Πολιτικη & Οικονομια

Εμείς, οι ήρωες του Φώσκολου

Αποχαιρετώντας τον πιο αντιπροσωπευτικό δημιουργό της σύγχρονης Ελλάδας

35183-103893.jpg
Γιώργος Παναγιωτάκης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
52979-107762.jpg

Έπειτα από ένα τραγικό παιχνίδι της μοίρας, οι χωροφύλακες έχουν συλλάβει έναν αθώο και τον κατηγορούν ότι είναι αιμοσταγής λήσταρχος. Με συνοπτικές διαδικασίες ο άτυχος άντρας οδηγείται στο εκτελεστικό απόσπασμα. Ξαφνικά, ένα δευτερόλεπτο πριν ο επικεφαλής διατάξει «πυρ»… «Σταθείτε!» ακούγεται μια τσιριχτή φωνή. Είναι η αδελφή του καταδικασμένου η οποία καταφθάνει μαζί με τα δύο, ήδη ορφανά από μάνα, παιδιά του, τον Θωμάκο και τον Σούλη. Η εκτέλεση διακόπτεται και βλέπουμε μια πολύ συγκινητική σκηνή. Τα παιδιά αγκαλιάζουν τον πατέρα τους, οι χωροφύλακες δακρύζουν κτλ. Όμως ο νόμος είναι νόμος. Η ποινή πρέπει να εκτελεστεί.

«Άντρες, επί σκοπόν!» διατάζει ξανά ο επικεφαλής. «Πύρ…» θέλει να πει, αλλά και πάλι δεν προλαβαίνει. «Σταθείτε!» ακούγεται μια, αντρική τώρα, φωνή. Αυτή τη φορά έχει έρθει χαρτί από την Αθήνα, που διατάσσει αναβολή της εκτέλεσης. Λύνουν τον καταδικασμένο και τον οδηγούν πίσω στη φυλακή.

Είναι η αρχή του γουέστερν-φασολάδα «Οι σφαίρες δεν γυρίζουν πίσω» (1967). Της πρώτης ταινίας που σκηνοθέτησε ο Νίκος Φώσκολος. Ο μοναδικός άνθρωπος στη Γη που μπορούσε να διακόψει δύο φορές την ίδια κινηματογραφική εκτέλεση –χωρίς να είναι μέλος των Μόντι Πάιθον.

Προσωπικά, τον Νίκο Φώσκολο σαν δημιουργό δεν τον είχα σε ιδιαίτερη εκτίμηση. Για ένα διάστημα μάλιστα τον μπέρδευα με τον Νίκο Μαστοράκη. Στο μυαλό μου αντιπροσώπευαν την ίδια αισθητική και προπαγάνδιζαν τις ίδιες ιδέες. Όμως, όταν το έψαξα λίγο καλύτερα, κατάλαβα ότι είχα κάνει λάθος. Οι διαφορές τους ήταν μεγαλύτερες από τις όποιες ομοιότητες.

Ο Μαστοράκης ξεκίνησε σαν Αμερικανάκι εγκλωβισμένο στο σώμα Έλληνα. Διέθετε σπάνιο θράσος και ενεργητικότητα. Έφτασε να σκηνοθετεί b-movies στη χώρα των ονείρων του, ενώ ήταν ο άνθρωπος που έβαλε την ελληνική τηλεόραση στις ράγες στις οποίες κινείται ακόμα. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι εκείνη η περιβόητη εκπομπή  του 1973 με τους συλληφθέντες του Πολυτεχνείου να ανακρίνονται από τον ίδιο, ήταν ένα πρώιμο ριάλιτι, ένα χουντικής λογικής Big Brother.

Γενικά, απέδειξε ότι το καλό γούστο και το ήθος δεν αποτελούν προϋποθέσεις για να πετύχει κανείς τους στόχους του. (Το δε αστείο είναι ότι πλέον δηλώνει και αυτός αγανακτισμένος!)

Ο μακαρίτης ο Φώσκολος ήταν άλλο μέγεθος. Καταρχάς, οι κατηγορίες περί φιλοχουντικής δράσης που του είχαν προσάψει, ήταν μάλλον άδικες. Στην πραγματικότητα επί χούντας δεν είχε κάτι χειρότερο από τους -με τη βούλα αριστερούς- συναδέλφους του. Ο ίδιος ήταν ταγμένος σε έναν μεγάλο, αφανή σε εμάς τους υπόλοιπους, στόχο. Πίστευε ότι επιτελούσε κάποιο σπουδαίο έργο, ότι ήταν ένας σύγχρονος σταυροφόρος, ένας πάστορας σταλμένος από την Θεία Πρόνοια για να μας βάλει στον ίσιο δρόμο. Θεωρούσε ότι έκανε ταινίες καταγγελίας και ότι μέσα από τα σίριάλ του στηλίτευε την κοινωνική αδικία και τη διαφθορά.

Σαν σεναριογράφος υπήρξε καλύτερος όχι μόνο από τον Μαστοράκη -κάτι που δεν θα αποτελούσε και καμιά σπουδαία επιτυχία- αλλά και από πολλούς ακόμη σύγχρονούς του, οι οποίοι χαίρουν μεγαλύτερης εκτίμησης. Ήταν επινοητικός και ευφάνταστος. Είχε μια καταπληκτική ικανότητα να γεννάει ιδέες και να τις εξελίσσει πάνω σε συγκεκριμένα πρότυπα. Ήταν μια μηχανή παραγωγής κλισέ. Αν εντασσόταν σε ένα σοβαρό σύστημα παραγωγής, όπως εκείνο του Χόλιγουντ, θα μπορούσε να είχε κάνει θαύματα.

Αντίθετα, σαν σκηνοθέτης ήταν κακός. Όχι τόσο σε ό,τι αφορά την χρήση της κάμερας και του μοντάζ, όσο στο κομμάτι της διεύθυνσης των ηθοποιών. Πίστευε ακράδαντα ότι η καλή ερμηνεία συνίσταται στον στόμφο, στις υπερβολικές εκφράσεις του προσώπου και στα γουρλωμένα μάτια και ότι οι εκρήξεις του τύπου «Όχι άλλο κάρβουνο!» μπορούν να απογειώσουν μια ταινία.

Δεν είναι τυχαίο ότι θεωρούσε τον Γιώργο Βασιλείου ως έναν από τους καλύτερους ηθοποιούς παγκοσμίως.

Αυτά τα τρία στοιχεία (η επινοητικότητά του, η πίστη του ότι επιτελεί έναν ιερό σκοπό και η αγάπη του προς την υπερβολή) τον μετέτρεψαν σε καθρέφτη της σύγχρονης Ελλάδας. Γιατί, ας το παραδεχτούμε. Ο πολιτισμός και ο τρόπος σκέψης μας των τελευταίων σαράντα χρόνων έχει πολλά κοινά στοιχεία με τον Φώσκολο και το έργο του. Δυστυχώς ή ευτυχώς αυτοί είμαστε: Ευφάνταστοι σεναριογράφοι, που κρατάμε πάντα για τον εαυτό μας τον ρόλο του αδικημένου. Ηθικολόγοι που κατηγορούμε όλους τους άλλους αλλά δεν κοιτάμε ποτέ τα μούτρα μας στον καθρέφτη. Μανιχαϊστές που δεν διακρίνουμε ενδιάμεσους τόνους ανάμεσα στο απόλυτο καλό και στο απόλυτο κακό. Και βέβαια απερίγραπτες drama queens.

Αστυνόμοι Θεοχάρηδες που κοπανάμε τα κεφάλια μας στις τζαμαρίες, μέχρι να ξεδώσουμε και να πάμε ήρεμοι για ύπνο. Με δυο λόγια, πνευματικά παιδιά του Νίκου Φώσκολου.

Ας είναι ελαφρύ το χώμα που τον σκεπάζει.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ