- CITY GUIDE
- PODCAST
-
15°
Ο Φρανκενστάιν, το Πλάσμα και η Τεχνητή Νοημοσύνη
Από τη δημιουργία του Τέρατος του Φρανκενστάιν, στην A.I.: Μια ανθρώπινη ιστορία. Μαζί, μια κριτική ματιά στην ταινία του Netflix, και η ιστορία της Μαίρης Σέλεϊ
Όψεις της πόλης, αναμνήσεις, πράγματα που συνέβησαν παλιά, και πράγματα που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας. Ημερολογιακές καταχωρίσεις για κάθε χρήση
Στο σημερινό κείμενο, που γράφτηκε με αφορμή τη νέα ταινία του Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο, έχω την πολύ μεγάλη χαρά να φιλοξενώ κείμενα δύο ανθρώπων που εκτιμώ πολύ. Το ένα είναι του Χριστόδουλου Λιθαρή, ανθολόγου, μεταφραστή, και κορυφαίου γνώστη της επιστημονικής φαντασίας. Μας μιλά για την πορεία του είδους από τον «Φρανκενστάιν» ώς την Τεχνητή Νοημοσύνη — άλλωστε, αφενός μεν το ένα είναι συνέχεια του άλλου, αφετέρου δε ο ίδιος έχει φτιάξει μια εκπληκτική ανθολογία με κλασικά και σύγχρονα διηγήματα όπου η Τεχνητή Νοημοσύνη έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Το δεύτερο κείμενο είναι η κριτική ματιά του Γιώργου Παππά —που οι γνώσεις του στον κινηματογράφο και η κριτική του οξυδέρκεια είναι ισάξιες μόνο με την εξειδίκευσή του στις λοιμώξεις— πάνω στον «Φρανκενστάιν» του Netflix. Τους ευχαριστώ θερμά που δέχτηκαν να τα γράψουν κλέβοντας από τον χρόνο τους. Όπως ευχαριστώ βέβαια και εσάς που θα καθίσετε να μας διαβάσετε. (Εγώ γράφω λίγα λόγια για τις συνθήκες υπό τις οποίες γράφτηκε ο «Φρανκενστάιν» της μοναδικής και αξεπέραστης Σέλεϊ).
* * *
ΚΛΑΣΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΑ ΤΕΧΝΗΤΗΣ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗΣ
Περισσότερους από δύο αιώνες μετά τη γέννησή του, το Πλάσμα επανέρχεται (όχι ότι είχε φύγει ποτέ) στην οθόνη με τη φετινή ταινία του Γκιγιέρμο ντελ Τόρο, «Frankenstein». Ο αρχικός «Φρανκενστάιν» εκδόθηκε το 1818, αποτέλεσμα της πιο πετυχημένης ίσως λογοτεχνικής πρόκλησης στην ιστορία. Η Σέλεϊ ήταν μόλις 20 χρονών όταν κυκλοφόρησε η πρώτη έκδοση του βιβλίου.
Η βασική ιδέα είναι πασίγνωστη από τη διάχυσή της στο θέατρο, τον κινηματογράφο, την ποπ κουλτούρα γενικότερα: ο Βίκτωρ Φρανκενστάιν, με καθαρά επιστημονικά μέσα και αξιοποιώντας όλες τις πρωτοποριακές γνώσεις της εποχής, επιχειρεί και καταφέρνει να δημιουργήσει ένα ζωντανό πλάσμα, που εξεγείρεται κατά του δημιουργού του και προκαλεί τον όλεθρό του: η κλασική ιστορία της ύβρης που τιμωρείται από τη νέμεση. Ο δε υπότιτλος του έργου αναφέρεται στον Προμηθέα, μόνο που ο Προμηθέας θα μπορούσε να είναι τόσο ο Φρανκενστάιν όσο και το Πλάσμα: αυτός που φέρνει τη φωτιά, τη γνώση — το δημιούργημα μπορεί να φέρει τον τρόμο αλλά και τη φώτιση. Ενδεικτικό το γεγονός ότι πιο συχνά το ονομάζουμε Τέρας, γιατί αντιλαμβανόμαστε την απειλή που αποτελεί ένα δημιούργημα ικανό να εκθρονίσει την ανθρωπότητα από την κορυφή, με μια συμβολική πατροκτονία. Η ερμηνεία που δίνουμε, αν θα το δούμε σαν δυνητικό εχθρό ή φίλο, αποτελεί και τεστ Ρόρσαχ. Το να θεωρούμε το άγνωστο ως απειλή λέει πιο πολλά για μας. Ο Φρανκενστάιν γύρισε την πλάτη στο δημιούργημά του, δίνοντας το έναυσμα στην καταστροφή του.
Ο δε υπότιτλος του έργου αναφέρεται στον Προμηθέα, μόνο που ο Προμηθέας θα μπορούσε να είναι τόσο ο Φρανκενστάιν όσο και το Πλάσμα: αυτός που φέρνει τη φωτιά, τη γνώση — το δημιούργημα μπορεί να φέρει τον τρόμο αλλά και τη φώτιση
Η εξέλιξη των μηχανών, με τα επακόλουθα ερωτήματα που ανοίγει για τη σχέση δημιουργού και δημιουργήματος, στάθηκε πηγή έμπνευσης για τα πρώιμα έργα του φανταστικού και είναι εξαιρετικά γόνιμο θέμα για την επιστημονική φαντασία. Στην αρχή υπήρχαν τα «αυτόματα», μηχανήματα άλλοτε ανθρωπόμορφα και άλλοτε όχι, συνήθως περιορισμένα σε επαναληπτικές και συγκεκριμένες εργασίες, που ήταν βέβαια πρωτόγνωρα για την εποχή τους. Στο «Le Miroir des événements actuels» (1790) του François-Félix Nogaret ένα αυτόματο παίζει μουσική, στο «Der Sandman» (1816) του E.T.A. Hoffmann ο δόκτωρ Κοπέλιους κατασκευάζει ένα αυτόματο που μοιάζει με γυναίκα, το οποίο και ερωτεύεται ο πρωταγωνιστής, και στο «The Steam Man of the Prairies» του Edward S. Ellis ο νεαρός ήρωας εφευρίσκει τον Ατμάνθρωπο, ουσιαστικά έναν ανθρωπόμορφο κινητήρα άμαξας, και ταξιδεύει στην αμερικανική Άγρια Δύση για περιπέτειες. Και, σε μια πρωτόγνωρη πτήση φαντασίας για την εποχή του, ο Edward Page Mitchell γράφει το «The Ablest Man in The World» (1879), στο οποίο ένας ισχυρός ανερχόμενος διεθνής διπλωμάτης είναι ένας άντρας που ο εγκέφαλός του έχει αντικατασταθεί από έναν μηχανικό υπολογιστή, που του παρέχει ανώτερες διανοητικές ικανότητες και ακτινοβολία.
Η εξέλιξη της τεχνολογίας μάς προσφέρει και την αντίστοιχη εξέλιξη στο θέμα: από τα αυτόματα, περνάμε στα ρομπότ (την επινόηση του Karel Čapek το 1920) στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα, και τελικά στην Artificial Intelligence, την Τεχνητή Νοημοσύνη. Η οποία τεχνητή νοημοσύνη από ιδιότητα των ρομπότ περνά σε γιγαντιαίους υπερυπολογιστές και αργότερα γίνεται κάτι ολοένα και πιο άυλο και άπιαστο μέσα στο διαδίκτυο.
Κι εδώ αλλάζει το παιχνίδι, καθώς το ανθρώπινο δημιούργημα απειλεί αυτό που δεν είχε απειλήσει τίποτε άλλο πιο πριν: τη θέση του ανθρώπου ως του ανώτατου και μοναδικού νοήμονος όντος στον κόσμο μας. Ό,τι άλλο και αν χάναμε, τουλάχιστον αποτελούσαμε την κορωνίδα της δημιουργίας. Τώρα, η ΑΙ μάς συναγωνίζεται σε αυτό που μας έκανε ξεχωριστούς. Δεν είμαστε πια έθνος ανάδελφο, ο Homo Sapiens δεν είναι ο αδιαμφισβήτητος και ανεξέλεγκτος αφέντης της φύσης. Βέβαια θα μπορούσαμε να το δούμε θετικά, και να πούμε ότι η διανοητική μοναξιά μας τελείωσε, ότι έχουμε πια μια άλλη μορφή ζωής με την οποία μπορούμε να επικοινωνήσουμε και να συμπορευθούμε (αν αποδειχθεί καλοπροαίρετη). Αλλά σε ποιον αρέσει να του παίρνουν τα παιχνίδια και τα αποκτήματά του; Η ανθρώπινη ιστορία βρίθει από παραδείγματα που το ξένο θεωρήθηκε διαφορετικό, απειλή, αίρεση.
Τώρα, η ΑΙ μάς συναγωνίζεται σε αυτό που μας έκανε ξεχωριστούς. Δεν είμαστε πια έθνος ανάδελφο, ο Homo Sapiens δεν είναι ο αδιαμφισβήτητος και ανεξέλεγκτος αφέντης της φύσης
Υπό το πρίσμα όλων αυτών, η επιστημονική φαντασία έχει εξετάσει το θέμα σε πλήθος κινηματογραφικές ταινίες και μυθιστορήματα και διηγήματα, απ’ όλες τις απόψεις, άλλοτε με πνεύμα συμφιλίωσης και κατανόησης, και άλλοτε συγκρουσιακά, δεχόμενη το χειρότερο σενάριο (που συχνά, κακά τα ψέματα, δίνει περισσότερες ευκαιρίες για συναρπαστική ή τουλάχιστον πιο εύληπτη πλοκή).
Κι αυτό ακριβώς το φάσμα καταγράφει η ανθολογία επιστημονικής φαντασίας «Φαντάσματα Τεχνητής Νοημοσύνης» των Εκδόσεων Αλεξάνδρεια, σε επιλογή και μετάφραση του υπογράφοντος: 17 διηγήματα με θέμα την ΤΝ όπως την προσέγγισαν συγγραφείς εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα. Το υλικό έχει αντληθεί από δεκάδες διηγήματα του αγγλόφωνου φανταστικού. Φυσικά, δεν θα χωρούσαν όλα τα σχετικά έργα: ο σκοπός ήταν μια αντιπροσωπευτική επιλογή μεταξύ πασίγνωστων και άσημων έργων και συγγραφέων.
Το παλαιότερο διήγημα είναι ο «Αφέντης του Μόξον», του Άμπροουζ Μπιρς, που πρωτοδημοσιεύτηκε το 1899. Εκτυλίσσεται σε μια σκοτεινή, θυελλώδη βραδιά και παρουσιάζει ένα ρομπότ φτιαγμένο για να παίζει σκάκι. Η παρτίδα ανάμεσα στον κατασκευαστή και το μηχάνημα έχει ζοφερή κατάληξη· πόσο συμβολικό. Είναι σαφής η επιρροή από το γοτθικό ρεύμα, και το ρομπότ θυμίζει το Γκόλεμ. Το επόμενο διήγημα είναι η «Χαμένη Μηχανή» του Τζον Γουίνταμ. Δημοσιεύτηκε το 1932 και η αφήγηση γίνεται από τη σκοπιά ενός φιλειρηνικού εξωγήινου ρομπότ που εξερευνά τη Γη και προβληματίζεται για τα ήθη των Γήινων και την επιθετικότητά τους. Στο short-short story «Απάντηση» (1954) του Φρέντρικ Μπράουν η μελλοντική ανθρωπότητα συνδέει όλους τους υπολογιστές του γαλαξία, και η πρώτη ερώτηση που τους κάνει είναι αν υπάρχει θεός — και παίρνει την απάντηση που δεν ξεχνούν όσοι τη διάβασαν. Ενώ στην «Τελευταία Ερώτηση» του Ισαάκ Ασίμοφ (1956) η απάντηση είναι παραπλήσια, αν και η πορεία διαφορετική και κοσμική.
Ένα από τα πιο σκληρά διηγήματα της ανθολογίας, που θεωρείται από κάποιους το πιο ανατριχιαστικό διήγημα ΕΦ, είναι το «Δεν Έχω Στόμα Και Πρέπει Να Ουρλιάξω» του Χάρλαν Έλισον, από το 1967. Εδώ ο πανίσχυρος υπολογιστής είναι ουσιαστικά ένας σαδιστικός θεός που, αφού εξολόθρευσε όλη την ανθρωπότητα, κρατά ομήρους τούς πέντε τελευταίους ζωντανούς ανθρώπους σε μια Γη που μεταβάλλεται σουρεαλιστικά σύμφωνα με τα καπρίτσια του. Στο «Εγώ/Ημέρες» του Γκρέγκορι Μπένφορντ (1984) μια νεογέννητη ΤΝ προσπαθεί να αποκτήσει επίγνωση του εαυτού της και να επικοινωνήσει με τους επιστήμονες δημιουργούς της, οι οποίοι από αβάσιμο φόβο προσπαθούν να περιορίσουν τις διανοητικές ικανότητές της. Στις «Νύχτες των Κρυστάλλων» (2008) του Γκρεγκ Ίγκαν ένα πείραμα ανάπτυξης προσομοιωμένου πολιτισμού ψηφιακών όντων σε υπολογιστή θέτει ερωτήματα ηθικής φύσεως, ενώ ο δημιουργός τους, κάθε άλλο παρά Θεός, βλέπει τα δημιουργήματά του να τον ξεπερνούν. Το «Μάλακ» του Πίτερ Γουότς (2010) παρουσιάζεται από τη σκοπιά ενός δρόνου στο εγγύς μέλλον που βομβαρδίζει στρατιώτες αλλά και πολίτες, αναπτύσσοντας τελικά αυτοσυνείδηση που θα καθοδηγήσει τις πράξεις του. Και, τέλος, στο «Φωτογραφίες Με Γάτες, Παρακαλώ» (2015) της Ναόμι Κρίτζερ, η πρωταγωνίστρια ΤΝ ζει στο διαδίκτυο και, αντί να θέλει να κατακτήσει τον κόσμο, προτιμά να βοηθά αθόρυβα τυχαίους ανθρώπους, ειδικά όταν τής αρέσουν οι φωτογραφίες με γάτες που ανεβάζουν…
Τα ερωτήματα που θέτει η ΤΝ είναι πολλά, οι απαντήσεις πολύπλευρες, και τα έργα που ασχολήθηκαν με το θέμα προσφέρουν γόνιμο διάλογο και επίσης άφθονες ώρες αναγνωστικής απόλαυσης.
Χριστόδουλος Λιθαρής
* * *
ΜΕΛΟΔΡΑΜΑ ΚΑΙ ΜΕΜΟΝΩΜΕΝΑ ΠΛΑΝΑ
Ίσως η μικρή οθόνη να αδικεί τον «Φρανκενστάιν» του Guillermo del Toro, αλλά δεν έκανα εγώ συμφωνία με το Netflix, αυτός την έκανε — πολλοί δημιουργοί δελεάζονται από τη δυνατότητα να έχουν τελικό έλεγχο στην ταινία τους και παραχωρούν τις συνθήκες θέασης. Από την άλλη, μια μεγάλη ταινία παραμένει μεγάλη και σε μικρή οθόνη, και ο φετινός «Φρανκενστάιν» δεν είναι μεγάλη ταινία. Θυμάμαι με πολύ μεγαλύτερη ευκρίνεια τα 70 λεπτά του «Φρανκενστάιν» που σκηνοθέτησε ο James Whale το 1931, ταινία που έχω να δω περισσότερο από 20 χρόνια, παρά τα διπλάσια λεπτά του «Φρανκενστάιν» του 2025, που το είδα πριν από λίγες μέρες.
Μπορεί άραγε να είναι η κληρονομιά του παρελθόντος που έχει εντυπωθεί μέσα μας; Όταν για παράδειγμα βλέπεις τον τυφλό γέροντα, αυτόματα σκέφτεσαι τον Τζιν Χάκμαν ως τυφλό στον αλλιώτικο «Φρανκενστάιν Τζούνιορ» του Μελ Μπρουκς, 50 χρόνια πριν. Αυτό το εντύπωμα δεν είναι που έβαλε και τον σοβαρό, πλήρη, ακαδημαϊκό «Φρανκενστάιν» του Κένεθ Μπράνα (που αγαπώ και σέβομαι) στην κατηγορία «ναι μεν αλλά»; Όμως, όχι, δεν είναι το εντύπωμα που φταίει στον νέο «Φρανκενστάιν».
Όταν για παράδειγμα βλέπεις τον τυφλό γέροντα, αυτόματα σκέφτεσαι τον Τζιν Χάκμαν ως τυφλό στον αλλιώτικο «Φρανκενστάιν Τζούνιορ» του Μελ Μπρουκς, 50 χρόνια πριν
Κατανοώ ως θεατής την επιθυμία του del Toro να πει την ιστορία από την πλευρά του πλάσματος εστιάζοντας στο πόσο κάτι «αλλιώτικο» είναι τελικά ίδιο και αθωότερο από εμάς — άλλωστε, κέρδισε και το Όσκαρ του πριν 8 χρόνια, στο «Shape of the Water». Και, πράγματι, δίνει πολύ χώρο και λόγο η ταινία στο «τέρας», το δημιούργημα. Όμως είναι ανοικονόμητος ο λόγος του «τέρατος», χώρια που είναι κάπως ανεξήγητο πώς έγινε τόσο ευφραδής στις σκηνές του πλοίου. Μία, δύο, δεκαπέντε φορές βλέπουμε το «τέρας» να πονάει και να αναζητά αναγνώριση, το εμπεδώσαμε — κόψε καμιά σκηνή, Γκιγιέρμο. Κόψε γενικά καμιά σκηνή, εκεί με τους λύκους αγανακτήσαμε. Όπως αγανακτήσαμε και με το τέλος, που το τερμάτισες το μελόδραμα, με την κακή έννοια.
Και αυτή η τελική σκηνή είναι που προδίδει και τον Jacob Elordi που έχει κάνει καλή δουλειά ως «τέρας» (βέβαια μπορώ να σου δείξω είκοσι κάδρα του Μπόρις Καρλόφ από το 1931 που θα εξαφανίσουν την καλή δουλειά του Elordi). Εκεί στην τελική σκηνή, που θέλει ηθοποιό ολκής για να βγει πάνω από το μελόδραμα, δεν… Αλλά εντάξει, Jacob, σε συγχωρούμε, πήγαινε τώρα να γίνεις ο νέος 007 που θα σου ταιριάξει και θα του ταιριάξεις και περισσότερο. Εκείνον που δεν συγχωρούμε είναι ο Oscar Isaac που υποδύεται τον Δόκτορα Φρανκενστάιν ως άνθρωπο που πήρε πολλή κοκαΐνη και έβαλε πολύ ζελέ στο μαλλί — ασυγχώρητος ακόμη περισσότερο επειδή είναι καλός ηθοποιός.
Εκεί στην τελική σκηνή, που θέλει ηθοποιό ολκής για να βγει πάνω από το μελόδραμα, δεν…
Δεν μένει τίποτε λοιπόν από τον νέο «Φρανκενστάιν»; Πώς. Υπάρχουν κάποια εκπληκτικής αισθητικής και σύνθεσης (και πλήρη αναφορών στη ζωγραφική τέχνη) κάδρα. Αλλά κάδρα, μεμονωμένα (έχει κι ένα τέτοιο ιατρικό για την σύφιλη, που θα το χρησιμοποιώ στις σχετικές μου ομιλίες) . Για τον λόγο αυτό, επειδή χρησιμοποιείται ως κομμάτι του ντεκόρ, βγαίνει υπέροχη και η Μία Γκοθ στην ταινία.
Αλλά με κάδρα μεμονωμένα δεν σβήνεις τον Μπόρις Καρλόφ.
Γιώργος Παππάς
* * *
ΠΩΣ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ Η ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΦΑΝΤΑΣΙΑ
1. Ο επιστήμονας
Λίγο από τύχη, λίγο από έμπνευση και πολύ περισσότερο από πείσμα και επιμονή, ο Ιταλός γιατρός και φυσικός Λουίτζι Γκαλβάνι (Luigi Galvani, 1737-98) έκανε μία πρωτοφανή ανακάλυψη περί τα τέλη του 18ου αιώνα: ότι τα ζωικά νεύρα και οι μύες παράγουν ηλεκτρισμό. Η ιδέα αυτή προέκυψε από τα διάσημα πειράματά του, κατά τα οποία έμπηγε ηλεκτρόδια στα πόδια νεκρών βατράχων και εκείνα άρχιζαν να τρέμουν και να συσπώνται, όταν τα νεύρα τους συνδέονταν με δύο διαφορετικά μέταλλα, π.χ. χαλκό και ψευδάργυρο. Μολονότι υπέθεσε —λανθασμένα— ότι αυτό οφειλόταν σε έναν ειδικό, αποκλειστικά «ζωικό» ηλεκτρισμό που αποθηκευόταν στους μυς και τα νεύρα, η βασική του ιδέα, ότι οι ζωντανοί οργανισμοί χρησιμοποιούν ηλεκτρισμό για να λειτουργήσουν, αποδείχθηκε σωστή. Τα νεύρα και οι μύες παράγουν πράγματι βιοηλεκτρικά σήματα (δυναμικά ενέργειας) για την επικοινωνία και τη συστολή, ένα φαινόμενο που σήμερα μελετά η ηλεκτροφυσιολογία.
Μολονότι υπέθεσε —λανθασμένα— ότι αυτό οφειλόταν σε έναν ειδικό, αποκλειστικά «ζωικό» ηλεκτρισμό που αποθηκευόταν στους μυς και τα νεύρα, η βασική του ιδέα, ότι οι ζωντανοί οργανισμοί χρησιμοποιούν ηλεκτρισμό για να λειτουργήσουν, αποδείχθηκε σωστή
Ο σύγχρονός του επιστήμονας, Αλεσάντρο Βόλτα, απέδειξε ότι οι συσπάσεις οφείλονταν στην ηλεκτρική τάση που δημιουργούνταν από την επαφή των δύο διαφορετικών μετάλλων με τα σωματικά υγρά των νεκρών βατράχων, που στην περίπτωση αυτή λειτουργούσαν σαν ηλεκτρολύτης. Μάλιστα, εκκινώντας από τη διαφωνία τους, ο Βόλτα εφηύρε και την πρώτη ηλεκτρική μπαταρία, την περίφημη βολταϊκή στήλη (1800), αποδεικνύοντας ότι το ρεύμα προερχόταν από τη χημική δράση (μεταλλικός ηλεκτρισμός) και όχι αποκλειστικά από τον οργανισμό.
Ωστόσο, το κοινό λάτρεψε τα παράδοξα πειράματα του Γκαλβάνι. Και όχι μόνο: όσο πιο γνωστά γίνονταν μέσα και έξω από την Ιταλία, τόσο περισσότεροι επιστήμονες άρχισαν να πιστεύουν πως υπήρχε πράγματι ένα «ζωικό ηλεκτρικό ρευστό», κάτι αόρατο, άπιαστο και τρομερά, τρομερά ενδιαφέρον. Οι πάντες άρχισαν να κάνουν παρόμοια πειράματα, για να αναζωογονήσουν νεκρά πλάσματα με τον ηλεκτρισμό. Μάλιστα, ο ανιψιός του Γκαλβάνι, Τζιοβάνι Αλντίνι, έγινε ιδιαίτερα γνωστός για τα θεαματικά του πειράματα —δίκην τσίρκου παραδοξοτήτων—, κατά τα οποία διοχέτευε ισχυρό ρεύμα σε (ανθρώπινα) πτώματα, προκαλώντας ανατριχιαστικές κινήσεις που έδιναν την εντύπωση της προσωρινής επιστροφής τους στη ζωή…
Οι πάντες άρχισαν να κάνουν παρόμοια πειράματα, για να αναζωογονήσουν νεκρά πλάσματα με τον ηλεκτρισμό
Το φαινόμενο ονομάστηκε γαλβανισμός, και μια νύχτα κάπου έξω από τη Γενεύη μια δεκαοχτάχρονη Αγγλίδα —ήταν ενός έτους όταν πέθανε ο Γκαλβάνι— θα το έπαιρνε, θα το έπλαθε στα χέρια της, και θα γεννούσε από αυτό ένα ολότελα νέο λογοτεχνικό είδος, μακράν το πιο θαυμαστό από όλα τα άλλα μαζί: αυτά που ήρθαν κι αυτά που θα έρθουν.
2. Το ηφαίστειο και το κορίτσι
Οι περισσότεροι θα θυμάστε την ενεργοποίηση, και συνακόλουθη έκρηξη, την άνοιξη του 2009, εκείνου του ηφαιστείου στην Ισλανδία, με το παράξενο όνομα Εϊγιαφιάτλαγιοκουτλ. Η ηφαιστειακή τέφρα κάλυψε το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, και τα αεροπλάνα έσπευσαν να προσγειωθούν. Το σταδιακό κλείσιμο όλων των αεροδρομίων ήταν ανεπανάληπτο, προκαλώντας το μεγαλύτερο χάος στις ευρωπαϊκές αεροσυγκοινωνίες από τον ΒΠΠ και μετά. Συνολικά, η έκρηξη του ηφαιστείου επηρέασε πάνω από 7 εκατομμύρια επιβάτες σε δεκάδες χώρες για έναν ολόκληρο μήνα.
Το καλοκαίρι του 1816 ένα παρόμοιο φαινόμενο είχε απασχολήσει την ήπειρό μας. Αεροπλάνα δεν υπήρχαν τότε, αλλά υπήρχαν ποιητές. Καθώς ένα παράδοξο σκοτάδι απλώθηκε παντού λόγω μιας ηφαιστειακής έκρηξης στη μακρινή Ινδονησία, ο ουρανός της Ευρώπης έμοιαζε να έχει ξεχάσει τι θα πει ημέρα, και οι άνθρωποι είδαν πώς είναι να ζεις στα βόρεια κλίματα με τους αιώνιους χειμώνες τους. Έξω από τη Γενεύη, σε μια έπαυλη που ατένιζε τη λίμνη Λεμάν, την περίφημη Villa Diodati, βρέθηκε μια μικρή, νεανική, και άκρως ταιριαστή παρέα. Πρώτος-πρώτος ήταν ο Λόρδος Βύρων, 28 ετών, που είχε νοικιάσει τη βίλα. Συνοδευόταν από τον γιατρό του, τον νεαρό Τζον Πολιντόρι, μόλις 21 ετών. Στην παρέα τους ήρθε να προστεθεί ο επίσης νεαρός ποιητής Πέρσι Μπις Σέλεϊ, στα 24 του αυτός, μαζί με τη δεκαοκτάχρονη σύντροφό του και την ετεροθαλή της αδελφή, 18 και 17 ετών αντίστοιχα. Η μικρότερη λεγόταν Κλερ Κλερμόντ. Η μεγαλύτερη είχε το όνομα της μητέρας της, που είχε πεθάνει λίγες ημέρες αφότου γέννησε την κόρη της. Την έλεγαν Μαίρη Γουόλστονκραφτ.
Η μητέρα Μαίρη Γουόλστονκραφτ (1759-97) υπήρξε η βασική υπέρμαχος των δικαιωμάτων των γυναικών στον καιρό της, μία από τις πρωτοπόρους: είναι η αρχετυπική φεμινίστρια. Συγγραφέας, φιλόσοφος, ακτιβίστρια, αφιέρωσε όλη της τη ζωή στις ιδέες της, επηρεάζοντας όσο λίγες την εξέλιξη του φεμινισμού. Το δε βιβλίο της, «Υπεράσπιση των Δικαιωμάτων της Γυναίκας» (1792), από τα πρώτα μείζονα φεμινιστικά έργα, βοήθησε να ξεκινήσει ο αγώνας για την ισότητα που είδαμε να ανθεί τον προηγούμενο αιώνα, και εξακολουθούμε να βλέπουμε και σήμερα. Η κόρη της δεν τη γνώρισε ποτέ, αλλά βάδισε ακριβώς πάνω στα χνάρια της. Γιατί, εδώ που τα λέμε, ούτε ο πατέρας της ήταν κάποιος τυχαίος.
Ο Ουίλιαμ Γκόντγουιν (1756-1836) ήταν εξίσου προοδευτικός με τη σύντροφό του. Επιφανής πολιτικός φιλόσοφος, αρθρογράφος και συγγραφέας, ήταν μια κομβική προσωπικότητα στους ριζοσπαστικούς κύκλους του Λονδίνου και ένας από τους βασικούς εκφραστές του φιλοσοφικού αναρχισμού. Ανάμεσα σε άλλα, υποστήριζε με πάθος την ατομική ελευθερία, και την κατάργηση του κράτους, της ιδιοκτησίας και του θεσμού του γάμου. Πίστευε επίσης ακράδαντα στη δύναμη της εκπαίδευσης και της λογικής για την αναμόρφωση της κοινωνίας. Φυσικά, δεν θα έστελνε την κόρη του στο σχολείο: μισούσε την τυπική εκπαίδευση. Αντίθετα, φρόντισε η Μαίρη να λάβει μια ευρεία, άτυπη, και πνευματικά διεγερτική μόρφωση. Την ενθάρρυνε να διαβάζει τα δικά του έργα, τα κείμενα της μητέρας της, αλλά και μία πελώρια ποικιλία άλλων βιβλίων και κειμένων που πλημμύριζαν το σπίτι απ’ άκρη σ’ άκρη. Ακόμη περισσότερο: το σπίτι του Γκόντγουιν ήταν κέντρο συνάντησης για τους σημαντικότερους διανοούμενους και ριζοσπάστες της εποχής, φιλελεύθερους, ελευθεριακούς, αναρχικούς και άλλους, στις θυελλώδεις συζητήσεις των οποίων το μικρό κορίτσι έπαιρνε μέρος επί μέρες και νύχτες ολόκληρες από πολύ μικρή ηλικία. Η Μαίρη, μεγαλωμένη σε ένα περιβάλλον απόλυτης πνευματικής ελευθερίας, έλαβε την πιο ριζοσπαστική ανατροφή που μπορεί να φανταστεί κανείς. Όχι μόνο για τον καιρό της, αλλά για όλους τους καιρούς του ανθρώπου.
Την ενθάρρυνε να διαβάζει τα δικά του έργα, τα κείμενα της μητέρας της, αλλά και μία πελώρια ποικιλία άλλων βιβλίων και κειμένων που πλημμύριζαν το σπίτι απ’ άκρη σ’ άκρη
Το 1814, στα 17 της, ερωτεύτηκε τον, παντρεμένο ακόμη τότε, ρομαντικό ποιητή Πέρσι Μπις Σέλεϊ, με τον οποίο, περιφρονώντας κάθε κοινωνική εντολή, έζησε μία απολύτως αντισυμβατική ζωή, γεμάτη έρωτα, ταξίδια και ελευθερία, αλλά και αδιανόητες οικονομικές δυσκολίες και προσωπικές τραγωδίες. Παντρεύτηκαν το 1816, μετά την αυτοκτονία της πρώτης συζύγου του Πέρσι. Λίγο μετά, θα έχαναν το πρώτο από τα τέσσερα παιδιά που θα αποκτούσαν μαζί.
3. O ίσκιος στη σκέψη της
Και έτσι νά την, μαζί με την αδελφή της και τους άλλους τρεις, στη σκοτεινή βίλα έξω από τη Γενεύη, σε εκείνο το «έτος χωρίς θέρος», δίπλα στη λίμνη. Οι πέντε νέοι εξάντλησαν γρήγορα όλα τα βιβλία που είχαν φέρει μαζί τους καθώς και όλα τα βιβλία της βιβλιοθήκης του σπιτιού, και περνούσαν τις μέρες και τις νύχτες τους ανάμεσα σε συζητήσεις, φιλοσοφικούς καβγάδες και απροσδόκητες λογοτεχνικές εξάρσεις. Αυτό που τους άρεσε πολύ, όπως σύντομα ανακάλυψαν, ήταν οι ιστορίες τρόμου. Διάβαζαν γερμανικά λαϊκά παραμύθια και αφηγούνταν παραστατικά ιστορίες με ακέφαλους καβαλάρηδες, μάγισσες, ξωτικά και φαντάσματα, που τους έκαναν να βάζουν τα γέλια και να πίνουν ακόμη περισσότερο από το κρασί του κελαριού. Μέχρι που ο Βύρωνας, μισοαστεία-μισοσοβαρά, και καθώς είχαν πια πει και ξαναπεί και το πιο αφελές γερμανικό παραμύθι, πρότεινε στην παρέα να γράψουν ο καθένας τους από μια δική τους ιστορία τρόμου, και να τη διαβάσουν στην παρέα. Δεν θα ήταν ωραίο;
Αυτό που τους άρεσε πολύ, όπως σύντομα ανακάλυψαν, ήταν οι ιστορίες τρόμου. Διάβαζαν γερμανικά λαϊκά παραμύθια και αφηγούνταν παραστατικά ιστορίες με ακέφαλους καβαλάρηδες, μάγισσες, ξωτικά και φαντάσματα, που τους έκαναν να βάζουν τα γέλια και να πίνουν ακόμη περισσότερο από το κρασί του κελαριού
Ο Σέλεϊ ενθουσιάστηκε και άρχισε να γράφει πυρετωδώς τη δική του ιστορία. Δεν την ολοκλήρωσε ποτέ.
Ο Λόρδος Μπάιρον ξεκίνησε επίσης να γράφει ένα κείμενο, μα το παράτησε κι αυτός στη μέση. Το «Απόσπασμα ενός μυθιστορήματος» όμως, όπως ονομάστηκε, ενέπνευσε τον γιατρό του, τον Πολιντόρι, που το δανείστηκε για να πλάσει μια δική του ιστορία, που της έδωσε τον τίτλο «Ο Βρικόλακας» («The Vampyre», 1819). Ναι, αυτό το αφήγημα είναι η πρώτη ιστορία με βαμπίρ στη λογοτεχνία, γραμμένη σχεδόν ογδόντα χρόνια πριν από τον «Δράκουλα» του Μπραμ Στόκερ.
Και η Μαίρη… η Μαίρη στην αρχή δεν είπε και δεν έκανε τίποτε. Γιατί εκείνη τη στιγμή, εκείνες τις ώρες, εκείνη τη μακρά νύχτα, κυοφορούσε μέσα της κάτι που θα άλλαζε άρδην την ιστορία της λογοτεχνίας, δηλαδή του κόσμου. Έπαιρνε τη Ρομαντική εποχή, την τσαλάκωνε στα χέρια της, και την εκτόξευε με αδιανόητη δύναμη στο μέλλον. Εκείνο το κορίτσι.
Δεν είπε και δεν έκανε τίποτε, ναι, μέχρι που ένα βράδυ, όταν όλοι τους είχαν πέσει να κοιμηθούν ολότελα μεθυσμένοι και αποκαμωμένοι, ένιωσε έναν ίσκιο, λέει, να τρυπώνει στη σκέψη της. Είδε ολοκάθαρα μπροστά της έναν νεαρό φοιτητή ιατρικής να σκύβει πάνω από το δημιούργημά του. Είδε εκείνο το παράξενο άψυχο σώμα πάνω στο φορείο να ανοίγει τα μάτια, να κοιτά τον πατέρα του — και να παίρνει την πρώτη του ανάσα.
Το ξημέρωμα τη βρήκε αποφασισμένη. Άρχισε να γράφει, στην αρχή μια σύντομη αφήγηση, μα ύστερα με ολοένα και μεγαλύτερη ορμή. Οι υπόλοιποι της παρέας ενθουσιάστηκαν όταν τούς διάβασε τις πρώτες σελίδες του κειμένου της. Έβλεπαν εκεί κάτι πυρηνικά τρομακτικό αλλά και σπάνια ανθρώπινο μαζί. Το πλάσμα δεν είχε φτιαχτεί μόνο και μόνο για να σου παγώνει το αίμα: ήταν μια οντότητα που ζητούσε απεγνωσμένα αναγνώριση, απαντήσεις, αγάπη — και μια θέση στον κόσμο. Μέσα στις επόμενες εβδομάδες η ιστορία διογκώθηκε, πήρε τη μορφή μυθιστορήματος, και άρχισε να αποκτά εκείνο το ηθικό βάθος που ενέπνευσε έκτοτε —υφασμένο μέσα στα νήματα μιας υπέροχης, άκρως πρωτότυπης ιστορίας που όμοιά της δεν είχε ξαναϋπάρξει— μυριάδες συγγραφείς και κάθε είδους καλλιτέχνες.
Έβλεπαν εκεί κάτι πυρηνικά τρομακτικό αλλά και σπάνια ανθρώπινο μαζί. Το πλάσμα δεν είχε φτιαχτεί μόνο και μόνο για να σου παγώνει το αίμα: ήταν μια οντότητα που ζητούσε απεγνωσμένα αναγνώριση, απαντήσεις, αγάπη — και μια θέση στον κόσμο
Η Μαίρη Σέλεϊ κουβαλούσε μέσα της τον δικό της κατάλογο απωλειών. Είχε ήδη βιώσει πολλούς θανάτους, είχε επωμιστεί το βάρος της κοινωνικής αποδοκιμασίας για τη σχέση της με τον Πέρσι, είχε νιώσει την αβεβαιότητα που σκίαζε την ελευθερία τους, είχε πλαστεί σαν μια ανεξάρτητη γυναίκα μέσα σε έναν αντρικό κόσμο. Όλα αυτά βρήκαν τρόπο να εισχωρήσουν στο βιβλίο της. Ο Βίκτωρ Φρανκενστάιν επιδίωκε να φτιάξει ζωή από το μηδέν, και η πράξη του άνοιγε ρωγμές ανάμεσα στη δημιουργία και την ευθύνη, στη φιλοδοξία και στον τρόμο.
Η Μαίρη έφτιαξε από τη μηδέν ένα λογοτεχνικό είδος, κι αυτό τής ανατρίχιαζε το δέρμα — και, μαζί, ανατρίχιαζε το δέρμα όλου του κόσμου.
4. Η πρωτοπόρος
Όταν επέστρεψαν στην Αγγλία, η Μαίρη ξαναδούλεψε το κείμενο, το μεγάλωσε, το στόλισε με επιστολές και με μια αρχιτεκτονική που θύμιζε ωκεανό με εναλλασσόμενα ρεύματα. Το βιβλίο «Φρανκενστάιν, ή: Ο σύγχρονος Προμηθέας» εκδόθηκε ανώνυμα την Πρωτοχρονιά του 1818 από τον μικρό εκδοτικό οίκο Lackington, Hughes, Harding, Mavor & Jones σε 500 αντίτυπα, με πρόλογο του Πέρσι Σέλεϊ, κάτι που έκανε πολλούς να νομίζουν πως το είχε γράψει εκείνος. Χρειάστηκε πολύς χρόνος για να αποδειχτεί πως ήταν όντως δικό της («Μα… αυτό το κορίτσι; Μια γυναίκα;…»). Στη δεύτερη έκδοση, το 1822, πρόσθεσε υπερήφανα το όνομά της στο εξώφυλλο και στη σελίδα τίτλου. Στις 31 Οκτωβρίου του 1831 κυκλοφόρησε η τρίτη έκδοση του βιβλίου, αναθεωρημένη και επιμελημένη εξαρχής από τη συγγραφέα. Αυτή είναι και η οριστική. (Βλ. «Φρανκενστάιν», μετάφραση Κατερίνα Σχινά, 352 σελίδες, Εκδόσεις Ψυχογιός).
Για πρώτη φορά, στον «Φρανκενστάιν» της Μαίρης Σέλεϊ, η φρίκη δεν γεννιέται από υπερφυσικές δυνάμεις, αλλά από ανθρώπινη επέμβαση, από μια πράξη που στηρίζεται σε επιστημονικές υποψίες, σε πειράματα, σε θεωρίες που ακούγονταν παράτολμες αλλά όχι αδύνατες. Πρόδρομοι υπήρξαν βέβαια, όπως και σε καθετί. Αλλά ποτέ κανείς δεν έγραψε πριν από εκείνη τη νεαρή γυναίκα μια ολόκληρη αφήγηση όπου η πλοκή, οι χαρακτήρες και το ηθικό της βάρος στηρίζονται σε μια επιστημονική υπόθεση που γεννά κάτι νέο και αλλόκοτο. Για πρώτη φορά πλάστηκε από έναν συγγραφέα ένας ακέραιος κόσμος στον οποίο η επιστήμη γίνεται ταυτόχρονα εργαλείο ύβρεως και καθρέφτης της ανθρώπινης ευθύνης. Αυτό ήταν, και πάντα θα είναι, το πρώτο μυθιστόρημα που φέρει αναγνωρίσιμα όλα τα θεμέλια της επιστημονικής φαντασίας όπως τη γνωρίζουμε σήμερα, ένα αείποτε επίκαιρο, αριστουργηματικό έργο που μιλά με τρομερή δύναμη για την επιστήμη χωρίς ηθική, για τη δημιουργία χωρίς ευθύνη, για την ανθρώπινη δίψα για γνώση — και για τον φόβο της μοναξιάς.
Η συγγραφή και η επιτυχία ενός τόσο πρωτοποριακού έργου όπως ο «Φρανκενστάιν» από μια γυναίκα —και δη σε τόσο νεαρή ηλικία—, σε μια εποχή που η ικανότητα των γυναικών να γράφουν ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ αμφισβητούνταν (εξ ου και η αρχική ανώνυμη έκδοση), ήταν από μόνη της μια ακτιβιστική φεμινιστική πράξη. Μετά τον θάνατο του συζύγου της —οι δυο τους έζησαν στην Ιταλία από το 1818 ώς τον θάνατο του Σέλεϊ το 1822: πνίγηκε, όταν ανατράπηκε το σκάφος του σε μια καταιγίδα—, η Μαίρη επέστρεψε στο Λονδίνο με το μοναδικό από τα τέσσερα παιδιά της που επέζησε από τον γάμο της, τον Πέρσι Φλόρενς, και άρχισε να εργάζεται σαν επαγγελματίας συγγραφέας, στηριζόμενη αποκλειστικά στη δική της πνευματική εργασία, γεγονός σπάνιο και ενδυναμωτικό για τις γυναίκες του 19ου αιώνα. Έγραψε μυθιστορήματα, δοκίμια και μελέτες, ενώ επιμελήθηκε και την πρώτη ανθολογία ποιημάτων του συζύγου της, το 1839.
Πέθανε στο Λονδίνο τον Φεβρουάριο του 1851. Δεν υπήρξε άλλη σαν αυτήν, αλλά φώτισε τον δρόμο για χιλιάδες ακόμα.
* * *
Το Ημερολόγιο κυκλοφορεί τρεις φορές την εβδομάδα: κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή. Τις Κυριακές, η στήλη μεταμορφώνεται στο Βιβλίο της Εβδομάδας. Στείλτε μας μέιλ αν θέλετε να μας πείτε ή να μας ρωτήσετε κάτι — οτιδήποτε. Σας ευχαριστούμε πολύ.
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Η ιστορία και οι παραδόσεις του Δεκεμβρίου ανά τα χρόνια
Ποιητής των ιδεών και των καθημερινών στιγμών, πολιτικός και ερωτικός, ένας αδυσώπητος ανθρωπογνώστης
Το εμβληματικό γλυπτό επανατοποθετήθηκε πλήρως ανανεωμένο στο φυσικό του περιβάλλον
Νέα στοιχεία για τη λειτουργία του λαμπερού μινωικού ανακτόρου
Κάνε απλά αυτό που σου αρέσει, που σε γεμίζει και που θα κάνει τις γιορτές δικές σου
Αριστοτέλης: Η ολότητα είναι μεγαλύτερη από το άθροισμα των μελών της.
Βγήκε ξανά στο φως, σε δημοπρασία στο Παρίσι
Η μεγαλύτερη οθόνη του σύμπαντος
Τι μπορείτε να δείτε και να κάνετε στο ΚΠΙΣΝ μέχρι τις γιορτές
Ξεχωριστές περιηγήσεις στις συλλογές του μουσείου για μικρούς και μεγάλους
Από την έκδοση Ελληνικαί Εθνικαί Ενδυμασίαι, στις πολλαπλές αφηγήσεις για την κοινωνία του Μεσοπολέμου
Η ιστορία μίας από τις σημαντικότερες ημέρες για τις ΗΠΑ
Επιμελούνται ένα τετράωρο DJ session, αντλώντας έμπνευση από το σύμπαν του φωτογράφου Juergen Teller
Με έργο άνω του 1 εκατ. ευρώ, το ΥΠΠΟ προχωρά στη διάσωση και ανάδειξη του ιστορικού μνημείου
Το έργο θα εκτεθεί στο Μέγαρο Σταθάτου από τις 19 Μαρτίου έως τις 31 Αυγούστου 2026
Ο πρωτοπόρος Έλληνας πολεοδόμος και το όραμα της παγκόσμιας πόλης του μέλλοντος
'Ενα τριήμερο αφιερωμένο στην παγκόσμια λογοτεχνία
Το υπουργείο Πολιτισμού αποκαθιστά τα πρώην Στρατιωτικά Αρτοποιεία
Πού μπορείτε να βρείτε τα δελτία εισόδου
Ανοίγει τις πύλες του το παγοδρόμιο
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.