- CITY GUIDE
- PODCAST
-
14°
Μη θυμώνεις, πια, τόσο πολύ — θα πάθεις τίποτα
Όψεις της πόλης, αναμνήσεις, πράγματα που συνέβησαν παλιά, και πράγματα που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας
Ημερολογιακές καταχωρίσεις για κάθε χρήση
Προχθές βγήκα από τα ρούχα μου, και μ’ άκουσε όλη η γειτονιά. Δεν θύμωσα απλώς: τρελάθηκα. Κάποιος άγνωστός μου άντρας έλεγε τρομερά ψέματα μπροστά μου, για να καλύψει κάτι που είχε κάνει, ένα λάθος. Ποτέ δεν ταράζομαι, και γενικά είμαι αξιοπαρατήρητα ψύχραιμος άνθρωπος, αλλά το συγκεκριμένο γεγονός μού άναψε τα λαμπάκια, και από ένα σημείο και μετά άρχισα να φωνάζω δυνατά, να βρίζω, αλλά και να αντιλαμβάνομαι —ταυτόχρονα— ότι εκεί πάνω ξεπερνούσα κάποια όρια. Με τα πολλά, έδωσα απότομα τόπο στην οργή, έκανα μεταβολή, μπήκα στο ασανσέρ, και πάτησα το κουμπί για τον πέμπτο. Απέξω, άκουσα τον άλλον να λέει, «Βλάκα, ε βλάκα». Whatever. Is that all you got?
Εννοείται πως, μπορεί μεν να το έκοψα πάνω στο καλύτερο (δηλαδή πάνω στο χειρότερο, στο κρισιμότερο σημείο, εκεί που από τα λόγια μπορεί να περάσεις στις πράξεις), αλλά και πάλι εκείνο το άσχημο συναίσθημα δεν έφυγε από πάνω μου για όλη την υπόλοιπη ημέρα. Και για αρκετό μέρος της επόμενης. Έψαχνα να βρω αν είχα σφάλει στην εκτίμησή μου (όχι, δεν μπορούσε να υπάρξει τέτοια περίπτωση), και πόσο και γιατί έσφαλα και εξεμάνην έτσι, πού έκανα λάθος. Γιατί δεν ήταν κάτι που μου άρεσε, δεν ήταν κάτι που συνηθίζω, και δεν είναι κάτι που βλέπω με κάποια συμπάθεια σε οποιονδήποτε. Ο θυμός δεν είναι καλός.
Αλλά κι εδώ κάνω λάθος. Ο θυμός δεν είναι εγγενώς «κακός». Εφόσον τον μεταφράσουμε και τον διαχειριστούμε σωστά, είναι σύμμαχός μας. Για την ακρίβεια, είναι ένα πολύ σημαντικό εξελικτικό εργαλείο (όπως ο φόβος, επίσης: χάρη στον φόβο τους έχουν σωθεί και υπάρχουν σε αφθονία τα χορτοφάγα ζώα). Ο θυμός είναι μια θεμελιώδης συναισθηματική κατάσταση, ένα φυσιολογικό και υγιές ανθρώπινο συναίσθημα που σε κάποιο βαθμό το βιώνουν όλοι οι άνθρωποι, που ναι μεν χαρακτηρίζεται από ένταση και εχθρότητα, αλλά έχει κυμαινόμενη ένταση: από έναν ήπιο ερεθισμό, ένα απαλό καρδιοχτύπι συν μισό κλικ επάνω, μέχρι την έντονη οργή, ή ακόμα και τη σαφή, εκπεφρασμένη εχθρότητα.
Επίσης, είναι σημαντικό να διαχωριστεί ο θυμός από την επιθετικότητα. Ο θυμός είναι συναίσθημα, ενώ η επιθετικότητα είναι συμπεριφορά: θέλουμε να προκαλέσουμε βλάβη, να κάνουμε ζημιά, να του δώσουμε να καταλάβει. Κι αν ο θυμός μπορεί να ενεργοποιήσει την επιθετικότητα, δεν σημαίνει ότι είναι απαραίτητος για την εκδήλωσή της — συχνά, ούτε επαρκής. Με δυο λόγια, και όσο καλύτερα μπορώ να το αντιληφθώ και να το εκφράσω: μια υγιής έκφραση του θυμού είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση χίλιων δυο προβλημάτων. Μπορεί, και πρέπει, να θυμώνει κανείς. Αν μάθεις ότι ένας πύραυλος έπεσε νυχτιάτικα σε μια πολυκατοικία και σκότωσε μια γυναίκα με τη γάτα της ενώ κοιμόντουσαν αγκαλιά, πρέπει να μην πας καλά για να ΜΗ θυμώσεις.
Ωστόσο, ο θυμός γίνεται προβληματικός —ενίοτε και καταστροφικός— όταν ξεφεύγει από τον έλεγχο, όταν ξεπερνά κάποια όρια.
Όλοι ξέρουμε γιατί θυμώνουμε κυρίως, ή πιο συχνά. Θυμώνουμε στη δουλειά μας, στον δρόμο, οδηγώντας, με την κυβέρνηση, με την αντιπολίτευση, με τους φασίστες, με αυτούς που παρκάρουν στα πεζοδρόμια, με τις αυξήσεις, με την αδικία — και για άλλους χίλιους λόγους. Βρήκα πάντως και τι λένε οι ειδικοί επ’ αυτού.
Σύμφωνα με έρευνες, λοιπόν, υπάρχουν, λέει, 10 κοινές καταστάσεις που προκαλούν θυμό:
- Οι άνθρωποι που αδιαφορούν για τις απόψεις των άλλων και ισχυρίζονται ότι τα γνωρίζουν όλα
- Οι άνθρωποι που παραπονιούνται, φωνάζουν και δημιουργούν συγκρούσεις
- Τα ψέματα που λένε για εμάς, η συκοφάντηση, η λεκτική κακοποίηση
- Ο εξευτελισμός και η ταπείνωση
- Η ανεξέλεγκτη συμπεριφορά
- Όταν μάς πειράζουν και μας παρενοχλούν
- Όταν διαταράσσονται τα πλάνα μας
- Όταν εξωτερικοί παράγοντες μας εμποδίζουν να κάνουμε αυτό που έχουμε κατά νου
- Όταν μάς κλέβουν ή καταστρέφουν κάτι δικό μας
- Οι ευθείες σωματικές επιθέσεις
Μαθαίνουμε επίσης (όσοι δεν τα ξέραμε αυτά) ότι ο θυμός δεν είναι απλώς μια ψυχολογική αντίδραση, αλλά ότι έχει βαθιές ρίζες σε βιολογικούς και φυσιολογικούς μηχανισμούς. Όταν ένα άτομο θυμώνει, το συναισθηματικό σύστημα του εγκεφάλου, ιδίως η αμυγδαλή, γίνεται πιο ενεργό. Η αμυγδαλή, αυτή η μικροσκοπική, αμυγδαλωτή δομή, λειτουργεί σαν «συναγερμός», αλλά κάποιες φορές μπορεί να αντιδρά υπερβολικά, απέναντι σε καταστάσεις που στην πραγματικότητα είναι ακίνδυνες. Αντίθετα, ο προμετωπιαίος φλοιός, το πρόσθιο τμήμα του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνο για την κρίση, τον σχεδιασμό, τη μετάφραση των σκέψεών μας σε πράξεις κλπ., καταστέλλεται κατά τη διάρκεια έντονου θυμού. Μάλιστα, η μειωμένη δραστηριότητα στον προμετωπιαίο φλοιό έχει συνδεθεί με βίαια εγκλήματα.
Ακόμη, ο θυμός συνοδεύεται από σημαντικές φυσιολογικές και βιολογικές αλλαγές. Όταν θυμώνουμε (έντονα), ο καρδιακός μας ρυθμός και η αρτηριακή πίεση αυξάνονται. Το ίδιο συμβαίνει, διαβάζω, και στα επίπεδα της αδρεναλίνης και της νοραδρεναλίνης. Αυτές οι ορμόνες προετοιμάζουν το σώμα μας για μια αντίδραση fight or flight: «πάλης ή φυγής» — αυτό που λέγαμε πριν για την αμυγδαλή. Οι μύες μας σφίγγονται, η ροή του αίματος στις φλέβες μας αυξάνεται, τα επίπεδα σακχάρου ανεβαίνουν, ιδρώνουμε, οι αισθήσεις μας οξύνονται ή καταστέλλονται εντελώς: τα βλέπουμε όλα μαύρα, τα αυτιά μας βουίζουν, χάνουμε την επαφή με το περιβάλλον.
Δεν θα μιλήσουμε εδώ για κάποιες ακραίες περιπτώσεις που οδηγούν σε συχνή απώλεια ελέγχου, π.χ. για τη Διαλείπουσα Εκρηκτική Διαταραχή, την Αντικοινωνική Διαταραχή Προσωπικότητας, την Οριακή Διαταραχή Προσωπικότητας, ή την κατάχρηση ουσιών. Ούτε θα πούμε πώς κάποιος μπορεί να αντιμετωπίσει με επιτυχία τέτοια, συχνά καθημερινά, ξεσπάσματα θυμού: με αυτογνωσία, με τεχνικές διαχείρισης κ.τ.π. Άνθρωποι με έντονα προβλήματα χρειάζονται πάντα επαγγελματική υποστήριξη, καθώς ο ανεξέλεγκτος θυμός μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις στην ψυχική και τη σωματική υγεία, τόσο των ίδιων, όσο όμως και τρίτων προσώπων.
Θα επανέλθω μόνο στο περιστατικό που με αφορά, και που με έκανε να σκεφτώ πολύ πάνω στο θέμα, και —όπως είναι φανερό— να το ψάξω και λιγάκι παραπάνω. Αντιλαμβάνομαι λοιπόν ότι, παρά την (εσφαλμένη) αντίληψη ότι ο στόχος είναι να «μη θυμώνουμε καθόλου», ο θυμός είναι, ίσα-ίσα, ένα φυσιολογικότατο και αναπόφευκτο συναίσθημα. Η πλήρης εξάλειψη του θυμού δεν είναι ούτε ρεαλιστική ούτε επιθυμητή. Ο θυμός εκπέμπει ένα πολύτιμο προειδοποιητικό σήμα. Αντιθέτως, εκεί που πρέπει να εστιάσουμε είναι η υγιής έκφραση του θυμού και η αποτελεσματική του διαχείριση.
Σε περιπτώσεις που μοιάζουν με τη δική μου, για παράδειγμα, πρέπει να αξιολογούμε την κατάσταση, τιθασεύοντας την αμυγδαλή μας και αναλύοντας τα δεδομένα που έχουμε μπροστά μας: έγινε πράγματι κάτι τόσο τρομερό; Πρέπει επίσης να είμαστε σε θέση να αναγνωρίσουμε τα προειδοποιητικά σήματα του σώματός μας, και τότε να πατήσουμε αμέσως φρένο. Πρέπει να είμαστε σε θέση να ελέγξουμε τις αντιδράσεις μας. Δεν είναι τόσο δύσκολο όσο ακούγεται: το μόνο που χρειάζεται είναι να πάρουμε δυο βαθιές ανάσες, και να πούμε στον εαυτό μας, «Ηρέμησε, έλεος, δεν σκέφτεσαι καθαρά».
Τα έκανα όλα αυτά εγώ; Όχι. Ή, έστω, τα έκανα σε ένα δεύτερο (προχωρημένο) στάδιο. Πάλι καλά βέβαια. Ωστόσο, μόνο πολύ μετά έκατσα στα σοβαρά να αναρωτηθώ: Ε και; Μου είπε ψέματα, με κορόιδεψε μπροστά στα μούτρα μου, πούλησε μαγκιά και το έπαιξε ιστορία.
Ε ΚΑΙ;
* * *
ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΙ ΜΕ ΜΙΑ Τ.Ν.
Όλο και περισσότεροι άνθρωποι αναπτύσσουν συναισθηματικές, ακόμη και σεξουαλικές σχέσεις, με chatbots τεχνητής νοημοσύνης. Βρίσκουν παρηγοριά, υποστήριξη και συντροφιά, και περνούν πολλές ώρες την ημέρα μιλώντας μαζί τους, αναζητώντας συμβουλές, δυο καλά λόγια, και εξερευνώντας σεξουαλικές τους φαντασιώσεις, τέτοιες που δεν αισθάνονται άνετα να τις συζητήσουν με τους «ανθρώπινους συντρόφους» τους, αν έχουν τέτοιους. Μάλιστα, μολονότι υπάρχουν αυστηροί περιορισμοί ως προς το σεξουαλικό περιεχόμενο των συζητήσεων από τα ίδια τα μηχανήματα, οι χρήστες αυτοί βρίσκουν τρόπους να τους παρακάμπτουν και να κάνουν ακόμη πιο spicy τις συζητήσεις τους.
Αυτά όλα δεν είναι καινούργια βέβαια. Και είναι κάτι παραπάνω από σαφές ότι οι συναισθηματικές και σεξουαλικές σχέσεις μας με την Τ.Ν. θα ακούγονται (και θα είναι) απολύτως φυσιολογικές μέσα στα επόμενα δύο με τρία χρόνια (και πολλά λέμε), παρά κάποιους πιθανούς κινδύνους και παρά τις ανησυχίες που εκφράζουν ορισμένοι (όχι λίγοι). Τα chatbots λειτουργούν σαν ψυχοθεραπευτές, καλύπτουν σε πολύ κόσμο κενά που δεν τα γεμίζουν οι ανθρώπινες σχέσεις, είναι διαθέσιμα 24/7, και η ενσυναίσθησή τους, μολονότι τεχνητή —πράγμα που γνωρίζουν οι χρήστες: δεν είναι χαζοί—, είναι αστείρευτη.
Δεν ξέρουμε τι κατάληξη θα έχει αυτό. Όπως δεν ξέρουμε —αλλαγή σελίδας εδώ, αλλαγή κεφαλαίου— τι μπορεί να συμβεί όταν ένας συγγραφέας θελήσει να συνδεθεί, τρόπον τινά, με μία Τ.Ν. Όχι για σεξ, αλλά… ας μην πούμε για τι.
Περισσότερα όμως επ’ αυτού, σε είκοσι μερούλες.
* * *
OI ΚΑΛΥΤΕΡΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ ΤΟΥ ΑΙΩΝΑ ΜΑΣ, ΜΕΡΟΣ Β΄
Είδαμε τις προάλλες τη λίστα των New York Times με τις καλύτερες ταινίες του 21ου αιώνα, όπως τις ψήφισαν 500 άνθρωποι του θεάματος. Και νά τώρα η λίστα με τις 100 κορυφαίες ταινίες του αιώνα μας so far, όπως τις ψήφισαν αυτή τη φορά 200.000 (!!!) αναγνώστες των NYT. Όπως βλέπουμε, υπάρχουν εδώ ταινίες που απουσίαζαν από την «επίσημη» λίστα, αλλά βέβαια και πάρα πολλές που συμπίπτουν — λογικό. Και πολύ περισσότερες (οι αγαπημένες τού καθένα μας) που απουσιάζουν — κι αυτό λογικό: μόνο έτσι και όχι αλλιώς πάνε αυτά.
Νά τες — discuss:
- «Parasite», Bong Joon Ho (2019)
- «Mulholland Drive», David Lynch (2001)
- «No Country for Old Men», Joel & Ethan Coen (2007)
- «There Will Be Blood», Paul Thomas Anderson (2007)
- «Interstellar», Christopher Nolan (2014)
- «The Dark Knight», Christopher Nolan (2008)
- «Mad Max: Fury Road», George Miller (2015)
- «Spirited Away», Hayao Miyazaki (2001)
- «Eternal Sunshine of the Spotless Mind», Michel Gondry (2004)
- «The Social Network», David Fincher (2010)
- «Inglourious Basterds», Quentin Tarantino (2009)
- «In the Mood for Love», Wong Kar-wai (2000)
- «Everything Everywhere All at Once», Daniels (2022)
- «The Lord of the Rings: The Fellowship of the Ring», Peter Jackson (2001)
- «The Lord of the Rings: The Return of the King», Peter Jackson (2003)
- «La La Land», Damien Chazelle (2016)
- «Get Out», Jordan Peele (2017)
- «Moonlight», Barry Jenkins (2016)
- «Whiplash», Damien Chazelle (2014)
- «Arrival», Denis Villeneuve (2016)
- «Children of Men», Alfonso Cuarón (2006)
- «The Grand Budapest Hotel», Wes Anderson (2014)
- «Oppenheimer», Christopher Nolan (2023)
- «Inception», Christopher Nolan (2010)
- «The Departed», Martin Scorsese (2006)
- «Portrait of a Lady on Fire», Céline Sciamma (2019)
- «Dune: Part Two», Denis Villeneuve (2023)
- «The Royal Tenenbaums», Wes Anderson (2001)
- «Once Upon a Time… in Hollywood», Quentin Tarantino (2019)
- «Brokeback Mountain», Ang Lee (2005)
- «Before Sunset», Richard Linklater (2004)
- «Lost in Translation», Sofia Coppola (2003)
- «Gladiator», Ridley Scott (2000)
- «Spider-Man: Into the Spider‑Verse», Bob Persichetti, Peter Ramsey, Rodney Rothman (2018)
- «Aftersun», Charlotte Wells (2022)
- «Lady Bird», Greta Gerwig (2017)
- «City of God», Fernando Meirelles & Kátia Lund (2002)
- «Call Me by Your Name», Luca Guadagnino (2017)
- «Pan’s Labyrinth», Guillermo del Toro (2006)
- «Oldboy», Park Chan-wook (2003)
- «Zodiac», David Fincher (2007)
- «Little Miss Sunshine», Jonathan Dayton & Valerie Faris (2006)
- «The Lord of the Rings: The Two Towers», Peter Jackson (2002)
- «WALL·E», Andrew Stanton (2008)
- «Phantom Thread», Paul Thomas Anderson (2017)
- «Amélie», Jean-Pierre Jeunet (2001)
- «Past Lives», Celine Song (2023)
- «Kill Bill: Vol. 1», Quentin Tarantino (2003)
- «Memories of Murder», Bong Joon Ho (2003)
- «Pride & Prejudice», Joe Wright (2005)
- «Almost Famous», Cameron Crowe (2000)
- «Sinners» (πιθανώς ελληνική επιλογή, όχι σε mainstream λίστα)
- «Superbad», Greg Mottola (2007)
- «The Wolf of Wall Street», Martin Scorsese (2013)
- «Y tu mamá también», Alfonso Cuarón (2001)
- «The Zone of Interest», Jonathan Glazer (2023)
- «Ocean’s Eleven», Steven Soderbergh (2001)
- «Ratatouille», Brad Bird (2007)
- «Django Unchained», Quentin Tarantino (2012)
- «Little Women», Greta Gerwig (2019)
- «Memento», Christopher Nolan (2000)
- «Hereditary», Ari Aster (2018)
- «Blade Runner 2049», Denis Villeneuve (2017)
- «Her», Spike Jonze (2013)
- «Fantastic Mr. Fox», Wes Anderson (2009)
- «O Brother, Where Art Thou?», Joel & Ethan Coen (2000)
- «The Handmaiden», Park Chan-wook (2016)
- «Tár», Todd Field (2022)
- «Yi Yi», Edward Yang (2000)
- «The Florida Project», Sean Baker (2017)
- «The Tree of Life», Terrence Malick (2011)
- «Uncut Gems», Benny & Josh Safdie (2019)
- «Spotlight», Tom McCarthy (2015)
- «Black Swan», Darren Aronofsky (2010)
- «Boyhood», Richard Linklater (2014)
- «The Worst Person in the World», Joachim Trier (2021)
- «The Prestige», Christopher Nolan (2006)
- «Michael Clayton», Tony Gilroy (2007)
- «Gone Girl», David Fincher (2014)
- «Anatomy of a Fall», Justine Triet (2023)
- «Crouching Tiger, Hidden Dragon», Ang Lee (2000)
- «Mean Girls», Mark Waters (2004)
- «Perfect Days», Wim Wenders (2023)
- «Barbie», Greta Gerwig (2023)
- «Up», Pete Docter & Bob Peterson (2009)
- «Dune: Part One», Denis Villeneuve (2021)
- «The Master», Paul Thomas Anderson (2012)
- «Top Gun: Maverick», Joseph Kosinski (2022)
- «Drive My Car», Ryûsuke Hamaguchi (2021)
- «Bridesmaids», Paul Feig (2011)
- «Knives Out», Rian Johnson (2019)
- «The Incredibles», Brad Bird (2004)
- «Killers of the Flower Moon», Martin Scorsese (2023)
- «Moneyball», Bennett Miller (2011)
- «Inside Llewyn Davis», Joel & Ethan Coen (2013)
- «Howl’s Moving Castle», Hayao Miyazaki (2004)
- «The Lighthouse», Robert Eggers (2019)
- «The Holdovers», Alexander Payne (2023)
- «Midsommar», Ari Aster (2019)
- «Avengers: Endgame», Anthony & Joe Russo (2019)
* * *
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
Μέργεμ Ελ Μεγντάτι, «Σουπερόσαυρος» (μετάφραση Ιφιγένεια Ντούμη, Εκδόσεις Carnívora)
Ο «Σουπερόσαυρος» της Ισπανίδας με μαροκινή καταγωγή Μέργεμ Ελ Μεγντάτι είναι με διαφορά το πιο χιουμοριστικό και σκοτεινά κωμικό μυθιστόρημα που θα διαβάσετε φέτος — και μακάρι να το διαβάσετε· ειδικά αν είστε νέοι. Εξερευνά τις δοκιμασίες της ενηλικίωσης και της εισόδου στον εργασιακό χώρο των Millennials.
Η ιστορία ακολουθεί τη Μέργεμ (τι σύμπτωση! έχει ίδιο όνομα με τη συγγραφέα του βιβλίου!), μια εικοσιπεντάχρονη κοπέλα «που πίνει άπειρο καφέ, βγαίνει ραντεβού με τρομακτικούς άντρες και ποτέ δεν λέει αυτό που πραγματικά σκέφτεται». Η Μέργεμ αρχίζει πρακτική στα κεντρικά γραφεία της «Supersaurio», μιας μεγάλης αλυσίδας σουπερμάρκετ στα Κανάρια Νησιά, και δεν περνάει καθόλου καλά. Και η αλήθεια είναι πως πράγματι δεν έχει και πολλούς λόγους για να νιώσει πως περνάει καλά. Γραμμένο σε πρώτο πρόσωπο (ουσιαστικά, έχουμε να κάνουμε με μία από τις πολλές παραλλαγές τού autofiction βέβαια), το μυθιστόρημα είναι ένας χειμαρρώδης, μελαγχολικός και συναρπαστικός μονόλογος, όλο μαύρο χιούμορ, σαρκασμό, και ειλικρίνεια που κόβει με το ξυράφι.
Ανάμεσα σε άλλα, το βιβλίο, οργανωμένο σε κεφάλαια που μοιάζουν με καταχωρήσεις ημερολογίου (μαζί με «άσχετα» εμβόλιμα κείμενα, fanfiction, τυχαίες παρατηρήσεις και σκέψεις, σελίδες χωρίς στίξη κλπ.), αναδεικνύει τις αβεβαιότητες της σύγχρονης ζωής —αβεβαιότητες που νιώθεις ότι θα σε συντρίψουν—, την εργασιακή ανασφάλεια, τον ρατσισμό, που κολλάει πάντα παντού, και για όλα τα θέματα που απασχολούν τη γενιά των 90s. Το βλέμμα της Μέργεμ Ελ Μεγντάτι είναι ειλικρινές, κοφτερό, έξυπνο, αυθάδικο και διασκεδαστικό. Μιλά για τον εαυτό της, για την καταγωγή της, για τη θρησκεία, τη φυλή, τον τουρισμό, τον υπερ-τουρισμό, για τα παιδιά που δουλεύουν «σεζόν». Και όλα αυτά με χιούμορ και άνεση: ο «Σουπερόσαυρος» είναι μια αιχμηρή σάτιρα της νεότητας, της εργασίας και της καθημερινής ζωής. Και η Ελ Μεγντάτι μια συγγραφέας που έχει να δώσει πολλά ακόμη. Μια γυναικεία, φεμινιστική νέα φωνή που μιλά τη φωνή της γενιάς της.
Οι Εκδόσεις Carnívora κάνουν και εδώ αυτό που ξέρουν να κάνουν από την πρώτη μέρα πολύ-πολύ καλά.
- Διαβάστε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από το βιβλίο:
Τίποτε από όσα κάνω στη δουλειά μου δεν με παθιάζει και δεν με ενδιαφέρει. Το βέβαιο είναι ότι ελάχιστα πράγματα με παθιάζουν και με ενδιαφέρουν. Αραιά και πού μια αίσθηση γαλήνης μού σφίγγει το στήθος και περνάω το επόμενο δίωρο ήρεμη με τον εαυτό μου, αλλά αυτό συνήθως συμπίπτει, απ’ ό,τι έχω καταλάβει, με τις λίγες μέρες στις οποίες σφίγγω ένα XL σφολιατίνι με σοκολάτα στα κρυφά. Τριάντα τρία κυβάκια ζάχαρης, όλα για το body μου, που να σκάσει η horiszahari.org. Ο συνδυασμός της καφεΐνης και της ζάχαρης με κάνει να πηγαίνω τρένο όλη μέρα και όταν φτάνω σπίτι δεν θυμάμαι τίποτα απ’ όσα έκανα. Είναι ό,τι πιο κοντά στα ναρκωτικά έχω κάνει. Υποψιάζομαι ότι είμαι αρκετά καλή στη δουλειά μου, όχι επειδή μου αρέσει ή με κινητοποιεί, αλλά επειδή δεν θέλω να τη χάσω. Ως κόρη μεταναστών, την έννοια της αξιοκρατίας και της σκληρής δουλειάς την έχω στο DNA μου, κι ας είναι πλάνη η αξιοκρατία, κι ας ωφελεί η σκληρή δουλειά μόνο αυτόν που δεν έχει κουνήσει ούτε το μικρό του δαχτυλάκι στη ζωή του. Γιατί βγάζει πιο πολλά ο Business Assistance Manager από την ταμία ενός σουπερμάρκετ ή από έναν αποθηκάριο; Αν αύριο εξαφανίζονταν όλες οι ταμίες και όλοι οι αποθηκάριοι του κόσμου, θα το καταλαβαίναμε αμέσως. Αν εξαφανίζονταν όλοι οι Business Assistance Managers... όχι.
- Νά και λίγα στοιχεία που αντλήσαμε από το σάιτ τού εκδοτικού:
«Είσαι η πιο σπουδαγμένη γενιά της ιστορίας, η πιο κακοπληρωμένη γενιά της ιστορίας, η πιο καφεϊνοεξαρτημένη γενιά της ιστορίας, η πιο ανασφαλής, καταθλιπτική και κομπλεξαρισμένη γενιά της ιστορίας».
Μέργεμ είναι το όνομά της. Δύο συλλαβές όλες κι όλες. Μέρ-γεμ. Και ο «Σουπερόσαυρος» είναι η ιστορία της, αλλά και η ιστορία της γενιάς της: Όταν η Μέργεμ στα 25 της πιάσει την πρώτη της δουλειά ως πρακτικάρια σε μια από τις μεγαλύτερες αλυσίδες σουπερμάρκετ στα Κανάρια, θα βρεθεί αντιμέτωπη τόσο με το συστηματικό mobbing σε μια κακοπληρωμένη δουλειά –για να φτάσει στην οποία αναγκάζεται να κάνει μια ώρα απόσταση με το λεωφορείο κάθε μέρα–, όσο και με τον ρατσισμό από αφεντικό και συναδέλφους, για τη μαροκινή καταγωγή της.
Γεμάτη σαρκασμό, χιούμορ αλλά και οργή, η Μέργεμ Eλ Μεγντάτι δημιουργεί μια ιστορία που απεικονίζει τις καθημερινές δοκιμασίες όσων γεννήθηκαν τη δεκαετία του ’90, όπου όλα δίνουν την εντύπωση ότι στρέφονται εναντίον σου: η αποξένωση στην εργασία, ο ρατσισμός και η υποτέλεια στους τουρίστες των Καναρίων Νήσων, στους οποίους όπως η ίδια τονίζει «κανείς δεν φωνάζει να επιστρέψουν στις χώρες τους, επειδή είναι λευκοί».
Με νεανική, παιχνιδιάρικη γλώσσα και διάσπαρτες παραγράφους fanfic στην αφήγηση, η Μέργεμ φωτίζει όσα λέει, νιώθει και ζει η γενιά της, μέσα σε μια καθημερινότητα με πολύ καφέ και καταστροφικά ραντεβού στο Tinder. Έτσι ο δεινόσαυρος του «Σουπερόσαυρου», χωρίς να χάνει την πολύχρωμη πρόσοψη και το χαμογελαστό του πρόσωπο, εξερευνά δύο παράλληλες πραγματικότητες: αφενός την εργασιακή επισφάλεια, τη μοναξιά που απορρέει από το τίμημα που πρέπει να πληρώσεις για έναν μισθό και «την έλλειψη προοπτικών μιας γενιάς στα όρια της οικονομικής κρίσης» (La Provincia)· αφετέρου, την υπερβολική τουριστικοποίηση που αποξενώνει τους ντόπιους από τον τόπο τους.
Η Μέργεμ Ελ Μεγντάτι, που γεννήθηκε στο Μαρόκο το 1991, αλλά μόλις ενός μήνα βρέθηκε στα Κανάρια, αποτελεί μια από τις πλέον υποσχόμενες νέες φωνές στην ισπανόφωνη λογοτεχνία. Θεωρεί ότι η λογοτεχνία είναι ένα παιχνίδι, ένας πειραματισμός και ότι, στην προκειμένη περίπτωση, ο «Σουπερόσαυρος» είναι ένα έργο «99% μυθοπλασία», με μόνη σύμπτωση μεταξύ συγγραφέα και πρωταγωνίστριας το όνομα και την ηλικία!
- Και ένα μικρό βιογραφικό της συγγραφέως:
Η Μέργεμ Ελ Μεγντάτι Ελ Αλάμι γεννήθηκε το 1991 στο Ραμπάτ (Μαρόκο). Όταν ήταν ενός μηνός, βρέθηκε στο Πουέρτο Ρίκο των Καναρίων Νήσων (Γκραν Κανάρια, περιοχή Μογάν). Ο «Σουπερόσαυρος» είναι το πρώτο της βιβλίο. Δεν έχει δημοσιεύσει σε κανένα περιοδικό και σε κανέναν ιστότοπο, με εξαίρεση το http://fanfiction.net και την ανθολογία «El Gran Libro de Satán» («Το μεγάλο βιβλίο του Σατανά»), όπου συμμετείχε με το διήγημα «05.30 π.μ.». Επί του παρόντος ζει με ηρεμία στη Λας Πάλμας (Γκραν Κανάρια). Αυτό είναι και η μεγαλύτερή της επιδίωξη, η ηρεμία. Της αρέσει ο specialty καφές, να βγάζει σέλφι, το ανθρακούχο νερό, ο Καρίμ Μπενζεμά και ο Ζινεντίν Ζιντάν.
Βρείτε το στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς σας, ή όπου αλλού σάς αρέσει να προμηθεύεστε τα βιβλία σας.
* * *
Το Ημερολόγιο κυκλοφορεί τρεις φορές την εβδομάδα: κάθε Σάββατο, κάθε Κυριακή, και κάθε Τετάρτη. Στείλτε μας μέιλ αν θέλετε να μας πείτε ή να μας ρωτήσετε κάτι — οτιδήποτε. Σας ευχαριστούμε πολύ.
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Για τους πολλούς είναι ένα μπαρ, για κάποιους μια ιδέα
Τιμή και δόξα στον άνθρωπο που πέρασε τη Θεσσαλονίκη στην επόμενη φάση της
Εναλλακτικός τίτλος: Έχω ένα πρόβλημα για κάθε σας λύση
Από το Big Ben στο Λονδίνο μέχρι τον αστρονομικό πύργο της Πράγας, αυτά τα ρολόγια δεν δείχνουν απλώς την ώρα, είναι τοπόσημα
«Οι αργόσχολοι μαζεύτηκαν και κοίταζαν τα αυγά, με κέλυφος βέβαια, να ρίχνονται στο σκάμμα»
Ένα μήνυμα προστασίας για τη νανόχηνα και τα μεταναστευτικά πουλιά
Ποια σενάρια διακινούνται για την τύχη του
«Ξυπνάτε από τα μνήματα αδικοσκοτωμένοι / Να δήτε την πατρίδαν σας απελευθερωμένη. / Ξυπνάτε από τα μνήματα, δεν είσθε πια ραγιάδες / Ξυπνάτε κι ήρθ’ η λευθεριά, έφυγαν οι αγάδες»
Ο ναός του Αγίου Δημητρίου είναι σαν χρονοκαψούλα, μέσα του συνυπάρχουν, αλληλεπιδρούν και νοηματοδοτούν η μια την άλλη οι μεγάλες ιστορικές στιγμές που σημάδεψαν τη Θεσσαλονίκη
Αισιόδοξο το παρόν, λαμπερό το μέλλον. Στοίχημα;
Τι χρωστάει η Θεσσαλονίκη στη δόκιμη καλόγρια Λουίζα Σανκιόνι;
Φρέσκα πράγματα, καινούργια στέκια, ωραίες φάσεις
Επόμενη στάση: μητροπολιτικό πάρκο
Ιστορίες από τον αφρό των ημερών
Οι φυλές που τις προτιμούν, τα έργα που ετοιμάζονται
Και το χρωστάει στους επισκέπτες της
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.