Βιβλιο

Ισίδωρος Ζουργός: Ας αφιππεύσουμε από το άλογο της αυταρέσκειας

Ο πολυδιαβασμένος συγγραφέας μας μεταφέρει σε ένα κόσμο σαιξπηρικής τραγωδίας.

gioyli_tsakaloy.jpg
Γιούλη Τσακάλου
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
O συγγραφέας Ισίδωρος Ζουργός

Συνέντευξη με τον Ισίδωρο Ζουργό με αφορμή το βιβλίο του «Οι ρετσίνες του βασιλιά» που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη.

Ένας γέροντας που κάποτε ήταν βασιλιάς και ένας άλλος κοιλαράς που μοιάζει με τον Γαργαντούα ή ένα χωριάτη με ένα ποτήρι ρετσίνα στο χέρι. Ο αφηγητής «στρίβει ένα νόμισμα στον αέρα και καθώς αυτό περιστρέφεται οικογενειακές ιστορίες και μυστικά φανερώνονται. Εικόνες μιας χώρας βουτηγμένης στην ανεργία και στη νέα μετανάστευση. Στη διάρκεια ενός χρόνου, όσο δηλαδή κρατάει το μυθιστόρημα του Ισίδωρου Ζουργού «Οι ρετσίνες του βασιλιά» (εκδόσεις Πατάκης, σελ.456) αναδύεται ένας σαιξπηρικός κόσμος ως αδιάγνωστη ασθένεια: πύργοι, βασιλιάδες, κόρες, γελωτοποιοί, εξουσία, προδοσία, αίμα...

Θέλετε να μας πείτε δυο λόγια για το νέο σας βιβλίο «Οι ρετσίνες του βασιλιά» και τι ήταν εκείνο ή εκείνα που σας ενέπνευσαν;
Η επιθυμία μου να καταγράψω με τη μορφή μυθιστορήματος την κατάρρευση ενός εξουσιαστικού προσώπου με οδήγησε νομοτελειακά, θα έλεγε κανείς, στη συνάντηση με τον Βασιλιά Ληρ και με όλον τον κόσμο της σαιξπηρικής τραγωδίας. Από αυτό γεννήθηκε η λέξη «βασιλιάς» στον τίτλο. Παράλληλα υπάρχει ο λαός ως χορός της τραγωδίας, ως κριτής, συνομιλητής και καταλύτης της αφήγησης, ως φιλοθεάμον κοινό που μπεκροπίνει σε ένα χωριάτικο καφενείο. Έτσι ήρθαν οι ρετσίνες, ποτό λαϊκό, σχεδόν ξεχασμένο, που το παραμέρισε ο νεοπλουτισμός των τελευταίων χρόνων. Η ρετσίνα είναι η σήμανση του λαού που η συνύπαρξή του με την απόμακρη εξουσία επιδιώκει την αντίστιξη στο μυθιστόρημα.  Έτσι ξεκινά ο μύθος, ένας μοναχικός βασιλιάς που μπαίνει σε ένα ταπεινό καφενείο και πίνει σ’ ένα τραπέζι την πρώτη του ρετσίνα καθώς αλλάζει βλέμματα με τους θαμώνες με αμοιβαία απορία έως και καχυποψία.

Θίγετε σ’ αυτό μεταξύ άλλων ζητήματα όπως η «κακή» πλευρά της εκκλησίας, της ελληνικής οικογένειας, της Ευρώπης, της εμπορευματοποίησης των θείων, της τηλεόρασης. Είναι αυτές απόψεις που ενστερνίζονται μόνο οι ήρωες ή εκφράζετε και τη δική σας άποψη μέσα από αυτές;
Στα βιβλία κάποιες απόψεις και μερικά πρόσωπα τυχαίνει να μην έχουν απολύτως καμία σχέση με την ιδεολογία και την προσωπική φιλοσοφία του συγγραφέα. Είναι εκδηλώσεις του παιχνιδιού υποκριτικής και μίμησης, που είναι δομικό στην κατασκευή ενός μυθιστορήματος. Άλλες βέβαια γνώμες και θέσεις που ακούγονται μπορεί να είναι πολύ πιο κοντά στην προσωπική θέαση του συγγραφέα για τον κόσμο. Το μυθιστόρημα είναι όμως ένας ολόκληρος κόσμος όπου οι χαρακτήρες διαφωνούν και ενίοτε συγκρούονται. Δεν είναι δυνατόν, όπως καταλαβαίνετε, ο συγγραφέας να συμφωνεί με όλους και με όλα. Όλα τα πρόσωπα και οι ιδεολογίες συνυπάρχουν ανακαινίζοντας το παμπάλαιο ερώτημα-στοίχημα της γραφής, τι είναι πραγματικό και τι φαντασία, τι αλήθεια και τι γοητευτικό ψέμα, τι συνειδητό και τι ασυνείδητο.

Ο βασικός ήρωας του βιβλίου, ο Λεόντιος Έξαρχος, αφήνει τη ζωή στην πόλη για μια τελείως διαφορετική στο χωριό. Είναι τελικά η φυγή στα χωριά και την επαρχία ένας τρόπος αναζήτησης της ευτυχίας; Και αν το συνδέσουμε με τις σημερινές καταστάσεις, τι συμβουλή θα δίνατε ως δάσκαλος και άνθρωπος των γραμμάτων στον κόσμο που φεύγει ασυλλόγιστα για την επαρχία βάζοντας σε κίνδυνο τον εαυτό του και τους γύρω του;
Έχω την ακλόνητη πεποίθηση εδώ και χρόνια πως δεν υπάρχει Εθνική οδός ή Εγνατία οδός ή Ιονία οδός, όπως θέλετε πείτε την, που να οδηγεί στην ευτυχία, δηλαδή ένας ασφαλής καλοστρωμένος δρόμος που να σε πηγαίνει γρήγορα και άνετα στον προορισμό ενός ευδαίμονος βίου. Ο καθείς και η καθεμιά οφείλουν να βρούνε τον δικό τους, ακόμη και χωματόδρομο, για την ευτυχία. Χωριό ή πόλη, οικογενειακή ζωή ή βίος του πλάνητος, ασφάλεια ή προσωπική διακινδύνευση, όλα αυτά βάζουν υποψηφιότητα για μια ευτυχισμένη ζωή αλλά και για το αντίθετο, μια συνεχή συμβίωση με το αίσθημα του κενού και τη θλίψη. Τώρα σε αυτό που με ρωτάτε για τη σημερινή κατάσταση της επιδημίας και κάποιες επιπόλαιες αποφάσεις μερικών ο σχολιασμός μόνο επικριτικός μπορεί να είναι και μάλιστα αυστηρός. Κανείς και ποτέ δε μπορεί να παίζει με την υγεία και την ασφάλεια των συμπολιτών του, κανένα καπρίτσιο και καμία τάχα μου δήθεν αδήριτη προσωπική ανάγκη δεν μπορεί να δικαιολογήσει τέτοιες πρωτοβουλίες.

Η γραφή σε κάθε βιβλίο αποτελεί διέξοδο επικοινωνίας ή και όχημα μνήμης;
Νομίζω και τα δύο, άλλωστε η ανάκληση της μνήμης και η ταρίχευσή της με τη βοήθεια της γραφής είναι δίχως άλλο κι αυτή μια βασική αρτηρία επικοινωνίας. 

Τι είναι εκείνο που θα θέλατε να κρατήσει στο μυαλό και την καρδιά του από τα βιβλία σας ο κάθε αναγνώστης;
Δεν μπορώ να έχω γνώμη σε τέτοιου είδους επιλογές. Μπροστά σε ένα στρωμένο αναγνωστικό τραπέζι ο καθένας εκδηλώνει κάποιες προτιμήσεις γι’ αυτό ή για κείνο το πιάτο. Το πιο σημαντικό είναι να αξιολογηθεί θετικά το χέρι του μάγειρα συγγραφέα, του εμπνευστή και δημιουργού και να ξεκινήσει μια σχέση εμπιστοσύνης. Σε κάθε συνάντηση με οποιοδήποτε μυθιστόρημα αναπτύσσονται εντελώς διαφορετικοί, προσωπικοί, ιδιαίτεροι συναισθηματικοί δεσμοί του αναγνώστη με το κείμενο. Πολλές φορές ο ίδιος ο συγγραφέας παραμένει ανυποψίαστος για αυτές τις συγγένειες.

Η δεξιοτεχνία σας να ενσωματώνετε τα ιστορικά γεγονότα στα λογοτεχνικά σας έργα, από τη «Σκιά της Πεταλούδας» ως αρχή κι έπειτα στην «Αηδονόπιτα» και στα κατοπινά σας μυθιστορήματα, είναι εντυπωσιακή. Γιατί ασχολείσθε με το «παρελθόν» και πόσο δύσκολο είναι να πραγματεύεται ένας συγγραφέας περασμένα γεγονότα χωρίς να πελαγοδρομεί ή να φαίνεται αναξιόπιστος;
Πριν από οτιδήποτε άλλο είναι η ελκυστική δύναμη της Ιστορίας, η γοητευτική αναπαράσταση άλλων εποχών, άλλων αντιλήψεων, άλλων προτεραιοτήτων. Μια πρόγευση αυτής της γοητείας μπορείτε να έχετε από την επίσκεψή σας, ας πούμε, σε ένα διατηρητέο κτίριο ή σε ένα παλαιότερο μνημείο, στη θέα ενός χειρογράφου ή σε ένα μεσαιωνικό φιαλίδιο που φιλοξενούσε αιθέρια έλαια και αρώματα. Φανταστείτε πώς είναι να ξαναστήνεις έναν τέτοιο κόσμο με πραγματικά δομικά υλικά; Πόσο μπορεί να σε δυσκολέψει μια τέτοια διαδικασία αλλά και να σε ξεμυαλίσει, να χωθείς στις δίνες του παρελθόντος αλλά και στη δική σου μυθοπλασία την ώρα που υποδύεσαι ρόλους με φόντο ιστορικά σκηνικά; Όλο αυτό είναι μια περιπέτεια του νου και των αισθήσεων, κάτι το οποίο μπορούν να κάνουν, νομίζω, μόνο το μυθιστόρημα και ο κινηματογράφος.

Οι περισσότερες κριτικές για τα βιβλία σας είναι διθυραμβικές και έχετε πλήθος φανατικών αναγνωστών. Υπάρχει όμως και η άποψη ότι την ιστορία την γράφουν ιστορικοί και οι συγγραφείς καλό είναι να αρκούνται στα μυθιστορήματα; Τι γνώμη έχετε για την αρνητική κριτική;
Προφανώς και την Ιστορία τη γράφουν οι ιστορικοί. Οι μυθιστοριογράφοι επεξεργάζονται ιδιωτικές αφηγήσεις με τη γοητευτική συνδρομή της μυθοποιητικής φαντασίας. Οι κόσμοι των μυθιστορημάτων τους δεν υπάρχουν, κάπως προσομοιάζουν με κάποιους στην αχανή ιστορική αποθήκη όμως κατά βάση είναι προσωποπαγείς κατασκευές. Από την άλλη βέβαια και η Ιστορία είναι μια αφήγηση, σε καμιά περίπτωση δεν αποτελεί απολύτως πιστή απεικόνιση μιας αντικειμενικής αλήθειας. Για την αρνητική κριτική θα ήθελα να παρατηρήσω πως δεν είναι μια ομοιογενής κατάσταση. Υπάρχουν κείμενα που με όπλο μια οξυδερκή ανάγνωση, την παρατηρητικότητα και με επιχειρήματα φωτίζουν πιθανές όψεις αστοχίας σε κάποιο βιβλίο. Το πιο βασικό σε ένα τέτοιο κείμενο είναι η σαφήνεια των επικρίσεων και η απουσία εμπάθειας. Σ’ αυτήν την περίπτωση η κριτική μπορεί να βοηθήσει όχι μόνο τον αναγνώστη αλλά και τον ίδιο τον συγγραφέα. Αυτή η αξιολογική συνθήκη αποδεικνύεται πολλαπλώς επωφελής με την προϋπόθεση ότι ο συντάκτης είναι προσεκτικός και ότι η ίδια η διατύπωση του κειμένου σέβεται τον κόπο του συγγραφέα αποφεύγοντας υφολογικά την ειρωνεία και άκομψες διατυπώσεις.

Τα βιβλία σας γίνονται best seller. Πολλές φορές όμως ο αριθμός των πωλήσεων λειτουργεί ως στερεότυπο εις βάρος της ποιοτικής αποτίμησης. Ποια είναι η γνώμη σας;
Αυτό που επισημαίνετε συμβαίνει αρκετά συχνά κι όμως δεν είναι τόσο δύσκολο να κατανοήσουμε πως η εμπορική επιτυχία ενός βιβλίου δεν είναι και αυτονόητα η ακλόνητη απόδειξη της καλλιτεχνικής του αξίας. Ομοίως η όποια επιτυχία δεν είναι δείκτης ελαφρότητας ή ευκολίας, αλίμονο αν συνέβαινε αυτό. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα από την ιστορία της λογοτεχνίας που καταδεικνύουν πως σε ένα σωρό περιπτώσεις η αποδοχή συμβάδιζε με την ποιότητα πολλών κειμένων. Άλλωστε και ο Ντίκενς ευπώλητος ήταν ή το «Τρίτο στεφάνι» του Κώστα Ταχτσή ή «Η μητέρα του σκύλου» του Παύλου Μάτεση ή αρκετά μυθιστορήματα της Ζυράννας Ζατέλη. Είναι άδικο λοιπόν να προσεγγίζουμε ένα βιβλίο με γνώμονα τη μικρή ή μεγάλη αποδοχή του από το αναγνωστικό κοινό. Ας μη ξεχνάμε όμως πως πέρα από την εμπορική τύχη ενός βιβλίου, πέρα από την υποδοχή της κριτικής ή των λεγόμενων φιλολογικών κύκλων ο ουσιαστικότερος κριτής μάς περιμένει σε μια μακρινή γωνιά και αυτός είναι ο χρόνος, που έχει την ικανότητα να καταστά διαυγή τη θέασή μας στα κείμενα.

Ζούμε σε μια εποχή κρίσης πρωτόγνωρης για τη σύγχρονη ιστορία, κρίση που έχει επηρεάσει τις ζωές όλων μας. Ο Ματίας Αλμοσίνο, ήρωας του ομώνυμου μυθιστορήματος, είναι μια θετική παρουσία. Να φανταστώ ότι εν μέσω της οικονομικής κρίσης προέκυψε αυτός ο χαρακτήρας; Έχει καμία σχέση με την περιπέτεια που περνάει όλος ο πλανήτης αυτή την εποχή;
Ο Ματίας Αλμοσίνο, λογοτεχνικός χαρακτήρας επινοημένος, να το ξεκαθαρίσουμε αυτό, γοητεύεται από την άνθηση του ορθού λόγου και των επιστημών της εποχής του και υπηρετεί την ιατρική και τον άνθρωπο σε πολέμους, πανδημίες, φυλετικά μίση και προκαταλήψεις. Το μυαλό μας αναπόδραστα πηγαίνει στις μέρες που περνάμε τώρα που οι γιατροί και οι νοσηλευτές βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της μάχης κατά της επιδημίας. Η επιστήμη, ο ορθός λόγος, η συνείδηση του πολίτη αλλά και η ανθρώπινη αλληλεγγύη βρίσκονται στο προσκήνιο. Υπό αυτή την έννοια το «Σκηνές από τον βίο του Ματίας Αλμοσίνο» είναι ένα μυθιστόρημα που συνομιλεί με τις μέρες που ζούμε. Μπορεί σήμερα να μην έχουμε πανούκλα αλλά έχουμε τον γνωστό ιό και την απομόνωση, έναν τρόπο αντιμετώπισης που ανάγεται αιώνες πίσω. Μπορεί να μην έχουμε μεσσίες όπως αναφέρονται στο μυθιστόρημα, αλλά έχουμε θεωρίες συνωμοσίας και σενάρια για το τέλος του πολιτισμού.

Κατά τη γνώμη σας τι δίνει σε ένα βιβλίο την ώθηση για να κάνει το ποιοτικό άλμα και να πάψει να είναι ένα βιβλίο απλώς για να περνάει η ώρα;
Κάθε βιβλίο έχει τη δυναμική του, δηλαδή τις αρετές και τα ελαττώματά του. Η προσθαφαίρεση αυτών των δύο είναι αυτό που κυρίως προδιαγράφει και τη μοίρα του. Φυσικά υπάρχουν και οι συγκυρίες, η τυχαιότητα κ.λ.π Υπάρχει όμως και κάτι απροσδιόριστο, ας το πούμε η ψυχή του βιβλίου, η οποία και μάχεται τη φθορά και τη λήθη της ύπαρξής του.

Ο συγγραφέας Ισίδωρος Ζουργός
Ισίδωρος Ζουργός

Στα μικρά παιδιά τα οποία διδάσκετε κάνετε κάτι στα μαθήματά σας για να τους υποδαυλίσετε το ενδιαφέρον για τη λογοτεχνία;
Υπάρχουν τόσες πολλές ιδέες για τη φιλαναγνωσία, τόσα προγράμματα, τόσα χέρια βοήθειας για να φέρει κανείς τα βιβλία στην τάξη του. Η αναγνωστική συνείδηση καλλιεργείται και η εκπαίδευση έχει ένα σπουδαίο ρόλο σε αυτό. Θα πρέπει όμως πρώτα απ’ όλα ο ίδιος ο δάσκαλος να αγαπάει τα βιβλία. Τα παιδιά, όπως ξέρετε, έχουν το ταλέντο να αντιλαμβάνονται αν πραγματικά ο άνθρωπος που έχουν απέναντί τους εννοεί αυτά που λέει. Αν είναι μέρος της αλήθειας του ή αν απλώς η προτροπή για βιβλία είναι μια τυπική διεκπεραίωση. Ο χώρος της Λογοτεχνίας είναι μικρός ή χωράει κάθε νέα ιδέα, κάθε άνθρωπο που πιστεύει πως μπορεί να γράφει. Είναι όλοι ευπρόσδεκτοι, όμως τελικά θα παραμείνουν μόνο εκείνοι που η γραφή αναζητά μέσα τους την υπαρξιακή συνθήκη. Με άλλα λόγια θα παραμείνουν αυτοί στους οποίους η γραφή δεν είναι πάρεργο αλλά συνώνυμο της ανάσας τους, ταυτότητα και πάθος.

Συνέντευξη του Ισίδωρου Ζουργού για το βιβλίο οι Ρετσίνες του βασιλιά
Ένας από τους σημαντικότερους αμερικανούς συγγραφείς του 20ού αιώνα, ο Γουίλιαμ Φώκνερ, έλεγε πως «για να γίνει κανείς συγγραφέας χρειάζεται 99% ταλέντο, 99% πειθαρχία και 99% δουλειά». Συμφωνείτε;
Απολύτως. Είναι οι τρεις βασικές προϋποθέσεις της δημιουργίας και η κάθε μια τους είναι πρώτη μεταξύ ίσων.

Για το τέλος θα ήθελα να κάνετε μια ευχή για την σημερινή κατάσταση και όλα αυτά που περνάει η χώρα μας και ο όλος πλανήτης.

Να ευχηθούμε να τελειώσει γρήγορα αυτή η περιπέτεια χωρίς άλλα θύματα. Να προσπαθήσουμε όλοι ώστε η επερχόμενη οικονομική κρίση ως αποτέλεσμα της πανδημίας να μην ισοπεδώσει τους αδύναμους. Τέλος και μια ακόμη ευχή: Να μας αφήσει η πανδημία πίσω της και κάποια, ας τα πούμε δώρα. Την επικράτηση αυτής της αίσθησης και βεβαιότητας πως η Γη μας είναι πια ένα κοινό σπίτι, όπου αυτό που γίνεται στο ένα δωμάτιο αργά ή γρήγορα επεκτείνεται και στο διπλανό. Επίσης ότι ο άνθρωπος είναι αδύνατος μπροστά στα μεγάλα φυσικά φαινόμενα και είναι καλό κάπου κάπου να αφιππεύει από το άλογο της αυταρέσκειάς του. Τέλος απόλυτο σεβασμό στην επιστήμη και στην προσφορά της. Σίγουρα δε μας δίνει απάντηση σε όλα τα ερωτήματα, όμως είναι η ασφαλής σανίδα πλεύσης χωρίς να αποκλείει να πλέουν δίπλα της κι άλλα σκάφη κι άλλα πανιά.

 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ