Βιβλιο

Μερκάντο της Μαρίας Μαμαλίγκα: Το πικρό ποτήρι μιας ενηλικίωσης

Γνωρίζουμε ελάχιστα για τα θύματα, τις ζωές τους, τον πολιτισμό τους

32014-72458.jpg
A.V. Guest
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Μερκάντο της Μαρίας Μαμαλίγκα
Μερκάντο της Μαρίας Μαμαλίγκα

Η Μαρία Τοπάλη γράφει για το Μερκάντο της Μαρίας Μαμαλίγκα: Η ιστορία μιας Εβραιοπούλας από τη Ρόδο τον καιρό του Ολοκαυτώματος 

Όπως κάθε καλό λογοτεχνικό βιβλίο, έτσι και το «Μερκάντο» της Μαρίας Μαμαλίγκα (εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας) πρέπει να έχει έναν πυρήνα άχρονο, όπως άχρονη είναι η παιδική ηλικία και το ασυνείδητο, οι περιοχές δηλαδή της προσωπικότητάς μας, που τις έχουμε ανάγκη ενεργές ώστε να απολαύσουμε την τέχνη. Η νουβέλα είναι βεβαίως τέχνη· δεν είναι ούτε ιστορία, ούτε ιστορία των ιδεών, ούτε ιστορία του φύλου, ακόμη και αν συνομιλεί εντατικά με αυτά και άλλα κειμενικά είδη. Ρώτησα τη συγγραφέα πώς και έγραψε ένα βιβλίο για τους «Ροντεσλίς», όπως έμαθα (από το βιβλίο της) ότι λέγονται στα λαντίνο οι Εβραίοι της Ρόδου. Μου απάντησε: είναι μια ιστορία ενηλικίωσης. Συμφωνώ. Είναι μια νουβέλα ενηλικίωσης. Στις σελίδες της παρακολουθούμε τη νεαρή Εστρέλλα Τουριέλ να γίνεται από έφηβη γυναίκα, από μαθήτρια εργαζόμενη, από μέλος της κλειστής εβραϊκής κοινότητας πολίτης του κόσμου, από κάτοικος της ροδίτικης Τζουντερίας διδάσκουσα στο Γέηλ.

Η νουβέλα μού άρεσε. Αυτό το καταλαβαίνει ο καθένας, όταν διαβάζει και δεν θέλει να σταματήσει, ή σταματά για να καθυστερήσει και να μεγιστοποιήσει την απόλαυση. Αυτό σημαίνει, πριν επιστρατεύσουμε την κριτική σκέψη, ότι η συγγραφέας «ξέρει να γράφει», όπως λέμε. Το συναίσθημα που αποκόμισα διαβάζοντας, και μάλιστα με σταθερό ρυθμό, είναι μια βαθύτατης πίκρας. Όχι όμως πίκρας με την έννοια του παράπονου και του ιζήματος. Πίκρας στην κυριολεξία: πίκρισε το μέσα μου, διαβάζοντας. Μου φάνηκε ότι παρακολούθησα ένα πειραματόζωο, την Εστρέλλα Τουριέλ, να πίνει το ένα δηλητήριο μετά το άλλο, και το σασπένς της υπόθεσης ήταν: θα ζήσει; θα καταρρεύσει; θα εξαθλιωθεί; πόσο μακριά θα φτάσει; τι θα καταφέρει; Η κοπέλα αυτή, που την φανταζόμαστε έξυπνη, φιλομαθή, τολμηρή, όμορφη, ανθίζει ερωτικά και διανοητικά μέσα σε εντελώς ακατάλληλες συνθήκες και δέχεται, το ένα μετά το άλλο, τα χτυπήματα. Τη βίαιη απώλεια του εραστή, τη βίαιη απώλεια του πατέρα, τον αποχωρισμό από την οικογένεια, τον ξενιτεμό, την απώλεια του μωρού, την παγερή μοναξιά, την απώλεια της οικογένειας, την επίγνωση του διωγμού, της γενοκτονίας, της φρίκης. Οι περισσότερες από εμάς θα τσάκιζαν με τα μισά από αυτά τα χτυπήματα.

Μήπως κάθε ενηλικίωση δεν είναι πικρό ποτήρι;

Η πρώτη ψυχρή σκέψη που κάνω, καθοδηγείται από την ιδέα της νουβέλας ενηλικίωσης. Μήπως, αναρωτιέμαι, κάθε ενηλικίωση δεν είναι πικρό ποτήρι; Ακόμη κι αν είναι ακραία η ιστορία της Εστρέλλας, ή ίσως χάρη στο γεγονός ότι είναι ακραία, δεν καθίσταται παραδειγματική ως μετάβασηστον ενήλικο βίο; Η Εστρέλλα θάβει, και θάβει, και θάβει, και πενθεί. Οργανώνει τη μνήμη του χαμένου κόσμου και των ανθρώπων του ως έναν θησαυρό, που κανείς δεν μπορεί να της αποσπάσει· κάνει, εντέλει, αυτή τη μνήμη επάγγελμα. Τι μπορώ να τοποθετήσω πλάι στην ακραία πίκρα των ποτηριών που υποχρεώνεται να πιεί; Μια μεγάλη δύναμη, ασφαλώς. Η Εστρέλλα είναι αγωνίστρια, ούτε συζήτηση. Αλλά είναι και ένας τρυφερός άνθρωπος· είναι σε θέση να συνδεθεί και να κρατήσει μέσα της τους αρχέγονους δεσμούς της αγάπης.

Μερκάντο, Μαρία Μαμαλίγκα

Τα λεγόμενα «κολάζ» είναι της μόδας, συχνά ωστόσο βγάζει μάτι ότι είναι αυτό και μόνο: της μόδας. Εδώ η συγγραφέας έχει κεντήσει σωστά το υφαντό της αφήγησης. Οι φράσεις στα λαντίνο, τα αποσπάσματα των Ψαλμών, οι ημερολογιακές σημειώσεις και η αφήγηση του συγγραφικού «εγώ», της τριτοπρόσωπης αφηγήτριας, η συνύφανση ιστορίας-μυθοπλασίας με τον τόνο πάντα κρατημένο χαμηλά, ιδρύουν ένα καθεστώς ελεγχόμενης συγκίνησης, που διατηρεί σταθερή την υγρασία και το πάθος, σε όλα τα δωμάτια και τους ορόφους του βιβλίου. Οι λέξεις, οι γλώσσες, η ποίηση κάνουν την πίκρα πικρότερη, τον πόνο πιο οδυνηρό, τη δύναμη πιο ορμητική, το θάρρος και την αξιοπρέπεια πιο βαρύρριζα.

Η Εστρέλλα που τα κουβαλά όλα αυτά, δεν είναι μόνη της. Όταν βγει από τον μακρύ στενό λαιμό των φρικτών απωλειών, θα ανασυσταθεί στη ζωή της ένα πιο μακρινό, αλλά πειστικό ζευγάρι στήριξης και παρηγοριάς. Είναι η θεία Χάνα, στην Παλαιστίνη πλέον, επιζήσασα του Άουσβιτς, φορέας της μαγικής οικογενειακής μνήμης, των γεύσεων, των αρωμάτων, των αγγιγμάτων. Η αφανισμένη Τζουντερία, η καταπατημένη μνήμη και περιουσία της Εστρέλλας στην πόλη της Ρόδου, θα φυλάσσεται μελλοντικά με ασφάλεια στο Ισραήλ, στα χέρια της Χάνας. Κι από την άλλη είναι ο Άουερμπαχ, ο λόγιος γερμανόφωνος Εβραίος, που θα πάρει κάπως τη θέση του πατέρα, οδηγώντας την με χαμηλότονη αλλά σταθερή προστασία και επίβλεψη στην επόμενη ζωή της. Αναρωτιέμαι, στο σημείο αυτό, τι ρόλο παίζει ο Τούρκος πρόξενος, που κάθε τόσο επανέρχεται, κάτι της δίνει που αυτή το δέχεται δίχως χαρά, κάτι της προτείνει, που αυτή το απορρίπτει.

Ακόμη κι όταν θολώνει, η μορφή του ποτέ δεν σβήνει εντελώς. Μοιάζει να είναι ο μόνος από τους ζωντανούς της παλιάς ιστορίας που παραμένει, κατά κάποιον τρόπο, στο παλιό κάδρο, αυτό που κρατιέται στη μνήμη αλλά εγκαταλείπεται στην δράση, για να περάσει η Εστρέλλα στην επόμενη ζωή. Ο Τούρκος πρόξενος μου θυμίζει, χωρίς να το θελήσω, τον Χάροντα, τον βαρκάρη που πηγαινοέρχεται ανάμεσα στους δυο κόσμους. Και εκεί, στο ημίφως και στο παλιό καθήκον, θα παραμείνει για πάντα, εγκλωβισμένος, χωρίς χαρά και χωρίς χάρη. Η Χάνα και ο Άουερμπαχ είναι, με τον τρόπο τους, δυο θαυμάσιες Σφίγγες που φυλάν την πρόσβαση σε αυτό τον κόσμο, δυο θεματοφύλακες της πολύτιμης μνήμης. Ανάμεσά τους πηγαινοέρχεται αιώνια ο Τούρκος πρόξενος-Χάροντας, περαματάρης.

Μερκάντο, Μαρία Μαμαλίγκα

Η ενηλικίωση της Εστρέλλας Τουριέλ περιλαμβάνει και το χρονικά περιορισμένο καμουφλάρισμά της σε Ντέφνε Ανσάλ, σε Τουρκάλα, που υλοποιείται με εντυπωσιακή φυσικότητα. Με παρόμοια φυσικότητα απουσιάζουν από τον κύριο κορμό της αφήγησης οι Έλληνες, οι ορθόδοξοι χριστιανοί. Αφηγηματικά, πάντως, δεν μου έλειψαν καθώς διάβαζα. Ο θησαυρός της μνήμης της Εστρέλλας είναι ένα συνονθύλευμα πολύγλωσσο, πολυεθνοτικό, με χρώματα και αρώματα, σε έναν εξωτικό τόπο που και τότε και τώρα τον λένε «Ρόδο». Ξέρω γυναίκες που θα προβάλουν στη διαδρομή της Εστρέλλας δικά τους βιώματα και συναισθήματα, χωρίς το βιογραφικό τους να έχει καμία σχέση με ολοκαύτωμα, μειονότητες, προσφυγιά, διωγμό, εθνοκάθαρση. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να χάσει κανείς μια παλιά ζωή, και ο χαμένος παράδεισος είναι, όπως ξέρουμε, ισχυρότατο αρχέτυπο, όχι μονάχα στον ιουδαιο-χριστιανικό πολιτισμό. Σκέφτομαι εδώ και τη διπλή ατεκνία, την αναγκαστική, της Χάνας, την κατ’ επιλογήν, της Εστρέλλας. Λογαριάζω ότι η ενέργεια της σύλληψης, της κύησης, της ανατροφής στρέφεται προς άλλες κατευθύνσεις, κοινόχρηστες, κατά κάποιον τρόπο. Αν αυτές οι γυναίκες έκαναν παιδιά, θα ανήκαν, μυθοπλαστικά, πρωτίστως στα παιδιά τους. Ενώ έτσι, είναι περισσότερο προσβάσιμες σε όλες μας.

Γνωρίζουμε ελάχιστα για τα θύματα, τις ζωές τους, τον πολιτισμό τους

Η συζήτηση για το «Μερκάντο» δεν υποκαθιστά βέβαια συζητήσεις και πολιτικές, που πρέπει να υλοποιηθούν σχετικά με τη μνήμη του ελληνικού εβραϊκού Ολοκαυτώματος. Ιδέα δεν είχαμε οι περισσότερες/οι από εμάς περί των Ροντεσλίς και περί της παλαιότατης Συναγωγής της Ρόδου και περί της ροδίτικης πολυγλωσσικής και πολυεθνοτικής κοινότητας. Το «Μερκάντο» μπορεί να ταράξει λίγο τα νερά και προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά υπάρχει ακόμα πολλή δουλειά να γίνει, από τους καθ’ ύλην αρμόδιους. Γνωρίζουμε ελάχιστα για τα θύματα, τις ζωές τους, τον πολιτισμό τους. Κάθε μικρή πορτούλα που ανοίγει προς αυτή την κατεύθυνση, νιώθω υποχρεωμένη να συμβάλω ώστε να διευρυνθεί, κάθε φωνή να δυναμώσει και να πολλαπλασιαστεί. Μα, θα μου πείτε, θα γίνουμε τώρα οπαδοί της στρατευμένης τέχνης, για χάρη της μνήμης του Ολοκαυτώματος; Σε καμία περίπτωση. Σιγά-σιγά θα μπούμε και εδώ στο φάσμα του συρμού· θα βλέπουμε ολοένα και περισσότερο μέτριες ή κακές δουλειές να συγχέονται με τις καλές. Δεν πειράζει. Ας φτάσουμε σε αυτή την ευλογημένη μέρα που θα γίνει του συρμού η συζήτηση για το Ολοκαύτωμα στην Ελλάδα, γιατί για την ώρα παλεύουμε με φοβερά στερεότυπα και προκαταλήψεις, και μάλιστα και από εκεί που δεν το περιμέναμε. Εν πάση περιπτώσει, το «Μερκάντο» είναι μια άριστη δουλειά, από μια μη-Εβραία, για θέμα εβραϊκό, που δείχνει πόσο μεγάλα και δυνατά και ενωτικά είναι τα φτερά της τέχνης. Οπότε με βγάζει από τη δύσκολη θέση στην οποία θα βρισκόμουν εξαιτίας της - ομολογημένης - στράτευσής μου στην υπόθεση της μνήμης.

→ Η Μαρία Τοπάλη γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1964. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα και στη Φραγκφούρτη. Από το 1996 δημοσιεύει ποίηση, κριτική και μεταφράσεις από τα γερμανικά. Είναι μητέρα δυο κοριτσιών, ζει στην Αθήνα και εργάζεται στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών. Μια εκτενέστερη εκδοχή του κειμένου αυτού εκφωνήθηκε στην εκδήλωση που διοργανώθηκε την 20η Μαΐου 2025 στη Δημοτική Βιβλιοθήκη της Αθήνας για το βιβλίο της Μαρίας Μαμαλίγκα «Μερκάντο», εκδόσεις Εστία, 2024, στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας «Μνήμη στραμμένη στο μέλλον. 80 χρόνια από την απελευθέρωση του Άουσβιτς», από το Τμήμα Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας του ΕΚΠΑ.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Φραντσέσκα Ντιοταλέβι
Φραντσέσκα Ντιοταλέβι: Το να γράψω για τη Βίβιαν Μάιερ υπήρξε άσκηση λεπτότητας, σεβασμού και θάρρους

Με αφορμή το βιβλίο «Με τη δική σου ματιά μονάχα», η συγγραφέας μιλά αποκλειστικά στην Athens Voice για την πρόκληση να μετατρέψει την κρυφή ζωή της Μάιερ σε μια δυνατή μυθοπλαστική αφήγηση

Σμαρώ Τζενανίδου,  «Η Βενετία αλλιώς»
15 συγγραφείς συνομιλούν με τον αγαπημένο τους πίνακα στο Ίδρυμα Κακογιάννης

Η συλλογή διηγημάτων «Οι Αόρατοι της Γης» είναι το αποτέλεσμα του δημιουργικού διαλόγου των συγγραφέων με ένα έργο της ομότιτλης έκθεσης της Σμαρώς Τζενανίδου

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.

// EMPTY