- CITY GUIDE
- PODCAST
-
12°
48 ώρες στη Στοκχόλμη
Ή και πώς ο Σέρλοκ Στοκχόλμς ανακαλύπτει τη γλυκιά νωχέλεια της σουηδικής πρωτεύουσας
Τα κόκκινα δίπατα sightseeing λεωφορεία είναι ίσως ο πιο ενδεδειγμένα κουλ τρόπος για να πάρεις μια πρώτη γεύση από Στοκχόλμη. Ο αγγλικός audio οδηγός-ακουστικά που προσφέρουν για κάθε ταξιδιώτη είναι κατατοπιστικός και... τέρμα Γουστάβος! Πολλοί για την ακρίβεια, έχασα το μέτρημα με τους βασιλιάδες που τη γέμισαν πάρκα, μέγαρα, όπερες, μουσεία και μεγάλες, διάπλατες και άψογα ρυμοτομημένες λεωφόρους. Πρότυπη πόλη, λειτουργική, απλωμένη, προκλητικά ρυμοτομημένη και ανθρώπινη.
Όπως έχασα το μέτρημα και με τα πάρκα της. Πάρκα, γέφυρες που ενώνουν το σύμπλεγμα των νησιών που την απαρτίζουν, λίμνες και θαλάσσια ύδατα που διακλαδώνονται χαρίζοντας στην άνοιξη μια εντελώς πικνίκ διάθεση για τους ντόπιους. Υπαιθρική ζωή, νούμερο ένα απόλαυση για τους λοκάλιους αλλά και για τους τουρίστες, μιας και με το πρώτο σκίρτημα του ήλιου μιλιούνια ξεχύνονται και καταλαμβάνουν ειρηνικά κάθε δημόσιο χώρο.
Τα Red buses ξεκινούν τα δρομολόγιά τους απέναντι από τον Κεντρικό Σταθμό, περνούν από τις στάσεις του οδικού χάρτη –που τον προμηθεύουν δωρεάν– κάθε δεκαπέντε λεπτά, διηγούνται εν τάχει και εν πορεία τη σύντομη ιστορία-χρήση των εντυπωσιακά παλιών κτιρίων, και είναι τόσο κατατοπιστικά που ως και το πιο παλιό MacDo της πόλης θα σου υποδείξουν! Άνευ πλάκας. Όμως για το «Dear Old Stockholm», το τραγούδι που το 1983 έπαιξαν live στον διάσημο ηχογραφημένο εκεί δίσκο τους οι Chet Baker και Stan Getz, δεν κάνει μνεία ο audio guide: αυτά και πολλά άλλα θα πρέπει να τα ανακαλύψεις μόνος σου, μιας και η σουηδική μητρόπολη προσφέρει απίστευτες ιστορίες και landmarks για εξερεύνηση. Περιπατητικώς, εννοείται, ή με τα καραβάκια να σε αποβιβάζουν από Γκάμλα Σταν σε Γιογκάρντεν ή Σόντερμαλμ –τα νησάκια που απαρτίζουν την πιο πολύβοη και χοτ καρδιά της– κι όρεξη να έχεις να ανακαλύπτεις τα μυστικά περάσματα αλλά και τη φανερή γοητεία τους.
Κι αν η περιπέτεια κυλά στο αίμα σου, μπαρκάρεις και για Εσθονία μέσω βαλτικών νερών και μεγάλων πλοίων που ενώνουν τη Σουηδία με τη Ρωσία. Και χρόνο εννοείται, όχι σαν εμάς. Γιατί ήρθαμε για μια γρήγορη Στοκχόλμη. Στοκχόλμη στο φτερό. Πάμφθηνα εισιτήρια από τη γνωστή εταιρία που οι εχθροί της την κατηγορούν πως βασανίζει τον ταξιδιώτη γιατί τον υποχρεώνει να κουβαλά μόνο μία χειραποσκευή δωρεάν, μα εγώ την αποκαλώ «σωτήρα», μιας και ανήκω στους δεύτερους: τους φίλους της RyanAir. Ολιγαρκής γαρ, δυο μπλουζάκια, ένα παντελόνι και long live Ryan, που από Θεσσαλονίκη μπορούμε να πάμε και κάπου αλλού πέρα από βόλτα στην Αθήνα. (Αν δεν το έγραφα, θα έσκαγα με όλους αυτούς τους γκρινιάρηδες και τσαμπατζήδες που θέλουν να κουβαλούν on board όλη την ντουλάπα τους: πληρώστε!).
Πίσω πάλι στο κόκκινο λεωφορειάκι. Κοιτώ από το τζάμι και ακούω. Αν και για πολλά άλλα βέβαια δεν κάνει αναφορά ο «σπίκερ»: για το πώς δηλαδή η Στοκχόλμη διατηρείται τόσο καθαρή – πολιτισμικό σοκ για μας τα Ελληνόπουλα. Για το πώς ακόμα και τις μεγαλύτερες ώρες αιχμής οι Στοκχολμέζοι δεν κορνάρουν ή δεν παράγουν την κλασίκ νεοελληνική βοή από γαμοσταυρίδια. Για το πώς πλημμυρίζουν τα καφέ αλλά πάλι το «παραγόμενο έργο» δεν βαβουριάζει ή ουρλιάζει, τι να πω! Κάποιος τους καταδίκασε σε μαζική αφωνία; Ή μήπως τελικά μια αστική ευγένεια κι ένας απαράβατος από όλους κώδικας του σουηδικού urban living τους κάνει διακριτικούς και χαμηλόφωνους; Το δύο, ασυζητητί, η σωστή απάντηση. Βοά ο αστικός τους πολιτισμός.
Και πάμε παρακάτω, καθώς από το παράθυρο βλέπω την άνοιξη να τους ιντριγκάρει και οι Στοκχολμέζοι να τρέχουν – μιλάμε για συνεχή ροή και παντού, η χαρά του city runner. Αλλαγή γειτονιάς, στα πολυκαταστήματα της Όστερμαλμ, που είναι η πιο πολύβουη shopping area το μεσημέρι του Σαββάτου, μοιάζει όλη η πόλη να κατέβηκε για καφέ και H&M – είναι άπειρα τα σποτ από το διεθνές «καμάρι» τους. Ή καθώς το πρωινό της Κυριακής το Μουσείο Φωτογραφίας τους είναι γεμάτο από κόσμο, που είτε ήρθε για να δει τις εικόνες του φιλοξενούμενου Ντε Μαρσελιέ ή σκέτα για καφέ. Οι Σουηδοί, όλοι το ξέρουν, είναι δεινοί πότες καφεΐνης, αν και ως Θεσσαλονικιός κρατώ τις επιφυλάξεις μου επί του θέματος. Fika θα πει πάμε για καφέ, για καφεδάκι λέω, shopping and fiking δηλαδή, μονολογώ, αστειευόμενος ο δικός τους - δικός μας φραπεδαρισμός.
Αλλά και δεινοί λάτρεις της κουλτούρας «από όπου κι αν προέρχεται»: κοσμοσυρροή στο Fotografiska για τον Ντε Μαρσελιέ αλλά και το ντουέτο των Cooper & Goffee – μεγαλειώδεις καλλιτέχνες που μειξάρουν μόδα, κοινωνική ανθρωπολογία, εθνογραφία και σπάνιες απάτητες γαίες, αλλά οκ, nobody can put Abba in the corner! Αυτό έλειπε να μην πάμε στο περίφημο Μουσείο του Γιογκάρντεν, ένα μνημειώδες έπος αφιερωμένο στη μουσική, τα κοστούμια, τα όργανα, την ιστορία τους, το στούντιο και μια από τις πιο εκπληκτικές μεμοραμπίλια που μπορεί να συναντήσει ο γκρούπι: απίστευτα ενθύμια, εξαιρετική «αφήγηση» και εκατοντάδες κόσμου να χορεύει με το Mamma Mia και το Dancing Queen, ξαναζώντας την Abba-μανία σε ρυθμό υπερθετικό. Ψάρωσα!
Όπως και με το διάσημο ναυάγιο του μουσείου Vasa, πλοίο πενήντα μέτρα που βούλιαξε στο πρώτο του ταξίδι και σώζεται ακέραιο σε ένα μουσείο που βγαίνει πρώτο στα favorites των επισκεπτών του TripAdvisor. (Εγώ εννοείται ψηφίζω Abba).
Κι έξω, είπαμε, άνοιξη ευφρόσυνη. Μπίρες στη γειτονιά του Στινγκ Λάρσον και του «Κοριτσιού με το Τατουάζ» αλλά και το αγαπημένο σημείο που ο Ίνγκμαρ Μπέργκμαν άφηνε το βλέμμα του να χαθεί στην πανοραμική στοκχολμέζικη καταχνιά: το σημείο Καταρίνα Χις, πάνω σε βράχο, στο Σόντερμαλμ, όπως και όλη η περιήγηση στην περιοχή, συστήνεται για όλους όσοι επιθυμούν να ανακαλύψουν το πιο χίπστερ νησάκι της Στοκχόλμης. Πολυεθνικές κουζίνες, πολλά καφέ, δισκάδικα, αλυσίδες οργανικού φαγητού, ψαγμένα σεκοντχεντάδικα και μια αίσθηση χαλαρότητας αλλά και συναυλιομανίας. Τι άλλο από χιπστέρια δηλαδή είναι μια περιοχή που φιλοξενεί λάιβ από El Perro Del Mar και Wacahachee έως Urban Connection;
Και παρά του ότι ο audio guide κάνει λόγο για χίλια τουλάχιστον εστιατόρια όπου οι Σουηδοί γεύονται κρέας τάρανδου υπό το φως των κεριών ή σολομούς σε πλείστες παραλλαγές, το ταπεινό μας μπάτζετ αλλά και η πανακριβατζίδικη «ισοτιμία» ελληνικού μισθού και σουηδικής κορώνας μας στέλνει κατευθείαν στο Max. Μια ντελιτσιόζα αλυσίδα μπέργκερ που την ψηφίζω σαν το καλύτερο φαστφουντάδικο του πλανήτη – trust me, έχω χτυπήσει μπέργκερ στα πέρατα του κόσμου. Είναι το καμάρι των Σουηδών αυτό το μοσχαρίσιο θαύμα, που όπως και δήποτε πρέπει να το συνδυάσεις με πατάτες τηγανητές όπου εντός τους παίζουν πίκλες και αγγουράκια τουρσί, τυρί τσένταρ και μαγιονέζα ή όποιο άλλο ντιπ διαλέξεις.
Βέβαια την επομένη μ' έπιασε η ξε-καρμιριά, ένα μεγαλειώδες δηλαδή «δεν γαμιέται» ή και «η πιστωτική να είναι καλά, θα αιμορραγήσουμε, αλλά αμαρτία είναι ένα καλό γεύμα στη Στοκχόλμη να μην κάνουμε». Και το κάναμε! Παραδοσιακά πράγματα, την κουζίνα την ντόπια δηλαδή. Αυτήν δοκιμάσαμε. Που ο καιρός σήκωνε ακόμα ζεστή σούπα γκούλας με ζωμό μόσχου αλλά και τάρανδο, το αγαπημένο τους πιάτο. Προσηλυτίστηκα και σας προκαλώ, μιας και δοξάζω το κρέας του –πρώτη φορά Ταρανδίνος– αλλά και την κουζίνα του «Pickwick's» στη Hötorget. Εννοείται πως δοκιμάσαμε και τα παραδοσιακά κεφτεδάκια σότμπουλαρ με πουρέ και γλυκόξινη σάλτσα – ένα χάρμα και καμιά σχέση με τα κατεψυγμένα του ΙΚΕΑ. Τόταλ κοστ: 100 ευρώ. Και πού να πίναμε κιόλας, αλλά μπα, μια μπιρίτσα και μια σόδα. Τίποτα φυσικά για τους ντόπιους, που ο βασικός μισθός αγγίζει τα 2.400, φαρμάκι για εμάς, αλλά είπαμε: μαντζιριές δεν κάνουμε, Θεσσαλονικείς είμαστε. Στον τάρανδο, για να επιστρέψω πάλι στη γεύση που με ξετρέλανε, ο σεφ είχε βάλει περιφερειακά να παίζουν και πίκλες αγγουριού, ψωμάκι φρυγανιστό με βούτυρο, σκόρδο και κάρι, ω, άξιζε και παράξιζε το ξόδεμα.
Γενικά είναι πανακρίβου, επαναλαμβάνω, για τα δικά μας μέτρα και σταθμά η Στόκχω! Επταράκι ευρώ η μπίρα, και τριανταράκι στην Γκάμλα Σταν την παλιά πόλη, δυο καπουτσίνο, ένα τιραμισού και μια σοκολατόπιτα. Εδώ να δώσω εύφημο μνεία στα μύρτιλα, που πολύ τα αγαπούν οι Σουηδοί και το γλυκό το απογειώνουν.
Όσο για την Γκάμλα Σταν, παλιά πόλη με τα όλα της. Γεμάτη πεζοπόρους, σελφαριστές και φιλομαθείς τουρίστες που περιπλανώνται σε εξαίσια σκανδιναβικά αρχιτεκτονήματα του παρελθόντος, καταστήματα δώρων – τα ονόμασα πιπηφακιδομυτάδικα ένεκα της γνωστής ηρωίδας με τα κοτσιδάκια. Πίπη παντού και αλογάκια ξύλινα, αλλά προσέξτε και κάποιες ειδικές μπουτίκ σποτ με εξαίσια μαλλινοραπτική ή ποπ μόδα, αφού εδώ είναι άντρο νεαρών σχεδιαστών ή επιπλοποιών ή και καπελοποιών.
Εύκολα τη γυροφέρεις τη φίλη Στοκχόλμη. Και χαζεύεις την αυτοκρατορική φρουρά καθώς αλλάζει βάρδια, το Μέγαρο των Νόμπελ που στεγάζεται στο δημαρχείο, την όπερά τους που αυτές τις μέρες παίζει La Boheme, τα πλοία στα ντοκ που ακόμα βέβαια δεν ζέστανε καλά για να ξεκινήσουν και οι εν πλω ξεναγήσεις ή οι βόλτες στο Αρχιπέλαγος το γεμάτο νησάκια αναψυχής. Κι όλα τα αξιοθέατα σε μια βόλτα hop on - hop off με τα ασταμάτητα κόκκινα λεωφορειάκια – χμ, ακριβούτσικα επίσης, αλλά συμφέρουν αφού με 60 ευρώ τα δυο άτομα μπορείτε να γυροφέρνετε όλο το Σαββατοκύριακο.
Στοκχόλμη στο φτερό, αυτό διάβασες. Στα γρήγορα αλλά και πολύ τυχεροί, μιας και μάλλον πετύχαμε την πρώτη ανοιξιάτικη μέρα. Βέβαια πετύχαμε και βροχή μελαγχολική, όπως και κρυουλάκι που ώρες-ώρες τσιμπούσε. Όπως και μια καταθλιπτική Κυριακή, καθώς η πόλη ξαφνικά στις 8 άδειασε κι ερήμωσε. Όμως αξίζει να πεταχτείτε. Αδιαμφισβήτητα. Γοητευτικά ράθυμη, νωχελικά και γλυκά υπνωτική, ανθρώπινη σε επίπεδο ζωής, μετακίνησης και απόλαυσης, η σουηδική πρωτεύουσα ήταν μια όμορφη, καρτποσταλικής φύσης περιπλάνηση. Στην πόλη που ο πατέρας του θεάτρου Αύγουστος Στρίνμπεργκ έμενε σε σπίτι δίχως κουζίνα, καθώς έτρωγε πάντα σε παρακείμενο μαγέρικο και που όσο κι αν είχα τον νου μου, δεν βρήκα κατάστημα με μποξεράκια ή καλούδια με υπογραφή Μπιον Μποργκ, που νόμιζα πως θα τα τρακαίρνω όπως σε εμάς στη Θεσσαλονίκη τα Todaylicius.
Αποφύγαμε βέβαια τα εμπορικά κέντρα που είναι πολλά και δεινά για τους ορκισμένους στα ψώνια. Προτιμήσαμε τα πάρκα και τα παγκάκια με θέα τα νερά. Όπως και τα χαμηλοφωτισμένα διαμερίσματα όπως τα κατασκοπεύαμε, έτσι που χωρίς κουρτίνες σ' αφήνουν να πάρεις μάτι λίγο από τη ζωή των Στοκχολμέζων που ευτυχούν να ζουν σε μια πόλη όπου το εύκολο, αν είσαι Ελληνάρας, είναι να την πεις καταθλιπτική ή «ναι, ωραία, μα δεν ξέρουν να ζουν». Όσα δεν φτάνει η αλεπού δηλαδή, γιατί προσωπικά εντυπωσιάστηκα τα μάλα. Με την κανονικότητα, τις παροχές-ανταποδικότητα σε επίπεδο δημόσιας ζωής και απόλαυσης μιας πόλης που ο μέσος φορολογούμενος προφανώς βλέπει πού πάνε τα λεφτά του. Α, κάτι τελευταίο: ακόμα και καφέ αγοράζεις από παντού με πιστωτική κάρτα. Κλέψε επομένως, αν μπορείς. Με τίποτα. Στην πτήση της επιστροφής δε για τη Θεσσαλονίκη μ' έπιασε το παράπονο, οκ, επέστρεφα στον λαμπερότερο ήλιο και τις ακόμα θερμότερες μέρες. Όμως –επικός επίλογος– με το χέρι στην καρδιά, θα αντάλλασσα στο πιτς φυτίλι τη ζωή στα πέριξ του βρωμύλου Θερμαϊκού με τα πεντακάθαρα νερά της, κι ας με πεις ξενέρωτο ή ρίψασπη.
Να πάτε παιδιά, να πάτε για να νιώσετε τι θα πει πολίτης-κάτοικος ενός οργανωμένου κράτους και μιας πόλης που ο ρομαντισμός της είναι διάστικτος κι η καλοσύνη της λάμπει παντού. Όβερ!
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Με αφορμή ένα γλυκύτατο ταξιδιωτικό άρθρο στην Athens Voice
«Προσφέρει τη χαρά της εξερεύνησης και της αληθινής απόδρασης»
Το νησί της Αφροδίτης και των συναισθημάτων
Το World Pass powered by Telekom, μας ταξίδεψε στο τουρνουά gaming «T-Esports Championship»
Ο συγγραφέας Άρης Σφακιανάκης μας ταξιδεύει ως τη χιονισμένη κορυφή του Αραράτ
Κορυφαίος βιώσιμος προορισμός για τους Βρετανούς
Κάθε Νοέμβριο, το νησί ευγνωμονεί τον Άγιο Σπυρίδωνα, γιατί σε αυτόν οφείλει τη σωτηρία της
Ένα ταξίδι στο μεταίχμιο Αφρικής και Ευρώπης
Εξερευνήστε φαράγγια, λίμνες και εθνικούς δρυμούς με σεβασμό στη φύση και τη βιοποικιλότητα
Ο έγκυρος ταξιδιωτικός οδηγός προτείνει διακοπές εκτός σεζόν «χωρίς ορδές τουριστών»
Το πανέμορφο παραδοσιακό χωριό στα νοτιοδυτικά της Λέσβου φημίζεται για τις πηγές του
Το διθυραμβικό αφιέρωμα βρετανικού Μέσου στο ελληνικό νησί
Τα πολλά και διαφορετικά κομμάτια της δένουν μεταξύ τους με φροντίδα και αγάπη, την οποία αγάπη καταθέτουν στην ιδιαίτερη πατρίδα τους οι κάτοικοί της…
"Ella" και ζήσε μια ολοκληρωμένη εμπειρία αναζωογόνησης στα "Ella Resorts"
Το νησί αποτελεί την «καρδιά» ενός εκ των μεγαλύτερων φυσικών θαλάσσιων πάρκων της Ευρώπης
Το αφιέρωμα στην «αγαπημένη εποχή του έξυπνου ταξιδιώτη για διακοπές»
«Ένα ελληνικό νησί που δεν το εντοπίζουν τα ραντάρ του μαζικού τουρισμού»
...και την αξίζει γιατί σηκώνει βάρη περισσότερα απ' όσα αντέχει - να τα λέμε κι αυτά
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.