Βιβλιο

Αμάντα Μιχαλοπούλου

Το καθήκον του συγγραφέα είναι η αυτοεξορία

4169-207182.JPG
Γιώργος Δημητρακόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 489
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
71835-159706.jpg

Γεννήθηκε στην Αθήνα, τον Οκτώβριο του 1966. Σπούδασε γαλλική φιλολογία στην Αθήνα και δημοσιογραφία στο Παρίσι. Έργα της έχουν μεταφραστεί σε δέκα γλώσσες. Επέστρεψε από το Βερολίνο μέσα στην κρίση και μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καστανιώτη το νέο της βιβλίο «H γυναίκα του Θεού» ανοιχτό σε ερμηνείες. Ένα περιπετειώδες φιλοσοφικό μυθιστόρημα για την αναζήτηση της αγάπης και το νόημα της ζωής.

Είναι η πρώτη φορά που δημιουργείς ένα μεταφυσικό βιβλίο για τη σχέση με το θείο. Πώς προέκυψε η ανάγκη αυτή;

Η μεταφυσική υπάρχει σε όλα τα βιβλία μου, απλώς εκφράζεται διαφορετικά. Στο «Γιάντες» μιλούσαν οι ντομάτες, στο «Όσες φορές αντέξεις» περιέγραφα τη μετενσάρκωση του Κάφκα και στην «Πριγκίπισσα Σαύρα» ένα μεσήλικα άντρα που χάνεται μέσα στο κεφάλι του. Καταλαβαίνω βέβαια ότι ένα βιβλίο που ασχολείται με τον ίδιο τον Θεό κάνει τη μεταφυσική εμβληματική υπόθεση. Τι να πω, μου αρέσει πάντα η αίσθηση πως αυτό που περιγράφω δεν συμβαίνει, παρότι θα ήθελα να συμβεί. Μου αρέσει ένα μικρό στρίψιμο της βίδας.

Προσεγγίζεις τη δύσκολη αυτή θεματική μέσω της σχέσης του Θεού με τη γυναίκα του. Σε ενδιέφερε περισσότερο να θέσεις ερωτήματα παρά να τα απαντήσεις ή να δώσεις ερμηνείες;

Πάντα οι ερωτήσεις μού φαίνονται πιο ενδιαφέρουσες από τις απαντήσεις. Πώς ζουν ο Θεός και η γυναίκα του στο παράξενο σύμπαν τους, αναρωτιόμουν, πώς περνούν τον καιρό τους; Διαφωνούν, πλήττουν, θυμώνουν; Οι ερωτήσεις αυτές μου φαίνονταν τρομερά ερεθιστικές, διασκεδαστικές, και ήθελα να τις απαντήσω με τον τρόπο μου, να ζήσω κι εγώ μέσα στην ιστορία τους. Έτσι φαντάστηκα ένα σύμπαν που δεν ξέρουμε αν βρίσκεται πάνω, κάτω ή μέσα σε κάτι, έναν Θεό εξανθρωπισμένο κι ένα κορίτσι που μεγαλώνει δίπλα του.

Eίναι περισσότερο μια φιλοσοφική και θεολογική αλληγορία με έντονη προφορικότητα. Πόσο διαφορετική ήταν η γραφή του σε σχέση με τα προηγούμενα ρεαλιστικά μυθιστορήματά σου;

Διαφορετική ήταν κυρίως η προετοιμασία. Δεν κατέφυγα σε χρησιμοθηρικά διαβάσματα, δεν είπα ούτε στιγμή θα γράψω γι’ αυτό το θέμα, άρα ας διαβάσω σχετικά πράγματα. Διάβαζα για καιρό χωρίς να γράφω, χωρίς να ξέρω τι θα συμβεί. Τα τελευταία χρόνια με γοήτευε η ανάγνωση δοκιμίων και μελετών. Κι εγώ που πάντα διάβαζα κυρίως μυθιστορήματα, ρίχτηκα με τα μούτρα στη φιλοσοφία, τη θεολογία, την κβαντομηχανική.

H έμφαση δίνεται στη λύτρωση, στη σωτηρία. Eίναι πάνω από όλα μια ψυχική αλληγορία;

Αυτό είναι θέμα ερμηνείας. Διαπιστώνω ότι το μυθιστόρημα είναι ανοιχτό, επειδή ο κάθε αναγνώστης έρχεται με τη δική του ανάγνωση. Ένας λέει ότι η γυναίκα του Θεού πέθανε δεμένη σ’ ένα δέντρο, άλλος ότι είναι ψυχωτική, άλλος ότι ο Θεός τη βασανίζει. Κατά τη γνώμη μου ζουν και βασιλεύουν αιώνια οι δυο τους, ο καθένας με τον τρόπο του. Φοβάμαι όμως ότι μας βασανίζει πολύ η ρεαλιστική συνθήκη, δεν αντέχουμε να μην μπορούμε να εξηγήσουμε τα πάντα με όρους ρεαλιστικούς. Δυσκολευόμαστε να αφεθούμε σε μια αλλόκοτη ιστορία.

Η ψυχή είναι ανίκανη να φτάσει στην απόλυτη αλήθεια όσο είναι δέσμια της αισθησιακής, υλικής ζωής όπως μας λέει ο μύθος του σπηλαίου στην Πολιτεία;

Αυτό μοιάζει να πιστεύει και ο Θεός. Αλλά δεν είμαι σίγουρη, επειδή ό,τι μαθαίνουμε γι’ αυτόν το μαθαίνουμε μέσω της γυναίκας του. Είναι η αφηγήτρια και μεταφέρει σε πρώτο πρόσωπο τη δική της αλήθεια που μπορεί να είναι πολύ διαφορετική από την αλήθεια του Θεού. Και παρότι μας το υπενθυμίζει συχνά, το συνειδητοποιούμε πολύ αργά, στο τρίτο και τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου, όπου ο Θεός τη φέρνει αντιμέτωπη με τις πράξεις της. Μου αρέσει η στιγμή που ο αναγνώστης θα σκεφτεί ότι παραπλανήθηκε –ίσως ακόμη και αποπλανήθηκε– από τη γυναίκα του Θεού, ότι ο δημιουργός του κόσμου έχει εντελώς διαφορετική αντίληψη για τη σχέση τους. Και δεν μου αρέσει σαδιστικά – όχι. Βρίσκω σε κάθε παραπλάνηση μια έντονη ανατροπή που μας κάνει να συνεκτιμούμε καταστάσεις, να σκεφτόμαστε συνθετικά.

n

Η δομή του βιβλίου ακολουθεί τη σειρά Κόλαση, Καθαρτήριο, Παράδεισος. Η ζωή μας σήμερα σε ποιο κεφάλαιο βρίσκεται;

Είναι νομίζω ένας συνδυασμός των τριών. Ο διαρκής Παράδεισος είναι βαρετός, η Κόλαση δεν αντέχεται, όσο για τη μετάβαση είναι ένα τελετουργικό πέρασμα, δεν μπορεί κανείς διαρκώς να μεταβαίνει σε κάτι.

Η αναζήτηση του νοήματος της ζωής και της αγάπης σχετίζεται με τη σημερινή κρίση;

Αυτό είναι το ρεαλιστικό υπόβαθρο της δικής μου ζωής. Η κρίση ήταν μια ανοιχτή πληγή εδώ και χρόνια, δεν άντεχα πια τις συζητήσεις για το χρέος, άκουγα τη λέξη «χρέος» με έναν ηθικό αντίλαλο, σαν να με προέτρεπε να κάνω το καθήκον μου. Το καθήκον του συγγραφέα είναι πάντα η αυτοεξορία: εγώ αφέθηκα πρόθυμα σ’ αυτόν τον ορμητικό χείμαρο φαντασιακής ζωής που έφερε μαζί του ο Θεός και η γυναίκα του.

Θεωρείς πως η κρίση θα αλλάξει τον τρόπο γραφής και επιλογής θεματικής του μυθιστορήματος;

Το ελπίζω. Το πιο ενοχλητικό σύμπτωμα μιας κρίσης είναι η ρεαλιστική αποτύπωσή της, μια άνευρη ηθογραφία η οποία οργανώνει ρηχά την πραγματικότητα που ζούμε, σαν να είναι επεισόδιο ενός σίριαλ. Η δική μου ελπίδα είναι η απελπισία. Πρόκειται για ένα συναίσθημα με τεράστια δυναμική: μπορεί να σκάψει βαθιά, να λαξέψει μορφές και περιεχόμενο με μεγάλη αβρότητα. Ονειρεύομαι ένα μετα-ρομαντικό κίνημα που θα ανανεώσει την τέχνη και τους τρόπους που αντικρίζουμε τα σημερινά ερείπια.

H λύση είναι η επανάληψη;

Η επανάληψη ως διαδικασία επεξεργασίας, ναι. Το ψυχαναλυτικό working through είναι ασφαλώς μια λύση γι’ αυτό το αξιοποιώ στο μυθιστόρημα. Προσωπικά βλέπω στην επανάληψη μια σειρά συμβολισμών: το παλίμψηστο, τη βελτίωση, την τελειοποίηση. Κι επίσης τη μαθητεία, την ταπεινότητα μπροστά σε αυτό που έχει ήδη συντελεστεί από άλλους. Τέλος, την παρηγορητική αίσθηση ότι τίποτα δεν είναι οριστικά προδιαγεγραμμένο.

Τι διαφορές παρατηρείς στους νέους συγγραφείς διδάσκοντας δημιουργική γραφή;

Οι επίδοξοι συγγραφείς ξεκινούν συχνά με μεγάλη ανυπομονησία, θέλουν να γράψουν γρήγορα και κυρίως να υπογράψουν το έργο τους. Τους μαθαίνω ποια είναι τα επίπονα στάδια της διαδικασίας δείχνοντάς τους ταυτόχρονα πόσο διαφωτιστικές και διασκεδαστικές είναι οι διορθώσεις του κειμένου που γράφουμε. Θέλω να φέρω στην τάξη τη χαρά της δημιουργίας, της διαδικασίας, και χαίρομαι όταν ακούω φράσεις όπως «τώρα πια διαβάζω λογοτεχνία με εντελώς διαφορετικό κριτήριο». Η όξυνση της αναγνωστικής ευαισθησίας, της κριτικής ικανότητας, είναι νομίζω το πρωταρχικό καθήκον οποιουδήποτε θέλει κάποτε να γράψει.

Ποια είναι η αξία της πραγματικής ζωής;

Ο σεβασμός της ζωής, το να βρίσκεις τρόπους να ευγνωμονείς καθημερινά το σύμπαν επειδή υπάρχεις. Εγώ το κάνω γράφοντας, άλλος το κάνει σκάβοντας, άλλος ράβοντας. Η αχαριστία είναι ο μεγαλύτερος εχθρός του νοήματος της ζωής.

Ποιο είναι τελικά το νόημα της ζωής;

Όπως λέει κι ο Θεός στο βιβλίο μου, η ζωή δεν έχει νόημα, εμείς της δίνουμε νόημα.

Υπάρχει Θεός;

Φυσικά και υπάρχει. Ακούει απλώς σε διαφορετικά ονόματα. Ένας τον λέει λογοτεχνία, άλλος τον λέει υπερβατικότητα, κάποιος τρίτος τον λέει σύμπαν. Θεό των χριστιανών, Βούδα, Μωάμεθ. Είναι πολύ ανθρώπινο να του δίνεις ένα όνομα και να τον επικαλείσαι περιμένοντας να εμφανιστεί.

Φωτό: Δημήτρης Τσουμπλέκας

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ