Αθλητισμος

Δήμος Ζαχαρός: Όταν έχασα την όρασή μου, φοβήθηκα ότι θα χάσω το ποδόσφαιρο - Ευτυχώς αυτό δεν έγινε

Μία συνάντηση με τον αθλητή της Ελληνικής Εθνικής Ομάδας Ποδοσφαίρου Τυφλών στη Θεσσαλονίκη

Γιάννης Γκουμάκης
Γιάννης Γκουμάκης
12’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ο Δήμος Ζαχαρός, παίκτης της Ελληνικής Εθνικής Ομάδας Ποδοσφαίρου Τυφλών και της Ομάδας Ποδοσφαίρου Τυφλών «Ο Πυρσός» στη Θεσσαλονίκη, μιλάει για το ποδόσφαιρο τυφλών, τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει εντός κι εκτών γηπέδων.

Ο Δήμος Ζαχαρός, παίκτης της Ελληνικής Εθνικής Ομάδας Ποδοσφαίρου Τυφλών και της Ομάδας Ποδοσφαίρου Τυφλών «Ο Πυρσός» στη Θεσσαλονίκη, μιλάει για το ποδόσφαιρο τυφλών, τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει εντός κι εκτών γηπέδων.

Ο Δήμος Ζαχαρός γεννήθηκε το 1978 στη Συκή, ένα γραφικό χωριό στο Πήλιο. Από την ηλικία των 20 η ζωή του μεταλλάχθηκε, αφού άρχισε να χάνει σταδιακά την όρασή του λόγω της μελαγχρωστικής αμφιβληστροειδοπάθειας, μίας πάθησης του αμφιβληστροειδή του ματιού. Σήμερα, στα 44 του ζει στη Θεσσαλονίκη με την οικογένειά του, εργάζεται στη Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και είναι παίκτης στην Ομάδα Ποδοσφαίρου Τυφλών «Ο Πυρσός», μίας εκ των δύο ομάδων ποδοσφαίρου τυφλών στην Ελλάδα. Παράλληλα παίζει και στην Ελληνική Εθνική Ομάδα Ποδοσφαίρου Τυφλών. Όπως ο ίδιος μου λέει, δυσκολία υπάρχει παντού. «Απλά όταν έχεις ένα πρόβλημα, ίσως να είναι κάποια πράγματα πιο δύσκολα. Όχι ότι δεν γίνονται».

Τον συνάντησα στην Καλαμαριά πέριξ του Εθνικού Σταδίου Μίκρας, στο ειδικά διαμορφωμένο γήπεδο που προπονείται ο «Πυρσός», στην προπόνηση. Λειψοί σε αριθμούς λόγω τραυματισμών στο τουρνουά που προηγήθηκε στην Αθήνα, τα κουδουνίσματα από την ειδική μπάλα και οι κατευθυντήριες οδηγίες της γυμνάστριας Χρύσας, έξω απ’ τις γραμμές, αντηχούσαν ως το σημείο που πάρκαρα. Τελειώνοντας την προπόνησή του, καθίσαμε μαζί στον πάγκο και τα είπαμε. Τον ρώτησα πώς γίνεται να παίζει μπάλα κάποιος στα 44, πόσο μάλλον, τυφλός. Μου απάντησε πως έπαιζε πριν τυφλωθεί, στο χωριό με τα παιδιά της ηλικίας του.

«Οι αναμνήσεις που έχω από τα παιδικά μου χρόνια στο χωριό έχουν μόνο θετικό πρόσημο. Έχω κρατήσει και έχω ακόμα επαφές με τους συμμαθητές μου, με τους παιδικούς μου φίλους», μου κατέθεσε ξεκινώντας τη συζήτηση με τον τρόπο που κάνει κάποιος που ετοιμάζεται να πει μια ιστορία. «Η ζωή στο χωριό ήταν πάρα πολύ όμορφη, ανεμελιά, παιδικά χρόνια όμορφα. Ήμασταν παρέα πάρα πολλά παιδιά. Παίζαμε ποδόσφαιρο, παίζαμε οτιδήποτε. Θυμάμαι κάθε καλοκαίρι που πηγαίναμε με τα πόδια στη θάλασσα. Γυρνούσαμε στο χωριό μετά ηλιοκαμένοι και πολλές φορές γυρνούσαμε και μαλωμένοι, γιατί υπήρχαν εντάσεις για διάφορα θέματα. Για ομάδες, ποδόσφαιρο, γενικά. Θυμάμαι επίσης ότι ήμασταν όλη μέρα με μια μπάλα στα χέρια, πηγαίναμε στο γήπεδο το οποίο δεν ήταν και γήπεδο εδώ που τα λέμε… Πιο πολύ γήπεδο και χωράφι μαζί. Αλλά δεν μας πείραζε καθόλου».

Ο Δήμος Ζαχαρός, παίκτης της Ελληνικής Εθνικής Ομάδας Ποδοσφαίρου Τυφλών και της Ομάδας Ποδοσφαίρου Τυφλών «Ο Πυρσός» στη Θεσσαλονίκη, μιλάει για το ποδόσφαιρο τυφλών, τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει εντός κι εκτών γηπέδων.

«Ήσουν καλός στο ποδόσφαιρο;», τον ρωτάω με αμεσότητα -ίσως και χαρακτηριστική αφέλεια-, για να πάω εκεί που θέλω τη συζήτηση.

«Αυτό καλύτερα να το πουν οι άλλοι, αλλά εγώ πιστεύω ότι ήμουν πολύ καλός! Γιατί είμαι και μετριόφρων πάνω από όλα!», μου απαντάει γελώντας, όπως κάποιος που αναπολεί παιδικές αναμνήσεις. «Ναι, μου άρεσε το ποδόσφαιρο, μου αρέσει και θα μου αρέσει πάντα. Δεν μπορώ να πω ότι είμαι πολύ αθλητής, αθλητικός τύπος κι αυτά, αλλά το ποδόσφαιρο είναι κάτι το οποίο με τρελαίνει. Βγάζω τον εαυτό μου ουσιαστικά. Με τρελαίνει, με πάει σε άλλη διάσταση. Έπαιζα και πριν χάσω την όραση μου, παίζω και μετά» εξηγεί.

«Στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο δεν είχα κάποιο πρόβλημα όρασης. Βέβαια είχα μυωπία, όπως αρκετοί άνθρωποι. Μόλις τελείωσα το Λύκειο αποφάσισα να φύγω απ’ το χωριό, γιατί ήθελα το βήμα παραπέρα. Και αποφάσισα να έρθω στη Θεσσαλονίκη μόνιμα, να σπουδάσω σε ένα ΙΕΚ Πληροφορικής. Ήταν κάτι που με ενδιέφερε από τότε, ήταν τα πρώτα βήματα στην Ελλάδα και ο τομέας της πληροφορικής είχε αρχίσει να αναπτύσσεται, οπότε ήθελα να ασχοληθώ με αυτό. Επέλεξα τη Θεσσαλονίκη, γιατί ήταν και οι δύο οι αδερφές μου εδώ, η μεγάλη μου αδερφή, η Γιάννα, και η Μαρία, οπότε ήταν ένα περιβάλλον γνωστό και υπήρχε κάποιος άλλος εδώ από την οικογένεια. Το θέμα είναι ότι στη πορεία των σπουδών μου στον ΙΕΚ άρχισε σιγά-σιγά να εμφανίζεται το πρόβλημα όρασης πιο έντονο, άρχισα να χάνω φως δηλαδή και μετά από εξετάσεις καταλήξαμε στην πάθηση. Μελαγχρωστική αμφιβληστροειδοπάθεια, η οποία είναι μια πάθηση που σταδιακά χάνεις το φως σου και κάποια στιγμή τυφλώνεσαι. Βέβαια, όσο κι αν ακούγεται περίεργο, δεν ήταν τόσο τρομακτικό, τόσο άγνωστό. Λόγω της μεγάλης μου της αδερφής, η οποία έχει και αυτή το ίδιο πρόβλημα και δεν ξέρω… αλλά νομίζω ότι η μετάβαση από την μια ζωή στην άλλη ήταν πιο ομαλή και πιο εύκολη. Δεν μας πήρε από κάτω, γιατί μας είχαν μάθει οι γονείς μας να είμαστε άνθρωποι… να παλεύουμε για οτιδήποτε μας συμβεί στη ζωή και αυτό ήταν το σημαντικότερο πράγμα. Με βοήθησε να προσαρμοστώ πιο εύκολα στην καινούργια μου κατάσταση» σημειώνει.

«Στην αρχή υπήρχαν δυσκολίες. Είχα ανασφάλειες, ειδικά το πρώτο χρονικό διάστημα όταν άρχισα να κυκλοφορώ με μπαστούνι στη Θεσσαλονίκη, νόμιζα ότι περνούσα από κάπου κι ότι όλοι κοιτούσαν κι ασχολιόντουσαν με μένα. Σιγά-σιγά με τον καιρό, άρχισαν να μην με αγγίζουν αυτά, να γίνομαι λίγο πιο σκληρός, πια ανθεκτικός γιατί το έψαξα μέσα μου και αποφάσισα ότι αν δεν βοηθήσω εγώ ο ίδιος τον εαυτό μου, δεν υπάρχει περίπτωση να με βοηθήσει κανένας άλλος. Και μέσω αυτής της βοήθειας προς τον εαυτό μου, βοηθάω και τους γύρω μου και τους υπόλοιπους να δουν τα πράγματα διαφορετικά. Το θέμα είναι εσύ τι θέλεις να κάνεις και πώς θα προχωρήσεις τη ζωή σου» εξομολογείται.

«Αφού κατάφερα και τελείωσα λοιπόν, πήγα στη Σχολή Τηλεφωνητών στη Σχολή Τυφλών Θεσσαλονίκης και αποφάσισα να πάω εκεί, γιατί μέχρι τότε -και γενικά μέχρι σήμερα, μικρές είναι οι εξαιρέσεις- το μόνο επάγγελμα που θα μπορούσε να κάνει κάποιος που έχει πρόβλημα όρασης, είναι τηλεφωνητής σε κάποια υπηρεσία».

Φοβήθηκε ποτέ ότι θα χάσει κάτι εντελώς λόγω της όρασης; Το ποδόσφαιρο για παράδειγμα, ή κάτι άλλο; «Φυσικά φοβήθηκα. Όχι μόνο το ποδόσφαιρο, γενικά τον αθλητισμό, γενικά την ανεξάρτητη κίνηση. Ήμουν στην Θεσσαλονίκη, δεν θα μπορούσα να πάρω το αμάξι μου και να κατέβω π.χ. ένα σαββατοκύριακο στο χωριό και να γυρίσω πίσω. Για να γίνει αυτό θα έπρεπε να πάρω το λεωφορείο, να πάω στο χωριό, να γυρίσω… Η οδήγηση μου έλειψε πολύ. Θα ήθελα να οδηγήσω, να έχω το δικό μου αμάξι και να μπορώ να μετακινηθώ, να πηγαίνω στους φίλους μου, στη θάλασσα και φυσικά ο αθλητισμός που μέχρι τότε δεν ήξερα ότι μπορώ να ασχοληθώ με κάτι, γιατί μέχρι τότε τα πράγματα στην Ελλάδα είναι λίγο αργά» απαντά ο Δήμος Ζαχαρός.

Ο Δήμος Ζαχαρός, παίκτης της Ελληνικής Εθνικής Ομάδας Ποδοσφαίρου Τυφλών και της Ομάδας Ποδοσφαίρου Τυφλών «Ο Πυρσός» στη Θεσσαλονίκη, μιλάει για το ποδόσφαιρο τυφλών, τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει εντός κι εκτών γηπέδων.

«Τελικά, δεν ήταν τυχαίο που πήγα στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, γιατί δουλεύω τώρα εκεί σαν πληροφορικός στην υπηρεσία που έχουμε για ΑμΕΑ γενικά, για τα άτομα με πρόβλημα όρασης κυρίως, αλλά εξυπηρετούμε όλα τα ΑμΕΑ φοιτητές. Είναι ένα περιβάλλον, το οποίο, ειδικά στον χώρο της Βιβλιοθήκης, δεν έχω λόγια, οι άνθρωποι, οι συνάδελφοι με έχουν αγκαλιάσει από την πρώτη στιγμή και σαν φοιτητής όταν πήγαινα εκεί και με βοηθούσαν στα βιβλία και σε όλα αυτά. Αλλά και μετά, που όπως τα φέρνει η ζωή, γίναμε και συνάδελφοι πια είμαστε όλο και πιο κοντά. Οπότε τέλος καλό, όλα καλά με το Πανεπιστήμιο. Μετά ξεκίνησα στη Σχολή Τηλεφωνητών και εκεί ήταν που εκπληρώθηκε και ένα απ’ τα άγχη μου που είχα όταν έχασα την όρασή μου, το θέμα του αθλητισμού» συμπληρώνει.

«Στη Σχολή Τυφλών είχε ιδρυθεί το 1997 ένας αθλητικός σύλλογος Η Αθλητική Ένωση Τυφλών Ο Πυρσός, ο οποίος καλλιεργούσε και καλλιεργεί τα αθλήματα για άτομα όρασης. Εγώ κάτι τέτοιο μέχρι τότε δεν ήξερα ότι υπάρχει στην Ελλάδα. Είχα ακούσει για το εξωτερικό, ότι υπήρχαν διάφοροι σύλλογοι και αθλητές γενικά με αναπηρία και με πρόβλημα όρασης. Στην Ελλάδα είμαστε πιο πίσω, αλλά σιγά-σιγά ήρθε και σε εμάς. Και με μεγάλη μου χαρά ανακάλυψα ότι υπήρχαν κι άτομα που έπαιζαν και ποδόσφαιρο και φυσικά δεν έχασα χρόνο κι άρχισα να συμμετέχω κι εγώ στις προπονήσεις» εξηγεί.

«Δυσκολεύτηκες στο παιχνίδι στην αρχή; Είσαι και αρχηγός στην ομάδα», ρωτώ. «Είμαι ο πιο μεγάλος στην ομάδα, οπότε τιμής ένεκεν με κάνανε κι αρχηγό, γιατί πόσο καιρό ακόμα; Θα παίξω κανένα χρόνο ακόμα; Δε νομίζω… θα δούμε. Είναι πάρα πολύ ωραία εμπειρία. Μέσω της ομάδας, και γενικά του ποδοσφαίρου, έχω γυρίσει όλον τον κόσμο, έχω γνωρίσει πράγματα και έχω κάνει ταξίδια, τα οποία τι να πω… ούτε στα πιο τρελά μου όνειρα» απαντά.

Ο Δήμος Ζαχαρός, παίκτης της Ελληνικής Εθνικής Ομάδας Ποδοσφαίρου Τυφλών και της Ομάδας Ποδοσφαίρου Τυφλών «Ο Πυρσός» στη Θεσσαλονίκη, μιλάει για το ποδόσφαιρο τυφλών, τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει εντός κι εκτών γηπέδων.

«Το ποδόσφαιρο τυφλών παίζεται σε ένα γήπεδο 5 x 5, μικρό γήπεδο δηλαδή, δεν είναι κανονικό γήπεδο. Παίζουν 4 τυφλοί μέσα κι ο τερματοφύλακας που είναι βλέπων. Όλοι οι τυφλοί κι απ’ τις δύο ομάδες φορούν μια μάσκα στα μάτια ώστε να είναι όλοι ισότιμοι, γιατί κάποιος μπορεί να έχει λίγη όραση, να έχει αντίληψη φωτός και να υπερτερεί σε σχέση με τους υπόλοιπους αθλητές. Οπότε φορούν όλοι μια μάσκα ώστε να μην βλέπει κανένας τίποτα. Πίσω από την αντίπαλη εστία υπάρχει ένας βλέπων, ο οδηγός, που καθοδηγεί ουσιαστικά την επίθεση της ομάδας. Ο προπονητής είναι στο κέντρο του γηπέδου και καθοδηγεί όταν η μπάλα παίζεται στο κέντρο κι ο τερματοφύλακας μιλάει την άμυνά του ουσιαστικά όταν επιτίθεται η αντίπαλη ομάδα. Στην αρχή ήταν δύσκολα τα πράγματα. Δηλαδή εντάξει να έχεις επαφή με την μπάλα, να ξέρεις ανά πάσα στιγμή που βρίσκεσαι, να μπορείς να προσαρμοστείς και να ξέρεις που βρίσκεται ο συμπαίχτης σου, που βρίσκεται ο αντίπαλος, το να μην χτυπήσεις. Γιατί έχει και τρέξιμο, δεν είναι ότι απλά είσαι στατικός ή περπατάς στον δρόμο μόνος σου. Είναι 8 άτομα, αν το καλοσκεφτείς, μέσα, οι οποίοι τρέχουν ασταμάτητα προς κάθε κατεύθυνση όπου ακούγεται η μπάλα. Απλά η μπάλα έχει κουδουνάκι μέσα, ούτως ώστε όταν κυλάει, να ακούγεται. Όταν πας να διεκδικήσεις την μπάλα πρέπει να πεις “voy”, που σημαίνει στα ισπανικά “πάω” για να καταλάβει ο αντίπαλος ότι πας κι εσύ, αλλιώς είναι φάουλ. Πιστεύω ότι αν δεν έχεις λίγο τρέλα μέσα σου, δε νομίζω ότι μπορείς να μπεις μέσα να παίξεις ποδόσφαιρο. Πρώτα πρέπει να το αγαπάς πάρα πολύ αυτό που κάνεις και δεύτερον να έχεις λίγο τρέλα, γιατί έχει πάρα πολλούς τραυματισμούς. Δηλαδή λίγο να αφαιρεθείς ή λίγο να αφαιρεθεί ο αντίπαλος μπορεί να τραυματιστείς. Έχω ανοίξει κεφάλια, έχω κάνει, δε θυμάμαι, πόσα ράμματα, έχω κάνει μηνίσκο -εντάξει αυτό δεν έχει σχέση- έχω κάνει χιαστό, αλλά παρόλα αυτά… είμαι εκεί. Ειδικά μια φορά έχω πέσει σε μια κολώνα που είχε ο φράχτης του γηπέδου, γιατί στην άκρη του γηπέδου δεν έχει κανένα πλάγιο. Έχει κάποια προστατευτικά γύρω στο 1,5 – 1,20 για να χτυπάει η μπάλα και να επιστρέφει πάλι μέσα. Παλιότερα όμως παίζαμε και δεν είχε αυτά τα προστατευτικά. Έχασα λίγο τον προσανατολισμό μου και καρφώθηκα στην κολώνα. Άνοιξε λίγο το κεφάλι μου και είχα κάνει 5-6 εσωτερικά ράμματα κι άλλα τόσα απ’ έξω. Αυτό είχε γίνει τα πρώτα χρόνια. Το 2001. Παίζαμε πανελλήνιο πρωτάθλημα Αθήνα - Θεσσαλονίκη και είχαμε κατέβει στην Αθήνα να παίξουμε το παιχνίδι. Γύρισα με ένα κεφάλι μπανταρισμένο. Αφού το ξεπέρασα αυτό, μετά λέω εντάξει, δεν είναι κάτι, πάμε παρακάτω. Αλλά μικροτραυματισμούς και τέτοια, ράμματα, μύτη, κεφάλι, καρούμπαλα τέτοια, γονατιές… συχνό φαινόμενο. Αλλά δεν είναι κάτι το οποίο θα με σταματήσει. Εδώ έκανα χιαστό και δεν σταμάτησα. Δεν υπάρχει περίπτωση. Από θέμα τραυματισμών τα έχω δει όλα και δε νομίζω ότι θα προκύψει κάτι άλλο, αλλά ποτέ δεν ξέρεις! Τώρα είμαστε και πιο έμπειροι, πιο προσεχτικοί. Έχουν αλλάξει οι συνθήκες, δεν είναι όπως ήταν τότε, υπάρχουν τα προστατευτικά, είμαστε πιο οργανωμένοι μπορώ να πω, είμαστε πιο σίγουροι, πιο ασφαλείς» μου αποκαλύπτει.

Ο Δήμος Ζαχαρός, παίκτης της Ελληνικής Εθνικής Ομάδας Ποδοσφαίρου Τυφλών και της Ομάδας Ποδοσφαίρου Τυφλών «Ο Πυρσός» στη Θεσσαλονίκη, μιλάει για το ποδόσφαιρο τυφλών, τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει εντός κι εκτών γηπέδων.

«Ξεκίνησα να παίζω το 1999 – 2000 στην ομάδα του Πυρσού. Παίζαμε το πανελλήνιο πρωτάθλημα, γιατί στην Ελλάδα υπάρχουν δύο ομάδες. Υπάρχει στην Αθήνα ο Κεραυνός και στη Θεσσαλονίκη ο Πυρσός, αλλά με τον Πυρσό συμμετείχαμε σε διεθνή τουρνουά. Έχουμε πάει Ιταλία 3-4 φορές, έχουμε πάει Τσεχία, έχουμε πάει στη Γαλλία στο Μπορντώ, στην Κύπρο, στη Ρωσία στη Μόσχα… γενικά έχουμε κάνει όλη την Ευρώπη. Μετά τις πρώτες μου συμμετοχές κλήθηκα και στην Εθνική Ομάδα Ποδοσφαίρου Τυφλών που είμαι μέλος από το 2000 ακόμα και σήμερα. Κι εκεί ήταν εμπειρίες απίστευτες, ταξίδια απίστευτα. Ήτανε και η χρονιά πριν το 2004, που υπήρχε πολλή οργάνωση. Πηγαίναμε πάρα πολλά ταξίδια, είχαμε πάρει συμμετοχές με την Εθνική Ομάδα, στην Αργεντινή, έχουμε πάει στο Μπουένος Άιρες. Σκέψου ότι πήγαμε στο Μπουένος Άιρες 5 μέρες για ένα τουρνουά τον Απρίλιο του 2004, που ήταν προ-ολυμπιακή χρονιά, που τώρα δεν μπορούμε να πάμε μέχρι την Αθήνα. Μετά είχαμε πάει στη Βραζιλία, στο Ρίο ντε Τζανέιρο, σε ένα παγκόσμιο πρωτάθλημα. Εμπειρίες και πράγματα που είδαμε και μάθαμε, ακόμα και πώς ζουν οι άλλοι τυφλοί, τα άλλα άτομα στις χώρες τους. Πράγματα που ούτε καν στα πιο τρελά μου όνειρα δεν θα μπορούσα να ζήσω» θυμάται ανατρέχοντας πίσω στον χρόνο.

Πώς του φάνηκε που συμμετείχε στους Παραολυμπιακούς Αγώνες που ήταν κι η πρώτη φορά που έγινε το ποδόσφαιρο παρολυμπιακό άθλημα; «Εκείνη την περίοδο δεν θα την ξεχάσω ποτέ. Ήταν απίστευτη εμπειρία και πόσο μάλλον όταν ήταν μέσα στην ίδια μας τη χώρα. Θυμάμαι στα γήπεδα που πηγαίναμε και παίζαμε τους αγώνες μας, ήταν γεμάτο από κόσμο, είχαν φέρει σχολεία και ήταν τόσο… ανατρίχιαζες. Ήταν πρωτόγνωρα συναισθήματα και απίστευτες εμπειρίες. Εντάξει το Ολυμπιακό Χωριό που μέναμε μέσα πολύ ωραία φάση κι εκεί. Τέτοια πράγματα πιστεύω ότι δεν μπορούμε να τα ξαναζήσουμε, ειδικά όπως είναι η κατάσταση τώρα. Τα φέρνω σιγά-σιγά στη μνήμη μου τώρα, την ένταση στον αγώνα, τις κραυγές όταν βάζαμε το γκολ και τελείωνε το παιχνίδι και είχαμε κερδίσει. Ακόμα και στην ήττα, την προσπάθεια και μόνο την αγκάλιαζαν όλοι με έναν… σου έδιναν ώθηση, χτυπούσαμε, ανοίγαμε κανένα κεφάλι, γυρνούσαμε κανένα αστράγαλο και λέγαμε βάλε με μέσα να παίξω. Θέλω να το ζήσω αυτό το πράγμα”. Ήταν απίστευτα πράγματα. Πολύ ωραία εμπειρία» σχολιάζει.

Ο Δήμος Ζαχαρός, παίκτης της Ελληνικής Εθνικής Ομάδας Ποδοσφαίρου Τυφλών και της Ομάδας Ποδοσφαίρου Τυφλών «Ο Πυρσός» στη Θεσσαλονίκη, μιλάει για το ποδόσφαιρο τυφλών, τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει εντός κι εκτών γηπέδων.

«Πες μου κάτι τελευταίο. Κάτι για το ίδιο το παιχνίδι» του λέω. «Πώς είναι να αγωνίζεται κάποιος για την εθνική ομάδα και για τον Πυρσό; Υπάρχουν προβλήματα εκτός από τα προφανή στα αγωνιστικά;» είναι οι τελευταίες μου ερωτήσεις πριν αποχωριστούμε.

«Τα πρώτα χρόνια που πήγα στην ομάδα, το ποδόσφαιρο δεν ήταν τόσο αναπτυγμένο όσο έγινε μετά το 2004. Ήταν πιο χαμηλού επιπέδου να το πω… πιο χόμπι. Κι είχαμε καλή ομάδα, πηγαίναμε καλά. Δηλαδή ήμασταν πάντα συνήθως, όχι στα παγκόσμια, αλλά στα πανευρωπαϊκά ήμασταν πάντα μέσα στην τετράδα, πάντα. Το 2001 που είχαμε πάει στο πανευρωπαϊκό στο Παρίσι είχαμε πάρει το χάλκινο μετάλλιο και είχαμε πάρει μέρος στην παραολυμπιάδα στην Αθήνα ως διοργανώτρια χώρα κι είχαμε πάρει εκεί την 4η θέση. Ήταν η πρώτη φορά που έγινε παραολυμπιακό το άθλημα του ποδοσφαίρου. Δεν υπήρχε μέχρι τότε. Και οι μεγάλες μας διακρίσεις είναι αυτές. Πάντα είχαμε καλά πλασαρίσματα, απλά μετά το 2004 και μετά το πράγμα έχει γίνει πια ένα βήμα πριν τον επαγγελματισμό. Οι άλλες χώρες, εντάξει, έχουν περισσότερες υποδομές και γενικά και σε άτομα και σε οργάνωση. Εδώ εμείς και στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, ανανεωνόμαστε αλλά με πολύ αργούς ρυθμούς. Δηλαδή έρχεται ένα άτομο ανά δύο, τρία, τέσσερα χρόνια και γενικά δεν υπάρχει. Την κρατάμε την ομάδα ο ένας με τον άλλον πιο πολύ γιατί μας αρέσει αυτό που κάνουμε. Η στήριξη από την ομοσπονδία και από το κράτος δεν μπορώ να πω ότι δεν υπάρχει, αλλά σίγουρα θα θέλαμε κάτι παραπάνω. Προσπαθούμε για το καλύτερο και να είμαστε όσο το δυνατόν μέσα στα μεγάλα γεγονότα, πανευρωπαϊκά και τέτοιες διοργανώσεις. Ο Πυρσός είναι η αλήθεια ότι χρειάζεται τα άτομα, χρειάζεται νέα μέλη, νέα παιδιά να έρθουν και να παίξουν. Το γήπεδά μας εδώ ανακαινίστηκε πριν δύο χρόνια, με μόνιμα προστατευτικά, έχουμε ιδιόκτητο γυμναστήριο με όργανα για τα μέλη μας και όποιος θέλει μπορεί να πηγαίνει. Έχουμε και γυμναστή εκεί κάποιες μέρες της εβδομάδας να βοηθάει. Ουσιαστικά ο αθλητισμός γίνεται ή στο γυμναστήριο ή στη Μίκρα όσον αφορά στο θέμα του ποδοσφαίρου. Το σημαντικό είναι πως εκτός όλων των άλλων, χρειάζεται να μάθουν τα παιδιά πως εδώ έχουμε μια καλή ομάδα, μία οικογένεια που αν θέλουν να αθληθούν και τους αρέσει το ποδόσφαιρο, θα τους αγκαλιάσει. Εμείς μεγαλώνουμε. Πρέπει να έρθουν νέοι.» καταλήγει.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ