Βιβλιο

Τι έχουν πάθει οι λέξεις;

Η συγγραφέας Μαρία Μπουτζέτη σχολιάζει τη «φλυαρία» του διαδικτύου

2642-204777.JPG
Δημήτρης Φύσσας
ΤΕΥΧΟΣ 599
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
338106-703216.jpg

Μια από τις καλύτερες «φωνές» νέων δημοσιολόγων που αναδείχτηκαν τα τελευταία χρόνια είναι, δίχως αμφιβολία, και η Μαρία Μπουτζέτη. Λέω ότι είναι μια από τις καλύτερες γιατί συνδυάζει με επιτυχία μερικά από τα πιο βασικά στοιχεία της καλής σχολιογραφίας: άμεση παρέμβαση –αλλά και αρκούντως αραιή– στην επικαιρότητα, πυκνότητα γραφής, απρόσμενη διαπραγμάτευση του θέματος, ενστάλαξη στοιχείων διαχρονικότητας και σαφήνεια στην άποψή της. Όλα αυτά, συνοδευόμενα με μια μικρή αλλά εύστοχη δόση ψυχολογικής ανάλυσης η οποία αποτελεί προσωπική της ιδιαιτερότητα. 

Παρόλο που τα κείμενά της έχουν δημοσιευτεί και σ’ αυτή την εφημερίδα, την γνώρισα μόλις τώρα που χρειάστηκε να της πάρω αυτή τη συνέντευξη. Και η αφορμή ήταν η καλύτερη δυνατή: συγκέντρωσε τα κομμάτια της και τα έβγαλε σ’  ένα βιβλίο. Διαβάζοντάς τα όλα μαζί, τα εκτίμησα περισσότερο απ’ ό,τι κατά τη σποράδην διαδικτυακή ανάγνωση. Το βιβλίο λέγεται «Τι έχουν πάθει οι λέξεις;» –με υπότιτλο «Συναρμολογώντας την εποχή»–, κυκλοφορεί από τις Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις και περιλαμβάνει 50 άρθρα, που έχουν γραφτεί από το 2012. 

Αιτιολόγηση τίτλου;

Ζούμε σε μια αμήχανη εποχή, χωρίς σαφή προσανατολισμό. Οι λέξεις παρακολουθούν την εποχή τους και ακολουθούν την αμηχανία της. Μοιάζουν να μην έχουν απαντήσεις. Την ίδια στιγμή, είναι φθαρμένες από την επαναλαμβανόμενη διάψευση των προσδοκιών που φέρουν και από τη «φλυαρία» του Διαδικτύου. Στερημένες από πάθος και όραμα, μοιάζουν αδύναμες να εμπνεύσουν. Είναι μεγάλη απώλεια η εξελισσόμενη ήττα των λέξεων. Και αυτό γιατί οι λέξεις παραμένουν ο μόνος συντελεστής μεταβολής. Οι λέξεις είναι το μόνο αντίβαρο στη βία. Το ερώτημα λοιπόν του τίτλου, αποτυπώνει το ερώτημα που έθεσα στον εαυτό μου: Μπορούν οι «πληγωμένες» λέξεις να μιλήσουν για αυτά που μας απασχολούν σήμερα; Μπορούν οι λέξεις να συνθέσουν την εποχή και την ιδιόρρυθμη ατμόσφαιρά της; 

Πόσον καιρό αρθρογραφείτε;

Αρθρογραφώ τακτικά από το 2013, ένα μόνο κείμενο είναι του 2012. Αλλά και στα χρόνια των σπουδών μου, σε απόπειρες φοιτητικών blogs, επιχειρούσα να συμμετέχω. 

Τι περιλαμβάνει το βιβλίο;

Κείμενα που δημοσιεύτηκαν από το 2012 έως τον Σεπτέμβριο του 2016. Το 2012 σηματοδοτεί για μένα ένα κομβικό σημείο πολιτικών και κοινωνικών μεταβολών, με τη ριζική ανατροπή ενός καθιερωμένου πολιτικού συστήματος, που ξεκινά με την κυβέρνηση συνεργασίας των δύο παραδοσιακά αντίπαλων πόλων και την ανάδυση νέων πολιτικών δυνάμεων. Το 2012 αποτελεί, ακόμα, μία δεύτερη φάση της κρίσης. Δεν ήθελα να αφαιρέσω κάποιο κείμενο – ακόμη και αν φαινόταν αντιφατικό. Δεν θα ήταν ειλικρινές. Ούτε και θα υπηρετούσε το στόχο του βιβλίου να διαφανούν οι λεπτές αποχρώσεις και τα διλήμματα της περιόδου. 

Ποια είναι τα κύρια θέματα που απασχολούν την αρθρογραφία σας;

Το βιβλίο διαρθρώνεται σε επτά ενότητες, που αντιστοιχούν και στα θέματα τα οποία προσεγγίζω. Είναι η κοινωνική ατμόσφαιρα και πώς αυτή διαμορφώνεται στο κλίμα αμηχανίας, οι πολιτικές εξελίξεις στη στρατηγική τους διάσταση, η επανεξέταση της σχέσης μας με την πολιτική, η εικόνα της Αθήνας ως μεγεθυντικού φακού, η αλληλεπίδρασή μας με το δημόσιο χώρο, το αντιφατικό περιβάλλον των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης αλλά και οι διέξοδοι, οι ματιές αισιοδοξίας που μπορούν να μας οδηγήσουν στην επόμενη μέρα. 

Πώς διαμορφώσατε αυτό το κοφτό ολιγογραφικό στιλ των σύντομων κειμένων; Ποια είναι τα πρότυπά σας στο γράψιμο, αν υπάρχουν;

Πιστεύω πολύ στα σύντομα κείμενα. Στη δημιουργία ατμόσφαιρας μέσα από τις λέξεις χωρίς πολλές λέξεις. Μου αρέσουν οι λέξεις που λένε περισσότερα από όσα εκ πρώτης όψεως μεταδίδουν. Υπάρχει μία πρόκληση σε αυτό. Κάθε λέξη λαμβάνει θέση στην πρόταση, όχι όμως χαριστικά. Κάθε λέξη πρέπει να αξίζει τη θέση που καταλαμβάνει, να είναι η καλύτερη εκδοχή. Αυτό δεν είναι πάντα εφικτό, είναι όμως ένας οδηγός. Πριν κάποια χρόνια με είχε εντυπωσιάσει «Το Λάθος» του Αντώνη Σαμαράκη – είναι σίγουρα ένα βιβλίο που με έχει επηρεάσει. Υπάρχουν και φιλοσοφικά βιβλία που με έχουν αγγίξει, όπως η «Κοινωνία του Θεάματος» του Debord και το «Επινοώντας την Καθημερινή Πρακτική» του De Certeau. Η μητέρα μου είναι φιλόλογος, και από εκείνη σίγουρα έχω επηρεαστεί. 

Σε ποιο βαθμό οι σπουδές/το επάγγελμά σας σχετίζονται με τη θεματολογία σας;

Έχω σπουδάσει Επικοινωνία και ΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, συνεπώς η γραφή, ως λόγος, είναι άρρηκτα εργαλείο συνδεδεμένο με την Επικοινωνία. Από εκεί και πέρα το μεταπτυχιακό μου είχε ως θέμα τα ψηφιακά αλληλεπιδραστικά Μέσα, ενώ το διδακτορικό –που βρίσκεται σε εξέλιξη– αφορά την Πολιτική Επικοινωνία εντός των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης. Όλα αυτά τα αντικείμενα αντανακλώνται στη θεματολογία των κειμένων. 

Παρακολουθείτε τα άρθρα σας να ταξιδεύουν;

Υπάρχουν φορές που τα άρθρα βρίσκουν περισσότερη ανταπόκριση και άλλες που πηγαίνουν «χλιαρά». Παρατηρώ ότι αρέσουν περισσότερο τα ανθρώπινα κείμενα, εκείνα με τα οποία μπορεί κανείς να ανασύρει δικές του μνήμες, εμπειρίες. Από την άλλη και τα αναλυτικά άρθρα έχουν το κοινό τους. Με ενδιαφέρει η απήχηση, όμως συγκινούμαι ακόμη και αν ένα μόνο άτομο πει ότι πήρε κάτι από το κείμενο. Πιστεύω ότι αυτός πρέπει να είναι ο στόχος. Να μπορείς να πεις κάτι σε κάποιον. Παρακολουθώ την αναγνωσιμότητα, με «κολακεύει», δίχως να είναι αυτοσκοπός. 

Ποια προσδοκία έχετε από την έκδοση;

«Φτιάχνοντας» αυτό το βιβλίο, είχα την ελπίδα ότι τα κείμενα, εκτός από το να μεταφέρουν την προσωπική μου ματιά, μπορούσαν ίσως να λειτουργήσουν ως μία αφήγηση της εποχής, «συναρμολογώντας» την ιδιόρρυθμη ατμόσφαιρά της. Προσδοκώ ακόμη να προτείνω μερικά σημεία αισιοδοξίας. Λέω στο εισαγωγικό κομμάτι του βιβλίου ότι είχα την επιθυμία να τα δω και σε έντυπη μορφή, μιας και τα περισσότερα είχαν φιλοξενηθεί ηλεκτρονικά. Αυτό είναι κάτι το προσωπικό, αλλά ταυτόχρονα και μια αλήθεια. Τα κείμενα χάνονται στον ωκεανό του διαδικτύου. Αν έχουν κάτι να πουν, ήθελα να παρατείνω τη ζωή τους.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ