- CITY GUIDE
- PODCAST
-
15°
Ζόραν Μαμντάνι: Αποκωδικοποιώντας τον νέο δήμαρχο της Νέας Υόρκης
Η σημειολογία της πολιτικής και προσωπικής ταυτότητάς του για τους Δημοκρατικούς και τις ΗΠΑ
Ζόραν Μαμντάνι: Ο προσωπικός και πολιτικός θρίαμβος, και η ισχυροποίηση της προοδευτικής πτέρυγας των Δημοκρατικών
Όπως αναμενόταν εδώ και μήνες, και παρά την ανάκτηση του μομέντουμ εκ μέρους του αντιπάλου του –και πρώην Κυβερνήτη της Νέας Υόρκης, Άντριου Κουόμο– ο αυτοαποκαλούμενος «δημοκρατικός σοσιαλιστής», Ζόραν Μαμντάνι, εξελέγη πανηγυρικά ως ο 111ος Δήμαρχος της Νέας Υόρκης. Παράλληλα, ο Μαμντάνι θα αποτελέσει τον πρώτο μουσουλμάνο ανώτατο αξιωματούχο της πόλης· 24 χρόνια μετά και τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, με τη συγκεκριμένη συνθήκη να υποδεικνύει τη δραματική κοινωνική, πολιτισμική, και εν τέλει πολιτική αλλαγή η οποία έχει συντελεστεί στην πρωτεύουσα του αμερικανικού καπιταλισμού.
Η σημειολογία της επικράτησης του Ζόραν Μαμντάνι είναι πολυδιάστατη, καθώς αφορά τόσο τον πυρήνα του Δημοκρατικού κόμματος, όσο και τις άμεσες και έμμεσες πολιτικές εξελίξεις στις ΗΠΑ, ξεπερνώντας κατά πολύ τα δυτικά όρια της πόλης στον ποταμό Χάντσον. Από τον Φιορέλλο Λα Γκουάρντια και τον Εντ Κοτς, μέχρι τον Ρούντι Τζουλιάνι και τον Μάικλ Μπλούμπεργκ, οι δήμαρχοι της Νέας Υόρκης αναδεικνύονταν –με τον έναν ή τον άλλο τρόπο– ως φιγούρες παναμερικανικού ενδιαφέροντος, όμως κανείς δεν αποτέλεσε εκ προοιμίου αφορμή ώστε το κόμμα στο οποίο ανήκε να βυθιστεί σε μια βίαιη περιδίνηση αναφορικά με τον ιδεολογικό άξονα τον οποίο θα πρέπει να υιοθετήσει στο διηνεκές, όπως συμβαίνει σήμερα με τους Δημοκρατικούς και την προσπάθειά τους να ανταπεξέλθουν απέναντι στην τρέχουσα πολιτική κυριαρχία του Ντόναλντ Τραμπ.
Το πολιτικό φαινόμενο του Ζόραν Μαμντάνι
Όπως και αν το δει κανείς, ο μόλις 34 ετών νέος δήμαρχος της Νέας Υόρκης αποτελεί ένα αδιαμφισβήτητο πολιτικό φαινόμενο. Ινδικής καταγωγής, και γεννημένος στην Ουγκάντα, την υπηκοότητα της οποίας διατηρεί, ο Μαμντάνι γαλουχήθηκε στις αποκαλούμενες προοδευτικές θέσεις της σημερινής woke κουλτούρας, καθώς ο πατέρας του, Μαχμούντ Μαμντάνι, αποτελεί εξέχοντα ακαδημαϊκό των σπουδών της αποαποικιοποίησης, κατέχοντας έδρες στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια –το οποίο πλέον εντάσσεται γεωγραφικά στη δικαιοδοσία του γιου του– αλλά και στο Πανεπιστήμιο του Κέιπ Τάουν.
Ωστόσο, ο Μαμντάνι, ο οποίος μετανάστευσε με την οικογένειά του στις ΗΠΑ στην ηλικία των επτά ετών, παρότι σπούδασε και εκείνος με τη σειρά του αφρικανικές σπουδές, δεν ακολούθησε τη σταδιοδρομία του πατέρα του, αλλά και καμία άλλη· έχοντας πειραματιστεί για ένα διάστημα, και εντελώς ανεπιτυχώς, με τη ραπ –και παρά το σπρώξιμο της μητέρας του και παραγωγού ταινιών, Μίρα Νάιρ, ώστε να καθιερωθεί στον καλλιτεχνικό χώρο, και το οποίο ο ίδιος έχει παραδεχθεί–, ο νέος δήμαρχος της Νέας Υόρκης ξεκίνησε να ασχολείται ενεργά με τον ακτιβισμό, και συνάπτοντας σχέσεις με τους πλέον αριστερόστροφους πολιτικούς αξιωματούχους της Νέας Υόρκης, από το αμιγώς τοπικό έως και το ομοσπονδιακό επίπεδο· σε αυτόν τον επαγγελματικό τομέα, το κατά τα άλλα απολύτως νεκρό του βιογραφικού, έδωσε στον Μαμντάνι όχι απλώς τη δυνατότητα να επιβιώσει σε μια εκ των ανταγωνιστικότερων πόλεων του κόσμου, αλλά και να αναδειχθεί σταδιακά ως ανερχόμενο στέλεχος της προοδευτικής πτέρυγας των Νεοϋορκέζων Δημοκρατικών.
Δεδομένα, η υιοθέτηση μιας εντυπωσιακά ριζοσπαστικής ρητορικής εκ μέρους του –τουλάχιστον για τα αμερικανικά δεδομένα– είχε διττό αποτέλεσμα: από τη μία, ευνόησε την τάχιστη ανέλιξη του Μαμντάνι στα λεγόμενα city politics, καθώς ένα υπολογίσιμο και διαρκώς αυξανόμενο τμήμα των Δημοκρατικών πολιτών της πόλης απηυδούσε με τους εκπροσώπους την κεντρογενούς πτέρυγας του κόμματος, όπως τον Άντριου Κουόμο τον οποίο ο Μαμντάνι κέρδισε σήμερα στην κούρσα για τη Δημαρχία αντιμετωπίζοντάς τον ως ανεξάρτητο μετά και την ήττα του δεύτερου στην πρώτη κούρσα για το χρήσμα του κόμματος, αλλά και τον πρώην Δήμαρχο της πόλης, Έρικ Άνταμς. Από την άλλη, ωστόσο, η χρησιμοποίηση μαρξιστικής λογικής όρων –αλλά και αυτούσιων αποσπασμάτων του Κεφαλαίου του Καρλ Μαρξ, ιδιαίτερα στο παρελθόν– όσο όμως και η υιοθέτηση μιας απολύτως φιλοπαλαιστινιακής στάσης κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης μεταξύ του Ισραήλ και της Χαμάς, οδήγησε τόσο τους εσωκομματικούς, όσο κυρίως τους Ρεπουμπλικάνους αντιπάλους του να τον χαρακτηρίσουν ως πολιτικά επικίνδυνο και εκτός κάθε πολιτικής πραγματικότητας.
Ο Μαμντάνι, καθώς όπως και να κυβερνήσει ως δήμαρχος, θα μπορεί πάντα να λέει πως κέρδισε τη Νέα Υόρκη
Ωστόσο, τελευταίος προφανώς γέλασε, τουλάχιστον σήμερα, ο Μαμντάνι, καθώς όπως και να κυβερνήσει ως δήμαρχος, θα μπορεί πάντα να λέει πως κέρδισε τη Νέα Υόρκη έχοντας αναπαράγει τη θρυλική μαρξιστική φράση «από τον καθένα ανάλογα με τις ικανότητές του, στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του», καθώς παράλληλα αρνήθηκε επανειλημμένα να καταδικάσει την παγκόσμια ιντιφάντα, αγκαλιάζοντας όσο πιο σφιχτά μπορούσε το αντι-ισραηλινό ρεύμα του αμερικανικού προοδευτισμού· οι μέρες του Ρούντι Τζουλιάνι έχουν τελειώσει προ πολλού.
Σε αμιγώς πρακτικό επίπεδο, δεν έχει ιδιαίτερο νόημα να εμβαθύνει κανείς στις λεπτομέρειες των θέσεων του Μαμντάνι. Μεταξύ πολλών εξωπραγματικών άλλων, ο Μαμντάνι έχει υποσχεθεί να παγώσει το κόστος των ενοικίων για τους χαμηλόμισθους εργαζομένους, να δημιουργήσει δημοτικά grocery stores, να καταργήσει κάθε κόμιστρο στα ΜΜΜ της πόλης, να παράσχει καθολική κοινωνική φροντίδα και μέριμνα στα παιδιά της πόλης, να διευρύνει ποικιλοτρόπως τα δικαιώματα της LGBTQ+ κοινότητας, να μειώσει την εγκληματικότητα –αρνούμενος ωστόσο να επενδύσει στην ενίσχυση της τοπικής αστυνομίας– και να αυξήσει τη φορολογία των υψηλών εισοδημάτων. Οι πιθανότητες εφαρμογής των περισσότερων, και πόσο μάλλον δε της επιτυχίας τους, είναι μάλλον εναντίον του, θέτοντάς το μετριοπαθώς.
Το μείζον δεν είναι οι θέσεις του Μαμντάνι σε επίπεδο αστικής πολιτικής, αλλά το γεγονός πως ένας εντελώς εξωτικός τύπος σαν αυτόν, χωρίς να έχει τίποτα απολύτως να επιδείξει σε οποιουδήποτε τύπου κατάρτιση ή επαγγελματική εμπειρία, από σήμερα αποτελεί έναν εκλεγμένο αξιωματούχο μεταξύ όσων απολαμβάνουν τον μεγαλύτερο βαθμό προσωπικής ήπιας ισχύος παγκοσμίως. Η εκλογή του Μαμντάνι αποδεικνύει πως στα αδυσώπητα culture wars των ΗΠΑ, οι Δημοκρατικοί ψηφοφόροι επέλεξαν να δώσουν τη δημαρχία της Νέας Υόρκης σε ένα πρόσωπο το οποίο τους πούλησε επιτυχώς εύηχες ιδέες και αυτοαναφορικά αφηγήματα· «fugazi», όπως έλεγε και ο Μάθιου ΜαΚόναχι στον Λεονάρντο Ντι Κάπριο στη θρυλική σκηνή από το Wolf of Wall Street, το οποίο όμως οι Νεοϋορκέζοι έδωσαν πραγματική υπόσταση, δημιουργώντας ένα πολιτικό δεδικασμένο το οποίο κανείς δε μπορεί πλέον να αγνοήσει.
Το αποτύπωμα του Μαμντάνι στον εσωκομματικό εμφύλιο
Ο προσωπικός και πολιτικός θρίαμβος του Μαμντάνι έρχεται σε μια ιστορική συγκυρία για το Δημοκρατικό Κόμμα, καθώς αυτό ψάχνει να βρει τον πολιτικό του βηματισμό, αλλά και να προσδιορίσει την ιδεολογική του ταυτότητα, στον απόηχο της απόλυτης συντριβής του 2024 από τους Ρεπουμπλικάνους του Ντόναλντ Τραμπ. Έχοντας απωλέσει τόσο τον Λευκό Οίκο, όσο και τις πλειοψηφίες στη Γερουσία και τη Βουλή των Αντιπροσώπων, οι Δημοκρατικοί πασχίζουν να αποφασίσουν ποιος είναι ο ασφαλέστερος δρόμος ώστε να ανταπεξέλθουν στην ενδιάμεσες εκλογές του 2026, και –κυρίως– στις προεδρικές του 2028, όπου δεν υπάρχει πλέον καμία δυνατότητα μιας ακόμα αποτυχίας. Από τη μία, υπάρχει η επιλογή ενός μίγματος πολιτικής τρίτου δρόμου, με το οποίο τόσο ο Μπιλ Κλίντον, όσο όμως και οι Μπαράκ Ομπάμα και Τζο Μπάιντεν σημείωσαν σαρωτικές νίκες και προχώρησαν σε ορισμένες θεμελιώδεις μεταρρυθμίσεις· πολιτικά, η συγκεκριμένη προσέγγιση είναι η μόνη που βγάζει νόημα, καθώς –ιδιαίτερα στα προεδρικά συστήματα– η γραμμή ανάμεσα στη νίκη και την ήττα χαράσσεται από τους μετριοπαθείς κεντρώους, και συχνά κομματικά ανένταχτους ψηφοφόρους.
Με τον Τραμπ να έχει δώσει αρκετό πλέον χώρο στις συντηρητικότερες πτέρυγες των Ρεπουμπλικάνων ώστε να έχει τις πλειοψηφίες στο Κογκρέσο υπό τον έλεγχό του, η στροφή των Δημοκρατικών προς το κέντρο μοιάζει αυτονόητη. Ιδιαίτερα από τη στιγμή που ο ίδιος ο Αμερικανός Πρόεδρος, του οποίου η προσωπική απήχηση έτσι κι αλλιώς βαίνει φθίνουσα κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών, παραδέχθηκε εμμέσως πλην σαφώς πως το Αμερικανικό Σύνταγμα δεν του δίνει τη δυνατότητα να είναι ξανά υποψήφιος το 2028.
Όμως, το πρόβλημα των μετριοπαθών Δημοκρατικών είναι πως δεν έχουν καταφέρει να εντοπίσουν ακόμα τον δικό τους πολιτικό προφήτη. Το ανεπανάληπτο χάρισμα του Μπαράκ Ομπάμα εξακολουθεί ακόμα να σκεπάζει τις φιλοδοξίες κάθε κεντρογενούς στελέχους, καθώς κανείς δεν μπορεί να συγκριθεί μαζί του τόσο σε ρητορική δεινότητα, όσο και σε προσωπική απήχηση· θαρρείς πως αν μπορούσαν, οι Δημοκρατικοί θα κατέβαζαν τον Ομπάμα σε κάθε προεδρική κούρσα, μέχρι ο ίδιος να μην άντεχε πλέον να σταθεί.
Η νίκη του Μαμντάνι στη Νέα Υόρκη ισχυροποιεί στον απόλυτο βαθμό την προοδευτική πτέρυγα των Δημοκρατικών στην εσωτερική ισορροπία των δυνάμεων
Από την άλλη, η προοδευτική και ριζοσπαστική πτέρυγα του κόμματος έχει πλέον τόσο το εσωτερικό πολιτικό μομέντουμ, όσο όμως και τα πρόσωπα τα οποία σηματοδοτούν τη στροφή του κόμματος προς τα αριστερά. Η πολιτική κληρονομιά των δύο συνεχόμενων προσπαθειών του τυπικά ανεξάρτητου Γερουσιαστή από το Βερμόντ, Μπέρνι Σάντερς, ώστε να κερδίσει εκείνος το χρίσμα του κόμματος έναντι της Χίλαρι Κλίντον το 2016, και του Τζο Μπάιντεν του 2020, και η οποία κανονικοποίησε τον όρο του «Δημοκρατικού Σοσιαλισμού» στις τάξεις των Δημοκρατικών, επιτρέπουν σε προσωπικότητες όπως τον Μαμντάνι, αλλά και τη βουλευτή από το Μπρούκλιν, Αλεξάντρια Οκάσιο Κορτέζ –γνωστή παγκοσμίως ως AOC– να μετακινηθούν από τις ακρότατες αριστερές παρυφές του κόμματος, ολοταχώς προς τον πυρήνα του. Στην ουσία, η νίκη του Μαμντάνι στη Νέα Υόρκη ισχυροποιεί στον απόλυτο βαθμό την προοδευτική πτέρυγα των Δημοκρατικών στην εσωτερική ισορροπία των δυνάμεων, καθώς λόγω της ιστορικότητάς της αποκτά σαφείς συμβολικές διαστάσεις, άρα και αυτονόητες πολιτικές προεκτάσεις· το γεγονός πως ο ίδιος ο Τραμπ προεκλογικά δήλωσε πως στήριζε τον Κουόμο αποτελεί το απόλυτο δώρο στον Μαμντάνι, αλλά και στους εσωκομματικούς του ομοϊδεάτες.
Ο θρίαμβος του Μαμντάνι ελλοχεύει υπαρξιακού επιπέδου κινδύνους για τους Δημοκρατικούς. Βλέποντάς το επιφανειακά, η επικράτησή του –και η πιθανή επικράτηση των «Δημοκρατικών Σοσιαλιστών», ό,τι κι αν αυτό σημαίνει, όπως και αυτοπροσδιορίζονται έναντι των υπολοίπων Δημοκρατικών– υποδεικνύει πως η πολιτική συνταγή της σύγκρουσης με το εσωκομματικό κατεστημένο μπορεί να αποδειχθεί αποτελεσματική, όπως πρώτος δίδαξε ο Τραμπ στους συστημικούς Ρεπουμπλικάνους. Εύλογα θα αναρωτάται κανείς, γιατί λοιπόν είτε ο ίδιος, είτε η AOC –η οποία βρίσκεται στην κατάλληλη ηλικία, με τον Σάντερς να έχει κλείσει πλέον τα 84– να μην κερδίσει και εκείνη τον Λευκό Οίκο, ως η πρωσοποποίηση του αριστερίζοντος αντισυστημισμού, αλά Τραμπ;
Ωστόσο, δύο συνθήκες μπορούν να συνθλίψουν το συγκεκριμένο το αφήγημα: πρώτον, το αμερικανικό εκλογικό σώμα είναι εγγενώς συντηρητικό, γεγονός το οποίο καθιστά εκ προοιμίου τους ψηφοφόρους των προαστίων και της επαρχίας σαφώς φιλικότερους προς τον Τραμπ –ο οποίος έχει επιδείξει μια εντυπωσιακή ικανότητα να επανεφευρίσκει τον εαυτό του, θέτοντας εαυτόν ως το επίκεντρο του νέου ιδεολογικού άξονα του κόμματος–, εν αντιθέσει με τις θέσεις του Μαμντάνι, οι οποίες συγκρούονται δομικά με τον αμερικανικό συντηρητισμό. Δεύτερον, η πλήρης αφομοίωση των πάσης φύσεως υπερβολών της εξαιρετικά ορατής, μα παναμερικανικά μειοψηφικής, προοδευτικής μειοψηφίας του αμερικανικού εκλογικού σώματος προσωποποιεί τη λέξη «κίνδυνος» για τον μετριοπαθή ψηφοφόρο, ο οποίος την αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό, αν όχι αμιγώς εχθρικά.
Η νίκη του Μαμντάνι ισχυροποιεί στον απόλυτο βαθμό την προοδευτική πτέρυγα των Δημοκρατικών στην εσωτερική ισορροπία των δυνάμεων
Σαφώς, είναι αδύνατο κανείς να προβλέψει τις λεπτομέρειες του πολιτικού χρόνου σε μια τριετία από σήμερα. Όμως μια μακροσκοπική ματιά στην αμερικανική πολιτική ιστορία σε καμία περίπτωση δεν είναι ιδιαίτερα ευνοϊκή για μια επανάληψη ενός αντίστοιχου θριάμβο σαν τον σημερινό του Μαμντάνι σε εθνικό επίπεδο.
Μια χώρα σε σύγκρουση με τον εαυτό της, ολοζώντανη
Η ανάδειξη ενός άεργου προοδευτικού 34χρονου ινδικής καταγωγής μουσουλμάνου με ουγκαντέζικο διαβατήριο στη δημαρχία της σημαντικότερης πόλης στον κόσμο –όπως και αν το δει κανείς– η οποία βίωσε όσο καμία άλλη τον όλεθρο της τζιχανστιστικής τρομοκρατίας, μοιάζει με ανέκδοτο. Έτσι έμοιαζε όμως και η ανάδειξη του Ντόναλντ Τραμπ, ενός δοξασμένου playboy, και έξι φορές χρεοκοπημένου μεγιστάνα –και επίσης Νεοϋορκέζου– ως τον φυσικό ηγέτη του κόμματος του Αβραάμ Λίνκολν, του Θίοντορ Ρούζβελτ, του Ντουάιτ Άιζενχάουερ και του Ρόναλντ Ρίγκαν.
Για δεκαετίες μια σειρά ημι-διανοούμενων και διανοητών υποστήριζαν πως η Λατινική Αμερική αποτελεί ένα αυθεντικό κοινωνικό πείραμα λόγω της παραδοσιακά ισχυρής σοσιαλιστικής παράδοσης σε χώρες όπως η Νικαράγουα, η Κολομβία, η Χιλή, η Κούβα, η Βενεζουέλα, η Βολιβία και ούτω καθεξής, οι οποίες μοιάζουν αέναα καθηλωμένες σε μια διαρκή ακινησία· το αποτέλεσμα των δημαρχιακών εκλογών στη Νέα Υόρκη, όπως και το αντικειμενικό πολιτικό φαινόμενο του Ντόναλντ Τραμπ αποδεικνύουν πως τελικά το κοινωνικό πείραμα –εξακολουθεί να– συντελείται στην ισχυρότερη χώρα του κόσμου, και δη με αφετηριακό σημείο την πρωτεύουσα του παγκόσμιου καπιταλισμού.
Ο Ομπάμα απέφυγε να δώσει επίσημα τη στήριξή του στον Μαμντάνι πριν τις εκλογές
Ανεξαρτήτως πολιτικής τοποθέτησης, οφείλει κανείς να αναγνωρίσει πως ο Μαμντάνι πέτυχε το απολύτως αδιανόητο, ενώ η επικράτησή του δεδομένα αποτελεί έναν πολιτικό και προσωπικό θρίαμβο για ένα τμήμα του αμερικανικού εκλογικού σώματος –είτε αυτό περιλαμβάνει μετανάστες γενεών έντονης ενθοτικής και μη δυτικής ταυτότητας, είτε μουσουλμάνους, είτε αυθεντικούς σοσιαλιστές, είτε απολογητές του κομμουνισμού–, το οποίο σε έναν πολύ μικρό βαθμό μπορεί να παραλληλιστεί με τη σημειολογία του θριάμβου του Μπαράκ Ομπάμα έναντι του Τζον Μακέιν πίσω στο 2008 για τους αφροαμερικανούς ψηφοφόρους.
Όμως, ο ίδιος ο Ομπάμα απέφυγε να δώσει επίσημα τη στήριξή του στον Μαμντάνι πριν τις εκλογές, επιλέγοντας να αρκεστεί σε μάλλον τυπικούς ευφημισμούς για την οργάνωση της προεκλογικής εκστρατείας του νέου πλέον Δημάρχου της Νέας Υόρκης. Ενδεχομένως ο πρώην Πρόεδρος να βλέπει πολύ πιο μπροστά από τον Μαμντάνι, τον Σάντερς, την AOC, και τους εσωκομματικούς τους υποστηρικτές, οι οποίοι έχουν πλέον έναν ακόμα λόγο να πιστεύουν πως ήρθε πλέον η δική τους στιγμή στον ήλιο, όπως λένε στις ΗΠΑ. Αν είναι όντως έτσι, ο επόμενος Προέδρος των ΗΠΑ μάλλον θα είναι και αυτός Ρεπουμπλικάνος.
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Περιορίζονται δραστικά οι πτήσεις εξωτερικού προς το Καράκας
Συνεδριάζει σήμερα δικαστήριο του Παρισίου για την αναστολή λειτουργίας του
Η ιστορία της Emma άνοιξε συζήτηση για τις οργανωμένες κλοπές κινητών στο Λονδίνο και τον ρόλο των social media στην ταυτοποίηση δραστών
Οι ιστορικές αλήθειες και η διατήρηση ενός εθνικού μυθιστορήματος
Συναγερμός στις ιρλανδικές αρχές
Σε δύσκολη θέση ο πρωθυπουργός της χώρας
Τα έγγραφα δείχνουν ότι η Χαμάς επιδίωξε να εκμεταλλευτεί το έργο των ΜΚΟ για στρατιωτικούς σκοπούς
«Πρόκειται για τεράστιο λάθος», δήλωσε ο συνιδρυτής της Microsoft
«Don't look back in anger», προέτρεψε o Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ
Kαρπός σχέσης του με τη Σβετλάνα Κριβονογκίχ, πρώην καθαρίστρια
Με αφορμή μια δήλωση του αρμόδιου υπουργού
Mεγάλη έρευνα που αφορά συνολικά 13 ονομαστά brands
Συνάντηση του ρώσου προέδρου με τον ινδό πρωθυπουργό, Ναρέντρα Μόντι
1,8 εκατομμύρια άνθρωποι λαμβάνουν τη βασική εισοδηματική στήριξη
Οι Dauvergne εκτρέφουν περίπου 350.000 σαλιγκάρια τον χρόνο
Η επίθεση οδήγησε τελικά στον θάνατο της Ντον Στέρτζες, μητέρας τριών παιδιών
Η γραπτή δήλωσή της μετά τις κατηγορίες για διαφθορά και απάτη
Τα ίχνη του άνδρα χάθηκαν πριν από δύο εβδομάδες
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.