Βιβλιο

Τι διαβάζεις και γιατί;

Όσο περισσότερο διαβάζεις, τόσο πιο μαύρα φαίνονται όλα

eleni_helioti_1.jpg
Ελένη Χελιώτη
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Τι διαβάζεις και γιατί;
© freepik

Γιατί όλο και περισσότεροι νέοι απομακρύνονται από την ανάγνωση και πώς η Τεχνητή Νοημοσύνη αλλάζει το μέλλον του βιβλίου.

Τις τελευταίες εβδομάδες έχω παρατηρήσει ένα μοτίβο. Στις πολυάριθμες αγγλόφωνες ιστοσελίδες τις οποίες διαβάζω, έχω δει ότι υπάρχει ένας ολοένα αυξανόμενος αριθμός άρθρων για το διάβασμα γενικότερα. Πιο συγκεκριμένα, η θεματολογία γύρω από αυτή την τεράστια ομπρέλα που ονομάζεται «βιβλίο» ποικίλλει από το γιατί είναι σημαντικό να διαβάζουμε όχι μόνο σε εσωτερικούς χώρους, αλλά και σε εξωτερικούς, γιατί έχει σημειωθεί μία τόσο σημαντική μείωση των ανθρώπων που διαβάζουν, γιατί οι καθηγητές πανεπιστημίων φοβούνται για το μέλλον των ανθρωπιστικών επιστημών ―αλλά και γενικότερα για την τριτοβάθμια εκπαίδευση― με την ανάδυση της Τεχνητής Νοημοσύνης, γιατί οι άντρες είναι αυτοί που και διαβάζουν αλλά και γράφουν πια λιγότερο, και γιατί το διάβασμα κινδυνεύει, γενικά. Το κλίμα είναι δυσοίωνο και σκοτεινό.

Ενδεχομένως να έχω παρατηρήσει αυτή την τάση επειδή το θέμα με ενδιαφέρει σε μεγάλο βαθμό. Δεν νομίζω όμως ότι είναι τυχαίο το γεγονός ότι τόσα ξένα μέσα, τα οποία καλύπτουν όλων των ειδών τα θέματα ―από πολιτική και μαγειρική, μέχρι τέχνες και τεχνολογία― αφιερώνουν τόσο χρόνο και τόσα άρθρα πάνω σε αυτό.

Η αλήθεια είναι ότι όσο περισσότερο διαβάζεις γενικότερα, τόσο πιο μαύρα φαίνονται όλα. Όπου και αν κοιτάξεις, όλα κάπως φαίνεται να χειροτερεύουν, και η ανθρωπότητα να έχει πάρει μια κατιούσα η οποία φαντάζει ανεξέλεγκτη και μη αναστρέψιμη.

Συνήθως σε τέτοιου είδους άρθρα ή σχολιασμούς συμπεριλαμβάνονται και στατιστικά, τα οποία φαίνεται ως επί το πλείστον να προέρχονται από τις δεκαετίες 1980 έως 2000. Και αυτό δεν είναι τυχαίο. Σε αυτή τη «χρυσή» εικοσαετία απλά ίσως να είχαμε απομακρυνθεί αρκετά από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο ώστε σε μεγάλο βαθμό να είχαμε ανακάμψει, αλλά η τεχνολογία, όπως την γνωρίζουμε και τη βιώνουμε σήμερα, δεν είχε ακόμα εισβάλλει στη ζωή μας, και έτσι τα πράγματα είχαν απλά κάπως εξομαλυνθεί. Από την άλλη, ίσως πολύ απλά η υπερπληροφόρηση για όλα όσα συμβαίνουν ταυτόχρονα σε όλο τον κόσμο να μην είχε ακόμα προλάβει να μας εγκλωβίσει σε έναν φαύλο κύκλο (κακών και μη) ειδήσεων.

Το πρόβλημα με την τωρινή τεχνολογία φαίνεται να είναι ότι η εξέλιξή της είναι μακράν ταχύτερη από τον ρυθμό με τον οποίο μπορούμε να την αντιληφθούμε, να την «χωνέψουμε» και να δούμε στην πράξη ―και όχι απλά στη θεωρία― που μας επηρεάζει και σε τι βαθμό. Αναπόφευκτα, λοιπόν, εκείνες οι δεκαετίες έχουν μετατραπεί σε ένα μαγικό «τω καιρώ εκείνω» όπου όλα ήταν καλύτερα.

Το πιο ενδιαφέρον και αξιοσημείωτο, αλλά όχι τόσο παράξενο, είναι ότι μέσα από αυτά τα άρθρα που κατά κύριο λόγο αφορούν τη λογοτεχνία, τα βιβλία και την εκπαίδευση, προκύπτουν πολλά θέματα κοινωνικά, όπως, για παράδειγμα, η τωρινή, και επίσης ζοφερή, κατάσταση με τους καυκάσιους νέους άνδρες ― όταν λέμε νέους, σκεφτείτε γενιά των millennials.

Θα ξεκινήσω από το τελευταίο άρθρο που διάβασα, το οποίο ήταν στο New York Times, γραμμένο από τη Μορίν Ντάουντ με τον τίτλο «Attention, Men: Books Are Sexy!» (Προσοχή, άντρες: τα βιβλία είναι σέξι!). Πέραν από το γεγονός ότι η Ντάουν τονίζει το πόσο ελκυστικό σ’ έναν άνδρα είναι να διαβάζει ―τόσο που ο λογαριασμός στο Instagram «Hot dudes reading» έχει 1,4 εκατομμύρια ακολούθους― μας ενημερώνει επίσης για το ότι οι άνδρες δεν διαβάζουν απλά λιγότερο, αλλά οι γυναίκες αποτελούν πια το 80% των «καταναλωτών» μυθοπλασίας.

Ένας φίλος της Ντάουν, επιμελητής, συγγραφέας και καθηγητής πανεπιστημίου, πιστεύει ότι σε αυτό ενδεχομένως να συνέβαλλε ότι κατά της διάρκεια της δεκαετίας του 1980, ξεκίνησε μια εμμονή με τα χρήματα και τον πλούτο, όπως και μια στροφή στην εκπαίδευση προς τις θετικές επιστήμες και την πληροφορική, καθιστώντας έτσι τις ανθρωπιστικές επιστήμες υποδεέστερες, ή στην καλύτερη, δευτερεύουσας σημασίας. Εξίσου σημαντικό θεωρεί το ότι δεν ακούμε αρκετά συχνά για τα οφέλη των μυθιστορημάτων, για τη δύναμή τους, και για την ικανότητά τους, όπως είπε η αγαπημένη Σούζαν Σόνταγκ, να «μεγενθύνει τη συμπόνια μας».

Και μετά έρχεται το άρθρο του Ντέιβιντ Τζ. Μόρρις «The Disappearance of Literary Men Should Worry Everyone» (Η εξαφάνιση των λογοτεχνικών ανδρών θα πρέπει να ανησυχεί τους πάντες), στο οποίο αφού μας διαβεβαιώνει ότι καλωσορίζει το τέλος της ανδρικής κυριαρχίας στη λογοτεχνία, καθότι οι άνδρες έκαναν κουμάντο για πάρα πολύ καιρό, πολλές φορές εις βάρος κάποιων εξαιρετικών γυναικών συγγραφέων, μας ενημερώνει και εν μέρει μας προειδοποιεί ότι η υγεία της κοινωνίας μας ―ειδικά εν όψει της παρουσίας του Ντόναλντ Τραμπ και της διαστρεβλωμένης εικόνας της τοξικής αρρενωπότητας που κυκλοφορεί στο διαδίκτυο― απειλείται και από αυτή την έλλειψη.

Ποια όμως είναι αυτή και πώς επηρεάζει; Εξηγεί το εξής: «Τις τελευταίες δεκαετίες, οι νέοι άνδρες έχουν «πέσει» εκπαιδευτικά, συναισθηματικά και πολιτισμικά. [Για τους άνδρες το ποσοστό αποφοίτησης είναι κάτω από 40%.] [Αυτό] μεταφράζεται σε μείωση του αριθμού των μυθιστορημάτων που διαβάζουν οι νέοι άνδρες, καθώς βυθίζονται όλο και περισσότερο στα βιντεοπαιχνίδια και την πορνογραφία. Οι νέοι άνδρες που εξακολουθούν να εκδηλώνουν περιέργεια για τον κόσμο πολύ συχνά αναζητούν πνευματική διέγερση μέσω προσωπικοτήτων της «ανδρόσφαιρας» (manosphere) όπως ο Άντριου Τέιτ και ο Τζο Ρόγκαν. Αυτοί οι νέοι άνδρες χρειάζονται καλύτερες ιστορίες — και πρέπει να βλέπουν τους εαυτούς τους ως μέλη του κόσμου της αφήγησης. Τα μυθιστορήματα κάνουν πολλά πράγματα. Ψυχαγωγούν, εμπνέουν, προβληματίζουν, υπνωτίζουν. Αλλά η ανάγνωση μυθιστορημάτων είναι επίσης ένας εξαιρετικός τρόπος για να βελτιώσει κανείς το συναισθηματικό του IQ. Τα μυθιστορήματα μας βοηθούν να διαμορφώσουμε την ταυτότητά μας και να κατανοήσουμε τη ζωή μας».

Μετά έρχεται το άρθρο του Τζόσουα Ρόθμαν στο The New Yorker, με τον τίτλο «What’s Happening to Reading?» (Τι συμβαίνει στην ανάγνωση;) στο οποίο μας λέει ότι η φύση της ανάγνωσης έχει αλλάξει, και ότι ενώ παλαιότερα ήταν μια δραστηριότητα, ας την πούμε «κοινότυπη» ―την περιγράφει ως unremarkable―, το ερώτημα «τι διαβάζεις και γιατί;» τώρα πια έχει γίνει καίριο. Τονίζει πόσο έχει αλλάξει η ανάγνωση, και πόσο αναχρονιστικό έχει γίνει το είδος της ανάγνωσης που γνωρίζαμε παλιά, τότε που βυθιζόταν ο αναγνώστης σε ένα μεγάλο κείμενο (βιβλίο) για ώρες, με ακλόνητη προσοχή και προσήλωση.

Αναφέρεται βεβαίως και στο πώς η ΤΝ επηρεάζει την ανάγνωση (ή κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι την εξαλείφει κιόλας) στην εκπαίδευση, όταν ένας φοιτητής αντί να διαβάσει το βιβλίο που του έχει ανατεθεί, διαβάζει αντ’ αυτού την περίληψη που του «ετοιμάζει» το εργαλείο ΤΝ που επέλεξε. Σε αυτό το σημείο αναφέρεται στο γεγονός ότι και ο ίδιος ο Ρόθμαν (ως συγγραφέας) αλλά και άλλοι πια γράφουν για την ΤΝ. Ότι από δω και στο εξής, είναι πολύ αμφίβολο ποιος πραγματικά διαβάζει τα αυθεντικά κείμενα (άρθρα, βιβλία, κ.α.) που γράφονται και δεν επαναπαύεται ή αρκείται σε μια άψυχη σύνοψη ή απλοποίηση.

Στην απλοποίηση όμως ενός κειμένου, οι «αναγνώστες» αυτοί θεωρούν ίσως ότι μπορείς να διαχωρίσεις τη μορφή από το περιεχόμενο ―και σε αυτό, παράδειγμα δίνει την εφαρμογή Blinkist, μια εταιρία που ξεκίνησε στο Βερολίνο το 2012, η οποία διαφημίζεται ως «το μέλλον της ανάγνωσης» και η οποία προσφέρει 15λεπτες περιλήψεις μη λογοτεχνικών πεζογραφημάτων (non fiction). Πιστεύουμε πραγματικά ότι έχουμε διαβάσει ή κατανοήσει κάποιο βιβλίο εάν έχουμε προσπεράσει το αυθεντικό κείμενο και έχουμε ενημερωθεί για αυτό από μια σύνοψη η οποία έχει δημιουργηθεί από την ΤΝ;

Τέλος, αναφέρεται στο γεγονός ότι η ανθρώπινη ανάγνωση (σε αντίθεση με αυτή της ΤΝ) έχει δύο σημαντικούς περιορισμούς: την περατότητα και την μνήμη. Αυτοί όμως είναι δύο παράγοντες που την καθιστούν ακόμα πιο πολύτιμη. Η επιλογή του τι θα διαβάσεις αμέσως γίνεται άκρως πιο σημαντική, και προσωπικά πιστεύω ότι όταν επιστρέφουμε μετά από χρόνια σε βιβλία που αγαπήσαμε και ζουν βαθιά στην ψυχοσύνθεσή μας και ανακαλύπτουμε προς έκπληξή μας αλλά ταυτόχρονα με ιδιαίτερη ευχαρίστηση, πόσο διαφορετική είναι αυτή η δεύτερη ή ακόμα και τρίτη ανάγνωση, αντιλαμβανόμαστε και εκτιμάμε ακόμα περισσότερο τη σημασία των βιβλίων.

Πιο σημαντικό όλων όμως είναι το τι αντιλαμβανόμαστε για τον ίδιο μας τον εαυτό. Εάν κάποιος με ρωτούσε κάθε 2 χρόνια την τελευταία δεκαετία ποιο είναι το αγαπημένο μου βιβλίο, από όλα όσα έχω διαβάσει ―και είναι εκατοντάδες―, κάθε φορά θα του έδινα και μια διαφορετική απάντηση. Γιατί ενώ μεγαλώνουμε αλλάζουμε, και ενώ διαβάζουμε αλλάζουμε ακόμα περισσότερο. Θυμάμαι ότι το 2012 μια πολύ καλή μου φίλη μου πρότεινε να διαβάσω το μυθιστόρημα «Νάρκισσος και Χρυσόστομος» του Έρμαν Έσσε, και μου είπε ότι θεωρεί ότι θα έπρεπε κάποιος να το διαβάσει αυτό μια φορά στα 20 του και άλλη μία στα 30, γιατί θα διαβάσει ένα πολύ διαφορετικό κείμενο.

Εγώ δυστυχώς ήμουν ήδη 31 όταν το διάβασα την πρώτη φορά, αλλά είχα αντίστοιχη εμπειρία διαβάζοντας για δεύτερη φορά ένα από τα αγαπημένα μου βιβλία, το «Στόουνερ» του Τζον Γουίλιαμς, όπως επίσης και όλες τις φορές (γύρω στις 4 ομολογώ) που διάβασα «Ο Λύκος της Στέππας» του Έρμαν Έσσε, και το «Our Tragic Universe» της Σκάρλετ Τόμας.

Το μέλλον της ανάγνωσης αργά ή γρήγορα θα φανεί. Θα έρθει. Είτε το θέλουμε είτε όχι. Είτε μας αρέσει είτε όχι. Είτε προσπαθήσουμε να το καθυστερήσουμε είτε όχι. Είτε το πολεμήσουμε είτε όχι. Η ανάγνωση είναι παιδί της αφήγησης και εγγόνι της ιστορίας. Οι ιστορίες έχουν υπάρξει εδώ και χιλιετίες τα πνευμόνια της ύπαρξής μας. Ξεκίνησαν ως τοιχογραφίες και τώρα διακοσμούν λευκές σελίδες. Ιστορίες δεν θα σταματήσουμε ποτέ να αφηγούμαστε, ακόμα και αν έρθει η μέρα που δεν θα μπορούμε να διαβάσουμε ―εδώ θα σας πρότεινα να διαβάσετε το «Φαρενάιτ 451» του Ρέυ Μπράντμπερι, όπως επίσης και ένα εξαιρετικό βιβλίο εφηβικής λογοτεχνίας «The Last Book in the Universe» του Ρόντμαν Φίλμπρικ. 

Και θα κλείσω με ένα ακόμα άρθρο στη Washington Post της Νικόλ Κράους, η οποία γράφει ότι: «Εδώ και χιλιάδες χρόνια, βρίσκουμε λέξεις για τον εαυτό μας, γράφουμε τη δική μας ιστορία και, στη διαδικασία αυτή, έχουμε κάνει κάτι πολύ πιο ριζοσπαστικό από ό,τι εκφράζουμε: Έχουμε εφεύρει τον εαυτό μας. Έχουμε θέσει το ουσιώδες ερώτημα: Ποιοι είμαστε και τι είδους άνθρωποι θέλουμε να είμαστε; Και πιστεύω ότι μόνο ως αναγνώστες και συγγραφείς, μόνο ως άνθρωποι εκπαιδευμένοι στη σύνδεση γλώσσας και του νοήματος, υπάρχει η ελπίδα να βρούμε μια απάντηση.»

Εσύ, λοιπόν· ναι, εσύ. Τι διαβάζεις, και γιατί;

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Φραντσέσκα Ντιοταλέβι
Φραντσέσκα Ντιοταλέβι: Το να γράψω για τη Βίβιαν Μάιερ υπήρξε άσκηση λεπτότητας, σεβασμού και θάρρους

Με αφορμή το βιβλίο «Με τη δική σου ματιά μονάχα», η συγγραφέας μιλά αποκλειστικά στην Athens Voice για την πρόκληση να μετατρέψει την κρυφή ζωή της Μάιερ σε μια δυνατή μυθοπλαστική αφήγηση

Σμαρώ Τζενανίδου,  «Η Βενετία αλλιώς»
15 συγγραφείς συνομιλούν με τον αγαπημένο τους πίνακα στο Ίδρυμα Κακογιάννης

Η συλλογή διηγημάτων «Οι Αόρατοι της Γης» είναι το αποτέλεσμα του δημιουργικού διαλόγου των συγγραφέων με ένα έργο της ομότιτλης έκθεσης της Σμαρώς Τζενανίδου

Δημήτρης Τσεκούρας: Είναι αδιανόητο να μην νικάει το καλό
Δημήτρης Τσεκούρας: Είναι αδιανόητο να μη νικάει το καλό

Ο συγγραφέας και μεταφραστής μιλά για το νέο του μεταφραστικό έργο, τη συλλογή του Γεωργιανού συγγραφέα Έρλομ Αχβλεντιάνι «Ο άντρας που έχασε τα λογικά του», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν.

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.

// EMPTY