Βιβλιο

Βιόλα Αρντόνε: Το τρένο των παιδιών

Ένα μυθιστόρημα ήδη κλασικό και ας είναι ολόφρεσκο!

4754-202316.jpeg
Στέφανος Τσιτσόπουλος
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Βιόλα Αρντόνε: Το τρένο των παιδιών

Διαβάσαμε το εξαιρετικό μυθιστόρημα «Το τρένο των παιδιών» της Βιόλα Αρντόνε που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.

Στο ίδιο ράφι με το Confiteor του Ζάουμε Καμπρέ, την Καρδερίνα της Ντόνα Ταρτ και την τετραλογία της Νάπολης της Έλενα Φεράντε. «Το τρένο των παιδιών» της Βιόλα Αρντόνε το διάβασα μονορούφι, τρένο με πήγε κυριολεκτικά όπως ο τίτλος του. Τριακόσιες σελίδες μεγάλης, ανεπανάληπτης και κορυφαίας λογοτεχνίας, ασυζητητί, και τα ρισπέκτ κατατεθειμένα ντούκου όπως της πρέπουν.

Η Ναπολιτάνα Βιόλα Αρντόνε μεταφράζεται αυτή τη στιγμή σε 27 γλώσσες. Κι αυτό το σημείωμα αυτόν τον σκοπό έχει και για αυτό τον σκοπό γράφεται, ας το πω, κάπως προπαγανδιστικά και αγκιτατόρικα: βιβλιόφιλοι, κινητοποιηθείτε και αναλάβετε δράση. Ταυτόχρονα, πέρα από ύψιστα λογοτεχνικά, είναι γραμμένο υπέροχα και κινηματογραφικά. Σκέψου Φελίνι και Ροσελίνι, Κλέφτη Ποδηλάτων και Armacord, που θα πει θυμάμαι.

Το 1945 ο Αμερίγκο εγκαταλείπει τη γειτονιά του στη Νάπολη, μπαίνει στο τρένο και μαζί με χιλιάδες άλλα παιδιά από τον ιταλικό νότο φεύγει για τον βορρά για να σωθεί από τη φτώχεια και τη δυστυχία που σκόρπισε ο πόλεμος. Η πρωτοβουλία ανήκει στο Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, που τα μέλη του στη Λομβαρδία και την Εμιλία Ρομάνα «υιοθετούν» τα άπορα φιλοξενώντας τα ώσπου να καρδαμώσουν σε οικογένειες συντρόφων που τα νοιάζονται και επιθυμούν να τα περιθάλψουν. Ο Αμερίγκο, ο Τομμαζίνο και η Μαριούτσα αναχωρούν με το τρένο φοβισμένα, οι φασίστες διαδίδουν πως το τρένο θα πάει στη Ρωσία, πως αυτή η δήθεν ουμανιστική πρωτοβουλία αλληλεγγύης δεν είναι παρά ένα κόκκινο παιδομάζωμα. Η Ιταλία προσπαθεί να σταθεί στα πόδια της, ο κόσμος είναι διχασμένος, οι μάνες αναγκάζονται να αποχωριστούν τα παιδιά τους χωρίς να ξέρουν αν θα τα ξαναδούν, ο τόπος βράζει από fake news, φοβίες, δεισιδαιμονίες, τρόμους και πολιτικές σπέκουλες.

«Από αγάπη δεν αποφάσισαν οι μάνες σας να σας στείλουν στην Μπολόνια, στο Ρίμινι, στη Μόντενα;» «Γιατί; Όποιος σε στέλνει μακριά σε αγαπάει;» «Μερικές φορές αυτός που σε αφήνει να φύγεις σε αγαπάει περισσότερο από αυτόν που σε κρατάει κοντά του». Το νόημα της ταυτότητας και της οικογένειας, ο αγώνας για επιβίωση και αγάπη, το βλέμμα ενός επτάχρονου παιδιού, κωλοπετσωμένου στα επικίνδυνα και βρόμικα στενά της Νάπολι, που διηγείται μια ιστορία σκληρού αποχωρισμού και τον βαθύ πόνο από τον οποίο κανένας δεν μπορεί να γλιτώσει, αφού μόνο έτσι μεγαλώνουμε.

Στη δεύτερη οικογένειά του, ο Αμερίγκο θα τα βρει όλα: ζεστασιά και θαλπωρή, συντροφικότητα, τρυφερότητα και παπούτσια, ζεστά ρούχα και ζουμερές πίτσες. Η Ντέρια, ο Ρίβο, ο Λούτσιο, ο Αλτσίντο και η Ρόζα θα του μάθουν γράμματα και μουσική, θα τον αγαπήσουν σαν παιδί και αληθινό αδελφάκι τους. Χάρις σε αυτούς ο Αμερίγκο θα πάει στο σχολείο, θα δει τη θάλασσα, θα ζήσει στη φύση. Όταν θα γυρίσει πίσω πάλι στην αληθινή του μητέρα που τον περιμένει στη μίζερη Νάπολη, όταν οι μεγάλες «διακοπές» λάβουν τέλος, ο Αμερίγκο θα νιώσει σαν πεπτωκώς άγγελος.

12985.jpg

Μέσα από το χρονικό αυτού του πραγματικά αληθινού και εξαιρετικά πολύπλοκου κοινωνικού πειράματος που συντελέστηκε στη μεταπολεμική Ιταλία, με αφηγηματική μαεστρία και ευαισθησία, η Αρντόνε εκκινεί από το πώς κάποιες αποφάσεις μπορούν να αλλάξουν για πάντα και ανεξίτηλα τη ζωή μας. Πίσω στην γκρίζα συναισθηματικά Νάπολη, ο Αμερίγκο θα... (ουπς, όχι σπόιλερ!). Μια συρραφή από μικροϊστορίες που φωτίζουν τη μεγάλη εικόνα. Η διαλυμένη μεταπολεμική Ιταλία της Αρντόνε, όπως και η μεταπολεμική Καταλωνία του Καμπρέ ή η πολύπλοκη Αμερική της Ντόνα Ταρτ, είναι γεμάτες από κοινωνική ανισότητα, τραύματα και κακό. Τα γεγονότα που λαξεύουν τον ψυχισμό αλλά και δίνουν σχήμα στον χαρακτήρα των ηρώων του βιβλίου είναι αδυσώπητης πυκνότητας. Και η Αρντόνε με απαράμιλλο τέμπο και εμπύρετη συναισθηματική γραφή, ενώ ξεκινά με γραμμική αφήγηση, ολοένα καθώς τρέχει το βιβλίο της κάνει αναπάντεχες χρονικές υπερπηδήσεις, χωρίς όμως να εκτροχιάζει τα «βαγόνια» της. Το τρένο των παιδιών σταματά στους σταθμούς που καθορίζουν το μέλλον των ηρώων του με ταχύτητες έγχρωμου σινεμασκόπ ή ασπρόμαυρου νεορεαλιστικού μοντάζ από ένα σημείο της αφήγησης και μετά, χωρίς όμως ουδόλως να απεμπολεί την πυκνότητά του.

Η παιδική ηλικία, ο εξαφανισμένος πατέρας, η σκληρή μάνα, οι κουτσομπόλες της γειτονιάς, το λαθρεμπόριο, η μαφία, αυτό το βάρος του ναπολιτάνικου τόπου που στον βορρά εξαφανίζεται και τη θέση του διαδέχεται ένα σκηνικό παράδεισου καθορίζει το αύριο του Αμερίγκο. Το βιολί που μαθαίνει να παίζει, η αγελάδα που την βαφτίζουν προς τιμήν του με το όνομά του, τα παλιά φθαρμένα παπούτσια του νότου και τα ζεστά καινούργια μποτάκια της Μόντενα, αντικείμενα, ζώα και έμψυχοι συμπαραστάτες, που λειτουργούν και ως παιδαγωγοί, του διδάσκουν την καλοσύνη αλλά και το τι πάει να πει έμπρακτη συναισθηματική και υλική αλληλεγγύη.

Όμως όταν ο Νόμπελ (έτσι είναι το ψευδώνυμό του) επιστρέψει στον νότο, είναι αυτή η έλλειψη που θα τον κάνει βαθιά μελαγχολικό. Η απώλεια διαδέχεται τις χαρές και η βλοσυρότητα της ζωής στο αληθινό του σπίτι αναιρεί τη μεθυστική ευδαιμονία που βίωσε πρόσκαιρα στην (Άλλη) Χώρα των «επάνω». Η Αντονιέττα και Τζαντραλιόνα, η Πακιόκια και ο Σκληρός Κάπα, τα σπαράγματα της πρώτης αγάπης, ο θαυμασμός για τους εκεί που πολύ θα ήθελε να είναι η αληθινή του οικογένεια, αλλά και τα τρομακτικά μυστικά που ανακαλύπτοντάς τα θα τον σμπαραλιάσουν, θα καταφέρουν άραγε να τον κάνουν να συγχωρέσει και -γιατί όχι;- να αγαπήσει και τους «κάτω» το ίδιο δυνατά;

Μ' αυτή την ύλη η Αρντόνε φιλοτεχνεί ένα μυθιστόρημα που -στοιχηματίζω- θα μπει μέσα σας. Θα σας συνταράξει και θα σας ταρακουνήσει. Μόλις το τελείωσα, έκανα το χρέος μου και τηλεφώνησα σε καμιά δεκαριά αγαπημένους φίλους για να τους πω να μην το χάσουν. Το ίδιο θεωρώ πως θα κάνουν κι αυτοί όταν τελειώσουν με το Τρένο των παιδιών. Ειδικά τούτον τον άγριο καιρό της πανδημίας που δοκιμάζονται σχέσεις οικογενειακές, φιλικές, οικογενειακές, ερωτικές και οικονομικές, το βιβλίο αυτό νομίζω πως θα λειτουργήσει σαν βάλσαμο.

Κλείνοντας, να πω πως εύχομαι στη Βιόλα Αρντόνε αλλά και τον εκδοτικό οίκο Πατάκη να καταφέρουν να συναντηθούν με το ευπώλητο αλλά και τον κόσμο εκεί έξω, που σε κάθε νέα κυκλοφορία αναρωτιέται τι νέο έχει να πει ένα βιβλίο σε σύγκριση, ας πούμε, με τον Ντίκενς ή τον Μαρκ Τουέιν. Ε, λοιπόν διαβάστε το και την απάντηση θα τη βρείτε μέσα του. Νομίζω πως έξω θεωρείται κλασικό ήδη και μακάρι το ίδιο να συμβεί και για την Έλλάδα. Το Τρένο των Παιδιών είναι μια υπέρκομψα καλογραμμένη ωδή για τη συντροφικότητα και την καλοσύνη, τα υλικά πρώτης ανάγκης, που μαζί με την αγάπη, μόνο αυτά μπορούν να μεγαλώσουν γερά παιδιά και μελλοντικά ευτυχισμένους ανθρώπους. Και αυτό σου λέει: Παρά τη δυστυχία και το μαύρο που αναλογεί αργά ή γρήγορα στον καθένα μας, βάλε το αυτί σου στις ράγες κι αφουγκράσου πότε έρχεται το επόμενο «δρομολόγιο». Αυτό που θα σε πάρει μακριά αλλά και θα σε ξαναφέρει κοντύτερα σε αυτά που αγάπησες ή τα άφησες πίσω χωρίς να υπολογίζεις πόσο κι αυτά περίμεναν τη στιγμή που θα επέστρεφες για να σου πουν πόσο τους έλειψες, κι ας μην ήξεραν πώς να σου το εκφράσουν. Αχ, τι μεγάλη λογοτεχνία, τι βουίσματα, τι ανατριχίλα και τι ταλαντώσεις...

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ