Life in Athens

Στην Ομόνοια με την Αθηνά Σοκόλη

Περπατώντας στην Αθήνα. Μια συνέντευξη υπό τους ήχους της πόλης με την υπεύθυνη των εκδόσεων Σοκόλη.

loukas-velidakis.jpg
Λουκάς Βελιδάκης
ΤΕΥΧΟΣ 804
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Η Αθηνά Σοκόλη, υπεύθυνη των ομώνυμων εκδόσεων, στην Ομόνοια
Η Αθηνά Σοκόλη, υπεύθυνη των ομώνυμων εκδόσεων, στην Ομόνοια © Λουκάς Βελιδάκης

Η Αθηνά Σοκόλη, υπεύθυνη των εκδόσεων Σοκόλη, μιλάει στην Athens Voice για το κέντρο της Αθήνας και τα προβλήματά του.

Κυριακή μεσημέρι, ο ουρανός από τη μία πλευρά είναι καθαρός και ηλιόλουστος, από την άλλη έχει καλυφθεί από ένα γκρίζο πλέγμα από σύννεφα. Με την εκδότρια Αθηνά Σοκόλη έχουμε ορίσει το ραντεβού μας στην πλατεία Ομονοίας, δίπλα στο σιντριβάνι. Λίγο πολύ όπως κανόνιζαν παλαιότερα τις συναντήσεις τους τόσο οι Αθηναίοι όσο και οι επισκέπτες, όταν η Ομόνοια ήταν το κεντικότερο σημείο της πόλης. 

Τι είναι, όμως, τώρα; Τη συζήτησή μας δεν θα μονοπωλήσει αποκλειστικά η Ομόνοια, μολονότι περπατάμε στους γύρω δρόμους και τα στενά λαμβάνοντας ερεθίσματα από εικόνες και ήχους. Η κουβέντα ανοίγει, αφορά στην πόλη. Συζητάμε πόσο επηρεάζει η αισθητική υποβάθμιση μιας αστικής περιοχής την ψυχολογία μας, τη λειτουργικότητά μας, αλλά και πώς συντελεί στην παραβατικότητα. 

Μπαίνουμε στην Πειραιώς, κατηφορίζουμε και, αφού περάσουμε το φανάρι, στρίβουμε δεξιά στη Ζήνωνος. Καθώς περπατάμε, αλλάζει η σύνθεση του κόσμου γύρω μας κι εμείς μοιάζουμε κάπως παράταιροι – σαν μια ανορθογραφία στην εικόνα. Μερικά μέτρα πιο κάτω, στ’ αριστερά του δρόμου, ένα μπουλούκι άνθρωποι έχουν φτιάξει κάτι σαν επιτόπιο παζάρι. Μια σειρά παιδικά καροτσάκια λειτουργούν ως αυτοσχέδιοι πάγκοι για την πραμάτεια – κάτι παλιές κουβέρτες. Γυναίκες συγκεντρώνονται τριγύρω, είτε πουλούν είτε αγοράζουν, όλες μετανάστριες. Από απόσταση έμοιαζε σαν να έχουν βγάλει βόλτα τα μωρά τους.

Οδός Ζήνωνος, Αθήνα
Οδός Ζήνωνος, Αθήνα

Η Αθηνά Σοκόλη γυρίζει πίσω τον χρόνο για να πιάσει το νήμα που μας φέρνει στο παρόν. Αναφέρεται στην πορεία της περιοχής, στις τεχνοτροπίες των κτιρίων και πώς η μέθοδος της αντιπαροχής άλλαξε καταλυτικά την εικόνα της πόλης. Την ακούω, ενώ ταυτόχρονα παρατηρώ τα βλέμματα προς εμάς – κάποια αδιάφορα, άλλα λίγο καχύποπτα, άλλα παραξενεμένα, σαν να αντικρίζουν δύο φιγούρες από ένα διαφορετικό σύμπαν.  
Μπροστά μας ένα εστιατόριο με αραβικά γράμματα στη μαρκίζα, στη γωνία δύο άνδρες μιλούν ρίχνοντας ανήσυχες ματιές γύρω τους. Στη διασταύρωση στρίβουμε δεξιά και μπαίνουμε στην οδό Ακομινάτου – περνάμε έξω από έναν οίκο ανοχής με αναμμένο το κόκκινο φως.  

Η κ. Σοκόλη, υπεύθυνη των ομώνυμων εκδόσεων, ως φιγούρα δεν κολλάει στην περιοχή, ωστόσο είναι μια «βετεράνος του κέντρου», καθώς ο εκδοτικός οίκος στεγαζόταν επί δεκαετίες στην πλατεία Εξαρχείων και η ίδια έχει πολλές επαγγελματικές επαφές στο κέντρο της πόλης, το οποίο γνωρίζει καλά.  

Η πηγή του φόβου 

Τη ρωτάω αν φοβάται κι απαντάει πως όχι, καθώς είμαστε παρέα και είναι μέρα. Μόνη της, νύχτα, θα δίσταζε να έρθει στην περιοχή και μου το εξηγεί: «Στην καθημερινότητα, όταν νυχτώνει, δεν υπάρχουν γυναίκες. Τα πράγματα είναι καλύτερα βέβαια σήμερα, πριν από κάποια χρόνια ήταν πιο επίφοβα... Οι άνθρωποι αυτοί δεν είναι εξοικειωμένοι με τη δική μου εικόνα, με τον τρόπο που ντύνομαι και περπατάω. Με κοιτάνε γιατί είμαι κάτι διαφορετικό, κι αυτό μου δημιουργεί αμηχανία και φόβο. Αν και είναι κάτι φυσιολογικό, στο πλαίσιο της επιπολιτισμικής πίεσης που υφιστάμεθα και οι δύο πλευρές: και εμείς και αυτοί. Οι πρόσφυγες/μετανάστες πιο έντονα, γιατί δεν έχουν καμία σταθερά, εμείς έχουμε τις σταθερές μας εδώ. Και πάλι όμως, μέσα από αυτή τη σιωπηρή διάδραση, περνώντας από έναν δρόμο νιώθεις ένα σφίξιμο». 

Δεν είναι άνθρωπος με αποστροφή προς τους πρόσφυγες/μετανάστες, αντιθέτως: «Θεωρώ ότι πολύ καταλυτικός ήταν και ο ρόλος των ΜΜΕ, που συχνά έδιναν μια άσχημη εικόνα των μεταναστών. Για ένα διάστημα, ο μέσος Αθηναίος πίστευε ότι οποιοσδήποτε διαπράττει ένα έγκλημα είναι ξένος». 

Πλατεία Μεταξουργείου, Αθήνα
Πλατεία Μεταξουργείου, Αθήνα

Η ίδια είναι μητέρα δύο παιδιών, φιλόλογος και για χρόνια βουτηγμένη στα γράμματα – στην Παιδεία. «Χρειάζεται να αλλάξει η σχολική εκπαίδευση των παιδιών, να γνωρίζουν τι είναι ο μετανάστης κι αν κινδυνεύεις με κάποιον τρόπο από αυτόν». Μου λέει ότι το κράτος έχει ευθύνη να φέρει πιο κοντά τους μεν με τους δε. «Το πρόβλημα δεν είναι οι μετανάστες ως μετανάστες, αλλά πώς σμίγουμε, και το σμίξιμο αυτό είναι πολυτομεακό».  

Στην Αγίου Κωνσταντίνου η κυκλοφορία των οχημάτων είναι ήπια. Πίσω μας βρίσκεται η πλατεία του Μεταξουργείου, ενώ στο αριστερό μας χέρι, καθώς ανηφορίζουμε, ξεπροβάλλει –ανάμεσα σε ετερόκλητου χαρακτήρα κτίρια– σαν ναυαγισμένο υπερωκεάνιο η Τραινοσέ. Μια εικόνα δυστοπική, που σπάει λίγα μέτρα πιο πάνω όταν –πάλι στο αριστερό μας χέρι– εμφανίζεται το υπέροχο κτίριο του Εθνικού Θεάτρου.  

Μπροστά μας είναι το παρκάκι του Ιερού Ναού του Αγίου Κωνσταντίνου. Σκόρπιοι μετανάστες χαλαρώνουν στα παγκάκια. Μια κλούβα της ΕΛ.ΑΣ. σταθμευμένη στον χώρο, οι άνδρες της Αστυνομίας στέκονται χαλαροί. 

Η περιοχή της Ομόνοιας και ειδικότερα η πλατεία, λίγο πιο πάνω, αποτελούσε σημείο αναφοράς για τους Αθηναίους. «Θυμάμαι να κατεβαίνω με τους γονείς μου κάθε Σάββατο βράδυ για να αγοράσουμε τις κυριακάτικες εφημερίδες, θυμάμαι τους εκλογικούς πανηγυρισμούς, το ευρωμπάσκετ, αλλά και τους ποδοσφαιρικούς πανηγυρισμούς, κατά τους οποίους οι φίλαθλοι έμπαιναν μέσα στο σιντριβάνι. Παλιά ήταν πιο πολύ μέσα στη ζωή του μέσου Αθηναίου – τα τελευταία χρόνια αποκόπηκε ο Έλληνας από την Ομόνοια». 

 

Η Αθηνά Σοκόλη, υπεύθυνη των ομώνυμων εκδόσεων, στην οδό Αγίου Κωνσταντίνου
Η Αθηνά Σοκόλη, υπεύθυνη των ομώνυμων εκδόσεων, στην πλατεία Μεταξουργείου

Πρόταση για πολιτιστικά σποτ 

Η Αθηνά Σοκόλη επισημαίνει ότι οι πολιτιστικές δράσεις είναι μια ιδανική λύση σμίξης γηγενών και μεταναστών. «O πολιτισμός είναι ένας άριστος τρόπος να έρθουν οι άνθρωποι κοντά. Να υπάρχουν πολλές πολιτιστικές διαδράσεις, ώστε οι άνθρωποι αυτοί να ενσωματωθούν σιγά-σιγά στον ελληνικό τρόπο ζωής, χωρίς να χρειάζεται να αφομοιωθούν. Είναι όμορφη η ποικιλομορφία, και συχνά προκύπτουν πολύ ενδιαφέροντα πράγματα μέσα από αυτήν, τουλάχιστον σε επίπεδο πολιτισμού». Και συνεχίζει: «Το πρόβλημά μας δεν είναι οι μετανάστες, αλλά ο τρόπος που θα χειριστούμε την επανακοινωνικοποίησή τους, την επανανακάλυψη του εαυτού τους μέσα σε ένα νέο περιβάλλον». Οι άνθρωποι αυτοί κουβαλάνε βιώματα, εικόνες, γεύσεις, τον δικό τους πολιτισμό. 
«Πρέπει να τους βοηθήσουμε να έρθουν σε επαφή με το νέο περιβάλλον, προκειμένου να αποφύγουμε την γκετοποιήσή τους. Μια ωραία δράση είναι και αυτή του Μουσείου Ακρόπολης που απευθύνεται στους πρόσφυγες και τους μετανάστες, με τίτλο “Ένα μουσείο ανοιχτό σε όλους”. 

«Η πόλη είναι πιο καθαρή σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια». Θεωρεί πολυτέλεια να ασχολείσαι με μία οδό, την Πανεπιστημίου, που είναι βέβαια από τους πιο όμορφους δρόμους της Αθήνας. «Τώρα θα φύγουν οι φοίνικες και θα φυτευτούν πλατάνια. Ποιος ο λόγος; Ρίξε αυτά τα λεφτά και αναμόρφωσε ουσιαστικά το αστικό τοπίο κάνοντάς το πιο λειτουργικό στην καθημερινότητά του. Μερίμνησε για τα νεοκλασικά κτίρια, προκειμένου να αναδείξεις την ιστορική συνέχεια της πόλης και τη μοναδικότητά της».

 

Ζαχαροπλαστείο Στάνη, Αθήνα
Ζαχαροπλαστείο Στάνη, Αθήνα

Το πρόβλημα το ναρκωτικών 

Έχοντας φτάσει πίσω στην πλατεία Ομονοίας, ο κόσμος πυκνώνει. Η κ. Σοκόλη φοράει εκ νέου τη μάσκα της και συνεχίζουμε προς την οδό Μαρίκας Κοτοπούλη, όπου καθόμαστε για καφέ στο ζαχαροπλαστείο Στάνη, ένα από τα πιο παραδοσιακά σημεία της περιοχής. Ένας ρακένδυτος, σκελεθρωμένος τοξικομανής πέφτει πάνω στην καρέκλα μου. Μας ζητάει συγγνώμη αφού μετά βίας στερεώνει τα πόδια του από το παραπάτημα. Κατόπιν μας ζητάει λεφτά. Η συζήτησή μας συνεχίζεται, έχοντας λάβει ένα ακόμα ερέθισμα. «Δεν με ενδιαφέρει τι θα γίνει μετά από 20 χρόνια, με ενδιαφέρει ότι έχω ζήσει 25 βεβαρημένα χρόνια στο κέντρο και θέλω να δω πράγματα να αλλάζουν».  

Το πρόβλημα με τους τοξικοεξαρτημένους ανθρώπους είναι πλέον αντικείμενο της συζήτησής μας. Αναφέρεται στα θέατρα στην περιοχή της πλατείας Βικτωρίας, που ναυάγησαν οικονομικά λόγω της απροθυμίας των πολιτών να προσέλθουν στην περιοχή. Δεν μπορείς να βλέπεις ανθρώπους να κείτονται ημιθανείς στους δρόμους κι αμέσως μετά να παρακολουθείς μια κωμωδία στο θέατρο και να γελάς. «Λόγω της δεκαετούς οικονομικής κρίσης, και της διετούς υγειονομικής, είμαστε όλοι πολύ τεταμένοι, άρα εικόνες όπως αυτές προσπαθούμε να τις αποφεύγουμε για την ψυχική μας υγεία. Προσπαθούμε να βλέπουμε πράγματα πιο όμορφα».  

Στην ευρύτερη περιοχή γύρω από την Ομόνοια το πρόβλημα των ναρκωτικών έχει χρονίσει. Το γνωρίζουν οι πάντες και συνήθως άπαντες σηκώνουν τα χέρια ψηλά: «Όταν είχαν δει να τρυπιούνται απέναντι από το Εθνικό Θέατρο, είχα ρωτήσει την αστυνομία “παιδιά, τι κάνετε εσείς;” και μου απάντησαν “κυρία μου, έχετε δίκιο, αλλά πού να τους πάμε;”. Δεν μπορεί να γίνει απεξάρτηση μέσα στην Αθήνα, θα ’πρεπε να υπάρχουν εγκαταστάσεις έξω από την πόλη, στην εξοχή. Μόνο έτσι μπορούν να σωθούν οι άνθρωποι».

Πρέπει να γίνει η επιστροφή;  

Όταν τη ρωτάω αν βλέπει να υπάρχει επιστροφή της μεσαίας τάξης στο κέντρο της πόλης και δη πέριξ της Ομόνοιας, αναρωτιέται ηχηρά: «Μα, πρέπει να γίνει η επιστροφή;». 
Εκτιμά ότι για πολλά χρόνια δεν πρόκειται να συμβεί αυτό καθώς το κέντρο «είναι υδροκεφαλισμένο» και μια σειρά θεμάτων θα έπρεπε να είχαν προβλεφθεί πολύ νωρίτερα, ήδη από τον καιρό της έντονης αστυφιλίας. Επικαλείται διάφορες πολεοδομικές μελέτες, ανάμεσά τους και μία του Δοξιάδη που έκανε λόγο για αυτήν ακριβώς την ανάγκη προβλέψεων για τα εν δυνάμει μεγάλα αστικά κέντρα. «Δυστυχώς, δεν εισακούστηκε ποτέ». 

«Η ζωή μου είναι αντι-λειτουργική, νοικιάζω για τον εκδοτικό ένα οροφοδιαμέρισμα στη Διδότου, πληρώνω δημοτικά τέλη και δεν δικαιούμαι θέση πάρκινγκ. Κάθε μέρα είμαι υποχρεωμένη να κάνω μία ώρα προκειμένου να παρκάρω, παρκάρω πολλές φορές στην Αλεξάνδρας και πάω στο Κολωνάκι με τα πόδια. Θέσεις μηνιαίας στάθμευσης στα γύρω ιδιωτικά πάρκινγκ δεν υπάρχουν. Δεν ξέρω αν χρειάζεται να κατέβει ο κόσμος...» 

Κτίριο ΤΡΑΙΝΟΣΕ, Αθήνα
Κτίριο ΤΡΑΙΝΟΣΕ, Αθήνα

Συνεχίζει με ένα ισχυρό επιχείρημα για τις δυσκολίες στην καθημερινότητα της ζωής στο κέντρο της πόλης, που αφορούν όσους έχουν οικογένεια. Τι κάνεις με τα παιδιά; «Οι πόλεις είναι για τους ανθρώπους, και οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν μικρά παιδιά. Δείξτε μου στην ευρύτερη ακτίνα μια παιδική χαρά. Δεν υπάρχουν παιδικές χαρές εδώ κοντά. Μόνο αν πας στο Πεδίον του Άρεως, στο Ζάππειο ή στη Δεξαμενή. Η Αθήνα είναι αντι-φιλική πόλη για τα παιδιά. Λυπάμαι τους ανθρώπους που ζουν εδώ αλλά και στο βαθύ κέντρο, πού θα βγει το παιδί τους να παίξει;  Επίσης είναι ωραία εικόνα για ένα μικρό παιδί να βλέπει έναν τοξικοερξαρτημένο, ή μια μάνα δεν αισθάνεται φόβο όταν περνάει με το παιδί της από αυτές τις περιοχές; Δεν είναι μόνο πώς το βλέπω εγώ – εγώ είμαι από τους τυχερούς, μένω σε προάστιο, έχω διέξοδο, αλλάζει η διάθεσή μου. Αλλά οι οικογένειες που μένουν εδώ;». Συνεχίζει απαριθμώντας μου μια σειρά από περιστατικά που αποπειράθηκαν να της κλέψουν την τσάντα είτε περπατώντας είτε μέσα από το αυτοκίνητο. 
 
Η έλλειψη οράματος και οι πελατειακές σχέσεις 

«Αρκεί ένα σιντριβάνι για να αναμορφώσει μια περιοχή; Και τα δείγματα όψιμου νεοκλασικισμού στην Αθήνα και τόσα άλλα νεοκλασικά και εκλεκτικιστικά κτίρια που ρημάζουν στο ιστορικό κέντρο τι ρόλο θα μπορούσαν να διαδραματίσουν στην οικιστική και εν γένει αναγέννηση της περιοχής;» διερωτάται η Αθηνά Σοκόλη, γυρνώντας τον χρόνο πίσω. Στην επιλογή της αντιπαροχής...   

«Το βασικό πρόβλημα της Αθήνας προέκυψε από τις καινούριες οικιστικές ανάγκες τη δεκαετία του ’50, οπότε η πόλη άρχισε να χάνει την κλασική της μορφή. Η τακτική της αντιπαροχής ήταν σωστή εν πολλοίς, δημιούργησε έναν “εκδημοκρατισμό” της κατοικίας, καθώς στην ίδια πολυκατοικία μπορούσαν να κατοικούν από πιο φτωχές οικογένειες στους κάτω ορόφους, μέχρι πιο πλούσιες στα ρετιρέ. Δεν φταίει η αντιπαροχή, αλλά ο τρόπος που εφαρμόστηκε, υπαγόμενη σε μια πελατειακή σχέση παντός είδους εργολάβων και κράτους. Η πόλη χτίστηκε από ανθρώπους χωρίς γνώσεις, χωρίς πρόβλεψη σε βάθος χρόνου, συχνά σε αυθαίρετες περιοχές και με υψηλούς συντελεστές δόμησης. Μου λείπει το όραμα για τη χώρα…»

Η εμπειρία από τα Εξάρχεια 

Δεν μιλάει αφ’ υψηλού, έχει ζήσει στην καρδιά της πόλης, καθώς γεννήθηκε και μεγάλωσε στο κέντρο και επί 25 χρόνια ο εκδοτικός οίκος στεγαζόταν στην πλατεία Εξαρχείων. «Η πολυκατοικία ήταν στη Σπυρίδωνος Τρικούπη, πάνω στην πλατεία, έχω ζήσει όλα τα επεισόδια. Έβλεπα καθημερινά εκεί τοξικοεξαρτημένους, παιδάκια να παίζουν με τις σύριγγες. Στις επίμαχες επετείους θα μπορούσα να είχα πέσει θύμα ξυλοδαρμού ή αδέσποτης. Θυμάμαι να κατεβαίνω την επόμενη μέρα στο γραφείο, σε ένα βομβαρδισμένο και αποπνικτικό από τα δακρυγόνα και τις μολότοφ τοπίο. Να βρίσκω την εξωτερική σιδερένια πόρτα της πολυκατοικίας παραβιασμένη, και αποφορά από ανθρώπους που είχαν αφοδεύσει στην είσοδο των διαμερισμάτων.  

» Βίωσα έντονα και για χρόνια το downtown – ένιωθα καθημερινά μια δυσθυμία κατεβαίνοντας στη δουλειά. Τώρα στη Διδότου είναι πιο ήρεμα τα πράγματα. Στα Εξάρχεια είχαν σταματήσει να έρχονται άνθρωποι στο γραφείο, φοβόντουσαν. Στην είσοδο ήταν μονίμως ξαπλωμένοι τοξικοεξαρτημένοι – τους λυπόμουν και τους πήγαινα καμιά φορά φαγητό. Στην περιοχή είχα δει πολλά πράγματα», λέει και αντιλαμβάνεσαι ότι κάποιος που έχει ζήσει όλα αυτά, γνωρίζει τον παλμό της πόλης από την καλή κι από την ανάποδη. 

Οδός Μαρίκας Κοτοπούλη και Σατωβριάνδου, Αθήνα
Οδός Μαρίκας Κοτοπούλη και Σατωβριάνδου, Αθήνα

Και βουνό, και θάλασσα

Εν κατακλείδι, δεν θεωρεί την Αθήνα άσχημη πόλη, αντιθέτως: «Έχεις πρόσβαση σε βουνό και θάλασσα, που λίγες πόλεις το έχουν. Μέσα σε λίγη ώρα μπορείς να βρεθείς στη θάλασσα, να ανέβεις πάνω σε δάση που είναι οάσεις», λέει και είναι εμφανής η αγάπη της για την πόλη, το ειλικρινές νοιάξιμο.  

Από την κουβέντα είναι σαφές ότι ένας άνθρωπος που γνωρίζει κάνει και προτάσεις, δεν μένει σε μια άγονη γκρίνια. Και η Αθηνά Σοκόλη έριξε πολλές προτάσεις στη συζήτηση. 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ