Πολιτικη & Οικονομια

Αμερικανικό debate: Οι πρεσβύτες και η επικράτεια των ηλιθίων

Το πρόβλημα δεν είναι το μίσος μεταξύ των μελών της γεροντοκρατίας αλλά το ότι κερδίζει έδαφος το ευρύτερο κοινωνικό μίσος

Σώτη Τριανταφύλλου
Σώτη Τριανταφύλλου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ο Τζο Μπάιντεν και ο Ντόναλντ Τραμπ στο πρώτο debate ενόψει των αμερικανικών εκλογών στις 3 Νοεμβρίου
© EPA/OLIVIER DOULIERY / POOL

Η Σώτη Τριανταφύλλου σχολιάζει το χθεσινό debate μεταξύ Ντόναλντ Τραμπ και Τζο Μπάιντεν ενόψει των προεδρικών εκλογών της 3ης Νοεμβρίου.

Η χθεσινή τηλεμαχία των δύο υποψηφίων για την αμερικανική προεδρία, 35 ημέρες πριν από τις εκλογές, ήταν η πιο βαρετή και ταυτοχρόνως η πιο ντροπιαστική, η πιο ευτελής απ' όσες έχω παρακολουθήσει. Βαρετό είναι κι αυτό το σύντομο κομμάτι. Τα δύο γεροντάκια που προσπαθούσαν να επιδείξουν διανοητικό και σωματικό σφρίγος μού φάνηκαν μια μεταφορά για τις παρηκμασμένες Ηνωμένες Πολιτείες που έχουν γεράσει προτού ωριμάσουν.

Οι ίδιες οι ερωτήσεις του moderator Κρις Γουάλας από το κανάλι Fox έδειχναν ότι ο πολιτικός διάλογος στις σημερινές ΗΠΑ έχει εκπέσει στο επίπεδο των πιο καθυστερημένων πολιτειών. Επί μιάμιση ώρα είχα την εντύπωση ότι έβλεπα δυο πρεσβύτες εκπροσώπους από την κομητεία Φίλιπς στο Άρκανσω, στα βάθη του Μισισιπέως: αυτό που ήθελαν οι επιλεγόμενοι λαϊκιστές, έχει συμβεί· ολόκληρη η χώρα εκφράζεται πλέον όπως οι rednecks, με σχηματικές φράσεις, φτωχό λεξιλόγιο και σαρδάμ ακόμα και στις απλές λέξεις· άνθρωποι με καχεκτική σκέψη αποκαλούν ο ένας τον άλλον «ηλίθιο».   

Στο πρώτο μέρος τα θέματα με τα οποία ασχολήθηκαν οι δύο υποψήφιοι ήταν 1) η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη: ο Τραμπ κατηγόρησε βεβαίως τον Μπάιντεν για «σοσιαλιστικό» πρόγραμμα και ο Μπάιντεν διαχώρισε τη θέση του από την αριστερά του Δημοκρατικού Κόμματος 2) η επιδημία και το πώς τη διαχειρίστηκε ο πρόεδρος 3) το φορολογικό σύστημα που επέτρεψε στον Ντόναλντ Τραμπ να μην πληρώνει φόρους 4) το οικονομικό πρόγραμμα για την επόμενη τετραετία: άραγε, αν εκλεγεί ο Τζο Μπάιντεν θα υπερφορολογήσει τους πιο εύπορους; Θα ενισχύσει την κεντρική κυβέρνηση, το «κράτος»; («Σοσιαλισμός», «Φορολογία», «Κεντρική κυβέρνηση», «Κράτος»: λέξεις που μπορούν να προκαλέσουν λαϊκή εξέγερση).

Ο Γουάλας, αν και Ρεπουμπλικανός, αναγκάστηκε να υψώσει πολλές φορές τη φωνή του για να εμποδίσει τον Ντόναλντ Τραμπ να διακόπτει τον Μπάιντεν, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο Μπάιντεν ήταν ευγενής και ψύχραιμος. Δεν θέλω να τον δικαιολογήσω αλλά μού φαίνεται δύσκολο να ανεχθεί κανείς τον Τραμπ στο ίδιο δωμάτιο. Εν πάση περιπτώσει, ο Μπάιντεν τον αποκάλεσε «παλιάτσο»―όχι ότι ίδρωσε το αυτί του φυσικά. Ένα από τα ισχυρά σημεία του Αμερικανού προέδρου στα μάτια των ψηφοφόρων του είναι αυτού του είδους η αυτοπεποίθηση· η τρέλα του μεγαλείου.

Στο δεύτερο μέρος έγινε, αρχικά, λόγος περί του ρατσισμού, των Αφρο-αμερικανών και του κινήματος Black Lives Matter. Όπως ήταν φυσικό, ο Τραμπ επέμεινε στο προφίλ και στην πολιτική του Νόμου και της Τάξης, ενώ ο Μπάιντεν στην εθνική ενότητα, στο σύνθημα «να ζήσουμε όλοι μαζί», προτείνοντας αντί για «Νόμο και Τάξη», «Νόμο και Δικαιοσύνη». Τα υπόλοιπα θέματα ήταν 1) ο απολογισμός της διοίκησης Τραμπ (τον έκανε μοναχός του: δοξάστε με) και απολογισμός της αντιπροεδρίας του Μπάιντεν επί Ομπάμα (πάλι ο Τραμπ τον έκανε: «ήσουν και παραμένεις χαζός!») 2) η κλιματική αλλαγή (όπου ο Μπάιντεν δήλωσε ότι δεν στηρίζει το Green Deal της ριζοσπαστικής αριστεράς) και 3) το πώς θα γίνουν δίκαιες εκλογές με μαζική ψηφοφορία παρά τον Covid-19 και παρά τις δυσκολίες που θέτει το ίδιο το εκλογικό σύστημα.

Στη διάρκεια του ντιμπέιτ ο Μπάιντεν κοιτούσε συχνά την κάμερα και απευθυνόταν στους ψηφοφόρους σαν να διαφήμιζε κορν-φλέικς. Ενδιαμέσως, είπε στον Τραμπ να σκάσει επιτέλους και στη συνέχεια τον χαρακτήρισε «κανίς του Πούτιν», ενώ ο Τραμπ, που απευθυνόταν διαρκώς στον Μπάιντεν, τον αποκάλεσε «μαριονέτα της αριστεράς». Με λίγα λόγια, αυτό το πρώτο ντιμπέιτ δεν μπορεί να μετακινήσει κανέναν ψηφοφόρο από τον έναν υποψήφιο στον άλλο: ιδιαίτερα οι οπαδοί του Τραμπ θα παραμείνουν οπαδοί του Τραμπ· ο Τραμπ ήταν ίδιος με τον εαυτό του. Όσο για τον Μπάιντεν, δεν διαθέτει την προσωπικότητα που θα μπορούσε να κερδίσει τους δυσαρεστημένους Ρεπουμπλικανούς (που έχουν κινητοποιηθεί) και τους αναποφάσιστους: αν και είχε μια μάλλον καλοήθη παρουσία ως αντιπρόεδρος, το αμερικανικό κοινό απαιτεί από τους προέδρους δυναμικότερο προφίλ, ένα είδος knack - με τον διεστραμμένο τρόπο του ο Τραμπ ανταποκρίνεται σ' αυτή την απαίτηση.

Το πιο ενδιαφέρον και ανησυχητικό ζήτημα ήταν το τελευταίο που έθεσε ο Γουάλας: Θα δεχτείτε ήρεμα το εκλογικό αποτέλεσμα, χωρίς να υποδαυλίσετε ταραχές; Υπόσχεστε ότι η μετάβαση θα γίνει ειρηνικά και δημοκρατικά; Νομίζω ότι πρώτη φορά στη ζωή μου ακούω κάτι τέτοιο σε ντιμπέιτ και σίγουρα πρώτη φορά ακούω έναν υποψήφιο, τον Ντόναλντ Τραμπ, να μη δεσμεύεται: «Αν δεν κάνουν μαϊμουδιές οι Δημοκρατικοί…», απάντησε. «Αν γίνουν όλα όπως πρέπει…» Κοντολογίς, ο Τραμπ μπορεί να επικαλεστεί νοθεία και να ενθαρρύνει το εμφυλιοπολεμικό κλίμα.             

Ευτυχώς που, εξαιτίας των υγειονομικών μέτρων, οι δυο αντίπαλοι δεν έκαναν χειραψία: αν έκαναν κάποιο δάχτυλο θα κοβόταν. Το πρόβλημα όμως δεν είναι το μίσος μεταξύ των μελών της γεροντοκρατίας αλλά το ότι κερδίζει έδαφος το ευρύτερο κοινωνικό μίσος. Χιλιοειπωμένη διαπίστωση· όμως αυτή είναι η βαρετή κατάσταση των πραγμάτων στις σημερινές Ηνωμένες Πολιτείες - στην επικράτεια των ηλιθίων.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ