- CITY GUIDE
- PODCAST
-
15°
Ελένη Πίταρη-Παγκάλου: Γιατί αξίζει να τη γνωρίσεις
Η επιμελήτρια Άννα Μυκονιάτη μας συστήνει την Ελληνίδα ζωγράφο του μοντερνισμού πίσω από τα αινιγματικά σχέδια που παρουσιάζει το ΕΜΣΤ
Ελένη Πίταρη-Παγκάλου: Η Άννα Μυκονιάτη μιλά για τη ζωγράφο, έργα της οποίας φιλοξενεί το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης έως τις 10 Νοεμβρίου
Καλύπτει την επιφάνεια του χαρτιού σχολαστικά, σχεδιάζοντας με μελάνι οστεώδεις άφυλες μορφές. Όντα απροσδιόριστα μεταξύ ανθρώπου, δαίμονα και εντόμου, που θαρρείς πως αιωρούνται στον χώρο, άλλοτε μέσα σε κύκλους και τρίγωνα ή κοντρουκτιβιστικά αστικά τοπία κι άλλοτε χαμένα σε ανώνυμα πλήθη, στρέφονται μάλιστα συχνά προς μια πηγή ακτινοβολίας. Τα ασπρόμαυρα σχέδια της Ελένης Πίταρη-Παγκάλου κεντρίζουν την προσοχή μας αυτό το διάστημα στο Project Room 1 στον τρίτο όροφο του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης.
Ποια είναι, λοιπόν αυτή η ζωγράφος του 20ού αιώνα, η οποία σπούδασε κατά τον Μεσοπόλεμο στη Σχολή Καλών Τεχνών –μια από τις ελάχιστες γυναίκες σε ένα ανδροκρατούμενο περιβάλλον– και δεν δίσταζε να εκφράζει χωρίς περιστροφές δημόσια τις απόψεις της για τα ζητήματα του κλάδου της; Τι χαρακτηρίζει την εικαστική κατάθεση της Ελένης Πίταρη-Παγκάλου και τι θέση έχουν στο έργο της αυτά τα αινιγματικά ασπρόμαυρα έργα με μελάνι «που κινούνται στον χώρο του φαντασιακού, της ψυχικής ενόρασης και των μεταφυσικών προβληματισμών» και «διαλέγονται με το εφήμερο της ανθρώπινης ύπαρξης, το βάρος της απώλειας, την τραγικότητα της μνήμης, την υπερβατικότητα της μαγείας»;
«Οι πίνακες της Παγκάλου δείχνουν ασφαλώς την καλλιεργημένη ζωγράφο που ξέρει να χειρίζεται, να παραθέτει χρώματα –μ’ επαναστατικό έστω τρόπο– και να δίνει έκφραση στα σχήματά της. Αλλά, όπως για όλα τα έργα του είδους αυτού, ισχύει κι εδώ το ότι βρίσκουν απήχηση μόνο σε ορισμένες “χορδές” του εσωτερικού μας κόσμου. Πιστοποιεί λοιπόν κανείς τον ικανό καλλιτέχνη και αναλόγως με την ψυχική του διάθεση, χαίρεται ή όχι τα έργα του» έγραφε ο Μαρίνος Καλλιγάς για τις ζωγραφικές δημιουργίες της που παρουσιάστηκαν στη γκαλερί Νέες Μορφές το 1966, μια κρίση που η ίδια κράτησε ως χειρόγραφη σημείωση στο πλούσιο αρχείο της. Tι μπορεί να συνέβαλλε, λοιπόν, στο να μην είναι γνωστή στο ευρύ κοινό παρότι εξέθεσε συστηματικά τη δουλειά της, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό (μεταξύ άλλων στις Μπιενάλε του Σάο Πάολο και της Αλεξάνδρειας) και είδε το όνομά της να φιγουράρει σε τεχνοκριτικές μεγάλων εντύπων;
Ζητήσαμε από την επιμελήτρια της έκθεσης Άννα Μυκονιάτη να μας συστήσει την καλλιτέχνιδα.
Η Άννα Μυκονιάτη μιλά για τη ζωγράφο Ελένη Πίταρη-Παγκάλου
«Η Ελένη Πίταρη-Παγκάλου γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1905 σε εύπορη οικογένεια Ελλήνων της διασποράς. Μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον φιλότεχνο: η οικογένειά της ταξιδεύει συχνά στο Παρίσι και τη Βιέννη όπου επισκέπτονται μουσεία και πινακοθήκες και συλλέγουν έργα τέχνης. Ο μεγαλύτερος αδερφός της Αλέξανδρος, πηγαίνει στις αρχές του αιώνα στο Βερολίνο να σπουδάσει στη Σχολή Καλών Τεχνών αλλά δεν γίνεται δεκτός λόγω αχρωματοψίας και τελικά σπουδάζει χημικός στο Πολυτεχνείο».
«Όταν η οικογένεια Πίταρη μετεγκαθίσταται το 1922 με την Μικρασιατική καταστροφή στην Αθήνα, η Ελένη είναι 17 ετών και σίγουρη για το δρόμο που θέλει να ακολουθήσει: το 1926 εγγράφεται στη Σχολή Καλών Τεχνών. Αν λάβει κανείς υπόψη τις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες στην Ελλάδα στις αρχές του 20ου αι. αντιλαμβάνεται ότι μια τέτοια επιλογή αποτελεί προνόμιο. Πόσοι γονείς θα επέτρεπαν το 1926 στην ανύπανδρη κόρη τους να σπουδάσει ζωγραφική δίπλα σε άνδρες φοιτητές και δασκάλους; Σαφώς η αστική καταγωγή και η οικονομική επιφάνεια της οικογένειάς της προσφέρουν στην Ελένη τη δυνατότητα να ακολουθήσει τα όνειρά της αλλά δεν πρέπει να υποτιμήσουμε τον επαναστατικό χαρακτήρα και την αγάπη της για την τέχνη. Αντιστρέφοντας το ερώτημα, πόσα κορίτσια της “καλής αθηναϊκής κοινωνίας” του 1920 θα πρότασσαν τις σπουδές έναντι ενός καλού γάμου από νεαρή ηλικία;»
«Στη Σχολή για ένα σύντομο χρονικό διάστημα δουλεύει κοντά στον Νικόλαο Λύτρα ενώ το 1929 γίνεται δεκτή στο εργαστήριο του Κωνσταντίνου Παρθένη που μόλις έχει διοριστεί. Τα χρόνια αυτά της μαθητείας δίπλα στον Παρθένη είναι καθοριστικά για την εξέλιξη της καλλιτεχνικής της πορείας. Από το 1939 συμμετέχει συστηματικά σε ομαδικές εκθέσεις καλλιτεχνικών συλλογικοτήτων – σωματείων και ομάδων: Ελεύθεροι Καλλιτέχνες (1939), Ομάς Ελλήνων Ζωγράφων Χαρακτών (1939), Ομάς Ζωγράφοι και Γλύπται (1954), Έκθεση Ελληνίδων Καλλιτεχνών στον Ελληνοσοβιετικό Σύνδεσμο (1962), Το Εργαστήρι (1965, 1969) καθώς και σε σειρά Πανελληνίων εκθέσεων στο Ζάππειο (1939, 1952, 1957, 1960, 1963, 1967, 1969, 1975). Στις εκθέσεις αυτές η Ελένη Πίταρη-Παγκάλου παρουσιάζει κατά κανόνα ελαιογραφίες – τοπία, νεκρές φύσεις, πορτραίτα και αλληγορικές παραστάσεις. Πρόκειται για έργα, που, με αφετηρία τα ερεθίσματα της διδασκαλίας του Παρθένη, επιχειρούν να κινηθούν –σύμφωνα με την κυρίαρχη τάση της περιόδου– στην ατμόσφαιρα του αφηρημένου εξπρεσιονισμού».
«Στο δακτυλογραφήμενο βιογραφικό που βρέθηκε στα αρχεία της, γράφει η ίδια σε τρίτο πρόσωπο: “Η στροφή προς την αφηρημένη Τέχνη μετά το 1950 έρχεται σαν αποτέλεσμα μιας οργανικής εξελίξεως της Σχολής Παρθένη που έδωσε τους καρπούς της στην σύγχρονη Ελληνική Τέχνη, προς την κατεύθυνση του εξπρεσσιονισμού. Με άρτια προπαίδευση η Πίτταρη-Παγκάλου έδωσε στον αφηρημένο εξπρεσιονισμό έργα αξιόλογα που τα διακρίνει, ο αυθορμητισμός, η ειλικρίνεια και η δύναμη”. Βλέπουμε πως η καλλιτέχνις δεν είναι μετριόφρων όσον αφορά την παρουσίαση του έργου της. Και γιατί να είναι άλλωστε με δύο ατομικές εκθέσεις στη γκαλερί Νέες Μορφές (1959 και 1963) καθώς και στην γκαλερί MEDUSA στη Ρώμη το 1963, όπου τα μικρά έντυπα που τις συνοδεύουν περιλαμβάνουν διθυραμβικές κριτικές από σημαντικούς κριτικούς τέχνης της εποχής, όπως ο Άγγελος Προκοπίου, ο Δημήτριος Καλλονάς και ο Σπ. Παναγιωτόπουλος ενώ πάμπολλες είναι οι ονομαστικές αναφορές στις συμμετοχές της σε εκθέσεις από τους Μαρίνο Καλλιγά, Άγγελο Δόξα, Μίνα Ζήτα, Ελένη Βακαλό κ.α. στις στήλες τεχνοκριτικής μεγάλων εφημερίδων (Έθνος, Βραδυνή, Καθημερινή, Τα Νέα, Ακρόπολις, Απογευματινή)».
«Παράλληλα συμμετέχει σε σημαντικές ομαδικές εκθέσεις του εξωτερικού μεταξύ των οποίων στην έκθεση του Καλλιτεχνικού Συνδέσμου Ελληνίδων στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Καΐρου το 1955, στην έκθεση Σύγχρονοι Έλληνες Καλλιτέχνες στο Bezalel National Museum στην Ιερουσαλήμ το 1962, στις Μπιενάλε του Σάο Πάολο και της Αλεξάνδρειας το 1963».
«Ο γάμος της με τον γιατρό Γεώργιο Πάγκαλο δεν ανακόπτει την εικαστική της πορεία. Αντίθετα, το σπίτι τους στο Παλαιό Ψυχικό, όπου η Ελένη διατηρεί μεγάλο ατελιέ στο οποίο δουλεύει συστηματικά, γίνεται σημείο συνάντησης καλλιτεχνών, διανοούμενων και επιστημόνων της εποχής. Σε τρίστηλο αφιέρωμα στο Έθνος (πιθανότητα τέλη 1960- αρχές 1970) η Θάλεια Σπηλιακού την προλογίζει μάλλον ρομαντικά, γοητευμένη από την μεγαλοαστική της αύρα: “Η Ελένη Παγκάλου, η διακεκριμένη, σεμνή ζωγράφος που ζει αθόρυβα στη βίλλα-ατελιέ της, στην οδό Γκύζη 5 του Παλαιού Ψυχικού, με το αξιόλογο έργο της έρχεται να προσφέρει μια ουσιαστική προσφορά στον τόπο μας”».
«Στο ίδιο άρθρο η Ελένη δεν παρουσιάζεται ούτε σεμνή ούτε αθόρυβη. Μιλά με σιγουριά για την καλλιτεχνική της πρακτική και, παράλληλα, θίγει ζητήματα αναγνώρισης και αμοιβής της καλλιτεχνικής εργασίας, με λόγο και επιχειρήματα που θα μπορούσαν να σταθούν σήμερα σε συνέλευση του νεοιδρυθέντος Σωματείου Εργαζομένων στη Σύγχρονη Τέχνη: “Συλλέκτες δεν υπάρχουν, όπως σε άλλα κράτη, που να δώσουν ώθηση στα νέα εκφραστικά μέσα και στις αναζητήσεις. Οι άνθρωποι εδώ ζητούν το καρτ ποστάλ. Γι’ αυτό οι καλλιτέχνες μας ζουν απομονωμένοι και αγωνίζονται να επιβιώσουν καλλιτεχνικά και οικονομικά, ενώ άλλοι ζητούν την καθιέρωση έξω από τα όρια της Ελλάδος. Οι άνθρωποι αυτοί –εννοώ τους καλλιτέχνες που εργάζονται κάτω από τόσο αντίξοες συνθήκες, που πληρώνουν φόρο στο Δημόσιο για κάθε έργο που πωλούν– έχουν να αντιμετωπίσουν τον αθέμιτο ανταγωνισμό της ρεπρουντουξιόν. Και όσο απίστευτο και αν φαίνεται, αυτή η ρεπροντουξιόν εισάγεται τελείως αφορολόγητη από το εξωτερικό, ενώ τα ζωγραφικά υλικά υπάγονται στα είδη πολυτελείας και υφίστανται βαρύτατους δασμούς!”. Συνεχίζει εξηγώντας πως πρέπει να υπάρξει αφενός κρατική μέριμνα για την Τέχνη αλλά και πώς ο θεσμός των Πανελληνίων θα πρέπει να αποκτήσει δικούς του πόρους βάζοντας εισιτήριο για να μη «ζητιανεύει την κρατική βοήθεια». Κλείνοντας σχολιάζει τις κακές συνθήκες παρουσίασης των έργων στις ομαδικές εκθέσεις, και στην Πανελλήνιο ειδικά, όπου “εκτίθενται έργα καλλιτεχνών με τελείως διαφορετική τεχνοτροπία και διαφορετικό πιστεύω», ενώ επισημαίνει πως «ένας σωστός τουλάχιστον φωτισμός, μαζί με τα καθιερωμένα παννώ με το ουδέτερο χρώμα, θα μπορούσε ίσως να τα σώσει και να τα αξιολογήσει”».
«Στη συνέντευξη αυτή ξεχωρίζουμε την αυτοπεποίθηση και το μαχητικό πνεύμα της Ελένης Πίταρη-Παγκάλου η οποία την περίοδο 1960-1970, μεσήλικας πλέον, δημιουργεί ένα σύνολο εξαιρετικά πρωτότυπων ασπρόμαυρων σχεδίων (μελάνι σε χαρτί), που διαφέρουν από την εικαστική γλώσσα της παράλληλης «επίσημης» καλλιτεχνικής της πρακτικής.Τα σχέδια αυτά κινούνται στον χώρο του φαντασιακού, της ψυχικής ενόρασης και των μεταφυσικών προβληματισμών. Οι διδαχές του Παρθένη ενεργοποιούνται εδώ με ουσιαστικότερο τρόπο καθώς συνδέουν τους πειραματισμούς της αφαίρεσης με τη βάση της τέχνης του Συμβολισμού. Μοιάζει να σχεδιάζει τις θεωρητικές αναφορές της ζωγραφικής της, στην πραγματικότητα ίσως και τις πεποιθήσεις της για τη σημασία της τέχνης συνολικά. Είναι σχέδια αινιγματικά, σκοτεινά, στα οποία φαίνεται να εκφράζεται με απόλυτη ελευθερία, αποτυπώνει τις μεταφυσικές της ανησυχίες, ερμηνεύει τον κόσμο μέσα από την προσωπική της συνείδηση και ταυτόχρονα τον επανακτά».
«Η Ελένη Πίταρη-Παγκάλου είναι μια ζωγράφος με σοβαρές ακαδημαϊκές σπουδές, συστηματική παραγωγή, πρωτότυπη σκέψη, μαχητικό πνεύμα, έντονη εκθεσιακή δραστηριότητα, ακόμα και σε εθνικές εκπροσωπήσεις της ελληνικής τέχνης εκτός συνόρων, που έχαιρε της αναγνώρισης των τεχνοκριτικών της εποχής. Γιατί άραγε δεν υπάρχει έργο της στην Εθνική Πινακοθήκη; Μήπως γιατί η συλλογή της ΕΠΜΑΣ διαμορφώθηκε εν πολλοίς από δωρεές καλλιτεχνών και κληροδοτήματα και αν κρίνουμε από τις θέσεις της στη συνέντευξη στην Θ. Σπηλιακού, η ίδια δεν θα δώριζε ποτέ έργο της; Το γεγονός ότι δεν είναι στη συλλογή της Εθνικής Πινακοθήκης (όπως και άλλοι σημαντικοί Έλληνες καλλιτέχνες) συνετέλεσε στο ότι σήμερα είναι άγνωστη στους περισσότερους από εμάς; Πιθανόν. Αφορμή οι δημόσιοι φορείς να αναλογιστούμε την ευθύνη που φέρουμε στην καταγραφή και προβολή της ελληνικής εικαστικής παραγωγής και να επανεξετάσουμε τις συλλεκτικές μας πολιτικές».
«Η παρουσία καλλιτεχνών σε δημόσιες συλλογές δεν είναι χωρίς συνέπειες, αν σκεφτούμε ότι ιστορικοί της τέχνης και θεωρητικοί έχουν δώσει το σχήμα της νεοελληνικής τέχνης τόσο του 19ου αι. όσο και της μοντέρνας και σύγχρονης, κυρίως μέσα από τη μελέτη σε δημόσια μουσεία και συλλογές, με αποτέλεσμα να παρατηρείται μια σχετική «ομοιομορφία» στις προσεγγίσεις τους αφού παρακολουθούν τα ίδια πρόσωπα και τα ίδια έργα. Το ΕΜΣΤ κάνει την αρχή βάζοντας αυστηρά κριτήρια στις αποδοχές δωρεών και προωθώντας τη συστηματική αγορά έργων τέχνης με σκοπό αφενός την συνέπεια προς την συλλεκτική του πολιτική και την ποιότητα των έργων της συλλογής του και αφετέρου την υποστήριξη των καλλιτεχνών και των μηχανισμών διαμεσολάβησης, όπως γκαλερί και αίθουσες τέχνης».
«Στο επιμελητικό σημείωμα της έκθεσης αναφέρω πως τα σχέδια αυτά δεν έχουν εκτεθεί ποτέ. Αναρωτιόμουν γιατί και κατέληξα πως πρόκειται για ένα σώμα δουλειάς που είτε ήταν πολύ προσωπικό και δίστασε να το θέσει στην κρίση τρίτων είτε απορρίφθηκε από συναδέλφους και τεχνοκριτικούς καθώς η εποχή δεν ήταν ώριμη για να το υποδεχτεί. Μια χειρόγραφη σημείωση με μολύβι στο πίσω μέρος ενός από αυτά με βάζει σε σκέψεις: “7000 δραχμές”. Όσο το σκέφτομαι, η δυναμικότητα του χαρακτήρα της Ελένης και ο επαγγελματισμός της σε σχέση με τη διαχείριση του έργου της (εντυπωσιακή είναι η μεθοδικότητα τήρησης αρχείου αποκομμάτων Τύπου και καταλόγων/ φυλλαδίων εκθέσεων που συμμετάσχει) δεν συνάδουν με μια τέτοια στάση. Έτσι με μια πιο συστηματική έρευνα στον Τύπο της εποχής βρίσκω εκ των υστέρων μια (εγκωμιαστική) αναφορά στα σχέδια αυτά, στο περιοδικό Ελληνικά Θέματα (τχ. Φεβρουαρίου 1969) σε άρθρο για την όγδοη παρουσίαση της ομάδας «Το Εργαστήρι», όπου δέκα μαθητές του Παρθένη εκθέτουν στο Ξενοδοχείο Χίλτον: “Όλα τα μέλη έδωσαν και φέτος την εξελισσόμενη ωριμότητα της τέχνης τους χωρίς άλματα ή αποσχισματικές ανακατατάξεις. Μόνον ίσως τα σχέδια της Ελένης Παγκάλου, μαυρόασπρα, εντυπωσιάζουν με μια φαντασία βόρειου εξπρεσιονισμού, ευρηματική, αγχώδη, μυθοπλαστική μ’ένα υπόβαθρο ρομαντισμού στη σύγχρονή της εξάρτηση απ’ το μηχανικό πολιτισμό σαν επίδραση”. Είχε, λοιπόν, εκθέσει κάποια από αυτά και η κριτική τα ξεχώρισε».
«Η αποκάλυψη αυτή απ’ τη μια με απογοητεύει γιατί καταρρίπτεται ο μύθος της ανακάλυψης των άγνωστων μέχρι τώρα σχεδίων αλλά απ’ την άλλη με χαροποιεί καθώς ταιριάζει περισσότερο στο χαρακτήρα της Ελένης, όπως αυτός διαφαίνεται από τις συνεντεύξεις, την δράση αλλά και τις μνήμες της οικογένειας της που μιλούν για μια γυναίκα φιλόδοξη, ισχυρογνώμων, δυναμική, που η τέχνη ήταν όλη της η ζωή. Μάλλον έπεσα και εγώ στην παγίδα που έπεσε η Θ. Σπηλιακού εξήντα χρόνια πριν: πρόβαλα στην Ελενη Πίταρη-Παγκάλου τα χαρακτηριστικά που θεώρησα ότι ταίριαζαν στην τάξη και το φύλο της τη δεδομένη χρονική περίοδο. Την ήθελα σεμνή, άτολμη και ήσυχη. Η Ελένη Πίταρη-Παγκάλου, όμως, δεν ήταν τίποτα από αυτά, όπως δηλώνει ξεκάθαρα το έργο της».
INFO:
Ελένη Πίταρη-Παγκάλου, Τα άγνωστα σχέδια
Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Λεωφ. Καλλιρρόης & Αμβρ. Φραντζή, πρώην εργοστάσιο Φιξ, 2111019000
Μέχρι 10 Νοεμβρίου: Τρ.-Κυρ. 11:00-19:00, Πέμ. 11:00-22:00
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
To έργο επανεμφανίστηκε μετά από 120 χρόνια
Η Ρεβέκκα Καμχή γράφει για τη γνωριμία της με τον καλλιτέχνη Κωνσταντίνο Κακανιά και για την αναδρομική του έκθεση στην γκαλερί της
Ένα έργο Τέχνης που απεικόνιζε τη ζωή σε ένα χαρέμι απομακρύνθηκε από έκθεση στο Αραβικό Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης του Κατάρ
180 εκθέματα παρουσιάζονται στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, πολλά από τα οποία φεύγουν για πρώτη φορά από την έδρα τους και ταξιδεύουν στην Αθήνα
Ένα φαινόμενο που η παρουσία του μεταξύ ψηφιακού κόσμου και αληθινών γειτονιών καταργεί τα όρια μεταξύ κατασκευασμένου και υπαρκτού
Εγκαίνια για την έκθεση στις 19 Δεκεμβρίου
Κάθε έργο είναι ένα ταξίδι δημιουργίας, που συνδέει το παρελθόν με το παρόν και ανοίγει παράθυρα σε νέες αντιλήψεις
Τι θα δούμε σε χώρους τέχνης και γκαλερί
Celestial Bodies Guide Us Through Dark Times σημαίνει ελπίδα, καλοσύνη, διαρκής αναζήτηση, κατανόηση και αποδοχή
Ο πίνακας είχε πουληθεί το 1890 σε ιδιώτη και είχε εξαφανιστεί
Μέχρι σήμερα έχουν εντοπιστεί μόλις έξι αυθεντικές φωτογραφίες του γάλλου ποιητή
Δυο εκθέσεις σύγχρονης τέχνης, μια έκθεση φωτογραφίας και ντοκιμαντέρ και ένα μεγάλο αφιέρωμα στη Τζούλια Δημακοπούλου
Μια σπουδαία έκθεση που περιλαμβάνει πάνω από 140 αδημοσίευτα ζωγραφικά έργα του
Μιλήσαμε με το ζευγάρι καλλιτεχνών που εκθέτουν για πρώτη φορά μαζί
Η αναδρομική του έκθεση «Shut your eyes and see» στο Μουσείο Β. & Ε. Γουλανδρή είναι γεμάτη φως, neon και κρυφά ή φανερά μηνύματα
Πρόκειται για ένα από τα ελάχιστα σωζόμενα έργα του που για δεκαετίες ήταν κρυμμένο
Εστιάζει στη σχέση του με τη γαλλική πρωτεύουσα και την περίοδο που συναντήθηκε με τους Τζιακομέτι και Πικάσο
Η έκθεσή της Terra Cognita είναι ένα προσκύνημα σε άγνωστους τόπους
Όλοι οι καταξιωμένοι Έλληνες καλλιτέχνες έχουν εκπροσωπηθεί με έργα τους
Μέσα από τα έργα, καλλιτέχνες και επιστήμονες εμβαθύνουν σε πολλά ζητήματα
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.