Πολιτικη & Οικονομια

Τι δεν είπαν οι υποψήφιοι στο ΚΙΝΑΛ

Όσο και αν οι υποψήφιοι το απέφευγαν, υπήρχε ένα ερώτημα στο οποίο όλοι οι δημοσιογράφοι επέμεναν: Τι θα κάνει το ΚΙΝΑΛ αν από τις εκλογές δεν προκύψει κοινοβουλευτική πλειοψηφία

81922-183211.jpg
Παντελής Καψής
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ντιμπέιτ μεταξύ των πέντε υποψηφίων για την προεδρία του Κινήματος Αλλαγής στην ΕΡΤ
© POOL ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΛΕΣΙΔΗΣ/EUROKINISSI

Σχόλιο για τον προεκλογικό διάλογο στο ΚΙΝΑΛ, τις θέσεις που υποστηρίζουν οι υποψήφιοι πρόεδροι του κόμματος και την πιθανότητα συνεργασίας με άλλο κόμμα.

Ο προεκλογικός διάλογος στο ΚΙΝΑΛ ήταν απογοητευτικός. Σε όλες σχεδόν τις συζητήσεις οι υποψήφιοι έμοιαζε να θέλουν να αποφύγουν την πολιτική. Περιοριζόντουσαν σε στρογγυλεμένες και ξύλινες διατυπώσεις χωρίς αντίκρισμα. Αποκέντρωση, ανανέωση, πράσινη ανάπτυξη, δημοκρατία, ισότητα, δικαιοσύνη, διαφάνεια, συμμετοχή, αλλαγή, ενότητα, σκόρπιες έννοιες ατάκτως ερριμένες και χιλιοφορεμένα κλισέ συνέθεταν το μενού των παρεμβάσεων. Έπρεπε να ψάξει κανείς πίσω από τις λέξεις για να διακρίνει αιχμές, οι οποίες όμως και πάλι αφορούσαν τα εσωτερικά τους, όχι την κοινωνία.

Ο μόνος ο οποίος ξέφευγε από αυτόν τον κανόνα ήταν ο Ανδρέας Λοβέρδος. Σε αντίθεση από τους άλλους είχε αποφασίσει να κάνει μια πολιτική καμπάνια. Για πολλούς λόγους: Ήθελε κατ’ αρχήν να προβάλει ένα ηγετικό προφίλ διαφοροποιούμενος από τις επίσημες θέσεις του κόμματος. Ταυτόχρονα απευθύνθηκε στους σκληρά αντισυριζαίους του ΚΙΝΑΛ, στέλνοντας σήμα ότι αποκλείει συγκυβέρνηση με τον Τσίπρα και υιοθετώντας θέσεις της ΝΔ οι οποίες αντανακλούν ενδεχομένως ένα πλειοψηφικό ρεύμα στην κοινωνία, απέχουν όμως από τις απόψεις που παραδοσιακά υποστηρίζει η κεντροαριστερά. Η απόφαση του να στηρίξει τις αλλαγές στον ποινικό κώδικα που προωθεί ο κ. Τσιάρας είναι χαρακτηριστική. Ακόμα πιο εντυπωσιακή είναι η αντίθεση του στη συμφωνία των Πρεσπών όπου ταυτίστηκε με την πιο ακραία κριτική της δεξιάς. Έτσι εμφανίστηκε αρνητικός όχι μόνο στην κύρωση των πρωτοκόλλων που προβλέπονται αλλά και στην ίδια την προοπτική ένταξης της Βόρειας Μακεδονίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ως αν η επιστροφή στο ΠΑΣΟΚ που ονειρεύεται να είναι σε ένα βαθιά εθνικιστικό κόμμα.

Μένει προφανώς να φανεί πόσο αποτελεσματική μπορεί να είναι μια τέτοια στρατηγική. Κι αυτό γιατί υπάρχουν και εκείνοι που βλέπουν ένα μοτίβο στην στάση του Λοβέρδου: Είναι πρόθυμος να πηγαίνει με το ρεύμα όταν κρίνει ότι τον συμφέρει, θυσιάζοντας αρχές και αξίες. Όπως και τότε που κατηγορήθηκε, αν και ο ίδιος το αρνείται, για την διαπόμπευση των οροθετικών γυναικών.

Παπανδρέου και Ανδρουλάκης, οι άλλοι δύο διεκδικητές της ηγεσίας με σοβαρές πιθανότητες επιτυχίας, απέφυγαν σε γενικές γραμμές άμεσα πολιτικές τοποθετήσεις στα ζητήματα της επικαιρότητας. Ο Γιώργος προσπάθησε να διαφοροποιηθεί προβάλλοντας ένα έντονα αντιδεξιό προφίλ. Η αρχική θέση του για την ανάγκη «προοδευτικής» κυβέρνησης ερμηνεύτηκε ως άνοιγμα στον ΣΥΡΙΖΑ, ενδεχόμενο που αναγκάστηκε να διαψεύσει. Από εκεί και πέρα έκανε μια καμπάνια χωρίς αιχμές, αν εξαιρέσουμε τις προειδοποιήσεις για «εξωθεσμικά κέντρα». «Δεν θα αναστηθεί το ΠΑΣΟΚ με τις ψήφους της Νέας Δημοκρατίας» υποστήριξε, αναφορά που πήγαινε ευθέως στον Λοβέρδο. Στις τοποθετήσεις του επαναλάμβανε τις γνωστές μεταρρυθμιστικές του απόψεις, από την νομιμοποίηση της κάνναβης ως την κοινωνικοποίηση του ίντερνετ. Το μεγάλο έλλειμμα στην καμπάνια του ωστόσο ήταν η απουσία κάθε αυτοκριτικής ή έστω αναστοχασμού για την περίοδο που ήταν πρωθυπουργός. Είναι σαν να πιστεύει ότι η μαγεία του ονόματος και ίσως μια κάποια νοσταλγία για τις καλύτερες ημέρες, αρκούν για να ξεχαστούν τα λάθη που οδήγησαν στην κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ.

Όσο για τον Νίκο Ανδρουλάκη, η προεκλογική περίοδος μπορεί να θεωρηθεί και μια χαμένη ευκαιρία για να συστηθεί ξανά στο ευρύτερο κοινό της κεντροαριστεράς, μετά την θητεία του στην Ευρωβουλή. Οι ομιλίες του είχαν κυρίως κομματικό προσανατολισμό με ιδιαίτερο βάρος στην ανανέωση και στο πώς αναγεννήθηκαν ευρωπαϊκά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα όπως στην Ισπανία και την Πορτογαλία, ή παλιότερα στη Γαλλία. Η ενότητα, η αδιάλειπτη παραμονή του στα δύσκολα, σε αντίθεση με τον Παπανδρέου και τον Λοβέρδο που ο καθένας, σε διαφορετικές περιόδους, ίδρυσαν τον δικό τους φορέα, αλλά και ο κομματικός πατριωτισμός ήταν η σταθερά όλων του των ομιλιών. Οι αναφορές αυτές προσδιορίζουν και την στρατηγική του: στόχος του το κομματικό κοινό που όμως έχει κουραστεί από τις άγονες αντιπαραθέσεις του παρελθόντος και θέλει ένα νέο πρόσωπο στην ηγεσία. Η εμμονή του σε έναν ενωτικό όχι πολωτικό λόγο είχε ενδεχομένως και μια δεύτερη στόχευση: τον δεύτερο γύρο όπου ο Ανδρουλάκης έχει πλεονέκτημα. Μπορεί να ελπίζει σε ψήφους από τον τρίτο, όποιος και αν είναι αυτός. Αντιθέτως όσοι στηρίζουν Λοβέρδο δύσκολα θα πάνε στον Γιώργο όπως και όσοι στηρίζουν Γιώργο δύσκολα θα πάνε στον Λοβέρδο.

Όσο και αν οι υποψήφιοι όμως το απέφευγαν, υπήρχε ένα ερώτημα στο οποίο όλοι οι δημοσιογράφοι επέμεναν: Τι θα κάνει το ΚΙΝΑΛ αν από τις εκλογές δεν προκύψει κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Θα συνεργαστεί και με ποιον; Έφτανε στα όρια του κωμικού η προσπάθεια όλων των υποψηφίων να αποφύγουν να απαντήσουν. Ακόμα και ο Λοβέρδος στο τελευταίο ντιμπέιτ περιορίστηκε να πει ότι το ερώτημα τον «ταπεινώνει». Ο λόγος είναι προφανής. Όποιος εκ των υποψηφίων δείξει προς τη μία ή την άλλη πλευρά θα βρεθεί κατηγορούμενος ότι θέλει ένα κόμμα δεκανίκι της δεξιάς ή παραμάγαζο του ΣΥΡΙΖΑ. Με μια έννοια η αδυναμία αυτή συμπυκνώνει και το αδιέξοδο του ΚΙΝΑΛ. Για την κοινωνία η απάντηση στο δίλημμα, η απάντηση δηλαδή στο πώς θα διασφαλιστεί η πολιτική σταθερότητα σε κρίσιμους καιρούς, είναι μείζον. Κι ίσως αυτό, η πολιτική σταθερότητα, είναι το κυρίως ζητούμενο, περισσότερο και από το ποια παράταξη θα έχει τον πρώτο λόγο. Δεν έχει βρεθεί όμως ακόμα ο υποψήφιος που θα μπορέσει να απαντήσει πειστικά για λογαριασμό του ΚΙΝΑΛ. Εγκλωβισμένοι στις κομματικές σκοπιμότητες το αποφεύγουν. Όποιος και αν εκλεγεί όμως αυτή θα είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που θα αντιμετωπίσει.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ