλλά όσο η ανάκριση προχωρά, αρχίζει να γίνεται αφόρητα πιεστικός. Όμως ο ιδιοφυής νεαρός ανακριτής δεν καταλαβαίνει τίποτα. Δεν παίρνει ούτε από λόγια, ούτε από έμμεσες απειλές. Και συνεχίζει, με το μαντήλι στα μάτια του, τυφλά, να ξετυλίγει το μίτο της Αριάδνης στο σκοτεινό λαβύρινθο του παρακράτους που εποπτεύεται από τη Χωροφυλακή και την Ασφάλεια της πόλης.

Είναι θαυμαστή η περιγραφή των πιέσεων αυτών και πώς αντιδρά ο ίδιος ως ανακριτής. Τον στηρίζουν βέβαια και δύο ανώτεροι δικαστικοί, ο Μπούτης κι ο Παπαντωνίου (αργότερα θα προστεθεί σ’ αυτούς και ο Δελαπόρτας), ενώ τον υπονομεύουν όλοι οι άλλοι. Ο Σαρτζετάκης αμύνεται πάντα μέσα από τα υπάρχοντα πλαίσια του Νόμου. Ποτέ εκτός από αυτά. Κι εκεί που άλλος στη θέση του θα τα παρατούσε (με ένα ίσως «άι-σιχτίρ»), αυτός μουλαρώνει και βάζει όλη την τέχνη του υφαντή στο να συνδέσει τις κλωστές που μοιάζουν σκόρπιες στο πάτωμα του ανακριτικού του γραφείου, για να υφάνει, από την κουρελού της διαπλοκής, το χαλί με το «νοητό ήλιο της Δικαιοσύνης». Ανακαλύπτει μέσα από μια τυχαία λέξη, φράση, μια ασήμαντη κατά τα άλλα λεπτομέρεια, την εμπλοκή της Ασφάλειας και της Χωροφυλακής με το έγκλημα. Σαν την Αγκάθα Κρίστι. Δεν τον απασχολούσαν τα φτωχαδάκια που γίναν τραμπούκοι για μια άδεια πάγκου από τη Χωροφυλακή. Μέσω αυτών θέλει να αποκαλύψει τους ηθικούς αυτουργούς της υπόθεσης, τα ψηλά καπέλα. Και το πετυχαίνει.

Αυτό δεν του συγχωρεί η Χούντα όταν πραξικοπηματικά, λίγους μήνες μετά, «αρπάζει» την εξουσία: το ότι έκλεισε στην «μπουρού» αξιωματικούς. Ας ήταν της Χωροφυλακής. Αξιωματικοί ανώτατοι ήταν πάντως. Γαλονάδες. Κι εκείνος που τον πρότεινε για ανακριτή (ο Κόλλιας), τώρα ως πρωθυπουργός της χώρας παίρνει την εκδίκησή του για το φίδι που έτρεφε στον κόρφο του: τον απολύουν, του στερούν τη δυνατότητα να εργαστεί στο εξωτερικό, του αρνούνται, μόνο σε αυτόν, τους μισθούς των 12 μηνών που δικαιούται βάσει του νόμου. Ακολουθεί μια τριήμερη προειδοποιητική σύλληψη που θα ολοκληρωθεί σε λίγο με ενδεκάμηνο απόλυτο εγκλεισμό στα κάτεργα της ΕΣΑ με μόνη κατηγορία τη φιλία του με την Αμαλία Φλέμιγκ (που σε αυθαίρετη προέκταση τη συνδέουν με το Π.Α.Κ. εξωτερικού του Ανδρέα). Δεν βγάζει άχνα στα απάνθρωπα  βασανιστήρια που του κληροδοτούν μια μόνιμη αναπηρία στο πόδι. Δεν «ομολογεί» τίποτα από όσα του ζητούν να «ομολογήσει». Δεν δίνει κανένα όνομα. «Τυφλός» όπως ήταν σαν δικαστικός, μεταμορφώνεται σε «μουγγό» κρατούμενο. Ώσπου η επέμβαση του Σώματος των Γάλλων  Δικαστικών, αναγνωρίζοντας στην ταινία «Ζ» του Γαβρά τον «ηρωικό ανακριτή» της υπόθεσης Λαμπράκη, κατορθώνει να τον αποφυλακίσει το 1971.

Το δίτομο αυτό βιβλίο των 1.742 σελίδων με τίτλο «Επιτελών το καθήκον μου» από τις εκδόσεις Κέρκυρα, σε καλαίσθητη και ευανάγνωστη έκδοση, αξίζει να υπάρχει σε κάθε βιβλιοθήκη. Γιατί είναι το μόνο  α π ο λ ύ τ ω ς  αυθεντικό για τη δολοφονία που άλλαξε το ρου της Ιστορίας. Ο Σαρτζετάκης, εκτός από δικαστής, αποδεικνύεται και ικανός αφηγητής με την τέχνη του  «μοντάζ» που άριστα κατέχει. Για τα παιδιά των παιδιών μας και για τα τρισέγγονα θα αποτελεί ένα ανάγνωσμα εποικοδομητικό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας σε καιρούς ζόφου.  

*Η παρουσίαση του βιβλίου θα γίνει στις 18 του Οκτώβρη (κατά σύμπτωση ημέρα εγκαινίων της πόλεως των Αθηνών ως «Πρωτεύουσας του βιβλίου» της Ευρωπαϊκής Ένωσης) με ομιλητές τους: Νίκο Δένδια, Ηλία Νικολακόπουλο, Θόδωρο Πάγκαλο, τον καθηγητή Σπύρο Φλογαΐτη, τον υπογράφοντα, και με συντονιστή τον Αντώνη Παπαγιαννίδη, στο Αμφιθέατρο της Γενναδείου Βιβλιοθήκης (19.00)  

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ