Θεατρο - Οπερα

«Λίγο πριν το Ολοκαύτωμα», ο Θανάσης Τριαρίδης έγραψε αυτό το κείμενο

«Στην Αντίς Αμπέμπα υπήρξαν αρκετές φορές που η ρόδα του αυτοκινήτου μας πέρασε ξυστά από παιδιά που κείτονταν στον δρόμο»

114936-648927.jpg
Θανάσης Τριαρίδης
9’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
thanasis_triaridis_1.jpg

Ο Θανάσης Τριαρίδης μας γράφει με αφορμή την παράστασή του «Το Περίσσιο Παιδί» που ανεβαίνει στο Θέατρο Faust σε σκηνοθεσία Πηγής Δημητρακοπούλου.

Έγραψα το «Περίσσιο παιδί» (Εκδόσεις Gutenberg 2019) το καλοκαίρι του 2017. Είναι ένα ολιγοσέλιδο αλληγορικό τεχνολογικό παραμύθι που διαδραματίζεται στο μέλλον: σε έναν κόσμο υποταγμένο στην τεχνητή νοημοσύνη ένα ασήμαντο προγραμματάκι καύσης των σκουπιδιών αρνείται να κάψει ένα πλαστικό μωρό καθώς το εννοεί ως ζωντανό παιδί. Μια διαδρομή ανυπακοής, γονεϊκότητας και θυσίας θα γεννηθεί από την αφετηρία αυτή.

Το «Περίσσιο παιδί» απηχεί τα ταξίδια μου στην Αφρική. Ταξίδεψα στην Αφρική αρκετές φορές το 2016 και το 2017 στο πλαίσιο της διαδικασίας της διακρατικής υιοθεσίας: μαζί με την γυναίκα μου υιοθετήσαμε την κόρη μας, την Αργκάνε, ένα κορίτσι από τα εγκαταλελειμμένα παιδιά της Αιθιοπίας. Έτσι βρεθήκαμε στην καρδιά ενός άλλου κόσμου αφάνταστης φτώχειας και εξαθλίωσης: στην Αιθιοπία οι άνθρωποι έχουν κατά κεφαλήν εισόδημα ένα δολάριο την ημέρα (400 δολάρια τον χρόνο – το αντίστοιχο της Ελλάδας είναι 20.000), τα εγκαταλελειμμένα παιδιά ξεπερνούν τα 6.000.000, το AIDS ενδέχεται να φτάνει το 40% του ενεργού σεξουαλικά πληθυσμού. Ωστόσο η κύρια αιτία θανάτου στην Αντίς Αμπέμπα (και σε όλην την Υποσαχάρια Αφρική) είναι η δυσεντερία καθώς δεν υπάρχει η δυνατότητα πρόσβασης στο τρεχούμενο νερό. Και όλα αυτά σε μια πανέμορφη ιστορική χώρα που δυστυχώς μαστίζεται από τον υπερπληθυσμό: Τα 10 εκατομμύρια του  πληθυσμού της το 1973 σήμερα έχουν γίνει 108 εκατομμύρια – και το 2050 όλα δείχνουν πως θα έχουν ξεπεράσει τα 220 εκατομμύρια. Αυτή η στατιστική καμπύλη συνδυασμένη με την ακραία φτώχεια και ανέχεια είναι από μόνη της ένας αδιανόητος πόλεμος.

Γυρνώντας από την Αιθιοπία σκέφτηκα πολλές φορές αν έχω το δικαίωμα να μεταφέρω τις εικόνες που είδαμε – καθώς τις έζησα εκ του ασφαλούς, υπό το καθεστώς της απόλυτης προστασίας του λευκού δυτικού ταξιδιώτη. Εν τέλει κατέληξα πως ήταν θεμιτό να το κάνω, όπως ήταν θεμιτό και να δημοσιοποιήσω την ιστορία της Αργκάνε, προκειμένου να ευαισθητοποιηθεί κάπως η ελληνική κοινή γνώμη στο θέμα των διακρατικών υιοθεσιών από την Υποσαχάρια Αφρική (γιατί ότι ισχύει στην Αιθιοπία ισχύει εν πολλοίς για όλην την Υποσαχάρια Αφρική). Έχω επιλέξει λοιπόν, να μεταφέρω μονάχα τρεις εικόνες – αν πω περισσότερες ενδέχεται να τις συνηθίσει ο αναγνώστης, άρα να αυτοακυρωθούν. Η πρώτη εικόνα: στην Αντίς Αμπέμπα υπήρξαν αρκετές φορές που η ρόδα του αυτοκινήτου μας πέρασε ξυστά από παιδιά (από κεφάλια παιδιών, από σώματα παιδιών, από χέρια και από πόδια παιδιών) που κείτονταν στον δρόμο. Περνούσαμε και, κυριολεκτικά κοκαλωμένος στην θέση του συνοδηγού, περίμενα να ακούσω πίσω μου ουρλιαχτά. Η δεύτερη εικόνα: μιαν ημέρα είδα με τα μάτια μου έναν χώρο (θα ήθελα να τον πω “αίθουσα” – αλλά δεν είμαι σίγουρος αν θα το περιέγραφα σωστά) όπου δεκάδες νεογέννητα βρέφη βρίσκονταν μέσα σε άδεια κουτιά από παπούτσια. Ας προσπαθήσουμε να το σκεφτούμε: μιλούμε για κουτιά από παπούτσια. Και το ακόμη πιο εξωφρενικό για την δική μας λογική: εκείνα τα μωρά ήταν πολύ τυχερά που βρισκόντουσαν μέσα στα κουτιά των παπουτσιών διότι έτσι ήταν από τα πολύ λίγα που είχαν πιθανότητες να υιοθετηθούν. Η τρίτη εικόνα αφορά την Αργκάνε: το κορίτσι αυτό πλύθηκε για πρώτη φορά στην ζωή του 10 μηνών, όταν ολοκληρώθηκε το τρίτο και οριστικό δικαστήριο και την πήραμε, ως κόρη μας πλέον, μαζί μας στο ξενοδοχείο. Τα συγκάματα της στην περιοχή των γεννητικών οργάνων της έφταναν μέχρι τα γόνατα – χρειάστηκαν δύο μήνες με αντιβιοτική αλοιφή για να θεραπευτούν. Και αυτό συμβαίνει διότι τα ορφανοτροφεία της Αντίς δεν μπορούν να υποστηρίξουν το πλύσιμο των παιδιών.

Τώρα, με τις εικόνες αυτές στο μυαλό μας, ας σκεφτούμε πως τα τελευταία δεκατέσσερα χρόνια έχουν υιοθετηθεί, σε παγκόσμιο επίπεδο, περίπου 50.000 παιδιά από την Αιθιοπία. Ο αναγνώστης ας προσπαθήσει να φανταστεί την μοίρα των πολλών εκατομμυρίων εγκαταλελειμμένων παιδιών που δεν υιοθετήθηκαν και δεν θα υιοθετηθούν ποτέ.

Η παράστασή «Το περίσσιο παιδί» γεννήθηκε το καλοκαίρι του 2019 από μια ομάδα αγαπημένων μαθητών μου: την Αντιγόνη, τον Γιάννη, την Χριστίνα, τον Χρήστο. Αυτοί δημιούργησαν την ομάδα Ich Bebe και ξεκινήσαμε να δουλεύουμε με το κείμενο. Στόχος δεν ήταν να κάνουμε θέατρο – αλλά είναι να αποτυπώσουμε, όσο μπορούμε, με μια εκφραστική μεταφορά τον αδιανόητο πόλεμο που μαίνεται σήμερα (και που ένα πολύ μικρό μέρος του περιγράφτηκε παραπάνω). Μιλούμε για τα εκατομμύρια των εγκαταλελειμμένων παιδιών της Αφρικής: στην Αιθιοπία, στην Νιγηρία, στην Κένυα, στην Ουγκάντα, στο Κονγκό, σε ολόκληρη την υποσαχάρια Αφρική. Δεν έχουμε ακριβή στοιχεία για τον αριθμό αυτών των παιδιών – ωστόσο μόνο σε επίπεδο Αφρικής πρέπει να ξεπερνούν τα 20 εκατομμύρια, δηλαδή δυο φορές τον πληθυσμό της Ελλάδας.

Τι συμβαίνει με τα παιδιά αυτά: Στην συντριπτική τους προκύπτουν από ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες – κι όπως ίσως ξέρετε, στις εξαθλιωμένες οικονομικά χώρες η πορνεία όλων των ειδών αποτελεί για τις περισσότερες γυναίκες έναν βασικό δρόμο επιβίωσης. Η νοσοκομειακή έκτρωση έχει δυσβάσταχτο κόστος και οι πρακτικές μέθοδοι ηθελημένης αποβολής μπορούν να καταστρέψουν το αναπαραγωγικό σύστημα της γυναίκας. Έτσι ως ασφαλέστερος δρόμος της απελπισίας μιας ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης επιλέγεται η γέννα και η άμεση εγκατάλειψη του μωρού. Τα ανεπιθύμητα νεογέννητα εγκαταλείπονται λίγες ώρες μετά τη γέννησή τους είτε σε μια ερημική περιοχή, οπότε και πεθαίνουν αβοήθητα σε λίγες ώρες, είτε σε κάποια κατοικημένη περιοχή, οπότε και στοιβιάζονται σε άθλια ορφανοτροφεία. Από αυτά περίπου τα μισά θα πεθάνουν από δυσεντερία τους πρώτους μήνες της ζωής τους, και τα υπόλοιπα απλώς σωρεύονται σε αδιανόητα άθλιες συνθήκες ζωής μέχρι να γίνουν έξι ή οχτώ χρονών οπότε και θα βγουν στους δρόμους για να ανακυκλώσουν την απελπισία που τα έφερε στον κόσμο.

Αυτά είναι τα περίσσια παιδιά του κόσμου μας. Και βέβαια δεν υπάρχουν μόνον στην Αφρική. Υπάρχουν σε κάθε επικράτεια της φτώχειας και της απελπισίας: στην Αφρική, στην Ινδία, στην νοτιοανατολική Ασία, στην Κεντρική και Λατινική Αμερική. Μοναδική άμεση παροντική πιθανότητα διεξόδου από τον φριχτό κύκλο που περιγράφτηκε δείχνει να είναι η υιοθεσία τους από οικογένειες της Δύσης μέσω της διακρατικής υιοθεσίας. Μα αυτό αφορά ένα απολύτως ελάχιστο ποσοστό των εγκαταλελειμμένων παιδιών  – λιγότερο από ένα τοις χιλίοις. Τα υπόλοιπα απομένουν εκεί και περιμένουν.

Πάνω στα κεφάλια αυτών των περίσσιων παιδιών η Δύση ετοιμάζει ένα επόμενο Ολοκαύτωμα. Και αυτό δεν προκύπτει από διάθεση προφητείας – αλλά από τα ψυχρά νούμερα. Ο καθένας μας μπορεί να ψάξει στο Διαδίκτυο την 2015 Revision of World Population Prospects και την PovcalNet 2015.  Τι θα δει εκεί; Πως στην Υποσαχάρια Αφρική σήμερα ζούνε ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι – το 1950 το αντίστοιχο νούμερο ήταν 180 εκατομμύρια. Το 2050 ο πληθυσμός αυτός θα ξεπερνάει τα 2,1 δισεκατομμύρια. Από το σημερινό ένα δισεκατομμύριο, τα 600 εκατομμύρια ζούνε χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα. Οι δυο μεγαλύτερες χώρες της περιοχής αυτής, η Αιθιοπία (100 εκατ. κάτοικοι) και η Νιγηρία (180 εκατ. κάτοικοι) έχουν ημερήσιο κατά κεφάλην εισόδημα λιγότερο από ένα Ευρώ την ημέρα. Από το 1,1 δισεκατομμύριο των παιδιών της Υποσαχάριας Αφρικής που θα γεννηθούν και θα επιβιώσουν μέχρι το 2050 (διότι περισσότερα από 300 εκατομμύρια δεν θα επιβιώσουν με κύρια αιτία του θανάτου τους την δυσεντερία) πρόσβαση στο νερό θα έχουν λιγότεροι από το 1/5. Αυτό σημαίνει πως περισσότεροι από 800 εκατομμύρια άνθρωποι δεν θα πλυθούν ούτε μία φορά με τρεχούμενο νερό μέχρι να συμπληρώσουν τα οχτώ τους χρόνια. Για να προσεγγίσει κανείς τα αντίστοιχα νούμερα της νοτιανατολικής Ασίας πρέπει πολλαπλασιάσει τα προηγούμενα νούμερα επί τρία.

Με άλλα λόγια, οι πεινασμένοι της γης αυξάνονται γεωμετρικά: σήμερα είναι περίπου ο μισός πληθυσμός της γης – το 2050 θα είναι έξι δισεκατομμύρια. Ο πληθυσμός των χορτάτων της Δύσης θα είναι περίπου 1,5 εκατομμύριο. Τι θα γίνει τότε; Τα γεγονότα δεν είναι αισιόδοξα: εφόσον οι πολίτες της Δύσης αρνηθήκαμε να μοιράσουμε την χόρτασή μας (την πρόσβαση σε μη μολυσμένο νερό, σε ρεύμα κ.ο.κ.) με την πείνα των επερχόμενων απελπισμένων, ουσιαστικά ζητήσαμε τον πόλεμο.

Οι πεινασμένοι θα γυρέψουν να χορτάσουν με κάθε τρόπο – πάντοτε στην Ιστορία έτσι γινότανε. Νομίζω πως ο 21ος αιώνας, κάπου στις μεσιανές του δεκαετίες, θα δει αυτόν τον υπερ-πόλεμο (αλλιώς: το μετα-πόλεμο) ανάμεσα στους πεινασμένους και στους χορτάτους (και το ξαναλέω: οι χορτάτοι είμαστε οι πολίτες της Δύσης). Μέχρι τώρα στην Ιστορία όλους τους πολέμους μετακινήσεων τους κέρδισαν οι πεινασμένοι. Ωστόσο δεν είμαι βέβαιος για το πού θα γείρει ο εφιάλτης αυτής της φοράς: η Δύση θα χρησιμοποιήσει νεωτερικά όπλα απίστευτης εμβέλειας (και βιολογικής δομής) και τα νούμερα των νεκρών θα κάνουν τα δεκάδες εκατομμύρια των θυμάτων των δύο παγκοσμίων πολέμων του 20ου αιώνα να μοιάζουν παιδικό ανάγνωσμα.

Αυτό το επερχόμενο Ολοκαύτωμα θα το διεκδικήσουν το διεκδικήσουν με όλο το νεοπολιτικό πάθος τους οι πολίτες της Δύσης. Ο πολίτης της Δύσης ήδη συμμετέχει πρόθυμα στην προπαρασκευή και την υλοποίηση  ετούτης της εκατόμβης με την απόλυτη βεβαιότητα πως αυτός πολεμάει στο πλευρό της λογικής και του δικαίου της κατάστασης άμυνας. Στην πραγματικότητα ωστόσο κάνει έναν πόλεμο για τα «κεκτημένα» (που είναι ένας παλιότερος γραμματικός τύπος του ”κατακτημένα” – κατακτημένα από ποιον και σε βάρος ποιανού;).  Ο πολίτης της Δύσης θεωρεί πως το πόλεμο τον ζητάνε οι άλλοι (οι «παρανοϊκοί», ή έστω «πλανημένοι», άλλοι) και πως αυτός επιθυμεί την «ειρήνη»: ωστόσο στο μυαλό του ειρήνη είναι ο ίδιος και τα παιδιά του να κάνουν κάνουν μπάνιο δυο φορές τη μέρα ή μια φορά κάθε μέρα ή κάθε δύο μέρες ή κάθε τρεις μέρες (ο αναγνώστης ας σκεφτεί το δικό του νούμερο, δεν μπόρεσα να βρω αξιόπιστα αντίστοιχα στατιστικά), να ποτίζει κάθε μέρα τον κήπο του, θα πλένει κάθε εβδομάδα το αυτοκίνητό του, να βράζει έξι φορές τη μέρα στον βραστήρα το μπιμπερό των μωρών του.

Αυτό σημαίνει πως η δυτική ηθική του λεγόμενου ανθρωπισμού είναι πια παρελθόν: Η μεγαλύτερη χρεοκοπία της ηθικιστικής πολιτικής σκέψης της Δύσης (από όποια αφετηρία να εκκινεί) είναι η σταδιοποιημένη αδυναμία της να εντάξει στο πολιτικό της σχέδιο την πείνα των πληθυσμών αυτών του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου. Οι «αριστερές» αντιπροτάσεις αποδείχτηκαν δολοφονικές όσο και ολοκληρωτικές φενάκες, ο «ουμανιστικός φιλελευθερισμός» απολήγει ως ραφιναρισμένο ρητορικό ψέμα.

Ο πολίτης της Δύσης, παρά το ότι διάβασε ως παιδί τους Αθλίους και ξέρει απέξω τους στίχους από το Imagine του Τζον Λένον, δεν είναι διατεθειμένος να μοιραστεί τίποτε από τα «κεκτημένα» του με το παιδί που γεννιέται αυτή την ώρα στην υποσαχάρια Αφρική. Η πείνα του παιδιού αυτού, η ταπείνωση που συνεπάγεται η ανυπόφορη φτώχεια του, η ανημποριά του να περιγράψει για τον εαυτό του ένα μέλλον ανθρώπινο είναι για τον πολίτη της Δύσης (δηλαδή: για τον καθένα από εμάς) μονάχα ένα σφάλμα: ένα σφάλμα της φύσης, ή της τύχης, ή της Ιστορίας, εντέλει ένα σφάλμα των γονιών αυτού του παιδιού που το γεννάνε. Δηλαδή μεταβιβάζουμε την ευθύνη για την πείνα και την ταπείνωση των πεινασμένων από την πολιτική πραγματικότητα του κόσμου σε μια μετα-θεολογική δομή προπατορικού αμαρτήματος. Μοιραία (και σε ιστορικό επίπεδο, απολύτως δικαιολογημένα) το πεινασμένο παιδί του Τρίτου Κόσμου, εφόσον επιβιώσει από την δυσεντερία και το AIDS, θα προσφύγει σε μια άλλη θεολογική δομή: στον πιο πρόσφορο όσο και εφιαλτικό εξτρεμισμό μίσους που θα ξεπηδήσει στη γεωγραφική και την κοινωνική του περιφέρεια (και βλέπουμε ήδη μερικούς από αυτούς τους εξτρεμισμούς).

Ο δυτικός πολιτισμός είναι η πιο χωροκατακτητική πολιτισμική έκφανση της ανθρώπινης ιστορίας, ο πλέον επιθετικός πολιτισμός που εμφανίστηκε ποτέ. Κι αυτό συμβαίνει καθώς ο στόχος του δεν είναι η διατήρησή του αλλά ο επιθετικός πολλαπλασιασμός του, η εξάπλωση και κυριαρχία του σε κάθε γωνία του επιστητού κόσμου.

Όσο τον μελετούμε, βλέπουμε πως έχει απίστευτη προσαρμοστικότητα, ανεξάντλητη επινοητικότητα, εκπληκτική συνδιαλλαγή με την επιστήμη (με την έννοια ότι χρησιμοποιεί την επιστήμη με απίστευτη ευκολία ως εξακολουθητική προέκτασή του) και ανεπανάληπτη αφομοιωτική ισχύ (μπορεί να ενσωματώσει μέσα του λειτουργικά κάθε προηγούμενο ή παράλληλο πολιτισμό τους οποίους, ωστόσο, αφάνισε). 

Επιπλέον, αυτός είναι ο πρώτος και μοναδικός πολιτισμός που επινόησε την αναστοχαστική μνήμη και την κατανόησε ως λειτουργικό κομμάτι του – κι ενώ όλοι οι άλλοι πολιτισμοί βασίστηκαν αποκλειστικά την επιβλητική μνήμη. Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι η κυριαρχική εγκατάσταση ενός αντιφατικού τέρατος που με τα  ματωμένα χρήματα του ηδονιστικού κέρδους κατασκευάζει από την μια την ηθική, τον Διαφωτισμό, τα ανθρώπινα δικαιώματα, την έννοια του ουμανισμού και της αλληλεγγύης – κι από την άλλη είναι έτοιμο στο όνομα του ίδιου ηδονιστικού κέρδους να διαπράξει την πιο ανελέητη σφαγή  και το πιο ακραίο έγκλημα. Η αντίφαση αυτή είναι η ιστορική μηχανή, η ιστορική πλεκτάνη του δυτικού πολιτισμού – όσο κι αν ακούγεται εφιαλτικό κάτι τέτοιο.

Ο δυτικός πολιτισμός επινόησε την ηθική τη ύπαρξης αλλά στα πυρηνικά του κύτταρα δεν αναγνωρίζει καμία απολύτως ηθική. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα που το ξέρουμε όλοι. Η Δύση μέσα στον 19ο κι στον 20ο αιώνα, μετά από χιλιάδες χρόνια αδιανόητης σκλαβιάς, απελευθέρωσε και χειραφέτησε (τουλάχιστον ως έναν σημαντικό βαθμό) την γυναίκα – και αυτή η απελευθέρωση ήταν η μεγαλύτερη πολιτισμική  κατάκτηση της ανθρώπινης ιστορίας.

Αυτή η απελευθέρωση/χειραφέτηση δεν έγινε από ανθρωπισμό ή από κάποιο ηθικό πρόταγμα – έγινε με την λογική του ηδονιστικού κέρδους: η βιομηχανική παραγωγή ήθελε διπλασιασμό του αγοραστικού κοινού – και πολύ γρήγορα συνέλαβε πως μόνο μια ελεύθερη και χειραφετημένη γυναίκα μπορεί να αγοράσει προϊόντα.

Δείτε τώρα την αντίφαση: στο όνομα του ίδιου ακριβώς ηδονιστικού κέρδους η Δύση εδώ και τρεις δεκαετίες έχεις διακινήσει περισσότερα από 40 εκατομμύρια γυναίκες ως σκλάβες στους μηχανισμούς του trafficking. Είναι ο απαράλλαχτα ίδιος μηχανισμός ανασυνθετικής εξάπλωσης που γέννησε το μαζικό δουλεμπόριο του 17ου και του 18ου αιώνα (μια γιγάντια παγκόσμια επιχείρηση όπου 60 εκατομμύρια άνθρωποι ξεριζώθηκαν από την μια άκρη της γης για να οδηγηθούν ως σκλάβοι στους Νέους Κόσμους), τις γενοκτονίες των αυτοχθόνων πληθυσμών της Αμερικής και της Ασίας (περισσότερα από 120 εκατομμύρια νεκροί μονάχα στην αμερικάνικη ήπειρο), την αποικοκρατία (με την γενοκτονία του Κογκό να είναι μονάχα μία έκφανσή της).

Είναι ο ίδιος μηχανισμός που ετοιμάζεται να εξοντώσει μαζικά τους πεινασμένους και εξαθλιωμένος του αύριο. Τι συμπέρασμα βγάζουμε από όλα αυτά; Πως η προγραμματική ορμή του δυτικού πολιτισμού δεν είναι η ηθική – είναι η με οποιονδήποτε όρο ανασύνθεση του εαυτού του. Η Δύση είναι ένα μεταϊστορικό τέρας που ανασυνθέτει τον εαυτό της δημιουργώντας και αφανίζοντας –  κάτι πολύ κοντινό στο Alien της θρυλικής ταινίας. Κι εμείς, όσοι ζούμε στην Δύση, είμαστε όλοι μας ζωτικά κύτταρα του τέρατος. Ακόμη και όταν λεκτικά εναντιωνόμαστε στους φόνους –όπως, για παράδειγμα, κάνω δήθεν με τα έργα μου ή όπως κάνουμε κι εμείς σε αυτήν την συνέντευξη–  παραμένουμε ένα ζωτικό και απολύτως λειτουργικό κύτταρο του τέρατος που δολοφονεί και αφανίζει.

Σε αυτόν τον ζόφο τι μπορεί να αντιπροτείνει κανείς; Δεν έχω καθαρή απάντηση στο μυαλό μου. Νομίζω ωστόσο πως, πρώτα από όλα, έχουμε να σκεφτούμε. Ίσως, για να γίνω κάπως πιο συγκεκριμένος, μπορούμε να σκεφτούμε την έννοια της ζωής από την αρχή.  Να σκεφτούμε τη ζωή γυμνή – δίχως τα ρούχα που της φοράνε οι  νομοτέλειες. Τι είναι, ποιος την ορίζει, γιατί συμβαίνει, τι λογής αξία κουβαλάει. Κι έπειτα να σκεφτούμε σε πιο κέλυφος μπορούμε να μεταφέρουμε ότι κατανοούμε ως «ζωή». Έζησα και ζω μια ζωή γεμάτη με αναλώσιμα υλικά αγαθά, ξοδεύω όσο ρεύμα θέλω και όσο νερό θέλω, τρώω ότι θέλω και παράγω καθημερινά αρκετά κιλά από σκουπίδια. Και ξαφνικά, στα σαράντα έξι μου χρόνια στα ορφανοτροφεία της Αντίς Αμπέμπα είδα πως ένα αδειανό κουτί από παπούτσια μπορεί να γίνει κέλυφος για μια ζωή.

Θέλω να σκεφτώ ένα πνευματικό νήμα που να συνδέει τα γεγονότα εκείνα με την ζωή μου εδώ. Ή ακόμη περισσότερο, ένα νήμα που να συνδέει τους ανθρώπους εκεί με εμάς εδώ. Μια τέτοια νοηματοδοσία ίσως αξίζει να την ζητήσουμε μέσα στον μάταιο χρόνο μας.

Ίνφο
Το «περίσσιο παιδί» του Θανάση Τριαρίδη ανεβαίνει σε σκηνοθετική επιμέλεια της Πηγής Δημητρακοπούλου στο Θέατρο Faust κάθε Πέμπτη στις 21.00 με τους Αντιγόνη Σταυροπούλου, Χριστίνα Παπατριανταφύλλου και Γιάννης Βερβενιώτης, ενώ την μουσική συνέθεσε ειδικά για την περίπτωση ο Χρήστος Διαμαντής

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ