Πολιτικη & Οικονομια

Ερασιτέχνης Επαναστάτης: Διαβάζοντας το βιβλίο του Απόστολου Δοξιάδη

Έχει περάσει τόσος καιρός από τότε που τελείωσα την ανάγνωση του βιβλίου και ακόμα είμαι θυμωμένη

agapidaki_-_antigrafi_1.jpg
Ειρήνη Αγαπηδάκη
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
125451-281715.jpg

Διαβάζοντας το βιβλίο του Απόστολου Δοξιάδη, συνειδητοποίησα ότι διένυσα σχηματικά, τις φάσεις του πένθους, όχι βέβαια με τη γραμμική σειρά που παρουσιάζονται συνήθως και δίδεται η εντύπωση ότι οφείλουμε να αντιμετωπίζουμε με γραμμικό τρόπο την απώλεια, αλλά με έναν άτακτο, πιο ανθρώπινο και γήινο τρόπο. Για την οικονομία της παρουσίασης ωστόσο, θα διατηρήσω  τη γραμμικότητα των σταδίων, τα οποία είναι: Άρνηση, Θυμός, Διαπραγμάτευση, Κατάθλιψη, Αποδοχή. Αυτές οι συναισθηματικές αντιδράσεις καθώς και οι σκέψεις που μου πυροδότησαν δείχνουν ότι,  διαβάζοντας το βιβλίο, βρέθηκα μπροστά σε μια απώλεια. Τι χάθηκε όμως και για ποιον; Μήπως παρασύρθηκα από την αφηγηματική δεινότητα του Απόστολου Δοξιάδη και ταυτίστηκα με τους πρωταγωνιστές και τις δικές τους απώλειες; Μήπως δε χάθηκε τίποτα για μένα και ζούσα μια πλάνη; Πήρα τον χρόνο μου, άφησα τον εαυτό μου να μεταβολίσει όλες αυτές τις σκέψεις και τα συναισθήματα, και όταν επανήλθα, ήταν όλα πιο ξεκάθαρα: ναι, πράγματι βρισκόμουν μπροστά σε μια απώλεια , για την οποία θα σας μιλήσω στη συνέχεια. 

Για να δώσω μια γεύση από αυτή τη διαδικασία, προσπάθησα να συνταιριάξω κάθε στάδιο με μια επεξηγηματική δήλωση, που δείχνει τι ήταν εν τέλει αυτό που χάθηκε, ποια ήταν η απώλεια. 

Άρνηση: «Η γενιά του πολυτεχνείου δεν μας έδωσε τίποτα, τελικά. Τα κεκτημένα της μεταπολίτευσης κατέρρευσαν σαν χάρτινος πύργος».

Θυμός: «Η γενιά του Πολυτεχνείου φταίει για τα σημερινά χάλια. Χρησιμοποίησαν προσχηματικά τη δημοκρατία για να αποκομίσουν ίδια οφέλη».

Διαπραγμάτευση: Η γενιά του Πολυτεχνείου πρόσφερε στον τόπο, και στη δημοκρατία, έκανε λοιπόν καλά, αλλά έκανε και λάθη. Το σημαντικότερο δεν είναι τα λάθη που έκανε, όσο το ότι αγνόησε συστηματικά το κακό. Δεν έκανε δηλαδή τίποτα για αυτό, απλώς έκλεισε τα μάτια. 

Κατάθλιψη: Το κακό έχει επικρατήσει, η γενιά του πολυτεχνείου συνειδητά ή ασυνείδητα (εκούσια ή ακούσια) το πριμοδότησε. Είμαστε χαμένοι, δε μπορούμε να κάνουμε τίποτα, η καταστροφή είναι αναπόφευκτη. Δανείζομαι τα λόγια του πατέρα Δοξιάδη από τη σελίδα 267 «Τους έχω ζήσει όλους παιδί μου. Όλες τις παραλλαγές των τυράννων, φασίστες, ναζιστές, κομμουνιστές. Τους ξέρω καλά. Η γενιά σου, στη Δύση, δεν έχει τις εμπειρίες της δικιάς μας και είναι τυχερή για αυτό. Αλλά ας ακούει και λίγο αυτούς που τις έχουν…». 

Αποδοχή: Έχει γίνει ζημιά στη δημοκρατία, πράγματι. Όμως έχουμε και θεσμικά αντίβαρα-όχι  στο βαθμό που θα θέλαμε, αλλά υπάρχουν. Αυτή η ίδια γενιά που ευθύνεται για το κακό, ευθύνεται και για το καλό. Καιρός να την ευχαριστήσουμε και να συνεχίσουμε. Η εποχή αυτή τελείωσε. Ζούμε μια νέα εποχή. Τη δική μας. 

Τι χάθηκε λοιπόν; Απλά η εποχή της νεότητας των πρωταγωνιστών; Μήπως η πίστη; Η πίστη στην απόλυτη καλοσύνη των γονιών μας; Όχι. Η πίστη στην παντοδυναμία της δημοκρατίας. Όποιος καταφέρει να πενθήσει την ψευδαίσθηση της παντοδυναμίας της δημοκρατίας, μπορεί να ζήσει και την τωρινή εποχή αναλαμβάνοντας την ευθύνη και εκπληρώνοντας τον κοινωνικό του ρόλο, που δεν είναι άλλος από την προστασία του δημοκρατικού πολιτεύματος και του κράτους δικαίου. Αυτό τουλάχιστον σημαίνει για μένα, που πιστεύω στη δημοκρατία. 

Αποδοχή της απώλειας, σημαίνει να συνειδητοποιήσεις βαθιά ότι κάτι χάθηκε, να πενθήσεις αυτό που τελειώνει, να έρθεις ψυχικά σε επαφή με το κενό που αφήνει η απώλεια και να μην καταφεύγεις σε τρικ για να το αποφύγεις. Ναι, είναι δύσκολο. Όμως αν αντέχεις να κουβαλάς το κενό και να πεις στον καθρέφτη «θα έπρεπε οι γονείς μου να προστατεύσουν εμένα και το μέλλον μου, αλλά δεν το έκαναν. Μένει σε μένα να ζήσω πικραμένος, με το αίσθημα της αδικίας και του θυμού για όσα μου στέρησαν ή να προσπαθήσω να χτίσω» τότε υπάρχει ελπίδα.  Ίσως αυτό είναι το δυσκολότερο σήμερα, μιλώντας για τη γενιά μου: να σταματήσουμε να ασχολούμαστε με εσάς και να ασχοληθούμε με τον εαυτό μας. Μας έχει πνίξει το παρελθόν, η πλησμονή των καταστροφών και των θριάμβων και στέκουμε αμήχανοι μπροστά στη δική μας εποχή και το αίτημα μας για κανονικότητα, το οποίο μπροστά στα δικά σας επιτεύγματα, μοιάζει γελοίο. Είμαστε ικανοί να αισθανόμαστε ευγνωμοσύνη για όσα μας προσφέρατε και ταυτόχρονα να απορρίπτουμε την υπερπολιτικοποίηση της ζωής μας. Η πολιτική για μας είναι απλώς ένα μέσο-ο σκοπός είναι πάντα να ζήσουμε καλύτερα και αυτό δεν επιτυγχάνεται αν παλεύεις μόνο για τα μεγάλα και ξεχνάς να σκαλίσεις τον κήπο σου. Έχουμε το προνόμιο της απόστασης από το παρελθόν. Το ίδιο προνόμιο που έχει κάθε γενιά. Ο κίνδυνος είναι να το καταργήσουμε με τη στάση μας, επιστρέφοντας ακόμα μια φορά στο παρελθόν: το έχουμε διαπιστώσει άλλωστε με την υπερπολιτικοποίηση που υπάρχει στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια.

Ο Απόστολος Δοξιάδης συνομιλεί με τη γενιά μου και ως προς αυτό: δεν εντάχθηκε σε μια παράταξη, ένα κόμμα, μια φράξια προσβλέποντας στην πολιτική ή την εξουσία ως αυτοσκοπό, αλλά θεωρώντας τη ως ένα εργαλείο που θα οδηγούσε στην πτώση της Χούντας και την αποκατάσταση της δημοκρατίας. Αυτό βέβαια είναι διαχρονικά το μενταλιτέ των κεντρώων, είναι ίσως οι μόνοι που βάζουν τη δημοκρατία πάνω από την εξουσία. Υπήρχαν άλλοι που πήραν μέρος καιροσκοπικά στον αγώνα, με το βλέμμα στραμμένο πάντα στην επόμενη μέρα και τη νομή της εξουσίας. Αυτό είναι φυσικά διαχρονικό και διακομματικό. Όσο όμως του επιτρέπουμε να γίνεται κυρίαρχη τάση, τόσο θα μένουμε άναυδοι και θα παλινωδούμε ανάμεσα στο παλιό και το νέο. 

Έχει περάσει τόσος καιρός από τότε που τελείωσα την ανάγνωση του βιβλίου και ακόμα είμαι θυμωμένη. Όχι με τη γενιά του Πολυτεχνείου. Ο θυμός μου απευθύνεται στη δική μου γενιά και τον λήθαργο της παρελθοντολαγνείας. Στεκόμαστε σαν ευνουχισμένοι μπροστά στην κρισιμότητα της εποχής μας. Πιπιλίζουμε την καραμέλα που υπαγορεύει ότι εσείς είχατε την ευκαιρία -μέσα από τραυματικές καταστάσεις, δε λέω πως ήταν εύκολα- και τον χώρο να ξεπεράσετε τους γονείς σας, αλλά  σε εμάς δε δίνετε την ευκαιρία, να αναμετρηθούμε με εσάς. Τι να κάνουμε λοιπόν κι εμείς; Ζούμε με τα απόνερα της δικής σας εποχής και κοιτάμε να μη μας πνίξουν:  η μεγαλύτερη φιλοδοξία μας έγινε η επιβίωση και αισθανόμαστε ότι κερδίσαμε το δικαίωμα να σας κατηγορούμε για αυτό. Με αυτόλοιπόν θυμώνω.

Τίποτε δε μας στερήσατε, ή μάλλον για να το πω πιο σωστά, μας στερήσατε όσα στέρησαν και από εσάς οι γονείς σας, μας δώσατε ό,τι σας έδωσαν κι εκείνοι. Αυτό είναι το αέναο δράμα που ζούμε στην Ελλάδα, ότι δηλαδή, καμιά γενιά δεν καταφέρνει να κάνει διαφορετικά λάθη από την προηγούμενη παρά επαναλαμβάνει συνεχώς τα ίδια και τα ίδια (αυτό σημαίνει άλλωστε να προχωράς, όχι το να μην κάνεις λάθη, αυτό είναι απάνθρωπο, αλλά να κάνεις διαφορετικά από εκείνα που έκαναν οι γονείς σου, καλύτερα). Κοντεύουμε να σιχαθούμε τον εαυτό μας εξαιτίας της αέναης επανάληψης και να γίνουμε καρικατούρα του παρελθόντος. Η ανικανότητα μας να πενθήσουμε, μας έχει μετατρέψει σε λείψανα. Θα έλεγα μάλιστα ότι στο πρόσωπο του Πρωθυπουργού, μιας και ανήκουμε στην ίδια γενιά, βρίσκει κανείς ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγμα του τι σημαίνει να σε ακινητοποιεί το παρελθόν, ειδικά αν αναλογιστεί την προσπάθεια του να το νεκραναστήσει επειδή δεν αντέχει να ζήσει τη δική του εποχή. Φοβάται. Όπως φοβάται κάθε παιδί να αμφισβητήσει την πρωτοκαθεδρία του γονιού. Αυτός ο φόβος, μπορεί να σε κοκαλώσει, να σε οδηγήσει να ζεις το παρελθόν στο παρόν, να ζεις τη ζωή των γονιών σου, να παλεύεις το 2019 νομίζοντας ότι ζεις δεύτερο εμφύλιο, Πολυτεχνείο και εγώ δεν ξέρω τι άλλο. Κάπως έτσι αποδράς από τη δική σου ζωή, τη δική σου εποχή και την ευθύνη που τη συνοδεύει. 

Υπάρχει βέβαια και η επόμενη γενιά, που έχει άλλες απαιτήσεις και πιέζει κι εκείνη για να ικανοποιήσει τις ανάγκες της. Και στη μέση, στεκόμαστε εμείς, οι τωρινοί σαραντάρηδες, ακίνητοι, αναζητώντας τρόπο να χτίσουμε μια συνέχεια, να γεφυρώσουμε το τότε, με το τώρα και το αύριο. Η κατάρα και η τεράστια ευκαιρία κρύβεται στη μετάβαση-ο ρόλος που κατά τη γνώμη μου έχει να παίξει η γενιά μου είναι μεταβατικός. Δε θα είμαστε οι πρωταγωνιστές των εξελίξεων, θα είμαστε όμως οι αρχιτέκτονες τους. Όσο αρνούμαστε αυτόν τον ρόλο, τόσο θα μιλάμε για σας και το παρελθόν και τόσο λιγότερο θα σας ακούμε. Γιατί για να σας ακούσουμε, θα πρέπει να σταματήσουμε να μιλάμε για σας. Να κρατήσουμε την παρακαταθήκη σας και να πάμε παρακάτω. Στην εποχή που ζούμε, η πολιτική αναζητά νέο ρόλο, μέσα έκφρασης, κοινό. Οι ανάγκες μας είναι οι ίδιες με εκείνες που είχαν πάντα οι άνθρωποι, αλλά η ελπίδα ότι η δημοκρατία θα λύσει τα πάντα μαγικά, χαμένη. Η δημοκρατία δε φέρνει από μόνη της την αλλαγή-είναι η προϋπόθεση για την αλλαγή. 

Ίσως λοιπόν αυτό που τελείωσε τότε και εκφράζεται εν μέρει συνειδητά εν μέρει πιστεύω ασυνείδητα στο τέλος του βιβλίου, είναι η αποεπένδυση της πολιτικής. Δεν ζούμε όμως το τέλος της πολιτικής, αλλά το τέλος μιας εποχής. Μιας εποχής στην οποία πιστεύαμε, ότι πολιτική ίσον δημοκρατία. Και νομίζω ότι το βιβλίο του Απόστολου Δοξιάδη είναι εξαιρετικά βοηθητικό προς αυτήν την κατεύθυνση- μας επιτρέπει να θαυμάσουμε, να αμφισβητήσουμε, να αρνηθούμε, να πενθήσουμε και επιτέλους, να συνεχίσουμε. 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ