Πολεις

ΘεSOULονίκη!

Η ψυχή της Θεσσαλονίκης είναι οι ιστορίες των ανθρώπων της. Και το αντίστροφο.

59266-137646.jpg
Soul Team
ΤΕΥΧΟΣ 326
26’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
otinanai productions
otinanai productions

Η ψυχή της Θεσσαλονίκης είναι οι ιστορίες των ανθρώπων της. Και το αντίστροφο. Ζητήσαμε από 30 πρωταγωνιστές του θεσσαλονικιώτικου urban living να μας διηγηθούν μια δική τους ιστορία.

image 01 otinanai productions  Ανεξάρτητοι κινηματογραφιστές

Φωτογραφία: Γιώργος Παπαδόπουλος

Γύρισαν την ταινία «Σούπερ Δημήτριος», με πρωταγωνιστή τον ομώνυμο υπερήρωα, ο οποίος φυλάει τη Θεσσαλονίκη όπως ο Μπάτμαν τη Νέα Υόρκη. Αυτοί είναι η ιστορία των πιο indie θεόμουρλων κινηματογραφιστών της πόλης.

«Οι περισσότεροι από εμάς δεν καταγόμαστε από Θεσσαλονίκη, αλλά συναντηθήκαμε εδώ ως φοιτητές. Η συγκεκριμένη πόλη ήταν το σκηνικό μέσα στο οποίο εμείς συνδεθήκαμε ως φίλοι, γνωριστήκαμε με τρίτους, κάναμε μια ζωή που μας άρεσε. Σαφέστατα εμπνέει το “οτινάναι”, μιας και μαζεύει ό,τι να ’ναι άτομα, αλλά είναι και μια πόλη ανθρώπινη που επιτρέπει σε αυτά τα άτομα να συναντηθούν και να σχετιστούν μεταξύ τους. Το 1999 κυκλοφόρησε η ταινία “The Βlair Witch Project”. Πήγαμε να τη δούμε όλοι μαζί στο σινεμά. Το τελικό συμπέρασμα ήταν πως, αν το έκαναν αυτοί, σίγουρα μπορούμε κι εμείς. Όντως, μπορούσαμε, και μάλιστα το κάναμε και πολύ χειρότερα! Η otinanai productions είναι μέλος και της ομάδας Chainfree (chainfreecinema.blogspot.com). Πρόκειται για ένα δίκτυο ανεξάρτητων κινηματογραφιστών, με σκοπό την αλληλοβοήθεια των ομάδων και την πραγματοποίηση κοινών events. Τα φεστιβάλ αυτά γενικά είναι μια καλή ευκαιρία για όσους δημιουργούν ταινίες, τόσο για να δείξουν τα έργα τους στο κοινό όσο και να γνωριστούν μεταξύ τους, ώστε να προκύψουν και καλές συνεργασίες. Το ηθικό δίδαγμα είναι απλό: Όσο χύμα και να είστε, να θυμάστε πως δεν είστε οι μόνοι, κι αυτό είναι καλό».

image 02 Γιάννης Μπουτάρης Δήμαρχος

Φωτογραφία: Γιώργος Παπαδόπουλος

Τα κατάφερε! Αλλά τώρα δουλειά! Ορίστε μερικά από τα πρώτα μέτρα για να γίνει η Θεσσαλονίκη «άλλη πόλη», όνομα και πράμα.

«Επειδή και ο άγιος φοβέρα θέλει, θα περάσουμε ένα διάστημα με νουθεσίες και παροτρύνσεις, όμως αμέσως μετά θα έχουμε αυστηρή εφαρμογή του νόμου. Το διπλοπαρκάρισμα και τα παράνομα τραπεζοκαθίσματα θα εκλείψουν άμεσα. Θα είναι μια καλή ευκαιρία να εξορθολογιστούν οι τιμές και τα ενοίκια. Να σπάσει αυτή η χρηματική φούσκα. Έχεις 50 τραπεζοκαθίσματα, από τα οποία τα 20 είναι παράνομα, και χρεώνεις 4-5 ευρώ τον καφέ, τη στιγμή που στο Μιλάνο κοστίζει 1,5. Αυτό πρέπει να σταματήσει. Έχουμε σχέδια για τα Λαδάδικα, τη Βαλαωρίτου και για διάφορες περιοχές. Δεν δηλώνουμε ότι θα ανακαλύψουμε τον τροχό. Αυτά που προτείνουμε έχουν γίνει σε όλο τον κόσμο. Θα παραδειγματιστούμε από πόλεις που άλλαξαν τη ζωή τους. Ένα βασικό μας πρόβλημα είναι η γκετοποίηση. Στη Θεσσαλονίκη υπάρχουν περιοχές όπου ζουν μετανάστες. Δεν υπάρχει λόγος να αλλάξουν αυτές οι περιοχές. Μπορεί όμως ο δήμος να τις απογκετοποιήσει με τη συμπεριφορά του. Να παρέχει στο μετανάστη την καθαριότητα που διαθέτει και η διπλανή γειτονιά, να μην έχει σπασμένες λάμπες, να καλλιεργηθεί μεταξύ των πολιτών αίσθημα ισοτιμίας. Να υπάρχουν και τρία αλβανικά ή τρία ρωσικά περιοδικά στη συνοικιακή βιβλιοθήκη, για να μπορούν τα παιδιά να διαβάσουν στη μητρική τους γλώσσα. Ώστε, κατ’ επέκταση, να νιώσουν πως μένουν στην πόλη τους. Όχι ότι είναι ανεπιθύμητοι επισκέπτες».

image 03 Γιάννης Κωνσταντίνου Πρόεδρος της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης

Φωτογραφία: Κώστας Αμοιρίδης

Έβαλε στόχο να τοποθετήσει τη Διεθνή Έκθεση της Θεσσαλονίκης στο χάρτη με τις μεγαλύτερες εμπορικές συνάξεις.

«Ζηλεύω τις EXPO, τις μεγάλες παγκόσμιες εκθέσεις που διοργανώνει κάθε πέντε χρόνια σε διαφορετική πόλη το Γραφείο Διεθνών Εκθέσεων (ΒΙΕ). Η διαδικασία ανάθεσης, η διοργάνωση και η έκτασή τους είναι ανάλογες μιας Ολυμπιάδας. Είχα την τύχη να βρεθώ φέτος στην EXPO της Σαγκάης, που ήταν αφιερωμένη στη ζωή στην πόλη. Εντυπωσιάστηκα από την επισκεψιμότητα και τη δίψα του κοινού να γνωρίσει τον πολιτισμό του άλλου. Πιο πολύ όμως εντυπωσιάστηκα από το συναγωνισμό και τη συμπληρωματικότητα των κρατικών συμμετοχών. Με κοινό παρονομαστή τη νέα τεχνολογία, την πράσινη ευαισθησία και τη συνείδηση ότι αγορά και πολιτισμός είναι ένα ενιαίο εθνικό προϊόν δημιουργήθηκε μία απίστευτα πολύχρωμη και αισιόδοξη επιτομή της παγκόσμιας επικράτειας. Από την άλλη, πάλι, πρότυπο και έκπληξη είναι για μένα η αμερικάνικη έκθεση LEGALTECH για τις τεχνολογίες διαχείρισης και ανάπτυξης δικηγορικών γραφείων και μονάδων παροχής νομικών υπηρεσιών, που γίνεται κάθε χρόνο τον Ιανουάριο στη Νέα Υόρκη. Αφού και οι δικηγόροι έχουμε την έκθεσή μας, τότε δεν μένει κανείς εκτός εκθεσιακής αγοράς. Πόσο μάλλον που ολόκληρη η έκθεση εμφανίζεται ολοζώντανη στον υπολογιστή μας στη virtual εκδοχή της περί τον Ιούλιο.   

Η ΔΕΘ οφείλει, λοιπόν, να χαράξει με τις μελέτες που προκήρυξε τον “οδικό χάρτη” για τη μετεγκατάσταση του εκθεσιακού κέντρου στα δυτικά, έτσι ώστε –επιτέλους– να μάθουμε τι θα απαιτηθεί σε χρήμα, χρόνο και υποδομές για το όλο εγχείρημα. Παράλληλα, οφείλει να ανοίξει το δημόσιο διάλογο για την ανάπλαση του ακινήτου στο κέντρο της πόλης, έτσι ώστε να εκπληρωθεί η ισχυρή οικολογική προσδοκία των πολιτών της Θεσσαλονίκης. Στο μεταξύ, όμως, δεν πρέπει να μένει με σταυρωμένα χέρια. Ο πλούτος της μεγάλης δημόσιας υποδομής, που διαθέτουν και διαχειρίζονται οι εθνικοί εκθεσιακοί φορείς ΔΕΘ και HELEXPO, οφείλει να αποτελέσει μοχλό οικονομικής ανάπτυξης. Και όχι μόνο: οι ανεκμετάλλευτοι εκθεσιακοί χώροι, τα μόνιμα περίπτερα φορέων του δημόσιου τομέα, οι ευρύχωρες ελεύθερες εκτάσεις, τα συνεδριακά κέντρα, η ραδιοφωνική συχνότητα, τα κτίρια-σύμβολα της πόλης, όπως ο πύργος του ΟΤΕ και το Παλαί ντε Σπορ, το Ινστιτούτο Εκθεσιακών Ερευνών, τα αρχεία, η φιλοξενία του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης είναι αφορμές πειραματισμού για τις χρήσεις του αύριο και την επιλογή των επιχειρηματικών δράσεων που θα εξασφαλίσουν την οικονομική βιωσιμότητα και την αειφορία της πιο μεγαλόπνοης αστικής παρέμβασης στον ελληνικό χώρο.

Μαζί μ’ αυτά υπάρχει και η εθνική σκηνή της Αθήνας, αλλά και η “περιοδεία” στην περιφέρεια. Για τη ΔΕΘ ως εθνικό εκθεσιακό φορέα υπάρχει ρόλος τόσο για τον εξορθολογισμό της εκθεσιακής αγοράς όσο και για τη στήριξη των κατά τόπους περιφερειακών γεγονότων. Από την άλλη, το πρώτο βήμα στην παγκόσμια σκηνή πρέπει προς το παρόν να είναι στέρεο και μετρημένο. Εφικτός στόχος είναι με τις κατάλληλες συνεργασίες να συνδράμουμε τις εθνικές –κρατικές και ιδιωτικές– συμμετοχές σε διεθνείς εκθέσεις του εξωτερικού χρησιμοποιώντας τη διάχυτη νοημοσύνη ως αιχμή της εκθεσιακής τεχνολογίας. Η επιτυχία τέτοιων πειραματισμών είναι η βάση για μια διεθνή επιχειρηματική δράση».   

image 04 Γιάννης Νάστας Μουσικός

Φωτογραφία: Νίκος Καρδαράς

Η ψυχή των Xaxakes περιγράφει την παρούσα πνευματική αλλά και δημιουργική του κατάσταση.

«Υπήρχαν εποχές που το ροκ εν ρολ έδινε νόημα στη ζωή μας ιδεολογικά. Σήμερα πρέπει να είμαστε πιο διακριτικοί. Κανείς δεν μπορεί να αξιώνει την επανάσταση. Υπάρχουν πανέμορφες μελωδίες, αλλά καμιά ιδεολογία. Οι καλλιτέχνες είναι μαριονέτες και μπαλαρίνες σε ονειρικό παραμύθι. Τον ερωτισμό στη μουσική τον βρίσκω πιο καίριο, μπορώ να τον υπερασπιστώ. Ταυτίζομαι με μια ωραία κυρία. Με την προσπάθεια να την προστατέψεις, να διορθώσεις τις ατέλειές σου για χάρη της. Είναι πιο υγιεινό να συνθέτω υπό αυτή την οπτική. Αυτή είναι η ιδεολογία μου τώρα. Τα Μέσα με έχουν βάλει σε ένα στερεότυπο με το ωραίο κρασί και το γαλλικό μπαρ. Μου αρέσει αυτό, δεν το σνομπάρω, αλλά δεν είναι μόνο αυτή η ιδιοσυγκρασία μου».

image 05 Γιάννης Ρήγας Σκηνοθέτης

Φωτογραφία: Γιώργος Παπαδόπουλος

Από το Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν έως το ΚΘΒΕ, αυτή είναι η ιστορία του σκηνοθέτη που άφησε την Αθήνα για να εγκατασταθεί μόνιμα στη Θεσσαλονίκη.

«Σπούδασα στο Θέατρο Τέχνης δίπλα στον Κάρολο Κουν, ο οποίος, όταν ήμουν τριτοετής, με έβαλε να διδάξω αυτοσχεδιασμό. Ήμουν τόσο μουδιασμένος σε εκείνο το πρώτο μάθημα, που δεν κατάφερα να αρθρώσω λέξη! Μόνο κοιτούσα τους επίσης έκπληκτους πρωτοετείς πίσω από ένα ζευγάρι μαύρα γυαλιά και κάποια στιγμή τους είπα: “Τελειώσαμε”!  Έτσι, βιαίως, ξεκίνησα τη διδασκαλία. Και μου αρέσει να διδάσκω όσο τίποτε. Μετά το θάνατο του Κουν έφυγα από το Τέχνης και, αφού για λίγο καιρό αντιστάθηκα στο ελεύθερο θέατρο, έφτιαξα μαζί με τον Βασίλη Παπαβασιλείου την «Εποχή». Αμέσως μετά άνοιξα την «Εστία», το πρώτο θεατρικό εργαστήρι στην Ελλάδα, όπου επί χρόνια συνέβαιναν θαυμάσια πράγματα. Το 1995, ένα ωραίο πρωί, έκλεισα την πολύ κερδοφόρα «Εστία», γιατί μου προέκυψε η Θεσσαλονίκη… Κι έφυγα πολύ απλά και φυσικά. Εκείνη τη χρονιά ανέλαβα τη Δραματική Σχολή του ΚΘΒΕ, εφαρμόζοντας καινούργια συστήματα διδασκαλίας. Κάτι πρέπει να έκανα καλά, γιατί τρεις καλλιτεχνικοί διευθυντές μού έδωσαν carte blanche και με τίμησαν με την εμπιστοσύνη τους. Χρόνια τώρα ζω τη Θεσσαλονίκη και θα έλεγα ότι καλλιτεχνικά δεν υπάρχει σωτηρία, αλλά δεν το λέω… Κάθε πρωί που ξυπνάω ονειρεύομαι καλλιτέχνες που παράγουν έργο και θεατές που ενδιαφέρονται γι’ αυτό. Είμαι αποφασισμένος να προσπαθήσω, ώστε να συμβούν όλα αυτά που ονειρεύομαι».

image 06 Τζένη Καΐπη Αθλήτρια μπόουλινγκ

Φωτογραφία: Γιώργος Παπαδόπουλος

Μια στράικερ από τη Θεσσαλονίκη δεν αγωνίζεται με τον ΠΑΟΚ, τον Άρη ή τον Ηρακλή, αλλά με τους Μπιγκ Λεμπόφσκι.

«Δεν δώσαμε μάχη για να κατοχυρώσουμε το όνομα. Είμαστε κινηματογραφόφιλοι και θέλαμε κάτι πρωτότυπο, και όχι τα κλασικά “Strike” ή “Split”. Θα ήθελα πάρα πολύ να παίζω σαν τον Τζέφρι Λεμπόφσκι ή τον Χεσούς Κουιντάνα, αλλά έχω δρόμο ακόμα. Το να κάνεις στράικ είναι σαν τη σκοποβολή. Νιώθω απίστευτη ικανοποίηση όταν βλέπω ότι είχα σωστό σημάδι. Δυστυχώς, δεν μπορώ να παινευτώ ακόμα για “τριπλώματα” και “τετραπλώματα”, δηλαδή για τρία και τέσσερα στράικ στη σειρά, όπως πολλοί συμπαίκτες μου στους αγώνες που τους βλέπω και ζηλεύω. Μπορεί να κάνω τρία και τέσσερα σε ένα παιχνίδι, αλλά όχι μαζεμένα... Αυτό που είναι σημαντικό, είναι να νιώθεις άνετα για να μπορείς να τεντώσεις και χέρι και πόδι, χωρίς να σκέφτεσαι “ωχ, τι θα σκιστεί τώρα, τι θα αποκαλυφθεί”, και άλλα τέτοια. Δε νομίζω ότι συνιστάται το μπόουλινγκ για αδυνάτισμα, ίσα-ίσα που οι καλύτερες παίκτριες τα έχουν τα παραπανίσια κιλάκια τους...»

image 07 Γιάννης Αγγελάκας Μουσικός

Φωτογραφία: Πέτρος Νικόλτσιος

Από τις Τρύπες έως τη δισκογραφική All Together Now, ο Γιάννης Αγγελάκας, εκτός από τη μουσική, γούσταρε την έντιμη ζωή πάνω από όλα.

«Σκέφτηκα για πρώτη φορά να γίνω μουσικός στα 14 ή 15. Τότε που άρχισα να παίζω κιθάρα. Στη Νεάπολη, λίγο μετά τη μεταπολίτευση. Η Νεάπολη τότε ήταν συνοικία μουσικών. Υπήρχαν οι Μωβ, οι Γκρόβερ… Ήταν μια φτωχογειτονιά με πολλή ενέργεια. Καμία σχέση με σήμερα. Τώρα περνάω και δεν κοιτάω. Ήταν πολύ ωραία. Και είχε και φοβερά παιδιά, ωραίες παρέες. Πολλές από αυτές, δυστυχώς, τις έχω χάσει τώρα. Κάναμε πρόβες σε υπόγεια, σε περιστερώνες, όπου βρίσκαμε. Παίζαμε και με άλλες μπάντες, πριν τις Τρύπες. Και εγώ, και ο Χρήστος ο Καρράς, και ο Μπάμπης Παπαδόπουλος, ο οποίος ήρθε μαζί μας λίγο αργότερα. Το πρώτο live Τρύπες έγινε στα πανεπιστήμια. Το ’81 ή το ’82. Ήμασταν ταρακουνημένοι έτσι κι αλλιώς, οπότε στο μυαλό μας υπήρχε η πιθανότητα να ταρακουνήσουμε και κάποιους άλλους. Αναλογίσου όμως ότι ξεκινήσαμε το ’85 και το μεγάλο μπαμ έγινε το ’94. Προϋποθέτει μεγάλη πίστη στον εαυτό σου κάτι τέτοιο. Είχαμε αναπτύξει κάποια μικρά, φανατικά ακροατήρια, τα οποία στην ουσία μας κρατούσαν ζωντανούς. Στην πόλη εκείνη την περίοδο υπήρχε μια αίσθηση κοινότητας αλλά και αντιπαλότητες, εχθρικά στρατόπεδα. Ήταν μια εποχή φορτισμένη και, προπάντων, φορτισμένη ήταν η πόλη. Οι δρόμοι φλέγονταν, ήταν γεμάτοι κόσμο. Υπήρχαν καβγάδες, γλέντια, από όλα. Πιστεύω ότι εκείνη η περίοδος της Θεσσαλονίκης μου έδωσε μια φόρα που τη διατηρώ ακόμα. Υπέροχοι καιροί. Ως τα μέσα του ’90 δεν μου περνούσε καν από το μυαλό το ενδεχόμενο να ζω από τη μουσική. Έκανα διάφορα επαγγέλματα. Ντι τζέι, αγρότης, εργάτης, σερβιτόρος, οτιδήποτε. Ακόμα και σήμερα δεν θέλω ποτέ να δω τη μουσική σαν βιοπορισμό, άσχετα αν ζω χάρη σε αυτή. Θέλω να ζω από τη χαρά της. Ειδάλλως θα προτιμούσα να την παρατήσω. Η μουσική είναι η θρησκεία μου. Της προσφέρω εαυτόν και όπου με οδηγήσει. Και μόνο που με βοηθά να στέκομαι στα πόδια μου, με γεμίζει ευγνωμοσύνη. Όλη μας η ζωή είναι αυτό. Να ταξιδεύουμε για να παίζουμε, να ηχογραφούμε, να πηγαίνουμε στην Κρήτη για να ξαναηχογραφήσουμε, και πάει λέγοντας. Ο κόσμος όπως τον ξέραμε καταρρέει. Κατά τη γνώμη μου, είναι μια ενδιαφέρουσα, πολύ έντονη εποχή. Ίσως εντέλει επαναπροσδιοριστούν κάποιες σχέσεις, ίσως διερωτηθούμε για τις αρχές μας, για το πού φτάσαμε ο καθένας. Όταν ζορίζονται οι άνθρωποι, πλησιάζουν ο ένας τον άλλο. Ελπίζω σε ένα ουσιαστικότερο πάρε δώσε».

image 08 Αντώνης Κανάκης Ραδιοφωνικός & τηλεοπτικός παραγωγός

Φωτογραφία: Κώστας Αμοιρίδης

Γιατί η ψυχή του Ράδιο Αρβύλα και του Imagine 89.7 δεν εγκαταλείπει την πόλη, παρόλα τα κελεύσματα των Σειρήνων;

«Χρειάστηκε πάρα πολύς κόπος για να κάνω πράγματα στη Θεσσαλονίκη, καθώς δεν υπήρχε υποδομή, ούτε σε ανθρώπινο ούτε σε τεχνικό επίπεδο. Δημιούργησα, λοιπόν, ένα δικό μου κόσμο, με ανθρώπους, μηχανήματα, χώρους, ομάδες, και φτιάχνουμε αυτά που φτιάχνουμε. Είναι πολύ απλός ο λόγος που δεν έφυγα από τη Θεσσαλονίκη: δεν κατάλαβα γιατί θα έπρεπε να φύγω για να κάνω όσα ήθελα να κάνω. Όταν άρχισα να είμαι πιο συνειδητοποιημένος ως προς τους λόγους που έμενα στη Θεσσαλονίκη, κατάλαβα ότι με τη δουλειά που κάνω δεν θα μπορούσα να ζήσω εύκολα στην Αθήνα. Δεν θα μπορούσα να συμμετέχω πολύ εύκολα σε όλο αυτό… Τώρα βέβαια πάω Αθήνα συχνά, έχω φίλους, διασκεδάζω, περνάω πάρα πολύ καλά, κοπροσκυλιάζω, κάνω κλάμπινγκ… Η Αθήνα είναι αλλαγή παραστάσεων, όπως άλλωστε είναι και η Θεσσαλονίκη για τους Αθηναίους. Ωστόσο, κάποια στιγμή πρέπει να φύγω. Θα ήταν πολύ διαφορετικά τα πράγματα αν έμενα εκεί. Σήμερα, όταν κυκλοφορώ στην Αθήνα, μπαίνω σε διαδικασία σκέψης: αν είναι κάποιος φωτογράφος κρυμμένος, αν με κοιτάνε, έρχονται και με ειδοποιούν πως έξω βρίσκονται τα συνεργεία… Ε, δεν θα μπορούσα να ζήσω όλη μου τη ζωή μέσα σε αυτό το πλαίσιο».

image 09 Jena Theo Fashion designers

Ο Δημήτρης Θεοχαρίδης, το ήμισυ δηλαδή του σχεδιαστικού ντουέτο Jena Theo, έφυγε από τη Θεσσαλονίκη για να κατακτήσει το Λονδίνο.

«Πρώτη φορά έφυγα το 2002, όταν με δέχτηκαν στο London College Of Fashion. Έμεινα στο Λονδίνο τέσσερα χρόνια για τις σπουδές. Γύρισα στη Θεσσαλονίκη, όντας λίγο κουρασμένος, αλλά, περισσότερο, θέλοντας να εξαντλήσω κάθε ευκαιρία που θα μπορούσα να έχω στην πόλη. Μέχρι που κατάλαβα πως, αν ήθελα να ασχοληθώ σοβαρά με τη δημιουργία, έπρεπε να γυρίσω στο Λονδίνο. Με την Jena γνωριστήκαμε στα λεγόμενα cigarette breaks της σχολής, καθώς ήμασταν από τους λίγους που κάπνιζαν μανιακά στα διαλείμματα. Κάναμε παρέα κυρίως γιατί ταιριάζαμε σαν άνθρωποι, αφού το ύφος και η αισθητική μας ήταν αρκετά διαφορετικά. Ωστόσο, το σχέδιό της είχε μια δυναμική και μια σιγουριά που πάντα με ενθουσίαζε. Το Fashion Fringe είναι η πρώτη μας συνεργασία. Αρχίσαμε να δουλεύουμε το Φεβρουάριο τα σχέδια που παρουσιάσαμε τον Μάιο, όποτε και μάθαμε πως είμαστε στους τέσσερις φιναλίστ. Μας εμπνέει η ιστορία, οι παραδόσεις, η Ελλάδα (όσο ρομαντικό κι αν ακούγεται), το Λονδίνο ως κατοικία (όλο αυτό το πολιτισμικό παζλ που το χαρακτηρίζει), η λεπτομέρεια των πραγμάτων και η διαφορετικότητα σε όλους τους τομείς».

image 10 Διογένης Δασκάλου Stand up comedian

Φωτογραφία: Κώστας Αμοιρίδης

Ο leader των Monie & Monie Conniente, των οποίων η παράσταση «Ξυπόλητος δήμαρχος» σάρωσε όλον τον Νοέμβρη, σαρώνει τη ζωή του και τη Θεσσαλονίκη του.

«Έφυγα από τις Σέρρες γιατί ήθελα να πάω στη Σαλονίκη. Στη θάλασσα. Ο Σαλονικιός θέλει να πάει στην Αθήνα, ο Αθηναίος στη Νέα Υόρκη. Εκείνον τον Νεοϋορκέζο τον έρμο λυπάμαι, γιατί δεν έχει πού να πάει. Εκτός κι αν πάρει απόφαση και βρεθεί στα Σέρρας. Ένας κύκλος είναι η ζωή και ένα πεντοζάλι, έλα να την ανάψουμε να κάνουμε κεφάλι. Στη Θεσσαλονίκη ήρθα για να γλιτώσω το λύκειο, το πανεπιστήμιο και το κυνήγι του χαμένου θησαυρού. Μπήκα στο Κρατικό Ωδείο, στο “Pararlama”, στη “Σελήνη”, στο (+ και -) του Σάκη Παπαδημητρίου, στον εξώστη του Φεστιβάλ Κινηματογράφου κι ύστερα από όλα αυτά τα πάντα κορδοκύλησαν γλυκά κι ωραία, περήφανα και ζωντανά. “Romance” και μπίρες. Όταν περπατώ στην πόλη βλέπω φαντάσματα. Ελάχιστους που τα κατάφεραν με τον τρόπο τους. Ευτυχώς πολλά φρέσκα φοιτητικά μουτράκια, πολτό από αφίσες, μουχλιόφατσες πολιτικών, απειλητικές εκκλησίες και βρετανόβλαχους σελέμπριτις. ΠΑΟΚ, ΑΡΗ, ΗΡΑΚΛΗ, της γριάς μας το μαλλί και την Εύα Καϊλή».

 

image 11 Σπύρος Πέγκας Έμπορος, δημοτικός σύμβουλος

Φωτογραφία: Κώστας Αμοιρίδης

Ο υπεύθυνος Πολιτισμού της Πρωτοβουλίας για τη Θεσσαλονίκη θυμάται τις μέρες που γεννήθηκε η ανατροπή.

«Η Πρωτοβουλία ήταν μια τρελή, ρομαντική παρέα. Ένα “ρεμπέτ ασκέρι”, μας χαρακτήρισε πρόσφατα ο Γιάννης Μπουτάρης. Δεν ξέρω τι σημαίνει αυτό. Φαντάζομαι κάτι μποέμικο, ονειροπαρμένο και τολμηρό υπονοεί ο άνθρωπος που μας μάζεψε και μας εμβολίασε με τα όνειρά του για μια διαφορετική Θεσσαλονίκη. Έχω σπουδάσει Πολιτικές Επιστήμες και Διεθνείς Σχέσεις. Όταν επέστρεψα στην Ελλάδα, όλοι μιλούσαν την πολιτική επιστήμη του καφενείου. Οι περισσότεροι ήξεραν καλύτερα από μένα. Έτσι αποφάσισα να κλειδώσω τις σπουδές μου στο πατάρι του μυαλού μου και να αρχίσω την προσωπική απολιτική μου πορεία. Κι έγινα κι εγώ ένας από τους κλασικούς γκρινιάρηδες που μαζεύονται στις παρυφές της πολιτικής. Διαμαρτυρόμουν για την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής στη Θεσσαλονίκη –και άνοιξα δουλειές στην Αθήνα, όπως τόσοι συντοπίτες φίλοι μου–, για το κυκλοφοριακό, τη βρόμικη πόλη, την έλλειψη ανάπτυξης και το κλείσιμο των οριζόντων μιας Θεσσαλονίκης υπόγεια ζωντανής και δημιουργικής. Μέχρι που ήμουν έτοιμος να την εγκαταλείψω ξανά... Και τότε, μια μέρα, λίγο πριν φύγω, με πήρε τηλέφωνο ο Στέφανος: “Έχουν μαζευτεί κάτι μουρλοί εκεί στο λιμάνι και λένε ότι θα αλλάξουν την πόλη”. Μου έκαναν εντύπωση οι απόψεις των ανθρώπων που βρίσκονταν εκεί. Μιλούσαν μια άλλη γλώσσα, καθαρή και ελπιδοφόρα, για μια πόλη που μπορούσε με διάθεση, ιδέες και δράση να γίνει ξανά ανθρώπινη, βιώσιμη, όμορφη. Κατέβασα από το πατάρι τις πολιτικές μου επιστήμες και αποφάσισα ότι δεν μπορεί μόνο να γκρινιάζω, οφείλω και να προσπαθώ. Δεν μετάνιωσα στιγμή για αυτήν μου την απόφαση. Στην Πρωτοβουλία 2006 γνώρισα ανθρώπους δημιουργικούς, ευφυείς, ευγενικούς, “όμορφους”. Ανθρώπους άλλων ιδεολογικών κατευθύνσεων, με διαφορετικό παρελθόν και αλλότριες για εμένα εμπειρίες. Και όλοι εμείς γίναμε φίλοι, μια καλή παρέα, που στις τελευταίες εκλογές έφερε τα πάνω κάτω και από την 1η Ιανουαρίου θα προσπαθήσει να εφαρμόσει τα σχέδιά της για τη Θεσσαλονίκη στην πράξη».

image 12 Δημήτρης Μπασλάμ Παραμυθάς

Φωτογραφία: Γιώργος Παπαδόπουλος

Ο μέγας μουσικός και παραμυθάς της Θεσσαλονίκης ξεφυλλίζει στα γρήγορα τρία πρόσφατα έργα του...

 «“Η θυμωμένη Μπετονιέρα” έχει να κάνει με τον ελεύθερο χρόνο. Όλοι γινόμαστε κάπως με τη δουλειά μας. Γι’ αυτό ο ήρωας της “Μπετονιέρας” είναι το μυστρί. Είναι άνθρωποι που έχουν “ενσωματωθεί” στη δουλειά που κάνουν, έχοντας πάρει μέχρι και το όνομα. Όλα έχουν χτιστεί κι η Μπετονιέρα τα παίρνει στο κρανίο γιατί όλα διακόπτονται, άρα ανεργία. Όλοι παθαίνουν μια φρίκη, “τι θα κάνουμε, θα καθόμαστε, δεν θα δουλεύουμε”… Και, τελικά, άπαντες αντιλαμβάνονται τον ελεύθερο χρόνο, τη σκέψη που προκύπτει μέσα απ’ όλα αυτά. Το “Μπαλόνι” είναι μια μικρή ιστορία που αφορά, αν όχι το θάνατο ως θάνατο, την πτώση. Πρόκειται για ένα μπαλόνι που το αφήνει από τα χέρια του ένα μικρό κοριτσάκι και στην πορεία, μέχρι να ανέβει, βρίσκει διάφορα, φτάνει μέχρι τους δορυφόρους. Μετά αρχίζει και πέφτει… “Τα παπούτσια του βαρύτονου” έχουν ήρωα έναν καταξιωμένο βαρύτονο. Του προτείνουν να ερμηνεύσει το έργο της ζωής του, αυτό που γουστάρει πιο πολύ, κι αυτό τον αγχώνει απίστευτα. Στις πρόβες κάνει πάντα ένα συγκεκριμένο λάθος, πράγμα που τον τρελαίνει. Κάθε φορά που τρελαίνεται, μεγαλώνουν τα πόδια του. Ενώ αρχικά τα λουστρίνια του είναι Νο44, από το άγχος του φτάνει τελικά να φοράει Νο55-56. Βγαίνει στη σκηνή να τραγουδήσει, κάνει το λάθος, δεν το παίρνει κανείς χαμπάρι γιατί όλοι τον θεωρούν σπουδαίο τραγουδιστή, αυτός όμως τρελαίνεται, πρήζονται τα πόδια του, ξαναβγαίνει στη σκηνή, αλλά πλέον κανείς δεν τον ακούει διότι όλοι πλέον κοιτούν τα πόδια του».

image 13 Γιώργος Μαυρίδης Tattoo artist

Φωτογραφία: Γιώργος Παπαδόπουλος

Ο αρχηγός των Tattooligans, του πιο δραστήριου tattoo crew του βορρά, «χτυπάει» την ιστορία τους.

«Στην αρχή τα πράγματα ήταν δύσκολα, ξεκινήσαμε με δάνεια. Έκανα restart στην τεχνική μου και τήρησα τη συμβουλή ενός φίλου: Μίλα λίγο και κάνε πολλά. Όταν είσαι μικρός, νομίζεις ότι τα ξέρεις όλα. Οι Tattooligans είναι μια δεμένη ομάδα. Θεωρούμε ότι το tattoo είναι πολύ καλύτερη αισθητική από ένα κάμπριο με μια ξανθιά κι έναν χοντρό με πούρο. Η μέρα μας ξεκινάει με καφέ τσεκάροντας τα mail μας, χαϊδεύοντας και βολτάροντας τη Molotov – αγαπημένο μου σκύλο. Θα δουλέψουμε μεθοδικά και στο τέλος, αν δεν βγούμε έξω, θα διαβάσουμε κάποιο βιβλίο ή κάποιο περιοδικό για να πάρουμε ιδέες. Εδώ τα παιδιά που θα έρθουν σου ανοίγονται περισσότερο και από τον ψυχολόγο. Έτσι κάνουμε φίλους. Δεν μπορούμε να τους θυμηθούμε όλους, βέβαια. Μπορεί να με χαιρετήσει κάποιος στο δρόμο και αρχικά να μην τον καταλάβω, αλλά αν αναγνωρίσω το τατουάζ, ύστερα έρχονται όλα αυτόματα. “Τι έγινε, ρε μαλάκα, είσαι ακόμα Καβάλα, τελείωσες με τις σπουδές, με την γκόμενα χώρισες;”» www.tattooligans.com

image 14 Άννα Γερμανού Σχεδιάστρια αξεσουάρ

Ένα κορίτσι που φτιάχνει αξεσουάρ από δίσκους βινυλίου και τσάντες, χρησιμοποιώντας για πρώτη ύλη τις σελίδες του SOUL και της ΑΤΗΕΝS VOICE.

«Η επεξεργασία του βινυλίου είναι παρόμοια με αυτή των μετάλλων: κόβω, τρίβω, λιώνω, γυαλίζω, έτοιμο! Έχω “σκοτώσει” Βίσση, Καρβέλα χωρίς καθόλου ενοχές και Milli Vanilli με κάποιους ενδοιασμούς. Δεν θα χαλούσα ποτέ κάτι αξιόλογο. Τώρα στο σπίτι έχω ένα δίσκο του ΛεΠα! Έχω μετατρέψει στο σπίτι ένα δωμάτιο σε γραφείο/εργαστήριο. Χρειάζομαι πολύ χώρο, γιατί χρησιμοποιώ διάφορα εργαλεία: από πριόνια και τρυπανάκια μέχρι ραπτομηχανή και υπολογιστή! Είναι “βρομοδουλειά”, και αναγκάζομαι να δουλεύω με γάντια, μάσκα, γυαλιά και ποδιά. Ειδικά όταν δουλεύω με το βινύλιο, λερώνω τα πάντα! Έχω δοκιμάσει να κάνω τσάντες με αρκετά περιοδικά. Αλλά πρέπει να ομολογήσω πως το SOUL κάνει τις καλύτερες! Έχει το ιδανικό μέγεθος – χωράει κλειδιά, τσιγάρα, κινητό και λεφτά! Ιδανικό βάρος χαρτιού και 2 σελίδες όλο χρώμα: η “ταυτότητα” και τα περιεχόμενα. Έχει επίσης ωραίο στήσιμο, τέλειες εικονογραφήσεις (αγαπώ Zad Iloe), καλούς φωτογράφους και πολύ πολύ χρώμα! Αν πω κι άλλα, θα νομίζουν πως με πληρώνετε».

spanaki.bigcartel.com, www.spanaki.gr

image 15 Sleepin Pillow Μουσικοί

Φωτογραφία: Γιώργος Παπαδόπουλος

Ο τελευταίος τους δίσκος “Superman Blues” βρίσκει την μπάντα από τη Θεσσαλονίκη στην πιο ξεκάθαρη και αποκρυσταλλωμένη στιγμή της.

«Η θεματολογία μας, στιχουργικά και μουσικά, αφορά το σύγχρονο άνθρωπο, τον τρόπο που ζει, τα πράγματα που συμβαίνουν γύρω του και τα έχει αφήσει ουσιαστικά να συμβαίνουν. Αυτός είναι στην πράξη ο Σούπερμαν. Η αδυναμία της κατάταξης μας αρέσει πολύ, είναι μάλλον από τα καλύτερα πράγματα που μας έχουν πει. Γεωγραφικά βρισκόμαστε σε ένα σταυροδρόμι. Έχουμε επηρεαστεί και ιστορικά, όχι μόνο μουσικά, από δυτικό κι ανατολικό πολιτισμό αλλά κι από τα νότια, από κάποια μουσικά ιδιώματα. Μέσα μας κυλάει όλη αυτή η μνήμη. Η μουσική των Sleepin Pillow είναι σαν ένα διχοτομημένο σώμα. Από τη μέση και κάτω είναι Βαλκάνια, από τη μέση και πάνω η Δύση. Στο παρελθόν μάς έχουν περιβάλει με καχυποψία σε live, όταν βγαίναμε με μπουζούκι στον ήχο μας. Το μπουζούκι είναι παρεξηγημένο όργανο».  www.sleepinpillow.com

image 16 Γιάννης Πατέλιας Designinjah

Φωτογραφία: Γιώργος Παπαδόπουλος

Υπογράφοντας ως Designinjah, αυτό το αγόρι διαχέει το ταλέντο του σε street art, skate, αφίσες για ταινίες, φανζίν, artwork πανκ δίσκων, t-shirts και κόμικ.

«Ήταν η περίοδος εκεί στα 13 μας, που μαζί με τα αγγλικά μαθαίναμε και σχέδιο μέσα από τους αγαπημένους μας δίσκους και τα εξώφυλλα. Λίγο αργότερα μαζί με άλλους πιτσιρικάδες από την περιβόητη “Εποχή της Ναυαρίνου” εκδώσαμε το φανζινάκι “The comics Undo”. Ο δρόμος και η γύρα με έφεραν σε επαφή με τη street art, που με γοήτευσε περισσότερο για την αμεσότητα, κι εκεί είναι που αφιερώνω μεγάλο μέρος στο σήμερα της δημιουργικότητάς μου. Η μουσική είναι ένα άλλο μεγάλο κομμάτι της ζωής μου. Κι επειδή δεν έπαιξα σε καμία μπάντα, κατέληξα να ζωγραφίζω και να σχεδιάζω εξώφυλλα και artwork για συγκροτήματα. Είμαι ένα nerd της μουσικής. Έχω συνεργαστεί με μπάντες όπως οι Ντελίριο, Χατ Τρικ, Bad Movies, προσπαθώντας να συμμαζέψω τα πανκ μυαλά τους. Το κόμικ ωστόσο παραμένει η μεγάλη μου αγάπη, όμως τα πράγματα στην Ελλάδα παραμένουν underground. Υπάρχουν πολύ καλά χέρια αλλά δεν υπάρχει support, κι έτσι τελικά μένουμε εμείς κι εμείς να ασχολούμαστε».

image 17 Σταύρος Κόλκας Δημοσιογράφος

Φωτογραφία: Γιώργος Παπαδόπουλος

Ο πιο ροκ εν ρολ αθλητικογράφος της πόλης έχει κόλλημα με την παοκάρα.

«Είχα όνειρο να γίνω ή ποδοσφαιριστής ή ρεπόρτερ του ΠΑΟΚ, είχα βλακεία με τον ΠΑΟΚ από μωρό. Το σόι μου, όλοι παοκτσήδες. Έχοντας πρακτικό μυαλό, δεν θα μπορούσα να κάνω μια δουλειά που να μην είναι και χόμπι. Από μικρός πίστευα ότι αυτό είναι ευτυχία στη ζωή. Ο ΠΑΟΚ είναι μια πολύ καλτ ομάδα, κάτι ξεχωριστό στην πόλη. Απέκτησα ένα ελεύθερο πνεύμα και μια κουλτούρα μέσα από τον ΠΑΟΚ, παρότι και το σπίτι μου μέτρησε πολύ. Η μητέρα μου είναι η Βούλα Σαββίδη, τραγουδίστρια του Χατζιδάκι, ενώ ο πατέρας μου κινήθηκε μέσα στα γήπεδα και με έπαιρνε μαζί του από τότε που ήμουνα μωρό παιδί. Έχω μια μπάσταρδη κουλτούρα, η οποία προσαρμόζεται στα ιδεώδη του ΠΑΟΚ. Ο ΠΑΟΚ δεν είναι αυτή η βλαχιά που προσπαθεί να λανσαριστεί από τον κάθε σκυλά αυτής της πόλης, είναι μια ροκ εν ρολ κατάσταση η οποία και εκφράζεται από τις ακραίες, για τους μέσους πολίτες, συμπεριφορές που έχουν οι οπαδοί του ΠΑΟΚ.

image 18 Scootboy & K  DJs

Φωτογραφία: Γιώργος Παπαδόπουλος

Modάδες από κούνια, οι πιο αθεράπευτοι «Βρετανοί» δισκοβόλοι της Θεσσαλονίκης.

«Δεν έχουμε όνομα, απλώς πολλή όρεξη για βρετανική μουσική και κουλτούρα! Είμαστε ο Δημήτρης Μίλλιος (a.k.a. Scootboy) και ο Σάκης Κοροβέσης (a.k.a. K) και παίζουμε μουσική όποτε μας έρθει! Η λονδρέζικη Ben Sherman μας έχει υιοθετήσει και μας support-άρει σε κάθε ευκαιρία. Από soul, ska και swing έως sausages & mash με Yorkshire pudding, και από Victoria sponge cake έως indie και electro, στα πάρτι μας θα ακούσεις και θα δεις ό,τι έχει σχέση με τη Γηραιά Αλβιόνα».

image 19 Νίκος Κρυωνίδης Eικαστικός

Φωτογραφία: Γιώργος Παπαδόπουλος

Το enfant terrible της θεσσαλονικιώτικης ζωγραφικής, από την Περαία όπου κατοικεί, στέλνει ένα ποίημα για την πόλη και τις πόλεις.

«Βενεζουέλα, αμορτισέρ/ Η άδεια θήκη των γυαλιών ηλίου/ Αν είχα τύχη θα ’χα ομορφιά/ Τώρα δεν έχω ούτε ποδήλατο/ Θεσσαλονίκη, Κομοτηνή/ Ανταρκτική, Πάτρα και Ρίο/ Ούτε ζέστη, ούτε κρύο/ Την υγειά μας να ’χουμε/ Ένα πράσινο Τζον Ντιρ/ Στα απέραντα χωράφια/ Πιο καλά από παντού/ Στο Παράδεισο Κοινύρων/ Μια χελώνα στους αγρούς/ Χωματουργικαί εργασίαι/ Μια βαρκούλα στο γιαλό/ Κίμωλο, Φολέγανδρo/ Ένα άλογο που τρέχει/ Μια μεγάλη πεταλούδα/ Μια ντομάτα στο μπαξέ/ Δε θα κάνουμε σουξέ».

image 20 Θανάσης Γεωργίου Graphic designer

Φωτογραφία: Γιώργος Παπαδόπουλος

Η δουλειά του για τη Μονή Ιβήρων, που παρουσιάστηκε στη φετινή Διεθνή Μπιενάλε Graphic Design της Μόσχας, είναι η πιο πρόσφατη απόδειξη πως παραμένει ο πιο σταθερά πρωτοποριακός σχεδιαστής στο βορρά.

«Η κάρτα της Μονής Ιβήρων είναι, θα λέγαμε, “συλλεκτική”. Τυπώνεται σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων και αποτελεί σημείο αναφοράς. Για το μοναστήρι, η κάρτα αυτή είναι στη ουσία κάτι περισσότερο από μια ευχετήρια κάρτα για τα Χριστούγεννα. Το θέμα που επιλέγουν οι ίδιοι οι Αγιορείτες έχει κάποιο συμβολισμό, ένα βαθύτερο νόημα. Ταυτόχρονα όμως μου επιτρέπουν να διαχειριστώ αυτό το θέμα με ελευθερία. Έχουμε καταφέρει να βρούμε έναν κώδικα επικοινωνίας, γιατί και εγώ αντιλαμβάνομαι τα όρια ενός τέτοιου θέματος, αλλά και οι Γέροντες εμπιστεύονται πλέον τη γραφιστική μου προσέγγιση. Είναι προφανές ότι σε ένα τέτοιο πρότζεκτ δεν θα έβαζα ποτέ μια magenta ή ένα λαχανί! Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να είναι πρωτοποριακό. Το αντίθετο. Σου ανοίγεται ένα πεδίο επιλογών που δύσκολα θα είχες σε μια συμβατική εμπορική δουλειά. Βέβαια, ακολουθούμε ένα συγκεκριμένο πρωτόκολλο. Αυτό προβλέπει αφενός πολυτονικό σύστημα και αφετέρου συγκεκριμένη διευθέτηση του κειμένου. Είναι αλήθεια ότι απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή, κυρίως στις λεπτομέρειες. Αυτές είναι που καθορίζουν και το τελικό αποτέλεσμα. Και αυτό δεν αφορά μόνο τους τυπογραφικούς χαρακτήρες. Η επιλογή των υλικών και οι τεχνικές είναι που καθορίζουν την τελική μορφή της κάρτας, μορφή που μπορεί να αντιληφθεί κανείς πλήρως μόνο αν πιάσει την κάρτα στα χέρια του».

image 21 Σταύρος Κωνσταντινίδης Συγκοινωνιολόγος, πολιτικός μηχανικός

Φωτογραφία: Γιώργος Παπαδόπουλος

Προσφάτως και συγγραφέας. Το βιβλίο του “Open Cities” (εκδ. AthensVoice Books) αποδεικνύει πως μπορείς να ζεις στη Θεσσαλονίκη, να σκέφτεσαι παγκόσμια και να υπερασπίζεσαι την αξία των μικρών αστικών επεμβάσεων, αντί για τα μεγαλόπνοα λόγια.

«Όσο η βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών στις πόλεις περνάει μέσα από την κατασκευή των μεγάλων έργων, άλλο τόσο και περισσότερο επηρεάζεται από μικρές και μεσαίες παρεμβάσεις. Οι λύσεις σε μικρά προβλήματα είναι εξίσου επίπονο να βρεθούν και προϋποθέτουν βαθιά γνώση και συνεχή ενασχόληση. Η τοπική και κεντρική πολιτική πάσχει συνήθως στην Ελλάδα από μεγαλοϊδεατισμό, πρώτον, γιατί αυτός είναι πρόσφορος στο λαϊκισμό, και, δεύτερον, διότι στην περίπτωση επίτευξης του μεγάλου έργου οι πάντες αποενοχοποιούνται σαν να επλήρωσαν τον τελικό τους στόχο. Σταματάμε με άλλα λόγια εκεί από όπου θα έπρεπε να αρχίσουμε. Η στήλη στην ATHENS VOICE “Μικροί ανασχεδιασμοί της πόλης“ ευελπιστούμε στο τέλος να αποτελέσει έναν ολοκληρωμένο πρακτικό οδηγό σχεδιασμού απλών καθημερινών έργων που είναι αναγκαία σε όλες τις ελληνικές πόλεις. Πιστεύω αυτό που υπογραμμίζει εύστοχα ο ευφυής Αλέν ντε Μποτόν στο βιβλίο του “Η αρχιτεκτονική της ευτυχίας”: Τα κτίριά μας και τα αντικείμενα με τα οποία τα γεμίζουμε μας επηρεάζουν περισσότερο από όσο νομίζουμε. Οι τοίχοι, οι δρόμοι, οι αυλές, οι ταράτσες έχουν αισθήματα».

image 22 Alicia Hip hop promoter

Φωτογραφία: Nina K.

Η δημιουργός του All Female Hip Hop fest δρα θηλυκά και ριζοσπαστικά σε μια ανδροκρατούμενη σκηνή.

«Η ιδέα για το φεστιβάλ μού ήρθε αυθόρμητα, καθώς υπήρχε ένα προφανές κενό. Το θεώρησα κάτι όμορφο και κυρίως πρωτότυπο. Βρήκα αμέσως άτομα που ήθελαν να συμμετάσχουν: οι κοπέλες που ασχολούνται με το χιπ χοπ είναι πιο χύμα και ως άνθρωποι. Οι νέες κοπέλες είναι πιο ενθουσιώδεις. Ωστόσο, όσες παραμένουν στο χώρο το κάνουν απόλυτα συνειδητά, και αυτό γιατί επικρατεί η άποψη ότι, όταν μεγαλώνεις, πρέπει να “σοβαρέψεις“. Στόχος του φεστιβάλ είναι να αποδείξει ότι και οι γυναίκες ραπάρουν, εν γένει ασχολούνται με τη χιπ χοπ κουλτούρα. Δεν θέλω να τις δω να πηγαίνουν μπουζούκια για να κάνουν ραπ, φορώντας κορμάκια και παγέτες. Δεν το κατηγορώ, απλά δεν είναι ο δικός μας στόχος. Δεν είναι ο κατάλληλος τρόπος για να το πας μπροστά. Καλό είναι να το κρατάς αληθινό. Βέβαια, υπάρχουν κι εκείνοι που δεν θα παραδεχτούν την αξία σου, ακόμη κι αν τους ταπώσεις».

image 23 Κώστας Τερζόπουλος Ακτιβιστής ποδηλάτης

Φωτογραφία: Γιώργος Παπαδόπουλος

Ο πιο ενεργός ποδηλάτης-ακτιβιστής της πόλης εξηγεί πώς μπήκε στο τριπάκι των δύο τροχών.

«Είχα να κάνω ποδήλατο από το δημοτικό, αφού δεν ήταν “in” μέσα στην κουλτούρα του αυτοκινήτου στην οποία μεγαλώσαμε. Οι γονείς μας ήταν οι πρώτοι μαζικοί αγοραστές αυτοκινήτου στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα να το μεταφέρουν στα παιδιά τους σαν τον απώτερο σκοπό, “πέρνα στις Πανελλήνιες, να σου αγοράσουμε αυτοκίνητο”. Οπότε μεγαλώνοντας το αυτοκίνητο ήταν μονόδρομος, για να βγάλεις γκόμενα, για να ανέβεις κοινωνικά. Αγοράζοντας το ποδήλατό μου τον Απρίλιο του 2007, σε ηλικία 32 ετών, έπαθα σοκ εμπειρίας. Δεν μπορούσα να πιστέψω πώς είχα παγιδευτεί στο αυτοκίνητό μου για μία δεκαετία! Έπεσα πάνω στο site της Διεθνούς Γυμνής Ποδηλατοδρομίας και ανακάλυψα μια πολύ σοβαρή προσπάθεια με υπόβαθρο, που στόχο έχει να κερδίσει την προσοχή του κόσμου. Δεν είναι τυχαίο που, όσο ήμουν αυτοκινητιστής, δεν είχα καν προσέξει ότι υπάρχουν ποδηλάτες. Όμως οι άνθρωποι δεν είναι 0 και 1, καλοί και κακοί… Μπορεί να θέλουν ένα κλικ, μια έμπνευση, για να αλλάξουν. Τι άλλαξε από τότε που υπάρχουμε; Το πιο σημαντικό είναι ότι οι ποδηλάτες έχουν πολλαπλασιαστεί! Έγιναν οι πρώτοι ποδηλατοδρόμοι, έστω και βιτρίνας. Έκλεισε η παραλία για τα αυτοκίνητα στο ύψος του Ιστιοπλοϊκού Ομίλου, επιτρέπονται πλέον από τον ΟΣΕ τα ποδήλατα στη διαδρομή του προαστιακού Θεσσαλονίκης -  Λάρισας και ελπίζουμε σε συνέχεια. Οι οδηγοί πλέον άρχισαν να αντιλαμβάνονται πως υπάρχει και το ποδήλατο στο δρόμο».

image 24Νίκος Καρατζάς Ιδιοκτήτης του βιβλιοπωλείου Ιανός

Φωτογραφία: Κώστας Αμοιρίδης

Το road movie της ζωής ενός ανθρώπου που συνέδεσε τη ζωή του με τα βιβλία και τον πολιτισμό.

«Πριν 26 χρόνια ήθελα μια ήσυχη ζωή. Κι ένα βιβλιοπωλείο-στέκι για μένα και τους φίλους μου, που, όταν τελειώνω το Σάββατο, να το κλειδώνω και να πηγαίνω για βόλτες και καθαρό αέρα στον Όλυμπο. Δεν έχω παράπονο, εξακολουθώ να δραπετεύω τα σαββατοκύριακα στο αγαπημένο μου βουνό, προέκυψε όμως και νέα περιπέτεια. Το όνομα αυτής “Αθήνα”, οδός Σταδίου, “Ιανός” στην πρωτεύουσα, πανικός, meetings, business plans, οικονομική κρίση, δεν μασάω. Οι δείκτες του “Ιανού” ευημερούν, γιατί η δύναμή του, κάθε ευρώ που μπαίνει στο ταμείο του, είναι από τον αναγνώστη, ούτε διαπλοκές ούτε δημόσιες αναθέσεις. Ήμουν πρίγκιπας στη Θεσσαλονίκη, μέχρι που αποφάσισα να ανοίξω τον “Ιανό” στην Αθήνα, για να ξαναδώ τον εαυτό μου υπό ένα πιο ανασφαλές πρίσμα, αυτό του οικονομικού μετανάστη. Ήξερα βέβαια πως από τη στιγμή που θα τολμούσα να κατεβάσω τον “Ιανό” στην πρωτεύουσα, θα επιβαλλόμασταν. Γιατί πάντα ήμασταν χρήσιμοι και πάντα είχαμε ταυτότητα. Δεν θυσίαζα όμως την πριγκιπική μου ζωή, μέχρι που στο παιχνίδι της νέας ανάπτυξης με έβαλε ο γιος μου. Αυτός θα με διαδεχτεί σε λίγα χρόνια και για την πάρτη του κατεβήκαμε και παίζουμε μπάλα στην Αθήνα. Η αντίθεση Αθήνας-Θεσσαλονίκης δεν πρέπει να σχηματοποιείται συμβατικά και στερεοτυπικά, ότι δηλαδή κάτω είναι η αγορά και η μπίζνα και πάνω το χαλαρά, το καλαμαράκι και τα τηγανητά. Στη Θεσσαλονίκη ιδρώνουμε, ματώνουμε, δεν έχουμε τα ευρωπαϊκά προγράμματα που τρέχουν στην Αθήνα, ούτε τη λάμψη, το γκλάμουρ, το χρήμα, την κόκα, τη δηθενιά και τους ξυσταρχίδηδες του Κολωνακίου. Ποιος όμως πιστεύει ότι η Αθήνα είναι μόνο το Κολωνάκι; Υπάρχουν πόλεις μέσα στις πόλεις. Και για την Αθήνα και για τη Θεσσαλονίκη είναι πλέον άκομψο να μιλούμε με ξεπερασμένους όρους των παλαιοτέρων χρόνων».

image 25 Σοφία Νικολαΐδου Συγγραφέας

Φωτογραφία: Κώστας Αμοιρίδης

Η συγγραφέας του «Απόψε δεν έχουμε φίλους» (Μεταίχμιο) ανατρέχει σε κάποιες σημειώσεις για την πόλη και την ιστορία της, που της έδωσαν την πρώτη ύλη.

«Η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη πυκνής ιστορικής ύλης. Τα πεζοδρόμια, οι δρόμοι, οι πλατείες, τα μέρη που λιαζόμαστε ανέμελοι και περπατάμε αδιάφοροι, είναι βαμμένα με αίμα. Το βλέμμα του περαστικού αλλάζει όταν συνειδητοποιεί πως αυτή δεν είναι μια τσίλικη πόλη. Όπως συνέβη παντού, έτσι και εδώ, τα μεγάλα γεγονότα τσαλάκωσαν τις ζωές των ανθρώπων. Τις πήραν παραμάζωμα. 1934-2008: 74 χρόνια νεοελληνικής ιστορίας. Είχα από την αρχή στο μυαλό μου μια τοιχογραφία, ένα δίχτυ γενεών και προσώπων που υφαίνεται σιγά σιγά, καθώς προχωρά η πλοκή. Όμως δεν είμαι συγγραφέας που προαποφασίζει τα πάντα στο κεφάλι της και ύστερα τα αποτυπώνει στο χαρτί. Η γοητεία της γραφής κρύβεται, για μένα, στην έκπληξη. Έτσι, λοιπόν, όταν ξεκίνησε η συγγραφή είχα βεβαίως τις σημειώσεις μου, όμως τις άλλαξα πολλές φορές, πρόσθεσα, αφαίρεσα πολλά, ακούγοντας τη φωνή των ηρώων. Ήταν φορές που ζητούσαν επίμονα να ακουστούν –και δεν το κουνούσαν από το γραφείο μου– αν δεν γινόταν το δικό τους. Στη Θεσσαλονίκη επί Κατοχής συνέβη αυτό που συμβαίνει πάντα όταν οι άνθρωποι έρχονται αντιμέτωποι, θέλουν δε θέλουν, με τα μεγάλα γεγονότα. Η Ιστορία έπεσε πάνω τους, τους πήρε παραμάζωμα. Τους ανάγκασε να διαλέξουν πλευρά. Τσάκισε τη θεωρία στην πράξη. Δοκίμασε τις αντοχές και τα μεγάλα λόγια. Πιστεύω ότι ένα μέρος της παθογένειας της ελληνικής κοινωνίας διαμορφώθηκε εκείνη τη σκοτεινή περίοδο και κληροδοτήθηκε, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, στις επόμενες γενιές. Δεν έχει τόσο να κάνει με τους ζωντανούς πρωταγωνιστές των γεγονότων. Κυρίως σχετίζεται με το πώς συνηθίζουμε να κρύβουμε τα προβλήματα, λες και είναι ψίχουλα, κάτω από το χαλάκι».

image 26 Κοσμάς Ζαφειρίου Ιδιοκτήτης του «Ράδιο Σίτι»

Φωτογραφία: Γιώργος Παπαδόπουλος

Αυτή είναι η ιστορία του ανθρώπου που συνέδεσε το όνομά του με την κινηματογραφική ιστορία της Θεσσαλονίκης.

«Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 εγκαινιάζεται ο κινηματογράφος “Ράδιο Σίτι”, στη θέση του “Πατέ”. Στο πρόσωπο του μικρού Έντσο από το “Σινεμά ο παράδεισος” βλέπω κάθε φορά τον εαυτό μου και με παίρνουν τα δάκρυα. Με το ίδιο πάθος και τον ίδιο παιδικό ενθουσιασμό, έφτιαχνα αυτοσχέδιες κάμερες με εξαρτήματα που έβρισκα σε κάποιο συνεργείο κατασκευής μηχανών προβολής για τον ελληνικό στρατό κι έπειτα συγκέντρωνα τους συμμαθητές του για ειδικές προβολές στο σπίτι μου, με συνέπεια να δέχομαι τις ξυλιές του πατέρα μου. Μαζί με το “Ράδιο Σίτι” εκμεταλλευόμουν άλλες 18 αίθουσες, εξοπλισμένες με σύγχρονα μηχανήματα ήχου και εικόνας, σε όλα τα μήκη και πλάτη της πόλης (“Εγνατία”, “Έσπερος”, “Κλειώ”, “Μακεδονικό”, “Μαξίμ”, “Ρεξ”, “Όσκαρ”, “Αχίλλειον”), ενώ ίδρυσα και την εταιρεία Moviestar, αναλαμβάνοντας την αποκλειστική διανομή των περισσότερων ελληνικών ταινιών στη Βόρεια Ελλάδα. Στην εταιρεία υπάγονταν και τα κινηματογραφικά δικαιώματα των 5Β (Βουγιουκλάκη, Βουτσάς, Βασιλειάδου, Βέγγος, Βλαχοπούλου), όπως τους αποκαλούσαμε χαϊδευτικά με τους συνεργάτες μου».

image 27 Χάρης Θεοφράστου Δημοσιογράφος αυτοκινήτου

Φωτογραφία: Κώστας Αμοιρίδης

Ο car expert δημοσιογράφος ονοματίζει τις φυλές και τα χούγια των Θεσσαλονικιών οδηγών.

«Μια φυλή είναι οι Συμπαθείς Σαλιγκαραίοι. Είναι όσοι οδηγούν αγκαλιά με το τιμόνι, πηγαίνουν με 40-50 χιλιόμετρα σε οποιονδήποτε δρόμο, νιώθουν πως δεν υπάρχει κανείς γύρω τους και είναι μεγάλης ηλικίας. Κυκλοφορούν, γιατί, φυσικά, δεν γίνεται έλεγχος: ποια διπλώματα ισχύουν ακόμα, αν ο οδηγός έχει περάσει τρία εγκεφαλικά, αν παίρνει 60 χάπια για τα νεύρα του, αν δε βλέπει καλά… Οι Σαλιγκαραίοι δεν κάνουν παρανομίες, αλλά δημιουργούν κομφούζιο κι εκνευρισμό. Μια άλλη φυλή είναι των Κανιβάλων. Είναι η επικρατούσα φυλή, όχι γιατί είναι η πιο πολυπληθής, αλλά λόγω του σαματά που προκαλεί. Είναι η φυλή που μας έφερε το ΔΝΤ. Σε αυτήν ανήκει ο οδηγός που αγγίζει απίθανα άκρα αντικοινωνικότητας, έχει θράσος, επιθετικότητα, δε νοιάζεται για το τι συμβαίνει γύρω, πετάει πράγματα από το παράθυρο, περνάει με κόκκινο στα φανάρια θεωρώντας το φυσικό, τριπλοπαρκάρει όπου βολεύεται με αναμμένα αλάρμ (και τι έγινε, 40 ευρώ η κλήση!), “κλέβει” στα φανάρια κάνοντας τον πονηρό, εκνευρίζοντας τους άλλους οδηγούς και προκαλώντας τους να γίνουν επίσης κάφροι – αυτό είναι το χειρότερο. Αυτή η φυλή με εκνευρίζει και δεν ξέρω πώς μπορεί να εξαλειφθεί. Επίσης, υπάρχει η ευειδής και συμπαθεστάτη φυλή των γυναικών οδηγών, οι οποίες ζουν σε έναν δικό τους κόσμο, μια δική τους συμπαντική σφαίρα, είναι λίγο διαφορετικές. Δεν προκαλούν ατυχήματα αλλά θέλουν μια ιδιαίτερη προσοχή γιατί ζουν σε παράλληλη διάσταση. Τέλος, υπάρχουν και οι υπόλοιποι, η φυλή των Εμείς, που τα υπομένουμε όλα αυτά. Έχουμε σκύψει το κεφάλι, ανεχόμαστε αυτές τις συμπεριφορές, αλλά ελπίζω πως θα επαναστατήσουμε κάποια στιγμή».

image 28 The Trouble Μobile party breakers

Φωτογραφία: Νίκος Καρδαράς

Ο Χρήστος Εξαρχόπουλος και ο Γιάννης Δρίζης σπινιάρουν στα πικάπ του φετινού κινητού πάρτι The Trouble.

«Το The Trouble είναι μια ευκαιρία να συμπεριλάβουμε πράγματα που δεν θεωρούνται αυτονόητα στα μαγαζιά που παίζουμε επαγγελματικά. Όπως, απόλυτη ελευθερία στη μουσική, τα γραφιστικά και τα video projections. Πέρα από ένα πρότζεκτ που περιλαμβάνει πολλούς ανθρώπους είναι επίσης το κατεξοχήν event όπου μπορεί να εκφραστεί η μουσική μας ανωμαλία, και θα μας ακούσεις να μιξάρουμε από Ελπίδα μέχρι Vitalic».

image 29 Σμαρώ Πλατιώτη Θεατρολόγος, καλλιτεχνική διευθύντρια ContACT

Φωτογραφία: Γιώργος Παπαδόπουλος

Δημιούργησε το ContACT, μια δυναμική πλατφόρμα επικοινωνίας και συνύπαρξης τεχνών και καλλιτεχνών. Γιατί το έκανες αυτό, παιδί μου;

«Ρε γαμώτο, γιατί να μην υπάρχει μια λέσχη, ένας χώρος συνάθροισης καλλιτεχνών, ώστε να μπαίνουμε όλοι σε ένα αλισβερίσι; Όπου να μπορούμε να ανταλλάσσουμε απόψεις και να συνάπτουμε συνεργασίες σε ένα περιβάλλον οικείο και άρτια εξοπλισμένο; Έτσι σκέφτηκα. Γιατί αυτό που μαστίζει τους καλλιτέχνες είναι η απομόνωση, η νοοτροπία: ο καθένας στο χώρο του. Πριν το ContAct δεν υπήρχε κάτι παρόμοιο. Ένα κέντρο έρευνας που θα σε μετατρέψει σε ενημερωμένο θεατή, το οποίο θα σε φέρει σε επαφή με τις τέχνες, ώστε να προσδιορίσεις τη σχέση σου μαζί τους. Είμαι ο matchmaker, αυτός που φέρνει τους πόλους σε επικοινωνία. Η τέχνη δεν είναι εσωτερική κατανάλωση. Αν δεν την επικοινωνήσεις στο κοινό, ουσιαστικά δεν υφίσταται». contactspace.wordpress.com

image 30 Αλέξανδρος Κωνσταντάρας Μετανάστης κινηματογραφιστής

Φωτογραφία: Γιώργος Παπαδόπουλος

Ένα παιδί της Καλαμαριάς βρέθηκε να γυρίζει ταινίες στην Κένυα. Ορίστε η Οδύσσεια ενός ξεριζωμένου.

«Δουλεύω στην Jitu, που είναι παρακλάδι της Vivid Features, ένα μεγάλο media house στην Κένυα και την Ανατολική Αφρική γενικότερα. Συνεργάζεται με μεγάλα κανάλια, όπως τα CNN και BBC. Όταν ήρθα στην Κένυα, 3χρόνια πριν, η Jitu δεν υπήρχε. Ουσιαστικά, εγώ, ο Nick και η παραγωγός Evelyn Kahungu την ξεκινήσαμε. Έχω κάνει τα πάντα: από σκηνοθέτης και παραγωγός, μέχρι ηθοποιός, μοντέρ και πλέον πωλητής, διανομέας και μαρκετινίστας! Έχουμε γυρίσει 24 ταινίες σε λιγότερο από χρόνο. Έχω σκηνοθετήσει 9 ταινίες, αν και 2 τις υπέγραψα με κενυάτικο όνομα (Billy Mpilikimo, που στα σουαχίλι σημαίνει “Βασίλης Νάνος”! Α, ξέχασα να πω πως Jitu σημαίνει “τέρας, γίγαντας”!). Όταν βρούμε σπόνσορα θα ήθελα να γυρίσω μία πιο ολοκληρωμένη ταινία, είτε road movie είτε sci-fi είτε τρόμου. Έχω ιδέες και για τα 3 είδη! Πρόσφατα τελείωσα το μοντάζ του εφηβικού μου πονήματος “The Devil Dentist” (“Το έβδομο σφράγισμα” ο γνήσιος ελληνικός τίτλος), που είναι μια ταινία αφιερωμένη στον Μπέλα Λουγκόσι! Σε λίγο τελειώνω και τη διασκευή “Για μια χούφτα τούβλα” του Τσάκωνα (“Fistfull of bricks”)!»

image 31 Γιώργος Αυγέρος Ζαχαροπλάστης στο “The Met Hotel”

Φωτογραφία: Σπύρος Παλούκης

Ο γλυκύτατος, όπως κι αν τον δεις, αυτός τύπος είναι ένα ακόμα κίνητρο για να loungeάρεις στο ξενοδοχείο όπου εργάζεται.

«Τα macarons είναι ένα γλύκισμα το οποίο μοιάζει κάπως με μικρό σάντουιτς. Πάνω και κάτω υπάρχει μια παρασκευή από ασπράδι αβγού, σκόνη αμυγδάλου και ζάχαρη, κι ανάμεσα ένα μείγμα ganache, μια κρέμα σοκολάτας δηλαδή με κρέμα γάλακτος ή μαρμελάδα διαφόρων φρούτων. Τελευταία μου επινόηση είναι τα macarons με καπνιστή σοκολάτα, μια πραγματική ανατροπή γεύσης. Είμαι οπαδός κι εφαρμοστής της μοριακής γαστρονομίας, λατρεύω να περιεργάζομαι τη σοκολάτα Valhrona, γαλλικής προελεύσεως, η οποία θεωρείται από τις καλύτερες στην υφήλιο αλλά και από τις πιο “απαιτητικές” ως υλικό. Η ζαχαροπλαστική μπορεί να είναι έκφραση, δημιουργία, και όχι επανάληψη. Ήταν πάντα μέσα μου. Θέλοντας να δώσω γεύση και άρωμα σε όλες τις σκέψεις μου αποφάσισα να στραφώ σε αυτήν, καθώς πρόκειται για μια μορφή τέχνης που μπορεί και συνδυάζει όλες τις αισθήσεις».

 

 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ